ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

7 Ιουνίου Κυριακή των Αγίων Πάντων

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ


Ευαγγέλιο Κυριακής: Ματθ. ι’ 32-33, 37-38, ιθ’ 27-30


Ευαγγελικό ανάγνωσμα
32 Εἶπεν ὁ Κύριοs τοῖs ἑαυτοῦ µαθηταῖς· πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 33 ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 37  Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· 38 καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.
27 Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; 28 ὁ δὲ  Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ  Ἰσραήλ. 29 καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει. 30 Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι.



Απόδοση στη νεοελληνική 


Εἶπε ὁ Κύριος: «Καθέναν ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσῃ ἐμπρὸς στοὺς ἀνθρώπους, θὰ τὸν ὁμολογήσω καὶ ἐγὼ ἐμπρὸς στὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιον. Ἐκεῖνον ὅμως ποὺ θὰ μὲ ἀρνηθῇ ἐμπρὸς στοὺς ἀνθρώπους, θὰ τὸν ἀρνηθῶ καὶ ἐγὼ ἐμπρὸς στὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιον. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ πατέρα ἢ μητέρα περισσότερον ἀπὸ ἐμέ, δὲν μοῦ εἶναι ἄξιος. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἀγαπᾶ υἱόν ἢ θυγατέρα περισσότερον ἀπὸ ἐμέ, δὲν μοῦ εἶναι ἄξιος. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ δὲν παίρνει τὸν σταυρόν του καὶ δὲν μὲ ἀκολουθεῖ δὲν μοῦ εἶναι ἄξιος.»
Τότε ἔλαβε τὸν λόγον ὁ Πέτρος καὶ τοῦ εἶπε, «Νὰ, ἐμεῖς ποὺ ἀφήκαμε ὅλα καὶ σὲ ἀκολουθήσαμε· τὶ λοιπὸν θὰ ἀπολαύσωμεν;».
Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι σεῖς, οἱ ὁποίοι μὲ ἀκολουθήσατε, ὅταν ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ καθήσῃ εἰς τὸν θρόνον τῆς δόξης του εἰς τὴν Νέαν Δημιουργίαν, θὰ καθήσετε καὶ σεῖς σὲ δώδεκα θρόνους, διὰ νὰ κρίνετε τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ καθένας ποὺ ἀφῆκε σπίτια ἢ ἀδελφούς ἢ ἀδελφές ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ παιδιά ἢ χωράφια διὰ τὸ ὄνομά μου, θὰ πάρῃ ἑκατὸ φορὲς περισσότερα καὶ θὰ κληρονομήσῃ ζωὴν αἰώνιον. Πολλοὶ δέ, οἱ ὁποίοι εἶναι πρῶτοι, θὰ γίνουν τελευταῖοι, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι τελευταῖοι, θᾶ γίνουν πρῶτοι».




all saints
Μέ τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Πάντων, κατακλείεται ὁ κινητός κύκλος τῶν ἑορτῶν, πού ἄρχισε ἀπό τήν Κυριακή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου. Στό κατανυκτικό Τριῴδιο καί στό χαρμόσυνο Πεντηκοστάριο μᾶς παρουσίασε ἡ Ἐκκλησία ὅλο τό ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας μέ κέντρο τήν μεγάλη ἑορτή τοῦ Πάσχα.
 Εἴδαμε τήν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων καί τήν ἀνόρθωσι τοῦ γένους μας διά τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Χαιρετίσαμε τήν ἔλευσι τοῦ Παρακλήτου στόν κόσμο καί πανηγυρίσαμε τήν γέννησι τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τόν ἐγκαινισμό καί τήν ἔκχυσι τοῦ ἁγίου Πνεύματος «ἐπί πᾶσαν σάρκα». Σέ στενό σύνδεσμο μέ τήν ἑορτή αὐτή εὑρίσκεται ἡ παροῦσα ἑορτή, ἡ σφραγίς καί τό τέλος τῆς μεγάλης ἑορταστικῆς περιόδου.
 Ἔρχεται δηλαδή σάν ἀπόδειξις τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἐνεργείας τοῦ ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο. Γιατί μᾶς παρουσιάζει τούς καρπούς τῆς σπορᾶς ἐκείνης, τόν θερισμό τῶν λευκῶν χωρῶν πού ἐστάλησαν νά θερίσουν οἱ ἀπόστολοι. Καί ὅπως παρατηρεῖ πολύ ὡραῖα ὁ Νικηφόρος Ξανθόπουλος στό συναξάριο τῆς ἡμέρας: οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν τήν ἑορτή αὐτή μετά τήν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος γιά νά δείξουν ὅτι ἡ παρουσία τοῦ παναγίου Πνεύματος διά τῶν ἀποστόλων ἐπέτυχε νά ἁγιάσῃ καί νά σοφίσῃ τό ἀνθρώπινο φύραμα καί νά ἀποκαταστήσῃ τούς ἀνθρώπους στήν θέσι τῶν ἀγγέλων διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἴτε μέ τήν προσφορά τοῦ μαρτυρικοῦ των αἵματος, εἴτε μέ τήν ἐνάρετο πολιτεία καί διαγωγή των. Καί ἔργο ὑπερφυσικό διαπράττεται. Κατεβαίνει τό Πνεῦμα, ὁ Θεός, καί ἀνεβαίνει ὁ χοῦς, ὁ ἄνθρωπος.
Ἀνεβάζει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ τήν θεωθεῖσα σάρκα καί ἕλκει μαζί της καί ἐκείνους πού θέλουν νά πράξουν ἔργα συνδιαλλαγῆς μέ τόν Θεό. Οἱ πρίν ἀποξενωμένοι ἀπό τόν Θεό, ἑνώνονται μέ τόν Θεό καί γίνονται φίλοι Του. Τά ἔθνη προσφέρουν τήν ἀπαρχή των, τούς ἁγίους Πάντας.
Ἀλλά καί ἕνας δεύτερος λόγος προεκάλεσε τήν σύστασι τῆς συλλογικῆς αὐτῆς ἑορτῆς. Πολλοί ἅγιοι εἶναι γνωστοί καί τιμῶνται μέ ἑορτές καί πανηγύρεις ἀπό τήν ἐκκλησία. Καί σέ πολλούς ὅμως ἄλλους ἐσκήνωσε τό Πνεῦμα τό ἅγιον καί τούς καθηγίασε. Ἔμειναν ὅμως ἄγνωστοι καί ἀφανεῖς. Αὐτούς λοιπόν τούς ἀγνώστους της ἁγίους τιμᾷ σήμερα ἡ Ἐκκλησία, ὅσους «κατά Χριστόν ἐπολιτεύσαντο ἐν Ἰνδοῖς καί Αἰγυπτίοις καί Ἄραψι καί Μεσοποταμίᾳ τε καί Φρυγίᾳ καί τοῖς ἄνωθεν τοῦ Εὐξείνου. ἔτι δέ καί ἐν πάσῃ τῇ Ἑσπερίᾳ ἄχρι καί αὐτῶν τῶν Βρεττανικῶν νήσων, ἁπλῶς εἰπεῖν ἐν Ἀνατολῇ καί Δύσει».
Καί ἕνας τρίτος λόγος προβάλλεται ἀπό τόν συναξαριστή. Ὅλοι οἱ ἅγιοι ὅσοι χωριστά τιμῶνται θά ἦταν ἐπιβεβλημένο νά συναθροισθοῦν σέ μία κοινή ἑορτή, γιά νά δειχθῇ μέ αὐτόν τόν τρόπο, ὅτι ὅλοι μαζί γιά ἕνα Χριστό ἀγωνίσθηκαν, σέ ἕνα κοινό στάδιο, τό στάδιο τῆς χριστιανικῆς ἀρετῆς, ἔτρεξαν, ἑνός Θεοῦ δοῦλοι ἦσαν καί ἀπό αὐτόν ἀξίως ἔλαβαν τούς στεφάνους τῆς νίκης. Γιά νά εἶναι ἔτσι ἡ κοινή ἑορτή κοινή παρόρμησις στούς πιστούς, πού πιστεύουν στόν ἴδιο Χριστό καί εἶναι δοῦλοι τοῦ ἰδίου Θεοῦ καί ἀγωνίζονται ὅπως καί ὅλοι ἐκεῖνοι στόν στίβο τοῦ ἀθλήματος τῆς κατά Χριστόν πολιτείας.
Παρόρμησις, ἀλλά καί βεβαία ἐλπίς, ὅτι τήν δόξα ἐκείνων θά κατακτήσουν καί οἱ σημερινοί ἀγωνισταί καί στόν χορό ἐκείνων θά συναριθμηθοῦν καί ἐκεῖνοι, πού βαστάζουν σήμερα «τό βάρος τῆς ἡμέρας καί τόν καύσωνα» (Ματθ. 20, 12). Ὅτι ἡ ἑορτή αὐτή θά εἶναι αὔριο καί δική μας ἑορτή, ὅταν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ εὐδοκήσῃ νά μᾶς καλέσῃ στόν μακάριο κόσμο τῆς θριαμβευούσης στόν οὐρανό Ἐκκλησίας. Γιατί μέ τήν ἐλπίδα αὐτή ζοῦν τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅτι καί αὐτά πού ἀκούουν σήμερα τό «Τῇ σήμερον ἡμέρᾳ, Κυριακῇ μετά τήν Πεντηκοστήν, τήν τῶν ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης ἐν Ἀσίᾳ, Λιβύῃ καί Εὐρώπῃ, Βορρᾷ τε καί Νότῳ, ἁγίων πάντων ἑορτήν ἑορτάζομεν» κάποτε θά συνεορτάζουν καί θά συνεορτάζωνται μαζί μέ αὐτούς.
«Τοῦ Κυρίου μου πάντας ὑμνῶ τούς φίλους,
εἴ τις δέ μέλλων εἰς τούς πάντας εἰσίτω».
Ἡ ἑορτή ὅμως ἀρχικῶς δέν εἶχε τόσο εὐρύ περιεχόμενο. Ἦταν ἑορτή μόνο πάντων τῶν μαρτύρων. Ἤδη κατά τόν Δ’ αἰῶνα ἔχομε λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στήν ἑορτή αὐτή. Καί τό Τυπικό τῆς Ἁγίας Σοφίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Ι’ αἰῶνα προβλέπει σύναξι καί παννυχίδα στήν Μεγάλη Ἐκκλησία καί στόν ναό τῶν ἁγίων Μαρτύρων, πού ἔκειτο πλησίον τοῦ ναοῦ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Ἡ ἑορτή τιτλοφορεῖται «τῶν ἁγίων Πάντων», ἀλλά τό συναξάριο τῆς ἡμέρας προσδιορίζει ὅτι ἐπιτελεῖται ἡ μνήμη «τῶν αὐτῶν ἁγίων καί καλλινίκων μαρτύρων τῶν ἐν πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ κατά διαφόρους καιρούς μαρτυρησάντων ὑπέρ τοῦ ὀνόματος τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Ἄν ἡ πληροφορία τοῦ Ξανθοπούλου εἶναι ἀκριβής, ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων ἐθεσπίσθη ἐπί Λέοντος τοῦ Σοφοῦ, ὅταν αὐτός ἔκτισε ναό καί ἤθελε νά τόν τιμήσῃ ἐπ᾽ ὀνόματι τῆς συζύγου του Θεοφανοῦς, πού εὐηρέστησε «κατ᾽ ἄκρον τῷ Θεῷ». Τοῦ ὑπεδείχθῃ ὅμως, ὅτι δέν θά ἦτο φρόνιμο νά ἀνατεθῇ ναός σέ γυναῖκα ἔστω καί ἁγία, πού ἀπέθανε ὅμως πρό ὀλίγου καί δέν τῆς ἔδωσε ἀκόμη ὁ χρόνος «τό τίμιον καί σεβάσμιον». Ὁ βασιλεύς ἐπείσθη καί ἀνέθεσε τόν ναό στήν τιμή τῶν «ἁπανταχοῦ τῆς γῆς πάντων ἁγίων… εἰπών. Εἰ καί Θεοφανώ ἁγία μετά τούτων πάντων συναριθμείσθω».
Ὅπως ὅμως καί ἄν προῆλθε ἡ ἀρχή τῆς νέας ἑορτῆς μέ τό γενικό περιεχόμενο, ὄχι δηλαδή μόνο τῶν μαρτύρων ἀλλά καί ὅλων τῶν ἁγίων, ἡ ἐπέκτασίς της ἦταν πολύ ἐπιτυχής. Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο ἐκεῖνοι πού ἔχυσαν τό αἷμά των γιά τήν πίστι τοῦ Χριστοῦ καί ἔδωσαν ἔτσι τήν σφραγῖδα στήν πίστι καί στήν μαρτυρία των. Μάρτυρες εἶναι καί ὅλοι ὅσοι ἀγωνίσθηκαν τόν ἀγῶνα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καί ἐβάστασαν μέ καρτερία τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο αὐτόν. Αὐτοί πού ἐμαρτύρησαν διά Χριστόν τό καθημερινό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Οἱ ὁμολογηταί, πού ὡμολόγησαν τήν καλή ὁμολογία «ἐνώπιον ἐθνῶν τε καί βασιλέων» (Πράξ. 9, 15).
Οἱ ἱεράρχαι, πού ἐποίμαναν θεοφιλῶς τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ καί ἐστήριξαν τήν ὀρθή πίστι. Οἱ ὅσιοι καί οἱ ἀσκηταί, πού ἐσταύρωσαν τήν σάρκα «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλάτ. 5, 24). Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, πού ἔζησαν στήν γῆ τῶν πειρασμῶν καί τῶν δοκιμασιῶν, ἀλλά πού «ἐπολιτεύοντο» σάν νά βρισκόταν στόν οὐρανό. Καί μαζί μέ αὐτούς οἱ προφῆται, οἱ δίκαιοι καί οἱ προπάτορες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού ἔζησαν κατά νόμον καί «ἐμαρτυρήθησαν διά τῆς πίστεως» περιμένοντες τήν ἐπαγγελία (Ἑβρ. 11, 39). Καί ἐξαιρέτως ἡ ἁγίων ἁγία, ἡ ὑπεραγία παρθένος καί μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Θεοτόκος Μαρία.
Καί ἐνῷ ἡ παλαιά ὑμνογραφία τῆς ἑορτῆς μένει πιστή στό ἀρχικό θέμα, τούς μάρτυρας, ὅπως τό ἀπολυτίκιο «Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ μαρτύρων σου…» καί τό κοντάκιο «Ὡς ἀπαρχάς τῆς φύσεως τῷ φυτουργῷ τῆς κτίσεως, ἡ οἰκουμένη προσφέρει σοι, Κύριε, τούς θεοφόρους μάρτυρας…», ἡ νεωτέρα ὑμνογραφία ἐπεκτείνει τήν ἀνύμνησί της σ᾽ ὅλους τούς χορούς τῶν ἁγίων.
Ἄς δοῦμε τρία ἀπό τά ἐκλεκτότερα τροπάρια τῆς ἑορτῆς, τά στιχηρά τῶν αἴνων τοῦ δ’ ἤχου, πρός τό «Ὡς γενναῖον ἐν μάρτυσι» καί τό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. β’ ἤχου:
«Τούς ἁγίους ὁ Κύριος
τούς ἐν γῇ ἐθαυμάστωσε.
τά αὐτοῦ γάρ στίγματα καί παθήματα
ἐν τῇ σαρκί ἀνεδέξαντο,
ἐν τούτοις κοσμούμενοι
καί ταῖς θείαις καλλοναῖς
προφανῶς ἀναθέμενοι.
Οὕς ὑμνήσωμεν,
ὡς ἀμάραντα ἄνθη,
ὡς ἀστέρας
ἀπλανεῖς τῆς Ἐκκλησίας,
ὡς ἐθελόθυτα θύματα».
«Σύν προφήταις ἀπόστολοι,
σύν ὁσίοις διδάσκαλοι,
σύν ἱερομάρτυσι πάντες δίκαιοι
καί γυναικῶν αἱ ἀθλήσασαι
καί πόθῳ ἀσκήσασαι,
τῶν ἁγίων ἡ πληθύς
καί δικαίων τά τάγματα
εὐφημείσθωσαν
ἱεραῖς μελῳδίαις,
ὡς τῆς ἄνω
βασιλείας κληρονόμοι,
ὡς Παραδείσου οἰκήτορες».
«Οἱ τήν γῆν οὐρανώσαντες
ἀρετῶν ἐν φαιδρότητι,
οἱ Χριστοῦ τόν θάνατον μιμησάμενοι,
ἀθανασίας τήν πρόξενον
ὁδόν οἱ βαδίσαντες,
οἱ τά πάθη τῶν βροτῶν
χειρουργίᾳ τῆς χάριτος
ἐκκαθάραντες,
οἱ ἐν ὅλῳ
τῷ κόσμῳ ὁμοψύχως
ἐναθλήσαντες γενναίως,
ἀνευφημείσθωσαν μάρτυρες».
«Δεῦτε πιστοί,
σήμερον χορείαν ἐπικροτήσαντες,
εὐσεβῶς πανηγυρίσωμεν
καί τῶν ἁγίων πάντων τήν ἔνδοξον
καί σεβάσμιον μνήμην ἐνδόξως τιμήσωμεν,
λέγοντες.
Χαίρετε, ἀπόστολοι ἔνδοξοι,
προφῆται καί μάρτυρες
καί ἱεράρχαι.
Χαίρετε, ὁσίων ὁ δῆμος
καί τῶν δικαίων.
Χαίρετε, τιμίων γυναικῶν ὁ χορός
καί Χριστόν ὑπέρ τοῦ κόσμου πρεσβεύσατε,
νίκας τῷ βασιλεῖ κατά βαρβάρων δωρήσασθαι
καί ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τό μέγα ἔλεος».


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου