ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

Κυριακή 23 Ιουνίου , της Πεντηκοστής

Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ

ΧΡΗΣΤΟΥ Γ. ΓΚΟΤΣΗ 
 Πενήντα ἡμέρες μετά τό Πάσχα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν Πεντηκοστή εἰς ἀνάμνησι τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπί τούς ἁγίους Μαθητάς τοῦ Κυρίου. Ἡ ἐπιφοίτησις αὐτή ἔγινε τήν ἡμέρα πού οἱ Ἰουδαῖοι ἑώρταζαν τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ Ἰουδαῖοι μέ τήν ἑορτή αὐτή εὐχαριστοῦσαν τόν Θεό διά τή συγκομιδή τῶν σιτηρῶν. Διά τοῦτο ἡ Πεντηκοστή ἐλέγετο καί ἑορτή τοῦ θερισμοῦ ἤ τῶν πρώτων καρπῶν. Κατά τούς χρόνους ὅμως τοῦ Κυρίου εἶχε καί ἄλλη σημασία. Ἦταν ἑορτή ἀναμνηστική τῆς παραδόσεως ὑπό τοῦ Θεοῦ τοῦ Νόμου  στό Μωϋσῆ, πού ἔγινε τήν 50ήν ἡμέρα μετά τό Πάσχα.
Κατ᾿ αὐτήν τήν ἐπίσημο ἡμέρα ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Κυρίου εἰς τούς Ἀποστόλους περί ἀποστολῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς «δυνάμεως ἐξ ὕψους», ἔγινε πραγματικότητα. «Καί ὤφθησαν αὐτοῖς (=εἶδον μέ τά μάτια των) διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου, καί ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθώς τό Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι»(Πράξ. 2, 3-4).
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἐμπνευσμένος καί ἐνισχυμένος ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, μίλησε κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς  στά συγκεντρωθέντα πρό τῆς οἰκίας τῶν Ἀποστόλων πλήθη. «Οἱ μέν οὖν ἀσμένως (=μέ χαράν) ἀποδεξάμενοι τόν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν, καί προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαί ὡσεί τρισχίλιαι». (Πράξ. 2, 41).
Μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Πεντηκοστή ἐμφανίσθηκε ἐπισήμα  στόν κόσμο ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία συνεχίζει τό ἔργο τοῦ Κυρίου ἐπί τῆς γῆς. Ὅπως  στό ὄρος Σινᾶ ἡ παράδοση τοῦ Νόμου στόν Μωϋσῆ κατέστησε τούς Ἰσραηλίτας περιούσιο λαό τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί μέ τή δωρεάν ἔκχυση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπί τούς Ἀποστόλους ἐγεννήθη ὁ νέος περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία. Ἔκτοτε τό Ἅγιον Πνεῦμα διαμένει  στήν Ἐκκλησίαν καί εἶναι ἡ δύναμη καί ἡ ψυχή της.
Ὕστερα ἀπό τά λεχθέντα διά τό ἱστορικόν τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς ἐρχόμαστε στήν περιγραφή καί σημασία τῶν μορφῶν τῆς εἰκόνας.
1.-. Περιγραφή τῆς εἰκόνος.
Ἡ εἰκώνα τῆς Πεντηκοστῆς παρουσιάζει ὑπερῷον. Εἶναι τό ὑπερῷον «οὗ ἦσαν καταμένοντες» οἱ Ἀπόστολοι μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου. Οἱ Ἀπόστολοι κάθονται ἡμικυκλικά. Στήν κορυφή τοῦ ἡμικυκλίου εἶναι οἱ Πρωτοκορυφαῖοι Ἀπόστολοι Πέτρος καί Παῦλος. Τρίτος δεξιά τοῦ Πέτρου εἶναι ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί ἀπέναντί του ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Μᾶρκος, τρίτος παρά τόν Παῦλον. Ἀκολουθοῦν οἱ λοιποί Ἀπόστολοι κατά σειράν ἡλικίας. Ὅλοι εἶναι ἤρεμοι μέ γλυκεῖαν ἔκφραση καί στοχαστικό βλέμμα. Κρατοῦν εἰλητάρια ἐκτός τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού κρατεῖ βιβλίον. Εἶναι τά σύμβολα τοῦ διδακτικοῦ χαρίσματος, πού ἔλαβαν ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα. Μεταξύ τῶν Πρωτοκορυφαίων διακρίνεται ἕνα κάθισμα κενόν. Εἶναι ἡ θέσις τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θείας Κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν εἰκονίζει ἡ εἰκών τῆς Πεντηκοστῆς.
 Στό ἄνω μέρος τῆς εἰκόνας εἰκονίζεται ὁ οὐρανός διά τμήματος κύκλου. Ἐξ αὐτοῦ ἐκπέμπονται δώδεκα ἀκτῖνες φωτός, κατερχόμενες  στούς Ἀποστόλους. Στήν εἰκόνα μας, ἐκτός τῶν κατερχομένων ἀκτίνων, αἰωρεῖται ἐπάνω ἀπό τήν κεφαλή ἑκάστου Ἀποστόλου «γλῶσσα ὡσεί πυρός», πού σημαίνει ὅτι «ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» καί ἀπέκτησαν τό χάρισμα τῆς γλωσσολαλίας. Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶχε προφητεύσει τοῦτο, ὅταν ἔλεγε στούς ἀκροατάς του ὅτι ὁ «ὀπίσω του ἐρχόμενος», ὁ Χριστός, θά βαπτίσῃ τούς ὀπαδούς Του μέ Πνεῦμα Ἅγιον καί μέ πῦρ τῆς Θείας Χάριτος.
Κάτω ἀπό τό κάθισμα, ἐπάνω  στό ὁποῖον εἶναι καθισμένοι (οἱ Ἀπόστολοι), εἰκονίζεται μορφή γέροντος μέ στέμμα στήν κεφαλή του καί μέ ὀξύ στρογγύλον γένειον, κρατῶν μέ τά δύο χέρια του σινδόνι, μέσα εἰς τό ὁποῖον φαίνονται δώδεκα εἰλητάρια, δηλαδή χαρτιά τυλιγμένα. Ὁ γέροντας αὐτός παριστάνει τόν Κόσμο, τά δέ χαρτιά τούς δώδεκα κλήρους ὁπού ἐκληρώθη ἡ οἰκουμένη νά κηρυχθῇ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς Ἀποστόλους.
«Στίς ἀρχαιοτέρας εἰκόνες τῆς Πεντηκοστῆς, ἀντί τοῦ Κόσμου, ζωγραφίζονται κάποιοι ἄνθρωποι ἀπό διάφορες φυλές, ντυμένοι μέ παράδοξα φορέματα καί γυρισμένοι κατ᾿ ἐπάνω, ὡσάν νά ἀκούουν ἐξεστηκότες τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, καί ἐπάνωθεν αὐτῶν ἡ ἐπιγραφή ΛΑΟΙ, ΦΥΛΑΙ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑΙ. Παριστάνουν δέ αὐτοί τούς ἀνθρώπους ἀπό τά διάφορα ἔθνη, ὁπού εὑρέθησαν εἰς τά Ἱεροσόλυμα κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τήν ὥρα ὅπου κατῆλθε τό Ἅγιον Πνεῦμα καί οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἄκουσαν τήν βοή ὁπού ἔγινε ἀπό τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἐμαζεύθηκαν  στό οἶκο ὁπού εὑρίσκοντο οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ἀποροῦσαν, διότι ἄκουγαν ὁ καθένας στή γλῶσσά του τό κήρυγμα ὅπου ἔβγαινε ἀπό τό στόμα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διαλαμβάνουσιν αἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» (Φ. Κόντογλου).
2.-. Ἡ σημασία τῆς εἰκόνος.
Ὅπως πληροφορούμαστε ἀπό τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς βρίσκονταν  στό ὑπερῷο περίπου ἑκατόν εἴκοσι πρόσωπα. Συνεπῶς τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν ἔλαβαν μόνον οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι. Ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι «ἐπλήσθησαν Πνεύματος Ἁγίου». Ἐπί πλέον ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στήν ὁμιλία του κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς διεβεβαίωσε, ὅτι ὅλοι ὅσοι θά μετανοήσουν καί βαπτισθοῦν, θά λάβουν «τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ὡς ἐκ τούτου οἱ ἑκατόν εἴκοσι μαθηταί ἐκπροσωποῦν τήν ὅλη Ἐκκλησία. Διά τόν βυζαντινόν ἁγιογράφον εἶναι ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας ὅλων τῶν γενεῶν καί ὅλων τῶν αἰώνων. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος, πού ἐνῷ τά καθήμενα πρόσωπα εἶναι δώδεκα, ὁ ἀριθμός αὐτός δέν ἀντιστοιχεῖ πρός τούς Δώδεκα Ἀποστόλους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί οἱ Εὐαγγελισταί Λουκᾶς καί Μᾶρκος, πού εἰκονίζονται στήν εἰκόνα, δέν ἀνῆκαν  στόν κύκλο τῶν ἀμέσων Μαθητῶν τοῦ Κυρίου.
Σέ ἀντίθεση πρός τίς ἅγιες μορφές τῶν Ἀποστόλων ἔρχεται ἡ συμβολική μορφή τοῦ Κόσμου. Δι᾿ αὐτή διαβάζομε σ’ ἕνα κείμενο τοῦ 17ου αἰῶνος: «Διατί κατά τήν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παρουσιάζεται ἕνας ἄνθρωπος καθήμενος εἰς σκοτεινόν μέρος, κυρτωμένος ἀπό τά χρόνια, ἐνδεδυμένος μέ κόκκινον ἔνδυμα, μέ βασιλικόν στέμμα ἐπί τῆς κεφαλῆς του καί μ᾿ ἕνα λευκόν ὕφασμα εἰς τάς χεῖράς του, πού περιέχει δώδεκα γραμμένους κυλίνδρους; Ὁ ἄνθρωπος κάθηται εἰς σκοτεινόν μέρος, ἐπειδή ἡ οἰκουμένη ἦτο προηγουμένως χωρίς πίστιν. Εἶναι κυρτωμένος ἀπό τά χρόνια, διότι εἶχε γηράσει ἀπό τήν ἁμαρτίαν τοῦ Ἀδάμ. Τό κόκκινόν του ἔνδυμα ὑποδηλώνει τάς αἱματηράς θυσίας τοῦ πονηροῦ. Τό βασιλικόν στέμμα ὑποδηλώνει τήν ἁμαρτίαν, πού ἐκυβέρνα τόν κόσμον. Τό λευκόν ὕφασμα εἰς τάς χεῖράς του μέ τούς δώδεκα κυλίνδρους σημαίνει τούς Δώδεκα Ἀποστόλους, πού ἔφεραν φῶς εἰς τήν οἰκουμένην μέ τήν διδασκαλίαν των».
Ὁ Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν, «ὁ πανσόφους τούς ἁλιεῖς ἀναδείξας», εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Διά τοῦτο πρέπει στήν προσευχή μας νά Τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς φωτίζει καί ἁγιάζῃ μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού εἶναι «ὁ φρουρός καί ἁγιοποιός τῆς Ἐκκλησίας, ὁ διοικητής τῶν ψυχῶν, ὁ κυβερνήτης τῶν χειμαζομένων, ὁ φωταγωγός τῶν πεπλανημένων καί ἀθλοθέτης τῶν ἀγωνιζομένων καί στεφανωτής τῶν νενικηκότων» (Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις 17, 3).
Ἀπό τό βιβλίο: «Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ»
Μεταγλώτισση γιά τήν ἱστοσελίδα:Ἀδελφότης Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου, Καρέα 

Πεντηκοστήν ἑορτάζομεν
καί Πνεύματος ἐπιδημίαν
καί προθεσμίαν ἐπαγγελίας
καί ἐλπίδος συμπλήρωσιν·
καί τό μυστήριον ὅσον;
῾Ως μέγα τε καί σεβάσμιον.
Διό βοῶμέν σοι·
Δημιουργέ τοῦ παντός,
Κύριε, δόξα σοι”.
Αὐτόν τόν θαυμάσιο ὕμνο θέτει ἡ ᾿Εκκλησία μας σάν προπύλαιο στήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Καί σ᾿ αὐτόν ἀνακεφαλαιώνει τό “μέγα καί σεβάσμιον” μυστήριον, τό ὁποῖον πανηγυρίζει: Τήν συμπλήρωσι τῆς ἐλπίδος, τήν προθεσμία τῆς ἐπαγγελίας, τήν ἐπιδημία τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου.
 Γιατί πράγματι τό ἑορταζόμενο γεγονός, ἡ ἐπιφοίτησις τοῦ ἁγίου Πνεύματος στούς ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ τό τέλος καί τό ἐπιστέγασμα ὅλου τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας. ῞Ολο τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἔλευσις, ἡ διδασκαλία, τό πάθος, ἡ ἀνάστασις, ἡ ἀνάληψις ἀπέβλεπαν σ᾿ αὐτό· στήν ἔλευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο, στήν νέα δημιουργία. ᾿Ακριβῶς γιά τό λόγο αὐτό στό τροπάριο πού ἀκούσαμε καί σέ ὅλη τήν ὑμνογραφία τῆς Πεντηκοστῆς ἀνυμνεῖται ὁ δημιουργός τοῦ παντός, ὁ Πατήρ, πού διά τοῦ Λόγου, τοῦ Υἱοῦ τῆς ἀγάπης Του, ἐν ἁγίῳ Πνεύματι δημιουργεῖ τόν κόσμο, ἀναδημιουργεῖ, ξανακτίζει τήν κτίσι καί τήν μεταβάλλει σέ νέα, τήν ἀνακαινίζει.
῎Ετσι ἡ ἡμέρα αὐτή συνδέει τήν ἀνάμνησι τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ νέου κόσμου μέ τήν ἀνάμνησι τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ παλαιοῦ. Τίς δύο γεννήσεις, τήν φυσική καί τήν ὑπερφυσική. Στήν πρώτη μᾶς μεταφέρουν οἱ πρώτες γραμμές τῆς Βίβλου: “῾Η δέ γῆ ἦν ἀόρατος καί ἀκατασκεύαστος καί σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου καί πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος. Καί εἶπεν ὁ Θεός· Γενηθήτω φῶς. Καί ἐγένετο φῶς. Καί εἶδεν ὁ Θεός τό φῶς ὅτι καλόν” (Γεν. 1,2—4). Στήν δευτέρα συμβαίνει τό ἴδιο.
᾿Επάνω στήν ἄμορφο ὕλη τῶν ἐθνῶν καί τό σκότος τῆς πλάνης ἐκχύνεται ἡ βιαία πνοή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ο λόγος Του ἀνακαινίζει τήν παλαιωθεῖσα κτίσι. “Πάρθοι καί Μῆδοι καί ᾿Ελαμῖται καί οἱ κατοικοῦντες τήν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καί Καππαδοκίαν, Πόντον καί τήν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καί Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καί τά μέρη τῆς Λυβίης τῆς κατά Κυρήνην…. Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοι τε καί προσήλυτοι, Κρῆτες καί ῎Αραβες” (Πράξ. 2,9—11) εἶναι ἡ νέα ἄβυσσος, τό γέννημα τῆς διασπορᾶς, τῆς κατατμήσεως καί τῆς ἀποσυνθέσεως τοῦ κόσμου. ᾿Επάνω ἀπό αὐτούς τώρα ἐπιφέρεται τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ὁ Λόγος Του καλεῖ ὅλους εἰς συμφωνίαν, εἰς ἑνότητα Πνεύματος ἁγίου, εἰς τό φῶς. “῾Ο εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι” (Β.´ Κορ. 4,6) τούς καλεῖ νά ἐπιστρέψουν “ἀπό σκότους εἰς φῶς” (Πράξ. 26,18), νά γίνουν “φῶς ἐν Κυρίῳ” (Ἐφεσ. 5,8).
Καί ἡ ἀναχώνευσις γίνεται μέ τάς πυριμόρφους γλώσσας τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού διεμερίσθησαν στούς ἀποστόλους. “Καί ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός” (Πράξ. 2,3). ῾Η γλῶσσα, τό σύμβολο, τό ἀποτέλεσμα καί τό αἴτιο τοῦ χωρισμοῦ, γίνεται τώρα σύμβολο ἑνότητος, τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ἑνότητος τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἐγκαινισμός τοῦ Πνεύματος συμβολίζεται μέ τήν καινουργία τῶν γλωσσῶν. Διά τοῦ Χριστοῦ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι λαλεῖται τώρα τό μυστήριο τῆς αἰωνίου σωτηρίας. Αὐτό ἀκριβῶς ὑπογραμμίζει τό δεύτερο στιχηρό τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Πεντηκοστῆς τοῦ α´ ἤχου:
                                                     “Γλώσσαις ἀλλογενῶν
ἐκαινούργησας, Χριστέ, τούς σούς μαθητάς,
ἵνα δι᾿αὐτῶν σε κηρύξωσι
τόν ἀθάνατον Λόγον καί Θεόν,
τόν παρέχοντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τό μέγα ἔλεος”.
 ῾Ο λαός λοιπόν τοῦ Θεοῦ, ἡ ᾿Εκκλησία ἑορτάζει κατά τήν Πεντηκοστή τήν γέννησί της. Τήν γενέθλιο ἡμέρα της, ἀλλά καί αὐτό τό μυστήριο τῆς ἰδίας τῆς ζωῆς της. Γιατί ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν ἔζησε τό μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς σέ μία στιγμή χρόνου κατά τό μακάριο ἐκεῖνο ἔτος καί τήν ἱστορική ἐκείνη ἡμέρα, πού “ἐπλήσθησαν” οἱ μαθηταί “Πνεύματος ἁγίου”. ᾿Αλλά τό ζῇ καθημερινῶς, διαρκῶς, σέ κάθε στιγμή χρόνου, ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη τήν γενέθλιο μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Γιατί τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἦλθε τότε καί ἔκτοτε μένει καί θά μένῃ εἰς τόν αἰῶνα στόν κόσμο γιά νά συγκροτῇ τήν ᾿Εκκλησία. Πνεῦμα καί ᾿Εκκλησία εἶναι ἀδιασπάστως ἡνωμένα.
Τό ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἡ ψυχή, ἡ ζωή, ἡ ὕπαρξις τῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι καινῆς ζωῆς. Σ᾿ αὐτό ὀφείλεται ἡ ἑνότης, ἡ ἁγιότης, ἡ καθολικότης τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Από αὐτό πηγάζουν τά χαρίσματα, οἱ θεσμοί, ἡ πίστις καί ἡ θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας. Τήν βιαία Του πνοή καί τήν πυρίμορφο δρόσο Του αἰσθάνεται σέ κάθε βῆμα, σέ κάθε ἐκδήλωσι, σέ κάθε κίνησί της. ᾿Από αὐτό πηγάζουν οἱ ὑπερφυσικές ἐνέργειες τῶν μυστηρίων, πού ζωογονοῦν, πού τροφοδοτοῦν καί ἁγιάζουν τό σῶμά της. Αὐτό θεολογεῖ καί ὁ ποιητής τοῦ τρίτου στιχηροῦ τοῦ ἑσπερινοῦ:
                                                     “Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό ἅγιον·
βρύει προφητείας,
ἱερέας τελειοῖ,
ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν,
ἁλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξεν,
ὅλων συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Ομοούσιε καί ὁμόθρονε
τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ,
Παράκλητε, δόξα σοι”.
Στήν ἱστορική λοιπόν Πεντηκοστή, ἀλλά καί στήν διαρκῆ Πεντηκοστή, στήν ὁποία ζῇ ἡ ᾿Εκκλησία, θά μᾶς μεταφέρῃ κατά τήν ἐπέτειο τοῦ γεγονότος αὐτοῦ. Θά μᾶς καλέσῃ νά κλίνωμε τά γόνατα στάς αὐλάς τοῦ Κυρίου καί νά προσκυνήσωμε τήν ἀήττητο δύναμί Του, νά δοξολογήσωμε τήν ἁγία Τριάδα, πού φωτίζει καί ἁγιάζει τίς ψυχές μας. Καί στήν στάση αὐτή τῆς ταπεινώσεως, τῆς κλίσεως τῶν γονάτων καί τοῦ αὐχένος, νά ὑποδεχθοῦμε τήν χάρι τοῦ Παρακλήτου. Νά ἀνανεώσωμε καί νά ἀναρριπίσωμε τήν φλόγα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Νά συνειδητοποιήσωμε τήν θέσι μας καί τήν ὑπόστασί μας σάν μελῶν τῆς ᾿Εκκλησίας, σάν ναῶν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ναῶν καί σκευῶν καθαρῶν, δοχείων τοῦ Παρακλήτου, τῶν ὁποίων κάθε σκέψις θά ὑπαγορεύεται ἀπό τό Πνεῦμα τῆς σοφίας, κάθε ἐνέργεια ἀπό τό Πνεῦμα τῆς συνέσεως, τό ἀγαθόν, τό εὐθές, τό νοερόν, τό ἡγεμονεῦον, τό καθαῖρον τά πταίσματα. Τό Πνεῦμα τό ἅγιον, τό Κύριον καί ζωοποιόν, τό θεῖον πού θεοποιεῖ τούς ἀνθρώπους, πού διά τῆς χάριτός Του μᾶς μεταβάλλει σέ “Θεούς κατά μέθεξιν”.
Αὐτό τό ὑπερφυές γεγονός τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Παρακλήτου περιγράφουν τά τρία θαυμάσια τροπάρια τῶν αἴνων καί τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ δ´ ἤχου. Αὐτό τό Πνεῦμα ἐγκωμιάζουν καί αὐτοῦ τήν χάρι ἐπικαλοῦνται μαζί μέ τό δοξαστικό τοῦ πλ. β´ ἤχου.
 “Παράδοξα σήμερον
εἶδον τά ἔθνη πάντα ἐν πόλει Δαυίδ,
ὅτε τό Πνεῦμα κατῆλθε τό ἅγιον
ἐν πυρίναις γλώσσαις,
καθώς ὁ θεηγόρος Λουκᾶς ἀπεφθέγξατο.
Φησί γάρ· Συνηγμένων τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ,
ἐγένετο ἤχος, καθάπερ φερομένης βιαίας πνοῆς,
καί ἐπλήρωσε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι·
καί πάντες ἤρξαντο φθέγγεσθαι
ξένοις ρήμασι, ξένοις δόγμασι,
ξένοις διδάγμασι τῆς ἁγίας Τριάδος”.
“Τό Πνεῦμα τό ἅγιον,
ἦν μέν ἀεί καί ἔστι καί ἔσται
οὔτε ἀρξάμενον οὔτε παυσόμενον,
ἀλλ᾿ ἀεί Πατρί καί Υἱῷ συντεταγμένον
καί συναριθμούμενον.
Ζωή καί ζωοποιοῦν·
φῶς καί φωτός χορηγόν·
αὐτάγαθον καί πηγή ἀγαθότητος·
δι᾿ οὗ Πατήρ γνωρίζεται
καί Υἱός δοξάζεται
καί παρά πάντων γινώσκεται,
μία δύναμις, μία σύνταξις,
μία προσκύνησις τῆς ἁγίας Τριάδος”.
“Τό Πνεῦμα τό ἅγιον,
φῶς καί ζωή καί ζῶσα πηγή νοερά,
Πνεῦμα σοφίας, Πνεῦμα συνέσεως·
ἀγαθόν, εὐθές, νοερόν,
ἡγεμονεῦον, καθαῖρον τά πταίσματα.
Θεός καί θεοποιοῦν·
πῦρ ἐκ πυρός προϊόν·
λαλοῦν, ἐνεργοῦν,
διαιροῦν τά χαρίσματα·
δι᾿ οὗ προφῆται ἅπαντες
καί Θεοῦ ἀπόστολοι
μετά μαρτύρων ἐστέφθησαν.
Ξένον ἄκουσμα, ξένον θέαμα,
πῦρ διαιρούμενον εἰς νομάς χαρισμάτων”.
“Βασιλεῦ οὐράνιε,
Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,
ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν,
ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός·
ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν
καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος
καί σῶσον, ἀγαθέ, τάς ψυχάς ἡμῶν”.

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν σειρά “Λογική Λατρεία”

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου