ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

8 Ιουνίου μνήμη της αγίας μάρτυρος Καλλιόπης.Από σήμερα αρχίζει η νηστεία προς τιμήν των Αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου


Η ΑΓΙΑ ΚΑΛΛΙΟΠΗ

   Στις 8 Ιουνίου η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη της Αγίας Καλλιόπης, της  Παρθενομάρτυρος. Γεννήθηκε περίπου το 230 μ.Χ. στη Ρώμη από γονείς για τους οποίους δεν έχουμε επαρκή στοιχεία, όπως δεν έχουμε στοιχεία και για την ανατροφή της. Εκείνο όμως που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι η Αγία Καλλιόπη ήταν προικισμένη με σπάνια χαρίσματα, ήταν δε ευσεβής και πολύ ενάρετη. Διακρίνονταν για την ομορφιά της ψυχής που την κοσμούσαν όλες οι χριστιανικές αρετές αλλά και τη σωματική της ομορφιά που  για τους νέους της εποχής ήταν μια διαρκής πρόκληση. Ήταν διατεθειμένοι να θυσιάσουν τα πάντα, προκειμένου να της αποσπάσουν την προσοχή της. Ήθελε και προσπαθούσε ο καθένας με το δικό του τρόπο να την κάνει δικιά του. Εκείνη απέρριπτε όλες τις προτάσεις μετά βδελυγμίας απ’ όπου και να προέρχονταν. Περιφρονούσε όλες τις φορές τα πλούτη τους και δεν έδιδε καμιά σημασία στις τιμές και τα αξιώματά τους. Είχε πολύ καλά αξιολογήσει τα πράγματα και ποτέ δεν έκαμε σύγχυση στις αξίες. Για την Αγία, προτεραιότητα είχαν τα πνευματικά, τα ουράνια και τα αιώνια, ενώ τα προσωρινά και τα γήινα την άφηναν αδιάφορη.

   Για το σκοπό αυτό άρχισε να αγωνίζεται καθημερινά προκειμένου να πετύχει όλες τις αρετές εκείνες που ο Θεός θέλει. Έπρεπε πρώτα να απαλλαγεί από τις ανθρώπινες αδυναμίες και από τα όποια ελαττώματά της, που δε δυσκολεύτηκε και πολύ να τα εξασφαλίσει, με νηστείες, προσευχές και αγρυπνίες σε καθημερινή βάση. Αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα για τη φροντίδα των πιστών αλλά και των ασθενών, προσφέροντας τη βοήθειά της στις καθημερινές τους ανάγκες. Επισκέπτεται συχνά τα αναξιοπαθούντα άτομα, προσφέροντάς τους βοήθεια και κρατώντας τους συντροφιά, προκειμένου να τους γλυκάνει έστω και λίγο τον ανθρώπινο πόνο.

   Με το ίδιο ενδιαφέρον ασχολείται και με τη διάδοση του Χριστιανισμού, που πολλές φορές έθετε σε κίνδυνο τη ζωή της, προκειμένου να στηρίξει τους δοκιμαζόμενους χριστιανούς καλύτερα. Έδωσε  τη μάχη με τους ειδωλολάτρες και τους άπιστους, που με χριστιανικά επιχειρήματα προσπάθησε να τους επαναφέρει στην ορθή χριστιανική διδασκαλία. Ήταν μερικοί από τους στόχους που είχε προτάξει στη ζωή της η Αγία.

   Όμως ήταν φοβερά άτυχη γιατί ευτύχησε να ζήσει σε μια εποχή δύσκολη για τους Χριστιανούς που διώκονταν καθημερινά. Έζησε στην εποχή του αγριότερου ίσως διωγμού της Εκκλησίας μας στον οποίο προέβη ο αυτοκράτορας Δέκιος (249-251). Ήταν  η εποχή που οδηγούνταν οι χριστιανοί στο μαρτύριο ανά ομάδες, αποτελούμενες από πολλές εκατοντάδες. Όμως δε λύγισε μπροστά στα φρικτά και απάνθρωπα βασανιστήρια που εκτελούσαν  τα τέρατα της φύσης, μεθυσμένα από αθώο χριστιανικό αίμα. Απ’ αυτό το βάρβαρο μεθύσι του αλκοολισμού και του σαδισμού, δεν ήταν δυνατό να ξεφύγει και η νεαρή Αγία. Την καλλιπάρθενο  Καλλιόπη αφού την συνέλαβαν, την οδήγησαν μπροστά στο στημένο κριτή να την ανακρίνει τυπικά και να βγάλει την καταδικαστική απόφασή του. Όμως έμεινε εμβρόντητος, μόλις αντίκρισε την καταπληκτική ομορφιά της.

   Έτσι αρχίζει μια Μαραθώνια ανάκριση που δεν ήταν μια απλή ανάκριση ρουτίνας, αλλά σιγά-σιγά μπαίνει και το ανθρώπινο συναίσθημα, του έρωτα. Την ερωτεύεται σφόδρα ο ανακριτής και κάνει τα αδύνατα δυνατά να την πείσει να αλλάξει γνώμη και να την κάνει γυναίκα του. Της υπόσχεται « λαγούς με πετραχήλια» προκειμένου να της αποσπάσει, το ναι. Ήθελε να τραβήξει η ανάκριση όσο γίνονταν περισσότερη ώρα για να την αισθάνεται δίπλα του και  να την κοιτάζει ασταμάτητα. Αυτές τις σκέψεις και αυτά τα όνειρα έκανε το τέρας της φύσης, χωρίς να υπολογίζει στη θέληση και στην υπομονή της Αγίας, που στάθηκε αλύγιστη στην αφοσίωσή της στο Χριστό.

   Εμένα τύραννε του απαντά, δε με ενδιαφέρουν τα ενδιαφέροντα τα δικά σου  ούτε μου προκαλούν καμιά εντύπωση, γιατί εγώ βρήκα ανώτερα τα ουράνια, τα αιώνια και τα πνευματικά, που εσύ δεν μπορείς να τα καταλάβεις. Σου απαντώ λοιπόν ότι είμαι Χριστιανή και δε θα αρνηθώ ποτέ το Χριστό μου, ούτε με τις υποσχέσεις σου, αλλά ούτε και με τα βασανιστήριά σου.

   Η απάντηση ήταν καταπέλτης για τον ανακριτή. Η ομολογία της Αγίας ήταν ασυγχώρητη. Οι όποιες του προσδοκίες χάθηκαν απότομα. Στην καρδιά του άρχισε να εμφανίζεται το μίσος που ήταν όμοιο με της φύσης τα τέρατα. Οι συμπάθειες εξαφανίστηκαν και δίδεται η εντολή στους δήμιους που περίμεναν σαν κοράκια πεινασμένα  να παραλάβουν την Αγία και να επιβάλουν τους νόμους.

   Η ηλικία της Αγίας ήταν μόλις 19 χρόνων και της έμελλε να γνωρίσει το τρυφερό, νεανικό και παρθενικό της κορμί, τη λυσσαλέα μανία των δήμιων βασανιστών. Ξεκινούν με τον πιο ήπιο βασανισμό του ξυλοδαρμού, μήπως καταφέρουν να την τρομάξουν και την κάμψουν ευκολότερα. Της γέμισαν το νεανικό της κορμί με πληγές, που έτρεχε άφθονο το αγνό της παρθενικό αίμα. Την χτύπαγαν ώρες ατέλειωτες χωρίς έλεος και εκείνη υπόμενε καρτερικά τους φρικτούς πόνους. Οι θεατές που παρακολουθούσαν τον ξυλοδαρμό κοίταζαν αμήχανα ο ένας τον άλλο που η Αγία δεν έβγαζε την παραμικρή κραυγή και το παραμικρό βογγητό. Ήταν σαν να χτύπαγαν σε πέτρες και σίδερα, γιατί η Αγία προσευχότανε στο Χριστό και Του ζητούσε να της δώσει τη δύναμη Του να αντέξει.

   Ο σαδιστής τύραννος που ήταν  και αυτός ανάμεσα στους θεατές που παρακολουθούσαν το θέαμα, έδωσε εντολή να σταματήσει ο ξυλοδαρμός και να ακολουθήσει το επόμενο στάδιο βασανισμού. Άρχισαν να της κόβουν τις σάρκες από το σώμα της με τέτοια λύσσα που δεν εξαίρεσαν ούτε και τους μαστούς Της. Εκείνη συνέχεια προσεύχονταν και Άγγελος Κυρίου της επούλωνε τις πληγές της. Οι θεατές άρχισαν να ζητωκραυγάζουν και με μια φωνή αναφωνούσαν « Είμαστε Χριστιανοί». Μόνο ο πωρωμένος τύραννος  έμενε απαθής μπροστά στο γεγονός, γιατί ο διάβολος του κράταγε κλειστά τα μάτια  και δεν του επέτρεπε να τ’ ανοίξει. Γι’ αυτό και δίδει εντολή να ακολουθήσει το επόμενο μαρτύριο.

   Την έσυραν επάνω σε σπασμένα μυτερά κεραμίδια και της γέμισαν το νεανικό της κορμί με πληγές μέσα στις οποίες έβαζαν αλάτι. Πήρανε στη συνέχεια αναμμένα δαυλιά και καίγανε τις πληγές της. Ο πόνος ήτανε ανυπόφορος και δυσβάστακτος. Η μυρωδιά της καμένης σάρκας απλώθηκε παντού. Το αθώο αίμα της κοκκίνισε σε μεγάλη έκταση το έδαφος  και η  Αγία αναφωνούσε συνέχεια « Είμαι Χριστιανή, Δόξα σοι ο Θεός».

   Πολλοί ήταν εκείνοι που παρακολουθούσαν το θέαμα και δόξαζαν το Θεό της Αγίας. Όμως η εντολή δόθηκε και για το τελευταίο στάδιο του βασανισμού που σήμαινε την πιο γρήγορη λύτρωση. Ήταν ο αποκεφαλισμός που η Αγία το άκουσε με ξεχωριστή χαρά. Το αμαράντινο από τη δόξα στεφάνι, στεφάνωσε το κόκκινο από τα αίματα του μαρτυρίου κεφάλι της Αγίας.

Έτσι στο νέφος των Μαρτύρων της Εκκλησίας μας προστέθηκε και η νίκη της Παρθενομάρτυρος Καλλιόπης.


Απολυτίκιο της Αγίας Καλλιόπης:


Του Σωτήρος το κάλλος εκ ψυχής αγαπήσασα, καλλιπάρθενε κόρη, Καλλιόπη πανεύφημε, ηγώνισαι στερρώς υπερ αυτού, και  δόξης ηξιώθης θεϊκής. δια τούτο σου την μνήμην την ιεράν, τιμώμεν εκβοώντές σοι. Δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω χορηγούντι δια σου, ημίν πταισμάτων άφεσιν.

Π Η Γ Η :
 http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2012/06/blog-post_07.html#ixzz2VWmy58fv

ΑΡΧΙΣΕ Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ  ....ΚΑΛΗ ΔΥΝΑΜΗ

Από το ιστολόγιο του π.Τιμοθέου Ηλιάκη 
Από την Δευτέρα μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων αρχίζει η νηστεία των Αγίων Αποστόλων, η νηστεία δηλαδή που είναι αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους και η διάρκειά της ποικίλει αναλόγως με την ημερομηνία τελέσεως της εορτής τού Πάσχα από την οποία εξαρτάται η έναρξή της, δηλαδή η Κυριακή των Αγίων Πάντων.
Η νηστεία αυτή είναι αρχαιοπαράδοτος στην Εκκλησία μας. Πρώτος ο Μέγας Αθανάσιος αναφέρει νηστεία μιάς εβδομάδος μετά την Πεντηκοστή. «Τη γαρ εβδομάδι μετά την αγίαν πεντηκοστήν ο λαός νηστεύσας εξήλθε περί το κοιμητήριον εύξασθαι» (εγράφη περί το 357). Αυτός μεν αναφέρει την νηστεία αυτή αμέσως μετά την Πεντηκοστή, αλλά το βιβλίο των Αποστολικών Διαταγών, το οποίο έχει γραφεί πενήντα περίπου έτη αργότερα και απηχεί αποστολοπαράδοτες εντολές και συνήθειες, την αναφέρουν μία εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, δηλαδή μετά την εορτή των Αγίων Πάντων. «Μετά ουν το εορτάσαι υμάς την πεντηκοστήν εορτάσατε μίαν εβδομάδα και μετ’ εκείνην νηστεύσατε μίαν, δίκαιον γαρ και ευφρανθήναι επί τη εκ Θεού δωρεά και νηστεύσαι μετά την άνεσιν». Όπως φαίνεται από το χωρίο των Αποστολικών Διαταγών, η περί ης ο λόγος νηστεία σχετιζόταν με την χαρμόσυνη περίοδο από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή, μετά την οποία έπρεπε να επέλθει κάποιας μορφής αντίδραση, ώστε να μετριασθεί η χαρμόσυνη διάθεση. Επειδή οι απόστολοι είχαν αρχίσει το κήρυγμα μετά την Πεντηκοστή, οι μετ’ αυτήν ημέρες ήσαν αφιερωμένες σ’ αυτούς. Γι’ αυτό και στις συριακές πηγές η νηστεία αυτή ονομαζόταν των Αγίων Αποστόλων αν και δεν είχε ακόμη εισαχθεί από τη Δύση στην Ανατολή η εορτή των Αγίων Αποστόλων τής 29ης Ιουνίου. Κατ’ αυτήν περίπου την περίοδο εισάγεται και η αρχικώς ολιγοήμερη νηστεία των Χριστουγέννων. Και οι δύο, κατ’ αφομοίωση τής νηστείας τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής, γίνονται τεσσαρακονθήμερες αργότερα περίπου τον 6ο αι. από τους μοναχούς τής Συρίας και της Παλαιστίνης.
Πρώτη γραπτή αναφορά γι’ αυτές τις δύο νέες τεσσαρακοστές κάνει λόγο ο Άγ.Αναστάσιος ο Σιναϊτης, ηγούμενος τής Μονής τού Σινά κατά τον 7ο αι., έπειτα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρος καθώς και ο Όσ.Θεόδωρος ο Στουδίτης (αμφότεροι αρχές 9ου αι.).
Η νηστεία όμως των Αγ.Αποστόλων δεν διατηρήθηκε ως τεσσαρακονθήμερος αλλά περιορίσθηκε. Η εορτή των Αγίων Αποστόλων, όπως προελέχθη, δεν υπήρχε αρχικώς στην Ανατολή. Όταν όμως εισήχθη, η νηστεία εκείνη εξελήφθη ως προπαρασκευαστική τής εορτή των. Γι’ αυτό και από τότε διαρκεί τόσες ημέρες όσες μεσολαβούν μεταξύ της εορτής των Αγίων Πάντων και της εορτής των Αγίων Αποστόλων, των οποίων ημερών ο αριθμός, ως γνωστόν κατ’ έτος είναι διαφορετικός, ανάλογα με την ημερομηνία, κατά την οποία θα εορτασθεί το Πάσχα, δεν υπερβαίνει όμως τις 30 ημέρες (σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο). Η τροποποίηση αυτή έγινε μεταξύ 7ου και 9ου αι. και κατ’ αρχάς πιθανώς στην Κωνσταντινούπολη, η οποία τον 5ο αι. πρώτη δέχθηκε από τη Ρώμη την εορτή των Αγίων Αποστόλων τής 29ης Ιουνίου και της οποίας Εκκλησίας η σημασία ενισχύθηκε μετά την κατάκτηση των άλλων πατριαρχείων από τους Άραβες, ώστε το παράδειγμά της επέδρασε σε όλη την Ορθόδοξη Ανατολή. Ο Όσ.Θεόδωρος ο Στουδίτης αναφέρει ότι όπως κατά τη νηστεία τού Πάσχα έτσι και κατά την νηστεία των Χριστουγέννων, έτρωγαν μία φορά την ημέρα, την ενάτη ώρα (3μ.μ.) «διά την σμικρότητα των ημερών», ενώ κατά την νηστεία των Αποστόλων και τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, έτρωγαν δύο φορές, την ενάτη και νωρίς το βράδυ. Επιτρέπονταν περίπου οι τροφές, οι οποίες και σήμερα επιτρέπονται. Αν κατά την νηστεία των Αποστόλων και των Χριστουγέννων συνέπιπτε εορτή, κατά την οποία δεν αναγινώσκονταν οι Ώρες, επιτρεπόταν να φάγουν ψάρι, τυρί και αυγά. Κατ’ αυτές τις εορτάσιμες ημέρες το μεσημεριανό γεύμα λαμβανόταν περί την έκτη ώρα (12μ.), το δε βραδυνό κατά την ίδια με τις υπόλοιπες περιόδους ώρα.
Προϊόντος του χρόνου όμως οι νηστείες αυτές (Χριστουγέννων και Αγ.Αποστόλων) επιβλήθηκαν σε τέτοια έκταση και ένταση, ώστε ίσχυσαν όχι μόνον για τους μοναχούς αλλά και για τους κληρικούς και λαϊκούς. Όμως αυτό έγινε μετά το τέλος τού 12ου αι. και τούτο εξαιτίας των μοναστηριακών κτητορικών τυπικών. Υπήρχαν δηλαδή Τυπικά διαφόρων Μοναστηριών, τα οποία είχαν συνταχθεί από τους ιδρυτές τους και εκεί αυτοί όριζαν την έκταση αλλά και την ποιότητα των δύο αυτών νηστειών και τις οποίες όφειλαν να τηρούν οι μοναχοί τους. Από εκεί άρχισαν να εισέρχονται, κυρίως λόγω ευσεβείας, και ανάμεσα στις τάξεις των κληρικών και λαϊκών. Βαθμηδόν επικράτησαν για όλους και έκτοτε τηρούνται από τους χριστιανούς μας.

Π. Φιλόθεος Νικολάκης.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου