ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

Αρχή του Ιανουαρίου του νέου έτους 2013 και εορτάζουμε το γεγονός της Περιτομής του Κυρίου και τη μνήμη του Μεγάλου πατρός της εκκλησίας Βασιλείου επισκόπου Καισαρείας του Ουρανοφάντορος . Οι ιερείς και τα στελέχη της ενορίας σας ευχόμαστε αίσιο , ευτυχές και απαρχή σωτηρίας το Νέο Έτος !

0 σχόλια


Η Περιτομή τοῦ Κυρίου (1η Ιανουαρίου)
Τριπλή εορτή σήμερα! Οι δύο από τις εορτές έχουν εκκλησιαστικό χαρακτήρα: η εορτή της περιτομής του Κυρίου μας, όπως και η εορτή και η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου Αρχιεπισκόπου Καισαρείας. Και κοντά σ’ αυτές τις δύο γιορτές υπάρχει και η πολιτική εορτή της ένάρξης του νέου πολιτικού έτους, η πρωτοχρονιά, η οποία όμως κι αυτή προσλαμβάνει, μέσα στην Εκκλησία για όλους μας, πνευματικό χαρακτήρα. Ας δούμε όμως τι ήταν η περιτομή.

Η ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΓΕΝΙΚΑ: Στην Αγία Γραφή περιτομή νοείται η αποκοπή του έξω άκρου του ανδρικού μορίου. Η πράξη αυτή ορίστηκε από το Θεό ως επισφράγισμα της συνθήκης Του με τον Αβραάμ. Έτσι οι πρώτοι που επεβλήθησαν σε περιτομή ήταν ο Αβραάμ και οι άρρενες της οικογένειάς του (Γέν. ιζ΄10-13). Η συνθήκη αυτή επαναλήφθηκε επί Μωυσέως, (Έξ. ιβ΄43,44). Έτσι κατά την ιουδαϊκή θρησκεία η περιτομή κατέστη μια επίσημη τελετή που εφαρμοζόταν σε κάθε αρσενικό τέκνο την όγδοη μέρα από γεννήσεώς του. Αυτήν την τελετή τηρούσαν πάντοτε με επιμέλεια οι Ισραηλίτες, πλην της περιόδου που περιφέρονταν στην έρημο του Σινά. Τα όργανα που χρησιμοποιούσαν ήταν ξυράφι, μαχαίρι (το λεγόμενο “μοέλ”) και λίθος οξύστομος (Ιησ. Ν. ε΄3). Ήταν μια προσφορά του παιδιού στο Θεό.
 Από εκείνη τη στιγμή το παιδί σήμαινε πως ανήκε στο Θεό. Ήταν μια υπενθύμιση πως ο Ιουδαίος όφειλε να διαφέρει απ' όλους τους άλλους και στην πίστη και να μην προσκυνά τα είδωλα των ειδωλολατρών. Είχε δοθεί και για λόγους υγιεινής (πρόληψη ασθενειώνκαι μολύνσεων). Οι Ιουδαίοι ως περιπλανώμενος λαός δε θα χαρακτηριζόταν από προσήλωσή στην καθαριότητα. Ακόμη προσθέτουμε, πως έκοπταν ένα ευτελές σαρκίο το οποίο ήταν η αιτία του κατακλυσμού και της καταστροφής Σοδόμων και Γομόρων, δηλαδή η ακράτεια της γενετήσιας ορμής. Σαρκολάτρες ήταν οι συμπολίτες του Νώε και έκφυλοι οι κάτοικοι των Σοδόμων και Γομόρων.
Όρισε ο Θεός, η περιτομή να γίνεται στη χώρα των γεννητικών οργάνων, γιατί σ' αυτά χρειαζόταν ένας κάποιος περιορισμός και αρκετή εγκράτεια. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και άλλοι λαοί της Ανατολής περιτέμνονταν, όπως οι Αιγύπτιοι και οι Αιθίοπες. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Άραβες, λόγω της προέλευσής τους από τον Ισμαήλ, το γιο του Αβραάμ, παρέλαβαν και αυτοί την περιτομή περνώντας τη συνήθεια και στους πιστούς της μουσουλμανικής θρησκείας. Οι Αιθίοπες και οι κάτοικοι της Ερυθραίας παρέλαβαν από τους Ιουδαίους την περιτομή και ακόμη και μετά τον εκχριστιανισμό τους τη διατήρησαν. Ο σκοπός της εβραϊκής περιτομής ήταν η διάκρισή τους από τα υπόλοιπα γειτονικά έθνη, αλλά κατέληξε σε έναν ακόμα τυπολατρικό παράγοντα της θρησκείας τους. Έτσι οι Εβραίοι αυτοαποκαλούνταν “Περιτομή” ενώ τα λοιπά έθνη τα ονόμαζαν “Ακροβυστία”. Στην Αγία, όμως, Γραφή “περιτομή” και “περιτετμημένος την καρδίαν” σημαίνει τον καθαρό, τον αγνό, τον αναγεννημένο, ενώ οι λέξεις “απερίτμητος” και “ακροβυστία” τον ασεβή και κακό, τον ρυπαρό: “περιτμήθητε τω Θεώ υμών και περιτέμνεσθε την σκληροκαρδίαν υμών, άνδρες Ιούδα και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ, μη εξέλθῃ ως πυρ ο θυμός μου και εκκαυθήσεται” (Ιερ. δ΄4 αλλά και Ιεζ. μδ΄6,7). Μετά την Πεντηκοστή και τη δημιουργία της Εκκλησίας, το θέμα της περιτομής δίχασε του πιστούς. Ορισμένοι επέμεναν ότι οι προσήλυτοι εξ εθνών έπρεπε πρώτα να περιτμηθούν και μετά να βαπτισθούν. Αλλά με την πάροδο του χρόνου και τον πειστικό λόγο του Αποστόλου Παύλου αλλά και άλλων Αποστόλων βεβαιώθηκαν κι αυτοί ότι: “εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβυστία, αλλὰ καινὴ κτίσις.” (Γαλ. στ΄15).
Η ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Η περιτομὴ του βρέφους Ιησού έγινε στὴ Συναγωγὴ τῆς Βηθλεέμ. (Λουκ. 2, 5). Όμως το Θείο Βρέφος της φάτνης, αφού γεννήθηκε με τον Παλαιὸ Νόμο, έπρεπε νὰ υποβληθεί και Αὐτὸ στον τύπο, ο οποίος έπρεπε να ισχύει μέχρι την κατάργησή του. Ο Απόστολος Παύλος λέει σχετικά: “ότε δὲ ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεὸς τον υιὸν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπὸ νόμον, ίνα τους υπὸ νόμον εξαγοράση, ίνα τὴν υιοθεσίαν απολάβωμεν” (Γαλ. δ΄4,5). Η περιτομή συνοδευόταν και με την ονοματοδοσία του βρέφους. Το ίδιο συνέβη και με το Θείο Βρέφος που του δόθηκε το όνομα Ιησούς που είναι ελληνικός όρος από το Εβραϊκό Γεσούα. Είναι το ίδιο με το όνομα «Εμμανουήλ» που αναφέρει ο Ησαΐας, και σημαίνει «ο Θεός είναι μαζί μας».
Ο Απόστολος Παύλος προσθέτει πως οι πιστοί περιετμήθησαν και με περιτομὴ πνευματική, που ενεργείται απ᾿ το Αγιο Πνεύμα. Και αυτή συνίσταται στο γδύσιμο και την αποβολὴ του σώματος, που δούλεψε στις αμαρτίες της σάρκας. Το γδύσιμο αὐτὸ, έλεγε, είναι η περιτομή, που πήραν απὸ τὸν Χριστό, όταν θάφτηκαν μαζί Του, διά του Αγιου Βαπτίσματος.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ: Σήμερα, λοιπόν, ο μεγάλος αναμενόμενος του Ισραηλιτικού λαού, «Θεός ων κατ' ουσίαν» και ενώ κρατά τα σύμπαντα στα πανίσχυρα χέρια του, ενδύεται την ανθρώπινη μορφή. Οκτώ ημερών αδύναμο βρέφος, τυλιγμένο σε ταπεινά σπάργανα, τον κρατά στην αγκαλιά της η αγνή Μητέρα Του και τον οδηγεί στο ναό. Ο φωτισμένος υμνογράφος της Εκκλησίας μας, θεολογώντας ποιητικά, σχολιάζει και δοξολογεί: «Ουκ επησχύνθη (δεν ντράπηκε) ο πανάγαθος Θεός, της σαρκός την περιτομήν αποτμηθήναι, αλλ' έδωκεν εαυτόν, τύπον και υπογραμμόν (πρότυπο και παράδειγμα), πάσι προς σωτηρίαν, ο γαρ του Νόμου Ποιητής, τα του Νόμου εκπληροί, και των προφητών τα κηρυχθέντα περί αυτού. Ο πάντα περιέχων δρακί (που κρατάει τα πάντα στα χέρια Σου), και εν σπαργάνοις ειληθείς, Κύριε δόξα σοι».
Το μυστήριο της θεϊκής συγκατάβασης είναι μεγάλο και άρρητο. Θεός στην Ιστορία, διέρχεται όλα τα στάδια του ανθρώπινου βίου, αγιάζει τη χωματένια ζωή, πραγματοποιεί και ολοκληρώνει το θεϊκό σχέδιο της σωτηρίας των ανθρώπων. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διαβλέπει στην περιτομή τύπο του βαπτίσματος. Γράφει: «Αφού όμως φανερώθηκε η αλήθεια, είναι ανώφελος ο τύπος και η σκιά.
Επομένως τώρα είναι άχρηστη, περιττή η περιτομή και αντίθετη προς το άγιο βάπτισμα, ο γαρ περιτεμνόμενος χρεωστεί όλον τον νόμον τηρήσαι. Ο Κύριος μάλιστα περιετμήθη για να εκπληρώσει το νόμο, κι ακόμη φύλαξε όλο το νόμο και το Σάββατο, για να εκπληρώσει και να σταθεροποιήσει το νόμο. Αλλά καθώς βαπτίστηκε, και το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε στους ανθρώπους να κατεβαίνει από τον ουρανό με μορφή περιστεράς επάνω Του, από τότε έχει κηρυχθεί η πνευματική λατρεία και ζωή, και η βασιλεία των ουρανών». Αλλά αν η πράξη της περιτομής εγκαταλείφθηκε, η λέξη εξακολουθεί να έχει κάποια σημασία. Εμείς, οι βαπτισμένοι πιστοί, μπορούμε να αναφωνούμε: “Αληθινή περιτομή είμαστε εμείς οι Χριστιανοί, οι οποίοι διά του φωτισμού, που μας δίνει το Πνεύμα του Θεού, προσφέρουμε στο Θεό αληθινή λατρεία.” (Φιλ. γ΄ 3). Η αποστολική περικοπή της εορτής, η οποία είναι από την προς Κολασσαείς επιστολή του Αποστόλου Παύλου, τονίζει την περιτομή την αχειροποίητο “εν ω περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω” που έχουμε υποστεί κι εμείς οι χριστιανοί, μία περιτομή, όμως, κατά την οποία δεν απέκοψαν τμήμα του δέρματός μας, όπως στη σωματική περιτομή, αλλά σε μας περιέκοψαν τα αμαρτήματα, το σώμα της αμαρτίας “εν τη απεκδύσει του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού”. Αυτή είναι η δική μας αχειροποίητος περιτομή, το ότι δηλαδή με το βάπτισμά μας απεκδυόμεθα τα αμαρτήματά μας, κόπτονται τα αμαρτήματά μας, και ακόμη ότι αυτή την περιτομή εμείς την κάνουμε πράξη στη ζωή μας, περικόπτοντας όχι σωματικό μέρος, αλλά περικόπτοντας τις αμαρτίες μας.
“Μορφὴν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες, Θεὸς ων κατ' ουσίαν, πολυεύσπλαγχνε Κύριε· και Νόμον εκπληρών, περιτομήν, θελήσει καταδέχη σαρκικήν, όπως παύσης τα σκιώδη, και περιέλης τὸ κάλυμμα των παθων ημών. Δόξα τη αγαθότητι τη ση, δόξα τη ευσπλαγχνία σου, δόξα τη ανεκφράστω Λόγε συγκαταβάσει σου.”
1. Μηναία, Αποστολική Διακονίας Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Λεξικό βιβλικής Θεολογίας, «Β.Κ.: Άρτος Ζωής», 1980
3. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, 1978, τόμος 1 (Ε.Π.Ε. 1),




Ο εν αγίοις πατήρ ημών Βασίλειος Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας της Καππαδοκίας (1 Ιανουαρίου)
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο άγιος Βασίλειος άκμασε στους χρόνους του βασιλιά Ουάλεντα. Ενώπιόν του ομολόγησε με θάρρος την υγιά ορθόδοξη πίστη και εναντιώθηκε στην κακοδοξία του Αρείου, την οποία αποδέχτηκε ο βασιλιάς σαν φωτιά που λυμαίνεται την Εκκλησία. Ο πατέρας του καταγόταν από τον Πόντο, ενώ η μητέρα του από την Καππαδοκία. Στους λόγους υπερέβαλε τους πάντες, όχι μόνον τους ρήτορες της εποχής του, αλλά και τους παλαιούς. Διότι αφού σπούδασε την κάθε επιστήμη, έφτασε στο ανώτερο σημείο καθεμιάς από αυτές. Αλλά όχι λιγότερο άσκησε την πρακτική φιλοσοφία και μέσω αυτής ανέβηκε στη θεωρία των όντων, οπότε και ανήλθε στον αρχιερατικό θρόνο. Ως αρχιερέας αγωνίστηκε πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατέπληξε τον έπαρχο με το σταθερό και ανυποχώρητο φρόνημά του. Συνέθεσε και λόγους, με τους οποίους εξαφάνισε τα συστήματα των ετεροδόξων, δίδαξε το ορθό ήθος και με σαφήνεια φανέρωσε τη γνώση των όντων. Κι αφού καθοδήγησε το ποίμνιο του Χριστού με κάθε αρετή, εκδήμησε προς τον Κύριο. Ήταν δε κατά τον τύπο του σώματος ψηλός, ξηρός και λιπόσαρκος, μελαχρινός, με ωχρότητα στο πρόσωπο, με μακριά μύτη, κάνοντας κύκλο τα φρύδια του, με σύσπαση αυστηρή αλλά που μοιάζει φροντιστικός, με μέτωπο που ρυτιδώνεται από ακτινοβολίες, επιμήκης στις παρειές, κοίλος στους κροτάφους, χωρίς πολλά μαλλιά, με μεγάλη όμως γενειάδα, μεσήλικας. Ήταν υιός του Βασιλείου και της Εμμέλειας. Τελείται δε η σύναξή του στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Ο μέγας Ιωάννης Δαμασκηνός, ο βαθύς θεολόγος και ιδιοφυής υμνογράφος της Εκκλησίας μας, είναι ο συνθέτης του κανόνα του αγίου Βασιλείου του μεγάλου. Ένας μεγάλος που έγραψε για έναν πολύ μεγάλο, μπροστά στον οποίο όμως ο ίδιος νιώθει μικρός, γι’ αυτό και θεωρεί ότι μόνον ένας με τη φωνή του αγίου Βασιλείου μπορεί να είναι ικανός να εγκωμιάσει τη μεγαλοσύνη του. «Σου την φωνήν έδει παρείναι Βασίλειε, τοις εγχειρείν εθέλουσι, τοις εγκωμίοις σου» (Έπρεπε η δική σου φωνή να είναι παρούσα, Βασίλειε, σ’ αυτούς που θέλουν να επιχειρήσουν τον εγκωμιασμό σου). Παρ’ όλα αυτά το επιχειρεί, ζητώντας τη συγνώμη του και τη χάρη του.
Δεν ξεχνά βεβαίως ο άγιος Δαμασκηνός ότι η εορτή του αγίου συμπίπτει με την Δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και διπλά πανηγυρίζει, κατ’ αυτόν, η Εκκλησία μας: «Άγει διπλήν αληθώς η Εκκλησία εορτήν σήμερον∙ Περιτομής, ως βρέφος Δεσπότου οφθέντος επί γης, και μνήμης οικέτου, σοφού και τρισμάκαρος» (Διπλή εορτή εορτάζει η Εκκλησία σήμερα. Την Περιτομή, διότι ο Δεσπότης Χριστός φάνηκε στη γη ως βρέφος, και την εορτή της μνήμης του δούλου του Χριστού Βασιλείου, του σοφού και τρισμακάριστου). Και προβαίνει σε μία υπερβολή: προκειμένου να τονίσει το ύψος της αγιότητας του Βασιλείου, σημειώνει ότι η Εκκλησία έχει ως στολισμό τη μνήμη του αγίου, όπως έχει στολισμό τη Γέννηση του Κυρίου. «Καλλωπίζεται ώσπερ τω τόκω Χριστού η Νύμφη Εκκλησία, ούτω και τη μνήμη σου, Παμμακάριστε» ( Όπως στολίζεται η Νύμφη Εκκλησία με τον τόκο του Χριστού, έτσι και με τη μνήμη σου, Παμμακάριστε). Η υπερβολή όμως μειώνεται και γίνεται αποδεκτή, αν σκεφτεί κανείς ότι η όποια τιμή ενός αγίου στην πραγματικότητα αποτελεί τιμή και δόξα του ίδιου του Κυρίου. Διότι ο Θεός εξυμνείται με τους αγίους, αφού Εκείνος τους έδωσε τη χάρη του αγιασμού τους. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού».
Ο υμνογράφος μας, βαθύς γνώστης της ζωής και του έργου του Μεγάλου Βασιλείου, προσπαθεί να τον προβάλει στο πλήρωμα των πιστών, σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις της πολυποίκιλης προσωπικότητας και του πολυσχιδούς έργου του. Κατεξοχήν βεβαίως επιμένει στον αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατά των αιρετικών. Ο Βασίλειος για τον άγιο Ιωάννη, αλλά και για τους λοιπούς υμνογράφους που έγραψαν γι’ αυτόν, είναι «ορθοδοξίας τη Εκκλησία βλύσας διδάγματα» (αυτός που ανάβλυσε στην Εκκλησία τα διδάγματα της ορθοδοξίας), «των δογμάτων θησαυρός ο ανέκλειπτος», «ο των πιστών τας καρδίας ενθέως ευφραίνων», όπως αντιστοίχως βεβαίως είναι εκείνος που στηλίτευσε τους αιρετικούς και κονιορτοποίησε όλα τα επιχειρήματά τους: «των απίστων τα δόγματα αξίως εβύθισε» και «τοις αντιθέοις πέλεκυς εκκοπτικός και πυρ καταναλίσκον την απάτην ώφθης, πάτερ Βασίλειε» (φάνηκες σαν κοφτερός πέλεκυς για τους αντίθεους και σαν φωτιά που κατατρώγει την απάτη, πάτερ Βασίλειε).
Η σαν άστρο φωτεινό παρουσία του αγίου Βασιλείου στην Εκκλησία, με την οποία φώτισε αυτήν στον δρόμο της ορθοδοξίας, στηρίχτηκε κατά τον άγιο Δαμασκηνό πρωτίστως σε δύο παράγοντες: πρώτον, στον καθαρό και αγνό τρόπο της ζωής του, με τον οποίο έκανε τον Χριστό ένοικο της ψυχής του. Ενοικώντας δηλαδή ο Χριστός στην ψυχή του, που είναι η πηγή της ζωής, έκανε τον Βασίλειο να αναβλύσει ποταμούς δογμάτων ευσεβών για όλη την οικουμένη. «Χριστόν εισοικισάμενος εν τη ψυχή σου, διά της καθαράς σου πολιτείας, την πηγήν της ζωής, ιεροφάντα Βασίλειε, ποταμούς ανέβλυσας δογμάτων ευσεβών τη οικουμένη», δηλαδή: Αφού έβαλες τον Χριστό ως ένοικο στην ψυχή σου, με την καθαρό τρόπο ζωής σου, Αυτόν που είναι η πηγή της ζωής, ανέβλυσες, ιεροοφάντα Βασίλειε, ποταμούς ευσεβών δογμάτων στην οικουμένη. Κι ο καθαρός τρόπος ζωής του έγκειτο στον αγώνα να αποκτήσει τις αρετές όλων των αγίων: «Πάντων των αγίων ανεμάξω τας αρετάς, πατήρ ημών Βασίλειε» (μάζεψες τις αρετές όλων των αγίων, πατέρα μας Βασίλειε). Δεύτερον, στην τεράστια παιδεία του, την κοσμική και την εκκλησιαστική, καρπό των πολυετών σπουδών του και της μεγαλοφυούς διανοίας του, όπως βεβαίως και της εφέσεώς του προς τον Θεό.  «Των όντων εκμελετήσας την φύσιν και πάντων περισκοπήσας το άστατον» (μελέτησας καλά τη φύση των όντων και εξέτασες το άστατο όλων των δημιουργημάτων), σημειώνει ο άγιος Δαμασκηνός. Και: «Παιδείας γεγονώς απάσης έμπλεως, ου μόνον της κάτω και πατουμένης, πολλώ μάλλον δε της κρείττονος, ανεδείχθης τω κόσμω φως, Βασίλειε» (Έγινες πλήρης από όλη την παιδεία, όχι μόνο την κάτω και γήινη, αλλά πολύ περισσότερο την ανώτερη, γι’ αυτό και φάνηκες στον κόσμο ως φως, Βασίλειε).
Ο άγιος υμνογράφος βεβαίως είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να μην αναφέρει και εκείνο το έργο, πέραν της διδασκαλίας του αγίου και του προσωπικού του αγιασμού, με το οποίο σφράγισε την εποχή του ο άγιος και έμεινε χρυσό παράδειγμα ανά τους αιώνες: την ελεήμονα προσφορά του στον συνάνθρωπο, ιδίως με τη λεγόμενη «Βασιλειάδα». Η φιλανθρωπική δράση του αγίου Βασιλείου όντως έχει μείνει παροιμιώδης. Θεωρείται κυριολεκτικά «κανών», τύπος, προς τον οποίο στρέφουν τα βλέμματα όλοι οι πιστοί στους μετέπειτα αιώνες μέχρι σήμερα, για να κατανοούν τι σημαίνει αγιότητα βίου συνδυασμένη με οξυδέρκεια και άνοιγμα καρδιάς. Κατά τον άγιο Δαμασκηνό «Πατήρ ορφανών και χηρών προασπιστής και πλούτος πένησι, των ασθενούντων η παράκλησις και των εν πλούτω κυβέρνησις, γήρως βακτηρία εδείχθης, παιδαγωγία νεότητος και Μοναζόντων αρετής κανών, Βασίλειε». Δηλαδή: Αναδείχτηκε, Βασίλειε, πατέρας των ορφανών και των χηρών υπεραπιστής, και ο πλούτος για τους πτωχούς, η παρηγοριά για τους ασθενείς και ο κυβερνήτης των πλουσίων, το στήριγμα των γηρατειών, η παιδαγωγία της νεότητας και ο κανόνας της αρετής των μοναχών.
Κι αν σ’ αυτά προσθέσουμε και το μαρτυρικό φρόνημα του αγίου, το οποίο κατεξοχήν φάνηκε με τη σθεναρή στάση του απέναντι στον αλαζόνα έπαρχο του αυτοκράτορα, τον Μόδεστο, ο οποίος προκειμένου να τον μεταπείσει από την αλήθεια της ορθοδοξίας, τον απείλησε με δήμευση της περιουσίας, με εξορία και με αυτόν ακόμη τον θάνατο, καταλαβαίνουμε ότι μιλώντας για τον άγιο Βασίλειο μιλάμε για άγιο που και ο χαρακτηρισμός του μεγάλου είναι ελλιπής. Και μπορεί να μην υπήρξε μάρτυρας με τη συνήθη έννοια του όρου, υπήρξε όμως μάρτυρας στη συνείδηση και στο φρόνημα, έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για χάρη της αληθούς πίστεως. Ιδού πώς εγκωμιάζει ο άγιος Δαμασκηνός το μαρτυρικό αυτό φρόνημά του: «Τριάδος υπέρμαχε Βασίλειε, θρόνω παρέστης δικαστικώ, προκινδυνεύων της πίστεως∙ και αθλητικήν ένστασιν επιδειξάμενος, θυμόν επάρχου κατήσχυνας, θρασυνομένου τω κράτει της ασεβείας∙ και σπλάγχνων εκτομήν απειλούντος, προθύμως ταύτα προέκρινας∙ και Μάρτυς γενόμενος τη προαιρέσει, τον στέφανον ανεδήσω της νίκης παρά Χριστού». Δηλαδή: Υπέρμαχε της Τριάδος Βασίλειε, στάθηκες μπροστά σε δικαστικό θρόνο, κινδυνεύοντας για την πίστη. Γιατί δείχοντας την αντίθεσή σου με γενναίο φρόνημα, ντρόπιασες τον θυμό του επάρχου, ο οποίος υπερηφανευόταν για την εξουσία της ασέβειάς του. Και ενώ απειλούσε να σου βγάλει τα σπλάχνα, εσύ προτίμησες με προθυμία να το κάνει. Και αφού έγινες μάρτυρας ως την προαίρεσή σου, πήρες το στεφάνι της νίκης από τον Χριστό.
Είθε «μιμούμενοι αυτού την πίστιν, την ζέσιν, την ταπείνωσιν» να γίνουμε κι εμείς οίκος Χριστού και κάτοικοι του Παραδείσου

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου , Η Μετά την Χριστού Γέννησιν και πλούσιο αρκετά το εορτολόγιό μας . Εκτός από τη μνήμη των Αγίων και Δικαίων Δαβίδ του Προφητάνακτος , Ιωσήφ του μνήστορος και Ιακώβου του Αδελφοθέου, τιμούμε και την Αγία Μάρτυρα Ανυσία την εν Θεσσαλονίκη και τον Άγιο Νεοσιομάρτυρα Γεδεών τον Καρακαλληνό, τον εν Τυρνάβω .

0 σχόλια



Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν – Γιατί γεννήθηκε o Χριστός; (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)




Γιατί γεννήθηκε ὁ Χριστός; Γιὰ μᾶς, ἀγαπητοί μου, γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ γιὰτὴ σωτηρία τὴ δική μας ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ κατέβηκε ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, «ἐκ Πνεύματος ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου», καὶ ἐνανθρώπησε. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἀπάντησι τοῦ πιστοῦ στὸ ἐρώτημα, καὶ αὐτὸ βροντοφωνεῖ ἡ Ἐκκλησία διὰ τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως (ἄρθρ. 3).
Μέγα τὸ μυστήριο! Ποιός ποτὲ θὰ μπορέσῃ νὰ καταλάβῃ σὲ ὅλο τὸ βάθος καὶ τὸ πλάτος τὸ ὑπερφυέστατο γεγονὸς ὅτι ἕνας Θεὸς σαρκώνεται, γίνεται ἄνθρωπος, γιὰ νὰ σώσῃ τὴν ἀνθρωπότητα; Ἐδῶ καὶ οἱ μεγαλύτερες διάνοιες, χωρὶς τὴ βοήθεια τῆς πίστεως, συντρίβονται. Μικρὸς ἐμπρὸς στὸ Θεὸ ὁ ἄνθρωπος,ἂς εἶνε κ᾽ ἕνας Σωκράτης. Θὰ ὁμολογήσῃ τὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀδυναμία του ἐμπρὸς στὸ μυστήριο. Μικρὸς ὁ ἄνθρωπος, μεγάλος ὁ Θεός! Μόνο ἡ πίστι ῥίχνει φῶς στὸ μυστήριο.

Ὁ πιστὸς τὸ αἰσθάνεται, τὸ βλέπει, τὸ ζῇ, καὶ δὲν βρίσκει λέξεις γιὰ νὰ ἐξωτερικεύσῃ τὴν ὑπερκόσμια ἀγαλλίασι ποὺ δοκιμάζει ὅταν ἀκούῃ νὰ ψάλλεται τὸ «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε…» (καταβ. Χριστουγ. ᾠδ. α΄) . Νομίζει ὅτι δὲν πατάει στὴ γῆ, ἀλλὰ μεταφέρεται στὸν οὐρανό, στὴ χώρα τῶν ἀγγέλων, κι ἀκούει τὶς ὑμνῳδίες τους.
Ὁ ἄπιστος ζῇ καὶ περιπλανᾶται στὸ σκοτάδι. Δὲν μπορεῖ νὰ βρῇ μόνος του τὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴ Βηθλεέμ, ἐκεῖ ποὺ λάμπει τὸ ἄστρο, τὸ φῶς τῆς αἰωνίου ἀληθείας. Ἄπιστοι, ἀποκαλυφθῆτε ἐμπρὸς στὸ μυστήριο τῆς φάτνης, καταθέστε τὴν πανοπλία τοῦ ἐγωισμοῦ σας. Ἄλλα ἐφόδια χρειάζονται γιὰ νὰ νιώσετε τὸ μυστήριο. Πάρτε μαζί σας τὴν ταπείνωσι τῶν ἀγραυλούντων ποιμένων, τὴν πίστι τῶν μάγων, τὴν ἀθῳότητα τῶν σφαγιασθέντων νηπίων, καὶ τότε θὰ βρῆτε τὸ δρόμο, θὰ συναντήσετε τὸ Χριστό, καὶ θὰ ὁμολογήσετε ὅτι στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας πρὶν δυὸ χιλιάδες χρόνια ἔγινε τὸ μεγαλύτερο θαῦμα, ποὺ κατέγραψε στὶς σελίδες της ἡ ἱστορία ὡς τὸ σπουδαιότερο γεγονὸς ἀφ᾽ ὅπου ἔγινε ὁ κόσμος. Ποιό τὸ γεγονός; ὅτι «ἐγεννήθη Παιδίον νέον ὁ πρὸ αἰώνων Θεός» (κοντάκ.) . Μέγα τὸ μυστήριο!
Τὸ σπασμένο ἄγαλμα συναρμολογεῖται. Ἕνα παράδειγμα, γιὰ νὰ πάρουμε μιὰ ἀμυδρὴ ἰδέατοῦ μυστηρίου. Ὑποθέστε, ἀγαπητοί μου, ὅτι στὸ κέντρο μιᾶς πόλεως ἔχει στηθῆ ἕνα ἄγαλμα . Εἶνε θαυμάσιο καὶ ὡς σύλληψι καὶ ὡς ἐκτέλεσι. Ὅλα του συμμετρικά, κανείς δὲν μπορεῖ νὰ βρῇ μιὰ ἀτέλεια. Ὅλοι τὸ θαυμάζουν, ἀλλὰ οἱ σοφώτεροι θαυμάζουν περισσότερο τὸν ἄγνωστο ἐκεῖνο γλύπτη, ποὺ εἶχε τέτοια δύναμι τέχνης, ὥστε ἀπὸ ἕνα ἄμορφο μαρμάρινο ὄγκο νὰ βγάλῃ ἕνα τέτοιο ἀριστούργημα. Κανείς δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ πῇ, ὅτι τὸ ἄγαλμα αὐτὸ βρέθηκε τυχαῖα, ὅτι ἔτσι μόνο του ξεφύτρωσε ἕνα πρωὶ ἀπὸ τὰ σπλάχνα τοῦ λατομείου τῆς Πεντέλης ἢ τῆς Πάρου κι ὅτι ἔτσι μόνο του στήθηκε ἐκεῖ. Τὸ ἄγαλμα, δημιούργημα ἄριστου τεχνίτη, λάμπει στὴ θέσι του. Πόσο ὡραῖο εἶνε! Τὸ βλέπεις καὶ νομίζεις πὼς θὰσοῦ μιλήσῃ. Ἐκεῖνα τὰ χείλη, ἐκείνη ἡ ἔκφρασι, ἐκεῖνο τὸ χαμόγελο στὸ πρόσωπο· τί θαῦμα!
Ἀλλ᾿ ἀναπάντεχα –ὤ συμφορά!–μιὰ νύχτα κάποιος, ποὺ ζήλεψε φαίνεται τὴ δόξα τοῦ Ἡροστράτου, ἀποφάσισε νὰ τὸ καταστρέψῃ. Πλησιάζει λοιπόν, τοποθετεῖ στὴ βάσι του δυναμίτη, ἀνάβει τὸ φιτίλι, κι ὁ κακοῦργος ἀπομακρύνεται. Κρυμμένος σὲ μιὰ γωνία τοῦ σύμπαντος περιμένει τὸ ἀποτέλεσμα. Σὲ λίγο ἕνας δαιμονιώδης κρότος ἀκούγεται. Τὸ ἔδαφος σείεται. Οἱ κάτοικοι τῆς εὐτυχισμένης πόλεως ξυπνοῦν, ἀνάβουν φῶτα, καὶ τί νὰ δοῦν; Τὸ ἄγαλμα, τὸ καύχημα τῆς πόλεως ποὺ προσείλκυε περιηγητὰς ἀπ᾽ ὅλα τὰ μέρη, αὐτὸ τὸ ἀριστούργημα, δὲν ὑπάρχει πιά. Τί λέω, δὲν ὑπάρχει; Ὑπάρχει, ἀλλ᾽ ὄχι ὡς ὀμορφιά· ὑπάρχει ὡς ἐρείπια. Ὁ δυναμίτης τό ᾽κανε χίλια συντρίμμια σκορπισμένα ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ. Ὅλοι κλαῖνε καὶ καταριῶνται τὸ δράστη τοῦ ἐγκλήματος.
Τὰ χρόνια παιρνοῦν, οἱ αἰῶνες διαβαίνουν.Ἀλλὰ ἡ ὀμορφιὰ τοῦ ἀγάλματος δὲν ξεχνιέται. Οἱ γέροι διηγοῦνται στὰ παιδιὰ τὴ δόξα του. Ὁ πόθος ὅλων ἐκφράζεται μὲ μιὰ εὐχή, μιὰ κρυφὴ ἐλπίδα· Ὤ καὶ νὰ ἦταν δυνατὸν νὰ διορθωθῇ τὸ κακὸ καὶ νὰ στηθῇ πάλι στὴ μέση τῆς πλατείας τὸ ἄγαλμα, ὅπως ἦταν στὴν ἀρχή!…
Καὶ νά ὁ κοινὸς μύχιος πόθος ἐκπληρώνεται! Ἔρχεται κάποιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ κατεσκεύασε τὸ ἄγαλμα. Λυπήθηκε γιὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ καλύτερου ἔργου ποὺ βγῆκε ἀπ᾽ τὸ ἐργαστήριό του. Γιατὶ ποιός τεχνίτης δὲν πονάει τὸ ἔργο του; Τὸ πόνεσε λοιπὸν καὶ αὐτός. Εἶδε τὰ συντρίμματα. Τὰ μαζεύει ἕνα -ἕνα καὶ μέσα στὸ ἐργαστήριό του τὰ συναρμολογεῖ ὅλα. Καὶ ξαφνικὰ μιὰ μέρα εὐλογημένη,ἐνῷ θαυμάζουν ὅλοι, ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι,τὸ ἄγαλμα τοποθετεῖται καὶ πάλι στὴ μέσητῆς πόλεως , ὅπως ἦταν κι ἀκόμη ὡραιότερο.
Τὸ ἔμψυχο ἄγαλμα ἀναστηλώνεται. Παραβολικὸς μέχρι ἐδῶ εἶνε ὁ λόγος. Θέλετε τώρα τὴν ἑρμηνεία τοῦ παραδείγματος; Ἀκοῦστε.
Τὸ ἄγαλμα, τὸ ἔμψυχο ἄγαλμα, εἶνε ἄνθρωπος. Ὅταν δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ Θεό,οἱ ἄγγελοι θαύμασαν τὸν ἄνθρωπο ὡς τὸ τελειότερο δημιούργημα. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος βγῆκε ἀπὸ τὸ θεϊκὸ ἐργαστήριο ὡραῖος,«καλὸς λίαν», ἀγαθός, ἄκακος, ἀθῷος. Μιὰ ἁρμονίακαὶ εἰρήνη βασίλευε στὴ φύσι καὶ τὴν καρδιάτου. Ἀλλὰ ξαφνικὰ –τί συμφορά!–ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε. Σατανικὴ δύναμι συνέτριψε τὸ θεϊκὸ κάλλος. Ποιός μπορεῖ νὰ τὸ ἀρνηθῇ; Ἀπὸ τότε ἡ εἰρήνη φυγαδεύθηκε, πόλεμος ἀόρατος ἄρχισε. Μέσα στὰ βάθη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς μάχονται δυὸ ἀντίθετες δυνάμεις, «ἄγγελος καὶ σατανᾶς γρονθοκοποῦνται». Καὶ κάτω ἀπὸ τὴ δύναμι τοῦ κακοῦ ὁ ἄνθρωπος γίνε-ται ἕνα ἠθικὸ ἐρείπιο, διασπᾶται ἡ ψυχική του ἑνότητα, γίνεται ἀγνώριστος. Ἰδέστε τον· κλέφτης, ψεύτης, πλαστογράφος, πλεονέκτης, μωροφιλόδοξος, μοιχός, πόρνος, βλάστημος, φονιᾶς, ἐμπρηστής, προδότης, θηρίο μᾶλλον παρὰ ἄνθρωπος. Θεέ μου, ποῦ κατήντησε τὸ ἔμψυχο ἄγαλμα! πεσμένο σὲ συντρίμμια, σὲἐρείπια. Ποιός τώρα θὰ τὸν σώσῃ;
Καὶ ἐνῷ οἱ φιλόσοφοι σὰν ἁπλοῖ θεαταὶ παρακολουθοῦσαν τὸ δρᾶμα τοῦ ἀνθρώπου ποὺκυλοῦσε στὴν κατηφόρα τοῦ ἠθικοῦ ὀλέθρου,ξαφνικὰ ἕνα πρωτοφανὲς ἄστρο φωτίζει τὸν κόσμο , σμήνη ἀγγέλων πετοῦν πάνω ἀπ᾽ τὴ Βηθλεέμ, θεία μουσικὴ ἀντηχεῖ, ἀκούγεται τὸ ἐμβατήριο «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14) .
Τί συμβαίνει; Μέγα μυστήριο ἐκτυλίσσεται.Ὁ Θεὸς σπλαχνίσθηκε τὸ πλάσμα τῶν χειρῶν του.  Ἄκουσε τοὺς στεναγμούς, εἶδε τὰ ἠθι κάτου ἐρείπια καὶ συντρίμμια, καὶ ἀποφάσισε νὰσώσῃ τὸν ἄνθρωπο. Ὤ θαῦμα θαυμάτων! Κλίνει οὐρανοὺς καὶ κατεβαίνει. Σαρκώνεται ἀπὸ τὰ αἵματα τῆς πανάγνου Κόρης. Γίνεται ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ παύσῃ νὰ εἶνε Θεός, γιὰ νὰ κάνῃ θεὸ τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὴν ὅλη ἔνσαρκη οἰκονομία ὁ ἐνανθρωπήσας Θεὸς Λόγος ἀνορθώνει τὸ πεσμένο ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀναστηλώνει τὸ κατεστραμμένο ἔμψυχο ἄγαλμα, ἀποκαθιστᾷ τὸ πλάσμα του στὸ ἀρχικὸ κάλ-λος του κι ἀκόμη ἀνώτερα .Περιμένετε! Ἡ διδασκαλία, ποὺ θὰ κηρύξῃ τὸ Νήπιο τῆς Βηθλεέμ, τὰ θαύματα ποὺ θὰ κάνῃ, ἡ ἁγία ζωὴ ποὺ θὰ ζήσῃ, καὶ πρὸ παντὸς τὸ τίμιο αἷμά του μὲ τὸ ὁποῖο θὰ βάψῃ τὸ λόφο τοῦ Γολγοθᾶ καὶ μάλιστα ἡ ἔνδοξη ἀνάστασί του μὲτὴν ὁποία θὰ νικήσῃ τὸ θάνατο, αὐτὰ θὰ σώσουν, θὰ λυτρώσουν, θὰ ὡραΐσουν, θὰ θεώσουν τὸν ἄνθρωπο. Καὶ μόνο ὅσοι θὰ μείνουν μακριά του, μόνο ὅσοι θὰ τὸν ἀρνηθοῦν καὶ θὰ τὸν σταυρώσουν, αὐτοὶ θὰ χαθοῦν.
Ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀγαπητοί μου, εἶνεὁλόκληρο δρᾶμα. Μακριὰ ἀπ᾽ τὸ Χριστὸ ἡ ζωή μας γίνεται ἢ τραγῳδία ἢ κωμῳδία. Μύρια σύγχρονα παραδείγματα πιστοποιοῦν τὴν ἀλήθεια αὐτή. Μόνο διὰ τοῦ Χριστοῦ ἐπέρχεταιἡ λύσις τοῦ δράματός μας
.Χριστιανοί! Μὴ περιπλανᾶσθε μακριά, μὴζητᾶτε ἄλλα φῶτα. Στραφῆτε μὲ πίστι πρὸςτὸ ἄστρο τῆς Βηθλεέμ . Τὸ ἄστρο αὐτὸ φέρνει εἰρήνη, ἀγάπη, δικαιοσύνη, ἀλήθεια. Ἀργὰἢ γρήγορα ὅλοι θὰ καταλάβουμε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μόνο διὰ τοῦ Χριστοῦ ἐξευγενίζεται, ἐξωραΐζεται ἠθικά, γίνεται ἔμψυχο ἄγαλμα ἀρετῆς, ἠθικὴ προσωπικότης, γιὰ τὴν ὁποία οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγαν· «Ὡς χαρίεν ἐστ᾽ ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ» (= πόσο χα-ριτωμένο πλάσμα εἶνε ὁ ἄνθρωπος ὅταν εἶνεπράγματι ἄνθρωπος). Μόνο διὰ τοῦ Ἰησοῦ ὁἄνθρωπος ἐπανέρχεται στὴν θεία μακαριότητα ἀπὸ τὴν ὁποία ἔχει ἐκπέσει, φτάνει στὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν» Θεοῦ (Γέν. 1,26) , γίνεται μικρὸς θεός,θεὸς κατὰ χάριν.
Ἂς ψάλουμε λοιπὸν μὲ ἀγαλλίασι·«Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε · Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε· Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε.ᾌσατε τῷ Κυρίῳ, πᾶσα γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατελαοίὅτι δεδόξασται».
Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ φυλλάδιο «Ἡ Ἀγάπη» Κοζάνης φ. 4/25Δεκεμβρίου 1943.                                                       

Άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ, ο προστάτης της Θεοτόκου

Ο άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ γιορτάζεται την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα, μαζί με τους αγίους Δαβίδ τον Προφητάνακτα (το βασιλιά του Ισραήλ & ποιητή των Ψαλμών, του οποίου απόγονος είναι ο Χριστός ως άνθρωπος) και Ιάκωβο τον Αδελφόθεο. Αν δεν παρεμβάλλεται Κυριακή ώς την 1 Ιανουαρίου (πράγμα που προφανώς συμβαίνει μόνο όταν τα Χριστούγεννα είναι Κυριακή), τότε ο άγιος τιμάται στις 26 Δεκεμβρίου. Γενικά όμως βλέπω οι αδελφοί με το όνομα Ιωσήφ να γιορτάζουν τον άγιο στις 26 Δεκ., γι' αυτό και ανεβάζουμε το αφιέρωμα.

Ο Ιησούς έφηβος βοηθά τον άγ. Ιωσήφ.
Ο άγιος και δίκαιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ [=μνηστήρας, δηλ. αρραβωνιαστικός της Θεοτόκου, αφού ποτέ δεν έγινε κανονικά σύζυγός της] είναι ο θετός πατέρας του Ιησού. Το όνομα Ιωσήφ είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει αυτόν που ο Θεός έκανε τέλειο. Ο Ιωσήφ ήταν άντρας συνετός και δίκαιος, απόγονος του βασιλιά Δαβίδ, και καταγόταν από την Βηθλεέμ [Σημείωση: ο Δαβίδ έζησε 1000 χρόνια πριν το Χριστό. Είχε γεννηθεί στη Βηθλεέμ, γι' αυτό όλοι οι απόγονοί του είχαν ρίζες εκεί. Η Παναγία ήταν επίσης απόγονος του Δαβίδ και, πιθανότατα, πρώτη ξαδέρφη του Ιωσήφ: ο παππούς του, Ματθάν, κατά μία άποψη είναι και παππούς της Παναγίας (πατέρας της αγίας Άννας)]. Κατοικούσε όμως στη Ναζαρέτ ασκώντας το επάγγελμα του ξυλουργού.

Όταν η Θεοτόκος Μαρία έγινε δεκαπέντε ετών, επειδή οι γονείς της είχαν στο μεταξύ πεθάνει, οι ιερείς του ναού της φρόντισαν να την αποκαταστήσουν. Προέκριναν ως καταλληλότερο τον Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ. Ο αρραβώνας του Ιωσήφ με τη Μαρία ήταν ειδική περίπτωση [Κατά μία άποψη, η Θεοτόκος δώθηκε στον Ιωσήφ ως μνηστή του από τον άγιο Ζαχαρία, αρχιερέα του ναού και προστάτη της Παναγίας όσο ζούσε εκεί (θείου της Παναγίας & αργότερα πατέρα του Προδρόμου), με σκοπό ο Ιωσήφ να την προστατεύσει και όχι να την κάνει σύζυτό του]. Αυτή πρέπει να ήταν 12-13 ετών, εκείνος ηλικιωμένος και χήρος με παιδιά. Ήταν πατέρας επτά παιδιών από άλλη γυναίκα και από τα ευαγγέλια ξέρουμε τα ονόματα των γιών του: Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων και Ιούδας. Τα ευαγγέλια αναφέρουν και για κόρες του, που όμως δεν ξέρουμε τα ονόματά τους ["Ν": από την παράδοση ξέρουμε: Εσθήρ, Θάμαρ (ή Μάρθα) και Σαλώμη, η σύζυγος του Ζεβεδαίου & μητέρα των αποστόλων Ιάκωβου & Ιωάννη].

Ο Ιωσήφ μετά την εγκυμοσύνη της Μαρίας επειδή ήταν ευσεβής και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να διαλύσει τον αρραβώνα, χωρίς επίσημη διαδικασία. Τότε του εμφανίστηκε στο όνειρό του ένας Άγγελος σταλμένος από το Θεό που του αποκάλυψε για την υπερφυσική σύλληψη της Μαρίας. Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ έκανε όπως τον πρόσταξε ο Άγγελος και πήρε στο σπίτι του τη Μαρία. Δεν είχε όμως συζυγικές σχέσεις μαζί της. Στο σχέδιο της θείας οικονομίας ήταν, ν’ αναδειχθεί ο Ιωσήφ ως προστάτης της Μαρίας και του θείου Βρέφους. Γι' αυτό ο αρραβώνας ήταν απαραίτητος, για να καλυφθεί η υπερφυσική γέννηση του Ιησού. Έτσι ο Ιωσήφ υπήρξε απλώς μνήστωρ και ποτέ σύζυγος.

Όταν πλησίαζε ο καιρός η Μαρία να γεννήσει, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός, που ονομάστηκε Αύγουστος, είχε διατάξει να απογραφεί όλος ο πληθυσμός που ήταν κάτω από την Ρωμαϊκή κυριαρχία και ο καθένας έπρεπε να πάει στον τόπο της καταγωγής του. Ο Ιωσήφ έπρεπε να πάει να απογραφεί, μαζί με τη Μαρία, στην πόλη της καταγωγής του, τη Βηθλεέμ. Λόγω της πληθώρας των απογραφομένων, δε βρίσκουν πουθενά κατάλυμα παρά μόνο σ' ένα σταύλο. Εκεί, η Μαρία γέννησε τον Ιησού.


Ο δίκαιος Ιωσήφ και ο διάβολος που τον βάζει σε πειρασμό

Μετά τη γέννηση του Ιησού, ο Ιωσήφ με τη Μαρία παρέμειναν στη Βηθλεέμ. Επειδή ο Ηρώδης, μετά την προσκύνηση των μάγων, ήθελε να σκοτώσει το Θείο βρέφος, άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί και τη μητέρα Του και να φύγουν στην Αίγυπτο. Πράγματι, ο Ιωσήφ πήρε τη Θεοτόκο και το Θείο βρέφος και έφυγαν μέσα στο σκοτάδι. Έφτασαν στην Αίγυπτο και έμειναν εκεί μέχρι το θάνατο του Ηρώδη. Σήμερα στο παλιό Κάϊρο, κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, βρίσκεται το σπήλαιο με το πηγάδι, όπου έμεινε η αγία οικογένεια κατά τη διάρκεια της διαμονής της στην Αίγυπτο. Μετά το θάνατο του Ηρώδη και ύστερα από ειδοποίηση του αγγέλου, η αγία οικογένεια επέστρεψε, όπου εγκαταστάθηκε και πάλι στη Ναζαρέτ.

Μετά τη μετάβαση του Ιησού στο Ναό όταν ήταν δώδεκα ετών ο Ιωσήφ δεν μνημονεύεται πλέον. Γι' αυτό υποθέτουμε ότι πρέπει να πέθανε λίγο μετά από τη μετάβαση στο Ναό.
***

Εικ. από εδώ
Ευθύς τήν πρώτην Κυριακήν μετά τά Χριστούγεννα η Εκκλησία τιμά καί μνημονεύει τόν Ιωσήφ τόν Μνήστορα, ο οποίος διετάχθη από τήν Πρόνοιαν του Θεού νά προστατεύση τήν Παρθένον Μαρίαν, τόν Άγιον Ιάκωβον τον Αδελφόθεο, ως πρώτον Επίσκοπον της Εκκλησίας καί τόν Προφήτην καί Βασιλέα Δαβίδ, εκ του γένους του οποίου κατήγετο η Παρθένος Παναγία. Χαρακτηριστικά γράφεται εις τό Συναξάριον, ότι «Τιμώ Ιωσήφ, μνήστορα της Παρθένου, ως εκλεγέντα φύλακα ταύτης μόνον». Τιμάται ο Ιωσήφ ως φύλακας της παρθενίας της Θεοτόκου καί μόνον καί ως προστάτης της Παναγίας καί του θείου Βρέφους, κατ επιταγήν του Θεού.

Η τιμητική ημέρα της Κυρίας Θεοτόκου είναι ακριβώς η επομένη ημέρα των Χριστουγέννων, η 26η Δεκεμβρίου, η οποία ονομάζεται «η Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου», δηλαδή προσκαλούνται οι χριστιανοί νά συναχθούν τήν επομένην των Χριστουγέννων, διά νά τιμήσουν καί δοξολογήσουν τήν αειπάρθενον Κόρην, η οποία ηξιώθη νά φέρη εις τά σπλάχνα της αυτόν τόν Θεόν καί νά τόν γεννήση τέλειον Θεόν καί τέλειον Ανθρωπον, χωρίς αμαρτίαν, τόν Θεάνθρωπον καί Φιλάνθρωπον Κύριον καί Θεόν καί Σωτήρα του κόσμου.

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει εις τόν Συναξαριστήν του:
Ο Ιωσήφ ο Μνήστωρ ήτο υιός Ιακώβ, υιού του Ματθάν καί ήτο απόγονος του Δαβίδ από τήν φυλήν Ιούδα. Νέος ενυμφεύθη μέ τήν Σαλώμην [όχι του Ηρώδη] καί απέκτησαν επτά παιδιά, των οποίων τά ονόματα είναι: Ιάκωβος, Ιωσής, Ιούδας καί Σίμων, Εσθήρ, Μάρθα καί Σαλώμη.
Γέρων πλέον, κατά θείαν πρόνοιαν, έγινε μνήστωρ της Παρθένου Μαρίας, ολίγον καιρόν πρό του Ευαγγελισμού της. Καί ετάχθη ως φύλακας της παρθενίας της Παναγίας καί προστάτης της. Αυτήν τήν επιταγήν του Θεού εφύλαξεν άριστα ο Ιωσήφ, διά τούτο καί τιμάται από τήν Εκκλησίαν.

***
+ "Θαυμάστε πίστη, θαυμάστε υπακοή!! Η πίστη του και η υπακοή του μεγαλύτερες από την πίστη και την υπακοή του Αβραάμ. Ο Αβραάμ πίστεψε στην υπόσχεση του Θεού πως θ’ αποκτούσε παιδί. Το παιδί αυτό θα γεννιόταν μεν από γυναίκα στείρα, μα όχι «άνευ σποράς». Ενώ ο Ιωσήφ πίστεψε αμέσως στα λόγια του αγγέλου, πως η κόρη πούνε κοντά του «συνέλαβεν άνευ σποράς» κι ότι είναι παρθένος, αγνή. Πίστεψε, κι αμέσως έκανε ο,τι του είπε ο άγγελος. «Διεγερθείς ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος Κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα αυτού».
Την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Ιωσήφ του μνήστορος, του προστάτη, του ανθρώπου της υπομονής, της υπακοής και της αγάπης!"

+ "Marvel his faith, admire his obedience. The faith and obedience of more than loyalty of Abraham. Abraham believed in God's promise he would acquire a child. And the child would be born while his wife was sterile, but not "without seed". While Joseph believed immediately in the words of an angel, that Maria (Panagia) would bring the Messhia to the world "without seed" and that she is absolutely pure.
On the first Sunday after Christmas the Church celebrates the memory of Joseph mnistoros, prostate, human patience, obedience and love!"

Αγία Ανυσία



Οι γονείς της αγίας Άνυσίας ήσαν επιφανείς και πλούσιοι άρχοντες της Θεσσαλονίκης. Είχαν ασπασθεί την πίστη του Χρίστου και γαλούχησαν από μικρή την κόρη τους με την αγάπη της αρετής και της σοφίας. Στην αρχή της εφηβείας της, η Άνυσία έμεινε ορφανή από πατέρα και μητέρα- δεν αφέθηκε να την ελκύσουν οι ηδονές του κόσμου και με ψυχή πού φλεγόταν από τό πυρ πού ήλθε βαλείν έπι την γήν ο Χριστός (Λουκ. 12, 49), έσπευσε προς συνάντηση του Επουράνιου Νυμφίου, αποποιούμενη κάθε τι πού θά μπορούσε να την δέσει με τα επίγεια. Απελευθέρωσε τούς πολυάριθμους δούλους της και έδωσε στον καθένα σημαντικό ποσό χρημάτων για νά βιοποριστεί, διαμοίρασε κτήματα, ακίνητα, κοπάδια, όλη της την περιουσία, ωσάν τον έμπορο ο όποιος πούλησε ό,τι είχε γιά νά αποκτήσει τον πολύτιμον μαργαρίτην, την Βασιλεία των Ουρανών (βλ. Ματθ. 13, 46). Απεκδύθηκε κοσμήματα και πλούσια φορέματα. Ντυμενη με ενδύματα κοινά και ταπεινά διέτρεχε την πόλη, επισκεπτόμενη τούς ασθενείς, βοηθώντας τις χήρες και τά ορφανά, προσφέροντας τροφή και ρουχισμό στους πτωχούς. Ιδιαίτερη ήταν η στοργή της προς τά θύματα τών διωγμών. Αψηφώντας τον κίνδυνο, επισκεπτόταν στις φυλακές όλους εκείνους πού υπέφεραν πείνα, δίψα, κακοποιήσεις και κάθε είδους δεινά γιά την αγάπη του Χριστού, ασπαζόταν τις πληγές τους ωσάν νά ήταν αυτά καθεαυτά τά σημεία του σωτηριώδους Πάθους του Κυρίου, τούς φρόντιζε και τούς παρηγορούσε.
“Εχοντας εγκαταλείψει τά πάντα, μόνο τό θνητό σώμα της την έδενε με τά επίγεια, και μόνος πόθος της ήταν νά φθάσει και εκείνη στήν τελείωση μεσω του μαρτυρίου γιά τον Χριστό. Μιά τέτοια απόφαση όμως μόνο από τον Θεό θά μπορούσε νά έλθει και γιά τον λόγο αυτό η Άνυσία δεν εξεβίαζε τον κίνδυνο άλλά αποσύρθηκε σέ στενό κελλί και αφιερώθηκε στήν νηστεία, στά δάκρυα, στήν αδιάλειπτο προσευχή, ώστε νά υπερβεί την θνητή φύση, εφαρμόζοντας την άσκηση, των θείων αρετών ώς «επίβαση θεωρίας».
Βλέποντας τους αγώνες της, ο διάβολος έτριξε τα δόντια του και επιχείρησε με κάθε λογής τεχνάσματα και μηχανεύσεις νά φοβίσει την αγία και νά την πείσει νά εγκαταλείψει τό κελλί της. Αντιμετώπισε όμως φρόνημα πιο ακλόνητο και από του ανδρειότερου πολεμιστή. Της ερριξε τότε τά βέλη της άκηδίας, της χαυνώσεως, της σωματικής χαλάρωσης και της ασθενείας, άλλά η νεαρή κόρη, οπλισμενη με τό σημείο του Σταύρου, τον κατατρόπωσε με τό μαστίγιο της προσευχής της.
Όταν ο άγριος διωγμός πού εξαπέλυσε ο Διοκλητιανός είχε φθάσει στο αποκορύφωμα του (305), η άγια Άνυσία, πλήρης αρετών και προσηλωμενη στήν θεωρία, με παρρησία ανέπεμψε διάπυρο δέηση στον Χριστό ώστε νά άξιωθεί νά συμμετάσχει κι εκείνη στο ζωοποιό Πάθος Του. η δέηση της εισακούσθηκε. Μιά ημερα, την ώρα πού πήγαινε στον ναό, την πλησίασε ένας υπασπιστής του αυτοκράτορα και την άνέκρινε βάναυσα. Δίχως νά διστάσει, η Άνυσία ομολόγησε ότι είναι δούλη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. την άρπαξε ο αλητίριος και την έσυρε καταγής μεχρι τον ναό τών ειδώλων, προστάζοντας την νά θυσιάσει στά είδωλα άντι γιά άλλη απάντηση, η αγία τον έφτυσε καταπρόσωπα. Έξαλλος από θυμό, ο υπασπιστής έβγαλε τό σπαθί του και τό βύθισε στο πλευρό της άγιας, η όποια με χαρά παρέδωσε στον Κύριο την ψυχή της γιά νά βρει την αιώνια αγαλλίαση στήν Επουράνια νυφική παστάδα. Ευλαβείς χριστιανοί κατόρθωσαν νά πάρουν τό σώμα της και νά τό θάψουν σέ τοποθεσία λίγο εξω από την πόλη, όπου όταν έπαυσε ο διωγμός, χτίσθηκε ναός στήν μνήμη της.


Ο Άγιος Νεομάρτυς και Οσιομάρτυς Γεδεών ο Καρακαλληνός


Μαρτύρησε στον Τύρναβο της Θεσσαλίας στις 30 Δεκεμβρίου 1818
Ο Άγιος καταγόταν από το χωριό Κάπουρνα κοντά στη Μακρυνίτσα του Πηλίου. Προερχόταν από ευσεβείς γονείς και ήταν το πρώτο παιδί από τα οκτώ παιδιά της οικογένειας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Νικόλαος. Ο πατέρας του λόγω της μεγάλης φορολογίας αναγκάστηκε να μετακομίσει οικογενειακώς σ’ ένα άλλο χωριό, όπου θα μπορούσε να εξοικονομεί καλύτερα τα αναγκαία . Ο άγιος ήταν τότε δώδεκα ετών.
΄Η μητέρα του είχε κάποιο εξάδελφο παντοπώλη στο Βελεστίνο, ο οποίος ζήτησε τον μικρό Νικόλαο να τον βοηθάει στο μαγαζί. Πράγματι το παιδί εργαζόταν με πολλή προθυμία .Κάποιος Τούρκος ονόματι Αλής, ο οποίος σύχναζε στο μπακάλικο, είδε ότι ο μικρός Νικόλαος ήταν έξυπνος, εργατικός και υπάκουος και τον ζήτησε από τον θείο του για ένα χρόνο να υπηρετεί στο χαρέμι του καθώς ήταν ακόμη μικρός στην ηλικία. Ο θείος αρνήθηκε λέγοντάς του να τον ζητήσει από την μητέρα του. Μετά από μια εβδομάδα επέστρεψε θυμωμένος ο Τούρκος ,άρπαξε με τη βία τον μικρό Νικόλαο και τον πήρε σπίτι του ,να υπηρετεί στο χαρέμι.
Μετά από τον ένα χρόνο πήγε ο πατέρας και ζητούσε τον Νικόλαο από τον Αλή. Εκείνος του απάντησε, εγώ έχω το παιδί μου στoν πόλεμο, μόλις επιστρέψει ο γιος μου να έρθεις να πάρεις τον γιό σου. Σε λίγες ημέρες επέστρεψε ο γιος του Τούρκου από τον πόλεμο , είδε τον μικρό και λέει στον πατέρα του : Πού το βρήκες αυτό το Ρωμιόπουλο που υπηρετεί στο χαρέμι ; Είναι ασυμβίβαστο Ρωμιός να υπηρετεί στο χαρέμι. Εγώ θα ήθελα να του κάνουμε περιτομή , να γίνω ανάδοχός του και να τον έχουμε να υπηρετεί στο χαρέμι για πάντα. Και άρχισε αμέσως ο ασεβής να καλοπιάνει τον Νικόλαο . Τελικά με τα λόγια αλλά και λόγω του νεαρού της ηλικίας του τον κατάφερε να αρνηθεί τον Χριστό και να τον εξισλαμίσει.
Μετά από δυο μήνες όμως το παιδί συναισθάνθηκε την πτώση του , μετανόησε και έκλαιγε πικρά .
Μια νύχτα κατάφερε να φύγει κρυφά και να πάει σπίτι του. Διηγήθηκε στον πατέρα του το πάθημά του λέγοντας ήμαρτον, ήμαρτον αλλά από δω και πέρα δεν θέλω ούτε να είμαι Τούρκος ούτε να ονομάζομαι. Ο δύστυχος πατέρας του απάντησε με δάκρυα : εγώ Νίκο μου είμαι φτωχός άνθρωπος, δεν έχω χρήματα να σε κρύψω κάπου. Αύριο νύχτα θα σε πάω με το άλογο στο Κεραμίδι και εγώ θα γυρίσω μ’ ένα φορτίο ψάρια από τη λίμνη Κάρλα για να μη με υποψιαστούν οι Τούρκοι . Εσύ να προσπαθήσεις να πας στο Άγιο Όρος. Τώρα εγώ επιστρέφοντας ποιος ξέρει πως θα βρω τη μητέρα σου και τα αδέλφια σου, γιατί έμαθα ότι οι Τούρκοι μαζεύουν ξύλα για να μας κάψουν. Ας αποθάνουμε κι εμείς για τον Χριστό.
Εκεί στο Κεραμίδι δέχθηκε να φιλοξενήσει τον άγιο μια συγγενής τους μοναχή, η οποία τον έδωσε σε κάποιους χτίστες ως βοηθό. Μετά από λίγες ημέρες το σινάφι των χτιστών που εργαζόταν έφυγε με πλοίο για την Κρήτη και πήγε μαζί τους. Οι χτίστες όμως δυστυχώς κακομεταχειρίζονταν τον Νικόλαο δέρνοντάς τον απάνθρωπα πολλές φορές. Έτσι έφυγε και τριγυρνούσε σ’ ένα δάσος. Κάποια μέρα βρέθηκε σ’ ένα ξωκλήσι , όπου γινόταν λειτουργία. Τον είδε ο ιερέας ξένο και σε κακή κατάσταση, τον πλησίασε και εκείνος του εξιστόρησε τη ζωή του. Μην κλαις , παιδί μου, του λέγει τότε ο ιερέας . Εγώ είχα ένα μονάκριβο γιό , ο οποίος πέθανε πριν λίγες ημέρες. Αν θέλεις, να σε υιοθετήσω. Με πολλή χαρά δέχτηκε την πρόταση του ιερέα ο Νικόλαος και πήγε μαζί του στο σπίτι του, όπου τον δέχτηκε σαν παιδί της και η πρεσβυτέρα. Έτσι ζούσε ευτυχισμένος στο σπίτι του ιερέα, μαθαίνοντας την τέχνη του υφαντή διότι αυτή την τέχνη εργαζόταν κι ο ιερέας.
Μετά από τρία χρόνια δυστυχώς απεβίωσε ο ιερέας και η πρεσβυτέρα επειδή δεν μπορούσε να εξοικονομήσει τα προς το ζην , είχε και δυο κόρες, έδωσε την ευχή της στον Νικόλαο να φύγει να αναζητήσει την τύχη του. Ο άγιος έβαλε κλαίγοντας μετάνοια στην ψυχομάνα του και αναχώρησε
Περιπλανώμενος στην Κρήτη με κάποιο άλλο συνομήλικό του αποφάσισαν να πάνε για προσκύνημα στο Άγιον Όρος. Αφού έφτασαν με το καράβι στη Δάφνη χωρίστηκαν και ο Νικόλαος άρχισε να περιέρχεται τις μονές και τις σκήτες του Αγίου Όρους. Τελικά κατέληξε στην Ι.Μ. Καρακάλλου , όπου αφού εξομολογήθηκε την πτώση του επανεντάχθη στην Εκκλησία με το Άγιο Μύρο και κοινώνησε των θείων Μυστηρίων. Έμεινε στην Μονή , όπου έγινε μοναχός με το όνομα Γεδεών. Ζούσε με πολλή υπακοή, ταπείνωση, εγκράτεια και υπέρμετρους ασκητικούς αγώνες, που μόνο ο καρδιογνώστης Θεός γνωρίζει , κλαίοντας συνεχώς για την πτώση του.
Μετά από τριανταπέντε χρόνια άσκηση άναψε στην καρδιά του ο πόθος του μαρτυρίου και με τις ευχές των πατέρων έφυγε από το Άγιο Όρος , ήλθε στο Βελεστίνο, όπου είχε εξωμόσει και προσποιόταν τον σαλό.
Την Μεγάλη Πέμπτη παρουσιάστηκε στον Αλή ,που τον είχε εξισλαμίσει και ομολόγησε τον Χριστό. Ο Τούρκος αμέσως ζήτησε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στον δικαστή. Μεγάλη Παρασκευή ο άγιος φορώντας στο κεφάλι στεφάνι από λουλούδια και κρατώντας δύο κόκκινα αυγά παρουσιάστηκε στον κριτή και του είπε : Χριστός Ανέστη . Εκεί στο δικαστήριο έκανε και άλλες παλαβές πράξεις με αποτέλεσμα να διατάξει ο δικαστής να τον δείρουν ανελέητα και να τον διώξουν ως τρελό . Εκείνος τους προκαλούσε επίτηδες για να τον θανατώσουν αλλά δεν ήταν ακόμη θέλημα Θεού. Έζησε καιρό προσποιούμενος τον σαλό την ημέρα ενώ τις νύχτες αποσυρόταν σε ένα σπήλαιο, όπου έκανε τους ασκητικούς αγώνες του.
Τελικά επειδή και με τον τρόπο της ζωής αλλά και με τα λόγια του προκαλούσε τους Τούρκους διέταξε ο Βελή πασάς του Τυρνάβου τη σύλληψή του.
Ο άγιος αφού προετοιμάστηκε πνευματικά με το μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου και την Θεία Κοινωνία ακολούθησε τους στρατιώτες του πασά στον Τύρναβο. Μπροστά στον πασά ομολόγησε την άρνησή του, τη μετάνοιά του , την επιστροφή στον Χριστό και τον πόθο του για ομολογία και μαρτύριο εκεί όπου αρνήθηκε. Ο πασάς τον έκλεισε στη φυλακή.
Την άλλη μέρα ,αφού κάλεσε και τους άλλους Τούρκους αξιωματούχους διέταξε να φέρουν μπροστά του τον άγιο. Πάλι μπροστά τους ο άγιος με πολύ θάρρος ομολόγησε τον Χριστό. Εκείνοι άρχισαν με κολακείες να τον μεταστρέψουν και πάλι στο ισλάμ αλλά ο άγιος αρνήθηκε με περιφρόνηση. Τον καταδίκασαν σε θάνατο.
Αρχικά τον διαπόμπευσαν στον Τύρναβο. Τον έφεραν κατόπιν μπροστά στον πασά που διέταξε να τον ακρωτηριάσουν κόβοντάς του τα χέρια και τα πόδια. με τσεκούρι. Ο άγιος άπλωνε μόνος του άφοβα τα μέλη του πάνω στο κούτσουρο για να κοπούν , χωρίς να δείχνει κανένα σημάδι πόνου , χωρίς καν να αλλάξει η όψη του προσώπου του λες κι έπασχε κάποιος άλλος.
Τον άφησαν αιμόφυρτο όλη την ημέρα και το βράδυ διέταξε ο πασάς να τον σηκώσουν και να ρίξουν στον χώρο όπου περνούσαν τα λύματα του σπιτιού του . ‘Hταν ακόμα ζωντανός. Στον βρωμερό εκείνο χώρο ο άγιος παρέδωσε την ψυχή του.
Οι Χριστιανοί κατάφεραν να πάρουν το άγιο λείψανο και να το ενταφιάσουν στον Ναό των Αγίων Αποστόλων.
Ευθύς αμέσως άρχισαν να γίνονται θαύματα και κατά τη διάρκεια της νεκρώσιμης ακολουθίας αλλά και μετά την ταφή του, σε όσους προσκυνούσαν με ευλάβεια τον τάφο του , καθώς και μετά την ανακομιδή των λειψάνων του και μέχρι σήμερα .

29 Δεκεμβρίου η μνήμη των υπό Ηρώδου αναιρεθέντων 14.000 εν Βηθλεέμ Νηπίων

0 σχόλια





Νεώτεροι Ηρώδες

Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη
Από την  ''ΠΗΓΗ ΖΩΗΣ''

ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ αυτό του Δωδεκαημέρου έχουμε συνεχώς εορτές. Στις 25 Δεκεμβρίου εορτάσαμε τα Χριστούγεννα, στις 26 την Σύναξη της Θεοτόκου, στις 27 τη μνήμη του πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Σήμερα, 29 Δεκεμβρίου, εορτάζουμε τη μνήμη των 14.000 νηπίων που σφάγιασε ο Ηρώδης. Για το γεγονός αυτό θέλω να σας μιλήσω.
Ο Κύριός μας, ως Θεός που ήταν, μπορούσε να έρθει και να εμφανιστεί στον κόσμο σε ηλικία ώριμη. Μη σας φαίνεται αυτό παράξενο· αν ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, εμφανίσθηκε σε μεγάλη ηλικία, πολύ περισσότερο ό Χριστός, που έπλασε τον Αδάμ, μπορούσε να εμφανιστεί σε όποια ηλικία ήθελε. Εν τούτοις γεννήθηκε ως βρέφος. Γεννήθηκε ως βρέφος, για να τίμηση τα βρέφη. Ποιος φανταζόταν, ότι εκείνο το βρέφος είναι ο παγκόσμιος βασιλεύς!
Αφανής ήταν η γέννηση του Χριστού στους μεγάλους. Σε λίγη απόσταση από τη Βηθλεέμ ήταν τα ανάκτορα του Ηρώδη. Τι θα 'καναν άραγε εκείνη τη νύχτα στο παλάτι; Θα γλεντούσαν, θα διασκέδαζαν, καμιά ιδέα του μεγάλου μυστηρίου δεν είχαν. Ανάξιος ο Ηρώδης να μάθη την είδηση, έκανε τότε το πρώτο... ρεβεγιόν (όπως πολλοί σήμερα κάνουν Χριστούγεννα χωρίς Χριστό). Ο Χριστός δεν ειδοποίησε τον Ηρώδη και τους άλλους μεγάλους· ειδοποίησε τους βοσκούς, τους μικρούς και καταφρονεμένους. Κ' ενώ δεν αντελήφθη την θεία Γέννηση ο Ηρώδης που ήταν τόσο κοντά, το γεγονός αποκαλύφθηκε σε άλλες εκλεκτές ψυχές που κατοικούσαν πολύ μακριά από την αγία γη. Γνώρισε το μυστήριο στους μάγους της Περσίας, που ήταν επιστήμονες αστρονόμοι, μεγάλες διάνοιες. Αυτοί είδαν στον ουρανό το λαμπρό αστέρι, φόρτωσαν τις καμήλες δώρα, περπάτησαν μέρες και νύχτες, και τέλος ήρθαν και προσκύνησαν τον Κύριο στη Βηθλεέμ.



Πονηρός όμως ο Ηρώδης. Όταν προηγουμένως έμαθε πως ήρθαν στα Ιεροσόλυμα οι μάγοι, τους κάλεσε και κρύβοντας το σκοπό του τους είπε, μόλις βρουν το νέο βασιλέα, να τον ειδοποιήσουν να πάει κι αυτός να τον προσκύνηση. Αλλά οι μάγοι ειδοποιήθηκαν να φύγουν χωρίς να περάσουν από τον Ηρώδη. Κι αυτός, όταν κατάλαβε πως τον γέλασαν, «εθυμώθη λίαν», θύμωσε πολύ (Ματθ. 2,16).
Ήταν ανόητος. Φοβήθηκε πως θα χάση τη βασιλεία; Ήταν όμως ήδη τότε γέρος· μέχρι να μεγαλώσει ο νεογέννητος Χριστός, να γίνη είκοσι χρονών, αυτός θα πέθαινε, θα έλιωναν και τα κόκαλά του. Ανόητος επίσης, γιατί η βασιλεία του Χριστού δεν είναι όπως οι άλλες που στηρίζονται στη βία και τα όπλα. Η βασιλεία του Χριστού δεν έχει βία. Ο θρόνος της είναι στις καρδιές, είναι βασιλεία αιώνιος της οποίας «ουκ έσται τέλος» (Λουκ. 1,33· Σύμβολο της πίστεως).
Ο Ηρώδης, μοχθηρά ψυχή, έπνιξε με τα χέρια του την πρώτη του γυναίκα, σκότωσε τον κουνιάδο του και πολλούς άλλους, σκότωσε ακόμη και τα παιδιά του, για να μην του πάρουν την εξουσία. Γι' αυτό ήταν λαομίσητος.
Αλλά τώρα έφτασε στο μεγαλύτερο έγκλημα. Έγινε σφαγεύς 14.000 νηπίων, πιστεύοντας ότι μέσα σ' αυτά θα είναι και ο Υιός της Παρθένου. Απέτυχε όμως το σχέδιό του. Ένας άγγελος ειδοποίησε τους μάγους να φύγουν από άλλο δρόμο στην πατρίδα τους, κ' ένας άλλος τον δίκαιο Ιωσήφ να φυγή στην Αίγυπτο. Έτσι ο Χριστός έγινε ο πρώτος πρόσφυγας.
Θυμωμένος ο Ηρώδης διέταξε στρατιωτικά αποσπάσματα να θερίσουν την περιοχή της Βηθλεέμ. Όπως η αλεπού μπαίνει στα κοτέτσια, όπως το τσακάλι ανοίγει τους τάφους, όπως ο λύκος ορμά στα μαντριά, έτσι οι στρατιώτες έμπαιναν στα σπίτια. Άρπαζαν τα βρέφη από τις αγκαλιές των μανάδων, που θρηνούσαν, και τα έσφαζαν μπροστά τους.
Η σφαγή των νηπίων.

Άδικος ο Θεός! θα πει κάποιος αυθάδης. Δεν έστελνε ένα αστροπελέκι να κάψει τον Ηρώδη και το στρατό του;...
Απαντώ. Τα παιδιά αυτά είναι μακάρια [=ευτυχισμένα, ευλογημένα]. Κι όσοι γονείς είχατε παιδάκια και πέθαναν μικρά, μην τα κλαίτε. Να κλαίτε εκείνο το γέρο, που έφαγε την αμαρτία με την κουτάλα αμετανόητος και θα κάνη βουτιά στην κόλαση.
—Μα τα 14.000 νήπια ήταν αβάπτιστα...
Όχι, βαπτίστηκαν. Πώς; Υπάρχουν δύο είδη βαπτίσματος: το ένα στο νερό και το άλλο στο αίμα. Τα νήπια της Βηθλεέμ βαπτίστηκαν στην κολυμβήθρα του αίματος κ' είναι τώρα άγγελοι. Μακάρι να ήμασταν κ' εμείς ανάμεσα σ' αυτά. Εγώ, αμαρτωλός όπως είμαι, επιθυμούσα να είμαι ένα από 'κείνα τα νήπια, αθώος ν' ανεβώ στον ουρανό. Τώρα τι κάνουμε; Περνούν τα χρόνια και φορτωνόμαστε νέα αμαρτήματα. Μακάρια λοιπόν αυτά τα παιδιά, οι μάρτυρες του Χριστού, πού μαζί με τον πρωτομάρτυρα Στέφανο βρίσκονται στους ουρανούς.
***
Ο Ηρώδης σκότωσε 14.000 παιδιά. Σταμάτησε άραγε το έγκλημα της παιδοκτονίας; Όχι δυστυχώς. Και σήμερα υπάρχουν Ηρώδες.
• Από Κυπρίους πρόσφυγες του Αττίλα μάθαμε, ότι όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Κύπρο σκότωσαν γέροντες, ατίμασαν γυναίκες, έσφαξαν και παιδιά. Σ' ένα χωριό σκότωσαν με οπλοπολυβόλο ολόκληρη οικογένεια. Ύστερα από τρεις μέρες άνοιξαν το σπίτι και βρήκαν ζωντανό ένα μικρό παιδάκι. Πώς έζησε; Το ένστικτο το ώθησε να πλησίαση τη μάνα του, και έγλειφε το αίμα πού έτρεχε από την πληγή της. Οι Τούρκοι είναι νέοι Ηρώδες.
• Άλλα πόσα παιδιά σκότωσαν αυτοί; 50; 100;200; 300;... Ακούστε τώρα έναν άλλο αριθμό και θα φρίξετε. Κάθε χρόνο στην Ελλάδα σκοτώνουν 300.000 μικρά παιδιά! Ποιοι είναι οι φονιάδες τους; Είναι γιατροί, με άσπρες μπλούζες, ελεεινοί εκμεταλλευτές. είναι όμως και γονείς άσπλαχνοι, πού οδηγούν εκεί τα βρέφη τους. Δύο είναι τα μεγαλύτερα αμαρτήματά μας, η βλασφημία και οι εκτρώσεις.
—Εσύ όμως δεν ξέρεις τι στοιχίζει ένα παιδί. Πού να βρούμε λεφτά να το μεγαλώσουμε;...
Ψεύτες! Έχετε χρήματα για τσιγάρα, ποτά, πολυτέλειες, αυτοκίνητα, ρεβεγιόν, θεάματα, δηλαδή για το διάβολο· για τα παιδιά δεν έχετε. Με όλ' αυτά που ξοδεύονται για περιττά πράγματα, θα μπορούσαν να συντηρηθούν πλήθος παιδιά. Και τώρα η Ελλάδα παιδιά δεν έχει, γηροκομείο κατήντησε.
Ήρθε πριν δύο μήνες στο γραφείο μου ένας στρατηγός και τον ρώτησα πόσα παιδιά έχει. —Δύο, μου απαντά. —Βρε στρατηγέ, του λέω, με τόσο μισθό, μόνο δύο;... Ήταν ταπεινός. —Μου θυμίζεις την αμαρτία μου, λέει, κι άρχισε να κλαίει. — Γιατί κλαις, στρατηγέ; του λέω. —Θυμήθηκα τον πατέρα μου, άπαντα. Είμαι από ένα χωριό της Μάνης. Ο πατέρας μου φτωχός, σκάλιζε τη γη, κλάδευε αμπέλια, μάζευε ελιές, και έριχνε τα δίχτυα στον Ευρώτα να πιάσει κανένα ψαράκι να φάμε την Κυριακή. Πόσα παιδιά, λέτε, γέννησε; Δεκαπέντε· κ' εγώ είμαι ο τελευταίος! —Πώς έγινε αυτό; —Πίστευε στο Μεγαλοδύναμο, μου άπαντα. Ώ μεγαλεία του Θεού! Ποιος περίμενε, ότι το τελευταίο παιδί του πάμπτωχου Μανιάτη θα γινόταν στρατηγός; Βγήκε και ένα βιβλίο στο Παρίσι που υποστηρίζει με επιχειρήματα, ότι τα τελευταία παιδιά διακρίνονται, γίνονται επιστήμονες, εφευρέτες, στρατηγοί, ναύαρχοι....
Μέσα στα πολλά παιδιά είναι η ευλογία. Πού είναι τώρα οι πολύτεκνοι; Εξαφανίστηκαν...
Θα μου πει κάποιος· Ποιος σ' ακούει; δεν πά' να φωνάζεις... Κ' εσύ που λες έτσι, δεν αποκλείεται να είσαι ένοχος. Αν κανείς είναι ένοχος, να πάει να βρει αυστηρό πνευματικό, να πει το κρίμα του, και ό,τι του πει ο πνευματικός να το κάνη. Αλλιώς θα χαθεί, θα κολαστεί. Δεν τον σώζει τίποτε, αν δεν μετανοήσει, κλαύση και πονέσει για να βρει σωτηρία.
Αγαπητοί μου· όσοι δεν ακούνε τα λόγια του Χριστού τα σωτήρια, θα έχουν το τέλος του Ηρώδου. Ο Ηρώδης ύστερα από το φόνο των νηπίων έζησε μερικά χρόνια και μετά αρρώστησε, έπεσε στο κρεβάτι. Κάλεσε γιατρούς· πήρε φάρμακα, μα δεν πέτυχε τίποτε. Σκουλήκιασε, βρώμισε, κανείς δεν τον πλησίαζε, και πέθανε μέσ' στην ακαθαρσία. Τέτοιο ήταν το τέλος του Ηρώδου. Άλλα τέτοιο είναι και το τέλος όλων όσοι πάνε κόντρα στο θέλημα του Θεού - θα γίνουν στάχτη. Και κόντρα με το Θεό πάνε όσοι σκοτώνουν τα αθώα νήπια.
Τα αντρόγυνα αυτά ας μετανοήσουν και θα βρουν έλεος. Γιατί όλους τους συγχωρεί ο Θεός. Άλλα και όλοι, αδελφοί μου, να μετανοήσουμε. Και να σκοτώσουμε τον Ηρώδη! Όλοι τον έχουμε μέσα μας. Ηρώδης αιμοβόρος και ακάθαρτος, που τον έχουμε μέσα στην καρδιά μας, είναι ο παλαιός άνθρωπος. Ας τον φονεύσουμε λοιπόν, για να γεννηθεί ο νέος άνθρωπος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός· όν, παίδες Ελλήνων, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας· αμήν.
Επίσκοπος Αυγουστίνος