ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

14 Iανουαρίου μνήμη των εν Σινά και Ραϊθώ αναιρεθέντων οσιομαρτύρων και της Αγίας ισαποστόλου Νίνας , της εν Γεωργία

Οι εν Σινά και Ραϊθώ αναιρεθέντες οσιομάρτυρες 

Αναδημοσίευση από τη σελίδα  '' ΑΝΩ ΣΧΩΜΕΝ ''

Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στους Αγίους Τριάντα Οκτώ Αββάδες τους εν τω όρει Σινά αναιρεθέντας και στους Αγίους Τριάντα Τρεις Πατέρες Αββάδες τους εν τη Ραϊθώ αναιρεθέντας, τη μνήμη των οποίων η Εκκλησία μας τιμά κάθε χρόνο στις 14 Ιανουαρίου.

Ο βίος λοιπόν και το μαρτύριό τους, όπως τα διαβάζουμε στο συναξάρι της Εκκλησίας μας, έχουν ως εξής:



Οι Άγιοι Τριάντα Οκτώ Αββάδες οι εν τω όρει Σινά αναιρεθέντες.

Η ιερότητα του όρους Σινά ήταν επόμενο να ελκύσει ψυχές Οσίων και Αναχωρητών, οι οποίοι κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, ζητούσαν την ελεύθερη λατρεία, την ησυχία και την προσευχή σε ερημικούς τόπους. Ο τόπος εκείνος χωρίς να δίνει ανέσεις ήταν κατάλληλος για την πνευματική ανύψωση της ψυχής. Επιπλέον δε οι εντυπώσεις που έρχονταν στο νου από τις διηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης για το όρος Σινά ενίσχυαν την ησυχία του τόπου και την ολόψυχη αφοσίωση προς τον Θεό.

Επειδή τότε δεν υπήρχε κτισμένο μοναστήρι, οι παλαιοί εκείνοι Αναχωρητές και Ασκητές χρησιμοποιούσαν ως κελιά τους, σπήλαια ή καλύβες, τις οποίες έκτιζαν σε μικρή απόσταση τη μία από την άλλη.

Οι Άγιοι αυτοί Πατέρες εφονεύθησαν από τους Βλέμμυες, βάρβαρο λαό που κατοικούσε σε όλη την έρημο, από την Αραβία μέχρι την Αίγυπτο και την Ερυθρά Θάλασσα και άρχισε τις επιδρομές το 373 μ.Χ.

Αλλά και πριν από πολλά χρόνια, επί της εποχής της βασιλείας του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ) και όταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ήταν ο Πέτρος (300-311 μ.Χ.), εφονεύθησαν και άλλοι Όσιοι Πατέρες που ησύχαζαν στο όρος Σινά. Συγκεκριμένα, στο όρος Σινά κατοικούσαν και Σαρακηνοί. Αυτοί, όταν πέθανε ο αρχηγός τους, ξεσηκώθηκαν και σκότωσαν πολλούς ασκητές. Όσοι από αυτούς διέφυγαν το θάνατο κατέφυγαν σε ένα οχύρωμα. Τότε, κατά θεία πρόνοια, φάνηκε την νύχτα στους Σαρακηνούς μια φλόγα που κατάκαιγε όλο το όρος Σινά και έφθανε ως τον ουρανό. Μόλις είδαν την φλόγα αυτή οι Σαρακηνοί, φοβήθηκαν πολύ, άφησαν κάτω τα όπλα τους και έφυγαν.

Οι Ασκητές που εφονεύθησαν ήταν τριάντα οκτώ και είχαν διάφορες πληγές στα σώματά τους. Άλλων δηλαδή είχαν αποκοπεί οι κεφαλές, ενώ άλλων μόλις κρατούνταν από ένα μικρό τμήμα δέρματος. Κάποιους μάλιστα, οι βάρβαροι τους έκοψαν στη μέση και χώρισαν τα σώματά τους σε δύο μέρη.

Από τα φονικά σπαθιά διεσώθησαν δύο Άγιοι, ο Σάββας και ο Ησαΐας, οι οποίοι και έθαψαν τους φονευθέντες και διηγήθηκαν τα σχετικά με αυτούς.


Οι Άγιοι Τριάντα τρεις Πατέρες Αββάδες οι εν τη Ραϊθώ αναιρεθέντες.

Έως δύο μέρες μακριά από το όρος Σινά, προς την Ερυθρά Θάλασσα, ήταν η έρημος Ραϊθώ, στο εσωτερικό της οποίας ζούσαν Χριστιανοί Αναχωρητές και Ασκητές. Αυτοί οι μακαριστοί Πατέρες διένυαν τον ασκητικό αγώνα εκεί που είναι οι δώδεκα πηγές των υδάτων και εβδομήντα στέλεχοι των φοινίκων. Οι μοναχοί αυτοί πραγματοποιούσαν παράλληλα προς το ασκητικό τους έργο και τη μεγάλη εντολή του κηρύγματος του Ευαγγελίου στους αλλοεθνής. Αλλά την ίδια ημέρα κατά την οποία έγινε η σφαγή των Πατέρων στο Σινά, οι βάρβαροι αποφάσισαν να εξολοθρεύσουν και τους Πατέρες της Ραϊθώ.

Οι τριακόσιοι Βλέμμυες πήραν αιχμαλώτους τις γυναίκες και τα παιδιά των Φαρανιτών και πήγαν στο Κάστρο, όπου είχαν την εκκλησία τους ο Άγιοι Πατέρες. Εκείνοι, μόλις αντελήφθησαν τους βαρβάρους, έκλεισαν την πόρτα του Ναού και περίμεναν τον θάνατο. Ο προεστός της μονής, Παύλος, ο οποίος θεωρείται ότι καταγόταν από την πόλη των Πατρών, θύμισε στους αδελφούς ότι ο σκοπός της ζωής τους είναι ο Χριστός και η βασιλεία Του και ότι υπέρ αυτής ήσαν η προσευχή τους, η μελέτη τους, οι πόθοι και τα έργα τους και τώρα παρουσιάζεται λαμπρή ευκαιρία να αποκτήσουν τον στέφανο του μαρτυρίου, χύνοντας και αυτό το αίμα τους υπέρ του Κυρίου και μισθαποδότου τους. Τους παρακίνησε δε, να ευχηθούν υπέρ των φονέων τους, οι οποίοι ήταν πραγματικά δυστυχείς και εξέφρασε την ελπίδα ότι η θυσία αυτή θα συντελέσει στην αύξηση του δένδρου της πίστεως. Οι Πατέρες επικρότησαν τα λόγια αυτά και προσευχήθηκαν. Οι Βλέμμυες τότε, έσπασαν την πόρτα, εισήλθαν μέσα και έσπειραν τον θάνατο κατά διαφόρους τρόπους.

Τις σφαγές αυτές και τις αναιρέσεις διηγούνται ο μακάριος Νείλος ο Ασκητής, ο οποίος είχε διατελέσει έπαρχος Κωνσταντινουπόλεως, ο Αμμώνιος μοναχός στη Διήγησή του, καθώς και ο Αναστάσιος μοναχός ο Σιναΐτης κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Αρχικά η μνήμη τους εορταζόταν στις 28 Δεκεμβρίου, επικράτησε όμως να εορτάζεται στις 14 Ιανουαρίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Ὡς ἁγιόλεκτος τοῦ Λόγου χορεία, ἐν τῷ Σινᾷ καὶ Ῥαϊθῷ οἱ Ἀββάδες, ἀγγελικῶς ἠρίστευσαν ἀγῶσιν ἱεροῖς· ἱδρῶσι γὰρ ἀσκήσεως, τῶν αἱμάτων τοὺς ὄμβρους, μυστικῶς κεράσαντες, χαρισμάτων κρατῆρα, πνευματικῶς προτίθενται ἡμῖν, ἐξ οὗ τρυφῶντες, αὐτοὺς μακαρίσωμεν.

Αναδημοσίευση κειμένου από: synaxarion.gr





Η Αγία Νίνα η Φωτίστρια της Γεωργίας

Από το ιστολόγιο  '' ΔΙΑΚΟΝΗΜΑ'' 


Παραδοσιακή γεωργιανική εικόνα της αγίας Νίνας από σμάλτο και πολύτιμους λίθους.
 

Η Αγία Νίνα είναι Ισαπόστολος της Γεωργίας, και εξαδέλφη του Αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου. Γεννήθηκε στα τέλη του 3ου αι. στην Καππαδοκία. Κατάγονταν από αριστοκρατική οικογένεια. Πατέρας της ο Ζαβουλών, φημισμένος στρατιωτικός στην αυτοκρατορική αυλή της Ρώμης. Μητέρα της η Σωσσάνα, αδελφή του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ιουβεναλίου.
Όταν η Αγία Νίνα έγινε δώδεκα χρονών, οι γονείς της αποφάσισαν να αφιερώσουν την υπόλοιπη ζωή τους στο Θεό. Πούλησαν όλη τους την περιουσία και την μοίρασαν στους φτωχούς. Ο Ζαβουλών έφυγε και εξαφανίστηκε στην έρημο του Ιορδάνου. Η Σωσσάνα όμως, έφυγε στα Ιεροσόλυμα, και από τον επίσκοπο αδελφό της, τοποθετήθηκε διακόννισα στον ιερό ναό της Αναστάσεως του Κυρίου, για να φροντίσζει τις φτωχές και άρρωστες γυναίκες. Την Αγία Νίνα παρέδωσαν στην ευλαβέστατη γερόντισσα Νιοφόρα για να την αναθρέψει.
Η Αγία Νίνα έμαθε καλά την Αγία Γραφή και τα λειτουργικά κείμενα. Όταν έμαθε την ιστορία του άρραφου χιτώνα, άρχισε να προσεύχεται στην Υπεραγία Θεοτόκο να την αξιώσει να προσκυνήσει τον χιτώνα του Κυρίου. Η Παναγία εισάκουσε τις προσευχές της, και δίνοντάς της στο χέρι έναν σταυρό κατασκευασμένο από κληματόβεργες, για να την προστατέψει από ορατό και αόρατο εχθρό, της είπε να πάει στη Γεωργία να κυρήξει το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, και να βρει τον άρραφο χιτώνα Του. Όταν ξύπνησε η Αγία Νίνα, είδε να κρατά στο χέρι της, στην πραγματικότητα, τον σταυρό, ο οποίος φυλάσσεται επαργυρωμένος μέχρι σήμερα στον Καθεδρικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην Σιών, στην Τιφλίδα της Γεωργίας.
Με την βοήθεια αυτού του Ιερού Σταυρού, δοσμένο από τα χέρια της Παναγίας μας, κήρυξε η Αγία Νίνα το Ευαγγέλιο, και βρήκε επίσης τον άρραφο χιτώνα. Έκανε θαύματα πολλά, πίστεψε ακόμα και ο ειδωλολάτρης βασιλεύς Μίριαν, από θαύμα που έκανε και στον ίδιο, και ζήτησε μαζί με την Αγία Νίνα, από τον Μέγα Κωνσταντίνο στο Βυζάντιο, ομάδες μορφωμένων Ορθοδόξων Ιερέων, να μεταβούν στην Γεωργία και να βαπτίσουν όλον τον λαό της, 5.000.000 κατ. στους ποταμούς Κούρα και Αράγβι, και να θεμελιώσουν την εκκλησία του Χριστού.
Μετά από πολλά γόνιμα χρόνια αποστολικής διακονίας, παρέδωσε το πνεύμα της ειρηνικά στα χέρια του Χριστού, στις 14 Ιανουαρίου, πιθανότατα του έτους 338, και σε ηλικία εξήντα επτά ετών, αφού πρώτα παρήγγειλε να ταφεί στο φτωχικό καλύβι όπου βρισκόταν εκείνη την ώρα. Ο βασιλιάς, ο επίσκοπος και όλος ο λαός, θρηνώντας για το θάνατο της μεγάλης αθλήτριας της πίστεως, θέλησαν να μεταφέρουν το λείψανό της στον καθεδρικό ναό της Μτσχέτα. Παρ’όλες τις προσπάθειές τους όμως, δεν μπόρεσαν να μετακινήσουν το φέρετρο της Αγίας από τον τόπο της εκλογής της. Έτσι την έθαψαν εκεί στην ταπεινή της καλύβα, στο χωριό Μπόντμπε.
Αργότερα ιδρύθηκε εκεί, γυναικεία μονή προς τιμήν της. Ο Πανάγαθος Θεός δόξασε την Αγία Νίνα διατηρώντας το σώμα της άφθαρτο. Τον πρώτο «σπόρο» της Ορθοδοξίας στην Γεωργία, τον έσπειρε ο Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος και ο Σίμων ο Κανανίτης από την εποχή των Αποστόλων, αλλά η πραγματική νίκη του Χριστιανισμού πραγματοποιήθηκε περί τα μέσα του 4ου αι. μέσω της Ισαποστόλου Αγίας Νίνας.
Ο πρώτος ναός της Αγίας Νίνας στην Ελλάδα, κτίζεται στην Αιδηψό της Ευβοίας, στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, μαζί με της μητέρας του Αγίου, της Αγίας Πολυχρονίας.
 
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ. Ηχος πλ. α΄ . Τον συνάναρχον Λόγον.
Ως ωραίοι οι πόδες σου οι ζηλώσαντες, ακολουθήσαι ταις τρίβοις των αποστόλων Χριστού, Νίνα σκεύος Παρακλήτου παμφαέστατον’ όθεν τιμώντες σε πιστώς, Γεωργίας φρυκτωρέ, φωτόλαμπρε, σε αιτούμεν’ ημών τα σκότη λιταίς σου, της αγνωσίας πόρρω σκέδασον.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου