ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

21 Ιανουαρίου μνήμη των Αγίων : Μαξίμου του Ομολογητού, Ευγενίου του Τραπεζουντίου , μάρτυρος Αγνής , Μαξίμου του Γραικού και μάρτυρος Νεοφύτου του Παιδός

Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής

Ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής καταγόταν από επιφανή οικογένεια και γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 580 μ.Χ. Έλαβε τη συνήθη εγκυκλοπαιδική μόρφωση και επιδόθηκε ιδιαίτερα στη σπουδή της φιλοσοφίας. Υπό του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.) προσελήφθη ως αρχιγραμματεύς αυτού. Παρέμεινε στη θέση αυτή για λίγα μόνο χρόνια, αλλά διατήρησε τις σχέσεις του και αλληλογραφία με πρόσωπα του δημόσιου βίου.

Αφού παραιτήθηκε, το 614 μ.Χ., από το αξίωμα του αρχιγραμματέως, εγκατέλειψε τον κόσμο και ακολούθησε τον μοναχικό βίο. Ασκήτεψε σε μονή της Χρυσουπόλεως, που βρισκόταν έναντι της Κωνσταντινουπόλεως και διετέλεσε ηγούμενος αυτής. Εκεί απέκτησε ως μαθητή τον Αναστάσιο, ο οποίος τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή.

Σύμφωνα με την διδασκαλία του Αγίου Μαξίμου η εργασία των εντολών του Θεού και η συμμόρφωση του βίου του ανθρώπου προς την Θεία διδασκαλία αποτελούν βάση στερεά, επί της οποία θα οικοδομηθεί η πνευματική ανύψωση του νου. Πρώτο βήμα για τον σκοπό αυτό αποτελεί η απόδυση από το νου όλων των παθών που τον ενοχλούν, τα οποία έχουν την βάση και την αφορμή τους στο σώμα. Καλείται δηλαδή ο άνθρωπος να μην ακολουθήσει την κίνηση των αισθητών, να μην γίνει δούλος των φυσικών του ορμών και παθών, αλλά να ακολουθήσει τα υπέρ φύσιν. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται ανάλογα προς την εκλογή. Εκείνος που ακολουθεί την κίνηση των αισθητών υφίσταται και την φυσική φθορά αυτών και συναλλοιώνεται με αυτά, ενώ ο αναστάς «της εμπαθούς περί τα φαινόμενα διαθέσεως, την των φαινομένων έθυσε κίνησιν και την πρακτικήν κατορθώσας έφαγεν αρετήν». Η πράξη της αρετής είναι έργο της ανθρώπινης και της θείας δυνάμεως. Κανένα χάρισμα δεν μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος μόνο με την φυσική του δύναμη. Η επιμονή του Αγίου Μαξίμου στο σημείο αυτό είναι φανερή σε όλη του τη διδασκαλία, διότι φοβάται μήπως ο άνθρωπος περιπέσει στο πάθος της υπερηφάνειας. Ο Θεός, παρατηρεί, έδωσε στον άνθρωπο δύναμη, για να πράττει τις αρετές.

Έτσι, λοιπόν, ασκήτευε ο μακάριος Ομολογητής. Αλλά η περσική απειλή, που είχε δημιουργήσει για την Βυζαντινή Αυτοκρατορία κρίσιμη κατάσταση, έσπασε την ησυχία του και τον αγώνα του για την κατάκτηση των αρετών από τον τόπο της ασκήσεώς του. Για πολλά χρόνια οι Πέρσες εμφανίζονταν στην ακτή απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Φαίνετε δε, ότι κατά την διάρκεια μιας εισβολής τους στη Χρυσούπολη, το 624 μ.Χ., ο Άγιος Μάξιμος αναγκάστηκε να αποσυρθεί με τους μαθητές του νοτιότερα, στην Κύζικο. Εκεί διέμεινε για δύο περίπου χρόνια στη μονή του Αγίου Γεωργίου και συναναστρεφόταν με τον Επίσκοπο Ιωάννη μετά του οποίου αντήλλαξε αργότερα επιστολές. Ίσως να είχε αρχίσει νωρίτερα την συγγραφική του δράση, αλλά ήδη από την εποχή αυτή επιδίδεται εντατικά στο έργο της συγγραφής.

Λόγω συνεχίσεως των Περσικών καταδρομών ο Άγιος υποχρεώνεται να φύγει, το 626 μ.Χ., και από την Κύζικο. Έρχεται για λίγο στην Κρήτη και στην συνέχεια μεταβαίνει στην Αφρική. Θεωρείται δε πιθανό να πέρασε και από την Κύπρο. Στην Καρχηδόνα εμφανίζεται την Πεντηκοστή του έτους 632 μ.Χ., αλλά είχε φθάσει εκεί νωρίτερα. Κατά τα χρόνια αυτά συγγράφει δύο από τα σπουδαιότερα έργα του, το «Προς Θαλάσσιον» και «Περί Αποριών».

Εγκαταβίωσε στην μονή Ευκρατά της Καρχηδόνας, όπου ήταν εγκατεστημένος και άλλος φυγάς, από την Παλαιστίνη, ο Σωφρόνιος. Εκεί έμαθε τις ενέργειες του νέου Πατριάρχη Αλεξανδρείας Κύρου, οι οποίες απέληξαν το 633 μ.Χ. στην ενωτική συμφωνία που διαμόρφωσε την αίρεση του Μονοενεργητισμού. Ο Σωφρόνιος τάχθηκε αμέσως εναντίων της νέας αυτής μορφής της χριστολογικής αιρέσεως. Στην θέση του αυτή τον ακολούθησε ο Άγιος Μάξιμος. Έτσι συμμετείχε στη σύνοδο του Λατερανού, η οποία συγκλήθηκε το έτος 649 μ.Χ. επί Πάπα Ρώμης Μαρτίνου Α’, όπου καταδικάσθηκε ο Μονοθελητισμός  και αναθεματίσθηκαν εκείνοι που ανοήτως δογμάτιζαν ότι ο Χριστός έχει μία μόνο θέληση, τη θεία, σε αντίθεση προς την Ορθόδοξη διδασκαλία, κατά την οποία ο Χριστός έχει δύο θελήσεις, τη θεία και την ανθρώπινη, ως Θεάνθρωπος. Στην ίδια Σύνοδο αποδοκιμάσθηκε διάταγμα του τότε αυτοκράτορα Κώνσταντος, διά του οποίου δεν επιτρεπόταν η συζήτηση περί Μονοθελητισμού.

Ο αυτοκράτορας Κώνστας (641-668 μ.Χ.) οργίσθηκε γι’ αυτό. Ο Άγιος συνελήφθη από τον έξαρχο και βασιλικό επίτροπο της Ιταλίας Θεοδόσιο και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους δύο φίλους του Αναστασίους. Ο αυτοκράτορας εξόρισε τον Άγιο Μάξιμο, το 655 μ.Χ. στη Βιζύη, μέσα στο Ρήγιο και στην συνέχεια στην πόλη Πέρβερα. Μετά από έξι χρόνια ανακλήθηκε και πάλι στην Κωνσταντινούπολη, όπως και οι συμμοναστές του, για μια Τρίτη προσπάθεια προσεταιρισμού του. Ο Άγιος αρνήθηκε. Αναθεματίσθηκε, κακοποιήθηκε και διαπομπεύθηκε. Η κακοποίηση του Αγίου έδωσε αφορμή για τη διαμόρφωση παραδόσεως περί αποκοπής της γλώσσας και της δεξιάς χειρός αυτού. Μετά από αυτά εξορίσθηκε στη Λαζική του Πόντου, στο φρούριο Σχίμαρις, όπου και κοιμήθηκε οσίως στις 13 Αυγούστου του έτους 662 μ.Χ.

Το τίμιο λείψανό του ενταφιάσθηκε στη μονή του Αγίου Αρσενίου, στη χώρα των Λαζών. Από τον τάφο του έβγαινε φως κάθε νύχτα και φώτιζε την περιοχή, γεγονός που πιστοποιούσε την αγιότητά του.

Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τη επομβρία, ρείθρα έβλυσας, τη Εκκλησία, υπερκοσμίων δογμάτων πανεύφημε, θεολόγων δε του Λόγου την κένωσιν, ομολογίας αγώσι διέλαμψας. Πάτερ Μάξιμε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθσι ημίν το μέγα έλεος.

Έτερον Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’.
Ορθοδοξίας οδηγέ, ευσεβείας Διδάσκαλε και σεμνότητος, της Εκκλησίας ο φωστήρ, των Μοναζόντων θεόπνευστον εγκαλλώπισμα, Μάξιμε σοφέ, ταις διδαχαίς σου πάντας εφώτισας, λύρα του Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ'. Τη υπερμάχω
Τον της Τριάδος εραστήν και Μέγαν Μάξιμον, τον εκδιδάξαντα τρανώς πίστιν την ένθεον, του δοξάζειν τον Χριστόν, φύσεσιν εν δύω, ενεργείαις τε διτταίς ως και θελήσεσιν, επαξίως οι πιστοί ανευφημήσωμεν, ανακράζοντες. Χαίρε κήρυξ της Πίστεως.

Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Ευγένιος ο πολιούχος της Τραπεζούντας (+ 21 Ιανουαρίου 290)


Στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ., μία εποχή, όπου ο χριστιανισμός εμφανίστηκε κι άρχισε να εξαπλώνεται στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου υπό την αυτοκρατορία των Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, ο Άγιος Ευγένιος έζησε και μαρτύρησε στην Τραπεζούντα.
Σε μία περίοδο σκληρών, ίσως και των σκληρότερων, διωγμών απέναντι στους Χριστιανούς, όταν οι έπαρχοι της Καππαδοκίας και Αρμενίας, Λυσίας και Αγρικόλαος, έκαναν πράξη το απάνθρωπο διάταγμα να θανατώνουν κάθε πιστό της νέας θρησκείας, ο Άγιος Ευγένιος έζησε και μαρτύρησε, μαχόμενος κάθε στιγμή υπέρ της παρρησίας της βαθιάς του πίστης στον Ιησού Χριστό και το κήρυγμά του. Κατά τον Ιανουάριο του 290 μ.Χ., ξεκινά το μαρτύριο του Ευγενίου και των συναθλητών του (Κανιδίου, Ουαλεριανού και Ακύλα).
Εθνικοί της Τραπεζούντας καταγγέλλουν στο Λυσία τους τέσσερεις συναθλητές με την κατηγορία ότι διδάσκουν το λόγο του Εσταυρωμένου και κρύβονται σε δασώδη περιοχή. Οι διώκτες οδηγούνται στη σύλληψη του Κανιδίου, αρχικά, κι έπειτα του Ουαλεριανού καθ’ υπόδειξη του Ακύλα, ο οποίος είχε ήδη ομολογήσει την πίστη του στο Χριστό. Οι τρεις συναθλητές περνούν όλη τη νύχτα στη φυλακή προσευχόμενοι και ψάλλοντας ύμνους στο Θεό. Το πρωί της επομένης ημέρας καλούνται να εμφανισθούν μπροστά στο Λυσία, που έχει φτάσει στην Τραπεζούντα, ανακρίνονται και για μία ακόμη φορά, ομολογούν την πίστη τους. Η παραδοχή της πίστης τους φέρνει αναπόφευκτα το μαστίγωμά τους κι αφού υποβάλλονται σε φριχτότερα βασανιστήρια, επιστρέφουν στη φυλακή.
Εν τω μεταξύ, στον Άγιο Ευγένιο, ο οποίος ολόκληρο το διάστημα αυτό κρυβόταν σε μία σπηλιά μέσα στο δάσος, παρουσιάζεται ο ίδιος ο Χριστός. Τότε, τον παροτρύνει να φανερωθεί και να αναγγείλει την πίστη του. Και πράγματι, ο Άγιος ψάλλει και υμνεί το Θεό. Οι προσευχές του ακούγονται και προδίδουν την παρουσία του σε μία γυναίκα που περνά, τυχαία, από εκεί για να μαζέψει ξύλα. Στο άκουσμα των προσευχών του τρέχει ταραγμένη στην πόλη και τον καταδίδει. Σε μικρό χρονικό διάστημα, ο Άγιος συλλαμβάνεται και κακοποιημένος οδηγείται στη φυλακή, όπου περνά τη νύχτα δοξάζοντας το Θεό. Την επομένη άγεται στο Δούκα Λυσία ενώπιον του οποίου ομολογεί την πίστη του. Ωστόσο, ο ίδιος ο Λυσίας τον προτρέπει να προσφέρει θυσία στους θεούς των ειδωλολατρών με αντάλλαγμα τη ζωή του.

Ο Ευγένιος δέχεται και με πλήθος κόσμου να τον ακολουθεί, εισέρχεται σε έναν ειδωλολατρικό ναό. Καθʼόσο ο Άγιος προσεύχεται στο Χριστό, το συγκεντρωμένο πλήθος παρακολουθεί έκπληκτο τρία ειδωλολατρικά αγάλματα να θρυμματίζονται και την ίδια στιγμή τα δαιμόνια να παρακαλούν τον Άγιο να μην τα εκδιώξει. Παρά το άξιον θαυμασμού γεγονός, ο Λυσίας προτείνει και πάλι στον Ευγένιο να προσφέρει θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς. Ο Άγιος όμως ειρωνευόμενος, αρνείται την πρόταση αυτή. Υπομένοντας τα φριχτά βασανιστήρια που ακολουθούν, ο Ευγένιος δεν υποκύπτει, παραμένει προσηλωμένος στην πίστη του. Έξαλλος, τότε ο Δούκας διατάζει να ετοιμασθεί μια μεγάλη κάμινος και να ριχθούν μέσα και οι τέσσερεις συναθλητές.
Άγγελος Κυρίου αφαιρεί εξαίφνης τη δύναμη της φωτιάς κ’ έτσι, οι δήμιοι που καταφθάνουν τρεις ημέρες αργότερα στον τόπο του μαρτυρίου αντικρίζουν τους τέσσερεις πιστούς σώους και αβλαβείς. Συνειδητοποιώντας αυτό το αληθινά μεγάλο θαύμα, οι τρεις δήμιοι αλλάζουν πίστη και προσέρχονται στο Χριστιανισμό. Αποφασισμένος ο Λυσίας να εκτελέσει την εντολή που του είχε δοθεί, διατάζει τον αποκεφαλισμό των τριών συναθλητών και τη σταύρωση του Ευγενίου. Τα σώματα των τριών μαρτύρων κλέπτονται από ευσεβείς χριστιανούς, οι οποίοι, όμως, λόγω της έντονης κακοποίησής τους, αδυνατούν να τα αναγνωρίσουν. Και, ω του θαύματος!, τα σώματα των συναθλητών βρίσκονται στον τόπο της καταγωγής του καθενός, όπου θάβονται με ιδιαίτερες τιμές.
Εν αντιθέσει, ο Ευγένιος, που βρίσκεται κρεμασμένος στο σταυρό μέσα στη φυλακή, ελευθερώνεται και με τη βοήθεια Αγγέλου θεραπεύονται οι πληγές του. Οι συγκρατούμενοί του, άφωνοι από το μεγαλείο του θαύματος, προσέρχονται και αυτοί στο Χριστιανισμό.
Εξοργισμένος, πλέον, ο Λυσίας καλεί και πάλι τον Ευγένιο να παρουσιαστεί μπροστά του, αποδίδει τη θεραπεία των οπών του σε «μαγικές ιδιότητες» του Αγίου και διατάζει τον αποκεφαλισμό του. Ο τόσο φριχτός και συγκλονιστικός θάνατός του ήλθε την 21η Ιανουαρίου του 290 μ.Χ. Το σκήνωμά του κλάπηκε και τάφηκε πλησίον του τόπου του μαρτυρίου του, όπου και χτίστηκε ο ναός των Ποντίων «Άγιος Ευγένιος» προς τιμήν του!
Τα πρώτα κείμενα που βρέθηκαν να αναφέρονται στο ασύλληπτο αυτό μαρτύριο ανήκουν στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Ιωάννη Ξιφιλίνο. Χρονολογούνται δε από το 1042, ενώ με νέα δεδομένα τα θαύματα του Αγίου καταγράφηκαν (και πάλι από τον Ιωάννη Ξιφιλίνο) στον κώδικα της μονής Διονυσίου (έκδοση 154). Εκτενής αναφορά στο μαρτύριο το δικό του και των συναθλητών του γίνεται και στο Αρχείο του Πόντου (1953/τόμος 18/σελ. 163).
Ενώ, το αρχαιότερο συναξάρι κείμενο της Κωνσταντινουπόλεως χρονολογείται τον 11ο αιώνα μ.Χ.
Παρά το μέγεθος των ανωτέρω γεγονότων, η σημερινή θέση του μεγαλομάρτυρα αγίου των Ποντίων στην Ορθοδοξία δεν είναι εκείνη που αξίζει στον σημαίνοντα βίο του και την αξιομνημόνευτη προσφορά του στο Χριστιανισμό, μέσω του μαρτυρίου του.
Η μνήμη του προστάτη Αγίου τιμάται στη Μονή του Αγίου Διονυσίου στο Άγιο Όρος, αδιάλειπτα, από το 1375 μ.Χ. έως και σήμερα, τόσο στις 21 Ιανουαρίου, ημέρα του μαρτυρίου του, όσο και στις 24 Ιουνίου, ημέρα των γενεθλίων του.
Κάθε αναφορά στην Τραπεζούντα και τον Άγιο Ευγένιο επαναφέρει ζητήματα ιστορικά δέουσας σημασίας. Ο ναός του Αγίου Ευγενίου, έχει μετατραπεί από το 1461 μ.Χ. σε τζαμί (γενί τζαμί τζουμασί), όταν έγινε η άλωση της Τραπεζούντας από το Μωάμεθ, τον κατακτητή, ενώ παραμένει η χηρεία της θέσης του μητροπολίτη Τραπεζούντας από το 1922 μ.Χ. μέχρι σήμερα.



Η Αγία Μάρτυς Αγνή (21 Ιανουαρίου)

Η αγία Αγνή. Απεικόνιση του 4ου αιώνα σε γυαλί από την κατακόμβη του Παμφίλου στην Ρώμη.
Η Αγία Μάρτυς Αγνή ήταν κόρη ευγενών από την Ρώμη. Η Αγία συνήθιζε να φέρνει πάρα πολλές ψυχές στην αγία Ορθόδοξη πίστη. Καταγγέλθηκε για αυτό στον άρχοντα και διατάχθηκε να αρνηθεί τον Χριστό. Η αγία Μάρτυς όμως επέμενε στην ομολογία της, έτσι ο σκληρός άρχοντας θέλοντας να σπιλώσει την τιμή της αποφάσισε και την έριξε σε ένα πορνείο. Η αγία Αγνή όμως με την προσευχή της έφερε πραγματικό σεισμό στο πορνείο. Όσοι δε ακόλαστοι, τόλμησαν να την πλησιάσουν έπεσαν κάτω νεκροί. Στην συνέχεια οι διεφθαρμένες γυναίκες την έβγαλαν από το πορνείο και την παρέδωσαν στην μανία του άρχοντα. Αυτός δε όλος εμπάθεια την έρριξε στη φωτιά, όπου παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο της Δόξης, από τον οποίο έλαβε τον αμάραντο στέφανο. Ευλαβείς χριστιανοί παρέλαβαν και έθαψαν τα απανθρακωμένα τίμια λείψανά της.
Αυτής αγίαις πρεσβείαις, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.




Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, ο Βατοπαιδινός (+ 21 Ιανουαρίου 1556)


Ο άγιος Μάξιμος ο Βατοπαιδινός ή Γραικός, λογιώτατος μοναχός, διακρίθηκε ως θεολόγος, φιλόσοφος, συγγραφέας και ποιητής κατά το 16ο αιώνα, υπήρξε «φωτιστής και αναμορφωτής του ρωσικοῦ έθνους».
Γεννήθηκε στην Άρτα το 1470 από πλούσια, επιφανή και ευσεβή οικογένεια και ονομαζόταν Μιχαήλ Τριβώλης. Μετά τη βασική παιδεία στα σχολεία Άρτας και Κέρκυρας πήγε στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές.
Ποθώντας να επιτύχει τον ύψιστο ανθρώπινο προορισμό, τη θέωση, αφού διαπίστωσε τη ματαιότητα κάθε επίγειας δόξας και σοφίας, αποφάσισε νά ἀφοσιωθεῖ στόν Κύριο και έγινε μοναχός στη Ι. Μ. Βατοπαιδίου. Εκεί ασκήθηκε περίπου 10 χρόνια και  απόκτησε τις υψηλές μοναχικές  αρετές ( υπακοής, εγκράτειας, ταπεινώσεως, ακτημοσύνης και της αγάπης). Με την ἀδιάλειπτη προσευχή ένωσε τη ψυχή του με το Θεό και έγινε κατοικία του Αγίου Πνεύματος.  Στη πλούσια βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς μελέτησε τα σπάνια βιβλία και χειρόγραφα και απόκτησε τη σοφία των προγενεστέρων οσίων.
Οι Πατέρες της Μονῆς του ανέθεταν εργασίες εκτός Μονής, της οποίες  χρησιμοποιοῦσε ως ευκαιρίες για να στηρίξει το λαό μας, που ήταν υπόδουλος στους Τούρκους. Το 1515 ο Τσάρος Βασίλειος Ιβάνοβιτς ζήτησε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από τον «Πρῶτο» του Αγίου Ὀρους έμπειρο, λόγιο και ενάρετο μοναχό για να μεταφράσει εκκλησιαστικά κείμενα στη ρωσική γλώσσα και να διορθώσει λανθασμένες μεταφράσεις και αντιγραφές της Α. Γραφής και Πατερικών κειμένων. Ο κλήρος έπεσε στον επιφανή μοναχό Μάξιμο τον οποίον υποδέχθηκαν στη Μόσχα ο μητροπολίτης Βαρλαάμ και ο Τσάρος το 1516.
Ὁ Μάξιμος ανέπτυξε μεγάλο συγγραφικό, μεταφραστικό, διορθωτικό, ερμηνευτικό έργο και συμβουλευτικό έργο. Υπήρξε ο πρώτος μύστης των Ρώσων στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και φιλολογία., εισηγαγε την τυπογραφία, φρόντιζε να μορφώνει πλήθος ανθρώπων, πού έγιναν συνεχιστές του έργου του. Αναδείχθηκε όχι μόνον Ιεραπόστολος αλλά και εκπολιστιστής του ρωσικού λαού, που βρισκόταν σε κατάσταση αγραμματοσύνης και αμάθειας.
Τό ομολογιακό του έργο και η ιεραποστολική του δράση διάρκεσε για μια οκταετία. Του επιφύλασσε όμως βαρύ σταυρό. Λόγω ατασθαλιών πολιτικών και ορισμένων εκκλησιαστικών φορέων αναγκάσθηκε να διαμαρτυρηθεί και να ελέγξει κάποιους, με βάση τις ευαγγελικές αξίες. Ο Μάξιμος αντιμετώπισε την έχθρα του Τσάρου και του νέου μητροπολίτη της Ρωσίας Δανιήλ, που αγνοούσαν το ειλικρινές ενδιαφέρον του αγίου για τη σωτηρία τους και τη ευθυδρομία της Ρωσικής Εκκλησίας.
Καταδικάσθηκε, ως δήθεν αιρετικός, σε ισόβια φυλάκιση σιδηροδέσμιος, σε στέρηση της μεταλήψεως των θείων μυστηρίων, σε απομόνωση και απαγόρευση της επικοινωνίας με τους υπόλοιπους πιστούς, δεν του επιτρεπόταν η αλληλογραφία και η ανάγνωση βιβλίων.  Στη φυλακή δύο σκληροί και απάνθρωποι δεσμοφύλακες τον βασάνιζαν για έξι χρόνια · όπως ο έγραφε  ο ίδιος «ετηρούμην εγκάθειρκτος εν δεσμοίς και εθανατούμην δια του ψύχους, του καπνού και της πείνης». Πολλές φορές ο Μάξιμος έπεφτε σε πλήρη απώλεια των αισθήσεων, μέχρι νεκρώσεως. Συνολικά διατέλεσε σε σιδηρά δεσμά δεκατέσσερα χρόνια (1525-1539)· το σύνολο δε του χρόνου της φυλακίσεώς του ήταν 26 χρόνια.
Ο άγιος Μάξιμος τα υπέφερε όλα με υπομονή, ἀνεξικακία και πραότητα λόγω της ταπείνωσεώς του.  Η ὑπομονή του οφειλόταν στη θεία βοήθεια.  Άγγελος, κατέβηκε στη φυλακή και πρόσφερε σ᾿ αυτόν το Σώμα και Αίμα του Κυρίου Ιησού. Μετά από αυτό το θαύμα μέσα σε θεία έξαρση σύνθεσε και έγραψε με κάρβουνο στο τοίχο της φυλακής Κανόνα στο Άγιο Πνεύμα. Ο Άγγέλος, που του εμφανίσθηκε τον προέτρεψε: «Μάξιμε, να κάνεις υπομονή εις τα ενταύθα δεινά δια να εκφύγεις τα δεινά της αιωνίου κολάσεως». Έτσι από θεία πληροφορία, απόκτησε πλήρη επίγνωση ότι εκπληρώνει το θείο θέλημα, και με μεγάλη  ταπείνωση πνεύματος, έβαλε στην καρδία του ότι αυτός είναι ὁ τελευταίος άνθρωπος πάνω στή γη, και ότι ο Κύριος επέτρεψε τα δεινά για να τον οδηγήσει στην πνευματική τελειότητα.
Κατα τη διαμονή του στη Μονή Οτρότς ἀπό τό 1531-1551 δόθηκε με θεία νεύση, σχετική ελευθερία προς επικοινωνία, ενώ βρισκόταν στη φυλακή. Έτσι εξακολούθησε να μεταφράζει στη ρωσική γλώσσα ἱερά κείμενα, να συγγράφει αντιαιρετικά έργα χάριν προστασίας και διαφωτισμού του ρωσικού λαού και να παρηγορεί τους όσους Χριστιανούς τον επισκέπτονταν στήν φυλακή. Ο μητροπολίτης Μακάριος τον ἔλυσε από τον άδικο κανόνα της ακοινωνησίας (1543) ποη διάρκεσε 18 χρόνια.
Κατά διαστήματα παρακαλούσε θερμά να αφεθεί ελεύθερος, για να επιστρέψει στην πολυπόθητή του Μονή στον Άθωνα, δίχως όμως ανταπόκριση. Αιτήσεις για την απελευθέρωση του αγίου Μαξίμου υπέβαλαν προς τον Τσάρο οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἱεροσολύμων, Αλεξανδρείας καθώς και η Μονή Βατοπαιδίου.
Η επιστροφή του κρίθηκε επικίνδυνη από τον Τσάρο και την τότε Εκκλησία, γιατί γνώριζε όλα τα αρνητικά της πολιτικής και εκκλησιαστικης ζωής της Ρωσίας και φοβόντουσαν ότι θα τους εξέθετε στην κοινή γνώμη, επιπλέον δε ότι θα φανέρωνε και την κακία που εφαρμόστθηκε σ’αυτόν.
Το 1551 ο νέος Τσάρος, διάταξε να μεταφερθεί στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου, διακόπτοντας την ποινή της φυλάκισεώς του.
Ο άγιος Μάξιμος, 86 ετών γέροντας καταβεβλημένος από τις κακουχίες της ισόβιας φυλάκισεώς του, στις 21 Ιανουαρίου του 1556, ημέρα που η Εκκλησία τιμά τον ομώνυμο και προστάτη του άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, και, στην Ι. Μ. Βατοπαίδιου οι πατέρες και αδελφοί του τιμούσαν κατα το έθος την εορτή της Παναγίας της Παραμυθίας, παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Κυρίου, για να τον αναπαύσει από τους κόπους και τους πόνους του.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο προέβη στον κανονισμό ως αγίου του Μαξίμου του Γραικοῦ το 1988. Τον ίδιο χρόνο κανονίσθηκε ως άγιος και από τη Ρωσική Ἐκκλησία. Η ανακομιδή του λειψάνου του έγινε στις 21 Ιουνίου 1996 (π. ἡμ.), ενώ η παράδοση μέρους των λειψάνων στην Ι.Μ. Βατοπαιδίου, έγινε στις 8 Ἰουλίου 1997 (π. ἡμ.). Οι εορτασμοί μετακομιδής του λειψάνου του στη Μ. Βατοπαιδίου έγιναν στις 14 Ἰουλίου 1997 (π. ἡμ.).

Ο Άγιος Μάρτυς Νεόφυτος – Μια ζωή γεμάτη θαύματα

Ένα παιδί μέ σπάνια αρετή... Ένα παιδί μέ δυνατή προσευχή... Ένα παιδί-θαύμα! Όποιος διαβάζει τό βίο του αγίου μάρτυρα Νεοφύτου μένει κατάπληκτος. Τά θαύματα πού επετέλεσε η χάρη τού Θεού στή ζωή του μικρού αυτού παιδιού είναι απίστευτα γιά τήν ανθρώπινη λογική, αλλά πέρα γιά πέρα αληθινά! Διότι γιά τό Θεό τίποτε δέν είναι αδύνατο!...
Γεννήθηκε στή Νίκαια της Βιθυνίας γύρω στό 290 μ.Χ. Από μικρό παιδί αγαπούσε τό Θεό καί ζούσε κάτω από τήν προστασία Του. Ο Νεόφυτος ήταν από μικρός πολύ φιλάνθρωπος. Συμπονούσε τούς πτωχούς συμμαθητές του καί έβρισκε πάντοτε κάτι νά τούς προσφέρει νά φάνε, ακόμη κι αν αυτός έμενε νηστικός. Μιά μέρα έγινε τό εξής θαυμαστό: Είχαν μαζευτεί πολλά παιδιά πού είχαν ανάγκη νά φάνε κι επειδή δέν είχε νά τούς προσφέρει κάτι, παρακάλεσε μέ πίστη τό Θεό νά στείλει Εκείνος τροφή. Ο Πανάγαθος Θεός άκουσε τήν προσευχή τού μικρού παιδιού καί εκείνη την ώρα μέσα από ένα βράχο ξεπήδησε μία πηγή πού ανάβλυζε νερό και γάλα! Έτσι, όπα τά παιδιά ήπιαν τό δυναμωτικό ρόφημα και χόρτασαν! Το εντυπωσιακό αυτό θαύμα θά μπορούσε νά κάνει τό εννιάχρονο τότε παιδί νά υπερηφανευθεί. Είχε όμως απλή καί ταπεινή ψυχή. Τό θεωρούσε πολύ φυσικό νά δίνει ο Θεός Πατέρας ό,τι έχουν ανάγκη τά παιδιά Του.
Ήταν ταπεινό παιδί ο Νεόφυτος καί γι' αυτό τόν σκέπαζε η χάρη τού Θεού. Μία μέρα η μητέρα του είδε μέ τά ίδια της τά μάτια ένα περιστέρι νά στέκεται πάνω από τό προσκέφαλο τού παιδιού της. Φοβήθηκε! Άραγε ήταν τυχαίο ή σημάδι από τόν ουρανό; Κι ενώ σκεπτόταν αυτά, άκουσε τό περιστέρι νά της μιλά μέ ανθρώπινη φωνή καί νά της λέει ότι στάλθηκε από τό Άγιο Πνεύμα, γιά νά προστατεύει καί νά καθοδηγεί τό μικρό Νεόφυτο. Η μητέρα από τήν κατάπληξή της έχασε την αναπνοή της, έπεσε λιπόθυμη καί ξεψύχησε. Ειδοποίησαν τό σύζυγό της καί σύντομα μαζεύτηκε κόσμος πολύς. Όλοι θρηνούσαν κι έκλαιγαν. Ο μόνος πού δέν ανησυχούσε ήταν ο Νεόφυτος. Πίστευε μέσα του βαθιά ότι ο Θεός θά έδινε καί πάλι τή ζωή στή μητέρα του πού άδικα ταράχθηκε. Κάποια στιγμή τό μικρό παιδί ζήτησε από τόν πατέρα του νά απομακρύνει τόν κόσμο, γιά νά μείνει μόνος του μπροστά στό νεκρό σώμα. Τότε γονάτισε κι αφού προσευχήθηκε μέ όλη τή δύναμη της ψυχής του, έπιασε από τό χέρι τή μητέρα του καί τής είπε: «Μητέρα, κοιμήθηκες όσο ήθελε ο Θεός... Τώρα, στό όνομα τού Κυρίου Ιησού Χριστού, σήκω επάνω!». Καί πράγματι η μητέρα του αναστήθηκε! Όπως ήταν φυσικό τό θαύμα αυτό διαδόθηκε παντού. Η φήμη τού μικρού Νεοφύτου απλώθηκε σέ όλη τήν περιοχή καί πολλοί ήταν αυτοί πού έτρεχαν νά γνωρίσουν τό ευλογημένο αυτό παιδί. Τότε τό περιστέρι, γιά νά προφυλάξει τό Νεόφυτο από τις τιμές καί τούς επαίνους των ανθρώπων, του σύστησε νά φύγει μακριά και νά μείνει μόνος του στό βουνό.
Πράγματι τό αξιοθαύμαστο αυτό παιδί, με την καθοδήγηση του ουρανόσταλτου συνοδού του, ανέβηκε στόν Όλυμπο της Βιθυνίας γιά νά ζήσει ώς ασκητής, κι ας ήταν μόλις 9 χρονών! Ύστερα από αρκετή οδοιπορία, έφτασε σέ μιά σπηλιά, εκεί αντίκρισε ένα μεγάλο λιοντάρι. Δέ φοβήθηκε όμως καθόλου. «Αγαπητό μου λιοντάρι», του είπε μέ τήν παιδική του απλότητα, «έχω εντολή από τό Άγιο Πνεύμα νά μου παραχωρήσεις τη σπηλιά σου γιά κατοικία μου». Καί τι θαυμαστό! Τό φοβερό θηρίο αμέσως υπάκουσε καί, αφού έδειξε μέ τόν τρόπο του τή στοργή του στό νεαρό ερημίτη, αναχώρησε.
Ο Νεόφυτος έμεινε γιά δύο χρόνια στή σπηλιά αυτή καί απολάμβανε τήν απόλυτη ησυχία άλλά καί τήν προστασία του Θεού. Τρεφόταν μέ θαυματουργικό τρόπο καί κάθε μέρα δόξαζε τόν άγιο Θεό γιά τις πλούσιες ευεργεσίες Του. Ύστερα, μέ θεία καθοδήγηση κατέβηκε στό σπίτι του γιά νά αποχαιρετήσει οριστικά τους γονείς του. Τήν περιουσία πού ο ίδιος ως μοναχογιός θά κληρονομούσε, τούς ζήτησε νά τή μοιράσουν στους πτωχούς. Καί πράγματι, οι θεοφοβούμενοι γονείς δέχτηκαν τήν πρόταση του γιου τους θαυμάζοντας τον γιά την πνευματική ωριμότητα που έδειχνε σέ αυτή τή μικρή ηλικία.
Ο Νεόφυτος γύρισε στή σπηλιά του, όπου έζησε ασκητικά γιά άλλα τέσσερα χρόνια. Στά δεκαπέντε του χρόνια ο Κύριος τόν κάλεσε νά βαδίσει τό δρόμο του μαρτυρίου. Πράγματι, τό νεαρό παλικάρι πήγε στό αμφιθέατρο, όπου ήταν συγκεντρωμένος όλος ο κόσμος, στάθηκε στή μέση της αρένας καί κήρυξε τό Χριστό ως τόν μόνο αληθινό Θεό. Αμέσως τόν συνέλαβαν καί άρχισαν τα απάνθρωπα βασανιστήρια. Ωστόσο ο παντοδύναμος Θεός δέν άφησε απροστάτευτο τό εκλεκτό παιδί Του. Τόν έριξαν σέ πυρακτωμένο καμίνι καί όπως άλλοτε οι Τρεις Παίδες έμεινε άθικτος! Τόν παρέδωσαν στά θηρία καί κανένα δέν τόν πείραξε! Τό πιό εντυπωσιακό είναι ότι μπροστά στά μάτια όλων τών θεατών ένα λιοντάρι πού είχαν εξαπολύσει εναντίον του πλησίασε τό νεαρό μάρτυρα καί άρχισε νά παίζει μαζί του σαν μικρό σκυλάκι. Ήταν τό λιοντάρι εκείνο πού τού είχε παραχωρήσει τή σπηλιά! Τελικά ο φοβερός ειδωλολάτρης τύραννος, μόλις είδε ότι τίποτε δέν μπορούσε νά καταβάλει τό νεαρό Χριστιανόπουλο, κυριευμένος από μανία πήρε ο ίδιος μία λόγχη από τούς στρατιώτες του καί τόν κτύπησε στήν καρδιά. Έτσι ο άγιος Νεόφυτος έλαβε τό στεφάνι του μαρτυρίου. Η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 21 Ιανουαρίου.
Ας μή μας ξαφνιάζει τό πώς ένα μικρό παιδί έζησε τόσο μεγάλα θαύματα. Ο Πανάγαθος Θεός αγαπά ιδιαιτέρως τά παιδιά καί τά προστατεύει. Γι' αυτό καί ο Κύριος Ιησούς ειδικά τά παιδιά -καί μόνο αυτά- τά αγκάλιασε! Καί καλώντας όλους νά μιμηθούν τά παιδιά στήν απλότητα καί τήν καθαρότητα της ψυχής, είπε τόν πολύ σημαντικό λόγο: «των γάρ τοιούτων εστίν η βασιλεία του Θεού» (Μάρκ. ι' 14). Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ' αυτούς πού θά μοιάσουν στά παιδιά!
Νικηφόρος
Βοηθήματα:
1. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, Νέος Συναξαριοτής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμ. 5ος: Ιανουάριος, έκδ. Ίνδικτος, Αθήναι 2005, σελ. 261-262.
2. Π. Σωτήρχου, Παιδομάρτυρες, έκδ. Ορθοδόξου Τύπου, Αθήναι 1982, σελl. 27-35.
Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου