ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

22 Σεπτεμβρίου , Α΄ Κυριακή των ευαγγελικών περικοπών εκ του κατά Λουκάν ευαγγελίου και των Αγίων ιερομάρτυρος Φωκά επισκόπου Σινώπης και Φωκά μάρτυρος του Κηπουρού .

Σύντομες γραπτές σκέψεις από το ιστολόγιο
  ''Απλά κι ορθόδοξα '' του π.Χερουβίμ Βελέτζα   

Κυριακή Α΄ Λουκά
Το Ευαγγέλιο της Κυριακής,
η απόδοσή του στην νεοελληνική.
***
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο
Κεφ.  5, χωρίο 1 έως χωρίο 11

Κλῆσις τῶν πρώτων μαθητῶν

Ε´.1 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ὁ ᾿Ιησοῦς ἦν ἑστὼς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, 2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. 3 ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. 4 ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. 5 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. 6 καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. 7 καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. 8 ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν ᾿Ιησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· 9 θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, 10 ὁμοίως δὲ καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ ᾿Ιησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. 11 καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
ΑΠΟΔΟΣΗ

Εκείνον τον καιρό ο Ιησούς στεκόταν κοντά στη λίμνη της Γεννησαρέτ και είδε δυο πλοιάρια κοντά στη λίμνη. Οι ψαράδες όμως είχαν βγει έξω και έπλεναν τα δίχτυα. Μπήκε λοιπόν ο Ιησούς σ' ένα από αυτά (πλοιάρια), πού ανήκε στον Σίμωνα και τον παρεκάλεσε να απομακρυνθεί λίγο από την ακρογιαλιά. 
Τότε εκάθισε και εδίδασκε από το πλοιάριο τα μαζεμένα πλήθη. Μόλις όμως τελείωσε να ομιλεί, είπε στον Σίμωνα: «Πήγαινε στα βαθιά και ρίξτε τα δίχτυα σας για ψάρεμα». Και ο Σίμων αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε όλη τη νύχτα κοπιάσαμε χωρίς να πιάσουμε τίποτε. Άλλα, επειδή εσύ το λέγεις, θα ξαναρίξω το δίχτυ για χατήρι σου. Όταν το έκαναν, έπιασαν τόσα πολλά ψάρια, πού το δίχτυ τους άρχισε να σχίζεται. 
Και έκαναν νεύματα στους συντρόφους τους, πού ήσαν στο άλλο πλοιάριο, να έλθουν και να τους βοηθήσουν. Και ήλθαν. Και εγέμισαν και τα δυο πλοιάρια, ώστε να κινδυνεύουν να βυθιστούν. Όταν ο Σίμων Πέτρος είδε τι έγινε έπεσε στα γόνατα του Ιησού και είπε: «Απομακρύνσου απ' εδώ, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός». Αυτό το είπε, γιατί και αυτός και οι άλλοι, όσοι ήταν μαζί του, εδοκίμασαν μεγάλη έκπληξη με τα ψάρια πού έπιασαν. Επίσης και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, υιοί Ζεβεδαίου, πού ήσαν συνεταίροι του Πέτρου.

Και είπεν ο Ιησούς στον Σίμωνα: «Μη φοβάσαι. Από εδώ και πέρα θα ψαρεύεις και θα πιάνεις ανθρώπους». Και όταν έφεραν τα πλοιάρια στην ξηρά, τα εγκατέλειψαν όλα και ακολούθησαν τον Χριστό.

(Λουκ. 5, 1-11)
Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς περιγράφει την κλήση του Πέτρου, του Ιακώβου και του Ιωάννη. Ο Χριστός, αφού χρησιμοποίησε το πλοίο του Πέτρου για να κηρύξει στο λαό, τον διατάζει να ρίξει στη θάλασσα το δίχτυ. Κι εκείνος, παρά τον κόπο της προηγούμενης νύχτας, που μάλιστα δεν είχε αποδώσει καρπούς, από σεβασμό και υπακοή προς τον Διδάσκαλο έριξε τα δίχτυα στη θάλασσα και έπιασε τόσα πολλά ψάρια, που ήρθαν και ο Ιάκωβος με τον Ιωάννη με το δικό τους πλοίο να βοηθήσουν στην ανέλκυση των ψαριών, που γέμισαν και τα δύο πλοία σε βαθμό που σχεδόν να βυθίζονται. Μπροστά σε τούτο το αδιαμφισβήτητο θαύμα, που γέμισε δέος και κατάπληξη όλους τους ψαράδες, ο Πέτρος πέφτει και προσκυνεί τον Ιησού. Και ο Κύριος τον καλεί στο εξής να γίνει αλιέας ανθρώπων, να γίνει δηλαδή μαθητής Του και απόστολος του Ευαγγελίου. Χωρίς δεύτερη σκέψη, τόσο ο Πέτρος όσο και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, παράτησαν στην ακτή και τα πλοία τους και τα ψάρια και ακολούθησαν τον Χριστό, αποδεχόμενοι την πρόσκληση που τους έκαμε.

Στην διήγηση αυτή βλέπουμε κάποια στοιχεία της προσωπικότητας των αγίων Αποστόλων, τα οποία όχι μόνο διέκρινε ο Χριστός προκειμένου να τους προσκαλέσει να γίνουν μαθητές Του, αλλά αποτελούν και απαραίτητες προϋποθέσεις για τον καθένα μας, προκειμένου να είναι και να λογίζεται χριστιανός. Και αυτά δεν είναι άλλα από την απλότητα της καρδιάς, την υπακοή στο θέλημα του Θεού, την πίστη και την προθυμία.
Ο Χριστός ζητάει από τον Πέτρο να ρίξει πάλι τα δίκτυα στη θάλασσα. Ο απλός ψαράς της Γεννησαρέτ με απλότητα, χωρίς να προβάλλει αντιρρήσεις ότι είναι αδύνατον τέτοια ώρα να πιάσουν ψάρια, υπακούει στην προτροπή του Χριστού. Χωρίς να σκεφτεί τον κόπο, πρόθυμα «χαλάει» το δίχτυ και όταν βλέπει το μέγεθος του θαύματος, με πίστη πέφτει και προσκυνεί τον Χριστό. Η Πίστη του πάλι είναι που του υπαγορεύει, όπως και στους άλλους δύο φίλους του ψαράδες, πρόθυμα και χωρίς ενδοιασμό να εγκαταλείψουν τα πάντα και να ακολουθήσουν τον Διδάσκαλο.
Αν κοιτάξουμε την ιστορία της Εκκλησίας θα διαπιστώσουμε ότι τα στοιχεία αυτά, η πίστη δηλαδή, η απλότητα, η υπακοή και η προθυμία, είναι κοινά σε όλους τους αγίους, σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που έβαλαν πάνω από τον εαυτό τους το Χριστό και την Εκκλησία. Είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που τους επέτρεψαν να ζουν και να κινούνται επάνω στη γη και παράλληλα να είναι πολίτες του Ουρανού. Είναι τα στοιχεία εκείνα που έχουμε όλοι μας ανάγκη προκειμένου να μη χάνουμε τον προσανατολισμό μας μέσα στον ωκεανό της ζωής και της βιοπάλης και να μην καταποντιζόμαστε από την καθημερινότητα.
Η ζωή μας χρειάζεται πίστη. Χωρίς την πίστη στο Θεό, ο κάθε άνθρωπος τελικά μένει μόνος του επάνω στη γη, έρμαιο των περιστάσεων και των πειρασμών του βίου. Χωρίς την πίστη δεν έχει ούτε πυξίδα στη ζωή του, ούτε άγκυρα, δεν έχει δηλαδή ούτε προσανατολισμό αλλά ούτε και στήριγμα από το οποίο να παίρνει δύναμη. Και η πίστη δεν είναι μια αφηρημένη έννοια, αλλά η βεβαιότητα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Θεάνθρωπος Σωτήρας μας, ο φίλος μας και ο αδελφός μας.
Χωρίς πάλι την απλότητα της καρδιάς ούτε η πίστη μπορεί να εδραιωθεί ούτε το θαύμα στη ζωή μας να γίνει. Αν αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε και να διερωτόμαστε για τα μυστήρια του Θεού, αν προσπαθούμε με τα δικά μας μέτρα να κρίνουμε και να κατανοήσουμε το θέλημά Του, αν αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε ότι είναι δίπλα μας και ότι έχει τη δύναμη να πραγματοποιήσει το θαύμα στη ζωή μας, τότε τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Αν δεν έχουμε την παιδική απλότητα να δεχτούμε ότι για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά, τότε δυστυχώς και η ίδια μας η πίστη σταδιακά θα εξασθενεί και θα χαθεί.
Η υπακοή και η προθυμία πάλι είναι αλληλένδετες. Ο Χριστός μάς καλεί όλους να Τον ακολουθήσουμε, να γίνουμε μαθητές Του, να ακούσουμε τον λόγο Του και να Τον μιμηθούμε στην πορεία Του μέσα στον κόσμο, που συχνά δεν Τον δεχόταν και δεν Τον δέχεται, να συσταυρωθούμε μαζί Του, να ζήσουμε τέλος μαζί Του το φως και τη χαρά της Αναστάσεως. Δεν μάς υποχρεώνει, αλλά δείχνει το δρόμο σε αυτούς που θέλουν να Τον ακολουθήσουν. Άρα η υπακοή στο θέλημα του Θεού μπορεί να εννοηθεί μόνο όταν γίνεται με προθυμία, όχι καταναγκαστικά, ούτε από φόβο, αλλά με ζέση ψυχής, με χαρά, με διάθεση αγωνιστική.
Όλα αυτά τα στοιχεία, πίστη, απλότητα, υπακοή στο θέλημα του Θεού και προθυμία, είναι τα απαραίτητα εφόδια για τη ζωή μας. Είναι εκείνα που δεν θα μας αφήσουν να αποπροσανατολιστούμε μέσα στην κακία και τους πειρασμούς του κόσμου, και θα μας οδηγήσουν στο φώς του Χριστού. Αρκεί να θέσουμε τον Χριστό ως πρώτη επιλογή στη ζωή μας και να μιμηθούμε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, οι οποίοι «ἀφέντες πάντα ἠκολούθησαν αὐτῷ».


Read more: http://xerouveim.blogspot.com/2009/10/27-9-09_1273.html#ixzz2fWCQpxk1


Φωκά ιερομάρτυρος & Κηπουρού (22 Σεπτεμβρίου)


του Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου

Οι δύο Φωκάδες

Σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, η αγία μας Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη δυο αγίων της Σινώπης του Πόντου, πού φέρουν το ίδιο όνομα.

Ο ένας ο άγιος Φωκάς ο Ιερομάρτυς και ο άλλος ο άγιος μάρτυς Φωκάς ο κηπουρός. Σκόπιμο θεωρώ να γνωρίσωμε το βίο και των δύο.

Ο άγιος Φωκάς ο Ιερομάρτυς έζησε ατά τέλη του πρώτου αιώνα στη Σινώπη του Πόντου, περίφημη και αρχαία πόλι της Μαύρης θάλασσας. Οι γονείς του, ευσεβέστατοι χριστιανοί ο Πάμφιλος και η Μαρία τον εδίδαξαν από αυτά τα σπάργανα ακόμα τα ιερά γράμματα, την πίστι και την ευσέβεια.

«Εξ απαλών ονύχων» έλαβε το υπερφυσικό χάρισμα να ενεργή θαύματα. Πολλούς εθεράπευσε και με του λόγου τη διδασκαλία αλλά και με τη δύναμι της θαυματουργίας. Γι” αυτό και σε νέα ηλικία αναδείχτηκεν επίσκοπος «και πολλούς απίστους επέστρεψεν εις το φως της θεογνωσίας».                                                                                         —

Όλη του τη ζωή την επέρασεν «ευεργετών και ιώμενος» και σε ώριμη ηλικία κατά τρόπο θαυμαστό πληροφορήθηκε την εκ του κόσμου εκδημία και το τέλος του το μαρτυρικό.

Ένα περιστέρι ήλθε και εκάθισε στην κεφαλή του και με ανθρώπινη ομιλία του αποκάλυψε το θέλημα του Θεού: «ποτήριον κεκέρασταί σοι, ο και δει σε πιείν», δηλαδή ήδη εγέμισε το ποτήρι της ζωής και αναμίχτηκε με το δηλητήριο των φρικτών βασάνων τα όποια και πρέπει να γευθής.

Και πραγματικά καταγγέλθηκε στον έπαρχον Αφρικανό για τη δράσι του τη θεοφιλή και τη ζωή του την αγία και ωδηγήθηκε μπροστά του και στη σχετική ανάκρισι ο άγιος απάντησε θεολογώντας το Χριστό και κηρύττοντας την δι” αυτού Σωτηρία.

Άλλα ο Αφρικανός ετόλμησε να βλασφημήση το Χριστό και να ξυλοκοπήση τον άγιο, και αμέσως έγινε σεισμός και ενεκρώθησαν και ο Αφρικανός και οι στρατιώτες του. Και βέβαια ο άγιος τους ανέστησε υπείκοντας στα παρακάλια της γυναίκας του Έπαρχου.

Ύστερα από αυτό ωδήγησαν τον άγιο στον αυτοκράτορα Τραϊανό ο όποιος διέταξε και εκρέμασαν τον άγιο και τον καταξέσχισαν υστέρα δε και σε λάκκο με ασβέστη τον έρριξαν επειδή εκήρυττε με θάρρος το Χριστό. Άλλα μη υποκύπτοντας στα μαρτύρια τον έκλεισαν τον άγιο σ” ένα λουτρό το οποίο εθέρμαναν σε υψηλότατο βαθμό και εκεί μέσα ο ένδοξος Φωκάς παρέδωκε το πνεύμα στο Χριστό.

Και πάλι μετά θάνατον ο άγιος θαυματουργεί και σαν τον άγιο Νικόλαο έγινε και παρουσιάζεται προστάτης των ναυτικών.

Ο άγιος τώρα μάρτυς Φωκάς ο κηπουρός, καταγόταν και αυτός από την ως άνω πόλι του Πόντου την Σινώπη, μα ήταν στο βίο και στους τρόπους απλός. Ένα πολύ μικρό κήπον είχε τον όποιον ολημερίς καλλιεργούσε και με τα προϊόντα του ζούσε εκείνος και επρόσφερε και σε κάθε άλλο φτωχό.

Καλλιεργούσε μάλιστα παράλληλα με τον κήπο του και τον κήπο της ψυχής του και τον εστόλιζε με τα άνθη των αρετών.

Αυτός ο απλός στους τρόπους και φιλάνθρωπος κηπουρός με τις ελεημοσύνες του και τον υποδειγματικό του βίο, πολλούς προσήλκυε κοντά ατό Χριστό, γι” αυτό και η δράσι του και η παρουσία του αισθητή και πολύ ενοχλητική έγινε για τον έπαρχο της πόλεως και τον άπιστο λαό.

Και ο Έπαρχος διέταξε τους στρατιώτες του να τον βρουν και να τον αποκεφαλίσουν.

Πράγματι, έτρεξαν οι στρατιώτες και μπαίνοντας στη Σινώπη τους υποδέχθηκεν ο φιλόξενος κηπουρός. Έμειναν στο σπίτι του έφαγαν και αναπαύτηκαν θαυμάσια. Και ο ευγενής κηπουρός Φωκάς τους ερώτησε, πόθεν έρχονται και για ποιο σκοπό. Να, —του είπαν— αναζητούμε στην πόλι τούτη το Φωκά τον κηπουρό, έχομε εντολή να τον αποκεφαλίσουμε γιατί παρά τις απαγορεύσεις του αυτοκράτορα εξακολουθεί να διαδίδη το λόγο το χριστιανικό. Τί δίλημμα ήταν εκείνο! Ποιος από εμάς, αγαπητοί μου αδελφοί, δεν θα κρυβόταν χρησιμοποιώντας το ψέμμα, ή και εάν ανακαλυπτόταν δεν θα υπενθύμιζε την υποχρέωσι για τη φιλοξενία; Και όμως ο άγιος Φωκάς απερίφραστα, χωρίς να κιτρινίση από το φόβο του, χωρίς να ανέβη το αίμα στο κεφάλι του, με απλότητα και αυθορμητισμό αποκάλυψε στους στρατιώτες ότι αυτός ήταν ο Φωκάς ο κηπουρός.

Οι στρατιώτες επάγωσαν, βαθύτατοι βέλος θλίψεως διαπέρασε τις καρδιές τους. Όχι —είπαν— δεν ημπορεί, δεν είναι δυνατό να φονέψωμε ένα τέτοιο τέλειο άνθρωπο φιλάνθρωπο και φιλόξενο χριστιανό. Μην ανήσυχης —του είπαν— εμείς θα πείσωμε τον άρχοντα ότι παντού εψάξαμε και πουθενά δεν εβρίκαμε τον αναζητούμενο κηπουρό.

Όχι αδελφοί μου, τους είπε. Τί θα κερδίσω εγώ; Ποθώ «αναλύσαι και συν Χριστώ είναι», ίσως – ίσως δε θα κινδυνέψετε εσείς να χάσετε τη ζωή σας από τον ηγεμονικό θυμό. Και οι στρατιώτες υπάκουσαν και με πόνο και φρίκη και καϋμό την αγία του κηπουρού Φωκά κεφαλήν απέκοψαν και εκτέλεσαν το χρέος τους και απέναντι στο νόμο και απέναντι στο Θεό!

Ω, αγαπητοί μου αδελφοί, ευτολμία, ώ καρτερότης, ώ ευψυχία! Και από τους δύο σημερινούς αγίους πολλά διδάγματα βγαίνουν για κάθε έναν από εμάς και για κάθε χριστιανό. Και των δυο αγίων Φωκάδων καλούμεθα να ασπασθούμε το ζήλο και τον πόθο τον ιερό, τη γνώσι της ευσέβειας και τον πρακτικό χριστιανισμό. Το δώρο της θαυματουργίας και το καθήκον της φιλοξενείας το ιερό, το χάρισμα το προορατικό και το θάρρος και την παρρησία μπροστά στο θάνατο το μαρτυρικό.

Χριστός και ψυχή μας χρειάζονται «τα δύο ταύτα».

Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου , Καθηγουμένου Ι. Μ. Αγίου Ιγνατίου – Λειμώνος Λέσβου , από το βιβλίο του «Εορτοδρόμιον»


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου