ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

22 Ιουνίου , Κυριακή Β' ( δεύτερη ) Ματθαίου , μνήμη του Αγίου ιερομάρτυρος Ευσεβίου , επισκόπου Σαμοσάτων και Σύναξις Πάντων των εν τω Αγιωνύμω Όρει του Άθω διαλαμψάντων Αγίων



Ευαγγέλιο Κυριακής: Ματθ. δ΄18-23


Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, 18 περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ  Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. 19 καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. 20 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. 21 Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς,  Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ  Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῷ καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. 22 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ.
23 Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ  Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.




Απόδοση.

Καθώς ο Ιησούς περπατούσε στην όχθη της λίμνης της Γαλιλαίας, είδε δύο αδέρφια, το Σίμωνα, που τον έλεγαν και Πέτρο, και τον αδερφό του τον Ανδρέα, να ρίχνουν τα δίχτυα στη λίμνη, γιατί ήταν ψαράδες. «Ακολουθήστε με», τους λέει, «και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων». Κι αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν.
Προχωρώντας πιο πέρα από ’κει, είδε δύο άλλους αδερφούς, τον Ιάκωβο, γιο του Ζεβεδαίου, και τον αδερφό του τον Ιωάννη. Βρίσκονταν στο ψαροκάικο μαζί με τον πατέρα τους το Ζεβεδαίο και τακτοποιούσαν τα δίχτυα τους. Τους κάλεσε, κι αυτοί άφησαν αμέσως το καΐκι και τον πατέρα τους και τον ακολούθησαν.
Ο Ιησούς περιόδευε όλη τη Γαλιλαία. Δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυμα για τον ερχομό της βασιλείας του Θεού, και γιάτρευε τους ανθρώπους από κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία.
Λόγος του οσίου πατρός ημών Βασιλείου Επισκ.Σελευκείας
Λόγος εις το «Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων».
Όσοι είναι σοφοί ιατροί, τότε αποδεικνύουν πιο θαυμαστή την τέχνη τους, όχι όταν καταπολεμήσουν το πάθος δια πυρός και σιδήρου, συμφώνως με τον νόμο του πολέμου, αλλά όταν, κολακεύοντας το πάθος με κάποια γλυκά φάρμακα, επινοήσουν την ίαση του πάσχοντος, και, αποφεύγοντας τις τεχνικές που του προκαλούν φόβο, κοιμίσουν τους πόνους με κάποια ήπια και εύληπτα παρασκευάσματα, και τον ελευθερώσουν από το πάθος. Έτσι ο πάνσοφος ιατρός και βασιλεύς, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, βλέποντας την Οικουμένη να νοσεί από το πάθος της ασεβείας και να φλεγμαίνει από τις κοσμικές απάτες που την οδήγησαν στην ειδωλομανία, δεν ρίπτει πύρινη βροχή, ούτε ωθεί τη θάλασσα να εκστρατεύσει κατά της ξηράς, ούτε εξοπλίζει κατά της ασεβείας τη βία των στοιχείων της φύσεως, αλλά πείθει με θαύματα, προσελκύει με ευεργεσίες, και με ουράνιους λόγους μεταπλάθει τα φλεγμονώδη πάθη της ψυχής. Ήδη δε επιλέγει και μερικούς ευτελείς μαθητάς και εμπιστεύεται στα χέρια και στις γλώσσες τους την ιατρεία της Οικουμένης.

«Περιπατών» λέγει «παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δύο αδελφούς, Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, βάλλοντας αμφίβληστρον (δίκτυ) εις την θάλασσαν. Ήσαν γαρ αλιείς. Και λέγει αυτοίς. Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων. Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». Ω της αληθώς μεγάλης βουλής και της αθανάτου σοφίας! Θέλοντας να διδάξει τους ανθρώπους πράγματα παράδοξα και δόγμα νέον και πολιτείαν ουράνιον, και αναζητώντας εκείνους που θα υπηρετήσουν ένα τέτοιο δόγμα, παρέβλεψε πόλεις, διέγραψε δήμους, δεν εζήτησε τη βοήθεια κάποιας βασιλείας, περιφρόνησε τη δύναμη του πλούτου, εμίσησε την ισχύ των ρητόρων, δεν εστήριξε την ελπίδα του σε γλώσσες φιλοσόφων. Παρέτρεξε έθνη και δεν υπελόγισε ούτε σε στρατιωτική προπαρασκευή ούτε σε ικανότητα χειρών ούτε σε ταχύτητα ποδών. Και γιατί απαριθμώ τα ανθρώπινα πλεονεκτήματα; Αφήνοντας τις τάξεις των αγγέλων να παραμένουν στην ησυχία, περιήρχετο λιμένες και ποταμούς, ακρογιαλιές και εργαστήρια, θέλοντας να δανεισθεί από αυτά τους υπηρέτες των δογμάτων. Και παρουσιαζόμενος ενώπιόν τους παρακαλούσε λέγοντας: «Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Εσάς, λέγει, ήλθα να θηρεύσω. Αλιείς επιζητώ και όχι βασιλείς. Ναύτες προτρέπω, όχι δυνάστες. Παύσετε να αγωνίζεσθε κατά της αψύχου θαλάσσης. Μεταφέρετε για χάρη μου την αλιευτική τέχνη στην ξηρά. Εδώ υπάρχει πέλαγος ασεβείας. Σ’ αυτό απλώστε προς χάριν μου τα δίκτυα σας και θηρεύσετε την ευσέβεια. «Δεύτε οπίσω μου» μαθηταί ιδικοί μου και καθηγηταί της Οικουμένης. Χρησιμοποιήστε την τέχνη σας για αλιεία ουράνια. Θάλασσα ειδωλολατρίας απλώνεται παντού, από νέφος πολυθεΐας καλύπτεται η κτίσις. Βυθός ασεβείας έχει κατακλύσει τα πάντα. Πνίγονται άνθρωποι κάτω από τα δαιμονικά κύματα. Πλήρης ο κόσμος από τη δυσωδία των αιμάτων, μολύνεται από τις ζωές που θυσιάζονται. Σε αλιείς θα αναθέσω τη θεραπεία τους, την ιδική σας τέχνη επιζητεί το πάθος τούτο. Ας χρησιμοποιήσουμε σωτήριο φάρμακο για την κτίση που κινδυνεύει.
«Δεύτε οπίσω μου. Οι δε, αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». Συντρέχει από τον πόθο του Δεσπότου ο χορός των μαθητών. Δεν εθεώρησε ως φαντασία την κλήση, ούτε το μέγεθος της υποσχέσεως τους στέρησε τις ελπίδες, ούτε τους ανάγκασε να εκστομίσουν παρόμοια λόγια προς τον Δεσπότη: Γιατί μας χλευάζεις άνθρωπε, βλέποντάς μας να παλεύουμε με τα κύματα; Γιατί εμπαίζεις τον κόπο μας με λόγια άξια γέλωτος; Μας βλέπεις να ταλαιπωρούμεθα με τη θάλασσα, και ενώ η τέχνη κηρύττει την ευτέλεια, εσύ λέγεις «Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων»; Ποίον πλούτον επικαλούμενοι, ειπέ μας, θα ελκύσουμε τους ακροατάς; Μήπως θα τους δείξουμε τα σχισμένα δίκτυα και θα συλλάβουμε σαν θηράματα τους λαούς; Ποίαν ρητορικήν ικανότητα χρησιμοποιώντας θα σαγηνεύσουμε με την καλλιέπεια του λόγου τις ακοές; Ή μήπως με ναυτικές εκφράσεις θα αιχμαλωτίσουμε τις ψυχές των βασιλέων; Ιχθείς εμάθαμε να αλιεύουμε, όχι ανθρώπους.
Τίποτε από αυτά δεν είπαν, ούτε εσκέφθησαν, αλλά πραγματικά, αφού τους διαπέρασε ο λόγος σαν άγκιστρο, ακολούθησαν τον Δεσπότη που τους ωμιλούσε και εδιδάσκοντο μυστικώς τον τρόπο της αλιείας. Να αγρεύουν μάθαιναν, και εκείνα που επρόκειτο να πράξουν, τα υπέμειναν πρώτα εμπράκτως. Έλεγε: «Δεύτε», και καλούμενοι ακολουθούσαν. Ω! η έμπρακτος απόδειξις των λόγων!«Δεύτε», εγώ παρασκευάζω το δόλωμα με τα δικά σας λόγια. Εγώ θα επιστρέψω πόλεις και λαούς με τις φωνές τις δικές σας, σεις είσθε η απαρχή της αλιείας μου. Σας καλλιεργώ χρησιμοποιώντας προς τούτο εσάς τους ίδιους. Μου ήταν δυνατόν να χρησιμοποιήσω βασιλείς ως υπηρέτες. Μου ήταν δυνατόν να προσελκύσω γλώσσες ρητόρων για να υπηρετήσουν το δόγμα μου. Ημπορούσα να εμπιστευθώ στα αγγελικά τάγματα το κήρυγμα. Αλλά τότε η σπουδαιότης των υπηρετών θα αποσπούσε από εμένα τη δοξολογία. Διότι η δύναμις του υπηρετούντος υποκλέπτει τη δόξα του ενεργούντος. Δεν δέχομαι να υπηρετηθώ από τον πλούτο, μήπως συνεργαζόμενος νοθεύσει το θαύμα. Εσάς ευρίσκω έμπιστους φύλακες των θαυμάτων μου. Διότι από όποιους δεν διαθέτουν κανένα ανθρώπινο πλεονέκτημα, από εκείνους διαφυλάττεται ακεραία η δύναμις της Θεότητος. Έτσι θαυμάζεται και ο στρατιώτης, όταν επιτύχει κάποιο ανδραγάθημα με όπλα ευτελή. Η αρετή θέλει να διαμοιράζεται τη δόξα του κατορθώματος με εκείνον που το κατόρθωσε.
Ας αναχαιτισθούν τα λόγια της απιστίας, ας φραγεί η γλώσσα, δεν χωρεί συκοφαντία. Ας μη λέγει κάποιος ασεβής, όταν βλέπει πόλεις και χώρες να αυτομολούν σύσσωμες προς το κήρυγμα: πώς δεν θα έπειθε ο Χριστός, αφού προέβαλε τους σοφιστάς ως κήρυκες; Εφόβισε με όπλα και υπέταξε ψυχές. Δεικνύοντας χρήματα δελέασε οφθαλμούς. Με τον φόβο κυρίευσε τη γνώμη. με πλήθη έφερε τα πλήθη με το μέρος του.
Σεις όμως, απογυμνωμένοι από όλα αυτά, απογυμνώστε από κάθε πρόφαση τους συκοφάντες. «Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Γίνετε μετά την θάλασσα αλιείς της ξηράς, ας περιβληθεί με δίκτυα η γη. Από τώρα θα είσθε αλιείς ανθρώπων. Επειδή οι άνθρωποι επινόησαν τους αλληλοσπαραγμούς κατά το παράδειγμα των ιχθύων, ας συλληφθούν από τα μεγάλα σας δίκτυα, ας υποστούν ό,τι και οι ιχθείς για να σωθούν.
Αμέσως σαν να διαπέρασε άγκιστρο τις ακοές τους, ηκολούθησαν προθύμως αυτόν που αναζητεί ελεύθερα θύματα. Και χαιρετώντας τα δίκτυα απαρνήθηκαν τη θάλασσα και ακολούθησαν τα νεύματα του Σωτήρος. Έτσι λοιπόν, αφού προμηθεύθηκαν τα δίκτυα του Δεσπότου και έγιναν μαθηταί της παραδοξοτάτης αλιείας, όταν ο Κύριος ανελήφθη εις τους ουρανούς, οι μαθηταί αλίευαν με τα δίκτυα της χάριτος τα γένη των ανθρώπων. Και χρησιμοποιώντας τη νέα τέχνη σε συγκεντρώσεις Ιουδαίων, συνέλαβαν αμέσως τρεις χιλιάδες. Δευτέρα βολή, και τα δίκτυα ήρπασαν πέντε χιλιάδες. Ίσως ποθείτε να μάθετε το δόλωμα με το οποίο συνέλαβαν τους πέντε χιλιάδες. Ήταν ένας χωλός εμπρός στην ωραία πύλη, τον οποίο η φύσις, αδρανοποιώντας τις βάσεις των ποδών με μίαν ασθένειαν, τον παρέδωσε στη χάρη να τον μεταχειρισθεί όπως θέλει. Και αφού τον έδεσε ο Πέτρος με το άγκιστρο της πίστεως, έκαμε όλον τον δήμο δεσμώτη της γλώσσης του. Έγινε και εκείνος ο μέγας Κορνήλιος θήραμα αυτής της σαγήνης.
Αφού συνέλαβαν έτσι τους Παλαιστίνιους, έφεραν στις νήσους την τέχνη της χάριτος, σαγηνεύοντας μετά την ξηρά τη θάλασσα. Είδαν την Κύπρο, αφού είχαν την Αντιόχεια. Μετά από αυτό κατέλαβαν την Παμφυλία. Εσυλήθη η Μακεδονία. Η Θράκη προσέτρεξε, η Ελλάς συνελήφθη από την γλώσσα. Η Ρώμη έκρυψε το διάδημα και προσεκύνησε το κήρυγμα του σταυρού. Αλλεπάλληλες πόλεις εδέχθησαν αυτομάτως να συλληφθούν από τα αποστολικά δίκτυα. Δεν έπαυσαν να τα απλώνουν μέχρι που όλος ο περίβολος της οικουμένης συνελήφθη από τα δεσποτικά δίκτυα. Αλλά ω των παραδόξων και υπερφυσικών γεγονότων! Επειδή ο διάβολος πλήττεται με αυτά που βλέπει, μην υποφέροντας να βλέπει τη σωτηρία εξαπλουμένη, μηχανεύεται να θανατώσει τους κήρυκες, σαν να διεγείρει κάποια αγριότερα θαλάσσια κήτη εναντίον των αλιέων. Αλλά εκείνοι τον μεν θάνατον δέχονται, δεν έπαυσαν όμως την αλιεία και μετά το τέλος τους. Εργάζονται και μετά τον θάνατο το πρόσταγμα του Δεσπότου, και μολονότι κρύπτονται στον τάφο, δεν λησμόνησαν την αποστολή τους. Διότι και οι τάφοι ομιλούν, όταν θελήσει η χάρις. Επειδή είναι αληθής εκείνος που τους εκάλεσε λέγοντας: «Δεύτε και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων».
Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 131 και εξής.

 


Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΑΜΟΣΑΤΩΝ Ένας φλογερός αγωνιστής και υπέρμαχος της Ορθοδοξίας

Ανάμεσα στους χαρισματικούς ιεράρχες του 4ου μ.Χ. αιώνα, που κοσμούν το πνευματικό στερέωμα της Εκκλησίας, είναι και ο τιμώμενος στις 22 Ιουνίου ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Άγιος Ευσέβιος, ο φλογερός επίσκοπος των Σαμοσάτων, ο οποίος αναδείχθηκε υπέρμαχος της Ορθοδοξίας και σφοδρός πολέμιος των κακοδοξιών του αιρετικού Αρείου. Ο ένθεος ζήλος του, η βαθιά αφοσίωσή του στην αληθινή πίστη, όπως αυτή διατυπώθηκε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, και το αγωνιστικό του φρόνημα στην υπεράσπιση της ορθοδόξου πίστεως, τον κατέστησαν φωτεινό διδάσκαλο και φλογερό αγωνιστή. Γι’ αυτό και ο Μέγας Βασίλειος, με τον οποίο συνδέθηκε με δεσμούς πνευματικής αγάπης και ειλικρινούς φιλίας, τον ονόμασε «γενναίο φύλακα της πίστεως και σώφρονα προστάτη των Εκκλησιών», ενώ ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τον εγκωμιάζει ως «στύλο και εδραίωμα της Εκκλησίας» ως «φωστήρα του κόσμου», ως «κανόνα πίστεως, δώρο Θεού και πρεσβευτή της αλήθειας».

Ο Άγιος Ευσέβιος έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορος Κωνστάντιου (337-360), ο οποίος ευνοούσε την αίρεση του Αρείου. Ο πυρπολούμενος από ένθεο ζήλο και αγάπη στην ορθόδοξη πίστη Άγιος Ευσέβιος εξελέγη επίσκοπος στην πόλη Σαμόσατα της Συρίας, η οποία βρισκόταν 200 χιλιόμετρα ανατολικά της Αντιόχειας. Αγωνίστηκε ως αληθινός, φιλόστοργος και ευσυνείδητος ιεράρχης για τη διάδοση και ενίσχυση της ακραιφνούς χριστιανικής πίστεως σε όλη τη Συρία και διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην εκλογή του Αγίου Μελετίου στον πατριαρχικό θρόνο της Αντιόχειας. Όταν όμως ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος ανακάλυψε ότι ο Μελέτιος όχι μόνο δεν ήταν οπαδός της αίρεσης του Αρείου, αλλά και σφοδρός πολέμιός της, του ζήτησε να του παραδώσει τα πρακτικά της εκλογής του, τα οποία είχαν εμπιστευτεί στον επίσκοπο των Σαμοσάτων Ευσέβιο. Μάλιστα ο αιρετικός Κωνστάντιος απείλησε τον Ευσέβιο ότι θα του κόψει το δεξί χέρι, εάν δεν του παραδώσει τα πρακτικά. Τότε ο γενναίος ιεράρχης του Χριστού απάντησε με παρρησία, ότι δεν πρόκειται να του παραδώσει την απόφαση της εκλογής και να προδώσει την πίστη του, ενώ ταυτόχρονα του άπλωσε και το αριστερό του χέρι, για να του κόψει και τα δύο μαζί. 

Τον Κωνστάντιο διαδέχθηκε ο Ιουλιανός ο Παραβάτης (360-363), ο οποίος προσπάθησε να εδραιώσει την ειδωλολατρία. Σ’ αυτή την πρόκληση και στον κίνδυνο διάδοσης της λατρείας των ειδώλων ο Άγιος Ευσέβιος φόρεσε στρατιωτική στολή και καλύπτοντας το κεφάλι του με περικεφαλαία, περιόδευσε στη Συρία, τη Φοινίκη και την Παλαιστίνη για να στηρίξει τους χριστιανούς στην αληθινή πίστη, ενώ παράλληλα χειροτόνησε διακόνους και πρεσβυτέρους. Μετά τον θάνατο του Ιουλιανού, ανήλθε στον θρόνο ο αιρετικός Ουάλης (364-378), ο οποίος αφού πληροφορήθηκε την ιεραποστολική δράση του επισκόπου Ευσεβίου, που υπερασπιζόταν με ξεχωριστό ζήλο την ορθόδοξη πίστη και αντιμαχόταν τον αρειανισμό, αποφάσισε να τον εξορίσει στη Θράκη. Όταν όμως ο αγγελιοφόρος του έφερε το διάταγμα της απόφασης της εξορίας του, ο Ευσέβιος του είπε να σιωπήσει και να μην αποκαλύψει σε κανέναν το περιεχόμενο της απόφασης, διότι αυτό θα προκαλούσε την εξέγερση του λαού και θα οδηγούσε στη συνέχεια σε απώλειες χριστιανών και σε απρόβλεπτες συνέπειες. Όμως ένας υπηρέτης, στον οποίο ο Ευσέβιος είχε εκμυστηρευτεί τις προθέσεις του, γνωστοποίησε το σχέδιο του φλογερού ιεράρχου που ήταν να φύγει κρυφά από την πόλη μόλις νυχτώσει. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τον θρήνο και τον οδυρμό των χριστιανών των Σαμοσάτων, οι οποίοι έσπευσαν να μεταβούν στον πορθμό του ποταμού Ευφράτη για να πείσουν τον αγαπημένο τους επίσκοπο να μην εγκαταλείψει το ποίμνιό του και μείνει εκτεθειμένο στους αιρετικούς. Ο γενναίος επίσκοπος τους είπε ότι θα πρέπει να υπακούσουν στην αυτοκρατορική εντολή, η οποία εντάσσεται στο σχέδιο του Θεού, ενώ αρνήθηκε να λάβει από τους χριστιανούς χρυσά νομίσματα, γιατί θα έπρεπε να δοκιμασθεί. Αφού τους ενουθέτησε με τις πνευματικές του συμβουλές, έφυγε για την εξορία. 

Στα Σαμόσατα τοποθετήθηκε από τον Ουάλη ο επίσκοπος Ευνόμιος, ο οποίος είχε ασπασθεί τον αρειανισμό. Όμως ο λαός της πόλης έδειξε τόσο μεγάλη περιφρόνηση προς το πρόσωπό του, ώστε αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τα Σαμόσατα. Το γεγονός αυτό συνέβη, διότι στην πρόσκλησή του προς τους χριστιανούς να εισέλθουν μέσα στο λουτρό, όπου είχε κάνει μπάνιο, οι χριστιανοί αρνήθηκαν, επειδή πίστευαν ότι το νερό ήταν μολυσμένο από την αίρεση του Αρείου, της οποίας οπαδός ήταν ο Ευνόμιος. Μάλιστα απαίτησαν να αλλάξουν το νερό για να μπουν μέσα στο λουτρό. Τη θέση του Ευνόμιου κατέλαβε ο Λούκιος, ο οποίος ήταν φανατικός υπέρμαχος του αρειανισμού. Μάλιστα αντιμαχόταν με τέτοια σφοδρότητα την ορθόδοξη πίστη, ώστε έπεισε τους άρχοντες να εξορίσουν τους ιερωμένους εκείνους, που υπερασπίζονταν σθεναρά τα δόγματα της ορθοδόξου πίστεως, όπως τον διάκονο Ευόλκιο και τον πρεσβύτερο Αντίοχο. 

Στο μεταξύ ο Ουάλης βρήκε απεχθέστατο θάνατο κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας εναντίον των Γότθων το 378 και την αυτοκρατορική εξουσία ανέλαβε ο Μέγας Θεοδόσιος, ο οποίος αποκατάστησε την ελευθερία μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας. Έτσι ο Άγιος Ευσέβιος μετά από τέσσερα χρόνια εξορίας επέστρεψε στα Σαμόσατα και στο αγαπημένο του ποίμνιο, το οποίο τον υποδέχθηκε με απερίγραπτη χαρά και αγαλλίαση. Αμέσως μετά την επάνοδό του προσπάθησε να αποκαταστήσει την εκκλησιαστική τάξη και χειροτόνησε νέους επισκόπους στη Βέροια, στην Ιεράπολη, στην Καλχηδόνα και σε άλλες πόλεις. Τελευταίο χειροτόνησε τον επίσκοπο Μάριν στην πόλη Δολιχή, στην οποία είχε διαδοθεί η αίρεση του αρειανισμού. Όταν όμως ο Άγιος Ευσέβιος μαζί με τον νέο επίσκοπο έμπαιναν στην πόλη, μια γυναίκα που ήταν πιστή οπαδός του αρειανισμού, πέταξε από μια στέγη ένα κεραμίδι στο κεφάλι του Αγίου Ευσεβίου, το οποίο και τον σκότωσε. Η μαρτυρική τελείωση του φλογερού επισκόπου και ενδόξου ιερομάρτυρος Αγίου Ευσεβίου έλαβε χώρα στις 22 Ιουνίου του έτους 379, που είναι και η ημέρα εορτασμού της πάντιμης μνήμης του. Προτού παραδώσει το πνεύμα του στον δικαιοκρίτη Κύριο, ζήτησε από τους παρευρισκόμενους να δεσμευτούν με όρκους ότι δεν θα τιμωρήσουν τη γυναίκα που διέπραξε τον φόνο. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Άγιος Ευσέβιος έλαβε τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου και μιμούμενος τον Ιησού Χριστό, αλλά και τον ένδοξο πρωτομάρτυρα Στέφανο ζήτησε να συγχωρεθούν οι ασεβείς αιρετικοί, οι οποίοι τον φόνευσαν. 

Στο γραφικό και παραδοσιακό Παλαιό Καρλόβασι της Σάμου, το οποίο είναι και η γενέτειρα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σάμου και Ικαρίας κ. Ευσεβίου, έχει ανεγερθεί με δική του δαπάνη και μέριμνα περικαλλές παρεκκλήσιο επ’ ονόματι του ομωνύμου και προστάτου του Αγίου. Στον ευρύχωρο προαύλειο χώρο του γραφικού αυτού παρεκκλησίου, το οποίο είναι και ο μοναδικός στον ελλαδικό χώρο καταγεγραμμένος ιερός ναός επ’ ονόματι του Αγίου Ευσεβίου, τελείται κατ’ έτος στις 21 Ιουνίου Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός, στον οποίο προσέρχονται πολυάριθμοι πιστοί για να τιμήσουν τον εορταζόμενο ένδοξο ιερομάρτυρα του Χριστού, αλλά και για να προσευχηθούν υπέρ υγείας και μακροημερεύσεως του από του έτους 1995 Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών. 

Στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, όπου η ορθόδοξη χριστιανική πίστη αποδυναμώνεται και συχνά περιθωριοποιείται, προβάλλεται ο Άγιος Ευσέβιος, ο ενάρετος, φιλόστοργος και μαρτυρικός ιεράρχης των Σαμοσάτων με την άσβεστη φλόγα της πίστεως και τον ένθεο ζήλο του, ως εμπνευστής και καθοδηγητής στην ορθόδοξη πνευματική μας πορεία και στον επαναπροσδιορισμό της χριστιανικής μας πίστεως, η οποία θα πρέπει να είναι απαλλαγμένη από πλάνες, προλήψεις και αιρετικές διδασκαλίες, ώστε με τις πρεσβείες του να αξιωθούμε και εμείς της Θείας Χάριτος, όπως αξιώθηκε Εκείνος. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος 
Εκπαιδευτικός 

Βιβλιογραφία 

Βίος και Ασματική Ακολουθία του Αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Ευσεβίου του Μεγάλου Επισκόπου Σαμοσάτων, Λευκωσία 2005.

Εικόνες

1. Σύγχρονη φορητή εικόνα του Αγίου Ευσεβίου. Φιλοτεχνήθηκε το 2001 στο αγιογραφικό εργαστήρι της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου.
2. Ο φλογερός επίσκοπος των Σαμοσάτων Άγιος Ευσέβιος διακρίθηκε για τον ένθεο ζήλο του και για τη βαθιά αφοσίωσή του στη διδασκαλία της ορθοδόξου πίστεως. 
3. Τοιχογραφία του Αγίου Ευσεβίου του 1318 από τον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Στάρο Ναγκορίτσινο.
4. Το παρεκκλήσιο του Αγίου Ευσεβίου στο Παλαιό Καρλόβασι Σάμου.
5. Το πανηγυρίζον στις 22 Ιουνίου παρεκκλήσιο του Αγίου Ευσεβίου στο Παλαιό Καρλόβασι Σάμου. Αποτελεί ιδιοκτησία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σάμου και Ικαρίας κ. Ευσεβίου. 



Οι Αγιορείτες Άγιοι





















Την Β’ Κυριακή του Ματθαίου κάθε έτους, μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων, όπου ακούμε στις εκκλησίες την ευαγγελική περικοπή για την κλήση των πρώτων Μαθητών από τον Χριστό, εορτάζουμε την μνήμη πάντων των εν Αγίω Όρει διαλαμψάντων Οσίων Πατέρων. Οι Αγιορείτες Άγιοι αντιλήφθηκαν την κλήση αυτή από τον Θεό και έφθασαν σε ύψη αρετής. Σύμφωνα με το βιβλίο του λόγιου μοναχού Μωυσή του Αγιορείτου,αριθμούνται οι Άγιοι Πατέρες του Άθω σε 450, ενώ χιλιάδες είναι οι αφανείς και άγνωστοι άγιοι ασκητές, οι οποίοι αγίασαν τα χώματα του Άθω και έγιναν η αιτία για να ονομαστεί το Όρος Άγιον.
Η κοινή εορτή όλων των Αγιορειτών Αγίων καθιερώθηκε μετά την σύνθεση της ακολουθίας και των εγκωμίων από τον πολυγραφότατο και ιερώτατο Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη κατά τον 19ο αιώνα. Στον Άγιο Νικόδημο οφείλουμε το απολυτίκιο των Αγιορειτών Αγίων : «Τους του Άθω Πατέρας και Αγγέλους εν σώματι, Ομολογητάς και Οσίους, Ιεράρχας και Μάρτυρας, τιμήσωμεν εν ύμνοις και ωδαίς, μιμούμενοι Αυτών τας αρετάς. Η του Όρους πληθύς πάσα των μοναστών κραυγάζοντες ομοφώνως, δόξα τω στεφανώσαντι υμάς, δόξα τω αγιάσαντι, δόξα τω εν κινδύνοις ημών, προστάτας δείξαντι».
Από τον ασκητή Όσιο Πέτρο και τον ιδρυτή Όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη ως τους γέροντες των ημερών μας είναι πολλές οι άγιες μορφές του Αγίου Όρους που έζησαν σαν άγγελοι, όπως αναφέρει και το απολυτίκιο τους. Η μεγαλύτερη προσφορά του Αγιορειτών Αγίων είναι η προστασία του Ορθόδοξου δόγματος σε όλες τις Ορθόδοξες χώρες και της πνευματικής κληρονομιάς της Ορθοδοξίας. Ας δούμε τι αναφέρει ο Γέροντας Μωυσής για ένα μέρος των Αγίων του Αγίου Όρους.
Ο άγιος Ιωαννίκιος ο Α' (1279), αρχιεπίσκοπος των Σέρβων, από ηγούμενος του Χιλανδαρίου, ποίμανε βάσει των ιερών κανόνων το ποίμνιό του. Διαφύλαξε αλώβητη την ορθόδοξη πίστη. Δεν συμμετείχε στην κίνηση για την υποταγή της Ορθοδοξίας στον Καθολικισμό, που ενεργούσε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιόλογος.
Ο οσιομάρτυς Ιωάννης Δοχειαρίτης (1275), για την υποστήριξή των ορθών δογμάτων έναντι των Λατίνων στη Θεσσαλονίκη δέχθηκε διωγμούς, τους οποίους υπέμεινε άριστα. Για την ομολογία του υπέστη μαρτυρικό θάνατο από προδότη φιλενωτικό και λατινόφρονα μαθητή του. Το αυτό και ο μαθητής του Γρηγόριος Δοχειαρίτης (1275), ο οποίος έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου υπερασπιζόμενος απτόητα τα ορθόδοξα δόγματα.
Ο όσιος Νικηφόρος ο Ησυχαστής (13ος αιώνας) καταγόταν από την Ιταλία και άνηκε στον Ρωμαιοκαθολικισμό. Τον εγκατέλειψε χάριν της φιλτάτης Ορθοδοξίας και μέσω Βυζαντίου ήλθε στο Άγιον Όρος. Επειδή αντιτάχθηκε στην ένωση των Εκκλησιών, εξορίσθηκε από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο, ο νηπτικός ομολογητής, Αγιορείτης όσιος.
Ο Οσιομάρτυς Κοσμάς, Πρώτος του Αγίου Όρους (1279-1280) απαγχονίσθηκε από τους Λατινόφρονες στις Καρυές μη θέλοντας να υποκύψει στα λατινικά δόγματα. Μαζί του μαρτύρησαν πατέρες Καρυώτες,Κουτλουμουσιανοί, Ιβηρίτες, Βατοπεδινοί, Ζωγραφίτες και Ξενοφωντινοί.
Ο όσιος Γεράσιμος ο Σιναΐτης (1320), μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου (1346), μετά την έξοδό του από τον Άθωνα, περιήλθε την Ελλάδα ενισχύοντας τους πιστούς, βοηθώντας πολλούς να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία. Το αυτό πράττουν οι συμμαθητές του Ιωσήφ «ο ορθοδοξότατος» και Νικόλαος «ο ομολογητής», που δέχθηκε για την πίστη του φυλακίσεις και εξορίες.
Ο άγιος Νικόδημος αρχιεπίσκοπος Πεκίου (1325), αγωνίσθηκε ακούραστα για την εκρίζωση των αιρέσεων των Βογομίλων και την στερέωση της ορθοδόξου πίστεως και παραδόσεως. Το αυτό έργο εποίησε ο άγιος Δανιήλ ο Β', αρχιεπίσκοπος των Σέρβων (1338).
Ο άγιος Θεόκλητος μητροπολίτης Φιλαδελφείας (1324/6) μεταβαίνοντας από τον Άθωνα στην Κωνσταντινούπολη ήλεγξε για την εκκλησιαστική του πολιτική τον αυτοκράτορα Μιχαήλ η' τον Παλαιολόγο, με αποτέλεσμα να ριχθεί στη φυλακή. Ο επίσκοπος συνέχισε την ορθόδοξη διδασκαλία του σε όλη του τη ζωή απτόητα.
Ο άγιος Ισίδωρος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1350) διδασκάλους στον Άθωνα είχε τους αγίους Γρηγόριο Σιναΐτη και Γρηγόριο Παλαμά. Στη Θεσσαλονίκη, όπου στέλνεται να εργασθεί ιεραποστολικά, στέκεται στο πλευρό του αγίου Παλαμά και είναι ένας από τους πρώτους που πολεμά τον αιρετικό Βαρλαάμ. Ως πατριάρχης αποκατέστησε τον συνοδοιπόρο του στους αντιαιρετικούς αγώνες άγιο Παλαμά, τον οποίο χειροτόνησε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης.
Ο όσιος Νείλος ο Εριχιώτης (1355/6) υπήρξε ομολογητής αγιορείτης και πολλές υπέστη από τους κακοδόξους εξορίες και θλίψεις για την ακρίβεια της πίστεώς του.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (1359) υπήρξε μέγας θεολόγος. Υποστήριξε το ορθόδοξο δόγμα με γνώση, πίστη και επιμονή. Κατατρόπωσε με τους υπέροχους λόγους του τους αιρετικούς Βαρλαάμ, Ακίνδυνο και Γρηγορά. Για το σθένος του υπέμεινε διωγμούς φυλακίσεις κι εξορίες. Αν δεν είχαμε τον άγιο Γρηγόριο, σήμερα θα είμασταν τουλάχιστον Ουνίτες. Γι' αυτό τον μισούν οι Λατίνοι μέχρι σήμερα.
Ο όσιος Θεοδόσιος Τυρνόβου (1362/3) μετά την παραμονή του στον ιερό Άθωνα επιστρέφει στην πατρίδα του Βουλγαρία κι εγκαθίσταται στην μονή Κελιφάρεβα. Η μονή αποτέλεσε φάρο Ορθοδοξίας, κέντρο αντιαιρετικό, όπου ακτινοβολούσε στη Σερβία, Ουγγαρία και Βλαχία. Ο άγιος συχνά άφηνε την ησυχία, για να υπερασπίσει τα ορθόδοξα δόγματα, που κινδύνευαν από τους ακόλουθους των αιρετικών Βαρλαάμ και Ακινδύνου, τους Αδαμιστές, τους Βογομίλους και τους Εβραίους. Στη σύνοδο του 1359 της Βουλγαρίας πρωτοστάτησε κατά των αιρετικών κι έδωσε μεγάλη χαρά στους πιστούς για την νίκη της Ορθοδοξίας κατά της πλάνης και του ψεύδους των αιρέσεων.
Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος (1379) πήρε μέρος στις ησυχαστικές έριδες, στο πλευρό του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Έγραψε λόγους κατά του Ακινδύνου. Πήρε μέρος στη σύνοδο του 1351 για το ησυχαστικό ζήτημα και συνέταξε τον τόμο των πρακτικών της. Το 1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του Παλαμά. Υπήρξε βαθύς θεολόγος και υπεράσπισε με ακαταμάχητο σθένος την Ορθοδοξία. Εξουδετέρωσε τις προσηλυτιστικές προσπάθειες των Λατίνων. Τιμάται την Ε' Κυριακή των Νηστειών ως φύλακας της Ορθοδοξίας.
Ο άγιος Μακάριος ο Μακρής (1431) μόνασε στη μονή Βατοπεδίου. Διά του γέροντός του Δαυίδ σχετίσθηκε με τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β' τον Παλαιολόγο. Ως ηγούμενος της μονής Παντοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως εστάλη από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' τον Παλαιολόγο στην Ρώμη ως αντιπρόσωπός και διακρίθηκε για την άκαμπτη στάση του και το γνήσιο ορθόδοξο φρόνημά του. Έγραψε λόγο κατά της εκ του Υιού εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, όπου τονίζει τις σοβαρές μεγάλες διαφορές μεταξύ ορθοδόξων και Λατίνων.
Ο Διονυσιάτης άγιος Νήφων ο Β' και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1508), μετά την εκθρόνισή του και κατά την παραμονή του στη Βλαχία, έσωσε την ρουμάνικη Εκκλησία από την έντονη παπική προπαγάνδα, τις διάφορες αιρέσεις, δεισιδαιμονίες και ηθοφθορίες. Παρόμοιο έργο επιτέλεσε στην Ρωσία ο Βατοπεδινός μοναχός όσιος Μάξιμος ο Γραικός (1556).
Ο άγιος Βασίλειος Όστρογκ ο θαυματουργός (1671) έζησε αρκετά στο Άγιος Όρος. Ως επίσκοπος στην πατρίδα του Σερβία προφύλαξε σθεναρά το ποίμνιό του από τους Ιησουΐτες, τη λατινική προπαγάνδα και την Ουνία.
Ο όσιος Ιερόθεος ο Ιβηρίτης (1745) δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με τον Μεθόδιο Ανθρακίτη, που δίδασκε «αλλόκοτα δόγματα και άθεα μαθήματα» της αιρέσεως του Μολίνου. Παραβρέθηκε και σε σύνοδο, για να στηλιτεύσει την «πανσπερμία των αιρέσεων» του Μεθοδίου. Σε όλη του τη ζωή υπερασπιζόταν την ορθόδοξη παράδοση και δογματική.
Ο ιερομάρτυς και εθνομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός (1779), ο γνωστότατος διδαχός και ιδρυτής ναών και σχολείων, ο ακάματος Φιλοθεΐτης ιερομόναχος, δεν έπαυσε με αυστηρότητα να στηλιτεύει τα λάθη των Λατίνων στα πύρινα κηρύγματά του. Μαρτύρησε από το μίσος των Εβραίων και των Οθωμανών. Είναι σημαντικό το ιεραποστολικό του έργο για την αναγέννηση του Ελληνισμού στην δύσκολη περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ανάλογο έργο, ως πρόδρομοι του Αγίου Κοσμά, είχαν και οι επίσης Φιλοθεΐτες Άγιοι, Διονύσιος εν Ολύμπω, Δαμιανός εν Κισσάβω και Συμεών ο ανυπόδητος.
Οι άγιοι Κολλυβάδες Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1794), Μακάριος Νοταράς (1805), Νικόδημος Αγιορείτης (1809), Νήφων ο Χίος (1809) και Αθανάσιος ο Πάριος (1813) στους λόγους τους, στις συγγραφές και στα έργα τους υποστηρίζουν με σθένος και βαθειά γνώση την Ιερά παράδοση, τους Ιερούς Κανόνες, τα απαράβατα δόγματα της Εκκλησίας μας. Στιγματίζουν τις πλάνες τις εκτροπές, τα σχίσματα, τις αιρέσεις και τους άθεους.
Οι ένδοξοι νεομάρτυρες, οσιομάρτυρες και ιερομάρτυρες Αγιορείτες υπογράφουν με το αίμα τους την ακέραιη πίστη τους στο ορθόδοξο δόγμα. Το κίνημα των Νεομαρτύρων αποτέλεσε παράδειγμα υπομονής και αντίστασης για τους υπόδουλους Έλληνες.
Μεταξύ αυτών διακρίνονται: Παχώµιος ο Νεοσκητιώτης (+ 1730), Κωνσταντίνος ο Ρώσος (+ 1742), ∆αµασκηνός ο Θεσσαλός (+ 1771), Κοσµάς ο Αιτωλός (+ 1779), Λουκάς ο Σταυρονικητιανός (+ 1802), Γεράσιµος ο Κουτλουµουσιανοσκητιώτης (+ 1812), Ευθύµιος ο Ιβηροσκητιώτης (+ 1814), Γεδεών ο Καρακαλληνός ο εν Τυρνάβω τελειωθείς (+ 1818), Αγαθάγγελος ο Εσφιγµενίτης (+ 1819), Γρηγόριος ο Ε' Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (+ 1821), Παύλος ο Κωνσταµονίτης (+ 1824) και τελευταίος γνωστός Αθανάσιος ο Λήµνιος (+ 1846).
Ας έχουμε τις πρεσβείες όλων των Αγιορειτών Αγίων Πατέρων.



Κυριακή των Αγιορειτών Πατέρων. Οι Άγιοι και οι μαθητές τους στο πέρασμα των αιώνων.




mount-athos


Το Άγιον Όρος παρουσιάζει ιστορία πολύπτυχη, αξιοθαύμαστη και αξιοσέβαστη. Μια από τις ωραιότερες πτυχές του, αναμφίβολα, είναι ο αγιολογικός πλούτος του. Η αθωνική αγιολογία δίκαια αποτελεί τη βασική δόξα και τον μεγαλύτερο έπαινο ενός υπερχιλιόχρονου μοναχισμού.
Οι άγιοι του Αγίου Όρους είναι οι φιλόστοργοι πατέρες των Αγιορειτών. Η αγάπη μας προς αυτούς προέρχεται από χρέος και ευγνωμοσύνη για τις δωρεές τους. Είναι αγάπη τέκνων προς κηδεμόνες, μαθητών προς διδασκάλους. Αυτοί μετέβαλαν την αγριότητα του Όρους σε ημερότητα, τον ακατοίκητο τόπο τον έκαναν κατοικήσιμο, την έρημο τη μετέτρεψαν σε πολιτεία. Έγιναν κτήτορες μονών και σύναξαν πλησίον τους πλήθη μοναχών. Όσο ζούσαν ήταν σύμβουλοι και μετά την τελευτή τους έγιναν πρεσβευτές για όλους. Μοναχοί από διαφόρους τόπους συγκεντρώθηκαν σ’ ένα τόπο και πήραν ένα όνομα. Ακόλουθοι του πρώτου ησυχαστή Πέτρου, που του είπε η Θεοτόκος τη χαροποιό επαγγελία, περί συνεχούς προστασίας του Όρους. Και έγινε πράγματι η Θεοτόκος μόνιμη σκέπη, φρουρός και ιατρός όχι μόνο των άγιων, αλλά και όλων των μοναχών.
Οι άγιοι του Αγίου Όρους δόθηκαν ολοκληρωτικά στον Θεό. Με πολυχρόνιους σκληρούς αγώνες καθάρισαν τον εαυτό τους και έγιναν δοχεία καθαρά να δεχθούν ουράνια χαρίσματα. Την προς τους αδελφούς τους αγάπη απέδειξαν με το ν’ αφήσουν τη φίλη τους ησυχία και κατόπιν θεοσημειών να πορευθούν προς ίδρυση μονών, σκητών και κελλιών. Με κόπους πολλούς, έξοδα και πειρασμούς έκτισαν οικήματα για να είναι, κατά τον άγιο Νικόδημο, «σχολεία πάσης αρετής, εντολών του Θεού φυλακτήρια, πόνων ασκητικών φροντιστήρια, αγγελικής πολιτείας εργαστήρια, παλαιών και αγίων Κοινοβίων μιμητήρια, των ξένων καταγώγια, των πτωχών καταφύγια, λιμένες σωτηριώδεις και ακύμαντοι».
Από τους αγίους του ονομάσθηκε το όρος του Άθω άγιον. Αυτοί είναι η ωραιότητα του Όρους, το μεγαλείο του και η ακτινοβόλος θερμότητα που αναπαύει τους πιστούς. Άγιον Όρος, κατά τον άγιο Νικόδημο, σημαίνει «τόπος άγιότητος· τόπος καθαρότητος· τόπος όπου επάτηοαν τόσων αγίων πόδες. Τόπος, όστις έχει εζυμωμένα τα χώματα από τα αίματα, από τους ιδρώτας, και από τα δάκρυα εκατοντάδων και χιλιάδων οσίων Πατέρων εν ενί λόγω, το Άγιον Όρος είναι τόπος αρετής και αγαθοεργίας».
Οι άγιοι του Αγίου Όρους ανέδειξαν το Όρος και το έκαναν θαυμαστό όπως το Σινά, τα όρη της Παλαιστίνης, το Πηλούσιο, το Γαλήσιο, τον Λάτρο, τον Όλυμπο της Βιθυνίας. Οι άγιοι και οι μαθητές τους στο πέρασμα των αιώνων, ως όσιοι και μάρτυρες, ησυχαστές και κοινοβιάτες, έγκλειστοι και ιεραπόστολοι, αναδείχθηκαν λαμπροί συνεχιστές της γνήσιας Ορθόδοξης μοναχικής παραδόσεως, που τη φύλαξαν όπως γεννήθηκε στα λίκνα του Ανατολικού Μοναχισμού με αγρυπνίες και θυσίες…
Ο ΚΟΙΝΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥΣ.
Ο κοινός εορτασμός των αγίων του Αγίου Όρους αρχίζει με τη σύνθεση της ακολουθίας και του εγκωμίου τους από τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, που είναι και ο τελευταίος συναξαριογράφος… Ο άγιος Νικόδημος ξεκίνησε την εργασία του αυτή «προτροπή και αξιώσει της Ιεράς και κοινής Συνάξεως πάντων των Μοναστηριακών του Αγίου Όρους Πατέρων». Ακολουθία και εγκώμιο τυπώθηκαν στην Ερμούπολη της Σύρου το 1847, «διά συνδρομής της Σεβάσμιας ομηγύρεως των εν Άθω Πατέρων», οι οποίοι προεγράφησαν για πεντακόσια περίπου αντίτυπα, και προς «κοινήν των Μοναχών, και πάντων των Ορθοδόξων Λαϊκών Χριστιανών ωφέλειαν». Ο ακριβής χρόνος της συγγραφής δεν είναι γνωστός.
Η πρώτη χρονολογημένη εικόνα της Συνάξεως των Αθωνιτών Πατέρων αγιογραφήθηκε το 1796 και βρίσκεται στο αντιπροσωπείο της ιεράς μονής Κωνσταμονίτου στις Καρυές. Πιθανώς το 1796 να γράφτηκε η ακολουθία και μέχρι της εκδόσεως της να κυκλοφόρησε σε χειρόγραφα, όπως συνηθιζόταν. Περί το 1800 αγιογραφήθηκε η εικόνα των Αγιορειτών Αγίων, που βρίσκεται στην αίθουσα των Συνάξεων της Ιεράς Κοινότητος, ενώ παλαιότερα βρισκόταν στο τέμπλο του ιερού ναού του Πρωτάτου Καρυών Αγίου Όρους.
Ο άγιος Νικόδημος στο γλαφυρό του εγκώμιο πρός τους οσίους αναφέρει τους λόγους που τον οδήγησαν στην «καινή και κοινή μνήμη πάντων των του Όρους άγιων Πατέρων».
Γιατί «κοινοί προστάται και ευεργέται όλου κοινώς του αγίου Όρους» φάνηκαν. Αυτοί οι οποίοι «έγιναν εις ημάς μυρίων αγαθών πρόξενοι» άξιο είναι να εορτάζονται μαζί. Παλαιά συνήθεια της Εκκλησιάς ο κοινός εορτασμός αγίων, όπως των «εν Σινά και Ραϊθω αναίρεθέντων Οσίων», των «εν τω Σαββάτω της Τυρινης Οσίων Πατέρων», των «εν τη Λιβύη και Αιγύπτω και Θηβαΐδι ασκησάντων» και άλλων πολλών αγίων εόρτιες συνάξεις κατά χώρες, τόπους και μονές. Συνεχίζοντας ο άγιος Νικόδημος γράφει πως, με την κοινή πανήγυρη των Αγιορειτών Οσίων, «όσοι Πατέρες του Όρους, είτε από τους ονομαστούς, είτε από τους ανωνύμους, έμειναν έως τώρα ανεγκωμίαστοι, διότι δεν έχουσιν ιδίαν ασματικήν ακολουθίαν, διά της κοινής ταύτης ακολουθίας και εορτής, και αυτοί» καθίσταται δυνατόν πλέον να «τιμώνται και εορτάζωνται». Ακόμη «ίνα μη ως αχάριστα τέκνα φανώμεν, μη τιμήσαντες κοινώς τους πνευματικούς ημών Πατέρας τούτους και διδασκάλους και ευεργέτας και οδηγούς, των οποίων και τα Μοναστήρια κατοικούμεν, και τας διδασκαλίας εντρυφώμεν, και τον άρτον αυτών τρώγομεν». Και ακόμη «ίνα η κοινή αύτη των αγίων Πατέρων εορτή, γένηται παρακίνησις προς μίμησιν της αρετής, και του ζήλου αυτών εις ημάς τους μοναχούς του νυν καιρού».
Η πλήρης ασματική ακολουθία των οσίων είναι γραμμένη με όλη τη χάρη και την αγάπη του θείου Νικόδημου. Ο μεγάλος του σεβασμός προς τους τιμωμένους αγίους τον κάνει εκστατικό, θαυμαστό και εμπνευσμένο συνθέτη. Στους κανόνες του Όρθρου αναφέρονται ονομαστικά οι άγιοι, αλλά λείπουν αρκετά ονόματα. Οι κόποι του αγίου Νικόδημου και το σκύψιμο του στις αρχαίες του Όρους βιβλιοθήκες δεν του έδωσαν όλα τα ακριβά μυστικά τους. Προσπάθεια συμπληρώσεως της ακολουθίας έκανε ο σύγχρονος και ήδη μακαριστός υμνογράφος μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, αλλά και από εδώ απουσιάζουν ονόματα αγίων, που η έρευνα στις ημέρες μας έφερε στο φως.
Η ακολουθία των οσίων ψάλλεται πανηγυρικά, με ιδιαίτερη λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια, τη Δεύτερη Κυριακή του Ματθαίου, μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων, σε όλες τις αγιορείτικες μονές και σκήτες και ιδιαίτερα στους προς τιμή των οσίων ναούς και το Πρωτάτο…
Η τιμή των Αγιορειτών Οσίων, παρότι επικεντρώνεται στον τόπο που έζησαν, δεν άργησε να λάβει και ευρύτερες διαστάσεις. Έτσι τιμώνται κι εορτάζονται στις γενέτειρες τους και στις περιοχές που έδρασαν ή που κατέχουν εικόνες και τίμια λείψανα τους…
(Μωϋσέως Μοναχού Αγιορείτου, Οι Άγιοι του Αγίου Όρους, Εκδ. Μυγδονία 2008, σ. 25-26,115-119 αποσπάσματα).

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου