ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

7 Σεπτεμβρίου , Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού , μνήμη της Αγίας Κασσιανής της Υμνογράφου , του Αγίου Νεομάρτυρος Αθανασίου του Κουλακιώτου και μνήμη των Αγίων Ιερομαρτύρων των εν τη Μικρασιατική Καταστροφή , ήτοι Χρυσοστόμου Σμύρνης , Γρηγορίου Κυδωνιών , Προκοπίου Ικονίου , Αμβροσίου Μοσχονησίων και Ευθυμίου Ζήλων

 
 
 

Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού - Το χάλκινο φίδι




Ευαγγέλιο: Ιω. γ΄ 13-17 
 
 
          Oὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ.
    καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου                   ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.
 οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον . 
οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ᾿ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ.
 
 Νεοελληνική Απόδοσις
 
 Κανείς δε δεν ανέβηκε στον ουρανόν, δια να μάθη εκεί και διδάξη εις σας αυτάς τας αληθείας, παρά μόνον αυτός που κατέβηκε από τον ουρανόν και έγινε δια της ενανθρωπήσεως υιός του ανθρώπου και ο όποιος εξακολουθεί, καθ' ον χρόνον ζη εις την γην, να είναι και στον ουρανόν ως Θεός.
 Οπως δε ο Μωϋσής εκρέμεσε υψηλά το χάλκινι φίδι εις την έρημον, δια να το αντικρύζουν με πίστιν οι Ισραηλίται και να σώζωνται από το θανατηφόρον δηλητήριον των φιδιών της ερήμου, έτσι, σύμφωνα με το πάνσοφον σχέδιον του Θεού, πρέπει να κρεμασθή και ο υιός του ανθρώπου επάνω στον σταυρόν.
 Και τούτο, δια να μη καταδικασθή εις την αιωνίαν απώλειαν κανένας από εκείνους, που θα πιστεύσουν εις αυτόν, αλλά να κερδήση και να έχη την αιώνιον ζωήν.
  Διότι τόσον πολύ ηγάπησεν ο Θεός τον βυθισμένον εις τας αμαρτίας κόσμον, ώστε παρέδωκεν εις σταυρικόν θάνατον τον μονογενή του Υιόν· δια να μη καταδικασθή εις την αιωνίαν απώλειαν κάθε ένας που θα πιστεύη εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.
 Διότι δεν έστειλεν ο Θεός τον Υιόν του στον κόσμον δια να κρίνη και καταδικάση τον κόσμον, αλλά δια να σωθή ο κόσμος με την θυσίαν αυτού.
 
 
 
 
 Η Κυριακή πριν από την εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μας προετοιμάζει πνευματικά για να συναισθανθούμε το μέγα μυστήριο της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας. Το ευαγγελικό ανάγνωσμα μας μεταφέρει σε μία ιερή συζήτηση μέσα στη νύχτα, όπου ο Κύριος απεκάλυψε στον κρυφό μαθητή του Νικόδημο το μέγα μυστήριο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Κανείς από τους ανθρώπους, είπε, δεν έχει ανεβεί στον ουρανό, παρά μόνο εγώ που κατέβηκα από τον ουρανό και έγινα άνθρωπος. Κι ενώ τώρα είμαι στη γη, εξακολουθώ να είμαι και στον ουρανό. Και όπως κάποτε ο Μωυσής κρέμασε ψηλά το χάλκινο φίδι για να σώζονται μ’ αυτό οι Ισραηλίτες από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών της ερήμου, έτσι σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιο του Θεού πρέπει να υψωθώ εγώ ψηλά πάνω στο σταυρό.
Ποια όμως είναι η βαθύτερη σχέση ανάμεσα στο γεγονός αυτό της Παλαιάς Διαθήκης με τη σταύρωση του Κυρίου μας; Εκεί στην έρημο συνέβαινε κάτι το συνταρακτικό. Είχαν παρουσιαστεί φίδια φαρμακερά και τρύπωναν στις σκηνές των Ισραηλιτών. Φίδια αμέτρητα δάγκωναν όσους έβρισκαν μπροστά τους. Κι αυτοί με πόνους δυνατούς και κραυγές απελπιστικές σε λίγη ώρα έπεφταν νεκροί! Οι Ισραηλίτες τρομοκρατημένοι άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι τιμωρούνται για τις πολλές τους αμαρτίες. Σκέφτηκαν ότι μόνον ο Θεός μπορούσε να τους σώσει. Έτρεξαν λοιπόν στον Μωυσή κι εκείνος με όλη του την ψυχή παρακαλούσε τον Θεό να τους σώσει. Και ο Θεός, σαν αγαθός πατέρας, επειδή είδε ότι μετανόησε ο λαός, άκουσε την προσευχή του Μωυσή και του λέει: Φτιάξε ένα φίδι χάλκινο και κρέμασέ το σε ένα ξύλο. Και πες στους Ισραηλίτες: «Καθένας που θα τον δαγκώσει φίδι, να κοιτάζει το χάλκινο αυτό φίδι και θα σώζεται από το θάνατο». Και το θανατικό σταμάτησε, οι Ισραηλίτες σώθηκαν.
Γιατί όμως ο Κύριος συσχετίζει το γεγονός αυτό με τη δική του σταύρωση; Το χάλκινο φίδι το ύψωσε ο Μωυσής καρφωμένο σε ξύλο. Στο τίμιο ξύλο του σταυρού υψώθηκε κρεμασμένος κι ο Χριστός μας. Τα φαρμακερά φίδια σκορπούσαν το θάνατο. Ο σατανάς, ο όφις ο αρχαίος, με τα φαρμακερά τσιμπήματά του νεκρώνει την ψυχή του ανθρώπου. Στην έρημο ο Μωυσής κρέμασε πάνω στο ξύλο ένα χάλκινο φίδι, που ήταν το ομοίωμα των φαρμακερών φιδιών. Στο σταυρό κρεμάστηκε ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος θεωρήθηκε το ομοίωμα της αμαρτίας, καθώς σήκωσε επάνω του όλες τις αμαρτίες του κόσμου. Στην έρημο οι Ιουδαίοι ατενίζοντας το χάλκινο φίδι διέφυγαν τον πρόσκαιρο θάνατο, εμείς οι πιστοί ατενίζοντας τον Σταυρό του Χριστού λυτρωνόμαστε από τη σκλαβιά της αμαρτίας, από τον αιώνιο θάνατο, μπορούμε να εισέλθουμε όχι στη γη της επαγγελίας, αλλά στη Βασιλεία του Θεού.
Ο Κύριος στη συνέχεια εξηγεί στον Νικόδημο το νόημα της δικής του υψώσεως πάνω στο ξύλο του Σταυρού: Ο υιός του ανθρώπου, λέει, θα υψωθεί πάνω στο Σταυρό, για να μη χαθεί κανένας από όσους θα πιστεύουν σ’ Αυτόν στον αιώνιο θάνατο, αλλά να έχει ζωή αιώνια. Διότι τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε σε θάνατο τον μονάκριβο Υιό του, για να μη χαθεί στον αιώνιο θάνατο κανένας πιστός, άλλα να έχει ζωή αιώνια. Διότι δεν απέστειλε ο Θεός τον Υιό του στο αμαρτωλό γένος των ανθρώπων για να κατακρίνει και να καταδικάσει το γένος αυτό, αλλά για να σωθεί ολόκληρος ο κόσμος.
Εμείς κατανοούμε άραγε το ύψους αυτό της αγάπης του; Αντιλαμβανόμαστε την άπειρη αυτή και ύψιστη ευεργεσία του; Γι’ αυτό ας παρακαλούμε Αυτόν που τόσο πολύ μας αγάπησε, να μας φωτίζει να κατανοούμε όσο μπορούμε το ύψος της αγάπης του. Και να ζούμε πλέον μόνο για τον Θεό και με τον Θεό.
Μ.Φ.Ν.Θ
 
«Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός  τον κόσμον…»

Η σύνδεση της παρουσίας του Θεού στη ζωή του κόσμου με την πληρότητα της αγάπης, αναδεικνύει και την αυθεντικότητα της σχέσης που σφυρηλατείται στο χώρο της Εκκλησίας. Στους ορίζοντες αυτούς, το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής πριν από την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, αποκαλύπτει το απύθμενο βάθος αλλά και το δυσθεώρητο ύψος της θεϊκής αγάπης: «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν υμίν, ότι τον Υιόν αυτού τον Μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον, ίνα ζήσωμεν δι’ Αυτού» (Α΄Ιω. δ΄9).
Η συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή συνιστά το απόσταγμα της συνομιλίας του Χριστού με το Νικόδημο. Ο Νικόδημος παρόλο που είχε εξέχουσα θέση στην κοινωνία, αφού ήταν μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου και ανήκε ακόμα στην τάξη των φαρισαίων, ωστόσο αποκαλύπτεται ως άνθρωπος με καλή και αγαθή ψυχή. Με τέτοιες λοιπόν αγαθές διαθέσεις όχι μόνο γνώρισε αλλά και συνομιλούσε με τον Χριστό για μεγάλες και αιώνιες αλήθειες. Έτσι, ενώ οι φαρισαίοι συνέδεαν τη σωτηρία με την τυπολατρία, ενδεδυμένη με την υποκριτική τήρηση κάποιων διατάξεων του Νόμου, ο Χριστός έρχεται να αποκαλύψει ότι για να σωθεί ο άνθρωπος πρέπει να αναγεννηθεί πνευματικά, να καταστεί καινούργια ύπαρξη, όχι πλέον με νομικές διατάξεις, αλλά με τη χάρη και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Ρωμ. ε΄5).

Η καινούργια ζωή
Η πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου δεν έχει να κάνει με οποιεσδήποτε πιέσεις και συμπιέσεις, με φάσεις και αντιφάσεις του κόσμου τούτου, αλλά με το άνοιγμα σε μια νέα ζωή που κινείται πάντοτε στην τροχιά της αιωνιότητας. Τη ζωή εκείνη που υπερβαίνει τη φθορά και τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου. Στην υπέρβαση αυτή, η όποια απόγνωση μεταβάλλεται σε αναστάσιμη ελπίδα και η όποια λύπη και στεναχώρια σε χαρά και αγαλλίαση. Η ζωή αυτή δεν συνδέεται σε καμιά περίπτωση με αφηρημένα σχήματα και θεωρίες, αλλά αποκαλύπτεται ως η πιο ισχυρή πραγματικότητα με τη μετοχή στη ζωή του Χριστού. Τότε ακριβώς ολόκληρος ο χρόνος γίνεται καιρός μετοχής στις θείες δωρεές. Μόνο σ’ αυτή τη διάσταση ο άνθρωπος απελευθερώνεται  από το φόβο της φθοράς και του θανάτου και μπορεί να ατενίζει πλέον δημιουργικά τη ζωή του μέσα στον χρόνο. Και όπως ο φυσικός θάνατος μέσα από την φωτοχυσία της ανάστασης μετατρέπεται σε γέφυρα προς τη ζωή, έτσι και ο χρόνος μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, μεταβάλλεται σε παράγοντα πνευματικής προκοπής και τελείωσης.
Μόνο μέσα στις αγκάλες της θεϊκής αγάπης μπορεί ο άνθρωπος να εισέλθει σε τροχιές πνευματικής αναγέννησης. Η αγάπη αυτή σαρκώνεται στις σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό, το συνάνθρωπο αλλά και με την κτίση ολόκληρη. Είναι εναρμονισμένη με τον τρόπο ύπαρξης του Τριαδικού Θεού, όπως αποκαλύπτεται στο πρόσωπο του Χριστού. Ο Χριστός όχι μόνο στο Νικόδημο αλλά στον κάθε άνθρωπο που ανοίγει καλοδιάθετα την καρδιά του, φανερώνει το μυστήριο της Αγίας Τριάδας. Μέσα απ’ αυτό αποκρυπτογραφείται η κοινωνία της αγάπης που προσφέρεται αδιάκοπα στον άνθρωπο, ως «εικόνα του Θεού». Και η σκάλα βέβαια που ο Χριστός ανέβασε τον άνθρωπο στον ουρανό είναι η φανέρωση της άπειρης αγάπης του μέσα από τον Σταυρό.

Αγαπητοί αδελφοί, μέσα από το μυστήριο του Σταυρού αναδύεται η θεϊκή αγάπη στην πιο αυθεντική της μορφή. Έτσι, ο Σταυρός γίνεται κρίση για τον κόσμο. Ο Κύριος έχει μόνιμα ανοικτές τις αγκάλες του και μας προσκαλεί να δεχθούμε την κοινωνία της αγάπης του. Αν ο άνθρωπος ελεύθερα ανταποκριθεί, τότε μεταβαίνει «εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω. ε΄24). Αν όμως αρνηθεί,  εγκλωβισμένος στον εγωισμό και την φιλαυτία του, αφήνει τον εαυτό του να οδηγηθεί σε αυτοκατάκριση και αυτοτιμωρία. Η αγάπη που ξεπηδάει από το ξύλο του Σταυρού είναι η πιο αυθεντική και η πιο αληθινή. Γιατί νικά ακόμα και το θάνατο. Αυτή την εμπειρία μάς προσκαλεί η Εκκλησία να γευθούμε. «Γεύσασθε και οίδατε».

http://www.churchofcyprus.org.cy/article.php?articleID=4611
 
 
 
 

7 Σεπτεμβρίου η μνήμη της Αγίας Κασσιανής της Υμνογράφου και (στην Ι.Μ. Νεαπόλεως) η μνήμη του Αγίου νεομάρτυρος Αθανασίου του Κουλακιώτου

Άγιος Αθανάσιος ο Κουλακιώτης 



Ο Άγιος Αθανάσιος ο Κουλακιώτης καταγόταν από ένα χωριό της Θεσσαλονίκης, την Κουλακιά (σημερινή Χαλάστρα). Γεννήθηκε το 1749. Οι γονείς του, Πολύχρους και Λουλούδω, ήταν προύχοντες της περιοχής και διακρίνονταν για την ευσέβεια τους. Έτσι, από τα πρώτα χρόνια της ζωής του ανατράφηκε σε ένα ευσεβές, χριστιανικό περιβάλλον. Αφού έμαθε τα πρώτα γράμματα στο χωριό του, στη συνέχεια φοίτησε στο Ελληνικό Σχολείο της Θεσσαλονίκης, στο οποίο δάσκαλος ήταν ο ιερομόναχος Αθανάσιος ο Πάριος. Κατόπιν, για να συμπληρώσει τις σπουδές του πήγε στο Άγιο Όρος, στο σχολείο του Βατοπεδίου, όπου δίδασκε ο Παναγιώτης Παλαμάς.Διακρίθηκε μάλιστα για την πολύ καλή επίδοση του. Στη συνέχεια, διδάχτηκε και τη Λογική του Ευγενίου, έχοντας δάσκαλο τον Νικόλαο Τζαρτζούλιο, από το Μέτσοβο, ο οποίος αποστάλθηκε στον Άθω από τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία.

Όταν έφυγε ο δάσκαλος του από την Αθωνιάδα, τον ακολούθησε και ο Αθανάσιος, κατευθυνόμενος προς την Κωνσταντινούπολη. 'Επειτα, όμως, από δύο σχεδόν χρόνια, επέστρεψε στο 'Aγιον Όρος, και στο διάστημα αυτό επισκέφτηκε και την ιδιαίτερη πατρίδα, την Κουλακιά.   Εκεί υπήρχε Βασιλικός Μελτζιχανάς (τόπος θρησκευτικών συγκεντρώσεων), τον οποίο συνήθιζε, όταν βρισκόταν στο χωριό του, να επισκέπτεται, για να συζητά και να ακούει διάφορες ειδήσεις.
Μια μέρα, λοιπόν, έτυχε μαζί με τον Άγιο να βρίσκεται εκεί και κάποιος εμίρης. 

Κατά τη διάρκεια της κουβέντας τους, ο Αθανάσιος, που γνώριζε και την τουρκική και την αραβική γλώσσα, είπε στον εμίρη με απλότητα: «Η πίστη σας σ' αυτούς τους λόγους συγκεφαλαιώνεται», και ανέφερε προφορικά τις λέξεις που συνόψιζαν την μουσουλμανική πίστη. Ο εμίρης, όμως, μόλις άκουσε την απλή εκφορά των συγκεκριμένων λόγων τη θεώρησε τέλεια ομολογία πίστης και είπε προς τον Αθανάσιο: «Εσύ έκανες σαλαβάτι (ομολογία) και έγινες Τούρκος». Μάταια εκείνος προσπάθησε να του εξηγήσει πως η απλή εκφορά από μέρος του λέξεων στις οποίες περικλειόταν η οθωμανική πίστη σε καμία περίπτωση δε σήμαινε πως και ο ίδιος ασπαζόταν αυτή την πίστη

Ο Τούρκος αξιωματούχος δεν πείστηκε και τον παρέδωσε στον Οθωμανό επιστάτη του Μελτζιχανά, ζητώντας του να τον προσέχει έως ότου ο ίδιος επιστρέψει. Εκείνος έφυγε αμέσως για τη Θεσσαλονίκη και παρουσιάστηκε στο Μουλά, στον οποίο συκοφάντησε με θράσος τον αγαθό Αθανάσιο, ότι δήθεν έκανε «σαλαβάτι» και ομολόγησε την πίστη τους, μα κατόπιν άλλαξε γνώμη και την αρνήθηκε περιπαίζοντας την. Τότε ο Μουλάς στέλνει και φέρνουν μπροστά του τον Άγιο και ακούει και πάλι την υπόθεση της κατηγορίας. 

Στη συνέχεια υποβάλει ερωτήσεις στον κατηγορούμενο Αθανάσιο, ο οποίος του εξηγεί όλη την αλήθεια. Αφού τον άκουσε με προσοχή ο κριτής, έκρινε πολύ ορθά την υπόθεση, παραδεχόμενος πως δεν αρκεί, για να γίνει κάποιος Τούρκος, να γνωρίζει απλώς τις αρχές της οθωμανικής πίστης. Και στρεφόμενος προς τον εμίρη, του είπε, αποστομώνοντας τον: «κι εσύ, αν γνώριζες το σύμβολο της πίστεως του και του έλεγες ότι σ' αυτό στηρίζεται η πίστη του, δε θα γινόσουν χριστιανός μόνο και μόνο προφέροντας τις σχετικές λέξεις».

Ωστόσο, οι αγάδες που παρευρίσκονταν εκεί, διαφωνούσαν έντονα, υποστηρίζοντας ότι η πίστη τους δε μπορούσε να περιπαίζεται. Έτσι, λοιπόν, άλλαξε γνώμη και ο κριτής και άρχισε, άλλοτε με κολακείες και άλλοτε με φοβέρες, να παρακινεί τον Αθανάσιο να αλλαξοπιστήσει, λέγοντας του πως ό,τι έκανε (την δήθεν ομολογία), το έκανε παρακινημένος από το Θεό. Γι' αυτό και θα έπρεπε να φανεί συνεπής με το «σαλαβάτι» του, γιατί η οθωμανική πίστη δε ήταν δυνατόν να καταφρονείται. Ο Μάρτυρας, όμως, σταθερός στην πίστη του, δεν ανταποκρίθηκε στις προτροπές του εμίρη ούτε δείλιασε μπροστά στις φοβέρες του. Τότε εκείνος διέταξε να τον φυλακίσουν.

'Ύστερα από αρκετές μέρες, απαίτησε να τον φέρουν και πάλι μπροστά του για να τον εξετάσει. Όταν διαπίστωσε, όμως, ότι ο Αθανάσιος παρέμενε σταθερός και αμετακίνητος, εξ έδωσε τελικά εναντίον του καταδικαστική απόφαση. Έτσι τον παρέλαβαν οι δήμιοι και τον κρέμασαν έξω από την πόλη ( στο χώρο όπου βρίσκεται σήμερα το παρεκκλήσι που φέρει το όνομά του, στο κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής). Με αυτό τον τρόπο μαρτύρησε ο Άγιος Αθανάσιος, στις 8 Σεπτεμβρίου του 1774, σε ηλικία μόλις 25 ετών. Η μνήμη του όμως στον τόπο του μαρτυρίου του τιμάται την παραμονή , 7 Σεπτεμβρίου , για να μή συμπίπτει με τη μεγάλη Θεομητορική εορτή του Γενεσίου της Υπεραγίας Θεοτόκου.




Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος


Η Οσία Κασσιανή (ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία) η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοφίλου (829 -842 μ.Χ.).

Όταν μεγάλωσε συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της. Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών ο μεταφραστής, ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός, αναφέρουν ότι έλαβε μέρος στην τελετή επιλογή νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε οργανώσει η μητριά του Ευφροσύνη. Σε αυτή ο αυτοκράτορας επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο. Θαμπωμένος από την ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]», αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα. Η Κασσία, ετοιμόλογη, του απάντησε: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» «Και από μία γυναίκα [ήρθαν στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα της σωτηρίας από την ενσάρκωση του Χριστού μέσω της Παναγίας. Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν:
- Εκ γυναικός τα χείρω.
- Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.

Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να απορρίψει την Κασσιανή και να επιλέξει τη Θεοδώρα για σύζυγό του.

Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την Κασσιανή είναι ότι το 843 μ.Χ. ίδρυσε ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, κοντά στα τείχη της πόλης, του οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη. Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν την επιλογή της αυτή στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή του Θεόδωρου του Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή. Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου, η οποία έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση βυζαντινών λειτουργικών βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα μ.Χ., με αποτέλεσμα τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56).

Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν. Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το γνωστό τροπάριο της, που ψάλλεται στις Εκκλησίες το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο. Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι. Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. Στη συνέχεια βρήκε τα χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε. Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε ένα στίχο στον ύμνο. Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν «ν ν τ παραδείσ Εα τ δειλινόν, κρότον τος σν χηθεσα, τ φόβ κρύβη». Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν στην ντουλάπα αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά την αναχώρηση του αυτοκράτορα, διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τον ύμνο.

Η μεγάλη αυτή ποιήτρια, υμνογράφος και μελωδός της εκκλησίας μας, η Αγία Κασσιανή, ταξίδεψε στην Ιταλία και την Κρήτη και κατέληξε στην Κάσο ετελείωσε η επίγεια ζωή της. Μετά το θάνατό της, τοποθέτησαν το σώμα της σε μαρμάρινη λάρνακα και την έβαλαν σε παρεκκλήσιο, που ήταν αφιερωμένο στο όνομά της. Σώζεται σήμερα η λάρνακα και το βυζαντινό ψηφιδωτό του 9ου αιώνα μ.Χ. Επίσης στο εκκλησάκι υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με σημείο του σταυρού και χρονολογία 890 μ.Χ. Κατά πληροφορίες, πάλι από την Κάσσο, τα οστά της Οσίας έχουν μεταφερθεί στην Ικαρία.

Παρόλο που την μνήμη της δεν την αναφέρει κανένας Συναξαριστής, οι Κάσιοι, από τη συγγένεια του ονόματος της με το νησί τους, καθιέρωσαν τη μνήμη αυτής την 7η Σεπτεμβρίου και ο Γεώργιος Σασσός ο Κάσιος φιλοπόνησε και ειδική Ακολουθία, που δημοσιεύθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1889 μ.Χ. στο τυπογραφείο της «Μεταρρυθμίσεως». Το παράδοξο όμως είναι, ότι η Ακολουθία αυτή αφιερώθηκε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, που ο ίδιος στην συνέχεια την έδωσε για εκτύπωση στον Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερμανό (την 1η Σεπτεμβρίου 1889 μ.Χ.) και έτσι, επισημοποιήθηκε κατά κάποιο τρόπο η αγιοποίηση της Κασσιανής από την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, όπως το ποθούσαν οι κάτοικοι της Κάσου.

Η παρουσία της Κασσιανής έχει επισκιάσει τους υμνογράφους και μελωδούς της εποχής της, διότι αποτελεί την πλέον επιφανή γυναίκα μελωδό (έγραφε και τους ύμνους και τη μελωδία) στην ιστορία της βυζαντινής μουσικής. Έχοντας ιδιαίτερο ταλέντο, ευφυΐα, ευαισθησία και εκφραστικό πλούτο διακρίθηκε στον τομέα της μελουργίας (σ' αυτό τη βοήθησε η μεγάλη μόρφωση, που η ευγενής καταγωγή της, της επέτρεψε να έχει). Γι' αυτό και το έργο της είναι διαχρονικό και πάντα επίκαιρο, και συγκινεί ιδιαίτερα τον ορθόδοξο κόσμο.

Στην Κασσιανή αποδίδονται γύρω στα 45 έργα, από τα οποία τα 23 τουλάχιστον είναι χωρίς αμφιβολία δικά της, ενώ τα υπόλοιπα είναι αγνώστου προελεύσεως. Έχει επίσης μελοποιήσει κείμενα διαφόρων υμνογράφων. Από τα πιο γνωστά τροπάρια είναι το περίφημο «Κύριε, 
 ν πολλας μαρτίαις περιπεσοσα γυνή» , σε ήχο πλ. δ΄, που ψάλλεται στους ναούς το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, καθώς και οι ειρμοί από την Α΄Ε΄ ωδή του Κανόνος του Μεγάλου Σαββάτου «Κύματι Θαλάσσης» ). Το μεγαλύτερο μέρος του έργου της αποτελείται από στιχηρά για εορταζομένους Αγίους. Στην ίδια αποδίδεται και ο τετραώδιος κανόνας: «φρων γηραλέε» , όπως και πολλά δοξαστικά, μεταξύ των οποίων και ένα περίφημο δοξαστικό των Χριστουγέννων, το «Αγούστου μοναρχήσαντος», σέ ήχο β΄. Κατά τον βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ «η Κασσιανή ήταν μια εξαίρετη μορφή και το έργο της το διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθεία μόρφωσις, αυτοπεποίθησις και παρρησία. Πολύ συναίσθημα και βαθεία θεοσέβεια». Και ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, αναφερόμενος στο έργο της, έγραψε ότι «το χαρακτηρίζει γλυκύτης μέλους ακορέστου».

Μερικές σημαντικές επισημάνσεις για το Τροπάριο της Κασσιανής

Αρκετοί πιστοί πιστεύουν (λανθασμένα) ότι η Κασσιανή ήταν αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα, και μιλώντας η Κασσιανή για την πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει για τον εαυτό της. Όπως όμως διαβάζουμε στον βίο της, από πουθενά δεν φαίνεται αυτό. Η Κασσιανή ήταν μία οσία μοναχή του Βυζαντίου, προικισμένη με καταπληκτικό ποιητικό ταλέντο. Αντί για τη βασιλική αλουργίδα προτίμησε το ταπεινό σχήμα της μοναχής και έγραψε πολλούς ύμνους.

Ποιά λοιπόν είναι η πόρνη γυναίκα, για την οποία μιλάνε όλα τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης (βράδυ);

Στην ερώτηση αυτή, αρκετοί απαντούν (λανθασμένα) ότι αφού δεν είναι η Οσία Κασσιανή, τότε η αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα θα πρέπει να είναι η Μαρία η Μαγδαληνή! Η αλήθεια όμως είναι ότι η Μαρία η Μαγδαληνή δεν υπήρξε διεφθαρμένη και πόρνη ποτέ. Ήταν μια ύπαρξη, που έπασχε, και την θεράπευσε ο Χριστός. Ο ευαγγελιστής Λουκάς λέγει χαρακτηριστικά για τη Μαρία τη Μαγδαληνή: «Ακολουθούσαν τον Ιησού οι δώδεκα μαθηταί και γυναίκες, μεταξύ των οποίων η Μαρία, που ονομαζόταν Μαγδαληνή, απ’ την οποία είχε βγάλει εφτά δαιμόνια» (Λουκ. 8, 2). Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν λοιπόν δαιμονισμένη και ο Χριστός της έβγαλε τα δαιμόνια, όπως έβγαλε και τα δαιμόνια τόσων άλλων ανθρώπων.

Και τότε ποιά είναι η πόρνη, που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, η πόρνη, για την οποία μιλάνε τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης (βράδυ);

Η αμαρτωλή και διεφθαρμένη πόρνη, αυτή που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, μας είναι άγνωστη, είναι ανώνυμη. Ακούσατε σε κανένα τροπάριο το όνομα της πόρνης; Διαβάσατε στον Ευαγγελιστής Λουκά, που περιγράφει τη σχετική σκηνή, να αναφέρει πουθενά το όνομα της; Όχι! Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι Απόστολοι, ενώ δεν έκρυβαν τις δικές τους ατέλειες και πτώσεις, όταν μιλάνε για μεγάλους αμαρτωλούς που μετανοούν, δεν αναφέρουν το όνομά τους. Δεν θέλουν να τους διαπομπεύσουν.

Το Τροπάριο της Κασσιανής

Κύριε, 
 ν πολλας μαρτίαις περιπεσοσα Γυνή,
τ
ν σν ασθομένη Θεότητα, μυροφόρου ναλαβοσα τάξιν,
δυρομένη μύρα σοι, πρ το νταφιασμο κομίζει.
Ο
μοι! λέγουσα, τι νξ μοι, πάρχει, οστρος κολασίας,
ζοφώδης τε κα
 σέληνος, ρως τς μαρτίας.
Δέξαι μου τ
ς πηγς τν δακρύων,
 νεφέλαις διεξάγων τς θαλάσσης τ δωρ·
κάμφθητί μοι πρ
ς τος στεναγμος τς καρδίας,
 κλίνας τος Ορανούς, τ φάτ σου κενώσει·
καταφιλήσω το
ς χράντους σου πόδας,
ποσμήξω τούτους δ πάλιν, τος τς κεφαλς μου βοστρύχοις·
ν ν τ Παραδείσ Εα τ δειλινόν,
κρότον το
ς σν χηθεσα, τ φόβ κρύβη.
μαρτιν μου τ πλήθη κα κριμάτων σου βύσσους,
τίς 
ξιχνιάσει ψυχοσστα Σωτήρ μου;
Μ
 με τν σν δούλην παρίδς,  μέτρητον χων τ λεος.
 
 
 
 

Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης και οι συν αυτώ Άγιοι Αρχιερείς : 

Γρηγόριος Κυδωνιών, 

Αμβρόσιος Μοσχονησίων, 

Προκόπιος Ικονίου, 

Ευθύμιος Ζήλων 

καθώς και οι κληρικοί και λαϊκοί που σφαγιάσθηκαν κατά την Μικρασιατική Καταστροφή .


Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Εορτάζει την Κυριακή μεταξύ 7 και 13 Σεπτεμβρίου εκάστου έτους.

Συμφώνως με την υπ’ αριθμ. 2556/5-7-1993 εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου, η εορτή αυτών των Αγίων θα τιμάται κάθε έτος την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.

Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Ο εθνομάρτυρας Χρυσόστομος Καλαφάτης, γεννήθηκε στην Τριγλία της Προποντίδας το 1867 μ.Χ. Γονείς του Χρυσοστόμου ήσαν ο Νικόλαος Καλαφάτης και η Καλλιόπη Λεμωνίδου. Το ζεύγος απέκτησε 8 παιδιά, 4 αγόρια και 4 κορίτσια. Από τ’ αγόρια επέζησαν ο πρωτότοκος Ευγένιος (γεννήθηκε το 1865 μ.Χ.) και ο Χρυσόστομος. Ο Ευγένιος συμπαραστάθηκε στον νεώτερο αδελφό του σ’ όλη τη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του και τελικά τον ακολούθησε έως το μαρτύριο. Ο Νικόλαος Καλαφάτης είχε γνώση του οθωμανικού δικαίου και αντιπροσώπευε τους συμπολίτες του στα τουρκικά δικαστήρια. Αγαπούσε ακόμη την εκκλησιαστική μουσική και είχε ανάμιξη στα κοινά και γι’ αυτό εξελέγετο δημογέροντας. Η σύζυγός του Καλλιόπη ήταν μια ευλαβής γυναίκα. Αυτή έταξε τον Χρυσόστομο στην Παναγία την ημέρα των Φώτων του 1868 μ.Χ., όταν είχε επισκεφθεί την Τρίγλια ο Μητροπολιτης Προύσας. Το ζεύγος Καλαφάτη, παρά την μέτρια οικονομική του κατάσταση, ανέθρεψε με επιμέλεια τα παιδιά του. Πρώτοι δάσκαλοι του Χρυσοστόμου στην Τρίγλια ήσαν ο αρχιμανδρίτης και μετέπειτα μητροπολίτης Ιωαννίκιος για τα εκκλησιαστικά, ο Γαζής για τα ελληνικά, ο Χριστόφορος Μουμουζής για τα τουρκικά, ο Νικόλαος Χατζηχρυσάφης για τα γαλλικά και ο Παπα-Θεοδόσης για την εκκλησιαστική μουσική.

Ο Χρυσόστομος σπούδασε στη θεολογική Σχολή Χάλκης (1884 – 1891 μ.Χ.) και υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του μητροπολίτη Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ο όποιος αναδείχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης ως Κωνσταντίνος Ε’ (1897 μ.Χ.). Χρημάτισε πρωτοσύγκελος της Μεγάλης Εκκλησίας και το 1902 μ.Χ. χειροτονήθηκε από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’ μητροπολίτης Δράμας (1902 – 1910 μ.Χ.). Οι αγώνες του εναντίον της βουλγαρικής προπαγάνδας και για την τόνωση του εθνικού φρονήματος ενόχλησαν την Υψηλή Πύλη, η οποία αξίωσε από το Πατριαρχείο την άμεση ανάκληση του (1907 μ.Χ.). Αποχωρίστηκε με πικρία το ποίμνιό του και αποσύρθηκε στην Τριγλία με την ελπίδα της επιστροφής στην μητρόπολη Δράμας, η οποία κατέστη δυνατή το 1908 μ.Χ. με την ψήφιση του νέου τουρκικού συντάγματος. Η ενθουσιώδης υποδοχή που του επιφύλαξε ο λαός της Δράμας συνδέθηκε με την έξαρση του εθνικού αγώνα, γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε από την Υψηλή Πύλη επικίνδυνος για την δημόσια τάξη. Ανακλήθηκε εκ νέου από την μητρόπολη Δράμας (20 Ιανουαρίου 1909 μ.Χ.) και αποσύρθηκε πάλι στην Τριγλία μέχρι την μετάθεση του στην μητρόπολη Σμύρνης (11 Μαρτίου 1910 μ.Χ.).

Στην Μητρόπολη Σμύρνης συνέχισε τους εθνικούς του αγώνες, οργάνωσε δε πάνδημο συλλαλητήριο για να καταγγείλει τις βιαιότητες των Βουλγάρων στην Μακεδονία εναντίον των Ελλήνων, την υποστήριξη των τουρκικών αρχών προς την βουλγαρική προπαγάνδα και τις γενικότερες καταπιέσεις της Υψηλής Πύλης εναντίον του Ελληνισμού του Οθωμανικού κράτους. Οι τουρκικές αρχές της περιοχής θορυβήθηκαν και πέτυχαν την απομάκρυνση του από την μητρόπολη Σμύρνης (1914 μ.Χ.), στην οποία επέστρεψε μετά την ανακωχή του Μούνδρου (1918 μ.Χ.). Κατά την περίοδο της ελληνικής διοίκησης της Σμύρνης (1919 – 1922 μ.Χ.), λειτουργούσε ως αναμφισβήτητος εθνάρχης του μικρασιάτικου Ελληνισμού και ως ο εμπνευσμένος ηγέτης της «Μικρασιατικής Άμυνας» για την δημιουργία αυτόνομου κράτους σε περίπτωση ήττας του ελληνικού στρατού. Η κατάρρευση όμως του μικρασιάτικου μετώπου (Αύγουστος 1922 μ.Χ.) απογοήτευσε τον μεγαλόπνοο μητροπολίτη, ο όποιος αποδοκίμασε τα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων για την απομάκρυνση του ελληνικού στοιχείου από την Μικρά Ασία. Η εισβολή των Τούρκων στην Σμύρνη υπήρξε η δοκιμασία των εθνικών του οραμάτων. Αρνήθηκε να εγκαταλείψει τον λαό του, παρά την πίεση των προξένων της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στις 27 Αυγούστου 1922 μ.Χ. συνελήφθη από τον Τούρκο φρούραρχο της πόλης Νουρεντίν πασά, μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας στο ναό της Αγίας Φωτεινής, και παραδόθηκε στον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο. Έπειτα από φρικτά βασανιστήρια βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Ο εκφραστής των εθνικών πόθων κατέστη πλέον το σύμβολο των τραγικών πεπραγμένων του Γένους. Το δίτομο έργο του Περί Εκκλησίας, τα άρθρα του στα περιοδικά Εκκλησιαστική Αλήθεια και Ιερός Πολύκαρπος και η όλη κηρυκτική του δράση αναδεικνύουν την υπέροχη πνευματική μορφή του εθνομάρτυρα Ιεράρχη.

Στο μαρτύριο του μητροπολίτη παρευρέθηκαν και οι 20 Γάλλοι ναύτες, την αντίδραση των οποίων περιέγραψε ο Γάλλος συγγραφέας Ρενέ Πουώ.
Μία γαλλική περίπολος από είκοσι άνδρες, τους οποίους συνόδευα μαζί μ’ έναν άλλο πολιτοφύλακα, κατευθύνθηκε αμέσως στη Μητρόπολη, με σκοπό να πεισθεί ο μητροπολίτης να έλθει και να παραμείνει στην εκκλησία της Sacre-Coeur ή στο Γαλλικό Προξενείο. Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος δεν δέχθηκε, λέγοντας ότι σαν καλός ποιμένας είχε χρέος να μείνει κοντά στο ποίμνιό του. Όταν η περίπολος έβγαινε από τη Μητρόπολη, ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ένας Τούρκος αξιωματικός και δύο στρατιώτες, με τις λόγχες πάνω στα όπλα, σταμάτησε μπροστά από το μητροπολιτικό κτίριο. Ο αξιωματικός ανέβηκε επάνω και διέταξε τον μητροπολίτη να τον ακολουθήσει στον Νουρεντίν πασά, τον στρατιωτικό διοικητή. Βλέποντας ότι απάγεται ο μητροπολίτης, είπα στους άνδρες της περιπόλου να πάρουμε από πίσω το αυτοκίνητο. Φθάσαμε μπροστά στον Μεγάλο Στρατώνα, όπου βρισκόταν ο στρατιωτικός διοικητής, ο στρατηγός Νουρεντίν. Ο αξιωματικός που συνόδευε τον Χρυσόστομο, τον οδήγησε μπροστά στον Νουρεντίν. Σε δέκα λεπτά, και ενώ ο Χρυσόστομος κατέβαινε, βγήκε στο μπαλκόνι του κτιρίου ο Νουρεντίν πασάς, ο οποίος απευθύνθηκε στους χίλους με χίλιους πεντακόσιους μουσουλμάνους, άνδρες και γυναίκες, που βρίσκονταν στην πλατεία· τους είπε ότι τους παραδίδει, τον μητροπολίτη, προσθέτοντας χαρακτηριστικά τις φράσεις: «Αν σας έκανε καλό, να του το ανταποδώσετε· αν σας έκανε κακό, να του κάνετε και εσείς κακό!»

Ο όχλος άρπαξε χωρίς χρονοτριβή τον μητροπολίτη και τον οδήγησε πιο πέρα, μπροστά στο κομμωτήριο του Ismail, ενός Ιταλού προστατευόμενου· εκεί σταμάτησαν και τον έντυσαν με μία άσπρη μπλούζα που πήραν από τον κομμωτή· άρχισαν αμέσως να τον χτυπούν λυσσασμένα με γροθιές και με ξύλα, και να τον φτύνουν στο πρόσωπο· του τρύπησαν με μαχαιριές το σώμα· του ξερίζωσαν τη γενειάδα· του έβγαλαν τα μάτια· του έκοψαν τη μύτη και τα αυτιά.» Πρέπει να σημειώσουμε, ότι η γαλλική περίπολος παρακολουθούσε τα γεγονότα μέχρι τη σκηνή που περιγράψαμε. Οι άνδρες που την αποτελούσαν (επρόκειτο για ναύτες), είχαν βγει έξω απ’ τα ρούχα τους, έτρεμαν χωρίς υπερβολή από την αγανάκτηση και ήθελαν να επέμβουν. Ο επικεφαλής, όμως, αξιωματικός, με το περίστροφο στο χέρι ακολουθούσε τις διαταγές που τους είχαν δοθεί και τους εμπόδισε να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση. Στη συνέχεια, δεν είδαμε πια το μητροπολίτη, που τον αποτελείωσαν σε μικρή απόσταση πιο πέρα». (Rene Puaux, «Ο θάνατος της Σμύρνης», Αθήνα 1992, σσ. 57-58).
Άγιοι Αρχιερείς Προκόπιος Ικονίου, Γρηγόριος Κυδωνιών, Αμβρόσιος Μοσχονησίων, Ευθύμιος Ζήλων
Άγιοι Αρχιερείς Προκόπιος Ικονίου, Γρηγόριος Κυδωνιών, Αμβρόσιος Μοσχονησίων, Ευθύμιος Ζήλων

Άγιος Αμβρόσιος Μητροπολίτης Μοσχονησίων
Άγιος Αμβρόσιος Μοσχονησίων
Άγιος Αμβρόσιος Μοσχονησίων
Ο Άγιος Αμβρόσιος σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού Ιεροσολύμων και στη θεολογική Ακαδημία του Κιέβου. Υπήρξε δε εφημέριος σε πολλές ελληνικές κοινότητες της Κριμαίας (Θεοδοσίας, Συμφεροπόλεως, Σεβαστουπόλεως). Το 1913 μ.Χ. χειροτονήθηκε βοηθός επίσκοπος της Μητροπόλεως Σμύρνης με τον τίτλο Ξανθουπόλεως, αναπλήρωσε δε τον εξόριστο μητροπολίτη κατά τη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Το 1919 μ.Χ. χρησιμοποιήθηκε ως πατριαρχικός έξαρχος στα Μοσχονήσια, το δε 1922 μ.Χ. έγινε Μητροπολίτης Μοσχονησίων. Κατά τη Μικρασιατική καταστροφή τάφηκε ζωντανός, από τους Τούρκους μαζί με άλλους εννέα Ιερείς σε λάκκο έξω από την πόλη των Κυδωνιών (15 Σεπτεμβρίου 1922 μ.Χ.).

Άγιος Προκόπιος Λαζαρίδης Μητροπολίτης Ικονίου (1911 – 1923 μ.Χ.)
Άγιος Προκόπιος Ικονίου (έργο Αναστασίου Δρακόπουλου - Ιερός Ναός Αγίου Κοσμά Αιτωλού Ν.Φιλαδελφείας)
Άγιος Προκόπιος Ικονίου (έργο Αναστασίου Δρακόπουλου – Ιερός Ναός Αγίου Κοσμά Αιτωλού Ν.Φιλαδελφείας)
Προηγουμένως επίσκοπος Αμφιπόλεως (1894 – 1899 μ.Χ.) και Μητροπολίτης Δυρραχείου (1899 – 1906 μ.Χ.) και Φιλαδέλφειας (1906 – 1911 μ.Χ.). Ήταν και αυτός μεταξύ των εθνοϊερομαρτύρων εκείνων των χρόνων.

Οι συνθήκες γι’ αυτόν ήταν ιδιαίτερες. Οι νεότουρκοι προσπαθούσαν να οργανώσουν τουρκορθόδοξη Εκκλησία, ανεξάρτητη απ’ το Πατριαρχείο, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τη τουρκική γλώσσα. Για το σκοπό αυτό πίεζαν ιερείς να προσχωρήσουν σ’ αυτή τη προσπάθεια. Αλλά απέτυχαν. Ιδιαίτερα στην Ανατολία – τα βάθη της Μικράς Ασίας – είχαν εγκλωβίσει τους ορθοδόξους και τους υπέβαλλαν σε φοβερές κακώσεις μέχρι να αποσκιρτήσουν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τρείς μάλιστα αρχιερείς, με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Ικονίου Προκόπιο, τους ανάγκαζαν να προβούν σε αυθαίρετη και αντικανονική χειροτονία επισκόπου, έτσι ώστε να διαρρηχτούν οι σχέσεις τους με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να χειραφετηθούν αυθαίρετα ως αυτοτελής τουρκορθόδοξη Σύνοδος. Εν μέσω αυτής της καταδυναστεύσεως του ποιμνίου και των ποιμένων του, αλλά και των απελπισμένων κλαυθμών του λαού, ο Μητροπολίτης Προκόπιος παρέδωσε το πνεύμα του στον Μέγα Αρχιερέα και Σωτήρα Χριστό, προμαχώντας και συμπάσχοντας με τους στενάζοντες Έλληνες χριστιανούς της Ανατολίας.

Άγιος Γρηγόριος Μητροπολίτης Κυδωνιών (22 Ιουλίου 1908 – 3 Οκτωβρίου 1922)
Άγιος Γρηγόριος Κυδωνιών
Άγιος Γρηγόριος Κυδωνιών
Προηγουμένως διετέλεσε και μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης (12 Οκτωβρίου 1902 μ.Χ. – 22 Ιουλίου 1908 μ.Χ.). Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Αντωνιάδης ή Σαατσόγλου και, κατά μεταγλώττιση δική του, Ωρολογάς. Γεννήθηκε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας το 1864 μ.Χ. Ως Ιεροκήρυκας ανήκει στους πρώτους που στο κήρυγμα χρησιμοποίησαν τη δημοτική γλώσσα. Και στις τρεις μητροπόλεις που υπηρέτησε εργάστηκε με ζήλο και επιτυχία για την προάσπιση των εθνικών ελληνικών δικαίων και ιδιαίτερα συνεργάστηκε γι’ αυτά με τον μητροπολίτη Δράμας Χρυσόστομο Καλαφάτη (1902 – 1910 μ.Χ.), τον κατόπιν εθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης (1910 – 1922 μ.Χ.). Στις 12 Οκτωβρίου 1902 μ.Χ. χειροτονήθηκε μητροπολίτης στη σπουδαία από εθνικής απόψεως επαρχία Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης στην οποία αγωνίστηκε όχι μόνο κατά των τούρκων αλλά ιδιαίτερα εναντίον του βουλγαρικού κομιτάτου, μέλη του οποίου προσπάθησαν, πολλές φορές, να τον δολοφονήσουν (1905 μ.Χ.). Η τουρκική κυβέρνηση, όταν πληροφορήθηκε την εθνική δράση του Γρηγορίου, ανάγκασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να απομακρύνει τον Γρηγόριο, μεταθέτοντας τον στη νεοσύστατη μητρόπολη Κυδωνιών στις 22 Ιουνίου 1908 μ.Χ., όπου ο Γρηγόριος συνέχισε την εθνική του δράση. Το 1918 μ.Χ. κατηγορήθηκε από τους Τούρκους για εσχάτη προδοσία, δικάστηκε δύο φορές στο Στρατοδικείο της Σμύρνης, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε. Μετά την αποφυλάκιση του (16 Οκτωβρίου 1918 μ.Χ.) και την κατάληψη των Κυδωνιών από τον ελληνικό στρατό (19 Μαΐου 1919 μ.Χ.), ο Γρηγόριος δεν απομακρύνθηκε από την επαρχία του, για υποθέσεις της οποίας πολλές φορές ήλθε σε αντίθεση με τον ύπατο αρμοστή στη Σμύρνη Αριστείδη Στεργιάδη. Μετά την αποχώρηση των ελληνικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών από τις Κυδωνιές, ο Γρηγόριος, σε σύσκεψη με τη δημογεροντία, εισηγήθηκε την αναχώρηση των κατοίκων των Κυδωνιών και τη μεταφορά τους στη Μυτιλήνη, για να αποφύγουν τη σφαγή από τους Τούρκους, αλλά δυστυχώς οι υποδείξεις του δεν έγιναν αποδεκτές. Έτσι το δράμα των κατοίκων των Κυδωνιών άρχισε στις 22 Αυγούστου 1922 μ.Χ., όταν άτακτος τουρκικός στρατός κατέσφαξε κοντά στην κωμόπολη Φράνελι του Αδραμυττηνού Κόλπου 4.000 Έλληνες κατοίκους των Κυδωνιών. Ο μητροπολίτης Γρηγόριος, παρά τους εξευτελισμούς που υφίστατο από τις τουρκικές αρχές, τις επισκεπτόταν και αγωνιζόταν να σώσει και να θρέψει το ποίμνιο του. Όταν δε στις 15 Σεπτεμβρίου πληροφορήθηκε τη σφαγή του μητροπολίτη Μοσχονησίων Αμβροσίου και των 6.000 κατοίκων τους από τους Τούρκους, ο Γρηγόριος αγωνίστηκε υπεράνθρωπα και κατόρθωσε να συγκατατεθούν οι Τούρκοι να έλθουν ελληνικά πλοία από τη Μυτιλήνη με αμερικανική σημαία και με την εγγύηση του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και να παραλάβουν 20.000 Έλληνες από τις 35.000 που κατοικούσαν τις Κυδωνιές. Ο Γρηγόριος αρνήθηκε να αναχωρήσει και στις 30 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Στη φυλακή βασανίστηκε φρικτά και στις 3 Οκτωβρίου, μαζί με άλλους Ιερείς και προκρίτους των Κυδωνιών που είχαν επίσης συλληφθεί θανατώθηκε.

Άγιος Ευθύμιος Μητροπολίτης Ζήλων
Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων
Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων
Ο Ευθύμιος Αγριτέλης, υπήρξε επίσκοπος Ζήλων από το 1912 μ.Χ. έως το 1921 μ.Χ. Μοναχός της Ιεράς Μονής Λειμώνας, σπούδασε στη Θεολογική σχολή της Χάλκης και κατόπιν έκανε διδάσκαλος και Ιεροκήρυκας στη Λέσβο και πρωτοσύγκελος στη μητρόπολη Μηθύμνης. Στις 12 Ιουνίου 1912 μ.Χ. χειροτονήθηκε επίσκοπος Ζήλων. Ως επίσκοπος ανέπτυξε μεγάλη θρησκευτική και εθνική δράση. Όταν η δράση του έγινε γνωστή στους Κεμαλιστές Τούρκους, συνελήφθη και φυλακίστηκε μαζί με άλλους πρόκριτους της επαρχίας Αμασείας στις 21 Ιανουαρίου 1921 μ.Χ. Με αίτηση του, ζήτησε από την κεμαλική κυβέρνηση της Άγκυρας να θεωρηθεί μόνο αυτός ένοχος και να απαλλαγούν οι υπόλοιποι συλληφθέντες. Μάλιστα δε μπροστά στο δικαστήριο απολογήθηκε με θαυμάσια αγόρευση. Στη φυλακή υπέστη πολλά βασανιστήρια, από τα όποια και πέθανε στις 29 Μαΐου 1921 μ.Χ. Μετά δε τον θάνατο του ήλθε και η καταδικαστική απόφαση του τούρκικου δικαστηρίου!

Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων
Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.
Μέγαν μάρτυρα ἡ Ἐκκλησία, μέγαν ἥρωα τὸ ἔθνος σύμπαν, τὸν τῆς Σμύρνης ὑμνοῦμεν Χρυσόστομον. Καὶ γὰρ γενναίως ἀθλήσας ὑπέμεινεν ὑπὲρ πατρίδος καὶ πίστεως θάνατον. Ἱεράρχου τε ὑπόδειγμα ἑαυτὸν ἀνέδειξε, τὸν στέφανον λαβὼν τὸν ἀμαράντινον.

Τιθεὶς ψυχὴν Χρυσόστομος ὁμοῦ συμμύσταις,
λαοῦ καὶ στρατοῦ τε ἀπαρχὴ προσηνέχθη.

Πρωτομάρτυς Χρυσόστομος ἀποφράδι ἐτύθη,
Συνάθλων πληθύος ἑπομένης τῷ πότμῳ.

Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Εικόνα του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης σε φυσική κλίμακα απο τον Ι. Ν. Παναγίας Παντοβασίλισσας Νέας Τριγλίας Χαλικιδικής που φέρει το αυθεντικό επιτραχήλιο του Αγίου
Εικόνα του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης σε φυσική κλίμακα απο τον Ι. Ν. Παναγίας Παντοβασίλισσας Νέας Τριγλίας Χαλικιδικής που φέρει το αυθεντικό επιτραχήλιο του Αγίου

Η μίτρα του Χρυσοστόμου Σμύρνης. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα
Η μίτρα του Χρυσοστόμου Σμύρνης. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης
Η Μικρασιατική Καταστροφή
Η Μικρασιατική Καταστροφή
Πηγή: saint.gr
 
 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου