ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

11 Οκτωβρίου , Κυριακή Δ' Λουκά (Κυριακή του Σπορέως ) , μνήμη των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου και μνήμη του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου , ενός των Επτά Διακόνων και του εν Αγίοις πατρος ημών Φιλοθέου , πατρ.Κωνσταντινουπόλεως , του Κοκκίνου , του Θεσσαλονικέως

Η παραβολή του Σπορέως..( Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Κυριακής Δ΄Λουκά) 

 

Zoom in (real dimensions: 612 x 700)

Ευαγγέλιο Κυριακής: Λουκ. η΄ 4-15

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· 5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9  Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; 10 ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

 

 Απόδοση στη νεοελληνική

 
Εἶπεν ὁ Κύριος την ἑξῆς παραβολήν· ἐβγῆκε ὁ γεωργὸς διὰ νὰ σπείρῃ τὸν σπόρον του. Καὶ ἐνῷ ἔσπερνε, μερικοὶ σπόροι ἔπεσαν κοντὰ εἰς τὸν δρόμον καὶ καταπατήθηκαν
καὶ τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ τοὺς ἔφαγαν· ἄλλοι ἔπεσαν εἰς πετρῶδες ἔδαφος καὶ ὅταν ἐφύτρωσαν, ἐξεράθηκαν, διότι δὲν εἶχαν ὑγρασίαν· ἄλλοι ἔπεσαν ἀνάμεσα στὰ ἀγκάθια
καὶ ὅταν φύτρωσαν τὰ ἀγκάθια, τοὺς ἔπνιξαν τελείως· καὶ ἄλλοι ἔπεσαν εἰς καλὸν ἔδαφος καὶ ἐφύτρωσαν καὶ ἀπέδωκαν ἑκατὸ φορὲς περισσότερον καρπόν. Ἐνῷ ἔλεγε αὐτά,
ἐφώναξε· ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ διὰ νὰ ἀκούῃ, ἂς ἀκούῃ. Οἱ μαθηταί του τὸν ἐρωτοῦσαν τί σημαίνει ἡ παραβολὴ αὐτή. Καὶ ἐκεῖνος εἶπε· σ’ ἐσᾶς ἔχει δοθῆ τὸ νὰ γνωρίσετε τὰ
μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ εἰς τοὺς λοιποὺς δίδονται μὲ παραβολές, διὰ νὰ κοιτάζουν ἀλλὰ νὰ μὴ βλέπουν καὶ νὰ ἀκούουν ἀλλὰ νὰ μὴ καταλαβαίνουν. Ἡ παραβολὴ
αὐτὴ σημαίνει τὰ ἑξῆς· ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· ἐκεῖνοι ποὺ ἔπεσαν κοντὰ εἰς τὸν δρόμον εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἄκουσαν, ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ ἀφαιρεῖ τὸν
λόγον ἀπὸ τὴν καρδιά τους, διὰ νὰ μὴ πιστέψουν καὶ σωθοῦν. Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔπεσαν εἰς τὸ πετρῶδες ἔδαφος, εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ὅταν ἀκούσουν, δέχονται μὲ χαρὰν τὸν
λόγον ἀλλὰ δὲν ἔχουν ρίζαν· προσωρινῶς πιστεύουν καὶ τὸν καιρὸν τῆς δοκιμασίας ἀπομακρύνονται. Ἐκεῖνο ποὺ ἔπεσε στὰ ἀγκάθια, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἄκουσαν ἀλλ’ εἰς τὸν
δρόμον τους συμπνίγονται ἀπὸ τὰς φροντίδας καὶ τὸν πλοῦτον καὶ τὰς ἡδονὰς τοῦ βίου καὶ ὁ καρπός τους δὲν ὡριμάζει. Ἐκεῖνο δὲ ποὺ ἔπεσεν εἰς τὸ καλὸν ἔδαφος εῑναι
ἐκεῖνοι ποὺ μὲ καρδιὰ καλὴ καὶ ἀγαθὴ ἀκούουν τὸν λόγον, τὸν διατηροῦν καὶ καρποφοροῦν μὲ ὑπομονήν.



Zoom in (real dimensions: 612 x 700)

 

 

 


Από τον Αρχ. Ιωήλ Κωντάνταρο
Ως μία από τις ωραιότερες Ευαγγελικές περικοπές έχει χαρακτηριστεί από τα πρώτα χρόνια της Εκκλησίας μας η παραβολή του Σπορέως.
Με τρόπο μοναδικό ο Κύριός μας, κάνει λόγο για τη σπορά του λόγου του Θεού από τους εργάτες της Εκκλησίας του.
Ο σπόρος πέφτει σε τέσσερα διαφορετικά τμήματα, αλλά κατά τρόπον άξιον προσοχής, μόνο σε ένα, στο τελευταίο, στο τέταρτο κομμάτι γης καρποφορεί. Στο πρώτο, δεύτερο και τρίτο, παρά τον κόπο του Σποριά δεν υπάρχουν τα αποτελέσματα.
Όπως εξηγεί ο ίδιος ο Ιησούς, στην συνέχεια, ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Τα τέσσερα διαφορετικά μέρη του εδάφους, συμβολίζουν τις καρδιές και την διάθεση των ακροατών του θείου λόγου. Το ένα μέρος του κηρύγματος, χάνεται εξ’ αρχής από τις ραδιουργίες του διαβόλου. Το δεύτερο τμήμα, εξατμίζεται με τις πρώτες δυσκολίες και τους πειρασμούς που θα εμφανιστούν. Στο τρίτο μέρος ο λόγος του Θεού, παρά την βλάστηση, τελικώς καταπνίγεται μέσα στις κοσμικές μέριμνες, τα πλούτη και τις δήθεν απολαύσεις της ζωής, και τελικώς το ένα τέταρτο του σπόρου που έπεσε στην γη καρποφορεί.
Το μέρος αυτό της σποράς πέφτει στην γη την αγαθή, δηλ. στις αγαθές και δεκτικές καρδιές, οι οποίες κρατούν και καλλιεργούν τον σπόρο με υπομονή και αποδίδουν καρπό πολύ, γλυκύ κι ευλογημένο.
Σε πολλά σημεία της παραβολής θα μπορούσε κανείς να εμβαθύνει και να εξάγει συμπεράσματα για το θέμα του λόγου του Θεού.
Θα επισημάνουμε ένα πολύ βασικό και πάντοτε επίκαιρο.
Το να καρποφορήσει ο σπόρος, τούτο εξαρτάται από δύο παράγοντες:
α) Από την ποιότητα του ίδιου του σπόρου και,
β) από την σύσταση και καλλιέργεια του εδάφους.
Και για μεν το πρώτο, δεν τίθεται καν θέμα, αφού ο σπόρος είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να υπάρξει. Είναι όχι η ανακάλυψις, αλλά η αποκάλυψις του ίδιου του Θεού στους ανθρώπους. Όσο κι αν προσπαθούσε ο άνθρωπος, ποτέ μα ποτέ δεν θα μπορούσε να παρασκευάσει έναν τέτοιο σπόρο. Ποτέ μα ποτέ, δεν θα μπορούσε η γη από μόνη της να καρποφορήσει τέτοιας θεϊκής ποιότητας στάχυ και τόσο δυνατό σπόρο. Όχι, η γη από μόνη της, βλαστάνει αγκάθια και τριβόλια… Ποτέ μα ποτέ δεν θα μπορούσε να ανακαλύψει ο άνθρωπος από μόνος του τον Θεό. Ο θεϊκός σπόρος-λόγος του Θεού, δεν ανακαλύπτεται, πολύ δε περισσότερο δεν παρασκευάζεται στα εργαστήρια της ανθρώπινης λογικής και του υποκειμενισμού. Ο σπόρος του λόγου του Θεού, σπείρεται δαψιλώς σε όλες τις καρδιές, δεκτικές και μη, γόνιμες και άγονες, σκληρές και αγαθές.
Έτσι και από την άποψη αυτή, κανένας απολύτως δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Μεγάλο Σποριά, τον Ουράνιο Πατέρα, ότι κάνει διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων.
Αν όμως για την ποιότητα του σπόρου δεν υφίσταται αμφιβολία, το μεγάλο πρόβλημα προκύπτει στην ποιότητα της γης.
Οι φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί κ.α., προσπαθούν, ανεπιτυχώς εν πολλοίς, να κατατάξουν την κοινωνία σε διάφορες ομάδες και καταστάσεις.
Το Ευαγγέλιο όμως μέσω αυτής της Ευαγγελικής περικοπής, με τρόπο απλό και μοναδικό παρουσιάζει τον διαχωρισμό. Διαχωρισμό όχι φυσικά κοινωνικό, αλλά ελεύθερης και συνειδητής επιλογής του ίδιου του ανθρώπου.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, παρέχει την δυνατότητα στον καλοπροαίρετο πάντοτε άνθρωπο, να αντικατοπτρίσει την διάθεσή του, στην Ευαγγελική Αλήθεια και να αντιληφθεί σε ποια κατάσταση αντικειμενικά βρίσκεται, και σε ποια πρέπει να καλλιεργηθεί.
Δεν αρκεί απλά, να πέφτει ο σπόρος. Αυτό γίνεται στις τρεις πρώτες περιπτώσεις του χωραφιού.
Για να καρποφορήσει μέσα στο χωράφι της καρδιάς μας η αλήθεια, χρειάζεται να κάνουμε αυτό που εξαρτάται από εμάς και μόνο.
Τι; Μα, να αγωνιζόμαστε με οποιοδήποτε κόστος να διατηρούμε προαίρεση ελεύθερη, και διάθεση αγαθή. Τότε μόνο ο σπόρος θα πέφτει, θα βλαστάνει και θα καρποφορεί, αναλόγως την ιδιοσυγκρασία και την χάρη, τριάκοντα, εξήκοντα, εκατό.
Ως εκ περισσού δε, να επισημάνουμε ότι σε καμμία περίπτωση δεν παίζει ρόλο, επί της ουσίας, η προσωπικότητα του σπορέως. Έστω και λεπρός να είναι ο γεωργός ( ο κήρυκας του Ευαγγελίου), τούτο δεν έχει να κάνει ούτε με την ποιότητα του σπόρου, ούτε με την καλλιέργεια και λιπαρότητα της γης.
Επομένως, ευχή και προσευχή μας: Κύριε, δως μας δύναμη και χάρη, ώστε να καλλιεργήσουμε καρδιά που θα είναι δεκτική του λόγου σου και των δωρεών σου.
Αμήν.





Μνήμη των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου


Μνήμη των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου
Πρωτ. Γεώργιος Μ. Μεταλληνός
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
1. Την μνήμη των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (787) εορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας. Μία αίρεση προκάλεσε και την σύνοδο αυτή, η αίρεση της Εικονομαχίας. Πέρα από το αναμφισβήτητο χριστολογικό περιεχόμενό της είχε η Εικονομαχία και σαφή εκκλησιολογικό χαρακτήρα. Ήταν μια απροκάλυπτη επίθεση της Πολιτείας, που δεν ενεργούσε πια ως «διάκονος Θεού εις το αγαθόν» (Ρωμ. ιγ’ 3), εναντίον της Εκκλησίας. Οι δύο διακονίες του Γένους, η «Ιερωσύνη» και η «Βασιλεία», η ιερατική και η πολιτειακή διακονία, βρίσκονται αντιμέτωπες. Εγείρεται η επιδίωξη της Πολιτείας να υποτάξει την Εκκλησία, σε μια πρωτοφανή έκρηξη πολιτειοκρατίας. Η αίρεση ήταν το πνευματικό υπόβαθρο του προβλήματος.
Αίρεση, λοιπόν, κυρίως η Εικονομαχία, όπως τόσες άλλες, που συγκλόνισαν την Εκκλησία μας στη διαιώνια πορεία της. Πώς όμως συνέβη τούτο; Πώς δηλαδή απείλησε η αίρεση την Εκκλησία και πώς εξουδετερώθηκε ο κίνδυνος αυτός; Αυτό θα επιχειρήσουμε να αναπτύξουμε στη συνέχεια.

2. Ό,τι είναι αναγκαίο για την σωτηρία μας μας το εφανέρωσε ο Θεός «πολυμερώς και πολυτρόπως», καθ’ όλη την εξέλιξη του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, από τους χρόνους της Π. Διαθήκης, κυρίως όμως στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ο Θεάνθρωπος Κύριός μας έγινε «υπογραμμός, ίνα τοις ίχνεσιν αυτού επακολουθήσωμεν» (Α’ Πέτρ. β’ 21). Γιατί μας απεκάλυψε εκείνο που αυτός ήταν (την οδό, την αλήθεια και τη ζωή) και έζησε εκείνο, που εδίδαξε. Δεν μας εξήγησε δηλαδή μόνο τί είναι αλήθεια, αλλά μας εφανέρωσε την ίδια την Αλήθεια, το Πρόσωπό του δηλαδή που είναι η μόνη και γι’ αυτό αιώνια αλήθεια. Απάλλαξε τον άνθρωπο από την αγωνιώδη προσπάθεια να βρει την αλήθεια. Γιατί βλέποντας τον Χριστό και το έργο του, έχει ενώπιόν του την Αλήθεια και δεν του μένει παρά ν’ ακολουθήσει τον Χριστό, για να είναι και αυτός «εν τη αληθεία» (Β’ Ιωάν. 3). Όποιος ζει μέσα στην Εκκλησία του Χριστού δεν φοβάται να πλανηθεί, γιατί η Εκκλησία ως το σώμα του Χριστού είναι «στύλος και εδραίωμα της Αληθείας» (Α’ Τιμ. γ’ 15).
Αλλ’ ο Χριστός δεν είναι μόνο η κηρύττουσα και αποκαλύπτουσα, αλλά και η κηρυττομένη Αλήθεια. Στο πρόσωπό του συγκεκριμενοποιείται το κήρυγμα της Αληθείας. Για αυτό και οι Απόστολοί του τον Χριστό εκήρυξαν (πρβλ. Α’ Κορ. α’ 23 κ.ά.). Δεν ανέπτυξαν κήρυγμα φιλοσοφικό, αόριστο, νεφελώδες. Τί έλεγε ο Παύλος στους Κορινθίους; «Ου γαρ έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν και τούτον εσταυρωμένον» (Α’ Κορ. β’ 2). Τον Χριστό παρέλαβε η Εκκλησία, από τον Χριστό ιδρύθηκε και αυτόν εκήρυξε. Γιατί το έργο του Χριστού συνέχισαν στον κόσμο και οι απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί. Για να είναι όμως το έργο τους έργο Χριστού, έπρεπε και αυτοί να κηρύττουν ό,τι και ο Χριστός εκήρυξε, και να ζουν όπως ο Χριστός έζησε. Αν έλειπε αυτή η συνέχεια και συνέπεια, δεν θα ήταν οι χριστιανοί μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας, αλλά ξένο σώμα.

3. Το έργο του Χριστού επολέμησε απ’ αρχής ο Σατανάς. Γιατί είδε να καταλύεται, να συντρίβεται η βασιλεία του. Ο Χριστός ήλθε να «λύση τα έργα του διαβόλου». Να συντρίψει το κράτος και την δυναστεία του και να χαρίσει την ελευθερία της ιδικής του βασιλείας. Γι’ αυτό ο Σατανάς, που θεωρεί τον εαυτό του άρχοντα και εξουσιαστή του κόσμου (πρβλ. Ματθ. δ’ 9), εκήρυξε ανοικτό πόλεμο ενάντια στη βασιλεία του Χριστού. Ως όργανά του -στρατιώτες του- χρησιμοποίησε τους άρχοντες του Ισραήλ και τους Ρωμαίους, την πολιτική εξουσία του κόσμου. Στόχος του ήταν στην αρχή το ίδιο το Πρόσωπο του Χριστού μας. Όταν όμως είδε να εξουδετερώνεται η επίθεσή του με την αναστάσιμη νίκη του Κυρίου και να γλυστρά το θύμα μέσα από τα χέρια του, εστράφηκε εναντίον του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Αν δεν συνέτριψε τον ίδιο τον Χριστό, να συντρίψει τη συνέχεια του Χριστού, την Εκκλησία. Όπλα του και πάλι οι διωγμοί. Σηκώνει διωγμούς εκ μέρους των Εβραίων και κατόπιν εκ μέρους των Ρωμαίων. Η Εκκλησία, ως συνέχεια του έργου του Χριστού, έρχεται σ’ αντίθεση και προς την ιουδαϊκή θρησκοληψία και τον εβραϊκό εθνικισμό, και προς την ειδωλολατρία και την ψευδοφιλοσοφία (π.χ. τον γνωστικισμό). Γιατί αυτή εκήρυττε την σώζουσα αλήθεια, την αληθινή μονοθεΐα και την αληθινή σοφία.
Παρ’ όλο τον πόλεμο εναντίον της κατόρθωσε η Εκκλησία με την αποστολική σύνοδο (49 μ.Χ.) να μην υποδουλωθεί στον ιουδαϊκό εθνικισμό, γιατί αποστολή της δεν είναι να εξυπηρετήσει σχέδια εθνικιστικά, δηλαδή εθνοφυλετικά. Με την ενότητα της πίστεώς της μπόρεσε πάλι να κρατήσει την ψευδοφιλοσοφία έξω από τους κόλπους της. Έτσι, παρ’ όλους τους διωγμούς η Εκκλησία αντί να μειώνεται, αυξάνει και συνεχίζει την ενότητα πίστεως και ζωής των Αγίων Αποστόλων. Αναγκάζει μάλιστα η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, τους Ιουδαίους να σταματήσουν τον ανοικτό πόλεμο εναντίον της, τους ειδωλολάτρες να την παραδεχθούν και να ζητήσουν την συμμαχία της, τους φιλοσόφους να γίνουν χριστιανοί και το κράτος να την αναγνωρίσει. Τα αίματα των μαρτύρων της έγραψαν τον θρίαμβό της.

4. Ο Σατανάς όμως ανασυντάσσεται. Ό,τι δεν πέτυχε με τους διωγμούς, από έξω, θα επιδιώξει να το επιτύχει τώρα από μέσα, με το νέο φοβερό του όπλο, την αίρεση. Πρώτα επίστευε πως θα νικήσει, αν εξοντώσει τον Χριστό και τους μαθητές του. Τώρα, μετά την αποτυχία του, επιτίθεται εναντίον της αληθείας του Χριστού. Και να πώς. Ο Χριστός μας έδωσε μια πίστη, μια διδασκαλία και ένα νέο τρόπο ζωής, που σώζουν. Ο Σατανάς προσπαθεί να καταστρέψει την ενότητα αυτή, να διαστρεβλώσει την θεία Αποκάλυψη. Αυτό το σκοπό έχει η αίρεση. Δεν είναι μια άλλη θρησκεία, που γίνεται εύκολα αντιληπτή. Είναι καταστροφή της πίστεως, ύπουλη και παραπλανητική. Γιατί εμφανίζεται ως η αλήθεια και ως διόρθωση της πλάνης. Η αίρεση άρα δεν προσβάλλει τα σώματα, αλλά την ψυχή και γι’ αυτό απειλεί την καρδιά της Εκκλησίας. Αν επικρατούσε, θα επέφερε αλλοίωση της ουσίας του Χριστιανισμού, γιατί μια ποικιλία στην πίστη, όπως δυστυχώς την επιδιώκει και σήμερα ο αθεμελίωτος Οικουμενισμός, θα σήμαινε καταστροφή της πίστεως, η οποία τότε μόνο είναι εκκλησιαστική Πίστις, όταν συνοδεύεται από την ενότητα.
Το σπουδαιότερο όμως. Μια Εκκλησία, στην οποία επιβάλλεται η αίρεση και η πλάνη, είναι ξένη προς εκείνη, που ο Χριστός μας «απέκτησε με το αίμα του» (Πράξ. κ’ 28). Δεν είναι άλλο παρά «κόσμος», μακρά από τον Χριστό και την χάρη του.
Από το θανάσιμο αυτό κίνδυνο της αιρέσεως έσωσαν την Εκκλησία, με την χάρη και το φωτισμό του Χριστού μας οι Άγιοι Πατέρες. Ως γνήσια της Εκκλησίας τέκνα έγιναν πνευματικοί πατέρες και καθοδηγηταί των τέκνων της. Συνελθόντες σε συνόδους, εχώρισαν με τη μάχαιρα του Πνεύματος το νόθο από το γνήσιο, την αλήθεια από την πλάνη, τον θάνατο από τη σωτηρία. Με τους συνοδικούς όρους και τους ιερούς κανόνες των μας παρέδωσαν το συγκεκριμένο της αλήθειας του Χριστού, την Ορθοδοξία. Έτσι έθεσαν τα πνευματικά οροθέσια, που χωρίζουν καθαρά και αποτελεσματικά την θεία αποκάλυψη από την αίρεση. Επειδή δε σε κάθε εποχή δεν παύει ο Θεός να αναδεικνύει Αγίους Πατέρες, γι’ αυτό, ως μέλη της Εκκλησίας, μένουμε πάντα με την βεβαιότητα, ότι ακολουθώντας το δρόμο των Αγίων Πατέρων μας, μένουμε μέσα στην αλήθεια του Χριστού μας και γινόμασθε μέτοχοι της σωτηρίας Του.

Αδελφοί μου!

Τρεις φορές μέσα στο εκκλησιαστικό έτος τιμά η Εκκλησία μας Αγίους Πατέρες (της Α’, της Δ’ και της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου). Τρεις φορές μέσα σ’ ένα χρόνο ζούμε «Κυριακή των Αγίων Πατέρων». Δεν είναι συμπτωματικό φυσικά, γιατί τίποτε δεν είναι τυχαίο και συμπτωματικό στη ζωή της Εκκλησίας. Με τον τριπλό εορτασμό τονίζει η Εκκλησία την μεγάλη προσφορά των Αγίων Πατέρων στην εδραίωση της πίστεώς μας πάνω στο ανυπέρβλητο μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Προβάλλοντας δε την πρώτη, την τέταρτη και την έβδομη Οικουμ. Σύνοδο, την αρχή, το μέσο και το τέλος των μέχρι τώρα (αναγνωρισμένων) Οικουμενικών Συνόδων, αγκαλιάζει όλους τους Αγίους εκείνους, που προσέφεραν τη ζωή και την ύπαρξή τους, για να μπορούμε εμείς, να ζούμε μέσα στην ελευθερία των τέκνων του Θεού. Αν τιμάμε, λοιπόν -και δίκαια- όσους μας χαρίζουν την εθνική μας ελευθερία, πόσο ευγνώμονες πρέπει να είμασθε σ’ αυτούς που μας έσωσαν από τη χειρότερη δουλεία που υπάρχει, την αίρεση. Δεν υπάρχει όμως μεγαλύτερη ένδειξη ευγνωμοσύνης από το να μιμηθούμε τον αγώνα τους και να γίνουμε και μείς με τη χάρη του Χριστού, πατέρες της Εκκλησίας, όπως εκείνοι. Αυτό όμως προϋποθέτει, ότι είμασθε πρώτα πιστά τέκνα της.

“ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ”
(Απάνθισμα κηρυγμάτων από την
«ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ» των ετών 1980 και 1983)
ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Μ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» 
 
 

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΙΣ ΕΚ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΔΙΑΚΟΝΩΝ




 
«Ο άγιος Φίλιππος, άλλος από τον Φίλιππο τον μαθητή του Κυρίου, καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης, ήταν έγγαμος και από τον γάμο του απέκτησε τέσσερις θυγατέρες, προφήτιδες και οι τέσσερις της Εκκλησίας. Ο ευαγγελιστής Λουκάς στο δεύτερο βιβλίο του των Πράξεων των Αποστόλων τον μνημονεύει σε διάφορα περιστατικά. Καταστάθηκε από τους αγίους Αποστόλους Διάκονος της Εκκλησίας, για να υπηρετεί τις ανάγκες των χριστιανών, μαζί με τον άγιο Στέφανο και τους υπολοίπους διακόνους. Μετά τον διωγμό που ξέσπασε με τον θάνατο του αγίου Στεφάνου, πήγε στη Σαμάρεια, όπου κήρυξε και μαθήτευσε πολλούς στη χριστιανική πίστη, μεταξύ των οποίων και τον μάγο Σίμωνα, τον οποίο και βάπτισε. Ο ευαγγελιστής Λουκάς μνημονεύει το περιστατικό, κατά το οποίο ο Φίλιππος ηρπάγη από άγγελο, για να πλησιάσει έναν αξιωματούχο αιθίοπα, τον οποίο, αφού βρήκε να αναγινώσκει τον προφήτη Ησαΐα, κατήχησε και βάπτισε. Έπειτα αφού οδηγήθηκε και πάλι από άγγελο του Κυρίου στην πόλη της Αζώτου, φώτισε με τον λόγο του τους κατοίκους εκεί, οπότε μετά έφτασε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας. Εκεί επιτέλεσε μαζί με το κήρυγμα πολλά θαύματα, ίδρυσε εκκλησία, και τέλος εξεδήμησε προς τον Κύριο».
Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς προτιμά να αφιερώσει αρκετούς στίχους από το βιβλίο του «Πράξεις των Αποστόλων» στον απόστολο Φίλιππο, από τους εβδομήντα μαθητές του Κυρίου και έναν από τους επτά διακόνους της πρώτης Εκκλησίας, και όχι για παράδειγμα στον Απόστολο Φίλιππο, τον μαθητή του Χριστού εκ των δώδεκα,  ή τον Απόστολο Ναθαναήλ ή άλλους από τους Αποστόλους, πέραν βεβαίως του Αποστόλου Πέτρου και κυρίως του μετέπειτα Αποστόλου Παύλου, γεγονός που σημαίνει ότι ο Διάκονος Φίλιππος ήταν μία προσωπικότητα που δεν μπορούσε εύκολα κανείς να την ξεπεράσει και να μη την λάβει σοβαρώς υπ’  όψιν. Τα περιστατικά βεβαίως που διασώζονται από τη ζωή του πράγματι επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή, διότι τον βλέπουμε αφενός να δρα με τρόπο που θυμίζει τους μεγάλους Αποστόλους: έντονη ιεραποστολική φλόγα, δύναμη λόγου, επιτέλεση θαυμάτων, καθοδήγηση από αγγέλους, ίδρυση εκκλησιών, αφετέρου όλη η οικογένειά του να έχει επίσης μία ιδιαίτερη παρουσία στην Εκκλησία. Ιδιαιτέρως οι θυγατέρες του, τις οποίες μνημονεύει ο άγιος Λουκάς, υπήρξαν «παρθένοι και προφητεύουσαι», δηλαδή αφιερωμένες στον Θεό με το χάρισμα της προφητείας, άρα με τη δυνατότητα να προφητεύουν και να διδάσκουν τον λαό.
Ο εκκλησιαστικός μας υμνογράφος αναφέρεται συχνά στο χάρισμα λόγου που είχε ο άγιος Φίλιππος ο Διάκονος. Τέτοιο χάρισμα που το Πνεύμα του Θεού είδαμε ότι τον έστελνε σε διάφορες αποστολές, προκειμένου να καθοδηγήσει και να πείσει όχι μόνο απλούς, αλλά και μορφωμένους και υψηλά ισταμένους ανθρώπους. Το περιστατικό με τον αιθίοπα αξιωματούχο αποτελεί ένα μικρό δείγμα της αλήθειας αυτής. Ένας ύμνος μάλιστα από την τρίτη ωδή του κανόνα του όρθρου είναι αρκετά αποκαλυπτικός πάνω σ’ αυτό: «Ιόν ψυχόλεθρον φυγείν και σωτήριον χάριν υποδέξασθαι πείθεις, μελιρρύτοις λαλιαίς, τους απωσθέντας μακράν αγνωσία, Φίλιππε θεόπνευστε». Δηλαδή: Φίλιππε θεόπνευστε, πείθεις αυτούς που είναι μακριά από τον Θεό, λόγω της άγνοιάς τους, αφενός να αποφύγουν το δηλητήριο της μη ορθής πίστεως που καταστρέφει τις ψυχές, αφετέρου να δεχτούν τη χάρη του Θεού που οδηγεί στη σωτηρία, «μελιρρύτοις λαλιαίς». Ο λόγος του αγίου Φιλίππου ήταν πολύ πειστικός, έτσι ώστε να αποδέχονται οι άνθρωποι την πίστη του Χριστού. Χρησιμοποιεί όμως ο υμνογράφος και μία πολύ όμορφη φράση, που δείχνει κατεξοχήν τη δύναμη λόγου του αγίου: «μελιρρύτοις λαλιαίς». Δηλαδή, όταν μιλούσε ο άγιος για τον Χριστό, μιλούσε με τέτοιον τρόπο, που τα λόγια του ήταν σαν να έρρεε μέλι. Πρέπει να εννοήσουμε ότι το μελίρρυτο των λόγων του δεν έγκειτο μόνον στο περιεχόμενο, αλλά και στη μορφή και στον τρόπο που χρησιμοποιούσε. Πρόβαλλε βεβαίως πάντοτε τον Χριστό – «την του Λόγου δόξαν διηγούμενος» θα πει κάπου αλλού ο υμνογράφος, δηλαδή διηγείτο τη δόξα του Κυρίου Ιησού ως Θεού και ανθρώπου, και μάλιστα επιβεβαιώνοντας τη διήγηση αυτή και με θαύματα: «εν σημείοις φοβεροίς» - αλλά με καλλιέπεια λόγου, με ήρεμο και προσιτό στους ανθρώπους που απευθυνόταν τρόπο.
Και γίνεται βεβαίως παράδειγμα διαχρονικό σ’ αυτό. Ο λόγος της Εκκλησίας μας, η κατήχησή της στους ανθρώπους, αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει πάντοτε να έχει: πρώτον, να προβάλλει τον Ιησού Χριστό, ως τον ενανθρωπήσαντα Θεό μας, ο Οποίος σταυρώθηκε και αναστήθηκε προς χάρη των ανθρώπων. Όπως το λέει και ο απόστολος των εθνών: «ουκ έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν, και τούτον εσταυρωμένον». Και δεύτερον: τον Χριστό που προβάλλει, να το κάνει με τρόπο όχι εξουσιαστικό, όχι με τον κακώς εννοούμενο κηρυγματικό τρόπο, δηλαδή ξερά δασκαλίστικο, αλλά ως αύρα απαλή, σαν μέλι που ευχαριστεί όχι τα αυτιά, αλλά τις καρδιές των ανθρώπων, με τον τρόπο που δίδαξαν αργότερα και οι μεγάλοι τρεις Ιεράρχες, προστάτες της παιδείας, που και εκείνοι «μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας» χαρακτηρίζονται. Δεν νομίζουμε ότι τελικώς ήταν τυχαίο που το Πνεύμα του Θεού χρησιμοποίησε τόσο έντονα τον άγιο Φίλιππο για να κηρύξει την πίστη του Χριστού. Ο Θεός δηλαδή αξιοποιεί κάθε φορά για την πραγματοποίηση του έργου Του τους ανθρώπους που έχουν τα αντίστοιχα προς το έργο αυτό χαρίσματα. Ο άγιος Φίλιππος λοιπόν ήταν από τους ιδιαιτέρως προικισμένους από τον Θεό, που κατέθεσε ολόκληρο τον εαυτό του στην υπηρεσία Εκείνου.




Άγιος Φιλόθεος  ο Κόκκινος , πατριάρχης  Κων/πόλεως , ο  Θεσσαλονικεύς

Πρόκειται για εναν από τους επιφανέστερους και πολυγραφότερους αρχιερείς της Εκκλησίας μας κι εναν από τους μεγαλύτερους οικουμενικούς πατριάρχες.
Ο κατα κόσμον Φωκάς γεννήθηκε περι το 1300 στη Θεσσαλονίκη από μητέρα εβραϊκής καταγωγής. Έλαβε εξαιρετική μόρφωση παρα του Θωμά Μαγίστρου, του όποίου ύπηρξε και υπηρέτης. Νωρις ασπάσθηκε τον μοναχισμό και μετέβη στο όρος Σινά. Άπό εκεί ήλθε στον «ιερόν Άθωνα, τόν χρυσούν όντως και φίλτατον, και πρόξενον των καλών εις όλους τους εις αυτόν οικήσαντας και οίκούντας» κατα τον βιογράφο του.
Στην άρχη μόνασε στη μονη Βατοπαιδίου, όπου γνωρίσθηκε και συνδέθηκε με τον άγιο Σάββα τον δια Χριστόν σαλό, του όποίου, όπως εδαμε ύπηρξε άριστος βιογράφος. Κατόπιν μόνασε στη μονη Μεγίστης Λαύρας. Ως Λαυριώτης μοναχός συνδέθηκε με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, του οποίου ύπηρξε επίσης εξαιρετικός βιογράφος, και υπέγραψε τον Αγιορειτικό Τόμο του 1339. Το 1342 διαδέχθηκε στην ηγουμενία τον Μακάριο, πού εκλέχθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Η ηγουμενία του δεν ήταν δίχως προβλήματα. Η στάση του στο ησυχαστικό ζήτημα από την αρχή ήταν στο πλευρό του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Το 1346 έγραψε δύο λόγους· περί του θαβωρίου φωτός και κατά του Ακινδύνου.
Το 1347 εξελέγη μητροπολίτης της πρωτόθρονης Ηράκλειας με τον τίτλο «Πρόεδρος των υπερτίμων» από τον πατριάρχη Ισίδωρο. Το 1350 χειροτόνησε τον Αγιορείτη άγιο Κάλλιστο Α’ πατριάρχη. Έλαβε μέρος στη Σύνοδο του 1351 για το ησυχαστικό ζήτημα, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο παρά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και συνέταξε τον Τόμο των Πρακτικών της Συνόδου. Ο ίδιος πατριάρχευσε στον Οικουμενικό Θρόνο δύο φορές· 1353-1354 και 1364-1376. Το 1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και καθώρισε τη μνήμη του τη Β’ Κυριακή των Νηστειών, συνθέτοντας την ιερά ακολουθία του, τακτοποιώντας οριστικά το ησυχαστικό ζήτημα και καταδικάζοντας τους αντιπαλαμιστές. Η πατριαρχεία του αγίου Φιλοθέου υπήρξε πλούσια σε σημαντική ποιμαντική δράση. Είχε μεγάλη συγγραφική και διοικητική δραστηριότητα Διηύθυνε τα εκκλησιαστικά θέματα με σύνεση και διάκριση, ώστε κατέστησε την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως οικουμενικό φάρο. Εργάσθηκε σθεναρά κατά της οθωμανικής απειλής και της λατινικής προπαγάνδας, με την τόνωση και την ενότητα των Ορθοδόξων Ο πάπας Ουρβανός ο Ε΄απέρριψε την πρότασή του για τη σύγκλήση οικουμενικής συνόδου προς ορθή ένωση των εκκλησιών.
Ο άγιος Φιλόθεος χάρη στη μεγάλη του μόρφωση αναδείχθηκε σε εξαιρετικό και πολυμερή συγγραφέα. Τα πολλά του έργα μπορούν να διαιρεθούν σε δογματικά, αντιρρητικά κατά των Νικηφόρου Γρηγορά, Ακίνδυνου, Βαρλαάμ και Μανουήλ Πετριώτη, πολλά έργα του είναι αγιολογικά, και κυρίως Αγιορειτών αγίων, όπως Γρηγορίου Παλαμά, Γερμανού Μαρούλη, Ισιδώρου Βουχειρά και Σάββα Βατοπαιδινού, ως και Νικόδημου του Νέου· έγραψε επίσης περι της αγίας Ανυσίας, Δημητρίου Μυροβλύτου, Αγίων Άποστόλων, Τριών Ιεραρχών, Αγίων Πάντων, Ονουφρίου, Φεβρωνίας, Φωκά, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Θεοδώρου Τήρωνος, Αποστόλου Θωμά και άλλα. Άλλα τέλος έργα του είναι ομιλητικά, ερμηνευτικά, λειτουργικά, κανονικά, ιστορικά, ποιητικά, ευχολογικά και άλλα. Τα έργα του αγίου Φιλοθέου καλύπτουν όλους σχεδόν τους θεολογικούς κλάδους.
Υπήρξε βαθύς θεολόγος, θαυμάσιος συναξαριογράφος, ιδιαίτερα των συγχρόνων του Αγιορειτών, των οποίων τους βίους παρουσίασε υπόδειγμα για τους συμμοναστές του. Ώς υμνογράφος διακρίθηκε για το βαθύ περιεχόμενο και το γλαφυρό ύφος, παρουσιάζοντας υψηλές δογματικές έννοιες, συναγωνιζόμενος αρχαιότερους ομοίους του. Ο άγιος ως Βατοπαιδινός μοναχός και Λαυριώτης ηγούμενος, μητροπολίτης Ηρακλείας και οικουμενικός πατριάρχης αγωνίσθηκε παντού και πάντοτε με αυταπάρνηση και αγάπη για την Εκκλησία, πού στη διακονία της έθεσε τον λόγο και τη γραφίδα του. Υπεράσπισε με σθένος την Ορθοδοξία, ανέπτυξε σχέσεις με τα άλλα πατριαρχεία, βοήθησε τις Σλαβικές Εκκλησίες, έξουδετέρωσε τις προσηλυτιστικές προσπάθειες των Λατίνων και αναδείχθηκε σε σεβάσμιο εκκλησιαστικό και έθνικό άνδρα. Παραιτήθηκε της πατριαρχείας το 1376 λόγω γήρατος και έκοιμήθη το 1379. Κηδεύτηκε με βασιλικές τιμές κι ετάφη στη μονή του Ακαταλήπτου. Ο τάφος του έγινε πηγή θαυμάτων.
Νωρίς τιμήθηκε ως άγιος κι αγιογραφήθηκε στο Καθολικό της μονής Ρασάβα της Σερβίας από συμπατριώτες του Θεσσαλονικείς ζωγράφους. Σε Καθολικά του Αγίου Όρους αγιογραφείται στις Λιτές μεταξύ των υμνογράφων. Στα τέλη του 18ου αιώνα ανώνυμος λόγιος Φιλοθεΐτης μοναχός έγραψε ωραία βιογραφία και άσματική ακολουθία. Στο Άγιον Ορος υπάρχουν τρεις κώδικες με τον βίο και την ακολουθία του αγίου Φιλοθέου. Νεώτερη ακολουθία σύνθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Η μνήμη του εορτάζεται την Ε’ Κυριακή των Νηστειών, τιμάται και στις 11 Οκτωβρίου ως διάσημος ασκητής, μοναχός και φύλακας της Ορθοδοξίας, συγκαταλεγόμενος μετά των αγίων Φωτίου, Μάρκου του Ευγενικού και Γρηγορίου του Παλαμά.


Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Βατοπαιδινό Συναξάρι
Έκδοσις: Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007
 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου