ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

6 Απριλίου , Ε΄ Κυριακή των Νηστειών μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και του Αγίου Ευτυχίου , πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως


Ευαγγελικό ανάγνωσμα Ε΄ Κυριακής των Νηστειών 


Εν ταῖς ημέραις ἐκεῖναις, ἦσαν οἱ μαθηταί ἐν τῇ ὁδῷ ἀναβαίνοντες εἰς Ἱεροσόλυμα· καὶ ἦν προάγων αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐθαμβοῦντο, καὶ ἀκολουθοῦντες ἐφοβοῦντο. Καὶ παραλαβὼν πάλιν τοὺς δώδεκα ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν, ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν; Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· Τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται. Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου. Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοῖς· οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.

Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Τις ημέρες ἐκείνες, ἀνέβαιναν οἱ μαθητές τὸν δρόμο πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐβάδιζε πρὶν ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἦσαν κατάπληκτοι, ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἀκολουθοῦσαν ἐφοβοῦντο. Καὶ ἐπῆρε πάλιν κατὰ μέρος τοὺς δώδεκα καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς λέγῃ τὰ μέλλοντα νὰ τοῦ συμβοῦν, ὅτι, «Ἰδού, ἀναβαίνομεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθῇ εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ θὰ τὸν καταδικάσουν εἰς θάνατον καὶ θὰ τὸν παραδώσουν εἰς τοὺς ἐθνικούς. Θὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ θὰ τὸν μαστιγώσουν, θὰ τὸν φτύσουν καὶ θὰ τὸν θανατώσουν καὶ τὴν Τρίτη ἡμέραν θὰ ἀναστηθῇ».
Καὶ τὸν πλησιάζουν ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τοῦ λέγουν, «Διδάσκαλε, θέλομεν ἐκεῖνο, ποὺ θὰ σοῦ ζητήσωμεν, νὰ μᾶς τὸ κάνῃς». Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε, «Τί θέλετε νὰ σᾶς κάνω;». Ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν, «Δός μας νὰ καθήσωμεν ὁ ἕνας εἰς τὰ δεξιά σου καὶ ὁ ἄλλος εἰς τὰ ἀριστερά σου ὅταν ἔλθῃ ἡ ἡμέρα τῆς δόξης σου». Ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. Μπορεῖτε νὰ πιῆτε τὸ ποτῆρι, ποὺ ἐγὼ πίνω καὶ νὰ βαπτισθῆτε τὸ βάπτισμα, ποὺ ἐγὼ βαπτίζομαι;». Ἐκεῖνοι εἶπαν, «Μποροῦμε». Ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Τὸ ποτῆρι, ποὺ ἐγὼ θὰ πιῶ, θὰ τὸ πιῆτε καὶ θὰ βαπτισθῆτε τὸ βάπτισμα, τὸ ὁποῖον ἐγὼ βαπτίζομαι. Τὸ νὰ σᾶς βάλω ὅμως νὰ καθήσετε εἰς τὰ δεξιά μου ἢ εἰς τὰ ἀριστερά, δὲν εἶναι δικαίωμά μου νὰ τὸ δώσω ἀλλ’ εἶναι δι’ ἐκείνους, διὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἐτοιμασθῆ». Καὶ ὅταν οἱ δέκα τὸ ἄκουσαν, ἄρχισαν νὰ ἀγανακτοῦν ἐναντίον τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννου. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς ἐκάλεσε καὶ τοὺς λέγει, «Ξέρετε ὄτι ἐκεῖνοι ποὺ θεωροῦνται ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν, τὰ καταδυναστεύουν, καὶ οἱ μεγάλοι ἄνδρες τους τὰ καταπιέζουν. Μεταξύ σας ὅμως δὲν θὰ συμβαίνῃ τὸ ἴδιο. Ἀλλ’ ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ γίνῃ μεγάλος μεταξύ σας, θὰ εἶναι ὑπηρέτης σας, καὶ ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εἶναι μεταξύ σας πρῶτος, θὰ εἶναι δοῦλος ὅλων. Διότι καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦλθε νὰ ὑπηρετηθῇ ἀλλὰ νὰ ὑπηρετήσῃ καὶ νὰ δώσῃ τὴν ζωήν του λύτρον διὰ πολλούς».





Ε΄ Κυριακή των Νηστειών - Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας - Πορεία προς το Πάθος


Πορεία προς το Πάθος - “Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα”
Πλησιάζουμε προς το τέλος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και το Ευαγγέλιο της ημέρας κάνει αναφορά στα Πάθη. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός αναγγέλλει ότι “ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και ο Υιός του ανθρώπου παραδοθήσεται τοις αρχιερεύσιν και γραμματεύσι, και κατακρινούσιν Αυτόν θανάτω”. Προετοιμαζόμενος κατά το Τριώδιο ο νους, η ψυχή και η καρδιά για την όσο το δυνατό καλύτερη προπαρασκευή των πιστών για άξιο εορτασμό των Παθών και της Αναστάσεως του Κυρίου μας, μεταξύ άλλων το ευαγγελικό ανάγνωσμα μας ενημερώνει για την “σφαγήν την άδικον,” διαφυλάσσοντάς μας έτσι από τυχόν αισθήματα απαισιοδοξίας. Τονίζεται ταυτόχρονα ότι “ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθεν διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών”.
Το “ποτήριον”
Στο ευαγγέλιο ακούγεται καθαρά πλέον η προφητεία του Πάθους του Υιού του Θεού που πλησιάζει. “Ήρξατο αυτοίς λέγειν τα μέλλοντα αυτώ συμβαίνειν”. Λίγος μόνο χρόνος μένει που θα είναι ο Κύριος μαζί με τους μαθητές του και πρέπει να τους μιλήσει και να τους προετοιμάσει για πολλά ακόμα. Κάνει ειδικότερα λόγο για το “ποτήριον” που μέλλει να πιεί. “Δύνασθαι πιείν το ποτήριον, ό εγώ πίνω;” ερωτά ο Κύριος του αποστόλους. Το “ποτήριον” του σημερινού ευαγγελίου μας υπενθυμίζει σαφώς την προσευχή του Κυρίου στη Γεθσημανή και το μελλούμενο Πάθος.
Ωστόσο, οι απόστολοι “σάρκα φρονούντες και κόσμον οικούντες” δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν ακόμα τους λόγους του Θεανθρώπου. Αντίθετα φιλονικούσαν για τις πρωτοκαθεδρίες και “ήρξαντο αγανακτείν” τόσον, που ο Χριστός τους είπε: “Ουκ οίδατε τι αιτείσθαι. Ος εάν θέλει υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων διάκονος”. Αυτή είναι η νέα τάξη πραγμάτων που εγκαινιάζει ο Σωτήρας μας με λόγια και με έργα. “Ουκ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι”.




Η Μαρία η Αιγυπτία

Σήμερα η Εκκλησία μας τιμά και την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, η οποία αφού ελάμπρυνε την έρημο για σαρανταεπτά ολόκληρα χρόνια με την κατά Χριστόν άσκηση, μας κατέλιπε λαμπρό παράδειγμα μετάνοιας και επιστροφής στο Θεό. Έτσι όλα τα αναγινωσκόμενα και ψαλλόμενα του Τριωδίου βρίσκονται σε πλήρη σύνθεση και αρμονία με τα εορταζόμενα κατά τη διάρκεια του πρόσωπα, η αγία βιωτή των οποίων με τα συναξάρια και τα τροπάρια καθοδηγεί τους πιστούς στον αγιασμό και τη θέωση. Εις το συναξάριο της ημέρας διαβάζομεν: “Της Οσίας ταύτης η μνήμη τελείται μεν κατά την πρώτην Απριλίου, ετάχθη δε η αυτή και σήμερον, εγγίζοντος ήδη του τέλους της Αγίας Τεσσαρακοστής, προς διέγερσιν των ραθύμων και αμαρτωλών εις μετάνοιαν, εχόντων υπόδειγμα την εορταζομένην Αγίαν”.
Αγαπητοί αδελφοί, ο Κύριος μιλά στους μαθητές για το Πάθος Του, αλλά καλεί και όλους εμάς να ετοιμαστούμε κατάλληλα για να συνοδοιπορήσουμε μαζί Του και να Τον ακολουθήσουμε στη σταυρική του θυσία. Μια συνοδοιπορία που θα μας καταξιώσει να Τον συναντήσουμε Αναστημένο. Σ΄ αυτή την πορεία προβάλλει ως παράδειγμα και η ζωή της Μαρίας της Αιγυπτίας, η οποία με την μετάνοια και την επιστροφή της στο Θεό αποτελεί δείκτη και για τη δική μας ζωή.

Εκκλησία Κύπρου - Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.




Άγιος Ευτύχιος πατριάρχης Κωνσταντινούπολης


AgiosEftixios01
Εὐτύχιον θανόντα τιμῶν τοῖς λόγοις,
Ἐμαυτὸν αὐτὸς εὐτυχέστατον κρίνω.
Ψυχῇ Εὐτυχίοιο πύλῃ πόλου οἴγεται ἕκτῃ.

Βιογραφία

Ο Άγιος Ευτύχιος γεννήθηκε το έτος 512 μ.Χ. και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’ του Μεγάλου. Καταγόταν από την πόλη Θεία Κώμη της Φρυγίας και ήταν υιός του Αλεξάνδρου, σχολαρίου υπό τον στρατηγό Βελισσάριο και της Συνεσίας.
Διδάχθηκε το ιερό Ευαγγέλιο και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον ιερέα Ησύχιο, ο οποίος ήταν παππούς του και λειτουργούσε στην Εκκλησία της Αυγουστοπόλεως. Σύμφωνα με το Συναξάρι ο Ησύχιος είχε το οφφίκιο του σκευοφύλακος και λόγω της αγιότητας του βίου του είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας.
Ο Άγιος χειροτονήθηκε αναγνώστης από τον τότε Επίσκοπο Αμασείας στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Ουρβικίου. Στην συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και εισήλθε σε μονή της Αμασείας, που είχε ιδρυθεί από τους Αρχιερείς Μελέτιο και Σέλευκο, της οποία αργότερα ανεδείχθη και ηγούμενος.
Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν ειρηνικά για την Εκκλησία, λόγω των αιρετικών δοξασιών που δίδασκαν νέοι Ωριγενιστές και κρυπτομονοφυσίτες. Οι έριδες των μοναχών της Παλαιστίνης περί του Ωριγένους αποτελούν την Τρίτη και τελευταία φάση των ωριγενιστικών ερίδων.
Προοίμιο αυτών υπήρξε η κατά το έτος 507 μ.Χ. διάσταση λογίων μοναχών της Μεγάλης Λαύρας προς τον ηγούμενο αυτής, τον Όσιο Σάββα τον Ηγιασμένο, που έφυγαν από την Λαύρα και ίδρυσαν περί το 514 μ.Χ. τη Νέα Λαύρα, η οποία κατέστη κέντρο του ωριγενισμού. Οι αντιωριγενιστές μοναχοί έκαναν έκκληση προς τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό να καταδικάσει τον Ωριγένη. Την αίτηση αυτή υποστήριξε ο Πατριάρχης Μηνάς.
Έτσι, το έτος 543 μ.Χ., συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη Ενδημούσα Σύνοδος, ύστερα από πρόσκληση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, με σκοπό την ειρήνευση της Εκκλησίας και την καταδίκη των αιρετικών. Διά διατάγματος που εκδόθηκε το έτος 543 μ.Χ. ο Ιουστινιανός εστράφη κατά των αιρετικών. Καταδίκασε τις κακοδοξίες του Ωριγένους, θεώρησε τα συγγράμματα αυτού κακόδοξα και καταδίκασε αυτό το πρόσωπο του Ωριγένους. Διά τρίτου διατάγματος ο Ιουστινιανός, το έτος 544 μ.Χ., καταδίκασε τα «Τρία Κεφάλαια», δηλαδή α) τον Θεόδωρο Μοψουεστίας και τα αιρετικά του συγγράμματα, β) τα κατά του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου και υπέρ του Νεστορίου συγγράμματα του Θεοδωρήτου Κύρου και γ) την επιστολή του Ίβα Εδέσσης προς τον Πέρση Μάρη.
Όταν το έτος 552 μ.Χ. κοιμήθηκε ο Πατριάρχης Μηνάς, ο Άγιος Ευτύχιος ήλθε από την Αμάσεια στη Βασιλεύουσα και εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Οι ταραχές όμως των αιρετικών συνεχίζονταν και ταλάνιζαν την Εκκλησία. Η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 553 μ.Χ. υπό την προεδρία του Αγίου Ευτυχίου, επικύρωσε την απόφαση της Ενδημούσης Συνόδου και προέβη στην καταδίκαση των «Τριών Κεφαλάιων». Ο σκοπός όμως της καταδίκης των «Τριών Κεφαλαίων» δεν επετεύχθη, διότι οι μονοφυσίτες ενέμεναν στην απόσχιση και στις αιρετικές δοξασίες τους. Ένεκα τούτου ο Ιουστινιανός το έτος 564 μ.Χ. εξέδωσε διάταγμα, διά του οποίου επέβαλε τον αφθαρτοδοκητισμό. Η διδασκαλία αυτή είχε διατυπωθεί από τον καταφυγόντα στην Αίγυπτο μονοφυσίτη Επίσκοπο Αλικαρνασσού Ιουλιανό. Συγκεκριμένα ο Ιουλιανός δίδασκε ότι το Σώμα του Χριστού, ήδη από της συλλήψεως και γεννήσεως Αυτού, απηλλάγη της φθοράς και επομένως των φυσικών αναγκών (πείνας, δίψας, καμάτου, ιδρώτος, δακρύων κ.τ.λ) – των λεγομένων «αδιαβλήτων παθών» – και μόνο «κατ’ οικονομίαν» και «κατά χάριν» φαινόταν υποκείμενο σε αυτά. Ο Άγιος Ευτύχιος και οι λοιποί Πατριάρχες της Ανατολής, προς τους οποίου απευθύνθηκε, δεν δέχθηκαν το δυσσεβές διάταγμα. Γι’ αυτό τον λόγο ο Άγιος, το έτος 565 μ.Χ., καθαιρέθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο υπό Συνόδου ερήμην, αφού αρνήθηκε να παρουσιασθεί και εξορίσθηκε αρχικά στην Πρίγκηπο. Στο Συναξάρι του αναφέρεται ότι μετά κατέφυγε σε μοναστήρι της Αμασείας στο οποίο ζούσε ασκητικά και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα.
Μετά από δώδεκα χρόνια εξορίας, ο αυτοκράτορας Ιουστίνος ο Β’, το έτος 577 μ.Χ., αποθανόντος του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Γ’, επανέφερε με τιμή και δόξα τον Άγιο στον πατριαρχικό θρόνο. Κατά την δεύτερη πατριαρχία του ο Άγιος με την προσευχή του έσωσε τον λαό που μαστιζόταν από θανατηφόρα επιδημία. Το ορθόδοξο φρόνημά του και ο αγώνας του για την ακεραιότητα της πίστεως τον οδήγησαν σε αντίθεση με τον αποκρισάριο της Ρώμης Γρηγόριο, τον μετέπειτα Πάπα, λόγω των δοξασιών του περί αναστάσεως σαρκός.
Ο Άγιος Ευτύχιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 582 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε στο θυσιαστήριο των Αγίων Αποστόλων, μετά την κρηπίδα της Αγίας Τραπέζης, όπου κατέκειντο και τα ιερά λείψανα Ανδρέου, Τιμοθέου και Λουκά των Αποστόλων.
Σώζονται αποσπάσματα του έργου αυτού «Περὶ Εὐχαριστίας», «Ἐπιστολὴ πρὸς Πάπαν Βιγίλιον περὶ τῶν Τριῶν Κεφαλαίων» και «Συνοδικὴ Ἐπιστολή». Τρία άλλα έργα του χάθηκαν, ήτοι το «Περὶ ἀναστάσεως σαρκός», το «Κατὰ Ἀφθαρτοδοκητῶν» και το «Κατὰ τῆς μονοφυσιτικῆς διασκευῆς τοῦ Τρισαγίου». Τον Βίο του Αγίου συνέταξε ο μαθητής του Ευστράτιος.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Εὐτύχιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίον οὐράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεῦος ἐπάξιον, ὤφθης τῆς χάριτος, λόγω καὶ πράξει βέβαιων, τὴν θείαν σοὶ χορηγίαν ὅθεν ἱεράτευσας, ἰσαγγέλως τῷ Κτίσαντι, ἔνδοξε Εὐτύχιε, Ἐκκλησίας ὡράισμα, ἣν φύλαττε ταὶς σαὶς προστασίαις, πάσης ἀνάγκης ἀνωτέραν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐκληρίας χάριτας Θεοδωρήτου, ἱερέ Εὐτύχιε, ἀναβλυστάνεις δαψιλῶς, τοῖς ἐν αἰνέσει κραυγάζουσι· Χαίροις Πατέρων φαιδρόν ἀγαλλίαμα.



0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου