ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

Αρχή του Ιανουαρίου του νέου έτους 2013 και εορτάζουμε το γεγονός της Περιτομής του Κυρίου και τη μνήμη του Μεγάλου πατρός της εκκλησίας Βασιλείου επισκόπου Καισαρείας του Ουρανοφάντορος . Οι ιερείς και τα στελέχη της ενορίας σας ευχόμαστε αίσιο , ευτυχές και απαρχή σωτηρίας το Νέο Έτος !


Η Περιτομή τοῦ Κυρίου (1η Ιανουαρίου)
Τριπλή εορτή σήμερα! Οι δύο από τις εορτές έχουν εκκλησιαστικό χαρακτήρα: η εορτή της περιτομής του Κυρίου μας, όπως και η εορτή και η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου Αρχιεπισκόπου Καισαρείας. Και κοντά σ’ αυτές τις δύο γιορτές υπάρχει και η πολιτική εορτή της ένάρξης του νέου πολιτικού έτους, η πρωτοχρονιά, η οποία όμως κι αυτή προσλαμβάνει, μέσα στην Εκκλησία για όλους μας, πνευματικό χαρακτήρα. Ας δούμε όμως τι ήταν η περιτομή.

Η ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΓΕΝΙΚΑ: Στην Αγία Γραφή περιτομή νοείται η αποκοπή του έξω άκρου του ανδρικού μορίου. Η πράξη αυτή ορίστηκε από το Θεό ως επισφράγισμα της συνθήκης Του με τον Αβραάμ. Έτσι οι πρώτοι που επεβλήθησαν σε περιτομή ήταν ο Αβραάμ και οι άρρενες της οικογένειάς του (Γέν. ιζ΄10-13). Η συνθήκη αυτή επαναλήφθηκε επί Μωυσέως, (Έξ. ιβ΄43,44). Έτσι κατά την ιουδαϊκή θρησκεία η περιτομή κατέστη μια επίσημη τελετή που εφαρμοζόταν σε κάθε αρσενικό τέκνο την όγδοη μέρα από γεννήσεώς του. Αυτήν την τελετή τηρούσαν πάντοτε με επιμέλεια οι Ισραηλίτες, πλην της περιόδου που περιφέρονταν στην έρημο του Σινά. Τα όργανα που χρησιμοποιούσαν ήταν ξυράφι, μαχαίρι (το λεγόμενο “μοέλ”) και λίθος οξύστομος (Ιησ. Ν. ε΄3). Ήταν μια προσφορά του παιδιού στο Θεό.
 Από εκείνη τη στιγμή το παιδί σήμαινε πως ανήκε στο Θεό. Ήταν μια υπενθύμιση πως ο Ιουδαίος όφειλε να διαφέρει απ' όλους τους άλλους και στην πίστη και να μην προσκυνά τα είδωλα των ειδωλολατρών. Είχε δοθεί και για λόγους υγιεινής (πρόληψη ασθενειώνκαι μολύνσεων). Οι Ιουδαίοι ως περιπλανώμενος λαός δε θα χαρακτηριζόταν από προσήλωσή στην καθαριότητα. Ακόμη προσθέτουμε, πως έκοπταν ένα ευτελές σαρκίο το οποίο ήταν η αιτία του κατακλυσμού και της καταστροφής Σοδόμων και Γομόρων, δηλαδή η ακράτεια της γενετήσιας ορμής. Σαρκολάτρες ήταν οι συμπολίτες του Νώε και έκφυλοι οι κάτοικοι των Σοδόμων και Γομόρων.
Όρισε ο Θεός, η περιτομή να γίνεται στη χώρα των γεννητικών οργάνων, γιατί σ' αυτά χρειαζόταν ένας κάποιος περιορισμός και αρκετή εγκράτεια. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και άλλοι λαοί της Ανατολής περιτέμνονταν, όπως οι Αιγύπτιοι και οι Αιθίοπες. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Άραβες, λόγω της προέλευσής τους από τον Ισμαήλ, το γιο του Αβραάμ, παρέλαβαν και αυτοί την περιτομή περνώντας τη συνήθεια και στους πιστούς της μουσουλμανικής θρησκείας. Οι Αιθίοπες και οι κάτοικοι της Ερυθραίας παρέλαβαν από τους Ιουδαίους την περιτομή και ακόμη και μετά τον εκχριστιανισμό τους τη διατήρησαν. Ο σκοπός της εβραϊκής περιτομής ήταν η διάκρισή τους από τα υπόλοιπα γειτονικά έθνη, αλλά κατέληξε σε έναν ακόμα τυπολατρικό παράγοντα της θρησκείας τους. Έτσι οι Εβραίοι αυτοαποκαλούνταν “Περιτομή” ενώ τα λοιπά έθνη τα ονόμαζαν “Ακροβυστία”. Στην Αγία, όμως, Γραφή “περιτομή” και “περιτετμημένος την καρδίαν” σημαίνει τον καθαρό, τον αγνό, τον αναγεννημένο, ενώ οι λέξεις “απερίτμητος” και “ακροβυστία” τον ασεβή και κακό, τον ρυπαρό: “περιτμήθητε τω Θεώ υμών και περιτέμνεσθε την σκληροκαρδίαν υμών, άνδρες Ιούδα και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ, μη εξέλθῃ ως πυρ ο θυμός μου και εκκαυθήσεται” (Ιερ. δ΄4 αλλά και Ιεζ. μδ΄6,7). Μετά την Πεντηκοστή και τη δημιουργία της Εκκλησίας, το θέμα της περιτομής δίχασε του πιστούς. Ορισμένοι επέμεναν ότι οι προσήλυτοι εξ εθνών έπρεπε πρώτα να περιτμηθούν και μετά να βαπτισθούν. Αλλά με την πάροδο του χρόνου και τον πειστικό λόγο του Αποστόλου Παύλου αλλά και άλλων Αποστόλων βεβαιώθηκαν κι αυτοί ότι: “εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβυστία, αλλὰ καινὴ κτίσις.” (Γαλ. στ΄15).
Η ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Η περιτομὴ του βρέφους Ιησού έγινε στὴ Συναγωγὴ τῆς Βηθλεέμ. (Λουκ. 2, 5). Όμως το Θείο Βρέφος της φάτνης, αφού γεννήθηκε με τον Παλαιὸ Νόμο, έπρεπε νὰ υποβληθεί και Αὐτὸ στον τύπο, ο οποίος έπρεπε να ισχύει μέχρι την κατάργησή του. Ο Απόστολος Παύλος λέει σχετικά: “ότε δὲ ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεὸς τον υιὸν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπὸ νόμον, ίνα τους υπὸ νόμον εξαγοράση, ίνα τὴν υιοθεσίαν απολάβωμεν” (Γαλ. δ΄4,5). Η περιτομή συνοδευόταν και με την ονοματοδοσία του βρέφους. Το ίδιο συνέβη και με το Θείο Βρέφος που του δόθηκε το όνομα Ιησούς που είναι ελληνικός όρος από το Εβραϊκό Γεσούα. Είναι το ίδιο με το όνομα «Εμμανουήλ» που αναφέρει ο Ησαΐας, και σημαίνει «ο Θεός είναι μαζί μας».
Ο Απόστολος Παύλος προσθέτει πως οι πιστοί περιετμήθησαν και με περιτομὴ πνευματική, που ενεργείται απ᾿ το Αγιο Πνεύμα. Και αυτή συνίσταται στο γδύσιμο και την αποβολὴ του σώματος, που δούλεψε στις αμαρτίες της σάρκας. Το γδύσιμο αὐτὸ, έλεγε, είναι η περιτομή, που πήραν απὸ τὸν Χριστό, όταν θάφτηκαν μαζί Του, διά του Αγιου Βαπτίσματος.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ: Σήμερα, λοιπόν, ο μεγάλος αναμενόμενος του Ισραηλιτικού λαού, «Θεός ων κατ' ουσίαν» και ενώ κρατά τα σύμπαντα στα πανίσχυρα χέρια του, ενδύεται την ανθρώπινη μορφή. Οκτώ ημερών αδύναμο βρέφος, τυλιγμένο σε ταπεινά σπάργανα, τον κρατά στην αγκαλιά της η αγνή Μητέρα Του και τον οδηγεί στο ναό. Ο φωτισμένος υμνογράφος της Εκκλησίας μας, θεολογώντας ποιητικά, σχολιάζει και δοξολογεί: «Ουκ επησχύνθη (δεν ντράπηκε) ο πανάγαθος Θεός, της σαρκός την περιτομήν αποτμηθήναι, αλλ' έδωκεν εαυτόν, τύπον και υπογραμμόν (πρότυπο και παράδειγμα), πάσι προς σωτηρίαν, ο γαρ του Νόμου Ποιητής, τα του Νόμου εκπληροί, και των προφητών τα κηρυχθέντα περί αυτού. Ο πάντα περιέχων δρακί (που κρατάει τα πάντα στα χέρια Σου), και εν σπαργάνοις ειληθείς, Κύριε δόξα σοι».
Το μυστήριο της θεϊκής συγκατάβασης είναι μεγάλο και άρρητο. Θεός στην Ιστορία, διέρχεται όλα τα στάδια του ανθρώπινου βίου, αγιάζει τη χωματένια ζωή, πραγματοποιεί και ολοκληρώνει το θεϊκό σχέδιο της σωτηρίας των ανθρώπων. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διαβλέπει στην περιτομή τύπο του βαπτίσματος. Γράφει: «Αφού όμως φανερώθηκε η αλήθεια, είναι ανώφελος ο τύπος και η σκιά.
Επομένως τώρα είναι άχρηστη, περιττή η περιτομή και αντίθετη προς το άγιο βάπτισμα, ο γαρ περιτεμνόμενος χρεωστεί όλον τον νόμον τηρήσαι. Ο Κύριος μάλιστα περιετμήθη για να εκπληρώσει το νόμο, κι ακόμη φύλαξε όλο το νόμο και το Σάββατο, για να εκπληρώσει και να σταθεροποιήσει το νόμο. Αλλά καθώς βαπτίστηκε, και το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε στους ανθρώπους να κατεβαίνει από τον ουρανό με μορφή περιστεράς επάνω Του, από τότε έχει κηρυχθεί η πνευματική λατρεία και ζωή, και η βασιλεία των ουρανών». Αλλά αν η πράξη της περιτομής εγκαταλείφθηκε, η λέξη εξακολουθεί να έχει κάποια σημασία. Εμείς, οι βαπτισμένοι πιστοί, μπορούμε να αναφωνούμε: “Αληθινή περιτομή είμαστε εμείς οι Χριστιανοί, οι οποίοι διά του φωτισμού, που μας δίνει το Πνεύμα του Θεού, προσφέρουμε στο Θεό αληθινή λατρεία.” (Φιλ. γ΄ 3). Η αποστολική περικοπή της εορτής, η οποία είναι από την προς Κολασσαείς επιστολή του Αποστόλου Παύλου, τονίζει την περιτομή την αχειροποίητο “εν ω περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω” που έχουμε υποστεί κι εμείς οι χριστιανοί, μία περιτομή, όμως, κατά την οποία δεν απέκοψαν τμήμα του δέρματός μας, όπως στη σωματική περιτομή, αλλά σε μας περιέκοψαν τα αμαρτήματα, το σώμα της αμαρτίας “εν τη απεκδύσει του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού”. Αυτή είναι η δική μας αχειροποίητος περιτομή, το ότι δηλαδή με το βάπτισμά μας απεκδυόμεθα τα αμαρτήματά μας, κόπτονται τα αμαρτήματά μας, και ακόμη ότι αυτή την περιτομή εμείς την κάνουμε πράξη στη ζωή μας, περικόπτοντας όχι σωματικό μέρος, αλλά περικόπτοντας τις αμαρτίες μας.
“Μορφὴν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες, Θεὸς ων κατ' ουσίαν, πολυεύσπλαγχνε Κύριε· και Νόμον εκπληρών, περιτομήν, θελήσει καταδέχη σαρκικήν, όπως παύσης τα σκιώδη, και περιέλης τὸ κάλυμμα των παθων ημών. Δόξα τη αγαθότητι τη ση, δόξα τη ευσπλαγχνία σου, δόξα τη ανεκφράστω Λόγε συγκαταβάσει σου.”
1. Μηναία, Αποστολική Διακονίας Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Λεξικό βιβλικής Θεολογίας, «Β.Κ.: Άρτος Ζωής», 1980
3. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, 1978, τόμος 1 (Ε.Π.Ε. 1),




Ο εν αγίοις πατήρ ημών Βασίλειος Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας της Καππαδοκίας (1 Ιανουαρίου)
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο άγιος Βασίλειος άκμασε στους χρόνους του βασιλιά Ουάλεντα. Ενώπιόν του ομολόγησε με θάρρος την υγιά ορθόδοξη πίστη και εναντιώθηκε στην κακοδοξία του Αρείου, την οποία αποδέχτηκε ο βασιλιάς σαν φωτιά που λυμαίνεται την Εκκλησία. Ο πατέρας του καταγόταν από τον Πόντο, ενώ η μητέρα του από την Καππαδοκία. Στους λόγους υπερέβαλε τους πάντες, όχι μόνον τους ρήτορες της εποχής του, αλλά και τους παλαιούς. Διότι αφού σπούδασε την κάθε επιστήμη, έφτασε στο ανώτερο σημείο καθεμιάς από αυτές. Αλλά όχι λιγότερο άσκησε την πρακτική φιλοσοφία και μέσω αυτής ανέβηκε στη θεωρία των όντων, οπότε και ανήλθε στον αρχιερατικό θρόνο. Ως αρχιερέας αγωνίστηκε πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατέπληξε τον έπαρχο με το σταθερό και ανυποχώρητο φρόνημά του. Συνέθεσε και λόγους, με τους οποίους εξαφάνισε τα συστήματα των ετεροδόξων, δίδαξε το ορθό ήθος και με σαφήνεια φανέρωσε τη γνώση των όντων. Κι αφού καθοδήγησε το ποίμνιο του Χριστού με κάθε αρετή, εκδήμησε προς τον Κύριο. Ήταν δε κατά τον τύπο του σώματος ψηλός, ξηρός και λιπόσαρκος, μελαχρινός, με ωχρότητα στο πρόσωπο, με μακριά μύτη, κάνοντας κύκλο τα φρύδια του, με σύσπαση αυστηρή αλλά που μοιάζει φροντιστικός, με μέτωπο που ρυτιδώνεται από ακτινοβολίες, επιμήκης στις παρειές, κοίλος στους κροτάφους, χωρίς πολλά μαλλιά, με μεγάλη όμως γενειάδα, μεσήλικας. Ήταν υιός του Βασιλείου και της Εμμέλειας. Τελείται δε η σύναξή του στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Ο μέγας Ιωάννης Δαμασκηνός, ο βαθύς θεολόγος και ιδιοφυής υμνογράφος της Εκκλησίας μας, είναι ο συνθέτης του κανόνα του αγίου Βασιλείου του μεγάλου. Ένας μεγάλος που έγραψε για έναν πολύ μεγάλο, μπροστά στον οποίο όμως ο ίδιος νιώθει μικρός, γι’ αυτό και θεωρεί ότι μόνον ένας με τη φωνή του αγίου Βασιλείου μπορεί να είναι ικανός να εγκωμιάσει τη μεγαλοσύνη του. «Σου την φωνήν έδει παρείναι Βασίλειε, τοις εγχειρείν εθέλουσι, τοις εγκωμίοις σου» (Έπρεπε η δική σου φωνή να είναι παρούσα, Βασίλειε, σ’ αυτούς που θέλουν να επιχειρήσουν τον εγκωμιασμό σου). Παρ’ όλα αυτά το επιχειρεί, ζητώντας τη συγνώμη του και τη χάρη του.
Δεν ξεχνά βεβαίως ο άγιος Δαμασκηνός ότι η εορτή του αγίου συμπίπτει με την Δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και διπλά πανηγυρίζει, κατ’ αυτόν, η Εκκλησία μας: «Άγει διπλήν αληθώς η Εκκλησία εορτήν σήμερον∙ Περιτομής, ως βρέφος Δεσπότου οφθέντος επί γης, και μνήμης οικέτου, σοφού και τρισμάκαρος» (Διπλή εορτή εορτάζει η Εκκλησία σήμερα. Την Περιτομή, διότι ο Δεσπότης Χριστός φάνηκε στη γη ως βρέφος, και την εορτή της μνήμης του δούλου του Χριστού Βασιλείου, του σοφού και τρισμακάριστου). Και προβαίνει σε μία υπερβολή: προκειμένου να τονίσει το ύψος της αγιότητας του Βασιλείου, σημειώνει ότι η Εκκλησία έχει ως στολισμό τη μνήμη του αγίου, όπως έχει στολισμό τη Γέννηση του Κυρίου. «Καλλωπίζεται ώσπερ τω τόκω Χριστού η Νύμφη Εκκλησία, ούτω και τη μνήμη σου, Παμμακάριστε» ( Όπως στολίζεται η Νύμφη Εκκλησία με τον τόκο του Χριστού, έτσι και με τη μνήμη σου, Παμμακάριστε). Η υπερβολή όμως μειώνεται και γίνεται αποδεκτή, αν σκεφτεί κανείς ότι η όποια τιμή ενός αγίου στην πραγματικότητα αποτελεί τιμή και δόξα του ίδιου του Κυρίου. Διότι ο Θεός εξυμνείται με τους αγίους, αφού Εκείνος τους έδωσε τη χάρη του αγιασμού τους. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού».
Ο υμνογράφος μας, βαθύς γνώστης της ζωής και του έργου του Μεγάλου Βασιλείου, προσπαθεί να τον προβάλει στο πλήρωμα των πιστών, σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις της πολυποίκιλης προσωπικότητας και του πολυσχιδούς έργου του. Κατεξοχήν βεβαίως επιμένει στον αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατά των αιρετικών. Ο Βασίλειος για τον άγιο Ιωάννη, αλλά και για τους λοιπούς υμνογράφους που έγραψαν γι’ αυτόν, είναι «ορθοδοξίας τη Εκκλησία βλύσας διδάγματα» (αυτός που ανάβλυσε στην Εκκλησία τα διδάγματα της ορθοδοξίας), «των δογμάτων θησαυρός ο ανέκλειπτος», «ο των πιστών τας καρδίας ενθέως ευφραίνων», όπως αντιστοίχως βεβαίως είναι εκείνος που στηλίτευσε τους αιρετικούς και κονιορτοποίησε όλα τα επιχειρήματά τους: «των απίστων τα δόγματα αξίως εβύθισε» και «τοις αντιθέοις πέλεκυς εκκοπτικός και πυρ καταναλίσκον την απάτην ώφθης, πάτερ Βασίλειε» (φάνηκες σαν κοφτερός πέλεκυς για τους αντίθεους και σαν φωτιά που κατατρώγει την απάτη, πάτερ Βασίλειε).
Η σαν άστρο φωτεινό παρουσία του αγίου Βασιλείου στην Εκκλησία, με την οποία φώτισε αυτήν στον δρόμο της ορθοδοξίας, στηρίχτηκε κατά τον άγιο Δαμασκηνό πρωτίστως σε δύο παράγοντες: πρώτον, στον καθαρό και αγνό τρόπο της ζωής του, με τον οποίο έκανε τον Χριστό ένοικο της ψυχής του. Ενοικώντας δηλαδή ο Χριστός στην ψυχή του, που είναι η πηγή της ζωής, έκανε τον Βασίλειο να αναβλύσει ποταμούς δογμάτων ευσεβών για όλη την οικουμένη. «Χριστόν εισοικισάμενος εν τη ψυχή σου, διά της καθαράς σου πολιτείας, την πηγήν της ζωής, ιεροφάντα Βασίλειε, ποταμούς ανέβλυσας δογμάτων ευσεβών τη οικουμένη», δηλαδή: Αφού έβαλες τον Χριστό ως ένοικο στην ψυχή σου, με την καθαρό τρόπο ζωής σου, Αυτόν που είναι η πηγή της ζωής, ανέβλυσες, ιεροοφάντα Βασίλειε, ποταμούς ευσεβών δογμάτων στην οικουμένη. Κι ο καθαρός τρόπος ζωής του έγκειτο στον αγώνα να αποκτήσει τις αρετές όλων των αγίων: «Πάντων των αγίων ανεμάξω τας αρετάς, πατήρ ημών Βασίλειε» (μάζεψες τις αρετές όλων των αγίων, πατέρα μας Βασίλειε). Δεύτερον, στην τεράστια παιδεία του, την κοσμική και την εκκλησιαστική, καρπό των πολυετών σπουδών του και της μεγαλοφυούς διανοίας του, όπως βεβαίως και της εφέσεώς του προς τον Θεό.  «Των όντων εκμελετήσας την φύσιν και πάντων περισκοπήσας το άστατον» (μελέτησας καλά τη φύση των όντων και εξέτασες το άστατο όλων των δημιουργημάτων), σημειώνει ο άγιος Δαμασκηνός. Και: «Παιδείας γεγονώς απάσης έμπλεως, ου μόνον της κάτω και πατουμένης, πολλώ μάλλον δε της κρείττονος, ανεδείχθης τω κόσμω φως, Βασίλειε» (Έγινες πλήρης από όλη την παιδεία, όχι μόνο την κάτω και γήινη, αλλά πολύ περισσότερο την ανώτερη, γι’ αυτό και φάνηκες στον κόσμο ως φως, Βασίλειε).
Ο άγιος υμνογράφος βεβαίως είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να μην αναφέρει και εκείνο το έργο, πέραν της διδασκαλίας του αγίου και του προσωπικού του αγιασμού, με το οποίο σφράγισε την εποχή του ο άγιος και έμεινε χρυσό παράδειγμα ανά τους αιώνες: την ελεήμονα προσφορά του στον συνάνθρωπο, ιδίως με τη λεγόμενη «Βασιλειάδα». Η φιλανθρωπική δράση του αγίου Βασιλείου όντως έχει μείνει παροιμιώδης. Θεωρείται κυριολεκτικά «κανών», τύπος, προς τον οποίο στρέφουν τα βλέμματα όλοι οι πιστοί στους μετέπειτα αιώνες μέχρι σήμερα, για να κατανοούν τι σημαίνει αγιότητα βίου συνδυασμένη με οξυδέρκεια και άνοιγμα καρδιάς. Κατά τον άγιο Δαμασκηνό «Πατήρ ορφανών και χηρών προασπιστής και πλούτος πένησι, των ασθενούντων η παράκλησις και των εν πλούτω κυβέρνησις, γήρως βακτηρία εδείχθης, παιδαγωγία νεότητος και Μοναζόντων αρετής κανών, Βασίλειε». Δηλαδή: Αναδείχτηκε, Βασίλειε, πατέρας των ορφανών και των χηρών υπεραπιστής, και ο πλούτος για τους πτωχούς, η παρηγοριά για τους ασθενείς και ο κυβερνήτης των πλουσίων, το στήριγμα των γηρατειών, η παιδαγωγία της νεότητας και ο κανόνας της αρετής των μοναχών.
Κι αν σ’ αυτά προσθέσουμε και το μαρτυρικό φρόνημα του αγίου, το οποίο κατεξοχήν φάνηκε με τη σθεναρή στάση του απέναντι στον αλαζόνα έπαρχο του αυτοκράτορα, τον Μόδεστο, ο οποίος προκειμένου να τον μεταπείσει από την αλήθεια της ορθοδοξίας, τον απείλησε με δήμευση της περιουσίας, με εξορία και με αυτόν ακόμη τον θάνατο, καταλαβαίνουμε ότι μιλώντας για τον άγιο Βασίλειο μιλάμε για άγιο που και ο χαρακτηρισμός του μεγάλου είναι ελλιπής. Και μπορεί να μην υπήρξε μάρτυρας με τη συνήθη έννοια του όρου, υπήρξε όμως μάρτυρας στη συνείδηση και στο φρόνημα, έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για χάρη της αληθούς πίστεως. Ιδού πώς εγκωμιάζει ο άγιος Δαμασκηνός το μαρτυρικό αυτό φρόνημά του: «Τριάδος υπέρμαχε Βασίλειε, θρόνω παρέστης δικαστικώ, προκινδυνεύων της πίστεως∙ και αθλητικήν ένστασιν επιδειξάμενος, θυμόν επάρχου κατήσχυνας, θρασυνομένου τω κράτει της ασεβείας∙ και σπλάγχνων εκτομήν απειλούντος, προθύμως ταύτα προέκρινας∙ και Μάρτυς γενόμενος τη προαιρέσει, τον στέφανον ανεδήσω της νίκης παρά Χριστού». Δηλαδή: Υπέρμαχε της Τριάδος Βασίλειε, στάθηκες μπροστά σε δικαστικό θρόνο, κινδυνεύοντας για την πίστη. Γιατί δείχοντας την αντίθεσή σου με γενναίο φρόνημα, ντρόπιασες τον θυμό του επάρχου, ο οποίος υπερηφανευόταν για την εξουσία της ασέβειάς του. Και ενώ απειλούσε να σου βγάλει τα σπλάχνα, εσύ προτίμησες με προθυμία να το κάνει. Και αφού έγινες μάρτυρας ως την προαίρεσή σου, πήρες το στεφάνι της νίκης από τον Χριστό.
Είθε «μιμούμενοι αυτού την πίστιν, την ζέσιν, την ταπείνωσιν» να γίνουμε κι εμείς οίκος Χριστού και κάτοικοι του Παραδείσου

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου