ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

Κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας , όταν η Παραμονή των Χριστουγέννων ή των Θεοφανείων ( όπως φέτος ) είναι το Σάββατο ή την Κυριακή , η ακολουθία των Μεγάλων και Βασιλικών Ωρών τελείται την Παρασκευή το πρωί. Στον ενοριακό μας ναό όμως θα τελεσθούν απόψε στις 5 το απόγευμα πριν τον εσπερινό....

                                      Πα­ρα­μο­νή Θε­ο­φα­νεί­ων     (5 Ἰ­α­νου­α­ρί­ου) 


Αὐ­τή τήν ἡ­μέ­ρα τη­ροῦ­με αὐ­στη­ρή νη­στεί­α (χω­ρίς λά­δι) ὡς προ­ε­τοι­μα­σί­α γιά τήν με­γά­λη ἑ­ορ­τή τῶν Θε­ο­φα­νεί­ων. Τήν πα­ρα­μο­νή τῆς ἑ­ορ­τῆς τῶν Θε­ο­φα­νεί­ων ψάλ­λον­ται οἱ Με­γά­λες Ὧ­ρες τῆς ἑ­ορ­τῆς, ἀν­τί­στοι­χες μέ τῶν Χρι­στου­γέν­νων.
Σύμ­φω­να μέ τό Τυ­πι­κό, ἄν τά Θε­ο­φά­νεια τύ­χουν Κυ­ρια­κή ἤ Δευ­τέ­ρα, οἱ Ὧ­ρες ψάλ­λον­ται τήν Πα­ρα­σκευ­ή τό πρω­ί χω­ρίς Θεί­α Λει­τουρ­γί­α. Ἄν τύ­χουν ἀ­πό Τρί­τη ἕ­ως Σάβ­βα­το, οἱ Ὧ­ρες ψάλ­λον­ται τήν πα­ρα­μο­νή, μα­ζί μέ τόν Ἑ­σπε­ρι­νό τῆς Ἑ­ορ­τῆς καί τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α τοῦ Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου.
Οἱ Με­γά­λες Ὧ­ρες τῶν Θε­ο­φα­νεί­ων πε­ρι­λαμ­βά­νουν ἀ­να­γνώ­σμα­τα καί τρο­πά­ρια σχε­τι­κά μέ τήν ἑ­ορ­τή. Κοι­νά τρο­πά­ρια ὅ­λων τῶν Ὡ­ρῶν εἶ­ναι τό Κον­τά­κιο καί τό «Ἀ­πε­στρέ­φε­το πο­τέ» (κα­τά τό «Ἀ­πε­γρά­φε­το πο­τέ» τῶν Χρι­στου­γέν­νων):
«Ἀ­πε­στρέ­φε­το πο­τέ, ὁ Ἰ­ορ­δά­νης πο­τα­μός, τῇ μη­λω­τῇ Ἐ­λι­σαι­έ, ἀ­να­λη­φθέν­τος Ἠ­λιού, καί δι­ῃ­ρεῖ­το τά ὕ­δα­τα ἔν­θεν καί ἔν­θεν. Καί γέ­γο­νεν αὐ­τῷ ξη­ρά ὁ­δός ἡ ὑ­γρά, εἰς τύ­πον ἀ­λη­θῶς τοῦ Βα­πτί­σμα­τος, δι’ οὗ ἡ­μεῖς τήν ρέ­ου­σαν, τοῦ βί­ου δι­α­πε­ρῶ­μεν δι­ά­βα­σιν. Χρι­στός ἐ­φά­νη, ἐν Ἰ­ορ­δά­νῃ, ἁ­γιά­σαι τά ὕ­δα­τα».
«Ἐν τοῖς ρεί­θροις σή­με­ρον τοῦ Ἰ­ορ­δά­νου, γε­γο­νώς ὁ Κύ­ριος, τῷ Ἰ­ω­άν­νῃ ἐκ­βο­ᾶ: Μή δει­λιά­σῃς βα­πτί­σαι με, σῶ­σαι γάρ ἥ­κω, Ἀ­δάμ τόν πρω­τό­πλα­στον».
Τά πε­ρισ­σό­τε­ρα τρο­πά­ρια ἀ­να­φέ­ρον­ται στό Βά­πτι­σμα τοῦ Κυ­ρί­ου ὡς ἀρ­χή καί βά­ση τοῦ δι­κοῦ μας βα­πτί­σμα­τος. Ὁ Κύ­ριος μέ τήν Βά­πτι­σή Του ἔρ­χε­ται νά σώ­σει τό ἀν­θρώ­πι­νο γέ­νος («Ἀ­δάμ τόν πρω­τό­πλα­στον»­), νά φω­τί­σει τή ζω­ή μας.
«Ὅ­τε πρός Αὐ­τόν ἐρ­χό­με­νος ὁ Πρό­δρο­μος, τόν Κύ­ριον τῆς δό­ξης, ἐ­βό­α θε­ω­ρῶν: Ἴ­δε, ὁ λυ­τρού­με­νος τόν κό­σμον πα­ρα­γέ­γο­νεν ἐκ φθο­ρᾶς. Ἴ­δε, ρύ­ε­ται ἡ­μᾶς ἐκ θλί­ψε­ως. Ἰ­δού, ὁ ἁ­μαρ­τη­μά­των ἄ­φε­σιν χα­ρι­ζό­με­νος, ἐ­πί γῆς ἐκ Παρ­θέ­νου Ἁ­γνῆς ἐ­λή­λυ­θε δι’ ἔ­λε­ον, καί ἀν­τί δού­λων, υἱ­ούς Θε­οῦ ἐρ­γά­ζε­ται, ἀν­τί δέ σκό­τους φω­τί­ζει τό ἀν­θρώ­πι­νον, διά τοῦ ὕ­δα­τος τοῦ Θεί­ου Βα­πτι­σμοῦ αὐ­τοῦ. Λοι­πόν δεῦ­τε συμ­φώ­νως αὐ­τόν δο­ξο­λο­γή­σω­μεν, σύν Πα­τρί καί Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι».
Μέ­γας Ἁ­για­σμός
Με­τά τίς Ὧ­ρες καί τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α τοῦ Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου (ὅ­ταν τε­λεῖ­ται) ἤ με­τά τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α τῆς πα­ρα­μο­νῆς τῶν Θε­ο­φα­νεί­ων, πρίν τήν ἀ­πό­λυ­ση, γί­νε­ται ἡ Ἀ­κο­λου­θί­α τοῦ Με­γά­λου Ἁ­για­σμοῦ.
Εἶ­ναι ἡ ἴ­δια Ἀ­κο­λου­θί­α πού τε­λεῖ­ται καί τήν ἡ­μέ­ρα τῶν Θε­ο­φα­νεί­ων, ἀλ­λά γιά πρα­κτι­κούς λό­γους τε­λεῖ­ται καί τήν πα­ρα­μο­νή γιά νά ἀρ­χί­σουν οἱ ἱ­ε­ρεῖς νά ἁ­γιά­ζουν τά σπί­τια. Δέν εἶ­ναι λοι­πόν Μι­κρός Ἁ­για­σμός, ἀλ­λά ὁ Μέ­γας Ἁ­για­σμός τῶν Θε­ο­φα­νεί­ων.
Ἡ μό­νη ἐμ­φα­νής δι­α­φο­ρά εἶ­ναι ὅ­τι τό πρῶ­το ἀ­π’ τά τρί­α μέ­ρη τῆς εὐ­χῆς τοῦ Με­γά­λου Ἁ­για­σμοῦ δι­α­βά­ζε­ται μυ­στι­κῶς τήν πα­ρα­μο­νή ἤ ἐκ­φώ­νως τήν ἡ­μέ­ρα τῆς ἑ­ορ­τῆς.
Ὁ Μέ­γας Ἁ­για­σμός γί­νε­ται μό­νο αὐ­τές τίς ἡ­μέ­ρες καί θε­ω­ρεῖ­ται ἀ­νώ­τε­ρος ἀ­π’ τόν μη­νια­ῖο Μι­κρό Ἁ­για­σμό, δέν πρέ­πει ὅ­μως νά ὑ­περ­βάλ­λου­με δί­νον­τάς του τήν ἴ­δια ἀ­ξί­α μέ τήν Θεί­α Κοι­νω­νί­α. Τόν Με­γά­λο Ἁ­για­σμό τόν πί­νου­με πρίν τό ἀν­τί­δω­ρο (γι’ αὐ­τό τε­λεῖ­ται πρίν τήν ἀ­πό­λυ­ση).
Μπο­ροῦ­με νά τόν κρα­τοῦ­με ὅ­πως ἀ­να­φέ­ρει καί ἡ εὐ­χή: «ἔ­χοι­εν αὐ­τό πρός κα­θα­ρι­σμόν ψυ­χῶν καί σω­μά­των, πρός ἱ­α­τρεί­αν πα­θῶν, πρός ἁ­για­σμόν οἴ­κων, πρός πᾶ­σαν ὠ­φέ­λειαν ἐ­πι­τή­δει­ον». Τό ρῆ­μα «ἔ­χω» χρη­σι­μο­ποι­εῖ­ται σέ εὐ­κτι­κή δη­λώ­νον­τας ὅ­τι μπο­ροῦν «νά τό ἔ­χουν» ἤ κα­λύ­τε­ρα «εἴ­θε νά τό ἔ­χουν πρός.­.­.­».
Ἑ­πο­μέ­νως μπο­ρεῖ νά φυ­λάσ­σε­ται, ὅ­μως μέ ἰ­δι­αί­τε­ρη εὐ­λά­βεια, σέ εἰ­δι­κό χῶ­ρο καί μέ ἐμ­φα­νή ἔν­δει­ξη ὅ­τι πρό­κει­ται πε­ρί Με­γά­λου Ἁ­για­σμοῦ.
Ἡ ἄ­πο­ψη ὅ­τι δέν φυ­λάσ­σε­ται ὑ­πάρ­χει γιά λό­γους ἀ­σφα­λεί­ας καί προ­έρ­χε­ται ἀ­π’ τήν ἀ­προ­σε­ξί­α πολ­λῶν Χρι­στια­νῶν πού μπο­ρεῖ νά τό με­τα­χει­ρι­στοῦν μέ ἀ­σέ­βεια ἤ ἀ­κό­μη καί γιά ἀν­τί­χρι­στες χρή­σεις (μά­για κ.λπ.­).
Τό κα­λύ­τε­ρο εἶ­ναι νά ρω­τᾶ­με τόν πνευ­μα­τι­κό μας γιά τό θέ­μα, κι ἄν δέν ἔ­χου­με πνευ­μα­τι­κό, εἶ­ναι μί­α κα­λή εὐ­και­ρί­α νά ἀ­πο­κτή­σου­με!
Με­τά τόν Με­γά­λο Ἁ­για­σμό εἰ­σερ­χό­με­νοι στό να­ό ψάλ­λου­με:
«Ἀ­νυ­μνή­σω­μεν οἱ πι­στοί, τῆς πε­ρί ἡ­μᾶς τοῦ Θε­οῦ οἰ­κο­νο­μί­ας τό μέ­γε­θος. Ἐν γάρ τῷ ἡ­μῶν πα­ρα­πτώ­μα­τι, γε­νό­με­νος ἄν­θρω­πος, τήν ἡ­μῶν κά­θαρ­σιν κα­θαί­ρε­ται ἐν τῷ Ἰ­ορ­δά­νῃ, ὁ μό­νος κα­θα­ρός καί ἀ­κή­ρα­τος, ἁ­γιά­ζων ἐ­μέ καί τά ὕ­δα­τα καί τάς κε­φα­λάς τῶν δρα­κόν­των, συν­τρί­βων ἐ­πί τοῦ ὕ­δα­τος. Ἀν­τλή­σω­μεν οὖν ὕ­δωρ, με­τ’ εὐ­φρο­σύ­νης ἀ­δελ­φοί. Ἡ γάρ χά­ρις τοῦ Πνεύ­μα­τος, τοῖς πι­στῶς ἀν­τλοῦ­σιν, ἀ­ο­ρά­τως ἐ­πι­δί­δο­ται, πα­ρά Χρι­στοῦ τοῦ Θε­οῦ, καί Σω­τῆ­ρος τῶν ψυ­χῶν ἡ­μῶν».

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου