ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

25 Ιανουαρίου Κυριακή ΙΕ΄ Λουκά ( Ζακχαίου ) και μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Θεολόγου

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής ΙΕ΄ Λουκά

 (Λουκ. ιθ΄ 1-10) , του Ζακχαίου

 Τ καιρ εκείνω, διρχετο ησος τν εριχ· κα δο νρ νματι καλομενος Ζακχαος, κα ατς ν ρχιτελνης, κα οτος ν πλοσιος, κα ζτει δεν τν ησον τς στι, κα οκ δνατο π το χλου, τι τ λικίᾳ μικρς ν. Κα προδραμν μπροσθεν νβη π συκομοραν, να δ ατν, τι κενης μελλε διρχεσθαι. Κα ς λθεν π τν τπον, ναβλψας ησος εδεν ατν κα επε πρς ατν· Ζακχαε, σπεσας κατβηθι· σμερον γρ ν τ οκ σου δε με μεναι. Κα σπεσας κατβη, κα πεδξατο ατν χαρων. Κα δντες πντες διεγγγυζον λγοντες τι παρ μαρτωλ νδρ εσλθε καταλσαι. Σταθες δ Ζακχαος επε πρς τν Κριον· δο τ μση τν παρχντων μου, Κριε, δδωμι τος πτωχος, κα ε τινς τι συκοφντησα, ποδδωμι τετραπλον. Επε δ πρς ατν ησος τι σμερον σωτηρα τ οκ τοτ γνετο, καθτι κα ατς υἱὸς βραμ στιν. λθε γρ υἱὸς το νθρπου ζητσαι κα σσαι τ πολωλς.

  Απόδοση στη νεοελληνική

Τον καιρό εκείνο, περνοσε ησος δι μέσου τς πόλεως τς εριχος. κε το κάποιος πο νωμάζετο Ζακχαος· το ρχιτελώνης κα πλούσιος, κα ζητοσε ν δ ποιός εναι ησος λλ δν μποροσε π τ πλθος διότι το κοντς τ νάστημα. τρεξε λοιπν μπρς κα νέβηκε πάνω σ μι μουριά, δι ν τν δ, διότι π κε πρόκειτο ν περάσ. ταν φθασε ησος ες τ μέρος ατό, σήκωσε τ μάτια του κα τν εδε κα το επε· Ζακχαε, κατέβα γρήγορα, διότι πρέπει ν μείνω στ σπίτι σου σήμερα. Κα κατέβηκε γρήγορα κα τν ποδέχθηκε μ χαράν. ταν εδαν ατό, λοι παρεπονοντο κα λεγαν· Ες τ σπίτι μαρτωλο νθρώπου πηγαίνει ν μείν. Ζακχαος στάθηκε κα επε ες τν Κύριον· τ μισυ τς περιουσίας μου δίνω, Κύριε, ες τος πτωχος κα ἐὰν μ δόλιον τρόπον πρα π κάποιον τίποτε, θ το τ ποδώσω τέσσερις φορς περισσότερον. ησος το επε σήμερα γινε σωτηρία σ τοτο τ σπίτι, διότι κα νθρωπος ατς εναι πόγονος το βραάμ, κα Υἱὸς το νθρώπου λθε ν ναζητήσ κα ν σώσ τ πολωλός.


ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
 1. Ο Ζακχαίος ήταν αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος. Και τα δυο αυτά τον είχαν απομακρύνει από το Θεό και τον είχαν κάνε άδικο και αμαρτωλό. Οι τελώνες αγόραζαν με ένα ορισμένο ποσό τους φόρους. Τα χρήματα που ξεπερνούσαν αυτό το ποσό, το κρατούσαν για τον εαυτό τους. Οι τελώνες ήταν πιεστικοί στο μάζεμα των φόρων και γι' αυτό ήταν αντιπαθητικοί και μισητοί από τον κόσμο. Είχε καταντήσει η λέξη «τελώνης» να σημαίνει «μεγάλος αμαρτωλός».
2. Ο Ζακχαίος ζητούσε επίμονα να δει τον Κύριο. Ανέβηκε στη συκομουριά επειδή ήταν κοντός για να δει το Χριστό, που θα περνούσε από εκεί μπροστά. Δε φοβήθηκε να μη γελάσουν οι άλλοι μαζί του, ούτε λογάριαζε το μεγάλο αξίωμα που είχε στην κοινωνία. Αυτός ήθελε να γνωρίσει το Χριστό. Ξεπερνούσε όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες. Μακάρι και ο σημερινός χριστιανός να ακολουθούσε το παράδειγμα του Ζακχαίου. Ο άνθρωπος σήμερα δεν ντρέπεται, όταν διαπράττει την αμαρτία, αλλά δείχνει δειλία, όταν πρόκειται να μετανοήσει. Πολλοί ακόμα ντρέπονται και αυτό το σταυρό τους να κάνουν.
3. Για να μετανοήσει ο άνθρωπος ειλικρινά, όπως ο Ζακχαίος, πρέπει πρώτα - πρώτα να νικήσει τις δυσκολίες και τις ειρωνείες του κόσμου. Πόσα παιδιά δε λιγοψυχούν από τις κρίσεις και τα πειράγματα των συμμαθητών τους; Εδώ πρέπει το παιδί να οπλιστεί με το θάρρος και τη δύναμη του Ζακχαίου και να ζητήσει τη βοήθεια του Χριστού. Τότε και ο Κύριος θα ζητήσει και από μας να τον φιλοξενήσουμε στον «οίκο της ψυχής μας». Αυτό γίνεται, όταν μας καλεί να κοινωνήσουμε στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Είναι η πιο μεγάλη στιγμή στη ζωή του ανθρώπου. Παίρνουμε μέσα μας τη ζωή του Κυρίου και έτσι κερδίζουμε τη σωτηρία μας, δηλαδή τον Παράδεισο.
4. Όταν αρχίσουμε και φιλοξενούμε το Θεό μέσα μας, τότε συμφιλιωνόμαστε και με τους άλλους ανθρώπους. Το ίδιο έκανε και ο Ζακχαίος. Προχώρησε στο δεύτερο βήμα για τη σωτηρία του. Πούλησε τη μισή περιουσία του και τη μοίρασε στους φτωχούς. Επίσης όσους αδίκησε ή έκλεψε θα τους επιστρέψει τέσσερις φορές περισσότερα χρήματα. Την αγάπη που του χάρισε ο Χριστός, την προσφέρει τώρα στους άλλους ανθρώπους. Αυτή η αγάπη χάρισε στο Ζακχαίο τη σωτηρία του. Τώρα ο Ζακχαίος με πίστη, την αγάπη και τη μετάνοια μεταμορφώθηκε από αμαρτωλός και έγινε το υπόδειγμα του σωσμένου ανθρώπου για υπόλοιπο κόσμο.


Ἡ ἱστορία τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου εἶναι ἀπό τά πιό χαρακτηριστικά γεγονότα τοῦ δημόσιου ἔργου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐκδηλώνεται ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀρχιτελώνη νά δεῖ τόν Ἰησοῦ, ἡ ἐπιθυμία του νά μπεῖ στό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὁ μυστικός διάλογος ἀνάμεσα στή ματιά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ζακχαίου πάνω στό δέντρο, ἡ αὐθόρμητη καί ἔμπρακτη μετάνοια τοῦ ἀρχιτελώνη, ἡ διακήρυξη τοῦ Σωτήρα ὅτι τήν ἡμέρα ἐκείνη «σωτηρία ἐγένετο» στό σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὅλα τοῦτα τά περιστατικά τῆς ἱστορίας τοῦ Ζακχαίου εἶναι ἀπό τά πιό χαρακτηριστικά καί τά πιό γνωστά.
 Σέ ὅλα τοῦτα φαίνεται ὁ σκοπός καί τό ἔργο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί μέ ὅλα τοῦτα ἑδραιώνεται ἡ πεποίθηση πώς γιά ἕνα καί μόνο σκοπό ἦλθε ὁ Θεός στή γῆ, γιά νά ζητήσει καί νά σώσει τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο: «ἦλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός». Αὐτή ἡ διαβεβαίωση ἀπό τό ἴδιο τό στόμα τοῦ Σωτήρα εἶναι ἀρκετή γιά νά ἐνθαρρύνει κάθε ἁμαρτωλό πού θέλει τή σωτηρία του, γιά νά στηρίξει κάθε κριματισμένο πού θά ἔφθανε σέ ἀπόγνωση κι ἀκόμα γιά νά φράξει κάθε στόμα, πού τοποθετεῖ τό σκοπό τοῦ ἔργου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὄχι στήν ψυχή ἀλλά μόνο στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου˙ ὄχι στόν οὐρανό ἀλλά μόνο στή γῆ.
 Ὑπάρχουν, ἀλήθεια, δύο ἄκρα στήν τοποθέτηση τοῦ ἔργου τοῦ Σωτήρα. Εἶναι ἐκεῖνοι, πού φαντάζονται πώς ὁ ἰδεώδης τύπος τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ πιστοῦ καί καλοῦ χριστιανοῦ, εἶναι ἐκεῖνος πού ἐνδιαφέρεται μόνο γιά τά οὐράνια, πού δέν θέλει νά ἀκούσει γιά τά ἐπίγεια, πού βρίσκεται κατ’ ἀνάγκη στή γῆ μά εἶναι «οὐράνιος ἄνθρωπος». Εἶναι οἱ ἄλλοι, πού δέν σηκώνονται ψηλότερα ἀπό τή γῆ, πού δέν πιστεύουν στόν οὐρανό, πού δέν φθάνουν βέβαια νά εἶναι ὑλιστές, μά πού περιορίζουν τό Χριστό «ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ», πού βλέπουν στό πρόσωπο τοῦ Σωτήρα τό χορηγό τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν, τῆς τροφῆς, τῆς ἐνδυμασίας καί τῆς στέγης.
 Οὔτε τό ἕνα οὔτε τό ἄλλο μοναχά εἶναι σωστό, μά καί τά δύο μαζί εἶναι ἡ ἀλήθεια. Οἱ ἄνθρωποι βρισκόμαστε στή γῆ, μά εἴμαστε πλασμένοι γιά τόν οὐρανό. Ἡ γῆ εἶναι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν οὐρανό καί κανείς δέν φθάνει στόν οὐρανό, ἄν δέν περάσει ἀπό τή γῆ. Ὁ οὐρανός εἶναι τό νικηφόρο τέρμα ἐκείνων πού ἀγωνίζονται στό στάδιο τῆς γῆς. Ὁ οὐρανός εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων πού βρίσκονται στή γῆ, μά τή σωτηρία, σάν ἔπαθλο καί σάν στέφανο, δέν τήν κερδίζει κανείς «ἐάν μή νομίμως ἀθλήση». Ἔτσι ἄν ὁ οὐρανός εἶναι τό τέρμα, ἡ γῆ εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ ἀφετηρία˙ κι ἄν τά οὐράνια εἶναι ὁ τελικός σκοπός, τά ἐπίγεια εἶναι ἡ ὁδός καί τό μέσον.
 Ἔτσι δικαιώνεται ἡ ὑλική δημιουργία σάν ἔργο τοῦ Θεοῦ καί δέν μποροῦμε νά λέμε πώς ὁ κόσμος τοῦτος εἶναι μάταιος κι ἡ ζωή ἐδῶ εἶναι ψεύτικη. Μάταια καί ψεύτικα πράγματα δέν δημιουργεῖ ὁ Θεός. Μά στή δημιουργία τῶν ὁρατῶν καί τῶν ἀοράτων, τῶν ἔμβιων καί τῶν ἄβιων ὄντων ὑπάρχει μία προτεραιότητα καί μία ἱεράρχηση βαλμένη ἀπό τό Θεό. Ὑπάρχει μία ἀδιάσπαστη σειρά καί συνέχεια μέσων καί σκοπῶν, μία κλίμακα αἰτίων κι ἀποτελεσμάτων μέ τελικό ἀποτέλεσμα καί ἀπώτατο σκοπό τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τό θρίαμβο καί τή θέωση τῆς πρώτης ἀξίας στή δημιουργία, πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος.
 Ἄν δέν καταλαβαίνουμε ἔτσι τά πράγματα, δέν καταλαβαίνουμε τίποτε ἀπό τόν ἄνθρωπο κι ἀπό τή δημιουργία μέσα στήν ὁποία εἶναι τοποθετημένος ὁ ἄνθρωπος. Δέν καταλαβαίνουμε τίποτε μήτε ἀπό τή γῆ, στήν ὁποία ἀγωνιζόμαστε, μήτε ἀπό τόν οὐρανό, στόν ὁποῖο θέλουμε νά φθάσουμε. Δέν καταλαβαίνουμε τί θά πεῖ κακό καί τί ἀγαθό, τί ἁμαρτία καί τί ἀγώνας γιά τήν ἀρετή. Καί πρό πάντων δέν καταλαβαίνουμε τί εἶναι ἡ σωτηρία γιά τήν ὁποία ἦλθε ὁ Θεός στή γῆ. Κι ἀλήθεια πώς μέ ἄλλα λόγια, σωτηρία εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῶν ἁρμονικῶν σχέσεων ἀνάμεσα στήν ὑλική καί πνευματική δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἀνάμεσα στή γῆ καί τόν οὐρανό.
 Θά πρέπει νά ἀγνοοῦμε τήν ἀρχέγονη κατάσταση  τοῦ ἀνθρώπου στόν παράδεισο, θά πρέπει νά μήν ἔχουμε ἀκούσει γιά τήν τραγική πτώση τῶν πρωτοπλάστων καί τίς συνέπειές της ἀνάμεσα στό Θεό καί τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί στόν ἄνθρωπο καί τήν κτίση πού τόν περιβάλλει, γιά νά μή μποροῦμε νά συλλάβουμε τό νόημα τῆς σωτηρίας. Ἀπό τότε μία φοβερή πάλη ἄρχισε ἀνάμεσα στήν ὕλη καί τό πνεῦμα: «ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος καί τό πνεῦμα κατά τῆς σαρκός». Συμπαρασύρθηκε στήν πτώση καί ἡ κτίση καί διαταράχθηκαν οἱ σχέσεις ἀνάμεσα στήν ὑλική καί τήν πνευματική δημιουργία- «τή γάρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη…», ἡ κτίση ὑποτάχτηκε κι αὐτή στή φθορά. Ἔτσι ἡ ἐλπίδα τῆς ἀπολύτρωσης καί τῆς σωτηρίας – ἡ «ἀποκαραδοκία»- εἶναι κοινή, καί τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσης: «πάσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει», ὅλη ἡ κτίση στενάζει καί κραυγάζει ἀπό πόνο, σάν τήν ἑτοιμόγεννη γυναίκα. Οἱ ἄνθρωποι περιμένουν τήν ἀποκατάσταση, νά ξαναγίνουν παιδιά τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ κτίση περιμένει νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς, τότε πού οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι ἐλεύθεροι, σάν παιδιά τοῦ Θεοῦ μέσα στή θεία δόξα- «…καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης  τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ», δηλαδή κι αὐτή ἀκόμη ἡ κτίση θά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στή φθορά, καί θά μετάσχει στήν ἐλευθερία πού θά ἀπολαμβάνουν τά δοξασμένα παιδιά τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.
 

Άγ. Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, ο ευαίσθητος Θεολόγος




Στις 25 του μηνός Ιανουαρίου  η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Ο άγιος Γρηγόριος είναι ένας από τους τρεις μεγάλους ιεράρχες και οικουμενικούς διδασκάλους της Εκκλησίας μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Ιωάννη το Χρυσόστομο. Μετά τον απόστολο και ευαγγελιστή Ιωάννη, είναι ο δεύτερος στον οποίο η Εκκλησία απένειμε τον τίτλο του Θεολόγου· ο τρίτος είναι ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος. Ο άγιος Γρηγόριος ειδικότερα είναι ο τρια­δικός θεολόγος, γιατί σε κάθε του λόγο κεντρική διδα­σκαλία του είναι πάντα το μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Στον πέμπτο θεολογικό λόγο του γράφει· οι πιστοί «προσκυνούσι τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, μίαν Θεότητα…».
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε στα 329 στην Αριανζό, ένα μικρό χωριό της Καππαδοκίας, κον­τά στην κωμόπολη Ναζιανζό, γι’ αυτό και λέγεται Ναζιανζηνός. Ο πατέρας του λεγόταν κι αυτός Γρηγόριος κι ήταν επίσκοπος Ναζιανζού, η δε μητέρα του λεγόταν Νόννα. Από μικρός ήταν φιλομαθής και επιμελής κι έκανε λαμπρές και εξαίρετες σπουδές στη Ναζιανζό, στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, στην Καισαρεία της Παλαιστίνης, στην Αλεξάνδρεια και τέλος στην Αθή­να. Εκεί γνωρίστηκε με το συμπατριώτη του Μέγα Βασίλειο, συνδέθηκαν αδελφικά κι έμειναν μαζί σπου­δάζοντας έξι ολόκληρα χρόνια την έξω φιλοσοφία. Στο τέλος του προσφέρθηκε καθηγητική θέση, μα εκείνος προτίμησε να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του Ναζιανζό.
gregory_the_theologian2
Στην Καππαδοκία συναντήθηκαν οι δύο συμμαθη­τές κι έζησαν πάλι μαζί, αποτραβηγμένοι στην έρημο, ασκούμενοι και μελετώντας τώρα τα ιερά γράμματα. Σε ηλικία 30 ετών ο άγιος Γρηγόριος πήρε το βάπτισμα και χειροτονήθηκε από τον πατέρα του πρεσβύτερος. Έμεινε για καιρό βοηθώντας το γέροντα πατέρα του επίσκοπο Γρηγόριο και το 372 σε ηλικία 43 ετών ο Μέγας Βασίλειος, που ήταν πια αρχιεπίσκοπος Καισα­ρείας, τον χειροτόνησε επίσκοπο Σασίμων. Αυτή η χειροτονία έγινε παρά τη θέλησή του, γι’ αυτό κι ο άγιος Γρηγόριος δεν δέχθηκε να πάει στα Σάσιμα, αλλά έμει­νε βοηθώντας τον πατέρα του στη Ναζιανζό. Γι’ αύτη τη χειροτονία ο Μέγας Βασίλειος γράφει σε μια επι­στολή του ότι για τον άγιο Γρηγόριο άξιζε μια επισκο­πή όση όλος ο κόσμος.
Το 375, όταν πέθανε ο πατέρας του αγίου Γρηγορίου, οι ορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, που οι αρειανοί τούς είχαν πάρει όλες σχεδόν τις Εκκλησίες, πήγαν στη Ναζιανζό και κάλεσαν τον άγιο Γρηγόριο. Ήταν ο μόνος που θα μπορούσε, με τη θεολογική του σοφία και τη ρητορική του δεινότητα να αντιμετωπίσει τους αιρετικούς. Ήλθε λοιπόν στην Κωνσταντινούπολη, και σε μια μικρή Εκκλησία της αγίας Αναστασίας η Ορθοδοξία έστησε το στρατηγείο της εναντίον των αι­ρέσεων. Εκεί ο άγιος Γρηγόριος είπε τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους κατά των αρειανών και των μακεδονιανών. Αρειανοί ήσαν οι οπαδοί του Αρείου, που αρνιούνταν τη θεότητα του Ιησού Χριστού, και μακεδονιανοί οι οπαδοί του Μακεδονίου, που αρνιούνταν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος.


Στα 381 έγινε στην Κωνσταντινούπολη η δεύτερη οικουμενική Σύνοδος, η οποία σύνταξε τα πέντε τελευ­ταία άρθρα του Συμβόλου της πίστεως· το όγδοο άρθρο, «Και εις το Πνεύμα το Άγιον…», είναι η διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Η Σύνοδος, όταν τότε χήρεψε ο αρχιεπισκοπικός θρόνος της Κωνσταντι­νούπολης, εξέλεξε αρχιεπίσκοπο τον άγιο Γρηγόριο. Έτσι, όταν ύστερα απέθανε ο Πρόεδρος της Συνόδου άγιος Μελέτιος αρχιεπίσκοπος Αντιόχειας, Πρόεδρος της Συνόδου έγινε ο άγιος Γρηγόριος. Επειδή όμως αρ­γότερα ακούστηκαν διαμαρτυρίες και αμφισβητήσεις και μάλιστα από τους επισκόπους της Μακεδονίας, που ήλθαν καθυστερημένοι στη Σύνοδο, ο άγιος Γρηγόριος παραιτήθηκε κι από αρχιεπίσκοπος κι από Πρόεδρος της Συνόδου κι έφυγε στην Καππαδοκία.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος άφησε στην Εκ­κλησία, εκτός από τον άγιο βίο του και σπουδαίο συγ­γραφικό έργο. Περίφημος είναι ο Συντακτήριος λόγος, με τον οποίο, όταν παραιτήθηκε, αποχαιρέτησε τη Σύνο­δο και τους χριστιανούς της Αρχιεπισκοπής. Όταν, με­τά την παραίτησή του, ο άγιος Γρηγόριος κατέβηκε στην Καππαδοκία, ο Μέγας Βασίλειος είχε αποθάνει πριν δύο χρόνια. Τότε έγραψε και είπε τον επίσης περίφημο επιτάφιο λόγο στο Μέγα Βασίλειο. Ο άγιος Γρηγόριος έζησε ακόμα οκτώ χρόνια και απέθανε στα 389 σε ηλι­κία 60 ετών. Ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός είναι πραγματικά ο Θεολόγος Πατέρας της Εκκλησίας· ιε­ρουργός του λόγου και των θείων Μυστηρίων, που αποχαιρέτιζε τη δεύτερη οικουμενική Σύνοδο κι έλεγε- «Καθαράν και ακίβδηλον την ιερωσύνην εφύλαξα». Αμήν.



(Μητροπ. Κοζάνης +Διονυσίου, Εικόνες Έμψυχοι, εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 329-331).
 
 
 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου