ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

Την Β' Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής τιμάται η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου , αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, του Παλαμά.

0 σχόλια

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
 
 
 

Ο θείος αυτός πατέρας, καταγόταν από την Aσία και ανετράφη από παιδί στην βασιλική αυλή της Κωνσταντινούπολης. Τελείωσε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Στη λογική, κατά την αποφοιτήριο διάλεξή του ενώπιον του αυτοκράτορα και των αξιωματούχων, ο πρύτανης του πανεπιστημίου ανεφώνησε με θαυμασμό ότι αν ήταν παρών και ο ίδιος Aριστοτέλης θα τον επαινούσε.
Μετά τις σπουδές του όμως, απέρριψε τη προσφορά υψηλών αξιωμάτων του αυτοκράτορα, εγκατέλιψε τα βασίλεια και από είκοσι χρονών ασκήτευσε στο Άγιον Όρος. Πρώτα στην Λαύρα του Βατοπεδίου κατόπιν στη Λαύρα του Αθανασίου καθώς και στην ερημική τοποθεσία Γλωσσία, σημερινή Προβάτα. Ανεχώρησε από το Όρος για τα Ιεροσόλυμα, αλλά στην Θεσσαλονίκη είδε σε όραμα τον Άγιο Δημήτριο που του απαίτησε να μείνει και να μονάσει εκεί κοντά. Εμόνασε τότε στη Βέροια και τριάντα χρονών έγινε ιερέας. Εκεί πλήθη μοναχών και λαϊκών προσέτρεχαν να τον συμβουλευθούν. Μετά πέντε χρόνια και λόγω εισβολής των Σέρβων επέστρεψε στον Άθωνα σε κοντινό κελί της Μεγίστης Λαύρας, όπου έφθασε σε μεγάλα ύψη φωτισμού και εκεί σε όραμα έλαβε εντολή να ασχοληθεί με δογματικά θέματα. Κατόπιν λόγω της φήμης του αναγκάσθηκε να γίνει ηγούμενος για ένα χρόνο στη μονή Εσφιγμένου. Αργότερα έγινε και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης για δώδεκα χρόνια, αλλά μόνο στα μισά παρέμεινε λόγω περιπετειών, από τη δράση του, μέχρι και φυλακής.
Παραστάθηκε στις συγκροτηθείσες συνόδους του 1341 και 1347 και πολέμησε τις κακοδοξίες των δυτικόφρονων Βαρλαάμ και Ακινδύνου.
Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.
Μετά στασιμότητα πολλών αιώνων ο Γρηγόριος πέτυχε να ανανεώσει την θεολογική ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη. Ξεκίνησε από προσωπικές εμπειρίες και απέδειξε ότι το έργο της θεολογίας είναι ασύγκριτα ανώτερο από της φιλοσοφίας και επιστήμης. Αξιολογεί την έξω σοφία ως περιορισμένη, αναφέροντας δύο γνώσεις, την θεία και την ανθρώπινη και δύο Θεϊκά δώρα, τα φυσικά για όλους και τα υπερφυσικά ή πνευματικά που δίδονται όποτε θέλει ο Θεός και μόνο στους καθαρούς και αγίους, στους τελείους. Η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας.
Οι αντίπαλοι του Παλαμά πίστευαν στο χωρίο του Ιωάννου ότι <<τον Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε>> και κατηγορούσαν τους μοναχούς που είχαν θεοπτία, ως ομφαλοσκόπους. Ο Γρηγόριος αντέτεινε ότι ο Κύριος είπε: <<οι καθαροί στην καρδία τον Θεόν όψονται>> (Ματθ. 5,8). Θεμελιώδης προσφορά του Γρηγορίου στην θεολογία είναι η διάκρισις στην ουσία και ενέργεια του Θεού. Η ύπαρξη του Θεού συνίσταται σε δύο. Στην ουσία Του, η οποία είναι άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη και ονομάζεται κυριολεκτικά θεότης (εδώ αναφέρεται το ουδείς εώρακε) και στις ενέργειές Του, οι λεγόμενες ιδιότητες ή προσόντα που είναι μεν άκτιστες, αλλά καταληπτές. Άλλο λοιπόν η θεότης και άλλο η βασιλεία, η αγιότης κ.λ.π.
Ο άνθρωπος είναι μίγμα δύο διαφόρων κόσμων και συγκεφαλαιώνει όλη την κτίση. Ακολουθώντας την Πατερική γραμμή σε σύγκριση με τη πλατωνική και βαρλααμική ανθρωπολογία, θεωρεί ότι το σώμα του ανθρώπου δεν είναι πονηρό, αλλά αποτελεί κατοικία του νου, αφού μάλιστα καθίσταται και του Θεού κατοικία, έτσι μαζί με τη ψυχή καθιστά τον άνθρωπο ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Η αναγέννηση του ανθρώπου γίνεται με το βάπτισμα και η ανακαίνιση με την θεία Ευχαριστία. Είναι τα δύο θεμελιώδη μυστήρια, της θείας οικονομίας.
Το ουσιωδέστερο στοιχείο της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά συνίσταται στην ανύψωση του ανθρώπου υπεράνω αυτού του κόσμου. Η εμπειρία της θεώσεως είναι δυνατή από εδώ με την παράδοξο σύνδεση του ιστορικού με του υπεριστορικού. Το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού στο Θαβώρ, το φως που βλέπουν οι καθαροί ησυχαστές σήμερα και η υπόστασις των αγαθών του μέλλοντος αιώνος αποτελούν τις τρείς φάσεις ενός και του αυτού πνευματικού γεγονότος, σε μια υπερχρόνια πραγματικότητα.
Προβάλλει λοιπόν η Εκκλησία την μνήμη του στη δεύτερη Κυριακή, ως συνέχεια, τρόπον τινά και επέκταση της πρώτης Κυριακής, της Ορθοδοξίας. Η μνήμη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά είναι ένα είδος δευτέρας <<Κυριακής της Ορθοδοξίας>>
Κοιμήθηκε σε ηλικία 63 χρονών στις 14 Νοεμβρίου από ασθένεια και αγιοποιήθηκε σύντομα. Το ιερό του λείψανο σώζεται σήμερα στον φερώνυμό του , μητροπολιτικό ναό της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.

25η Μαρτίου η μεγάλη Δεσποτοθεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

0 σχόλια



Άρθρο του σεβ.Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ.Βλασίου κ.Ιεροθέου

 
α) Τι σημαίνει ευαγγελισμός
β) Η θέωση της Παναγίας
γ) Θεοτόκος και προπατορικό αμάρτημα
δ) Υπακοή και ελευθερία της Θεοτόκου
ε) Η σύλληψη του Λόγου έγινε δημιουργικώς
στ) Η θέωση της ανθρωπίνης φύσεως «άμα τη προσλήψει»
ζ) Η υπέρ φύσιν και κατά φύσιν κυοφορία
η) Η σύλληψη ανήδονος, η κυοφορία άκοπος και η γέννηση ανώδυνος
θ) Η Θεοτόκος τύπος του μέλλοντος αιώνος
ι) Προσωπική μέθεξη του Ευαγγελισμού

Η εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου είναι Δεσποτικοθεομητορική εορτή. Αυτό σημαίνει ότι είναι Δεσποτική επειδή αναφέρεται στον Δεσπότη Χριστό, ο οποίος συνελήφθη στην γαστέρα της Θεοτόκου, και θεομητορική εορτή επειδή αναφέρεται στο πρόσωπο εκείνο που συνετέλεσε στην σύλληψη και την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, δηλαδή την Παναγία.
Η Θεοτόκος Μαρία έχει μεγάλη αξία και σπουδαία θέση στην Εκκλησία, ακριβώς γιατί ήταν το πρόσωπο εκείνο που περίμεναν όλες οι γενεές, και αυτή έδωσε στον Λόγο του Θεού την ανθρώπινη φύση. Έτσι, το πρόσωπο της Θεοτόκου συνδέεται στενά με το Πρόσωπο του Χριστού. Και η αξία της Παναγίας δεν οφείλεται μόνον στις αρετές της, αλλά κυρίως στον καρπό της κοιλίας της. Γι’ αυτό, η Θεοτοκολογία συνδέεται στενώτατα με την Χριστολογία. Όταν κάνουμε λόγο για τον Χριστό δεν μπορούμε να αγνοήσουμε αυτήν που του έδωσε σάρκα, και όταν κάνουμε λόγο για την Παναγία, αναφερόμαστε ταυτόχρονα και στον Χριστό, γιατί από Αυτόν αντλεί Χάρη και αξία. Αυτό φαίνεται καθαρά στην ακολουθία των Χαιρετισμών, στην οποία υμνείται η Θεοτόκος, αλλά πάντοτε εν συνδυασμώ με το ότι είναι μητέρα του Χριστού: «Χαίρε ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαίρε ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα πάντα».
Αυτός ο σύνδεσμος Χριστολογίας και Θεοτοκολογίας φαίνεται και στην ζωή των αγίων. Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των αγίων, που είναι τα πραγματικά μέλη του Σώματος του Χριστού, είναι ότι αγαπούν την Παναγία. Είναι αδύνατον να υπάρχη άγιος ο οποίος δεν την αγαπά.

α’

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αρχή όλων των Δεσποτικών εορτών. Στο απολυτίκιο της εορτής ψάλλουμε: «σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις…». Το περιεχόμενο της εορτής αναφέρεται στο γεγονός κατά το οποίο ο αρχάγγελος Γαβριήλ – ο άγγελος εκείνος με τον οποίο συνδέονται όλα τα γεγονότα που έχουν σχέση με την ενανθρώπηση του Χριστού – επισκέφθηκε με εντολή του Θεού την Παναγία και την πληροφόρησε ότι έφθασε ο καιρός της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού, και ότι αυτή θα γίνη η μητέρα Του. (βλ. Λουκά α’, 26-56).
Η λέξη «ευαγγελισμός» αποτελείται από δύο επί μέρους λέξεις, ήτοι εύ και αγγελία, και δηλώνει την καλή είδηση, την καλή αγγελία. Πρόκειται για την πληροφορία που δόθηκε δια του αρχαγγέλου ότι ο Λόγος του Θεού θα ενανθρωπήση για την σωτηρία του ανθρώπου. Ουσιαστικά πρόκειται για την εκπλήρωση της υποσχέσεως του Θεού, που δόθηκε μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας (βλ. Γεν. γ’, 15), η οποία λέγεται πρωτευαγγέλιο. Γι’ αυτό, η πληροφορία της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού είναι η μεγαλύτερη είδηση μέσα στην ιστορία.
Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, το ευαγγέλιο του Θεού είναι πρεσβεία του Θεού και παράκληση στους ανθρώπους δια του σαρκωθέντος Υιού Του. Παράλληλα είναι και η καταλλαγή των ανθρώπων με τον Πατέρα, ο Οποίος δίνει ως μισθό την αγέννητη θέωση σε αυτούς που υπακούουν στον Χριστό. Η θέωση λέγεται αγέννητη γιατί δεν γεννάται, αλλά φανερώνεται στους αξίους. Επομένως, η θέωση που προσφέρεται δια του ενανθρωπήσαντος Χριστού δεν είναι γέννηση, αλλά φανέρωση δια της ενυποστάτου ελλάμψεως σε αυτούς που είναι άξιοι αυτής της αποκαλύψεως.
Η καλή αγγελία, το ευαγγέλιο, ο ευαγγελισμός είναι διόρθωση των γεγονότων που έγιναν στην αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου, στον αισθητό Παράδεισο της Εδέμ. Εκεί από γυναίκα άρχισε η πτώση και τα αποτελέσματά της, εδώ από γυναίκα άρχισαν όλα τα αγαθά. Έτσι, η Παναγία είναι η νέα Εύα. Εκεί υπήρχε ο αισθητός Παράδεισος, εδώ η Εκκλησία. Εκεί ο Αδάμ, εδώ ο Χριστός. Εκεί η Εύα, εδώ η Μαρία. Εκεί ο όφις, εδώ ο Γαβριήλ. Εκεί ο ψιθυρισμός του δράκοντος-όφεως στην Εύα, εδώ ο χαιρετισμός του αγγέλου στην Μαρία (Ιωσήφ Βρυένιος). Με αυτόν τον τρόπο διορθώθηκε το σφάλμα του Αδάμ και της Εύας.

β’

Ο αρχάγγελος Γαβριήλ απεκάλεσε την Παναγία «κεχαριτωμένη«. Της είπε: «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σού, ευλογημένη συ εν γυναιξίν» (Λουκ. α’, 28-29). Η Παναγία αποκαλείται «κεχαριτωμένη» και χαρακτηρίζεται «ευλογημένη», αφού ο Θεός είναι μαζί της.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, και άλλους αγίους Πατέρας, η Παναγία είχε ήδη χαριτωθή, και δεν χαριτώθηκε την ημέρα του Ευαγγελισμού. Παραμένοντας μέσα στα άγια των αγίων του Ναού έφθασε στα άγια των αγίων της πνευματικής ζωής, που είναι η θέωση. Εάν το προαύλιο του Ναού προοριζόταν για τους προσηλύτους και εάν ο κυρίως Ναός για τους ιερείς, τα άγια των αγίων προορίζονταν για τον αρχιερέα. Εκεί εισήλθε η Παναγία, δείγμα ότι έφθασε στην θέωση. Είναι γνωστόν ότι στην χριστιανική εποχή ο νάρθηκας προοριζόταν για τους κατηχουμένους και τους ακαθάρτους, ο κυρίως ναός για τους φωτισθέντας, τα μέλη της Εκκλησίας, και τα άγια των αγίων γι’ αυτούς που έφθασαν στην θέωση.
Έτσι, η Παναγία είχε φθάσει στην θέωση και πριν ακόμη δεχθή την επίσκεψη του αρχαγγέλου. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησε μια ειδική μέθοδο Θεογνωσίας και Θεοκοινωνίας, όπως ερμηνεύει θαυμάσια και θεόπνευστα ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Πρόκειται για την ησυχία, την ησυχαστική οδό. Κατάλαβε η Παναγία ότι δεν μπορεί κανείς να φθάση στον Θεό με την λογική, την αίσθηση, την φαντασία και την ανθρώπινη δόξα, αλλά δια του νού. Έτσι νέκρωσε όλες τις δυνάμεις της ψυχής που προέρχονται από την αίσθηση, και δια της νοεράς προσευχής ενεργοποίησε τον νού. Με αυτόν τον τρόπο έφθασε στην έλλαμψη και την θέωση. Και γι’ αυτό αξιώθηκε να γίνη Μητέρα του Χριστού, να δώση την σάρκα της στον Χριστό. Δεν είχε απλώς αρετές, αλλά την θεοποιό Χάρη του Θεού.
Η Παναγία είχε το πλήρωμα της Χάριτος του Θεού, συγκριτικά με τους ανθρώπους. Βέβαια, ο Χριστός, ως Λόγος του Θεού, έχει όλο το πλήρωμα των Χαρίτων, αλλά και η Παναγία έλαβε το πλήρωμα της Χάριτος από το πλήρωμα των Χαρίτων του Υιού της. Γι’ αυτόν τον λόγο σε σχέση με τον Χριστό είναι κατώτερη, αφού ο Χριστός είχε την Χάρη κατά φύσιν, ενώ η Παναγία κατά μετοχήν, σε σχέση όμως με τους ανθρώπους είναι ανώτερη.
Η Παναγία είχε το πλήρωμα της Χάριτος, εκ του πληρώματος των Χαρίτων του Υιού της, προ της συλλήψεως, κατά την σύλληψη και μετά την σύλληψη. Πρό της συλλήψεως το πλήρωμα της Χάριτος ήταν τέλειο, κατά την σύλληψη ήταν τελειότερο, και μετά την σύλληψη ήταν τελειότατο (άγ. Νικόδημος αγιορείτης). Με αυτόν τον τρόπο η Παναγία ήταν παρθένος κατά το σώμα και παρθένος κατά την ψυχή. Και αυτή η σωματική της παρθενία είναι ανώτερη και τελειότερη από την ψυχική παρθενία των αγίων, που επιτυγχάνεται με την ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος.

γ’

Κανείς άνθρωπος δεν γεννάται απηλλαγμένος από το προπατορικό αμάρτημα. Η πτώση του Αδάμ και της Εύας και οι συνέπειες αυτής της πτώσεως κληρονομήθηκαν σε όλο το ανθρώπινο γένος. Φυσικό ήταν και η Παναγία να μην είναι απηλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα. Ο λόγος του Αποστόλου Παύλου είναι σαφής: «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ. γ’, 23). Στο αποστολικό αυτό χωρίο φαίνεται ότι το αμάρτημα νοείται ως στέρηση της δόξης του Θεού, και ακόμη ότι κανείς δεν είναι απηλλαγμένος από αυτό. Έτσι, λοιπόν, και η Παναγία γεννήθηκε με το προπατορικό αμάρτημα. Πότε όμως απαλλάχτηκε από αυτό; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό πρέπει να ελευθερωθή από σχολαστικές αντιλήψεις.
Κατ’ αρχάς πρέπει να πούμε ότι το προπατορικό αμάρτημα ήταν η στέρηση της δόξης του Θεού, η αλλοτρίωση από τον Θεό, η απώλεια της Θεοκοινωνίας. Αυτό όμως είχε και σωματικές συνέπειες, γιατί στο σώμα του Αδάμ και της Εύας εισήλθε η φθορά και ο θάνατος. Όταν στην Ορθόδοξη Παράδοση γίνεται λόγος για κληρονόμηση του προπατορικού αμαρτήματος, δεν εννοείται η κληρονόμηση της ενοχής της προπατορικής αμαρτίας, αλλά κυρίως οι συνέπειές της, που είναι η φθορά και ο θάνατος. Όπως όταν αρρωσταίνη η ρίζα του φυτού, αρρωσταίνουν και τα κλαδιά και τα φύλλα, το ίδιο έγινε με την πτώση του Αδάμ. Ασθένησε όλο το ανθρώπινο γένος. Η φθορά και ο θάνατος που κληρονομεί ο άνθρωπος είναι το εύκρατο κλίμα της καλλιέργειας των παθών, και με αυτόν τον τρόπο σκοτίζεται ο νούς του ανθρώπου.
Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο η πρόσληψη από τον Χριστό, με την ενανθρώπησή Του, αυτού του θνητού και παθητού σώματος, χωρίς την αμαρτία, συνετέλεσε στο να διορθωθούν οι συνέπειες του αμαρτήματος του Αδάμ. Θέωση υπήρχε και στην Παλαιά Διαθήκη, όπως και φωτισμός του νού, αλλά δεν είχε καταργηθή ο θάνατος, γι’ αυτό και οι θεόπτες Προφήτες πήγαιναν στον Άδη. Με την ενανθρώπηση του Χριστού και την Ανάστασή Του, θεώθηκε η ανθρώπινη φύση και έτσι δόθηκε η δυνατότητα σε κάθε άνθρωπο να θεωθή. Επειδή με το άγιο Βάπτισμα γινόμαστε μέλη του θεωθέντος και αναστημένου Σώματος του Χριστού, γι’ αυτό και λέμε ότι δια του αγίου Βαπτίσματος απαλλάσσεται ο άνθρωπος από το προπατορικό αμάρτημα.
Όταν προσαρμόσουμε αυτά στην περίπτωση της Παναγίας, μπορούμε να καταλάβουμε την σχέση της με το προπατορικό αμάρτημα και την ελευθέρωσή της από αυτό. Η Παναγία γεννήθηκε με το προπατορικό αμάρτημα, είχε όλες τις συνέπειες της φθοράς και του θανάτου στο σώμα της. Με την είσοδό της στα άγια των αγίων έφθασε στην θέωση. Αυτή όμως η θέωση δεν ήταν αρκετή για την απαλλαγή από τις συνέπειές του, που είναι η φθορά και ο θάνατος, ακριβώς γιατί δεν είχε ενωθή η θεία με την ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Λόγου. Έτσι, την στιγμή που με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος η θεία φύση ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση, στην γαστέρα της Παναγίας, η Παναγία πρώτη γεύεται την ελευθέρωσή της από το λεγόμενο προπατορικό αμάρτημα και τις συνέπειές του. Άλλωστε, την στιγμή εκείνη έγινε αυτό που απέτυχε να κάνη ο Αδάμ και η Εύα με τον ελεύθερο προσωπικό τους αγώνα. Γι’ αυτό, η Παναγία την στιγμή του Ευαγγελισμού έφθασε σε μεγαλύτερη κατάσταση από εκείνην στην οποία βρισκόταν ο Αδάμ και η Εύα πριν την πτώση. Αξιώθηκε να γευθή το τέλος του σκοπού της δημιουργίας, όπως θα δούμε σ’ άλλες αναλύσεις.
Γι’ αυτό, για την Παναγία δεν χρειάστηκε να γίνη Πεντηκοστή, δεν χρειάστηκε να βαπτισθή. Αυτό που βίωσαν οι Απόστολοι την ημέρα της Πεντηκοστής, που έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού δια του Αγίου Πνεύματος, και αυτό που έγινε σε όλους εμάς κατά το μυστήριο του Βαπτίσματος, έγινε για την Παναγία την ημέρα του Ευαγγελισμού. Τότε απαλλάχθηκε από το προπατορικό αμάρτημα, όχι με την έννοια ότι απαλλάχθηκε από την ενοχή, αλλά ότι απέκτησε την θέωση στην ψυχή και το σώμα, λόγω της ενώσεώς της με τον Χριστό.
Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να ερμηνευθή και ο λόγος του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ότι την ημέρα του Ευαγγελισμού η Παναγία έλαβε το Άγιον Πνεύμα, το Οποίο την καθάρισε και της έδωσε δύναμη δεκτική της θεότητος του Λόγου, συγχρόνως δε και γεννητική. Δηλαδή, η Παναγία έλαβε από το Άγιο Πνεύμα καθαρτική χάρη, αλλά και δεκτική και γεννητική του Λόγου του Θεού, ως ανθρώπου.

δ’

Η απάντηση της Παναγίας στην πληροφορία του αρχαγγέλου ότι θα αξιωθή να γεννήση τον Χριστό ήταν εκφραστική: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου» (Λουκ. α’, 38). Φαίνεται εδώ η υπακοή της Παναγίας στον λόγο του αρχαγγέλου, αλλά και η υπακοή της στον Θεό, για ένα γεγονός που ήταν παράδοξο και παράξενο για την ανθρώπινη λογική. Έτσι υποτάσσει την λογική της στο θέλημα του Θεού.
Μερικοί ισχυρίζονται ότι κατά την στιγμή εκείνη όλοι οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και όλη η ανθρωπότητα περίμεναν με αγωνία να ακούσουν την απάντηση της Παναγίας, έχοντας φόβο μήπως αρνηθή και δεν υπακούση στο θέλημα του Θεού. Ισχυρίζονται ότι επειδή κάθε φορά που ο άνθρωπος βρίσκεται σε τέτοιο δίλημμα, ακριβώς επειδή έχει ελευθερία, μπορεί να πη το ναι ή το όχι, όπως άλλωστε έγινε στην περίπτωση του Αδάμ και της Εύας, το ίδιο μπορούσε να συμβή και στην Παναγία. Αλλά όμως η Παναγία δεν ήταν δυνατόν να αρνηθή, όχι γιατί δεν είχε ελευθερία, αλλά γιατί είχε την πραγματική ελευθερία.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κάνει διάκριση μεταξύ φυσικού και γνωμικού θελήματος. Γνωμικό θέλημα έχει κανείς όταν διακρίνεται για την άγνοια ενός πράγματος, για την αμφιβολία και τελικά για την αδυναμία επιλογής. Πρόκειται για μια αμφιταλάντευση περί του πρακτέου. Φυσικό θέλημα έχει κανείς όταν οδηγήται κατά τρόπο φυσικό, χωρίς αμφιταλαντεύσεις, χωρίς άγνοια, στην πραγματοποίηση της αλήθειας.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι το φυσικό θέλημα συνδέεται με το «θέλειν», ενώ το γνωμικό θέλημα με το «πώς θέλειν», και μάλιστα όταν γίνεται με αμφιβολίες και αμφιταλαντεύσεις. Επόμενο είναι ότι το φυσικό θέλημα συνιστά την τελειότητα της φύσεως, ενώ το γνωμικό θέλημα συνιστά την ατέλεια της φύσεως, αφού προϋποθέτει άνθρωπο που δεν έχει γνώση της αλήθειας, δεν είναι βέβαιος γι’ αυτό που πρέπει να αποφασίση.
Ο Χριστός καίτοι είχε δύο θελήματα, λόγω των δύο φύσεων, ανθρωπίνης και θείας, εν τούτοις είχε φυσικό θέλημα, από την άποψη που μελετάμε εδώ καί, βέβαια, δεν είχε γνωμικό θέλημα. Ως Θεός ήξερε πάντοτε το θέλημα του Θεού Πατρός και δεν υπήρχε ποτέ αμφιβολία μέσα Του ούτε αμφιταλάντευση. Αυτό κατά χάριν βιώνεται και από τους αγίους, ιδιαιτέρως από την Παναγία. Επειδή η Παναγία είχε φθάσει στην θέωση, γι’ αυτό ήταν αδύνατο να αρνηθή το θέλημα του Θεού και να μη συγκατατεθή για την ενανθρώπηση. Είχε την τέλεια ελευθερία, και γι’ αυτό η ελευθερία της ενεργούσε πάντοτε κατά φύσιν και όχι παρά φύσιν. Εμείς επειδή δεν έχουμε φθάσει στην θέωση έχουμε ατελή ελευθερία, το λεγόμενο γνωμικό θέλημα, γι’ αυτό και αμφιταλαντευόμαστε για το πρακτέο. Η ερώτησή της «πώς εσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω» (Λουκ. α’, 34), δείχνει ταπείνωση, αδυναμία της ανθρωπίνης φύσεως, αλλά και το παράδοξο του πράγματος, επειδή υπήρχαν θαυματουργικές συλλήψεις στην Παλαιά Διαθήκη, όχι όμως ασπόρως.

ε’

Κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού έχουμε άμεση σύλληψη του Χριστού με την δύναμη και ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Σ’ ένα θεοτοκίο ψάλλουμε: «Του Γαβριήλ φθεγξαμένου σοι παρθένε το χαίρε σύν τη φωνή εσαρκούτο ο των όλων Δεσπότης«. Αυτό σημαίνει ότι δεν παρενεβλήθησαν μερικές ώρες και ημέρες για να γίνη η σύλληψη, αλλά έγινε ακριβώς εκείνη την στιγμή.
Ο αρχάγγελος Γαβριήλ είπε στον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. «Μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου, το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου» (Ματθ. α’, 20). Η Παναγία γέννησε κατά άνθρωπο τον Χριστό, αλλά η σύλληψη έγινε εκ Πνεύματος Αγίου.
Ο Μ. Βασίλειος, ερμηνεύοντας αυτήν την φράση, και κυρίως το «γεννηθέν εκ Πνεύματος αγίου», λέγει ότι κάθε πράγμα που προέρχεται από κάτι άλλο, δηλώνεται με τρεις λέξεις. Η μία είναι το «δημιουργικώς», όπως ολόκληρη η κτίση δημιουργήθηκε από τον Θεό με την ενέργειά Του. Η άλλη είναι το «γεννητώς», όπως ο Υιός γεννήθηκε προ πάντων των αιώνων από τον Πατέρα. Η τρίτη είναι το «φυσικώς», όπως η ενέργεια βγαίνει από κάθε φύση, ήτοι η λαμπρότητα από τον ήλιο, και γενικότερα η ενέργεια από τον ενεργούντα. Για την σύλληψη του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι η αληθινή έκφραση είναι ότι ο Χριστός συνελήφθη με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος «δημιουργικώς», και όχι γεννητώς και φυσικώς.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διδάσκει ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού συνέπηξε για τον Εαυτό του, με τα αγνά και καθαρώτατα αίματα της Θεοτόκου, σάρκα που είναι εμψυχωμένη από λογική και νοερά ψυχή, όχι σπερματικώς, αλλά δημιουργικώς δια του Αγίου Πνεύματος.
Βέβαια, όταν κάνουμε λόγο για σύλληψη του Χριστού στην γαστέρα της Θεοτόκου με την δύναμη και δημιουργική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν πρέπει να απομονώνουμε το Άγιον Πνεύμα από την Αγία Τριάδα. Είναι γνωστόν από την πατερική διδασκαλία ότι κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Η δημιουργία του κόσμου και η αναδημιουργία του ανθρώπου και του κόσμου έγινε και γίνεται με την κοινή ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Επομένως, όχι μόνον το Άγιον Πνεύμα εδημιούργησε το δεσποτικό σώμα του Χριστού, αλλά και αυτός ο ίδιος ο Πατήρ και ο Υιός, δηλαδή ολόκληρη η Αγία Τριάδα. Η διατύπωση αυτής της αλήθειας είναι ότι ο Πατήρ ευδόκησε την σάρκωση του Υιού Του, ο Υιός και Λόγος του Θεού αυτούργησε την σάρκωσή Του και το Άγιον Πνεύμα την ετελεσιούργησε.
Η σύλληψη του Χριστού στην κοιλία της Θεοτόκου έγινε με ησυχία και κρυφιότητα και όχι με κρότο και ταραχή. Κανείς, ούτε από τους αγγέλους ούτε από τους ανθρώπους, μπόρεσε να καταλάβη εκείνη την στιγμή αυτά τα μεγάλα που επετελέσθησαν. Ο Προφητάναξ Δαυίδ προφήτευσε αυτό το γεγονός λέγοντας: «Καταβήσεται ως υετός επί πόκον, ωσεί σταγών η στάζουσα επί την γήν» (Ψαλμ. οα’, 6). Όπως η βροχή που πέφτει επάνω σ’ ένα ποκάρι από μαλλί δεν προκαλεί θόρυβο, ούτε και καμμιά φθορά, το ίδιο έγινε και κατά τον ευαγγελισμό και την σύλληψη. Ο Χριστός με την σύλληψή Του δεν προκάλεσε θόρυβο ούτε και καμμιά φθορά στην παρθενία της Παναγίας. Γι’ αυτό και η Παναγία ήταν και έμεινε Παρθένος προ του τόκου, κατά τον τόκο και μετά τον τόκο. Είναι τα τρία αστέρια τα οποία ο αγιογράφος σχηματίζει πάντοτε στο μέτωπο και στους δύο ώμους της Παναγίας.

στ’

Η ένωση της θείας με την ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Λόγου, μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου, συνιστά την άμεση θέωση της ανθρωπίνης φύσεως. Δηλαδή, από την πρώτη στιγμή που ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση υπάρχει θέωση της ανθρωπίνης φύσεως. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού: «άμα σάρξ, άμα Θεού Λόγου σάρξ». Αυτό σημαίνει ότι δεν παρενεβλήθη ένα διάστημα μετά από την σύλληψη για να θεωθή το ανθρώπινο πρόσλημμα, αλλά αυτό έγινε αμέσως κατά την ώρα της συλλήψεως.
Συνέπεια και συνέχεια αυτού του γεγονότος είναι ότι η Παναγία πρέπει να λέγεται Θεοτόκος, αφού αυτή γέννησε πραγματικά τον Θεό, τον Οποίο κυοφόρησε εννέα μήνες στην κοιλία της, και όχι έναν άνθρωπο που είχε την Χάρη του Θεού. Γι’ αυτό η Παναγία λέγεται Θεοτόκος και όχι Χριστοτόκος. Το χριστολογικό δόγμα έχει συνέπεια και στο θεοτοκολογικό. Η Παναγία είναι Θεοτόκος, ακριβώς γιατί συνέλαβε εν Αγίω Πνεύματι τον Χριστό.
Αυτό πρέπει να τονισθή, γιατί παλαιά έγινε μεγάλη θεολογική συζήτηση για το αν η Παναγία πρέπει να λέγεται Θεοτόκος, λόγω υπάρξεως αιρετικών διδασκαλιών, η δε τελική κατοχύρωση της διδασκαλίας ότι η Παναγία εγέννησε Θεό, και ότι αμέσως με την πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως υπάρχει θέωσή της, έγινε στην Γ’ Οικουμενική Σύνοδο. Ο αιρετικός Νεστόριος, χρησιμοποιώντας φιλοσοφικούς όρους και ανθρώπινο στοχασμό, υποστήριζε ότι η Παναγία ήταν άνθρωπος και γι’ αυτόν τον λόγο ήταν αδύνατο να γεννήση τον Θεό. Το βρέφος που υπήρχε μέσα της δεν ήταν Θεός, αλλά άνθρωπος. Απλώς ο Θεός «παρήλθεν» ή «συμπαρήλθεν» δια της Θεοτόκου. Βέβαια, υπήρχε πρόβλημα στην θεολογία του για τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύσεων στον Χριστό. Ο Νεστόριος πίστευε ότι η σάρκα του Χριστού ήταν απλώς συνημμένη με την φύση της θεότητος. Ο Λόγος ήταν Θεός, αλλά ήταν συνημμένος με τον άνθρωπο και κατοικούσε μέσα του. Με τέτοιες προϋποθέσεις ονόμαζε την Παναγία Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο.
Όμως, ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, και η κάθε φύση ενεργούσε «μετά της θατέρου κοινωνίας» στην υπόσταση του Λόγου. Το θέμα αυτό θα το δούμε όταν θα κάνουμε λόγο για την γέννηση του Χριστού. Εδώ όμως πρέπει να υπογραμμισθή ότι η ανθρώπινη φύση θεώθηκε αμέσως με την ένωσή της με την θεία φύση στην υπόσταση του Λόγου, μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου. Γι’ αυτό η Παναγία είναι και λέγεται Θεοτόκος, αφού γέννησε κατά άνθρωπον τον Θεό.

ζ’

Η άμεση θέωση της ανθρωπίνης φύσεως από την θεία φύση του Λόγου δεν σημαίνει ότι καταργούνται τα ιδιώματα της ανθρωπίνης φύσεως. Αυτό δείχνει ότι η σύλληψη και κυοφορία, αλλά και η γέννηση του Χριστού έγινε κατά φύσιν και υπέρ φύσιν. Υπέρ φύσιν, γιατί έγινε δημιουργικώς από το Πανάγιο Πνεύμα και όχι σπερματικώς. Κατά φύσιν, γιατί η κυοφορία έγινε κατά τον τρόπο που κυοφορείται το βρέφος.
Υπάρχει όμως ένα σημείο που πρέπει να υπογραμμισθή. Σε κάθε βρέφος υπάρχουν μερικά στάδια, έως ότου έλθη η ώρα να γεννηθή. Κατ’ αρχάς γίνεται η σύλληψη, στην συνέχεια μετά από ένα χρονικό διάστημα ο εξεικονισμός των μελών του σώματός του, έπειτα αναπτύσσεται ολίγον κατ’ ολίγον, και κατά τον βαθμό της αναπτύξεώς του ακολουθεί η κίνηση, και τέλος, όταν ολοκληρωθή, εξέρχεται από την κοιλία της μητέρας του.
Ενώ στο θείο βρέφος έχουμε ολίγον κατ’ ολίγον αύξηση, εν τούτοις δεν παρενεβλήθη διάστημα μεταξύ συλλήψεως και εξεικονισμού των μελών. Ο Μ. Βασίλειος λέγει ρητώς: «ευθύς γαρ τέλειον ήν τη σαρκί το κυοφορούμενον, ου ταις κατά μικρόν διαπλάσεσι μορφωθέν». Αυτό πρέπει να το δούμε από την άποψη ότι εξεικονίσθησαν τα μέλη του σώματός Του αμέσως, δημιουργήθηκε τέλειος άνθρωπος, αλλά όμως δεν βρέθηκε αμέσως στην διάπλαση των εννέα μηνών. Αναπτυσσόταν ολίγον κατ’ ολίγον, ενώ είχε απαρτισθή το σώμα Του από την αρχή.

η’

Η σύλληψη του Χριστού στην κοιλία της Θεοτόκου έγινε από το Πανάγιο Πνεύμα δημιουργικώς και όχι σπερματικώς, γιατί έπρεπε να αναλάβη ο Χριστός την καθαρά φύση που είχε ο Αδάμ προ της παραβάσεως. Βέβαια, ο Χριστός προσέλαβε σάρκα παθητή και θνητή, όπως αυτή έγινε μετά την παράβαση του Αδάμ, για να νικήση την φθορά και τον θάνατο, αλλ’ όμως ήταν άκρως καθαρά και αμίαντος, όπως ήταν προ της παραβάσεως. Έτσι, η σάρκα του Χριστού από απόψεως καθαρότητος ήταν όπως το προ της παραβάσεως σώμα του Αδάμ, από απόψεως δε θνητότητος και φθαρτότητος ήταν το μετά την παράβαση σώμα του Αδάμ.
Επομένως, η σύλληψη έγινε δια του Αγίου Πνεύματος, γιατί ο τρόπος με τον οποίο γεννάται σήμερα ο άνθρωπος (διά του σπέρματος) είναι μετά την παράβαση. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η κίνηση της σαρκός προς γέννηση δεν είναι απηλλαγμένη τελείως της αμαρτίας, γιατί, ενώ ο νούς έχει ταχθή από τον Θεό να ηγεμονεύη τον άνθρωπο, συμπεριφέρεται «ανυποτάκτως» κατά την διάρκεια της κινήσεως της σαρκός. Έτσι, η καθαρά φύση του Χριστού έχει σχέση με την δημιουργική και όχι σπερματική σύλληψη.
Ακριβώς αυτό το γεγονός συνδέεται στενώτατα με το ότι η σύλληψη, κυοφορία και γέννηση του Χριστού από την Παναγία ήταν ανήδονος, άκοπος και ανώδινος. Ο Χριστός, λοιπόν, συνελήφθη, κυοφορήθηκε ως βρέφος και γεννήθηκε ανηδόνως, ακόπως, ανωδίνως. Συνελήφθη ασπόρως για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, για να αναλάβη την καθαρά ανθρώπινη φύση, και δεύτερον, για να γεννηθή αφθόρως και ανωδίνως.
Η Παναγία όπως συνέλαβε τον Χριστό ανηδόνως, χωρίς ηδονή, το ίδιο και τον κράτησε εννέα μήνες στην κοιλία της ακόπως και αβάρως. Δεν αισθανόταν βάρος, παρά το ότι το θείο βρέφος αναπτυσσόταν φυσιολογικά και είχε το βάρος ενός αναπτυσσομένου εμβρύου. Εφαρμόσθηκε έτσι η προφητεία του Προφήτου Ησαΐου: «Ιδού Κύριος κάθηται επί νεφέλης κούφης» (Ησ. ιθ’, 1). Με τον όρο «νεφέλη κούφη» εννοείται η ανθρώπινη σάρκα, που ήταν τόσο πολύ ελαφρά, ώστε δεν προξένησε κανένα βάρος και κόπο στην Παναγία, κατά το διάστημα της εννεαμήνου κυοφορίας.
Η άσπορη και ανήδονη σύλληψη της Παναγίας και η άκοπη κυοφορία συνδέεται στενά με την άφθορη και ανώδινη γέννηση του Χριστού. Κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης υπάρχει στενή σχέση μεταξύ ηδονής και οδύνης, αφού κάθε ηδονή έχει συνημμένο και τον πόνο. Ο Αδάμ αισθάνθηκε ηδονή και ακολούθησε ο πόνος σε όλο το ανθρώπινο γένος. Έτσι και τώρα δια της ελευθερώσεως από την ηδονή προέρχεται χαρά στο ανθρώπινο γένος. Η γέννηση του Χριστού δεν έφθειρε την παρθενία της Θεοτόκου, όπως ακριβώς η σύλληψη δεν έγινε με ηδονή, και η κυοφορία με βάρος και κόπο. Εκεί που ενεργεί το Πανάγιο Πνεύμα «νικάται φύσεως τάξις».

θ’

Η διάρκεια της κυοφορίας της Παναγίας είναι προτύπωση της αδιαλείπτου κοινωνίας που θα έχουν οι άγιοι στην Βασιλεία του Θεού.
Είναι γνωστό και δεδομένο ότι η μητέρα που έχει κυοφορούμενο βρέφος έχει στενή και οργανική σχέση μαζί του. Σύγχρονοι επιστήμονες έχουν αποδείξει ότι το βρέφος επηρεάζεται πάρα πολύ όχι μόνο από την σωματική κατάσταση της μητέρας του, αλλά και από την ψυχολογική της συγκρότηση. Και επειδή το θείο βρέφος συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, αλλά μεγάλωσε κατά τον φυσικό τρόπο, δηλαδή είχε κοινωνία με το σώμα της Παναγίας, γι’ αυτό και υπάρχει στενή σχέση μεταξύ του Χριστού και της Θεοτόκου. Φυσικά, αυτό πρέπει να το δούμε από την άποψη ότι η Παναγία δίνει το αίμα της στον Χριστό, αλλά και ο Χριστός την Χάρη και ευλογία Του σε αυτήν. Κυοφορούμενος ο Χριστός δεν έπαυσε να βρίσκεται ταυτόχρονα στον θρόνο του Θεού ενωμένος με τον Πατέρα Του και το Άγιον Πνεύμα.
Η ανθρώπινη φύση ενώθηκε με την θεία φύση ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως, αμέσως από την στιγμή της συλλήψεως. Αυτό σημαίνει ότι πρώτη η Παναγία γεύθηκε τα αγαθά της θείας ενανθρωπήσεως, την θέωση. Αυτό που οι Μαθηταί του Χριστού γεύθηκαν κατά την Πεντηκοστή, και εμείς μετά το Βάπτισμα, κατά την διάρκεια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, όταν κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, και αυτό που θα ζουν οι άγιοι στην Βασιλεία των Ουρανών, το ζούσε η Παναγία από την πρώτη στιγμή της συλλήψεως και κυοφορίας.
Επομένως, ο Χριστός εννέα ολόκληρους μήνες, μέρα και νύχτα, έτρεφε με το αγιασμένο αίμα Του την Παναγία. Αυτό είναι προτύπωση της αδιαλείπτου θείας Κοινωνίας και της αδιαλείπτου σχέσεως και κοινωνίας των αγίων με τον Χριστό που θα γίνη κυρίως στην άλλη ζωή. Γι’ αυτό και η Παναγία είναι προτύπωση του μέλλοντος αιώνος. Από αυτό το πρίσμα είναι Παράδεισος.

ι’

Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, μιλώντας για τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, προχωρεί και σε μια προσωπική και υπαρξιακή προσέγγιση του γεγονότος αυτού. Γιατί, δεν αρκεί μόνο να εορτάζουμε εξωτερικά τα γεγονότα της θείας ενανθρωπήσεως, αλλά να τα πλησιάζουμε υπαρξιακά και πνευματικά. Γι’ αυτόν τον λόγο συνέλεξε πολλά χωρία αγίων στα οποία γίνεται λόγος γι’ αυτήν την υπαρξιακή προσέγγιση.
Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Προφήτου Ησαΐου: «Δια τον φόβον σου, Κύριε, εν γαστρί ελάβομεν και ωδινήσαμεν και ετέκομεν, πνεύμα σωτηρίας σου εποιήσαμεν επί της γής» (Ησ. κστ’, 18). Κατά την ερμηνεία των αγίων Πατέρων σπόρος είναι ο λόγος του Θεού και μήτρα είναι ο νούς και η καρδία του ανθρώπου. Δια της πίστεως ο λόγος του Θεού σπείρεται στην καρδιά του ανθρώπου και την καθιστά έγκυο από τον φόβο του Θεού. Πρόκειται για τον φόβο να μη μείνη ο άνθρωπος μακρυά από τον Θεό. Δια του φόβου αυτού αρχίζει ο αγώνας για την κάθαρση της καρδιάς και την απόκτηση των αρετών, που ομοιάζει με πόνο, ωδίνες τοκετού. Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται το πνεύμα της σωτηρίας, που είναι η θέωση και ο αγιασμός.
Η μόρφωση του Χριστού μέσα μας γίνεται με πνευματικές ωδίνες. Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «τεκνία μου, ούς πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν» (Γαλ. δ’, 19). Ωδίνες είναι ο ασκητικός αγώνας, και μόρφωση είναι η θέωση και ο αγιασμός.
Κατά τους αγίους Πατέρας (άγιο Γρηγόριο Νύσσης, άγιο Μάξιμο Ομολογητή, άγιο Συμεών τον νέο Θεολόγο, όσιο Νικήτα τον Στηθάτο κλπ.), αυτό που συνέβη σωματικά στην Παναγία, αυτό γίνεται πνευματικά σε κάθε έναν του οποίου η ψυχή παρθενεύει, δηλαδή καθαρίζεται από τα πάθη. Ο Χριστός, που μια φορά γεννήθηκε κατά σάρκα, θέλει να γεννάται πάντα κατά πνεύμα, από αυτούς που θέλουν, και έτσι γίνεται βρέφος, διαπλάττοντας τον εαυτό του μέσα σ’ εκείνους δια των αρετών.
Η πνευματική σύλληψη και γέννηση γίνεται αντιληπτή από το ότι σταματά η ρύση του αίματος, δηλαδή παύουν να υπάρχουν επιθυμίες για την διάπραξη της αμαρτίας, δεν ενεργούν τα πάθη στον άνθρωπο, μισεί ο άνθρωπος την αμαρτία και θέλει διαρκώς να πράττη το θέλημα του Θεού. Αυτή δε η σύλληψη και γέννηση αποκτάται με την εφαρμογή των θείων εντολών, κυρίως με την επιστροφή του νοός στην καρδιά και με την αδιάλειπτη μονολόγιστη προσευχή. Τότε ο άνθρωπος γίνεται ναός του Παναγίου Πνεύματος.
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι ευαγγελισμός του ανθρωπίνου γένους, πληροφορία ότι ενηνθρώπησε ο Υιός και Λόγος του Θεού. Αυτή η παγκόσμια εορτή πρέπει να συντελέση στην προσωπική εορτή, στον προσωπικό ευαγγελισμό. Πρέπει να δεχθούμε τα προοίμια της σωτηρίας μας, που είναι η μεγαλύτερη είδηση στην ζωή μας.

Σεπτέμβριος 1994

(Από το βιβλίο «Οι Δεσποτικές Εορτές», Ι. Μ. ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, 1995)


















(Πηγή ηλ. κειμένου: http://www.pelagia.org/htm/b26.e.i_despotikes_eortes.01.htm)

Την Α' Κυριακή της Μ.Τεσσαρακοστής ( Κυριακή της Ορθοδοξίας ) εορτάζουμε το γεγονός της Αναστηλώσεως των Αγίων και Ιερών Εικόνων

0 σχόλια


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣΕκτύπωσηE-mail









xristos_panselinosἩ πρώτη Κυριακή τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι ἀφιερωμένη στή νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῆς εἰκονομαχίας καί ὅλων τῶν αἱρέσεων. Πρίν ἀπό δώδεκα αἰώνες ἐπί ἑκατό χρόνια ἀναστατώθηκε ἡ χριστιανοσύνη γιά τό ζήτημα τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ἡ ἀφορμή καί τό πρόσχημα ἦταν ἡ προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἡ αἵρεση ὅμως εἶχε βαθύτερες ρίζες, κι ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἦταν μιά «ἀθεώτατη μεταστοιχείωσις τῶν ἁπάντων», ἀπέβλεπε δηλαδή σέ μιά γενική ἀνατροπή τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν μιά ἀτυχής ἀνάμιξη τοῦ Κράτους στά πράγματα τῆς Ἐκκλησίας, σάν ἐκεῖνες πού πολλές φορές δυστυχῶς ἔγιναν στήν Ἱστορία, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων πάντα ἡ Ἐκκλησία ἐπλήρωσε ξένες ἁμαρτίες. Ἡ εἰκονομαχία, ἦταν μιά ἀπό τίς πιό δραματικές περιπέτειες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν τό Κράτος ἦλθε σέ σύγκρουση μαζί της. Φανερά μέν ἦταν τό ζήτημα τῶν εἰκόνων, στήν οὐσία ὅμως, γιατί τό Κράτος ἤθελε μιά ριζικώτερη ἀλλαγή καί μεταρρύθμιση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Στό τέλος νίκησε πάλι ἡ Ἐκκλησία καί ἐπικράτησε ἡ ορθή πίστη˙ γιατί πάντα ἡ Ἐκκλησία νικᾶ, ὅταν ἀγωνίζεται γιάτά δίκαια τοῦ Θεοῦ. Σ’ ἐκείνη λοιπόν τή νίκη καί γενικά στούς ἀγώνες καί στό θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἀφιερωμένη ἡ σημερινή ἑορτή.

Ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι ἡ πολύτιμη κληρονομιά τῶν Πατέρων μας. Γι’ αὐτό πρέπει νά τό ἔχωμε καύχηση πώς εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί καί νά τό θεωροῦμε ἱερώτατο χρέος μας νά φυλᾶμε καί νά ὑπερασπίζουμε τήν Ὀρθοδοξία μας.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστόςτό εἶπε καθαρά στούς Ἀποστόλους, ὅτι «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν». Οἱ καλύτερες καί οἱ ἐνδοξότερες ἡμέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ ἡμέρες τῶν διωγμῶν. Τό ὀδυνηρό στόν καιρό μας εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν διώκεται ἀπό τήν εἰδωλολατρεία, ἀλλά ἀπό τούς ἴδιους τούς χριστιανούς. Οἱ Χριστιανικοί λαοί, σάν καί νά κουράστηκαν νά σηκώνουν τό σταυρό τοῦ Κυρίου, πού στ’ ἀλήθεια δέν τόν σήκωσαν ποτέ, βιάζονται νά ξαναγυρίσουν στήν εἰδωλολατρεία. Οἱ σημερινοί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ξένοι, εἶναι δικοί της ἄνθρωποι καί βαπτισμένοι χριστιανοί. Αὐτή εἶναι ἡ σύχγρονη δραματική περιπέτεια τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι βρίσκεται ἀντιμέτωπη σέ μιά νέα ἐσωτερική εἰκονοκλαστική ἐξέγερση.

Ὅταν ἐδῶ λέμε Ἐκκλησία, ἐννοοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι «ἡ μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία»˙ αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς ἀποστολικῆς καί πατερικῆς παράδοσης, αὐτή εἶναι ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας μας. Εἶναι γνωστά τά λόγια τοῦ Συνοδικοῦ, πού διαβαζέται σήμερα στη Λιτανεία˙ «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίσις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξε». Καί εἶναι γνωστό στήν Ἱστορία πώς ἡ Ὀρθοδοξία στήριξε τήν Οἰκουμένη, ὅσο κι ἄν αὐτό ἀμφισβητήθηκε πρῶτ’ ἀπό του ξένους κι ὕστερα κι ἀπό μᾶς τούς ἴδιους, πού εἶναι ἀλήθεια πώς ἄρχισε νά μᾶς βαραίνει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ Οἰκουμένη, γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ τό Συνοδικό, εἶναι ὁ τότε πολιτισμένος κόσμος, ὁ πρίν ἀπό τό σχίσμα χριστιανικός κόσμος, πού συμπίπτει σχεδόν μέ τή Βυζαντινή αὐτοκρατορία. Πῶς μποροῦμε νά ἀρνηθοῦμε τήν ἐθνική μας Ἱστορία; Πῶς μποροῦμε νά ἀμφισβητήσουμε τό σπουδαῖο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στή διάσωση καί τήν ἀναβίωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ;

Εἶναι ἀρχαῖο ἀξίωμα τῶν ἱερῶν Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει ὀρθή πίστη καί δέν ὑπάρχει σωτηρία. Ὅποιος θέλει νά εἶναι χριστιανός πρέπει νά ἀνήκη στήν Ἐκκλησία, κι ὅποιος θέλει τή σωτηρία του πρέπει νά ξέρη πώς μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία σώζεται. Χριστιανός θά πῆ ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι πολλοί πού στά χαρτιά λέγονται χριστιανοί ὀρθόδοξοι, ἀλλά τήν Ἐκκλησία δέν τήν ξέρουν, γιατί θαρροῦν πώς δέν τούς χρειάζεται.
Πιστεύουν πώς ἀρκεῖ νά εἶναι καλοί ἄνθρωποι καί πείθουν τόν ἑαυτό τους πώς πραγματικά εἶναι καλοί. Τό Χριστιανός ὅμως δέν τούς λέγει τίποτε οὔτε τό καταλαβαίνουν, φτάνει ὅμως πού πιστεύουν πώς εἶναι καλοί ἄνθρωποι, ἀφοῦ καί οἱ ἄλλοι τούς βλέπουν γιά καλούς ἀνθρώπους.
Οἱ χριστιανοί, πού μπορεῖ καί νά μήν εἶναι ἀπό τούς λεγόμενους καλούς ἀνθρώπους, εἶναι καί μένουν μέσα στήν Ἐκκλησία καί παλέβουνε νά γίνουν καλοί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι φτιάχνονται στήν Ἐκκλησία, μέ τόν δικό τους πνευματικό ἀγώνα καί μέ τή θεία χάρη, πού ἀναπληρώνει τά ἐλλείποντα καί θεραπεύει τά ἀσθενῆ.
Ὁ κόσμος πραγματικά καλυτερεύει, ὅταν μέσα μας ριζώνη ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἑδραιώνεται ἡ ἀληθινή πίστη. Γιατί ἡ πίστη δέν εἶναι μιά θεωρητική γνώμη, ἀλλά ἡ δύναμη μέσα μας, πού μᾶς φτερώνει καί μᾶς ἀναβάζει στόν οὐρανό.

Ἑορτάζοντας καί σήμερα τή νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῆς εἰκονομαχίας καί ὅλων τῶν αἱρεσέων, εὔκαιρο εἶναι νά δώσουμε ἄλλη μιά φορά καί νά ἀνανεώσουμε τήν παλαιά ὑπόσχεση˙ Δέν θά σέ ἀπαρνηθοῦμε, ἀγαπητή μας Ὀρθοδοξία˙ δέν θά σέ ψευτίσουμε, ἱερή καί σεβαστή κληρονομιά τῶν πατέρων μας˙ «Οὐκ ἀπαρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία˙ οὐ ψευσόμεθά σε, πατροπαράδοτον σέβας», ὅπως ἐκφώνησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός.

Το Α' Σάββατο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής η ανάμνηση του δια κολλύβων θαύματος του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος

0 σχόλια

Το δια κολλύβων θαύμα του αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος

undefined
Σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί εορτάζει ένας μεγάλος άγιος, ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων που καταγόταν από ένα χωριό της Αμάσειας της Καππαδοκίας, που ονομαζόταν Χουμιαλά. Έζησε κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Μαξιμιανού, Γαλερίου και Μαξιμίνου.
Ονομάζεται Τήρων, διότι κατετάγη στο στράτευμα των Τηρώνων, δηλαδή των νεοσυλλέκτων, από την λατινική λέξη tiro διοικούμενος από τον Βρίγκα.
Ο Θεόδωρος μετά από μια επιτυχημένη εκστρατεία κατά του φοβερού δράκου της περιοχής αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα. Αμέσως κατάλαβαν ότι είναι Χριστιανός κλήθηκε στο κριτήριο σε απολογία. Εκεί ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό χωρίς δισταγμό.
Ο διοικητής Βρίγκας δεν θέλησε να προχωρήσει στην άμεση σύλληψη και τιμωρία του Θεοδώρου, αλλά τον άφησε να σκεφθεί και να απαντήσει την επόμενη ημέρα. Πίστευε ότι ο Θεόδωρος θα άλλαζε γνώμη και θα θυσίαζε στα είδωλα.
Ο Θεόδωρος, όχι μόνο παρέμεινε αδιάσειστος στην πίστη του, αλλά έκαψε το ναό της μητέρας των θεών Ρέας, μαζί και το είδωλο της.
Αμέσως συνελήφθη και ομολόγησε την πράξη του λέγοντας: «ομολογώ ότι εγώ είμαι εκείνος όστις κατέκαυσα τον βωμόν της Ρέας, διότι ηθέλησα να δοκιμάσω και να ίδω, εάν είναι θεά αληθινή· αλλ’ είδα ότι είναι ξύλο κωφόν και αναίσθητον· και τοιαύτην τιμήν πρέπει να έχουσι τα είδωλα, επειδή οφθαλμούς έχουσι και δεν βλέπουσι, ώτα έχουσι και δεν ακούουσι, στόμα έχουσι και δεν ομιλούσι, πόδας έχουσι και δεν περπατούσι. Τι θεοί λοιπόν είναι αυτά τα άλαλα ξύλα;» με εντολή του άρχοντος Πουπλίου μαστιγώθηκε δυνατά και έπειτα ρίχθηκε από τον Βρίγκα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου και τελειώθηκε μαρτυρικά.
Πενήντα χρόνια περίπου αργότερα από το μαρτύριο του αγίου, έγινε βασιλιάς ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, έκανε πολλά και διάφορα εναντίον των Χριστιανών.
Προσπάθησε να αναστήσει την παλαιά ειδωλολατρική θρησκεία των Ελλήνων. Στην εποχή του είχαν ουσιαστικά ξαναρχίσει οι διωγμοί των Χριστιανών και τα βασανιστήρια.
Ο Ιουλιανός, γνώριζε πολύ καλά τα ήθη των Χριστιανών και ότι την πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής εξαγνίζονται με την νηστεία και με τη θερμή προσευχή.
Γι' αυτό κάλεσε τον έπαρχο της πόλεως και του ανέθεσε να επιβλέψει την εκτέλεση της εξής εντολής: Να αποσύρουν από την αγορά όλα τα καθαρά τρόφιμα και να τα αντικαταστήσουν μ’ εκείνα πού ήταν ραντισμένα με το αίμα των θυσιών. Αυτά ονομάζονται ειδολόθυτα.  
Με τον τρόπο αυτό αναγκαστικά, θα αγόραζαν όλοι να φάνε και θα γευόντουσαν τα ειδολόθυτα, ή αν δεν υπάκουαν, θα πέθαιναν από την πείνα.
Ο έπαρχος έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τη διαταγή του Ιουλιανού και αποσύρθηκαν από την αγορά τα τρόφιμα. Αντικαταστάθηκαν βέβαια με τα μιασμένα. Φάνηκε έτσι προς στιγμήν ότι κέρδιζε ο διάβολος, ο υποκινητής, εμπνευστής και Πατέρας του Ιουλιανού.
Ο Θεός όμως ως Παντοδύναμος και Πάνσοφος, δεν εγκατέλειψε το λαό Του.
Παρουσιάζεται ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος στον Πατριάρχη Ευδόξιο και του φανερώνει το σχέδιο του Ιουλιανού με τα έξης λόγια: «Σήκω γρήγορα, Πατριάρχη, συγκέντρωσε το ποίμνιο του Χριστού, και διαφύλαξε αυτό μετά μεγάλης προσοχής, παραγγέλοντάς τους να μην αγοράσει κανείς από τα τρόφιμα που υπάρχουν στην αγορά διότι ο δυσσεβέστατος Ιουλιανός κατεμόλυνεν απάντα δια του μιαρού αίματος της θυσίας αυτού».
Ο Πατριάρχης απορώντας είπε προς τον Άγιο: «Πώς είναι δυνατόν, Κύριε μου, να γίνει αυτό; Διότι, οι μεν πλούσιοι μπορούν να το εφαρμόσουν διότι έχουν τρόφιμα στις αποθήκες τους, οι φτωχοί όμως, που δεν θα έχουν ούτε μιας ημέρας τρόφιμα, τί θα κάνουν μπροστά σ' αυτή την ανάγκη;»
Ο Άγιος του απαντά: «Να τους προσφέρεις κόλλυβα, για να καλύψεις την ανάγκη τους».
Επειδή ο Πατριάρχης άκουγε για πρώτη φορά για τα κόλλυβα, τον ρώτησε με απορία: «Τί είναι αυτά τα κόλλυβα; δεν το γνωρίζω.
Ο Μάρτυρας του αποκρίθηκε: «Είναι σιτάρι. Να το βράσεις και να το μοιράσεις στους Χριστιανούς», προσθέτοντας: «Το βρασμένο σιτάρι στην χώρα των Ευχαΐτων συνηθίζουμε να το λέμε κόλλυβα. Αυτό, κάνε και διατήρησε το ποίμνιο του Χριστού αβλαβές και αμίαντο».
Ο Πατριάρχης εκστατικός τον ρωτάει: «Ποιος είσαι εσύ Κύριε μου, πού φροντίζεις με αγάπη και ευσπλαχνία για τη σωτηρία μας;»
Ο Άγιος του αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι ο Μάρτυς του Χριστού Θεόδωρος, ο οποίος απεστάλην παρ’ αυτού εις σωτηρίαν και βοήθειαν ιδικήν σας».
Ο Άγιος έγινε άφαντος, ο Πατριάρχης σηκώθηκε με θαυμασμό και γεμάτος χαρά συγκέντρωσε το λαό του Χριστού όπου τους φανέρωσε την παρουσία και την βοήθεια του Μάρτυρα.
Συγχρόνως έκανε σύμφωνα με το λόγο του. Έβρασε, σιτάρι και το μοίρασε στο λαό όπου με τον τρόπο αυτόν διαφυλάχθηκε το ποίμνιο του Χριστού.
Στην αγορά, αν και τελείωνε η εβδομάδα, κανένας Χριστιανός δεν αγόρασε από τα μιασμένα τρόφιμα.
Ο Ιουλιανός νικημένος πλέον απέσυρε από την αγορά τα μιασμένα τρόφιμα και επανέφερε τα καθαρά.
Οι Χριστιανοί ύμνησαν και δοξολόγησαν το Θεό αλλά και το Μάρτυρα Θεόδωρο, και για χάρη του έκαναν λαμπρή γιορτή.
Από τότε καθιερώθηκε το Σάββατο της πρώτης Εβδομάδας των Νηστειών να γιορτάζεται στην Εκκλησία μας το δια κολλύβων θαύμα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
Αυτά μας λέγει ο ιερός συναξαριστής και δια πρεσβειών του αγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος σας εύχομαι καλή Σαρακοστή. Αμήν.

Η λαοφιλής ακολουθία των ''Χαιρετισμών'' της Θεοτόκου αρχίζει να ψάλεται από απόψε.....

0 σχόλια

Χαιρετισμοί της Θεοτόκου



 Από σήμερα το απόγευμα και κάθε Παρασκευή της Σαρακοστής , εκτός από την τελευταία, σ' όλους τους Ορθόδοξους ιερούς ναούς ψάλλονται οι Χαιρετισμοί της Παναγίας. Είναι ένα αριστούργημα της Βυζαντινής Υμνογραφίας. Είναι ένα Κοντάκιο, σύνολο ύμνων με 24 μέρη, που έχουν αλφαβητική διάταξη. Αναφέρονται ανά ένα στην Παναγία και καταλήγουν  με το χαίρε Νύμφη ανύμφευτε και ανά ένα στο Χριστό, που τελειώνουν με το Αλληλούϊα, που θα πει: Αινείτε τον Θεό, τον Κύριο.
Συγγραφέας του Ύμνου αυτού είναι ο άγιος Ρωμανός ο μελωδός, ο ποιητής των κοντακίων, ο πρίγκηπας των Βυζαντινών υμνογράφων. Λέγεται δε Ακάθιστος ο Ύμνος, γιατί τον έψαλλαν ακάθιστοι, όρθιοι σε ολονύκτια αγρυπνία, στον Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, στην Κωνσταντινούπολη, για να ευχαριστήσουν την Παναγία, που έσωσε την Βασιλεύουσα από βέβαιη καταστροφή.
Το έτος 626 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ηράκλειος με τον κύριο όγκο του στρατού πολεμούσε τους Πέρσες στα βάθη της Μ. Ασίας. Έκανε ιερό πόλεμο εναντίον των Περσών, για να ελευθερώσει και να φέρει πίσω τον Τίμιο Σταυρό, που άρπαξαν οι βάρβαροι από τα Ιεροσόλυμα. Ο Χαγάνος, ο αρχηγός των Σκυθών και Μυσών, ήρθε σε συνεννόηση με τους Πέρσες και πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη. Η πόλη βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Οι εχθροί γύρω πολλοί, ενώ μέσα ο στρατός ελάχιστος με τον φρούραρχο Βώνο.
Ο λαός τρομοκρατείται και απελπίζεται. Φόβος και τρόμος, μεγάλη τραχή τους κατέλαβε. Έπεσε το ηθικό τους. Απαισιοδοξία επικρατούσε παντού.  Ψυχή και καταφυγή για όλους ποιός άλλος; Η Εκκλησία. Ο Πιστός και γενναίος Πατριάρχης Σέργιος. Ας προσέξουμε, παρακαλώ, τα λόγια του: Είναι κρίμα να απελπίζεσθε. Γιατί σκέπτεσθε σαν άνθρωποι, που δεν πιστεύουν στο Θεό; Εμπιστεύθηκα την τύχη της Πόλεως στα χέρια της Παναγίας.
Τα λόγια αυτά, αγαπητοί μου, είναι πάρα πολύ σπουδαία. Γιατί στις δυσκολίες τα βάφουμε μαύρα; Γιατί κάνουμε σαν να μη υπάρχει Θεός;  Που θα καταφύγουμε στα δύσκολα; Στην Παναγία. Στην κραταιά της σκέπη. Εξ άλλου και ο Μ. Κωνσταντίνος, όταν έχτισε την Πόλι, στην Παναγία την αφιέρωσε. Γι  αὐτό στο τη Υπερμάχω ψάλλουμε, αναγράφω σοι η πόλις σου, Θεοτόκε. Η Κωνσταντινούπολις είναι η πόλις της Θεοτόκου.
Με τα λόγια του Πατριάρχη ο λαός εμψυχώθηκε. Πραγματικός συναγερμός έγινε. Πατριάρχης, Κλήρος και Λαός ξεχύθηκαν στoυς δρόμους με τα λάβαρα των Εκκλησιών, με Ιερά Κειμήλια στα χέρια, με την Τιμία Ζώνη της Παναγίας, με τα Λείψανα των Αγίων. ( Αν δεν ήταν η Εκκλησία και οι Παπάδες τι θα γινόμασταν!). Ο Πατριάρχης  κρατώντας στα χέρια την εικόνα της Παναγίας έδινε δύναμη και θάρρος. Από τα στόματα όλων έβγαιναν κραυγές ικεσίας: Πρόφθασε, Παναγία μου, μη μας εγκαταλείπεις τώρα, που χανόμαστε. Σώσε τον λαό σου και την πόλη σου. Ευλόγησε την κληρονομία σου.
Τότε συνέβη ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και υπερφυσικά γεγονότα της Πίστεως. Τρομαγμένοι οι επιτιθέμενοι εχθροί άκουγαν θόρυβο, σαν χιλιάδες στρατός να επιτέθηκε εναντίον τους, που έφερνε όλεθρο και καταστροφή στις τάξεις τους. Έτσι ξαφνικά και απροσδόκητα από διώκτες έγιναν διωκόμενοι. Χιλιάδες πτώματα στρώθηκαν στη γη. Πανικόβλητοι, όσοι είχαν απομείνει, τράπηκαν σε φυγή, για να σωθούν, φωνάζοντας απεγνωσμένα μεταξύ τους: Που βρέθηκε, που ήταν κρυμμένος τόσος στρατός; Στρατός όμως δεν υπήρχε. Ήταν ο Θεός και η Παναγία που τους κυνηγούσαν.
Οι ιστορικοί ομιλούν για έναν ανεμοστρόβιλο, που σηκώθηκε και έφερε πανικό και καταστροφή. Αγρίεψε η θάλασσα και σήκωσε τεράστια κύματα. Συντρίμμια έγιναν τα πλοία του εχθρού. Εκτός από τα πτώματα γύρω από τα τείχη, γέμισε και η παραλία με νεκρά κορμιά, που ξέβρασε η θάλασσα τους πνιγμένους.
Τα μάτια των χριστιανών έτρεχαν δάκρυα, τώρα όχι πόνου και αγωνίας, αλλά δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης. Με αλαλαγμούς και ζητωκραυγές κατευθύνθηκαν τα πλήθη στην Παναγία των Βλαχερνών, για να ευχαριστήσουν και δοξολογήσουν τον Θεό και την Παναγία. Ήταν η νύχτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου. Πρώτος ο Πατριάρχης για πρώτη φορά έψαλε το τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια... και στη συνέχεια όλη την νύκτα εκείνη " ορθοστάδην τον ύμνον τη του Θεού Μητρί γηθοσύνως έμελψαν".
Αυτός ο ύμνος, ο λυτρωτικός και νικητήριος, έγινε λαοφιλής. Έγινε κάτι σαν Εθνικός Ύμνος της Εκκλησίας και του Γένους μας. Στον Ύμνο αυτό βλέπουμε τον Ορθόδοξο Ελληνισμό. Την εκκλησιαστική παράδοση και την εθνική ζωή. Την Πίστη και την Πατρίδα, που συσφίγγονται αρμονικά γύρω από αυτόν τον Ύμνο. Τα λόγια του μας αφυπνίζουν το πατριωτικό και θρησκευτικό αίσθημα. Μας υπενθυμίζουν τον μεγάλο και γενναίο αυτοκράτορα Ηράκλειο, που καθιέρωσε την ελληνική γλώσσα ως την επίσημη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
www.patirxristos.gr

Μερικές πληροφορίες για τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων , από τον μακαριστό π.Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο .Αναδημοσίευση από το προσωπικό blog του π.Τιμοθέου Ηλιάκη.....

0 σχόλια

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ   ΤΩΝ  ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ  ΔΩΡΩΝ



undefined




Τί είναι η  Θεία Λειτουργία  των  Προηγιασμένων  Δώρων ?


Η Εκκλησία μας καθόρισε όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να τελείται μία άλλη Λειτουργία, η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.
Κατά τη Λειτουργία αυτή δεν τελείται Θυσία, δε γίνεται δηλαδή μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Τα Τίμια Δώρα, ο Άρτος και ο Οίνος είναι έτοιμα, έχουν προαγιασθή (γι' αυτό και λέγεται Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων) κατά την προηγηθείσα θεία Λειτουργία της Κυριακής, είναι πλέον Σώμα και Αίμα Χριστού, και απλώς προσφέρονται προς μετάληψη στους πιστούς
   
undefined

Ο Ιερέας καθ' εκάστη Κυριακή κόπτει από το πρόσφορο τον λεγόμενο «Αμνόν», δηλαδή το τετράγωνο εκείνο τεμάχιο της σφραγίδας που γράφει ΙΣ-ΧΣ ΝΙ-ΚΑ, και το τοποθετεί επάνω στο ιερό Δισκάριο. Μετ' ολίγο, κατά τη στιγμή του «Σε υμνούμεν...», το τεμάχιον αυτό του άρτου θα μεταβληθεί δια της ευλογίας του Ιερέως σε αυτό τούτο το Σώμα του Κυρίου, όπως και ο οίνος, που είναι στο ιερό Ποτήριο, θα μεταβληθεί και αυτός σε αυτό τούτο το Αίμα του Κυρίου.
Όταν όμως βρισκόμαστε στη πένθιμο περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, ο Ιερέας, κατά τη Θ. Λειτουργία της Κυριακής, δεν θα κόψει ένα μόνο τεμάχιο εκ της σφραγίδας του προσφόρου, ωσάν αυτό που είπαμε ανωτέρω, αλλά περισσότερα (συνήθως τρία), ανάλογα προς τον αριθμό των Λειτουργιών των Προηγιασμένων που θα τελέσει κατά την εβδομάδα. 
  
Τα τεμάχια αυτά (που δεν κόπτονται όλα από ένα πρόσφορο, αλλ' ένα από κάθε πρόσφορο), θα τα ευλογήσει κατά την ώρα που πρέπει και αυτά θα μεταβληθούν σε Σώμα Χριστού. Από αυτά το ένα θα χρησιμοποιηθεί για τη θεία Μετάληψη της ημέρας εκείνης (Κυριακής), τα άλλα (συνήθως δύο) θα εμβαπτισθούν στο ιερό Ποτήριο, όπου το άγιο Αίμα του Κυρίου, και θα φυλαχθούν σε ειδικό κιβωτίδιο, το ιερό Αρτοφόριο, για τις Λειτουργίες των Προηγιασμένων Δώρων που θα γίνουν εντός της εβδομάδας. Κατ' αυτές τις Λειτουργίες ο Ιερέας θα προσφέρει στους πιστούς προς μετάληψη τα Προηγιασμένα αυτά Δώρα. 
undefined
  Η Λειτουργία των Προηγιασμένων είναι συνυφασμένη με Εσπερινό, είναι δηλαδή βραδινή. Αυτό έχει θεσπιστεί, διότι οι παλιοί Χριστιανοί κατά τις ημέρες της Μ. Τεσσαρακοστής διετέλουν τελείως άσιτοι (νηστικοί) μέχρι των εσπερινών ωρών. Μπορούσαν λοιπόν να εκκλησιαστούν και να κοινωνήσουν κατά τις εσπερινές ώρες. Σήμερα η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται και κατά την εσπέρα συνηθέστερα όμως τελείται κατά τις πρωινές ώρες προς διευκόλυνση των πιστών. 
  
Η Λειτουργία αυτή δεν έχει τον πανηγυρικό και θριαμβευτικό τόνο των άλλων Λειτουργιών, αλλά δεσπόζει σε αυτή το πένθιμο και κατανυκτικό στοιχείο.Η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μ. Τεσσαρακοστής. Κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα τελείται μόνο τις τρεις πρώτες μέρες αυτής (Μ. Δευτέρα, Μ. Τρίτη και Μ. Τετάρτη). Επίσης τελείται και κατά τις ημέρες εορτών ευρισκομένων εντός της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής. Δεν τελείται κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής. Ο Ιερέας, και αν κρατήσει τα ονόματα, δεν θα τα μνημονεύσει, στην Πρόθεση, αλλά θα τα αφήσει για τη Λειτουργία του Σαββάτου ή της Κυριακής. Επίσης, κατά τη Λειτουργία των Προηγιασμένων δε γίνονται μνημόσυνα.

                                                                          +   Αρχιμανδρίτης  Επιφάνιος  Θεοδωρόπουλος

Καλή Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή..... Συνεχίζουμε τη δημοσίευση άρθρων σχετικών με τις ιερές ακολουθίες της περιόδου που διανύουμε...

0 σχόλια



“ΤΟ ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ”


 του  π.Στυλιανού Γερασίμου



Σε όλη την πορεία της ζωής του ο Χριστιανός έχει στραμμένη την προσοχή του στον Θεό και καταγίνεται σε μία κοινωνία μαζί Του μέσω της προσευχής. Γι’ αυτό, όπως τονίζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: “Μνημονευτέον γαρ Θεού ή αναπνευστέον”.
Η προσευχή είναι το αισθητό εκείνο μέσο όπου ο άνθρωπος αισθάνεται στην καρδιά του τις ενέργειες του Απείρου Θεού να τον επισκέπτονται. Όλη αυτή η προσευχητική κατάσταση του ανθρώπου κορυφώνεται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Σε αυτό το γεγονός βοηθάει η Εκκλησία με τις συχνές λατρευτικές Ακολουθίες της.
Το πρωΐ ψάλλουμε μια πολύ μακρά ακολουθία που περιλαμβάνει το Μεσονυκτικό, τον Όρθρο, τις Ώρες καθώς και τον Εσπερινό της επομένης ημέρας. Ακόμη το Μέγα Απόδειπνο, την Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων και τον Μέγα Κανόνα. Κάθε Κυριακή πρωΐ τελείται η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, ενώ το απόγευμα ο Κατανυκτικός Εσπερινός. Τέλος, κάθε Παρασκευή ψάλλουμε τους Χαιρετισμούς στην Υπεραγία Θεοτόκο.
Και βέβαια δεν είναι εφικτό να αναλύσουμε όλες τις λατρευτικές Ακολουθίες σε μία μόνο μελέτη. Γι’ αυτό θα περιοριστούμε στον σχολιασμό του Μεγάλου Αποδείπνου.
Η διάρκεια της νύκτας αποτελούσε πάντοτε μια ευκαιρία σχέσεως και επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό. Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος εκείνη τη στιγμή περιέρχεται σε μια δυνατότητα απομάκρυνσης από την γή, ώστε να αναπτύξη την πορεία του στον ουρανό. Και ο ίδιος ο Κύριος πολλές φορές προσευχόταν το βράδυ “καί ήν διανυκτερεύων εν τη προσευχή του Θεού” (Λουκ.,β.12). Έτσι η Εκκλησία αντιλαμβανομένη αυτήν την ανάγκη του ανθρώπου τοποθέτησε δίπλα στην προσωπική προσευχή μια κοινή προσευχή, που ονομάζεται Απόδειπνο. Ονομάστηκε Απόδειπνο, γιατί καθορίστηκε να τελείται μετά το βραδινό δείπνο.
Μετά τον ΙΔ` αιώνα φάνηκε επιτακτική η ανάγκη συντόμευσης του Αποδείπνου, που με την πάροδο των χρόνων και με την συνεχή προσθήκη ευχών απέκτησε πλέον μεγάλη διάρκεια. Τελικά επικράτησε η Ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου, το οποίο διαβάζεται κατά το μεγαλύτερο διάστημα του έτους. Η παλαιότερη και εκτενέστερη Ακολουθία επικράτησε να διαβάζεται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ονομάζεται Μέγα Απόδειπνο. Και επειδή η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι κατανυκτικότερη, η Ακολουθία αυτή “συνιστά δέηση για την άφεση των αμαρτιών της ημέρας και την ασκανδάλιστη διέλευση της νύχτας”.
Το Μέγα Απόδειπνο αναγινώσκεται το βράδυ της Δευτέρας, Τρίτης, Πέμπτης, στην διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Το απόγευμα της Τετάρτης τελείται η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, ενώ την Παρασκευή το απόγευμα, όπως είπαμε και παραπάνω, ψάλλονται οι Χαιρετισμοί στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το βράδυ του Σαββάτου τελείται το Μικρό Απόδειπνο. Στα Μοναστήρια το Μικρό Απόδειπνο διαβάζεται στον νάρθηκα του Καθολικού. Το Μεγάλο Απόδειπνο σε όλη τη διάρκεια διαβάζεται στον κυρίως Ναό.
Ο πιστός με την βοήθεια των Ψαλμών και των ευχών του Μεγάλου Αποδείπνου κάνει κάποιον απολογισμό των γεγονότων της ημέρας που πέρασε. Αυτή η αυτοκριτική θα τον βοηθήση να συντριβή και να μετανοήση για τις πνευματικές του αστοχίες: “Λούσω καθ’ εκάστην νύκτα την κλίνην μου, εν δάκρυσί μου την στρωμνήν μου βρέξω”. (Ψαλμ.στ`)
Στη διάρκεια του Μεγάλου Αποδείπνου ψάλλουμε δύο αρχαίους ύμνους της Εκκλησίας μας: “Μεθ’ ημών ο Θεός γνώτε έθνη και ηττάσθε ότι μεθ’ ημών ο Θεός”, προέρχεται από την ωδή του Ησαΐα, που βρίσκεται στο 9ο κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης. Ακόμη ψάλλουμε το παρακάτω ποίημα: “Η ασώματος φύσις τα Χερουβείμ, ασιγήτοις σε ύμνοις δοξολογεί..” Πρόκειται για μια δοξολογία προς τον Θεό Πατέρα, η οποία αποτελεί έκφραση της ψυχικής ανάτασης του ανθρώπου στον Θεό. Ο άνθρωπος με αυτό το δοξολογικό ποίημα αισθάνεται πλέον εγκαταλελειμμένος στη χάρη και το έλεος του Θεού.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η άφατος φιλανθρωπία του Θεού επεκτείνεται ακόμη και όταν ο άνθρωπος κοιμάται. Αυτήν την πραγματικότητα τονίζει και η παρακάτω ευχή: “Κύριε, Κύριε, ο ρυσάμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας....καταξίωσον ημάς και το νυκτερινόν στάδιον αμέμπτως διελθείν”.
Γιατί μόνον ο Θεός μπορεί να εξασφαλίση την πραγματική αρωγή στο πλάσμα του σε όλα τα στάδια και ειδικά όταν δοκιμάζεται. Γιατί ο άνθρωπος δοκιμάζεται και θλίβεται ημέρα και νύκτα, ώστε να προσφωνή: “Κύριε των δυνάμεων μεθ’ ημών γενού, άλλον γαρ εκτός Σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των δυνάμεων ελέησον ημάς”.

Καλή Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή.....Καλό αγώνα....

0 σχόλια


Ο εσπερινός της συγγνώμης 



Με τον εσπερινό της συγγνώμης, που τελείται το εσπέρας της Κυριακής της Τυρινής, η Εκκλησία του Χριστού μας ανοίγει την Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Η κατανυκτική αυτή περίοδος μετανοίας προσφέρεται ως τρόπος ζωής. Τρόπος ζωής που θα φέρει την συγχώρηση από τον Θεο, αλλά και από τούς άλλους αδελφούς μας. Και είναι πολύ χαρακτηριστικό αυτό που έχει γραφεί: "το συγ-χωρώ σημαίνει πως χωρώ μαζί με τον Θεο, μαζί με τούς συνανθρώπους μου". Με τη συγ-χώρεση δεν παίρνουμε μια απλή άφεση αμαρτιών - που είναι μια νομική αντίληψη της σωτηρίας. Αλλά με τη συγ-χώρηση με το Θεο ο ωκεανός της θείας αγαθότητος εξαφανίζει τις ανθρώπινες αμαρτίες. Και έτσι στην πλήρη της πραγματικότητα η συγχώρηση γίνεται κοινωνία Χριστού και της Βασιλείας Αυτού.
Κατά την διάρκεια της πορείας μας ας αλληλοστηριζόμαστε στην αδυναμία μας, ας αλληλοσυγχωρούμαστε ξεχνώντας όλες τις διαφορές, ας αλληλοπροστατευόμαστε ώστε όλοι να φτάσουμε τον προορισμό μας. Αυτό που πρέπει ουσιαστικά να ζήσωμε είναι ότι ο Θεός μας καλεί σε μια μοναδική ενότητα με τη συγγνώμη που θα προσφέρουμε ο ένας στον άλλον. Και αυτό γιατί οι χριστιανοί δεν είμαστε κάστα, αλλά ζύμη.
Ας γονατίσουμε, λοιπόν, τώρα μπροστά στην εικόνα του Χριστού και της Παναγίας, στον Επίσκοπό μας, στούς Πατέρες μας, στούς αδελφούς μας, ας τούς ζητήσουμε να μας συγχωρέσουν, έχουν τόσα πολλά να μας συγχωρέσουν. Ας συγχωρέσουμε κι ο ένας τον άλλον. Η συγχώρεση δεν αρχίζει την στιγμη που βασιλεύουν η ειρήνη, η γαλήνη και η χαρά· η συγχώρεση αρχίζει τη στιγμη που παίρνουμε στούς ώμους μας "αλλήλων τα βάρη" και το πρώτο και βαρύτερο φορτίο είναι η προσωπικότητα του άλλου, αυτό που εκείνος είναι, και όχι μόνο αυτό που κάνει η που δεν κάνει. Αν χρειαστεί ας μεταφέρουμε τον άλλο με τον τρόπο που ο Χριστός μετέφερε το Σταυρό του, σαν τύπο βασανισμού και πόνου και θανάτου, ας μην αφήσουμε όμως με κανέναν τρόπο τον άλλο πίσω χωρίς τη συγγνώμη μας.

17 Μαρτίου Κυριακή της Τυρινής εβδομάδος και μνήμη του Οσίου πατρός ημών Αλεξίου , του ανθρώπου του Θεού.

0 σχόλια

Κυριακή της Τυρινής, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα (Ματθ. στ. 14-21)


Πρωτότυπο Κείμενο
Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος˙ εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών , ουδέ ο πατήρ υμών  αφήσει τα παραπτώματα υμων. Όταν δε νηστεύητε  μη γίνεσθε ώσπερ  οι υποκριταί σκυθρωποί˙ αφανίζουσι γαρ τα πρόσωπα  αυτών όπως φανώσι τοις ανθρώποις νηστεύοντες˙ αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι των μισθόν αυτών. συ δε νηστεύων αλειψαί σου τη κεφαλήν και το πρόσωπον σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων, αλλά το πατρί σου τω εν κρυπτώ, και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ  αποδώσει σοι εν τω φανερώ˙ Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επι της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται  διορύσσουσι  και κλέπτουσι˙ θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς  εν ουρανώ, όπου διορύσουσιν ουδέ κλέπτουσιν˙ όπου γαρ εστίν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών.
Μετάφραση
Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματα  τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο Ουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δε συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματα τους ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα. Όταν νηστεύετε, να μη γίνεστε σκυθρωποί, όπως οι υποκριτές, που παραμορφώνουν την όψη τους για να δείξουν  στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Σας βεβαιώνω πως έτσι έχουν κιόλας λάβει την ανταμοιβή τους. Εσύ, αντίθετα, όταν νηστεύεις, περιποιήσου τα μαλλιά σου και νίψε το πρόσωπο σου, για να μη φανεί στους ανθρώπους η νηστεία σου, αλλά στον Πατέρα σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις και ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σου το ανταποδώσει φανερά. Μη μαζεύετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου τους αφανίζει ο σκόρος και η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις  και τους κλέβουν. Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας εκεί θα είναι και η καρδιά σας.
Σχολιασμός
Η Ευαγγελική  αυτή περικοπή  αναγιγνώσκεται για την Κυριακή της Τυρινής για να μας προβάλει τις πραγματικές  διαστάσεις της νηστείας και να μας οδηγήσει σε πνευματική εγρήγορση και αγώνα στο «στάδιο των αρετών», όπως η υμνογραφία της ημέρας ονομάζει την Μεγάλη Τεσσαρακοστή που αρχίζει την επομένη (Καθαρά Δευτέρα). Η περικοπή  αυτή είναι ένα μικρό απόσπασμα από την επί του όρους Ομιλία του Χριστού, έτσι όπως μας τη μεταφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος. Τρία σημεία, τρείς κατευθυντήριες γραμμές εν όψει της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής που αρχίζει από αύριο θέτει ενώπιόν μας η σημερινή ευαγγελική περικοπή.
Πρώτον, η συγχωρητικότητα ως προϋπόθεση της συγνώμης του Θεού προς τον άνθρωπο, δεύτερον η αληθινή νηστεία και τρίτον η αναζήτηση του αληθινού θησαυρού, της βασιλείας του Θεού. Αυτές οι παράμετροι είναι πνευματικές προϋποθέσεις για να αξιοποιήσουμε εποικοδομητικά την περίοδο που προηγείται των εορτών του Πάθους και της Αναστάσεως του Κυρίου και να γίνουμε κοινωνοί της αναστάσιμης χαράς.
Στη συνέχεια θα ασχοληθούμε αναλυτικότερα με το θέμα της Νηστείας.
Νηστεία
Κατ αρχήν  νηστεία σημαίνει το να παραμένει κάποιος νήστης, δηλαδή να απέχει από την τροφή. Η νηστεία  είναι αρχαιότατο  πανανθρώπινο  έθιμο, το οποίο συναντάται σε πολλούς λαούς. Ως θρησκευτικός και μυστηριακός θεσμός  η νηστεία  απέβλεπε όχι μόνο στον αγνισμό της ψυχής αλλά και στην υγεία  του σώματος. Η νηστεία είναι μέσο πνευματικής ανάτασης και κυριαρχίας του πνεύματος στη σάρκα, διότι η σάρκα αντιστρατεύεται πολλάκις το πνεύμα (Γαλ. 5,17), ενώ η δε νηστεία οδηγεί στην εγκράτεια. Εκτός όμως από την εγκράτεια και την προσευχή η νηστεία πρέπει να συνοδεύεται και από καλά έργα, όπως λέγει και ο ιερός Χρυσόστομος «Τιμή γαρ νηστείας ούχι σιτίων αποχή, αλλ΄ αμαρτημάτων  αναχώρησις».  Νηστεία είναι «η των κακών  αλλοτρίωση, εγκράτεια γλώσσης,  θυμού αποχή, επιθυμιών  χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους  και επιορκίας» (Μέγας Βασίλειος).
Η Εντολή της Νηστείας
Η νηστεία είναι η πρώτη εντολή του Θεού προς τον Αδάμ. Από τότε που  ο Θεός είπε στους πρωτόπλαστους «από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού  ου μη φάγητε» (Γεν. 2,17)  μπήκε στη ζωή του ανθρώπου και η νηστεία. Ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης βούλησης του και προτίμησε την παρακοή. Ο αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στη πτώση και την καταστροφή. Αυτό του στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναο και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την κοινωνία των ακένωτων ευλογιών του. Ο Αδάμ και η Εύα κάθησαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής  και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε. Όμως ο θρήνος τους δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας  για την ανυπακοή  και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγγνώμης προς τον Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δεν θρηνούσαν για την χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για την χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου. Ούτε ένας λόγος μετανοίας δεν ακούστηκε από τα χείλη τους. Αν μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη κατάσταση.  Η λαιμαργία τους να φάνε από τον καρπό του απαγορευμένου δέντρου της Εδέμ τους οδήγησε στην απώλεια. Αν οι πρωτόπλαστοι τηρούσαν τις εντολές της νηστείας καμία ανάγκη δεν θα είχαμε σήμερα αυτή τη νηστεία. «Διότι δεν έχουν ανάγκη ιατρού, οι υγιείς αλλά οι άρρωστοι» (Ματθ.9,12) Ο Ιησούς Χριστός ως ιατρός των ψυχών και των σωμάτων γνωρίζει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί από την αμαρτία χωρίς τα δύο όπλα, την προσευχή και την νηστεία. Η νηστεία και η προσευχή αποβλέπει στη ψυχοσωματική μετοχή του ανθρώπου και στον πνευματικό αγώνα.
Πνευματική αξία της Νηστείας
Σκοπός της νηστείας είναι η κάθαρση της ψυχής  και του σώματος του ανθρώπου. Η νηστεία καταπολεμά τα διάφορα πάθη της ψυχής. Η νηστεία διακρίνεται σε σωματική και πνευματική. Η σωματική νηστεία συνίσταται στην αποχή από ορισμένες τροφές και στη λήψη άλλων νηστήσιμων τροφών . Παράλληλα όμως πρέπει να γίνεται περιορισμός και λιτότητα στη διατροφή. Πνευματική νηστεία, είναι η νηστεία της ψυχής, η αλλοτρίωση των κακών αυτή  είναι ευάρεστη στο Θεό νηστεία. Η αλλοτρίωση των κακών είναι η αποφυγή κάθε είδους αμαρτίας, η αποφυγή κακών λόγων, επιθυμιών, ακάθαρτων λογισμών, η καταπολέμηση του εγωισμού και των παθών,  η καταλλαγή και συμφιλίωση με τους άλλους ανθρώπους. Απώτερος όμως σκοπός της νηστείας είναι η πνευματική άσκηση και η πνευματική καλλιέργεια του  ανθρώπου σε συνδυασμό με τη σωματική άσκηση.
Έπειτα η νηστεία δεν πρέπει να συνοδεύεται από αυτοπροβολή και υπερηφάνεια γιατί αποτελεί προσωπική άσκηση και θυσία προς το Θεό, ο οποίος βλέπει τον κόπο μας, αφουγκράζεται τις προσευχές μας, και ανταποκρίνεται με δίκαιο τρόπο στα αιτηματά μας. Η νηστεία απαιτεί σεμνότητα, όχι διαφήμιση ούτε κατάκριση προς τον πλησίον μας. Η νηστεία καθίσταται μέσο πνευματικής βελτίωσης και ευκαιρία άσκησης και μίμησης του Ιησού Χριστού.
Παράλληλα όμως μέσα στον αληθινό σκοπό της νηστείας υπάρχει και η αγάπη. Η αγάπη μας πρώτα πρώτα για το Χριστό. Γιατί τηρούμε το λόγο που μας είπε «Όταν απαρθή ο νυμφίος, τότε (οι μαθηταί μου) νηστεύσουσι» (Ματθ. 9,15). Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής σημειώνει «όποιος αγαπά το Θεό ζει αγγελικό βίο στη γη. Γι αυτό νηστεύει και αγρυπνεί, ψάλλει και προσεύχεται και πάντοτε σκέπτεται καλά για όλους τους ανθρώπους». Να νηστεύουμε από αγάπη για τους φτωχούς, τους ελάχιστους  αδελφούς του Χριστού μας. Δεν τρώμε κρέας σαράντα μέρες αλλά απλούστερα φαγητά, και τα χρήματα που εξοικονομούμε τα δίνουμε σε μια φτωχή οικογένεια. Ακόμη νηστεύουμε γιατί διδαχθήκαμε από τον Κύριο μας ότι «Τούτο το γένος (των δαιμονίων) ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία» (Ματθ. 17,21). Η νηστεία λοιπόν διώχνει τα δαιμόνια των παθών που κυριεύουν και πολεμούν τη σάρκα και μολύνουν την ψυχή μας.
Αληθινή Νηστεία
Η αληθινή νηστεία δεν πρέπει να περιορίζεται σε απλή αποχή από τις τροφές. Ο προφήτης Ησαΐας λέει όταν νηστεύουμε να αποφεύγουμε κάθε διαμάχη και έριδα και να καταργήσουμε κάθε σύνδεσμο αδικίας(Ησ.63.6). Κι όμως ο Κύριος δείχνοντας μας την αληθινή νηστεία μας λέει: «να μη γίνεσθε σκυθρωποί, όπως οι υποκριταί , αλλά να νίψεις το πρόσωπο σου , και να αλείψεις το κεφάλι σου νηστεύων » (Ματθ.6,16-17).Η νηστεία δεν πρέπει να μεταβάλλεται σε στείρα τυπολατρεία  και σε εξωτερικές εκδηλώσεις. Να μη νηστεύουμε δηλαδή σαν τους Φαρισαίους, που η νηστεία τους γινόταν εντελώς τυπικά, αλλά ουσιαστικά και να συνδέεται με προσευχή. Η νηστεία ακολουθεί τη προσευχή γιατί ακόμα και στους Ιουδαίους η νηστεία χρησίμευε ως μέσο για να καταστεί η προσευχή αποτελεσματικότερη. Η νηστεία ασφαλώς δεν πρέπει να γίνεται προς επίδειξη. Να μη φαινόμαστε σκυθρωποί για τις ημέρες που έρχονται, αλλά να συμπεριφερόμαστε με φαιδρό πρόσωπο, όπως πρέπει στους Αγίους. Όταν φροντίζουμε το σώμα μας καλό είναι, αφού κατά τον Απ. Παύλο είναι ναός του Θεού, γιατί όμως να αδιαφορούμε για την υγεία της ψυχής μας. Είναι παράλογο να λυπόμαστε με την αλλαγή των τροφών και να φαινόμαστε ότι χαριζόμαστε στην ευχαρίστηση του σώματος μόνο, παρά στην επιμέλεια της ψυχής. Κατά τον Μ. Βασίλειο, ο μεν κορεσμός σταματά στην ευχαρίστηση της κοιλιάς, η δε νηστεία ανεβάζει το κέρδος στη ψυχή. Η νηστεία δίνει στο Χριστιανό το φάρμακο που σκοτώνει την αμαρτία, και όπως τα φάρμακα σκοτώνουν τα μικρόβια από τον οργανισμό έτσι και η νηστεία λυτρώνει τον άνθρωπο από την αμαρτία.
Η αληθινή νηστεία  δεν πρέπει να συνοδεύεται από  υπερήφανο πνεύμα και υποκρισία γιατί είναι πράξη ανωφελής. Άλειψε το κεφάλι σου και πλύνε το πρόσωπό σου» ( Ματθ. 6,17) Ο λόγος αυτός του Κυρίου μας καλεί σε μυστήρια γιατί αυτός που αλείφθηκε μυρώθηκε και αυτός που νίφθηκε καθαρίστηκε. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να υποκρίνεται τον σκυθρωπό επιδιώκοντας την δόξα των ανθρώπων αλλά να είναι εγκρατής. Δεν προέρχεται κανένα όφελος από την ευεργεσία που διατυμπανίζεται και κανένα κέρδος  από τη νηστεία που δημοσιεύεται.
Επίλογος
Επομένως η νηστεία   είναι ένα μέσο για να απαλλαγεί ο άνθρωπος από την αμαρτία και να προσεγγίσει τον Θεό. Ως πνευματικός αγώνας, ως αυτοκυριαρχία, ως εγκράτεια και ως άσκηση η νηστεία πρέπει να είναι καθημερινό μας μέλημα. Η νηστεία είναι για τον άνθρωπο απαραίτητο μέσο για να απαλλαγή από την αμαρτία. Δεν πρέπει  όμως ο άνθρωπος να τηρεί τις εντολές του Χριστού για να εισπράξει των έπαινο των ανθρώπων, αλλά από αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού, γιατί με την τήρησή τους κάνουμε πνευματική πρόοδο και επιτελούμε το καθ΄ ομοίωσιν που είναι ο σκοπός της δημιουργίας μας. Η νηστεία ταπεινώνει τον άνθρωπο κι όταν συνοδεύεται από προσευχή και ελεημοσύνη μπορεί να τον χαριτώσει και να τον κάνει να ξεπεράσει τον κρυφό εγωισμό του και να τον οδηγήσει στην αγάπη. Η σωτηρία της ψυχής  μας δεν κερδίζεται χωρίς την δική μας θέληση, χωρίς ειλικρινή μετάνοια και χωρίς τον πνευματικό αγώνα. Οι πύλες του σταδίου των αρετών ανοίγουν από αύριο, και τα αγωνίσματα είναι γνωστά για τον καθένα από  εμάς. Νηστεία, εγκράτεια, προσευχή, ταπείνωση, μετάνοια και ελεημοσύνη. Και έτσι αφού διατρέξουμε το στάδιο των θείων αγωνισμάτων θα φθάσουμε νικητές και θα προσκυνήσουμε σωστά προετοιμασμένοι τα Άγια πάθη και την ένδοξο Ανάσταση του Χριστού.
Μητρόπολη Κωνσταντίας – Ξένια Παντελή, θεολόγος.





 Σύντομος βίος του Αγίου Αλεξίου .

Ἄνθρωπος ἐν γῇ τοῦ Θεοῦ κληθεὶς μόνος, Ἕξεις τὶ καινὸν κἄν πόλῳ, Πάτερ μόνος. Ἑβδομάτῃ δεκάτῃ, Ἀλέξιε, πότμον ἀνέτλης.
Ο Όσιος Αλέξιος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) και Ονωρίου (395 – 423 μ.Χ.) από ευσεβείς και εύπορους γονείς. Ο πατέρας του Ευφημιανός ήταν συγκλητικός, φιλόπτωχος και συμπαθής, ώστε καθημερινά παρέθετε τρεις τράπεζες στο σπίτι του για τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους που ήταν πτωχοί. Η γυναίκα του ονομαζόταν Αγλαΐς και ήταν άτεκνη. Στη δέησή της να αποκτήσει παιδί, ο Θεός την εισάκουσε. Και τους χάρισε υιό. Αφού το παιδί μεγάλωσε κι έλαβε την κατάλληλη παιδεία, έγινε σοφότατος και θεοδίδακτος. Όταν έφθασε στη νόμιμη ηλικία, τον στεφάνωσαν με θυγατέρα από βασιλική και ευγενική γενιά. Το βράδυ όμως στο συζυγικό δωμάτιο ο Όσιος, αφού πήρε το χρυσό δακτυλίδι και τη ζώνη, τα επέστρεψε στην σύζυγό του και εγκατέλειψε τον κοιτώνα. Παίρνοντας αρκετά χρήματα από τα πλούτη του έφυγε με πλοίο περιφρονώντας την ματαιότητα της επίγειας δόξας. Καταφθάνει στην Λαοδικεία της Συρίας και από εκεί στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Εκεί ο Όσιος Αλέξειος μοίρασε τα χρήματα στους πτωχούς, ακόμη και τα ιμάτιά του, και, αφού ενδύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα, κάθισε στο νάρθηκα του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ως ένας από τους πτωχούς. Προτίμησε έτσι να ζει με νηστεία όλη την εβδομάδα και να μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή, ενώ μόνο τότε έτρωγε λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό.
Οι γονείς του όμως τον αναζητούσαν παντού και έστειλαν υπηρέτες τους να τον βρουν. Στην αναζήτησή τους έφθασαν μέχρι το ναό της Έδεσσας, χωρίς ωστόσο να τον αναγνωρίσουν. Οι δούλοι επέστρεψαν άπρακτοι στη Ρώμη, ενώ η μητέρα του Αλέξιου με οδύνη, φορώντας πτωχά ενδύματα, καθόταν σε μια θύρα του σπιτιού πενθώντας νύχτα και ημέρα. Το ίδιο και η νύφη, που φόρεσε τρίχινο σάκκο και παρέμεινε κοντά στην πεθερά της.
Ο Όσιος Αλέξιος για δεκαεπτά χρόνια παρέμεινε στο νάρθηκα του ναού της Θεοτόκου ευαρεστώντας το Θεό. Και μια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον προσμονάριο του ναού σε όνειρο και του ζήτησε να του φέρει μέσα στο ναό τον άνθρωπο του Θεού. Τότε ο προσμονάριος, αφού βγήκε από το ναό και δεν βρήκε κανένα παρά μόνο τον Αλέξιο, εδεήθηκε στη Θεοτόκο να του υποδείξει τον άνθρωπο, όπως κι έγινε. Τότε πήρε από το χέρι τον Όσιο Αλέξιο και τον εισήγαγε στο ναό με κάθε τιμή και μεγαλοπρέπεια.
Μόλις ο Όσιος κατάλαβε ότι έγινε γνωστός εκεί, έφυγε κρυφά και σκέφτηκε να πάει στην Ταρσό, στο ναό του Αγίου Παύλου του Αποστόλου, όπου εκεί θα ήταν άγνωστος. Αλλα όμως σχεδίασε η Θεία Πρόνοια. Γιατί βίαιος άνεμος άρπαξε το πλοίο και το μετέφερε στη Ρώμη. Βγαίνοντας από το πλοίο κατάλαβε ότι ο Κύριος ήθελε να επανέλθει ο Αλέξιος στο σπίτι του.
Όταν συνάντησε τον πατέρα του, που δεν αναγνώρισε τον υιό του, του ζήτησε να τον ελεήσει και να τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζάς του. Με μεγάλη προθυμία ο πατέρας του δέχθηκε να τον ελεήσει και μάλιστα του έδωσε κάποιο υπηρέτη για να τον βοηθάει. Κάποιοι δούλοι από την οικία τον πείραζαν και τον κορόιδευαν, όμως αυτό δεν τον ένοιαζε. Έδινε την τροφή του σε άλλους, παραμένοντας όλη την εβδομάδα χωρίς τροφή και νερό, και μόνο μετά την Κοινωνία των Θείων και Αχράντων Μυστηρίων δεχόταν λίγο άρτο και νερό.
Έμεινε λοιπόν για δεκαεπτά χρόνια στον πατρικό οίκο χωρίς να τον γνωρίζει κανένας. Όταν έφθασε ο καιρός της κοιμήσεώς του, τότε κάθισε κι έγραψε σε χαρτί όλο το βίο του, τους τόπους που πέρασε, αλλά και κάποια από τα μυστικά που γνώριζαν μόνο οι γονείς του. Κάποια Κυριακή, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, ακούσθηκε φωνή από το Άγιο Θυσιαστήριο, που καλούσε τους συμμετέχοντες να αναζητήσουν τον άνθρωπο του Θεού. Την Παρασκευή ο Όσιος Αλέξιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, ενώ το απόγευμα της ίδιας μέρας οι πιστοί βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος προσήλθαν στο ναό για να δεηθούν στο Θεό να τους αποκαλύψει τον άγιο άνθρωπο του Θεού. Τότε μια φωνή τους κατηύθυνε στο σπίτι του Ευφημιανού. Λίγο αργότερα οι βασιλείς μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο έφθασαν στο σπίτι του Ευφημιανού, προξενώντας μάλιστα την απορία της γυναίκας και της νύφης του για την παρουσία τους εκεί, και ρώτησαν τον Ευφημιανό . Όμως εκείνος, αφού ρώτησε πρώτα τους υπηρέτες, είπε ότι δεν γνώριζε τίποτα. Στην συνέχεια ο υπηρέτης που φρόντιζε τον Όσιο Αλέξιο, παρακινούμενος από θεία δύναμη ανέφερε τον τρόπο ζωής του πτωχού, τον οποίο εξυπηρετούσε. Τότε ο Ευφημιανός χωρίς να γνωρίζει ότι ο Όσιος είναι ήδη νεκρός, αποκάλυψε το πρόσωπο αυτού, που έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου. Στο χέρι του Οσίου μάλιστα είδε χαρτί, που δεν μπόρεσε να αποσπάσει. Στη συνέχεια ανέφερε στους επισκέπτες του ότι βρέθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Οι βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος τότε εδεήθησαν στον Όσιο να τους επιτρέψει να δουν το χαρτί που είχε στο χέρι του. Μόλις ο αρχειοφύλακας πήρε στο χέρι του το χαρτί, ο Ευφημιανός αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για τον υιό του, τον οποίο αναζητούσε χρόνια τώρα, και μεγάλο πένθος έπεσε στην οικογένειά του. Θρήνος μεγάλος και από την γυναίκα και τη νύφη του.
Ο βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το τίμιο λείψανο του Οσίου στο μέσο της πόλεως και κάλεσαν όλο το λαό για να έλθει να προσκυνήσει και να λάβει ευλογία. Όσοι προσέρχονταν και ασπάζονταν το τίμιο λείψανο, άλαλοι, κουφοί, τυφλοί, λεπροί, δαιμονισμένοι, όλοι θεραπεύονταν. Βλέποντας αυτά τα θαύματα οι πιστοί δόξαζαν τον Θεό. Ήταν τόσος ο κόσμος που προσερχόταν για να δει το τίμιο λείψανο, που δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν στο ναό του Αγίου Βονιφατίου για να το ενταφιάσουν. Έριξαν ακόμη και χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή, αλλά μάταια. Όταν πια μεταφέρθηκε το τίμιο λείψανο στο ναό, για επτά μέρες γιόρταζαν πανηγυρικά και στην γιορτή συμμετείχαν οι γονείς και η νύφη. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε το τίμιο λείψανο σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό, άργυρο και πολύτιμους λίθους. Αμέσως άρχισε να ευωδιάζει και να αναβλύζει μύρο, το οποίο έγινε ίαμα και θεραπεία για όλους.