ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

1 Μαρτίου Κυριακή της Ορθοδοξίας και μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος Ευδοκίας της από Σαμαρειτών

0 σχόλια

 

Την Α' Κυριακή της Μ.Τεσσαρακοστής ( Κυριακή της Ορθοδοξίας ) εορτάζουμε το γεγονός της Αναστηλώσεως των Αγίων και Ιερών Εικόνων.

 

 


Ευαγγέλιο Κυριακής: Ιωάν. α’ 44-52


44 Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ  Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως  Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. 46 εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν,  Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ  Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε. 48 εἶδεν ὁ  Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς  Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη  Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50 ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ  Ἰσραήλ. 51 ἀπεκρίθη  Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει. 52 καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.
  Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

44 Την άλλην ημέραν απεφάσισεν ο Χριστός να αναχωρήση από την Ιουδαίαν δια την Γαλιλαίαν. Ευρίσκει τον Φιλιππον (μαθητήν και αυτός του Βαπτιστού, από τον οποίον πολλά είχε ακούσει περί του Μεσσίου) και του λέγει· “έλα κοντά μου”. 45 Ο δε Φιλιππος κατήγετο από την Βηθσαϊδά, από την πατρίδα του Ανδρέου και του Πετρου. 46 Ευρίσκει ο Φιλιππος τον Ναθαναήλ και του λέγει· “αυτόν που έγραψε ο Μωϋσής στον Νομον και προανήγγειλαν οι προφήται εις τα προφητικά των βιβλία τον ευρήκαμεν· είναι ο Ιησούς, ο υιός του Ιωσήφ, από την Ναζαρέτ”. 47 Ο Ναθαναήλ όμως είπεν εις αυτόν· “από την Ναζαρέτ είναι δυνατόν να βγη κάτι καλόν;” Λεγει εις αυτόν ο Φιλιππος· “έλα και ιδέ μόνος σου, δια να πεισθής”. 48 Είδεν ο Ιησούς τον Ναθαναήλ να έρχεται προς αυτόν και λέγει περί αυτού· “ιδού ένας γνήσιος Ισραηλίτης, στον οποίον δεν υπάρχει πονηρία”. 49 Λεγει εις αυτόν ο Ναθαναήλ· “από που με γνωρίζεις;” Απήντησεν ο Ιησούς και του είπε· “προτού σε φωνάξη ο Φιλιππος, όταν ήσουνα κάτω από την συκήν, μακρυά από κάθε ανθρώπινον μάτι, εγώ σε είδα”. 50 Απεκρίθη τότε ο Ναθαναήλ και του είπε· “Διδάσκαλε, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο Βασιλεύς του Ισραήλ, τον οποίον, σύμφωνα με τις προφητείες, επεριμέναμεν”. 51 Του απήντησεν δε ο Ιησούς· “Διότι σου είπα ότι σε είδα κάτω από την συκήν, πιστεύεις; Θα ίδης ακόμη μεγαλύτερα από αυτά”. 52 Και εν συνεχεία λέγει προς αυτόν, ώστε να ακούσουν και οι άλλοι μαθηταί· “σας διαβεβαιώνω, ότι από τώρα θα ίδετε ανοικτόν τον ουρανόν και τους αγγέλους του Θεού ν' ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν, να συνοδεύουν και να υπηρετούν τον υιόν του ανθρώπου (ο οποίος ως Θεός είναι κύριος και των αγγέλων)”.

  



Κυριακή της Ορθοδοξίας σήμερα και το ιερό Ευαγγέλιο εκφράζει πολύ χαρακτηριστικά το νόημα και την εμπειρία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, που είναι η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία.

Η εμπειρία της εν Χριστώ ζωής

Κάποια ημέρα ο Κύριος, αφού είχε ήδη καλέσει στο αποστολικό αξίωμα τους δυο πρώτους μαθητές του, τον Ανδρέα και τον Πέτρο, βρίσκει τον Φίλιππο, που καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου, και του λέει: Ακολούθησέ με. Ο Φίλιππος, γοητευμένος από την πρώτη αυτή επικοινωνία του με τον Κύριο, δεν μπορεί να κρατήσει τη χαρά της εμπειρίας του αυτής μόνο για τον εαυτό του. Τρέχει λοιπόν στο φίλο Ναθαναήλ και του λέει με ενθουσιασμό: Βρήκαμε Εκείνον για τον Οποίον έγραψε ο Μωυσής και προανήγγειλαν οι προφήτες. Είναι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ. Αλλά ο Ναθαναήλ απορεί: Είναι δυνατόν από το κακόφημο αυτό χωριό να βγει κάτι καλό; Και ο Φίλιππος του απαντά: Έλα και, όταν Τον δεις, θα πεισθείς!
Πώς όμως ο Φίλιππος ήταν τόσο βέβαιος ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας; Πώς πείσθηκε μέσα από μία σύντομη γνωριμία γι’ αυτό; Τι είδε μέσα σε λίγες ώρες ο Φίλιππος; Θαύματα εντυπωσιακά δεν είδε. Τι ήταν λοιπόν αυτό που είδε;
Ο Φίλιππος είδε το ακτινοβόλο πρόσωπο του Κυρίου, που τον ενέπνευσε. Και μόνο η θέα του προσώπου του αρκούσε για να πιστεύσει. Και μόνο η ακοή των θαυμαστών λόγων του αρκούσε για να κατανοήσει ότι Αυτός ήταν η προσδοκία της καρδιάς του. Βλέποντας τον Ιησού Χριστό αισθάνθηκε ότι κάτι το διαφορετικό είχε, κάτι ανώτερο έκρυβε. Αισθάνθηκε την αγιότητά του, τη χάρη του. Καθώς Τον άκουγε να του μιλά, κατανοούσε ότι ποτέ άλλοτε δεν του είχε μιλήσει κανείς με τόση σοφία. Η φωνή του Κυρίου θέρμαινε το εσωτερικό του και δημιουργούσε μέσα στην ψυχή του ιερά συναισθήματα, μια συγκίνηση μοναδική, μια αγάπη πρωτόγνωρη, μια πίστη δυνατή. Γι’ αυτό και αμέσως μόλις φλογίσθηκε η καρδιά του από την αγάπη προς τον Κύριο, θέλησε αυτή την εμπειρία να τη μεταλαμπαδεύσει στον φίλο του.
Έτσι συμβαίνει πάντοτε μέσα στην αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία. Όσοι πιστοί έχουμε αποκτήσει πείρα της χάριτος και της γλυκύτητος του Ιησού, όπως τη νιώθουμε μέσα στα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, δεν μπορούμε να αγαπήσουμε τίποτε άλλο περισσότερο από τον Ιησού Χριστό. Διότι όταν η ψυχή μας ανάψει από τη φλόγα της αγάπης προς τον Κύριο, από την εμπειρία της μυστηριακής κοινωνίας μαζί του, τότε αυτή τη χαρά δεν αντέχουμε να την κρατήσουμε μόνο για μας, θέλουμε να κάνουμε κι άλλους κοινωνούς της ευτυχίας μας. Όσοι έχουμε γευθεί μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας την αγάπη του Χριστού να πλημμυρίζει τη ζωή μας, δεν μπορούμε παρά να φωνάξουμε παντού γύρω μας: δεν υπάρχει πουθενά αλλού η σωτηρία παρά μόνο στη μοναδική Εκκλησία, στην εμπειρία της Ορθοδόξου εν Χριστώ ζωής.

Είναι ανοιχτοί οι ουρανοί

Καθώς λοιπόν είδε ο Κύριος τον Ναθαναήλ να έρχεται προς Αυτόν, λέει: Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, ο οποίος δεν έχει πονηριά μέσα του. Ο Ναθαναήλ απορεί: Πού με γνωρίζεις, Κύριε; Και ο Χριστός του απαντά: Πριν σε φωνάξει ο Φίλιππος, σε είδα εκεί κάτι από τη συκιά. Τότε ο Ναθαναήλ σε μία έκρηξη θαυμασμού του λέει: Διδάσκαλε, πράγματι, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, ο βασιλιάς του Ισραήλ που περιμέναμε.
Πιστεύεις, επειδή σου είπα ότι σε είδα κάτω από τη συκιά; του αποκρίνεται ο Ιησούς. Θα δεις και πιο θαυμαστά πράγματα. Σας διαβεβαιώνω ότι από τώρα που κατά τη βάπτισή μου άνοιξαν οι ουρανοί, θα τους δείτε κι εσείς ανοιγμένους και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν στον Υιό του Θεού για να υπηρετούν Αυτόν και την Εκκλησία του.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Αυτά ακριβώς τα τελευταία λόγια του Κυρίου μας εκφράζουν επιγραμματικά το βαθύτερο νόημα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Διότι τι είναι η Ορθοδοξία μας; Δεν είναι μόνο η αληθινή πίστη, αλλά είναι η μοναδική δυνατή εμπειρία της αγιότητας, είναι οι ανοικτοί ουρανοί στον δρόμο προς τη θέωση.
Διότι μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία κάθε πιστός μπορεί να έχει αυτή την εμπειρία των ανοικτών ουρανών. Αυτούς τους ουρανούς τους άνοιξε ο Κύριος με την ενανθρώπησή του, το κοσμοσωτήριο έργο του, το πάθος του, την Ανάσταση και την Ανάληψή του. Αλλά αυτόν ακριβώς τον δρόμο της θεώσεως μπορεί να τον βαδίσει πλέον και κάθε άνθρωπος μόνο μέσα στη μία αληθινή Εκκλησία του Χριστού, την Ορθόδοξη. Μόνο μέσα στην Ορθοδοξία μπορούν οι πιστοί να δέχονται τη Χάρη του Χριστού, να κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του, να επικοινωνούν με τους αγίους και τους αγγέλους, να προσεγγίζουν τον ίδιο τον Θεό.
Μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία πιστά μέλη κι εμείς, ας ζούμε καθημερινά τους ανοικτούς ουρανούς. Και ας διατρανώνουμε το μυστήριο που ζούμε: ότι μόνο στην Ορθοδοξία υπάρχει ο δρόμος προς τον ουρανό, υπάρχει η χάρις, η εμπειρία, η κοινωνία, η θέωση.
 

 Α΄ Κυριακή των Νηστειών , Κυριακή της Ορθοδοξίας
 









Ἡ πρώτη Κυριακή τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι ἀφιερωμένη στή νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῆς εἰκονομαχίας καί ὅλων τῶν αἱρέσεων. Πρίν ἀπό δώδεκα αἰώνες ἐπί ἑκατό χρόνια ἀναστατώθηκε ἡ χριστιανοσύνη γιά τό ζήτημα τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ἡ ἀφορμή καί τό πρόσχημα ἦταν ἡ προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἡ αἵρεση ὅμως εἶχε βαθύτερες ρίζες, κι ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἦταν μιά «ἀθεώτατη μεταστοιχείωσις τῶν ἁπάντων», ἀπέβλεπε δηλαδή σέ μιά γενική ἀνατροπή τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν μιά ἀτυχής ἀνάμιξη τοῦ Κράτους στά πράγματα τῆς Ἐκκλησίας, σάν ἐκεῖνες πού πολλές φορές δυστυχῶς ἔγιναν στήν Ἱστορία, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων πάντα ἡ Ἐκκλησία ἐπλήρωσε ξένες ἁμαρτίες. Ἡ εἰκονομαχία, ἦταν μιά ἀπό τίς πιό δραματικές περιπέτειες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν τό Κράτος ἦλθε σέ σύγκρουση μαζί της. Φανερά μέν ἦταν τό ζήτημα τῶν εἰκόνων, στήν οὐσία ὅμως, γιατί τό Κράτος ἤθελε μιά ριζικώτερη ἀλλαγή καί μεταρρύθμιση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Στό τέλος νίκησε πάλι ἡ Ἐκκλησία καί ἐπικράτησε ἡ ορθή πίστη˙ γιατί πάντα ἡ Ἐκκλησία νικᾶ, ὅταν ἀγωνίζεται γιάτά δίκαια τοῦ Θεοῦ. Σ’ ἐκείνη λοιπόν τή νίκη καί γενικά στούς ἀγώνες καί στό θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἀφιερωμένη ἡ σημερινή ἑορτή.



Ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι ἡ πολύτιμη κληρονομιά τῶν Πατέρων μας. Γι’ αὐτό πρέπει νά τό ἔχωμε καύχηση πώς εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί καί νά τό θεωροῦμε ἱερώτατο χρέος μας νά φυλᾶμε καί νά ὑπερασπίζουμε τήν Ὀρθοδοξία μας.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστόςτό εἶπε καθαρά στούς Ἀποστόλους, ὅτι «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν». Οἱ καλύτερες καί οἱ ἐνδοξότερες ἡμέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ ἡμέρες τῶν διωγμῶν. Τό ὀδυνηρό στόν καιρό μας εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν διώκεται ἀπό τήν εἰδωλολατρεία, ἀλλά ἀπό τούς ἴδιους τούς χριστιανούς. Οἱ Χριστιανικοί λαοί, σάν καί νά κουράστηκαν νά σηκώνουν τό σταυρό τοῦ Κυρίου, πού στ’ ἀλήθεια δέν τόν σήκωσαν ποτέ, βιάζονται νά ξαναγυρίσουν στήν εἰδωλολατρεία. Οἱ σημερινοί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ξένοι, εἶναι δικοί της ἄνθρωποι καί βαπτισμένοι χριστιανοί. Αὐτή εἶναι ἡ σύχγρονη δραματική περιπέτεια τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι βρίσκεται ἀντιμέτωπη σέ μιά νέα ἐσωτερική εἰκονοκλαστική ἐξέγερση.



Ὅταν ἐδῶ λέμε Ἐκκλησία, ἐννοοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι «ἡ μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία»˙ αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς ἀποστολικῆς καί πατερικῆς παράδοσης, αὐτή εἶναι ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας μας. Εἶναι γνωστά τά λόγια τοῦ Συνοδικοῦ, πού διαβαζέται σήμερα στη Λιτανεία˙ «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίσις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξε». Καί εἶναι γνωστό στήν Ἱστορία πώς ἡ Ὀρθοδοξία στήριξε τήν Οἰκουμένη, ὅσο κι ἄν αὐτό ἀμφισβητήθηκε πρῶτ’ ἀπό του ξένους κι ὕστερα κι ἀπό μᾶς τούς ἴδιους, πού εἶναι ἀλήθεια πώς ἄρχισε νά μᾶς βαραίνει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ Οἰκουμένη, γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ τό Συνοδικό, εἶναι ὁ τότε πολιτισμένος κόσμος, ὁ πρίν ἀπό τό σχίσμα χριστιανικός κόσμος, πού συμπίπτει σχεδόν μέ τή Βυζαντινή αὐτοκρατορία. Πῶς μποροῦμε νά ἀρνηθοῦμε τήν ἐθνική μας Ἱστορία; Πῶς μποροῦμε νά ἀμφισβητήσουμε τό σπουδαῖο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στή διάσωση καί τήν ἀναβίωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ;



Εἶναι ἀρχαῖο ἀξίωμα τῶν ἱερῶν Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει ὀρθή πίστη καί δέν ὑπάρχει σωτηρία. Ὅποιος θέλει νά εἶναι χριστιανός πρέπει νά ἀνήκη στήν Ἐκκλησία, κι ὅποιος θέλει τή σωτηρία του πρέπει νά ξέρη πώς μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία σώζεται. Χριστιανός θά πῆ ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι πολλοί πού στά χαρτιά λέγονται χριστιανοί ὀρθόδοξοι, ἀλλά τήν Ἐκκλησία δέν τήν ξέρουν, γιατί θαρροῦν πώς δέν τούς χρειάζεται.

Πιστεύουν πώς ἀρκεῖ νά εἶναι καλοί ἄνθρωποι καί πείθουν τόν ἑαυτό τους πώς πραγματικά εἶναι καλοί. Τό Χριστιανός ὅμως δέν τούς λέγει τίποτε οὔτε τό καταλαβαίνουν, φτάνει ὅμως πού πιστεύουν πώς εἶναι καλοί ἄνθρωποι, ἀφοῦ καί οἱ ἄλλοι τούς βλέπουν γιά καλούς ἀνθρώπους.

Οἱ χριστιανοί, πού μπορεῖ καί νά μήν εἶναι ἀπό τούς λεγόμενους καλούς ἀνθρώπους, εἶναι καί μένουν μέσα στήν Ἐκκλησία καί παλέβουνε νά γίνουν καλοί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι φτιάχνονται στήν Ἐκκλησία, μέ τόν δικό τους πνευματικό ἀγώνα καί μέ τή θεία χάρη, πού ἀναπληρώνει τά ἐλλείποντα καί θεραπεύει τά ἀσθενῆ.

Ὁ κόσμος πραγματικά καλυτερεύει, ὅταν μέσα μας ριζώνη ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἑδραιώνεται ἡ ἀληθινή πίστη. Γιατί ἡ πίστη δέν εἶναι μιά θεωρητική γνώμη, ἀλλά ἡ δύναμη μέσα μας, πού μᾶς φτερώνει καί μᾶς ἀναβάζει στόν οὐρανό.



Ἑορτάζοντας καί σήμερα τή νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῆς εἰκονομαχίας καί ὅλων τῶν αἱρεσέων, εὔκαιρο εἶναι νά δώσουμε ἄλλη μιά φορά καί νά ἀνανεώσουμε τήν παλαιά ὑπόσχεση˙ Δέν θά σέ ἀπαρνηθοῦμε, ἀγαπητή μας Ὀρθοδοξία˙ δέν θά σέ ψευτίσουμε, ἱερή καί σεβαστή κληρονομιά τῶν πατέρων μας˙ «Οὐκ ἀπαρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία˙ οὐ ψευσόμεθά σε, πατροπαράδοτον σέβας», ὅπως ἐκφώνησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός.

 

 

 

Αγία Οσιομάρτυς Ευδοκία: η αγία της μεγάλης μετάνοιας



Κατά τους χρόνους του βασιλιά Τραϊανού (98-117 μ.Χ.), έζησε στην Ηλιούπολη, στην επαρχία της Λιβανησίας της Φοινίκης, η Ευδοκία, Σαμαρείτιδα κατά το γένος. Ήταν πάρα πολύ όμορφη, γι’ αυτό κιόλας το λόγο, εξέκλινε από μικρή στην πορνεία, γιατί πολλές φορές είναι δύσκολο να συμβαδίζει η ομορφιά του σώματος με τη σεμνότητα. Κάθε ημέρα, την επισκέπτονταν πάρα πολλοί για να εκτελέσουν την επιθυμία τους, και όχι μόνο από εκείνη τη χώρα, αλλά και από άλλες πολλές, ξοδεύοντας πολλά χρήματα προς χάρη της. Έτσι, η Ευδοκία, είχε συγκεντρώσει άπειρο πλούτο ζώντας αμαρτωλή ζωή και φυσικά δεν φρόντιζε για την μέλλουσα ζωή, ούτε σκεφόταν τι γίνεται μετά τον θάνατο. Επειδή όμως ο καλός βοσκός ψάχνει για το απολωλός πρόβατο, έφθασε και γι’ αυτή ο καιρός της ψυχικής της γιατρειάς με τον εξής τρόπο:
Ένας μοναχός ευσεβής, πηγαίνοντας προς την πατρίδα του, έμεινε σε κάποιο σπίτι κοντά στης Ευδοκίας. Κάνοντας λοιπόν την καθημερινή του βραδυνή μελέτη, και διαβάζοντας τα σχετικά με την Κρίση, την κόλαση των αμαρτωλών, και την ανταπόδωση των δικαίων, έτυχε και τα άκουσε η Ευδοκία όλα τη νύχτα, από ένα παράθυρο και τόσο πολύ ηρθε σε κατάνυξη, πού έτρεχαν σαν ποτάμι τα δάκρυά της, σκεπτόμενη τις αμαρτίες της. Όταν ξημέρωσε, προσκάλεσε τον μοναχό να της εξηγήσει όλα αυτά τα όποια άκουγε να διαβάζει όλο το βράδυ. Ο μοναχός την παρότρυνε να βαπτιστεί χριστιανή και να σκορπίσει σωστά, εκείνον τον πλούτο τον οποίο κακώς απέκτησε, να τον μοιράσει μετά χαράς σε φτωχούς και τότε ο Πανάγαθος Θεός θα την ανταμείψει, αντί γι’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή, με πλούτο άϋλο και αιώνια ζωή… το μόνο στο οποίο είχε ενδοιασμούς η Αγία είναι στο ότι ηταν πολύ καλομαθημένη, χρειαζόταν κάποιο πνευματικό οδηγό και βασικά ήθελε να βεβαιωθεί για το αν αυτά πού της είπε ο μοναχός ήταν αληθινά. Ο μοναχός τη συμβούλευσε να προσευχηθεί στο Θεό για μία εβδομάδα με νηστεία, για να της δείξει το θέλημά Του. Η Ευδοκία ακολούθησε πιστά τις εντολές του μοναχού. Αφού πέρασε μία εβδομάδα και βγήκε από το κελλί, τη ρώτησε ο μοναχός εάν ο Θεός της έδειξε κάποιο σημείο Του. Αυτή τότε του απάντησε, ότι καθώς προσευχόταν με δάκρυα στα μάτια, ενθυμούμενη τις αμαρτίες της, είδε πριν ξημερώσει, φως τεράστιο πάνω από τον ήλιο και έναν λαμπερό νέο, ο οποίος την άρπαξε και την ανέβασε στον ουρανό. Εκεί είδε άπειρους λευκοφόρους με την ίδια αστραφτερή μορφή, οι οποίοι την υποδέχθηκαν με μεγάλη χαρά. Καθώς έμπαινε σ’ αυτό το απερίγραπτο φως, φάνηκε έξω από την πόρτα ενας μεγάλος και άσχημος γίγαντας, ο οποίος αφού της έτριξε τα δόντια του, φώναζε τόσο δυνατά, ώστε όλος ο τόπος σειόταν. Άρχισε λοιπόν σε κάποια στιγμή να φιλονικεί με τον οδηγό της, τον αρχάγγελο Μιχαήλ και να του λέει ότι εάν σώσει αυτή, η οποία μίανε τόσους ανθρώπους με τις ασωτίες της, θα πρέπει να σωθούν και όλοι αυτοί οι οποίοι έχουν κάνει άσχημες και άδικες πράξεις. Εκείνη τη στιγμή, ακούστηκε γλυκειά φωνή εξ’ ουρανού, η οποία έλεγε: “Έτσι θέλησε ο Θεός για τους υιούς των ανθρώπων, να υποδέχεται τους μετανοημένους σαν εύσπλαχνος πού είναι και να τους οδηγεί στην αιώνιο ζωή. Αυτά είπε ο Άγγελος, την σφράγισε τρεις φορές και έφυγε προς τον ουρανό.

Ο μοναχός αφού άκουσε όλα αυτά τα θαυμαστά, την διαβεβαίωσε ότι αυτό ήταν σημάδι από τον Θεό. Της έδωσε κουράγιο, την προέτρεψε να πενθήσει για τις αμαρτίες της, την βοήθησε να μοιράσει την άπειρη περιουσία της, την έστειλε στον Επίσκοπο της πόλης για να την βαπτίσει και στο τέλος την οδήγησε στο γυναικείο μοναστήρι, το οποίο είχε υπό την επίβλεψή του. Η Ευδοκία αγωνιζόταν τον καλόν αγώνα περισσότερο από τις υπόλοιπες μοναχές. Έτσι, όταν κοιμήθηκε η Γερόντισσα της Μονής, με θεία υπόδειξη, όλες ψήφισαν την Ευδοκία για Γερόντισσα, η οποία με την αγία πολιτεία της είχε υποστεί πραγματικά “θεία αλλοίωση”.Έτσι διήλθε τον επίγειο βίο της, τελώντας άπειρα θαύματα ακόμα και όταν ήταν στη ζωή.
Όταν ηγεμόνας ήταν στην Ηλιούπολη ο Αυρηλιανός κάποιοι από τους παλαιούς εραστές της Ευδοκίας πού άκουσαν ότι πίστεψε στο Χριστό και μονάζει σε μοναστήρι, έστειλαν μια ψευδή αναφορά στον βασιλέα και την κατηγόρησαν, ότι έκλεψε βασιλικά χρήματα και με αυτά χτίζει μοναστήρια στην έρημο. Ο ηγεμόνας τότε κίνησε διωγμό και έστειλε τριακόσιους στρατιώτες μ’ έναν άρχοντα για να την πάρουν από τη Μονή βιαίως μαζί με τα χρήματα. Επί τρία ημερόνυχτα προσπαθούσαν να μπουν στη Μονή, αλλά μία αόρατη δύναμη τους εμπόδιζε και τρεις ημέρες μετά, κάποια αόρατη θανάσιμη πνοή τους εθανάτωσε και ξεψύχησαν όλοι, εκτός από τον άρχοντα και τρεις στρατιώτες, πού έφεραν και το μήνυμα στο βασιλέα για το γεγονός. Τότε, ο ίδιος ο γιος του βασιλιά, κίνησε εναντίον της αγίας, αλλά καθώς πήγαινε έφιππος στο Μοναστήρι, έπεσε και χτύπησε θανάσιμα. Τότε ο βασιλιάς έστειλε γράμμα στην αγία, η οποία μετά από προσευχή ανέστησε, όχι μόνο το γιό του βασιλιά, αλλά και όλους τους στρατιώτες πού είχαν αιφνίδια πεθάνει ενώ πήγαιναν να συλλάβουν την αγία. Τότε όλοι οι παρόντες, μαζί και ο βασιλιάς πίστεψαν ότι ο Θεός της χριστιανης Ευδοκίας είναι Μέγας και Αληθινός.

Κατόπιν, στην Ηλιούπολη, έγινε ηγεμόνας ένας ειδωλολάτρης ονόματι Διογένης, ο οποίος βασάνισε την αγία, αλλά κατά τα βασανιστήρια έγιναν τόσα πολλά θαύματα πού και αυτός τελικά πίστεψε στον αληθινό Θεό. Αφού έζησε ο ηγεμόνας θεάρεστη ζωή, ανέβηκε στο αξίωμα κάποιος Βικέντιος, πολύ σκληρός με τους Χριστιανούς. Αυτός, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσε να σταματήσει την Αγία με άλλον τρόπο, έστειλε στρατιώτες και έκοψαν την οσία της κεφαλή, την 1η του μηνός Μαρτίου. Έτσι, η Αγία, αφού τελείωσε τον δρόμο του μαρτυρίου της, το μεν πνεύμα της απήλθε στα ουράνια, το δε τίμιο και πάνσεπτο λείψανό της έμεινε στην γη, τελώντας τα μετά θάνατον θαύματα, χάρη την οποία έλαβε από τον Θεό, για τη θερμή της μετάνοια. Ας αξιωθούμε και εμείς τέτοιας ειλικρινούς και μεγάλης μετάνοιας με τις πρεσβείες της. Αμήν.

πηγή: Διμηνιαίο Περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», τ. 1, Μάρτιος-Απρίλιος 2004

Σάββατο Α΄ Νηστειών 28 Φεβρουαρίου , η ανάμνησις του δια κολλύβων θαύματος του Αγίου μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος

0 σχόλια

Το δια κολλύβων θαύμα του αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος

 
 
 
Σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί εορτάζει ένας μεγάλος άγιος, ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων που καταγόταν από ένα χωριό της Αμάσειας της Καππαδοκίας, που ονομαζόταν Χουμιαλά. Έζησε κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Μαξιμιανού, Γαλερίου και Μαξιμίνου.
Ονομάζεται Τήρων, διότι κατετάγη στο στράτευμα των Τηρώνων, δηλαδή των νεοσυλλέκτων, από την λατινική λέξη tiro διοικούμενος από τον Βρίγκα.
Ο Θεόδωρος μετά από μια επιτυχημένη εκστρατεία κατά του φοβερού δράκου της περιοχής αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα. Αμέσως κατάλαβαν ότι είναι Χριστιανός κλήθηκε στο κριτήριο σε απολογία. Εκεί ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό χωρίς δισταγμό.
Ο διοικητής Βρίγκας δεν θέλησε να προχωρήσει στην άμεση σύλληψη και τιμωρία του Θεοδώρου, αλλά τον άφησε να σκεφθεί και να απαντήσει την επόμενη ημέρα. Πίστευε ότι ο Θεόδωρος θα άλλαζε γνώμη και θα θυσίαζε στα είδωλα.
Ο Θεόδωρος, όχι μόνο παρέμεινε αδιάσειστος στην πίστη του, αλλά έκαψε το ναό της μητέρας των θεών Ρέας, μαζί και το είδωλο της.
Αμέσως συνελήφθη και ομολόγησε την πράξη του λέγοντας: «ομολογώ ότι εγώ είμαι εκείνος όστις κατέκαυσα τον βωμόν της Ρέας, διότι ηθέλησα να δοκιμάσω και να ίδω, εάν είναι θεά αληθινή· αλλ’ είδα ότι είναι ξύλο κωφόν και αναίσθητον· και τοιαύτην τιμήν πρέπει να έχουσι τα είδωλα, επειδή οφθαλμούς έχουσι και δεν βλέπουσι, ώτα έχουσι και δεν ακούουσι, στόμα έχουσι και δεν ομιλούσι, πόδας έχουσι και δεν περπατούσι. Τι θεοί λοιπόν είναι αυτά τα άλαλα ξύλα;» με εντολή του άρχοντος Πουπλίου μαστιγώθηκε δυνατά και έπειτα ρίχθηκε από τον Βρίγκα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου και τελειώθηκε μαρτυρικά.
Πενήντα χρόνια περίπου αργότερα από το μαρτύριο του αγίου, έγινε βασιλιάς ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, έκανε πολλά και διάφορα εναντίον των Χριστιανών.
Προσπάθησε να αναστήσει την παλαιά ειδωλολατρική θρησκεία των Ελλήνων. Στην εποχή του είχαν ουσιαστικά ξαναρχίσει οι διωγμοί των Χριστιανών και τα βασανιστήρια.
Ο Ιουλιανός, γνώριζε πολύ καλά τα ήθη των Χριστιανών και ότι την πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής εξαγνίζονται με την νηστεία και με τη θερμή προσευχή.
Γι' αυτό κάλεσε τον έπαρχο της πόλεως και του ανέθεσε να επιβλέψει την εκτέλεση της εξής εντολής: Να αποσύρουν από την αγορά όλα τα καθαρά τρόφιμα και να τα αντικαταστήσουν μ’ εκείνα πού ήταν ραντισμένα με το αίμα των θυσιών. Αυτά ονομάζονται ειδολόθυτα.  
Με τον τρόπο αυτό αναγκαστικά, θα αγόραζαν όλοι να φάνε και θα γευόντουσαν τα ειδολόθυτα, ή αν δεν υπάκουαν, θα πέθαιναν από την πείνα.
Ο έπαρχος έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τη διαταγή του Ιουλιανού και αποσύρθηκαν από την αγορά τα τρόφιμα. Αντικαταστάθηκαν βέβαια με τα μιασμένα. Φάνηκε έτσι προς στιγμήν ότι κέρδιζε ο διάβολος, ο υποκινητής, εμπνευστής και Πατέρας του Ιουλιανού.
Ο Θεός όμως ως Παντοδύναμος και Πάνσοφος, δεν εγκατέλειψε το λαό Του.
Παρουσιάζεται ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος στον Πατριάρχη Ευδόξιο και του φανερώνει το σχέδιο του Ιουλιανού με τα έξης λόγια: «Σήκω γρήγορα, Πατριάρχη, συγκέντρωσε το ποίμνιο του Χριστού, και διαφύλαξε αυτό μετά μεγάλης προσοχής, παραγγέλοντάς τους να μην αγοράσει κανείς από τα τρόφιμα που υπάρχουν στην αγορά διότι ο δυσσεβέστατος Ιουλιανός κατεμόλυνεν απάντα δια του μιαρού αίματος της θυσίας αυτού».
Ο Πατριάρχης απορώντας είπε προς τον Άγιο: «Πώς είναι δυνατόν, Κύριε μου, να γίνει αυτό; Διότι, οι μεν πλούσιοι μπορούν να το εφαρμόσουν διότι έχουν τρόφιμα στις αποθήκες τους, οι φτωχοί όμως, που δεν θα έχουν ούτε μιας ημέρας τρόφιμα, τί θα κάνουν μπροστά σ' αυτή την ανάγκη;»
Ο Άγιος του απαντά: «Να τους προσφέρεις κόλλυβα, για να καλύψεις την ανάγκη τους».
Επειδή ο Πατριάρχης άκουγε για πρώτη φορά για τα κόλλυβα, τον ρώτησε με απορία: «Τί είναι αυτά τα κόλλυβα; δεν το γνωρίζω.
Ο Μάρτυρας του αποκρίθηκε: «Είναι σιτάρι. Να το βράσεις και να το μοιράσεις στους Χριστιανούς», προσθέτοντας: «Το βρασμένο σιτάρι στην χώρα των Ευχαΐτων συνηθίζουμε να το λέμε κόλλυβα. Αυτό, κάνε και διατήρησε το ποίμνιο του Χριστού αβλαβές και αμίαντο».
Ο Πατριάρχης εκστατικός τον ρωτάει: «Ποιος είσαι εσύ Κύριε μου, πού φροντίζεις με αγάπη και ευσπλαχνία για τη σωτηρία μας;»
Ο Άγιος του αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι ο Μάρτυς του Χριστού Θεόδωρος, ο οποίος απεστάλην παρ’ αυτού εις σωτηρίαν και βοήθειαν ιδικήν σας».
Ο Άγιος έγινε άφαντος, ο Πατριάρχης σηκώθηκε με θαυμασμό και γεμάτος χαρά συγκέντρωσε το λαό του Χριστού όπου τους φανέρωσε την παρουσία και την βοήθεια του Μάρτυρα.
Συγχρόνως έκανε σύμφωνα με το λόγο του. Έβρασε, σιτάρι και το μοίρασε στο λαό όπου με τον τρόπο αυτόν διαφυλάχθηκε το ποίμνιο του Χριστού.
Στην αγορά, αν και τελείωνε η εβδομάδα, κανένας Χριστιανός δεν αγόρασε από τα μιασμένα τρόφιμα.
Ο Ιουλιανός νικημένος πλέον απέσυρε από την αγορά τα μιασμένα τρόφιμα και επανέφερε τα καθαρά.
Οι Χριστιανοί ύμνησαν και δοξολόγησαν το Θεό αλλά και το Μάρτυρα Θεόδωρο, και για χάρη του έκαναν λαμπρή γιορτή.
Από τότε καθιερώθηκε το Σάββατο της πρώτης Εβδομάδας των Νηστειών να γιορτάζεται στην Εκκλησία μας το δια κολλύβων θαύμα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
Αυτά μας λέγει ο ιερός συναξαριστής και δια πρεσβειών του αγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος σας εύχομαι καλή Σαρακοστή. Αμήν.



28 Φεβρουαρίου μνήμη του Οσίου Βασιλείου του Ομολογητού και της Αγίας νεομάρτυρος Κυράννης της Οσσαίας

0 σχόλια

  Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής


OsiosVasileios03
Ὁ Βασίλειος Χριστὸν ἐν ψυχῇ φέρων,
Ψυχὴν σκιᾶς τίθησι τῆς αὐτοῦ χάριν.
Κρύψαν ὑπὸ χθόνα εἰκόνα ὀγδοάτῃ Βασίλειον.
Βιογραφία
Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ’ του Ισαύρου (717 – 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.
Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης.
Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου (τιμάται 27 Φεβρουαρίου). Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία.
Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.
Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.
Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι’ ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.




Ἡ Ἁγία Κυράννα ἡ Νεομάρτυς





Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἀβυσσώκα ἢ Βυρσόκα, στὴ σημερινὴ Ὄσσα τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους. Στὸ Μαρτύριό της ἀναφέρεται, ὅτι ἦταν ἐξαιρετικὰ ὄμορφη. Αὐτὴ ἡ ἐξωτερικὴ ὀμορφιὰ τῆς Κυράννας, ποὺ δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ ἀντικατόπτρισμα τῆς ἐσωτερικῆς της ὡραιότητας, ἀποτέλεσε καὶ τὴν ἀφορμὴ γιὰ νά ὁδηγηθεῖ στὸ μαρτύριο, καθὼς κάποιος γενίτσαρος, εἰσπράκτορας τῶν φόρων στὸ χωριὸ τῆς Κυράννας, ποὺ τὴν ἐρωτεύθηκε, προσπάθησε ἐπανειλημμένα μὲ κολακεῖες καὶ δῶρα νὰ τὴν ἑλκύσει καὶ νὰ τὴν πείσει νὰ ἀλλαξοπιστήσει, γιὰ νὰ τὴν νυμφευθεῖ.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Κυράννα δὲν ἀποδεχόταν οὔτε τὶς κολακεῖες, οὔτε πολὺ περισσότερο τὰ δῶρα τοῦ Τούρκου, αὐτὸς νομίζοντας ὅτι θὰ τὴν κάμψει μὲ τὸν φόβο, ἄρχισε νὰ τὴν ἀπειλεῖ ὅτι θὰ τὴν βασανίσει σκληρὰ καὶ τέλος θὰ τὴν θανατώσει, ἐὰν δὲν ὑποχωρήσει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της. Ἀλλὰ οὔτε αὐτὰ τὰ μέσα ἔφεραν τὸ ποθητὸ ἀποτέλεσμα γιὰ τὸν γενίτσαρο. Τότε τὴν ὁδήγησε βίαια στὸν κριτὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ψευδομαρτύρησε ἐναντίων της, ὅτι τοῦ εἶχε δηλώσει ὅτι θὰ ἀλλαξοπιστήσει γιὰ νὰ τὴ νυμφευθεῖ, ἀλλὰ τελικὰ δὲν τήρησε τὴν ὑπόσχεσή της. Ἡ Ἁγία Κυράννα μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι τὴν ὁδήγησαν στὴ φυλακή.
Ὁ γενίτσαρος, ποὺ τὴν ὁδήγησε στὸν κριτή, ζήτησε καὶ ἔλαβε τὴν ἄδεια τοῦ Ἀλῆ Ἐφέντη, μπέη τοῦ κάστρου τῆς Θεσσαλονίκης, νὰ ἐπισκέπτεται τὴν Ἁγία στὴ φυλακή, ὅπου προσπαθοῦσε μὲ κολακεῖες ἀλλὰ καὶ βασανιστήρια νὰ τὴν μεταπείσει. Ὅταν ἔφυγε αὐτός, συνέχιζε τὰ βασανιστήρια ὁ δεσμοφύλακας, τὸν ὁποῖο ἔλεγχαν γιὰ τὴν σκληρότητά του, τόσο οἱ ὑπόλοιποι φυλακισμένοι, ὅσο καὶ κάποιος ἄλλος φύλακας Χριστιανός.
Κάποια φορὰ ὁ γενίτσαρος ἐπισκέφθηκε καὶ πάλι τὴν Ἁγία στὴ φυλακὴ καὶ τὴν βασάνισε μέχρι θανάτου. Ὁ Χριστιανὸς φύλακας ἐπέπληξε τότε δριμύτατα τὸν δεσμοφύλακα καὶ τὸν ἀπείλησε ὅτι θὰ τὸν καταγγείλει στὸν πασᾶ, ἐπειδὴ ἐπέτρεπε νὰ εἰσέρχονται στὴ φυλακὴ παράνομα ἄνθρωποι ξένοι καὶ νὰ βασανίζουν τοὺς φυλακισμένους. Ἔτσι, ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ γενίτσαρος ξαναῆλθε στὴ φυλακή, φοβούμενος ὁ δεσμοφύλακας δὲν τοῦ ἐπέτρεψε τὴν εἴσοδο. Αὐτὸς τότε τὸν κατήγγειλε στὸν Ἀλῆ Ἐφέντη, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε καὶ τὸν ἐπέπληξε, γιατί παράκουσε τὶς διαταγές του. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός, ὁ δεσμοφύλακας ἐπέστρεψε ὀργισμένος στὴ φυλακὴ καὶ ξέσπασε πάνω στὴν Ἁγία Κυράννα, τὴν ὁποία κρέμασε καὶ ἄρχισε νὰ χτυπᾶ ἀλύπητα. Μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θέαμα ὅλοι οἱ φυλακισμένοι, ἀκόμα καὶ οἱ Μωαμεθανοί, ἄρχισαν νά διαμαρτύρονται καὶ νὰ καταφέρονται ἐναντίων τοῦ δεσμοφύλακα, ὁ ὁποῖος ἄφησε τὴν Ἁγία κρεμασμένη καὶ ἔφυγε. Στὶς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1751.
Κατὰ τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες ἕνα θεῖο φῶς κάλυψε ξαφνικὰ τὸ σῶμα τῆς Ἁγίας Κυράννας, ἡ ὁποία ἄφηνε τὴν τελευταία της πνοὴ καὶ ὕστερα ἐξαπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν φυλακή. Μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θαῦμα οἱ Χριστιανοὶ εὐχαριστοῦσαν τὸν Κύριο, ἐνῷ οἱ Μωαμεθανοὶ νόμιζαν ὅτι ἦταν φωτιὰ καὶ τρομοκρατήθηκαν.
Ὁ Χριστιανὸς φύλακας, ὁ ὁποῖος πῆγε νὰ κατεβάσει τὴν κρεμασμένη Ἁγία, τὴ βρῆκε νεκρή. Στὸ μεταξὺ τὸ φῶς εἶχε ὑποχωρήσει, ἀλλὰ παρέμενε σὲ ὅλο τὸν χῶρο μία ἄρρητη εὐωδία. Ὁ φύλακας τότε, περιποιήθηκε τὸ ἱερὸ λείψανο τῆς Μάρτυρος, τὸ ὁποῖο τὴν ἑπόμενη ἡμέρα παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν ἔξω ἀπὸ τηνΘεσσαλονίκη. Στὸ Συναξάρι τῆς Νεομάρτυρος ἀναφέρεται ὅτι τὸ σκήνωμα τῆς Ἁγίας ἐνταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδὴ στὸ κοιμητήριο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.
Ὡς ἡμέρα τῆς μνήμης τῆς Νεομάρτυρος, ἀναφέρεται σὲ Λαυριωτικὸ Κώδικα ἡ 1η Ἰανουαρίου. Στὴν Ὄσσα ὅμως, ἡ Ἁγία Κυράννα ἑορτάζεται στὶς 8 Ἰανουαρίου. Αἰτία αὐτῆς τῆς ἐορτολογικῆς μετατοπίσεως ἴσως ἔιναι ὅτι ὁ ἑορτασμὸς της κατὰ τὴν 28η Φεβρουαρίου συχνὰ συνέπιπτε μὲ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περίοδο χαρμολύπης, ἐνῷ στὶς 8 Ἰανουαρίου ἐπιπλέον οἱ κάτοικοι τῆς Ὄσσας ἦταν ὅλοι συγκεντρωμένοι στὸ χωριό τους ἐξ’ αἰτίας τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων. Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας τιμᾶται πανηγυρικὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Ὀσσαίους τῆς Θεσσαλονίκης στὸ ναὸ τῆς Ἀχειροποιήτου κατὰ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὶς 8 Ἰανουαρίου.
 
 

Η λαοφιλής ακολουθία των ''Χαιρετισμών'' της Θεοτόκου αρχίζει να ψάλεται από απόψε.....

0 σχόλια

Χαιρετισμοί της Θεοτόκου



 Από σήμερα το απόγευμα και κάθε Παρασκευή της Σαρακοστής , εκτός από την τελευταία, σ' όλους τους Ορθόδοξους ιερούς ναούς ψάλλονται οι Χαιρετισμοί της Παναγίας. Είναι ένα αριστούργημα της Βυζαντινής Υμνογραφίας. Είναι ένα Κοντάκιο, σύνολο ύμνων με 24 μέρη, που έχουν αλφαβητική διάταξη. Αναφέρονται ανά ένα στην Παναγία και καταλήγουν  με το χαίρε Νύμφη ανύμφευτε και ανά ένα στο Χριστό, που τελειώνουν με το Αλληλούϊα, που θα πει: Αινείτε τον Θεό, τον Κύριο.
Συγγραφέας του Ύμνου αυτού είναι ο άγιος Ρωμανός ο μελωδός, ο ποιητής των κοντακίων, ο πρίγκηπας των Βυζαντινών υμνογράφων. Λέγεται δε Ακάθιστος ο Ύμνος, γιατί τον έψαλλαν ακάθιστοι, όρθιοι σε ολονύκτια αγρυπνία, στον Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, στην Κωνσταντινούπολη, για να ευχαριστήσουν την Παναγία, που έσωσε την Βασιλεύουσα από βέβαιη καταστροφή.
Το έτος 626 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ηράκλειος με τον κύριο όγκο του στρατού πολεμούσε τους Πέρσες στα βάθη της Μ. Ασίας. Έκανε ιερό πόλεμο εναντίον των Περσών, για να ελευθερώσει και να φέρει πίσω τον Τίμιο Σταυρό, που άρπαξαν οι βάρβαροι από τα Ιεροσόλυμα. Ο Χαγάνος, ο αρχηγός των Σκυθών και Μυσών, ήρθε σε συνεννόηση με τους Πέρσες και πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη. Η πόλη βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Οι εχθροί γύρω πολλοί, ενώ μέσα ο στρατός ελάχιστος με τον φρούραρχο Βώνο.
Ο λαός τρομοκρατείται και απελπίζεται. Φόβος και τρόμος, μεγάλη τραχή τους κατέλαβε. Έπεσε το ηθικό τους. Απαισιοδοξία επικρατούσε παντού.  Ψυχή και καταφυγή για όλους ποιός άλλος; Η Εκκλησία. Ο Πιστός και γενναίος Πατριάρχης Σέργιος. Ας προσέξουμε, παρακαλώ, τα λόγια του: Είναι κρίμα να απελπίζεσθε. Γιατί σκέπτεσθε σαν άνθρωποι, που δεν πιστεύουν στο Θεό; Εμπιστεύθηκα την τύχη της Πόλεως στα χέρια της Παναγίας.
Τα λόγια αυτά, αγαπητοί μου, είναι πάρα πολύ σπουδαία. Γιατί στις δυσκολίες τα βάφουμε μαύρα; Γιατί κάνουμε σαν να μη υπάρχει Θεός;  Που θα καταφύγουμε στα δύσκολα; Στην Παναγία. Στην κραταιά της σκέπη. Εξ άλλου και ο Μ. Κωνσταντίνος, όταν έχτισε την Πόλι, στην Παναγία την αφιέρωσε. Γι  αὐτό στο τη Υπερμάχω ψάλλουμε, αναγράφω σοι η πόλις σου, Θεοτόκε. Η Κωνσταντινούπολις είναι η πόλις της Θεοτόκου.
Με τα λόγια του Πατριάρχη ο λαός εμψυχώθηκε. Πραγματικός συναγερμός έγινε. Πατριάρχης, Κλήρος και Λαός ξεχύθηκαν στoυς δρόμους με τα λάβαρα των Εκκλησιών, με Ιερά Κειμήλια στα χέρια, με την Τιμία Ζώνη της Παναγίας, με τα Λείψανα των Αγίων. ( Αν δεν ήταν η Εκκλησία και οι Παπάδες τι θα γινόμασταν!). Ο Πατριάρχης  κρατώντας στα χέρια την εικόνα της Παναγίας έδινε δύναμη και θάρρος. Από τα στόματα όλων έβγαιναν κραυγές ικεσίας: Πρόφθασε, Παναγία μου, μη μας εγκαταλείπεις τώρα, που χανόμαστε. Σώσε τον λαό σου και την πόλη σου. Ευλόγησε την κληρονομία σου.
Τότε συνέβη ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και υπερφυσικά γεγονότα της Πίστεως. Τρομαγμένοι οι επιτιθέμενοι εχθροί άκουγαν θόρυβο, σαν χιλιάδες στρατός να επιτέθηκε εναντίον τους, που έφερνε όλεθρο και καταστροφή στις τάξεις τους. Έτσι ξαφνικά και απροσδόκητα από διώκτες έγιναν διωκόμενοι. Χιλιάδες πτώματα στρώθηκαν στη γη. Πανικόβλητοι, όσοι είχαν απομείνει, τράπηκαν σε φυγή, για να σωθούν, φωνάζοντας απεγνωσμένα μεταξύ τους: Που βρέθηκε, που ήταν κρυμμένος τόσος στρατός; Στρατός όμως δεν υπήρχε. Ήταν ο Θεός και η Παναγία που τους κυνηγούσαν.
Οι ιστορικοί ομιλούν για έναν ανεμοστρόβιλο, που σηκώθηκε και έφερε πανικό και καταστροφή. Αγρίεψε η θάλασσα και σήκωσε τεράστια κύματα. Συντρίμμια έγιναν τα πλοία του εχθρού. Εκτός από τα πτώματα γύρω από τα τείχη, γέμισε και η παραλία με νεκρά κορμιά, που ξέβρασε η θάλασσα τους πνιγμένους.
Τα μάτια των χριστιανών έτρεχαν δάκρυα, τώρα όχι πόνου και αγωνίας, αλλά δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης. Με αλαλαγμούς και ζητωκραυγές κατευθύνθηκαν τα πλήθη στην Παναγία των Βλαχερνών, για να ευχαριστήσουν και δοξολογήσουν τον Θεό και την Παναγία. Ήταν η νύχτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου. Πρώτος ο Πατριάρχης για πρώτη φορά έψαλε το τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια... και στη συνέχεια όλη την νύκτα εκείνη " ορθοστάδην τον ύμνον τη του Θεού Μητρί γηθοσύνως έμελψαν".
Αυτός ο ύμνος, ο λυτρωτικός και νικητήριος, έγινε λαοφιλής. Έγινε κάτι σαν Εθνικός Ύμνος της Εκκλησίας και του Γένους μας. Στον Ύμνο αυτό βλέπουμε τον Ορθόδοξο Ελληνισμό. Την εκκλησιαστική παράδοση και την εθνική ζωή. Την Πίστη και την Πατρίδα, που συσφίγγονται αρμονικά γύρω από αυτόν τον Ύμνο. Τα λόγια του μας αφυπνίζουν το πατριωτικό και θρησκευτικό αίσθημα. Μας υπενθυμίζουν τον μεγάλο και γενναίο αυτοκράτορα Ηράκλειο, που καθιέρωσε την ελληνική γλώσσα ως την επίσημη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
www.patirxristos.gr

27 Φεβρουαρίου μνήμη του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου

0 σχόλια

Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης ο Ομολογητής


 
 
Οὐδέν, Δεκαπολῖτα, γῆς πᾶσαι πόλεις,
Πρὸς τὴν νοητήν, ἔνθα περ τάττῃ, πόλιν.
Εἰκάδι ἑβδομάτῃ Προκοπίῳ τέρμα φαάνθη.
Βιογραφία
Ο Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης έζησε στα χρόνια του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου (717 – 741 μ.Χ.) και διακρίθηκε για την πνευματική γενναιότητά του ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας.
Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίσθηκε σθεναρά κατά των εικονομάχων.
Γι’ αυτό υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες. Διακρίθηκε, επίσης, στον αγώνα της Εκκλησίας κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών.
Ο Άγιος Προκόπιος φαίνεται ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ενώ κατ’ άλλους υπέμεινε μαρτυρικό θάνατο.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Προκόπιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκύπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός, μεθ’ ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνούντι διὰ σοῦ, πασιν ἰάματα.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τήν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα Προκόπιε ἔνδοξε.

26 Φεβρουαρίου μνήμη της Αγίας μεγαλομάρτυρος και ισαποστόλου Φωτεινής της Σαμαρείτιδος , του Αγίου ιερομάρτυρος Πορφυρίου επισκόπου Γάζης και του Αγίου μάρτυρος Θεοκλήτου

0 σχόλια



Βίος Αγίας Φωτεινής της Μεγαλομάρτυρος της Σαμαρείτιδος



Ο διάλογος με τον Χριστό

Η Αγία Φωτεινή καταγόταν από τη Σαμάρεια. Δυστυχώς δεν βάδισε τον καλό δρόμο. Ζούσε στην αμαρτία. Άλλαζε αλληλοδιαδόχως άνδρας. Ήταν στιγματισμένη στην Σαμάρεια.
Γι αυτό τη βλέπομε να πηγαίνει για νερό στο πηγάδι το καταμεσήμερο, πού ησύχαζαν οι άλλοι και ήταν ερημιά. Ένα μεσημέρι όμως συνάντησε εκεί τον Ιησού, ο οποίος επίτηδες
πέρασε από εκεί για να σώσει αυτό το απολωλός πρόβατο. Ο Κύριος της ζήτησε νερό. Εκείνη παραξενεύθηκε. Πώς συ, πού είσαι Ιουδαίος, ζητάς νερό από μένα πού είμαι
Σαμαρείτισσα; «Οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις». Ο Ιησούς φανέρωσε σ' αυτήν όλη τη ζωή της. Ο Κύριος είπε στην Αγία, ότι Αυτός είναι «τό ὕδωρ τό ζῶν», δηλαδή η
αστείρευτη πηγή του Αγίου Πνεύματος. Της αποκάλυψε ότι αυτός είναι ο Μεσσίας. Αλλά και η γυναίκα αυτή έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον. Μετανόησε και έτρεξε αμέσως στην πόλη
Συχάρ και καλεί τους συμπατριώτες της να πάνε στο Χριστό. Βγήκαν, τότε οι Σαμαρείται και ήλθαν στο Χριστό και πίστεψαν σ’ αυτόν. Τον παρεκάλεσαν να παραμείνει στην πόλη
τους και έμεινε δυο μέρες.
Αυτή η μακαρία, μετά την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, βαπτίστηκε από
τους Αποστόλους, μαζί με τους δυο υιούς της και τις πέντε αδελφές της. Όλοι πάλι μαζί ακολούθησαν τους Αποστόλους, κήρυτταν την πίστη του Χριστού, από τόπο σε τόπο και
από χώρα σε χώρα. Γύρισαν πολλούς ειδωλολάτρες από την ασέβεια στην πίστη του Χριστού. Επήγε κηρύττοντας στη Συρία, στη Φοινίκη, την Παλαιστίνη, στην Αίγυπτο, στην
Καρχηδόνα, στη Ρώμη. Και να σκεφτεί κανείς ότι τότε δεν ήταν εύκολο να περιοδεύει μια γυναίκα! Οι γυναίκες έμεναν στο γυναικωνίτη. Αυτή όμως είχε τόση αγάπη στο Χριστό,
ώστε τα έκανε και τα πιο δύσκολα κατορθώματα. Γι αυτό και η αγία μας Εκκλησία την ονόμασε Ισαπόστολο. Τον τίτλο αυτόν τον έδωσε σε ελάχιστα πρόσωπα.



Ο διωγμός του Νέρωνος
Κατά την εποχή εκείνην βασίλευε στη Ρώμη ο ασεβέστατος και σκληρότατος βασιλεύς ο Νέρων (54 - 68) μ. Χ. Ο Νέρων σαν ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να βλέπει και να
ακούει να πληθαίνουν οι Χριστιανοί και κήρυξε μεγάλο διωγμό εναντίον τους. Μετά το Μαρτύριο των Κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ζητούσαν οι διώκτες τους
μαθητές του και όλους εκείνους, πού πίστευαν στο Χριστό. Αγωνίζονταν οι μωροί, να εξαλείψουν από τον κόσμο το όνομα του Χριστού.
Τον καιρόν εκείνον η Αγία Φωτεινή μαζί με τον μικρότερο υιό της τον Ιωσήν ήταν στην Καρθαγένην, πόλη της Βορείου Αφρικής και κήρυττε με θάρρος το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Ο Βίκτωρ ο μεγαλύτερος υιός της, ήταν στρατιώτης στο στράτευμα των Ρωμαίων. Επειδή κατάφερε μεγάλες ανδραγαθίες και νίκες στον πόλεμο, πού είχαν οι Ρωμαίοι εναντίον
των Αβάρων, πού κατέτρεχαν τους τόπους τους, ο βασιλεύς Νέρων τον έκαμε στρατηλάτη. Μη γνωρίζοντας όμως ότι ήταν Χριστιανός τον έστειλε στην Ιταλία, για να τιμωρεί όλους
τους Χριστιανούς, πού βρίσκονταν εκεί.
Τότε ο Σεβαστιανός, ο δούξ της Ιταλίας, προσπάθησε να συμβουλέψει τον Βίκτωρα να εκτελεί τις διαταγές που έδωσε ο βασιλιάς και να βασανίζει τους Χριστιανούς.
Ο στρατηλάτης Βίκτωρ αρνιόταν να δεχτεί να πράξει κάτι τέτοιο και να σταματήσει να κυρήττει τον Χριστό. Ο δουξ συνέχισε να επιμένει να συμβουλεύει τον Βίκτωρα να εκτελεί τις
διαταγές του βασιλιάς ώσπου τυφλώθηκε, έπεσε κάτω και έμεινε άφωνος από τους σφοδρούς και αβάσταχτους πόνους των ματιών. Τον σήκωσαν αμέσως όσοι ήταν εκεί και τον
έβαλαν σε ένα κρεβάτι όπου έμεινε τρεις ημέρες άφωνος, χωρίς να μπορεί να μιλήσει. Την τετάρτη μέρα φώναξε μεγαλοφώνως και είπε:
- Ένας είναι ο Θεός, ο Θεός των Χριστιανών.
Κατόπιν ο Σεβαστιανός κατηχήθηκε από τον Βίκτωρα, εις την πίστη του Χριστού και βαπτίστηκε. Μόλις βγήκε από την κολυμβήθρα, αμέσως ήλθε το φως των ματιών του και
δόξασε τον Θεό. Άμα είδαν οι άλλοι ειδωλολάτρες το παράδοξο αυτό θαύμα, φοβήθηκαν μήπως επειδή δεν πιστεύουν πάθουν εκείνο, πού έπαθε ο δούξ και έτρεξαν όλοι στον
Βίκτωρα Εκείνος με ευχαρίστηση τους κατήχησε στην πίστη του Χριστού και τους βάπτισε.

Ο Νέρων οργίζεται
Αφού πέρασε λίγος καιρός, ακούστηκε αυτό στη Ρώμη και το έμαθε ο Νέρων, ότι ο Βίκτωρ ο στρατηλάτης και ο δούξ ο Σεβαστιανός κηρύττουν το κήρυγμα του Πέτρου και του
Παύλου και των άλλων Αποστόλων και οδηγούν πολλούς Έλληνες στην πίστη του Χριστού. Επίσης έμαθε ο Νέρων, ότι η μητέρα του στρατηλάτη Βίκτωρος μαζί με τον άλλον
υιό της Ίωσην, είχαν σταλεί από τους Αποστόλους στην Καρθαγένη και κάνουν και αυτοί τα ίδια. Όλα αυτά, όταν τα άκουσε ο βασιλεύς, άναψε ολόκληρος από θυμό και έστειλε
στρατιώτες να φέρουν στη Ρώμη όλους τους Χριστιανούς άνδρες και γυναίκες.



Ο Κύριος φανερώνεται στους Μάρτυρες και τους δυναμώνει
Πριν ξεσπάσει ο Νέρων φανερώνεται ο Κύριος και τους λέγει: Μη φοβείσθε. Δεύτε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, κάγω αναπαύσω υμάς. Μη φοβείσθε, διότι εγώ είμαι
μαζί σας και θα νικηθεί ο Νέρων μαζί με τους συντρόφους του. Έπειτα είπε στον Βίκτωρα. Από τώρα και στο εξής το όνομά σου θα είναι Φωτεινός. Διότι από σένα θα φωτισθούν
πολλοί και θα πιστέψουν σε μένα Τον Σεβαστιανό να τον δυναμώσεις στο Μαρτύριο με τα λόγια σου και θα είναι μακάριος και καλότυχος εκείνος πού θα αγωνιστεί ως το τέλος.
Αυτά είπε ο Κύριος και ανέβει στους ουρανούς. Φανερώθηκαν και στην Αγία Φωτεινή όλα εκείνα πού επρόκειτο να συμβούν σ’ αυτήν. Γι αυτό εκίνησε από την Καρθαγένη μαζί
με πλήθος Χριστιανών και επήγε στη Ρώμη.

Η Αγία Φωτεινή μπροστά στο Νέρωνα
Τότε ταράχθηκε όλη η πόλη της Ρώμης, και ρωτούσαν ο ένας τον άλλον οι Ρωμαίοι και έλεγαν ποιάαείναι αυτή, πού ήλθε εδώ με τόσο πλήθος; Αλλά η Αγία κήρυττε με μεγάλο
θάρρος τον Χριστό. Η Αγία Φωτεινή παρουσιάστηκε στον Νέρωνα μαζί με τον υιό της Ιωσήν και τους οπαδούς της. Του ανήγγειλε ότι ήρθαν για να τον διδάξουν να πιστέψει στον
Χριστό. Την στιγμήν εκείνην ο δούξ Σεβαστιανός και ο Βίκτωρ ο στρατηλάτης ήλθαν από την κάτω Ιταλία. Ο Νέρων με βλέμμα άγριο τους ζήτησε να αρνηθούν τον Χριστό γιατί
αλλιώς θα πέθαιναν με κακό θάνατο. Οι Άγιοι αφού σήκωσαν τα μάτια στον ουρανό, είπαν:
—Μη γένοιτο ποτέ, Χριστέ Βασιλεύ, να σε αρνηθούμε και να αποχωρίσουμε από την πίστη σου και την αγάπη σου. Και ο Νέρων τους λέγει:
—Όλοι σας συμφωνήσατε να τιμωρηθείτε για τον Ναζωραίο και να πεθάνετε γι αυτόν;
—Ναι όλοι μας, απάντησε η Αγία Φωτεινή. Ναι όλοι μας χαρούμενοι και ευχαριστημένοι, πεθαίνουμε για την αγάπη του Κυρίου μας.

Το μαρτύριο των πιστών του Κυρίου
Τα λόγια αυτά ήταν αφορμή να δώσει διαταγή ο Νέρων να συντρίψουν τους αρμούς των χειρών τους με σιδερένιες σφύρες.
Άρπαξαν λοιπόν οι υπηρέτες τους Αγίους και τους έφεραν στο τόπο των βασανιστηρίων. Εκεί αφού έβαλαν τα χέρια πάνω στο αμόνι, άρχισαν οι φονιάδες εκείνοι να τους
κτυπούν με τα σιδερένια σφυριά. Από τις τρεις η ώρα έως στις εξ η ώρα, άλλαξαν τρεις φορές εκείνοι πού τους κτυπούσαν. Οι μάρτυρες όμως δεν έπαθαν τίποτε. Τούτο όταν το
άκουσε ο Νέρων δεν ταράχθηκε, για το παράδοξο θαύμα, και πρόσταξε να κοπούν τα χέρια τους. Παρευθύς οι υπηρέτες πήραν την Αγία Φωτεινή, έβαλαν τα χέρια της επάνω
στο αμόνι και άρχισαν να τα κτυπούν με τις μαχαίρες χωρίς να παθαίνουν τίποτε. Αντίθετα εκείνοι, πού κτυπούσαν παρέλυσαν και έπεσαν κάτω σαν νεκροί. Η Αγία Φωτεινή όμως
έμεινε αβλαβής και ευχαριστούσε τον Θεό λέγουσα: «Κύριος, ἐμοί βοηθός καί οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μέ ἄνθρωπος». Άρχισε λοιπόν ο Νέρων να απορεί και να διαλογίζεται,
τι να πράξη για να νικήσει τους Μάρτυρες και να τους φέρει με τη γνώμη του.
Τούς μεν άνδρες προστάζει να τους βάλουν σε σκοτεινή φυλακή. Τις γυναίκες, την Αγία Φωτεινή και τις πέντε αδελφές της, να τις φέρουν μέσα στο χρυσό κουβούκλιο. Να
ετοιμάσουν χρυσό τραπέζι και επτά θρόνους χρυσούς και φορέματα πολλά και στολίδι και ζώνες χρυσές. Έπειτα πρόσταξε και τη θυγατέρα του Δομνίνα να πάει και αυτή στο
κουβούκλιο μαζί με τις δουλεύτριές της, για να είναι μαζί με τις Αγίες. Νόμιζε, ο ματαιόφρων, ότι με αυτά τα δειλιάσματα θα μεταστρέψει τη γνώμη τους. Αλλά πλανήθηκε ο δόλιος.
Διότι, οι Αγίες, είχαν το νουν τους μόνον στον ουρανό και αυτά όλα τα περιφρονούσαν σαν σκύβαλα και δεν ήθελαν, ούτε καν να τα βλέπουν. Το μεγαλύτερο δώρο ήταν η
Δομνίνα, αλλά πού να φαντασθεί ο ανόητος άπιστος.
—Χαίρε η νύμφη τού Κυρίου μου! της είπε η Αγία Φωτεινή.
—Χαίροις και συ Κυρία, της απάντησε η Δομνίνα, η Λαμπάς του Χριστού.
Άμα άκουσε η Αγία Φωτεινή την Δομνίνα πού είπε το όνομα του Χριστού, χάρηκε πολύ και αφού ευχαρίστησε τον Κύριο, την αγκάλιασε και τη φίλησε. Έπειτα την κατήχησε στην
πίστη του Χριστού μαζί με τις εκατό (100) δουλεύτριές της και τις βάπτισε όλες. Την Δομνίνα, την ονόμασε Ανθούσα. Η Ανθούσα η μακαρία αυτή κόρη, πού βρήκε τη σωτηρία της
ψυχής της με το βάπτισμα, παρεκάλεσε αμέσως τη μεγαλύτερη θεραπαινίδα της να δώσει στους φτωχούς όλα τα χρυσά κοσμήματά της και τα χρήματά της, τα οποία ήταν μέσα
στο κουβούκλιο.



Η Αγία και η συνοδεία της στο καμίνι
Ο Νέρων, όταν έμαθε αυτά, λυπήθηκε πολύ. Αναστέναξε από τα βάθη της καρδιάς του, οργίστηκε εναντίον των Αγίων, και διέταξε να ανάψουν ένα μεγάλο καμίνι και να το καίνε
αδιάκοπα επί επτά ημέρες και κατόπιν να βάλουν μέσα σ’ αυτό την Αγία Φωτεινή και όλη τη συνοδεία τους άνδρες και γυναίκες και να τούς αφήσουν εκεί μέσα επί τρεις ημέρες.
Όλα αυτά έγιναν και αφού πέρασαν οι τρεις ημέρες, νομίζοντας ο τύραννος, ότι κατακάηκαν από τη φωτιά, πρόσταξε να ανοίξουν το καμίνι και εάν εύρουν εκεί μέσα τα οστά των
Μαρτύρων να τα ρίξουν στο ποτάμι, τον Τίβερη. Πράγματι οι στρατιώτες άνοιξαν το καμίνι. Μα, αντί να εύρουν οστά, βρήκαν όλους τους Αγίους σώους και αβλαβείς, να δοξάζουν
και να ευλογούν τον Θεό. Τούτο το εξαίσιο θαύμα, όταν το είδαν οι στρατιώτες, έμειναν εκστατικοί. Τέτοια θαύματα έβλεπαν οι ειδωλολάτρες και άφηναν την πίστη τους και
πίστευαν στο Χριστό.
Αλλά ο απαίσιος τύραννος, όταν άκουσε και αυτό το θαύμα, πρόσταξε να ποτίσουν τους Αγίους θανατηφόρα δηλητήρια. Μάλιστα για το σκοπό αυτό κάλεσαν το μάγο Λαμπάδιο,
ο οποίος κατασκεύαζε τέτοια φαρμάκια. Πρώτα λοιπόν έδωσε ο ίδιος εκείνος στην Αγία Φωτεινή το δηλητήριο. Και η μακαρία, όταν πήρε ατά χέρια της το ποτό είπε στο μάγο:
Δεν έπρεπε εμείς να κρατήσουμε στα χέρια μας αυτό, πού έφτιαξες εσύ και να το πιούμε, επειδή, εσύ είσαι ακάθαρτος. Αλλά για να γνωρίσεις και συ, βασιλεύ, και αυτός ο
μάγος τη δύναμη του Χριστού μου, να εγώ πρωτύτερα από όλους το πίνω, εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και Θεού μας, ύστερα ας το πιουν όλοι όσοι είναι μαζί
μου. Ήπιαν λοιπόν όλοι οι Μάρτυρες το δηλητήριο. Με την βοήθεια όμως του Χριστού, έμειναν όλοι αβλαβείς, σαν να μη είχαν πιει τίποτε. Εδώ εφαρμόστηκε εκείνο, πού είπε ο
Κύριος. «Καν θανάσιμον τί πίωσιν, οὐ μή αὐτούς βλάψει» (Μάρκ. Ιστ΄ 18).

Το δηλητήριο γίνεται ισχυρότερο
Ο μάγος θαύμασε με αυτά, και γυρίζοντας στην Αγία Φωτεινή της λέγει:
—Έχω και ένα άλλο δηλητήριο πολύ δραστικότερο, και εάν το πιείτε και αυτό και δεν πεθάνετε, τότε αμέσως και εγώ θα πιστέψω στον Θεό σας!
Το έφερε λοιπόν και αυτό και το έδωσε στους Μάρτυρες. Αν και το ήπιαν όλοι, δεν έπαθε κανένας κακό! Βλέποντας και αυτό το θαύμα ο μάγος έμεινε εκστατικός.
Αμέσως μάζεψε όλα τα μαγικά βιβλία του και τα έριξε στη φωτιά και τα έκαψε, πίστεψε στον Χριστό και βαπτίσθηκε και πήρε το όνομα Θεόκλητος. Ο Νέρων, όταν το έμαθε,
πρόσταξε τους στρατιώτες να τον συλλάβουν. Και εκείνοι τον άρπαξαν ανάμεσα από τους Αγίους και τον έφεραν έξω από την πόλη, όπου του έκοψαν το κεφάλι με το ξίφος.
Τοιουτοτρόπως έλαβε πριν από όλους τον στέφανο του Μαρτυρίου ο μακάριος Θεόκλητος. Τότε ο παράνομος Νέρων πρόσταξε να κόψουν τα νεύρα όλων των Μαρτύρων,
αρχίζοντας από την Μεγαλομάρτυρα Φωτεινή. Κατά το διάστημα, πού έκοβαν τα νεύρα των Μαρτύρων, εκείνοι περιγελούσαν και κορόιδευαν τον βασιλιά και τους θεούς του,
πού δεν είχαν καμιά δύναμη. Το μαρτύριο αυτό είναι από τα οδυνηρότατα. Οι μάρτυρες όμως το υπέμειναν.

Ρίχνουν καυτό μολύβι στο στόμα της Αγίας
Ο Νέρων βλέποντας, ότι οι Μάρτυρες δεν λογάριαζαν καθόλου τα βασανιστήρια αυτά, πρόσταξε να λιώσουν μολύβι και να το ανακατώσουν μαζί με θειάφι, και να το χύσουν μέσα
στο στόμα της πολυάθλου Φωτεινής και στα νώτα των λοιπών Αγίων. Όταν οι στρατιώτες εκτελούσαν την προσταγή του βασιλέως και έχυναν το μολύβι στους Μάρτυρες, τότε οι
άγιοι όλοι μαζί με μια φωνή έλεγαν: Ευχαριστούμε σοι, Χριστέ ο Θεός ημών ότι με το κοχλασμένο μολύβι, δρόσισες τις καρδιές μας, σαν να ήσαν διψασμένες από μεγάλη λαύρα
Ο Τύραννος όταν είδε και αυτό το θαύμα θαύμασε, απόρησε, αλλά η καρδιά του έμεινε αλύγιστη. Πρόσταξε να κρεμάσουν τους Αγίους και να τους ξύνουν τις σάρκες αλύπητα σε
όλον το σώμα τους και να τους καίνε συγχρόνως με λαμπάδες αναμμένες. Όσον όμως περισσότερο βασανίζονταν οι Άγιοι, τόσο περισσότερο δυναμώνονταν από την θεία Χάριν
και δόξαζαν οι Μακάριοι τον Θεό.
Ο δείλαιος και μάταιος Νέρων, νομίζοντας ότι θα μπορέσει να νικήσει τους Μάρτυρες με τα βασανιστήρια, πρόσταξε και ανακάτεψαν θειάφι και ξύδι και τα έριξαν στα ρουθούνια
και στα μάτια των Μαρτύρων. Και εκείνοι οι μακάριοι έλεγαν ότι αισθάνονταν αυτό γλυκύτερο από το μέλι. Θύμωσε τότε ο Νέρων και πρόσταξε να τους τυφλώσουν, και να τούς
κλείσουν σε σκοτεινή φυλακή, γεμάτη από φίδια δηλητηριώδη. Έγιναν λοιπόν και αυτά και οι Άγιοι δόξαζαν τον Θεό. Τα φοβερά φίδια απονεκρώθηκαν και η βρώμα της φυλακής
έγινε ευωδία απερίγραπτη. Το σκοτάδι έγινε φως υπέρλαμπρο. Τότε παρουσιάστηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, στάθηκε στο μέσον των Αγίων, και είπε προς αυτούς:
«Εἰρήνη ὑμίν». Έπειτα, αφού πήρε το χέρι της Αγίας Φωτεινής, την σήκωσε επάνω και είπε:
—Χαίρετε πάντοτε, ότι εγώ είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες της ζωής σας. Παρευθύς με τον λόγο του Κυρίου, ανέβλεψαν τα μάτια των Μαρτύρων, είδαν τον Κύριο, και τον
προσκύνησαν. Ο Κύριος ευλογώντας αυτούς είπε: Ανδρίζεσθε και ενδυναμούσθε. Έπειτα ανέβει στους ουρανούς, ενώ από τα σώματα των Αγίων, έπεσαν οι πληγές σαν λέπια
και γιατρεύθηκαν όπως ήταν πρώτα



Η φυλακή γίνεται τόπος κηρύγματος
Ο θεόργιστος Νέρων πρόσταξε να μείνουν οι Άγιοι στη φυλακή τρία χρόνια, για να ταλαιπωρηθούν και να κακοπαθήσουν εκεί μέσα κάθε είδους κακοπάθεια, ούτως ώστε να
πεθάνουν με θάνατον φρικτό. Μετά τους τρεις χρόνους έστειλε ο Νέρων να πάρουν ένα στρατιώτη, πού τον είχε κλείσει στην ίδια φυλακή, για να τον βγάλουν από εκεί και να
τον ελευθερώσουν. Όταν όμως πήγαν οι απεσταλμένοι στη φυλακή γι αυτόν τον σκοπό, είδαν τους Μάρτυρες ότι ήσαν όλοι υγιείς και το ανέφεραν στον βασιλέα Του είπαν ότι
οι Γαλιλαίοι, πού τυφλώθηκαν είναι όλοι υγιείς, βλέπουν, η δε φυλακή είναι γεμάτη από φως και ευωδία. Έγινε οίκος Άγιος, στον οποίον δοξολογείται ο Θεός των Χριστιανών.
Συντρέχουν εκεί πλήθη ανθρώπων συνεχώς, οι οποίοι πιστεύουν στον Θεό και βαπτίζονται από αυτούς.
Ο τύραννος έγινε έξω φρενών από το θυμό του και πρόσταξε να σταυρώσουν τους Αγίους με το κεφάλι κάτω και να ξύνουν τις σάρκες τους επί τρεις ημέρες έως ότου
διαλυθούν. Αφού έκαμαν τούτο οι θηριώδεις και απάνθρωποι υπηρέτες του, τους άφησαν κρεμασμένους άλλες τέσσερις μέρες αφού άφησαν φύλακες για να τους φυλάγουν.
Κατόπιν επήγαν να δουν, αν ζουν αφού πέρασαν αυτές οι μέρες. Μα καθώς τους είδαν κρεμασμένους, αμέσως τυφλώθηκαν. Τότε Άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε από τον
ουρανό, έλυσε τους Αγίους και αφού τους ασπάστηκε τους γιάτρεψε από όλες τις πληγές τους.

Η Αγία Φωτεινή θαυματουργεί
Η Αγία Φωτεινή σπλαχνίστηκε τους υπηρέτες πού τυφλώθηκαν και έκαμε προσευχή στον Θεό γι αυτούς και αμέσως ήρθε το φως στα μάτια τους. Οι υπηρέτες αμέσως πίστεψαν
και βαπτίστηκαν. Όταν ο τύραννος το έμαθε, πρόσταξε να γδάρουν το σώμα της Αγίας Φωτεινής. Κατά το διάστημα πού γινόταν το μαρτύριο, η Αγία έψαλλε το: «Κύριε,
ἐδοκίμασας μέ καί ἔγνως μέ» (Ψαλ. ρλη΄ 1). Αφού τελείωσαν το φρικτό έργο τους, την Μεγαλομάρτυρα του Θεού την έριξαν σε ένα ξεροπήγαδο, το δε δέρμα της το πέταξαν στο
ποτάμι.
Τούς λοιπούς Αγίους Μάρτυρες, τον Σεβαστιανό, τον Φωτεινό και τον Ιωσήν, τους κράτησαν και τους έκοψαν τα γεννητικά τους μόρια, τα οποία πέταξαν στα σκυλιά. Κατόπιν
έγδαραν και τα δέρματα αυτών, και τα έριξαν στο ποτάμι, αυτούς δε τους ασφάλισαν σε ένα παλαιό λουτρό. Τις πέντε αδελφές της Αγίας Φωτεινής, αφού τις παρουσίασαν
μπροστά του, πρόσταξε να τους κόψουν τους μαστούς, κατόπιν δε να γδάρουν τα δέρματά τους.
Όταν όμως πήγαν οι υπηρέτες να κάμουν τα ίδια και στην Αγία Φωτίδα, εκείνη δεν καταδέχθηκε να την πλησιάσει κανείς, αλλά μόνη της άρχισε και ξέσχιζε το δέρμα της, με τέτοια
γενναιότητα, πού και ο τύραννος θαύμασε για την καρτεροψυχία της. Και αντί να την λυπηθεί ο άσπλαχνος ύστερα από αυτό το Μαρτύριο, βρήκε ο παγκάκιστος άλλη πανώδυνη
και ολέθρια τιμωρία. Πρόσταξε δηλαδή και έκλιναν με βία, δύο κορυφές δένδρων μέσα στον κήπο του, έδεσαν τα πόδια της Αγίας στις δύο κορυφές και τις άφησαν συγχρόνως.
Έτσι διαμοιράστηκε το σώμα της Αγίας Φωτίδος σε δύο και με αυτόν τιν τρόπον παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο. Τέλος ο αλιτήριος Νέρων πρόσταξε και αποκεφάλισαν και
τους άλλους Μάρτυρες με ξίφος.

Το τέλος της Αγίας Φωτεινής
Τέλος τράβηξαν και έβγαλαν από το πηγάδι την Αγία Φωτεινή, και την έκλεισαν στη φυλακή. Αυτή τώρα, πού έμεινε μόνη και δεν στεφανώθηκε με το στεφάνι του Μαρτυρίου,
στεναχωριόταν και παρακαλούσε τον Θεό, ο οποίος παρουσιάστηκε πάλι, την σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τρεις φορές και την γιάτρεψε από όλες τις πληγές. Ύστερα
από πολλές ημέρες με ύμνους και δοξολογίες προς τον Θεό άφησε την Αγία ψυχή της στον Κύριο.


Στίχος
Ρίπτουσι τήν σήν Σαμαρείτιν εἰς φρέαρ, Τήν εἰς φρέαρ σοῖ συλλαλήσασαν, Λόγε.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως
Θείω Πενεύματι καταυγασθεῖσα, καί τοῖς νάμασι, καταρδευθεῖσα, παρά Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος, πανεύφημε, τῆς σωτηρίας τό ὕδωρ κατάπιες, καί τοῖς
διψῶσιν ἀφθόνως μετέδωκας. Μεγαλομάρτυς καί Ἰσαπόστολε Φωτεινή, Χριστό τόν Θεόν ἱκέτευε, σωθῆναι τάς ψυχᾶς ἠμῶν.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Φωτεινὴν καὶ Φωτίδα καὶ Φωτῶ ἀνυμνήσωμεν, σὺν Ἀνατολὴ Φωτεινὸν τὲ Ἰωσὴν θείοις ἄσμασιν, ὁμοὺ Κυριακὴν Παρασκευήν, τοὺς Μάρτυρας Χριστοῦ
περιφανεῖς· θείαν χάριν γὰρ αἰτοῦνται καὶ φωτισμόν, τοὶς πίστει ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι
δι' ὑμῶν πάσιν ἰάματα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε
Χριστῷ συνομίλησας ἐπὶ τῷ φρέαρ σεμνή, καὶ πίστιν εἰσδέδεξαι, τὴν πρὸς αὐτὸν ἀκλινῶς, Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε· ὅθεν τῆς εὐσεβείας, ἐφαπλοῦσα τὸ φέγγος,
ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, σὺν υἱοῖς καὶ συγγόνοις· μεθ’ ὧν ἀπαύστως πρέσβευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Τὴν πηγὴν δεξαμενὴ τῆς σοφίας καὶ χάριτος, ἐκ χειλέων Κυρίου Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, νομίμως ἠγωνίσω πανοικεῖ, καὶ νέμεις φωτισμὸν παρὰ Θεοῦ,
τοῖς προστρέχουσι τῇ σκέπῃ σου τῇ σεπτῇ, καὶ εὐλαβῶς βοώσί σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ,
χάριν ἡμῖν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον
Τοῦ Χριστοῦ τῆς πίστεως, τὸ φῶς ἐδέξω, καὶ αὐτοῦ ἐκήρυξας, τὴν παρουσίαν ἐν σαρκί, ὦ Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, καὶ μαρτυρίου, ἀγῶσι διέλαμψας.

Κοντάκιον Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον
Τῶν Μαρτύρων σήμερον, ἡ κορωνίς καί τό κλέος, Φωτεινή ἡ ἔνδοξος, εἰς οὐρανούς ἀνελθοῦσα, ἅπαντας, συγκαλεῖται πρός ὑμνωδίαν, ταύτης γάρ,
τῶν χαρισμάτων ἀπολαβόντας. Δία τοῦτο παρά πάντων, τιμαῖς αἰσίαις, ἀνευφημείσθω πίστεως.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἰσαπόστολε Φωτεινή, ἡ ζωῆς τὸ ὕδωρ, δεξαμένη παρὰ Χριστοῦ· χαίροις ἡ ἐν Ῥώμῃ, ἀθλήσασα ἀνδρείως, σὺν πᾶσι τοῖς οἰκείοις, Χριστὸς δοξάσασα.

Μεγαλυνάριον
Τήν ἐκ Σαμαρείας νύμφην Χριστοῦ, καί ἀξιωθείσαν, ὁμιλίας τῆς παρ’ αὐτοῦ, Φωτεινήν τήν θείαν, ὑμνήσωμεν ἀξίως, ὡς Μάρτυρα Κυρίου, καί Ἰσαπόστολον.







































 
 
Αγίου Πορφυρίου Επισκόπου Γάζης
 
«Κριτήρια» Αγιότητας
Σπουδαίες μορφές τιμά σήμερα η Εκκλησία μας , ανάμεσά τους :          η Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτιδα, η οποία,  μετά τον ιστορικό και σωτήριο διάλογό της με τον Κύριο στο φρέαρ του Ιακώβ, κατά την γνωστή Ευαγγελική διήγηση, μετεστράφη και κατέστη φλογερή Ισαπόστολος και Μάρτυς του Χριστού, όπως, επίσης και ο Άγιος Πορφύριος, Επίσκοπος Γάζης, ο οποίος έζησε τον 4ο αιώνα και διακρίθηκε για τους επίμονους αγώνες του για την προστασία του Χριστιανικού ποιμνίου από τα κατάλοιπα της ειδωλολατρίας. Η μνήμη τους, όπως και η μνήμη κάθε Αγίου στην καθημερινότητα του  Εκκλησιαστικού βίου, γίνεται αφορμή να καταθέσουμε κάποιες λιτές σκέψεις σχετικά με τα κριτήρια εκείνα που ενεργοποιεί η Εκκλησία μας για να κατατάξει έναν άνθρωπο στην χορεία των Αγίων της.
Η κατάκτηση της αγιότητας είναι ο σκοπός της ζωής του κάθε Χριστιανού. Δεν πρόκειται για κάτι πού αφορά μία μερίδα ανθρώπων, πού διακρίνονται από κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αλλά αφορά όλους μας, όσοι έχουμε συνείδηση της αμαρτωλότητάς μας και ζούμε σε κατάσταση συνεχούς μετανοίας. Άλλωστε Άγιοι δεν αναδεικνύονται οι αναμάρτητοι, αλλά εκείνοι πού διακρίνονται για τη μετάνοιά τους και τον διά βίου αγώνα τους για τον περιορισμό και την πάταξη της αμαρτωλότητάς τους.
     Οι πλείστοι των Αγίων είναι άγνωστοι σε εμάς, είναι, όμως, γνωστοί και τιμημένοι από τον Θεό, αφού μετέχουν των αγαθών της Βασιλείας Σου. Οι λίγοι εξ αυτών είναι γνωστοί και τιμώνται από το Σώμα της Εκκλησίας και αναδεικνύονται ως Άγιοι επί τη βάσει συγκεκριμένων «κριτηρίων». Πρώτο και βασικό κριτήριο, όπως φαίνεται από την Εκκλησιαστική ιστορία,  είναι η βούληση Σώματος της Εκκλησίας, του λαού, όσων γνώρισαν και συναναστράφηκαν το υπό αγιοποίηση πρόσωπο, κατά τη διάρκεια της ζωής του, όσων γνώρισαν το περιεχόμενό του, τα έργα και τις ημέρες του και στη συνείδησή τους το έχουν ήδη κατατάξει στο χορό των Αγίων.
      Άλλο πολύ σημαντικό κριτήριο είναι  ο οσιακός βίος και η πνευματική ζωή. Η ζωή του υπό αγιοποίηση προσώπου να είναι παράδειγμα πίστεως, ευσεβείας, μετανοίας και προσευχής. Να ζει στον κόσμο αλλά να φαίνεται ότι δεν ανήκει στον κόσμο. Να εργάζεται στον κόσμο, αλλά, κατά βάθος, να απεργάζεται την προσωπική του
τελείωση, αλλά και την ωφέλεια των συνανθρώπων του, καθιστώντας τον εαυτό του φάρο τηλαυγή, θεϊκό φως, κερί ελπίδας αναμμένο για να διαλύσει τα σκοτάδια του κόσμου και της αμαρτίας.
    Ένα εξίσου  σημαντικό κριτήριο είναι  ο μαρτυρικός θάνατος.Τέτοιο θάνατο δοκίμασαν οι άνθρωποι του Θεού κυρίως στους πρώτους αιώνες ζωής της Εκκλησίας, στον Ελληνικό χώρο κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, στα κράτη πού δοκιμάστηκαν από το ζυγό των αθεϊστικών καθεστώτων, πού θέλησαν να πατάξουν τη θρησκευτική πίστη και να χαλιναγωγήσουν το Εκκλησιαστικό βίωμα, αλλά και στις μέρες μας σε τόπους που ανθεί ο επάρατος θρησκευτικός φανατισμός.
Το μαρτύριο θεωρείται στη ζωή της Εκκλησίας ως «Βάπτισμα αίματος», διά του οποίου ο Μάρτυρας απαλλάσσεται από τις αμαρτίες του και καταλαμβάνει περίζηλη και κορυφαία θέση στη ζωή του παραδείσου.
         Οι αγώνες υπέρ της Εκκλησίας, μπορεί κάλλιστα να θεωρηθούν ένα ακόμα κριτήριο για την αγιοποίηση ενός ανθρώπου. Η Εκκλησία στην ιστορική της πορεία δοκιμάστηκε από διώκτες, από αμφισβητίες, από εχθρικά ιδεολογικά συστήματα, από αρνητικές πολιτικές τοποθετήσεις, πού προσπάθησαν, με κάθε μέσο, να τη φιμώσουν, να την περιορίσουν και, ει δυνατόν, να την εξαφανίσουν. Τπήρξαν πάντα στο πέρασμα του χρόνου, φωτεινές προσωπικότητες, προερχόμενες είτε από τον Ιερό Κλήρο είτε από τις τάξεις των λαϊκών, πού προέταξαν τα στήθη τους και αγωνίστηκαν για την ελευθερία της Εκκλησίας. Τπήρξαν άνθρωποι πού, χωρίς να γευτούν το νέκταρ του μαρτυρίου του αίματος, βίωσαν το συνεχές μαρτύριο της συνειδήσεως και στερέωσαν το οικοδόμημα της Εκκλησίας με τα θεολογικά τους έργα, με τούς δυναμικούς τους αγώνες, με τη δύναμη της αδούλωτης πίστης τους, με τις περιφανείς νίκες τους κατά των αιρέσεων.
         Ασφαλή δείγματα αγιότητας, τέλος, μπορούν να θεωρηθούν και κάποια εξωτερικά σημεία τα οποία ο Θεός επιτρέπει να παρουσιάζονται και να ενεργούνται, όχι για να προκαλέσουν το θαυμασμό, όχι για να εκβιάσουν την πίστη, αλλά για να επιβραβεύσουν την πίστη και τη ζωή τόσο του εξαγιασμένου προσώπου, όσο και όλων εκείνων πού το συναναστράφηκαν και πλέον, το προσκυνούν και το τιμούν. Πρόκειται για τις θαυματουργικές ενέργειες και την ιδιαίτερη χάρη των Ιερών Λειψάνων και των Αγίων Εικόνων, σημεία αποδεικτικά της αγιότητας και της Θεϊκής ευαρέσκειας.
         Η Αγιότητα, αδελφοί μου, είναι υπόθεση του χθες, του παρόντος και του μέλλοντος στη ζωή της Εκκλησίας. Μία κατάσταση τόσο φυσική στον Ορθόδοξο κόσμο και στην Ορθόδοξη εμπειρία, όσο φυσική είναι η ίδια η ζωή. Τπόθεση πού αφορά όλους, στόχος πού πρέπει να βάλουμε όλοι, αποσκοπώντας στην Θεϊκή τιμή μάλλον κι όχι στην ανθρώπινη αναγνώριση. ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου -Ι.Μ.Δ


Ολίγα βιογραφικά  Αγίου μάρτυρος Θεοκλήτου

Η μνήμη του Αγίου Μάρτυρα Θεοκλήτου αναφέρεται μόνο στον Παρισινό Κώδικα 1578. Δεν έχουμε βιογραφικά του στοιχεία, αλλά ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του υποθέτει, ότι ίσως είναι ο μάγος που έδωσε στην Αγία Φωτεινή το δηλητήριο και πίστεψε στο Χριστό και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε.