ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

28 Φεβρουαρίου μνήμη του Οσίου Βασιλείου του Ομολογητού και της Αγίας νεομάρτυρος Κυράννης της Οσσαίας





Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής


OsiosVasileios03
Ὁ Βασίλειος Χριστὸν ἐν ψυχῇ φέρων,
Ψυχὴν σκιᾶς τίθησι τῆς αὐτοῦ χάριν.
Κρύψαν ὑπὸ χθόνα εἰκόνα ὀγδοάτῃ Βασίλειον.
Βιογραφία
Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ’ του Ισαύρου (717 – 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.
Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης.
Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου (τιμάται 27 Φεβρουαρίου). Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία.
Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.
Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.
Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι’ ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.




Ἡ Ἁγία Κυράννα ἡ Νεομάρτυς





Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἀβυσσώκα ἢ Βυρσόκα, στὴ σημερινὴ Ὄσσα τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους. Στὸ Μαρτύριό της ἀναφέρεται, ὅτι ἦταν ἐξαιρετικὰ ὄμορφη. Αὐτὴ ἡ ἐξωτερικὴ ὀμορφιὰ τῆς Κυράννας, ποὺ δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ ἀντικατόπτρισμα τῆς ἐσωτερικῆς της ὡραιότητας, ἀποτέλεσε καὶ τὴν ἀφορμὴ γιὰ νά ὁδηγηθεῖ στὸ μαρτύριο, καθὼς κάποιος γενίτσαρος, εἰσπράκτορας τῶν φόρων στὸ χωριὸ τῆς Κυράννας, ποὺ τὴν ἐρωτεύθηκε, προσπάθησε ἐπανειλημμένα μὲ κολακεῖες καὶ δῶρα νὰ τὴν ἑλκύσει καὶ νὰ τὴν πείσει νὰ ἀλλαξοπιστήσει, γιὰ νὰ τὴν νυμφευθεῖ.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Κυράννα δὲν ἀποδεχόταν οὔτε τὶς κολακεῖες, οὔτε πολὺ περισσότερο τὰ δῶρα τοῦ Τούρκου, αὐτὸς νομίζοντας ὅτι θὰ τὴν κάμψει μὲ τὸν φόβο, ἄρχισε νὰ τὴν ἀπειλεῖ ὅτι θὰ τὴν βασανίσει σκληρὰ καὶ τέλος θὰ τὴν θανατώσει, ἐὰν δὲν ὑποχωρήσει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της. Ἀλλὰ οὔτε αὐτὰ τὰ μέσα ἔφεραν τὸ ποθητὸ ἀποτέλεσμα γιὰ τὸν γενίτσαρο. Τότε τὴν ὁδήγησε βίαια στὸν κριτὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ψευδομαρτύρησε ἐναντίων της, ὅτι τοῦ εἶχε δηλώσει ὅτι θὰ ἀλλαξοπιστήσει γιὰ νὰ τὴ νυμφευθεῖ, ἀλλὰ τελικὰ δὲν τήρησε τὴν ὑπόσχεσή της. Ἡ Ἁγία Κυράννα μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι τὴν ὁδήγησαν στὴ φυλακή.
Ὁ γενίτσαρος, ποὺ τὴν ὁδήγησε στὸν κριτή, ζήτησε καὶ ἔλαβε τὴν ἄδεια τοῦ Ἀλῆ Ἐφέντη, μπέη τοῦ κάστρου τῆς Θεσσαλονίκης, νὰ ἐπισκέπτεται τὴν Ἁγία στὴ φυλακή, ὅπου προσπαθοῦσε μὲ κολακεῖες ἀλλὰ καὶ βασανιστήρια νὰ τὴν μεταπείσει. Ὅταν ἔφυγε αὐτός, συνέχιζε τὰ βασανιστήρια ὁ δεσμοφύλακας, τὸν ὁποῖο ἔλεγχαν γιὰ τὴν σκληρότητά του, τόσο οἱ ὑπόλοιποι φυλακισμένοι, ὅσο καὶ κάποιος ἄλλος φύλακας Χριστιανός.
Κάποια φορὰ ὁ γενίτσαρος ἐπισκέφθηκε καὶ πάλι τὴν Ἁγία στὴ φυλακὴ καὶ τὴν βασάνισε μέχρι θανάτου. Ὁ Χριστιανὸς φύλακας ἐπέπληξε τότε δριμύτατα τὸν δεσμοφύλακα καὶ τὸν ἀπείλησε ὅτι θὰ τὸν καταγγείλει στὸν πασᾶ, ἐπειδὴ ἐπέτρεπε νὰ εἰσέρχονται στὴ φυλακὴ παράνομα ἄνθρωποι ξένοι καὶ νὰ βασανίζουν τοὺς φυλακισμένους. Ἔτσι, ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ γενίτσαρος ξαναῆλθε στὴ φυλακή, φοβούμενος ὁ δεσμοφύλακας δὲν τοῦ ἐπέτρεψε τὴν εἴσοδο. Αὐτὸς τότε τὸν κατήγγειλε στὸν Ἀλῆ Ἐφέντη, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε καὶ τὸν ἐπέπληξε, γιατί παράκουσε τὶς διαταγές του. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός, ὁ δεσμοφύλακας ἐπέστρεψε ὀργισμένος στὴ φυλακὴ καὶ ξέσπασε πάνω στὴν Ἁγία Κυράννα, τὴν ὁποία κρέμασε καὶ ἄρχισε νὰ χτυπᾶ ἀλύπητα. Μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θέαμα ὅλοι οἱ φυλακισμένοι, ἀκόμα καὶ οἱ Μωαμεθανοί, ἄρχισαν νά διαμαρτύρονται καὶ νὰ καταφέρονται ἐναντίων τοῦ δεσμοφύλακα, ὁ ὁποῖος ἄφησε τὴν Ἁγία κρεμασμένη καὶ ἔφυγε. Στὶς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1751.
Κατὰ τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες ἕνα θεῖο φῶς κάλυψε ξαφνικὰ τὸ σῶμα τῆς Ἁγίας Κυράννας, ἡ ὁποία ἄφηνε τὴν τελευταία της πνοὴ καὶ ὕστερα ἐξαπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν φυλακή. Μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θαῦμα οἱ Χριστιανοὶ εὐχαριστοῦσαν τὸν Κύριο, ἐνῷ οἱ Μωαμεθανοὶ νόμιζαν ὅτι ἦταν φωτιὰ καὶ τρομοκρατήθηκαν.
Ὁ Χριστιανὸς φύλακας, ὁ ὁποῖος πῆγε νὰ κατεβάσει τὴν κρεμασμένη Ἁγία, τὴ βρῆκε νεκρή. Στὸ μεταξὺ τὸ φῶς εἶχε ὑποχωρήσει, ἀλλὰ παρέμενε σὲ ὅλο τὸν χῶρο μία ἄρρητη εὐωδία. Ὁ φύλακας τότε, περιποιήθηκε τὸ ἱερὸ λείψανο τῆς Μάρτυρος, τὸ ὁποῖο τὴν ἑπόμενη ἡμέρα παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν ἔξω ἀπὸ τηνΘεσσαλονίκη. Στὸ Συναξάρι τῆς Νεομάρτυρος ἀναφέρεται ὅτι τὸ σκήνωμα τῆς Ἁγίας ἐνταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδὴ στὸ κοιμητήριο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.
Ὡς ἡμέρα τῆς μνήμης τῆς Νεομάρτυρος, ἀναφέρεται σὲ Λαυριωτικὸ Κώδικα ἡ 1η Ἰανουαρίου. Στὴν Ὄσσα ὅμως, ἡ Ἁγία Κυράννα ἑορτάζεται στὶς 8 Ἰανουαρίου. Αἰτία αὐτῆς τῆς ἐορτολογικῆς μετατοπίσεως ἴσως ἔιναι ὅτι ὁ ἑορτασμὸς της κατὰ τὴν 28η Φεβρουαρίου συχνὰ συνέπιπτε μὲ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περίοδο χαρμολύπης, ἐνῷ στὶς 8 Ἰανουαρίου ἐπιπλέον οἱ κάτοικοι τῆς Ὄσσας ἦταν ὅλοι συγκεντρωμένοι στὸ χωριό τους ἐξ’ αἰτίας τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων. Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας τιμᾶται πανηγυρικὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Ὀσσαίους τῆς Θεσσαλονίκης στὸ ναὸ τῆς Ἀχειροποιήτου κατὰ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὶς 8 Ἰανουαρίου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου