ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

1 Ιουνίου Κυριακή των Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και του Αγίου μάρτυρος Ιουστίνου του Φιλοσόφου

0 σχόλια

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)





Ευαγγέλιο Κυριακής: Ιωάν. ιζ΄ 1-13

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπάρας ὁ  Ἰησοῦς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε, 2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. 3 αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας  Ἰησοῦν Χριστόν. 4 ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω· 5 καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. 6  Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. 7 νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· 8 ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 9  Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, 10 καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. 11 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. 12 ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ. 13 νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.


Απόδοση

 Σήκωσε ο Ιησούς τα μάτια του στον ουρανό και είπε: «Πατέρα, έφτασε η ώρα, φανέρωσε τη δόξα του Υιού σου, ώστε κι ο Υιός σου να φανερώσει τη δική σου δόξα. Εσύ του έδωσες εξουσία πάνω σε όλους τους ανθρώπους έτσι κι αυτός θα δώσει την αιώνια ζωή σε όλους αυτούς που του εμπιστεύτηκες. Και να ποια είναι η αιώνια ζωή: Ν’ αναγνωρίζουν οι άνθρωποι εσένα ως τον μόνο αληθινό Θεό, καθώς κι εκείνον που έστειλες, τον Ιησού Χριστό. Εγώ φανέρωσα τη δόξα σου πάνω στη γη, αφού ολοκλήρωσα το έργο που μου ανέθεσες να κάνω. Τώρα λοιπόν εσύ, Πατέρα, δόξασε με κοντά σε εσένα  με τη δόξα που είχα κοντά σου προτού να γίνει ο κόσμος. Εγώ σε έκανα γνωστό στους ανθρώπους που τους πήρες μέσα από τον κόσμο και μου τους εμπιστεύτηκες. Ανήκαν σ’ εσένα, και εσύ τους έδωσες σ’ εμένα κι έχουν δεχτεί το λόγο σου. Αυτοί τώρα ξέρουν πως όλα όσα μου έδωσες προέρχονται από σένα γιατί τις διδαχές που μου έδωσες, εγώ τις έδωσα σ’ αυτούς, κι αυτοί τις δέχτηκαν και αναγνώρισαν πως πραγματικά από σένα προέρχομαι και πίστεψαν πως εσύ με έστειλες στον κόσμο. Εγώ γι’ αυτούς παρακαλώ. Δεν παρακαλώ για τον κόσμο αλλά γι αυτούς που μου έδωσες, γιατί ανήκουν σ’ εσένα. Κι όλα όσα είναι δικά μου είναι και δικά σου, και τα δικά σου είναι και δικά μου, και μέσω αυτών θα φανερωθεί η δόξα μου. Τώρα δεν είμαι πια μέσα στον κόσμο ενώ αυτοί μένουν μέσα στον κόσμο, κι εγώ έρχομαι σε εσένα. Άγιε Πατέρα, διατήρησέ τους στην πίστη με τη δύναμη του ονόματός σου που μου χάρισες, για να μείνουν ενωμένοι όπως εμείς. Όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους διατηρούσα στην πίστη με τη δύναμη του ονόματος σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα και κανένας απ’ αυτούς δεν χάθηκε, παρά μόνο ο άνθρωπος της απώλειας, για να εκπληρωθούν τα λόγια της Γραφής. Τώρα όμως εγώ έρχομαι σε σένα και τα λέω αυτά όσο είμαι ακόμα στο κόσμο, ώστε να έχουν τη δική μου τη χαρά μέσα τους σ’ όλη την πληρότητά της.





“Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί Σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας ᾽Ιησοῦν Χριστόν”  (᾽Ιωάν. 17,3)
α. Τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Πατέρων ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου, τήν ὁποία ἀπηύθυνε πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα Του λίγο πρίν ἀπό τή σύλληψή Του στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Ὁ Κύριος ἀναφέρεται στήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου Του ἐπί τῆς γῆς καί συνεπῶς στήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς πού Τοῦ ἀνέθεσε ὁ Θεός Πατέρας καί πού δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, γεγονός πού συνιστᾶ ταυτοχρόνως, κατά τά δικά Του λόγια, καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Τίς πραγματικές διαστάσεις αὐτοῦ τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, πού ἀποκαλύπτουν καί τήν ὁμοουσιότητά Του ἀπέναντι στόν Πατέρα Του προσπάθησαν νά διακρατήσουν καί νά διατρανώσουν καί οἱ Πατέρες τῆς ᾽Εκκλησίας, καί μάλιστα τῆς Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τό 325 μ.Χ., ὅταν παρουσιάστηκαν αἱρετικοί, ἀμφισβητίες δηλαδή καί διαστρεβλωτές τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ – μέ προεξάρχοντα τόν ἱερέα ῎Αρειο – οἱ ὁποῖοι λίγο-πολύ θέλησαν κατ᾽ οὐσίαν νά ὑποβιβάσουν Αὐτόν στό ἐπίπεδο τοῦ κτίσματος καί συνεπῶς νά θέσουν ἐν ἀμφιβόλῳ τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Προϋπόθεση βεβαίως τῆς ἀμφισβήτησης αὐτῆς ἦταν ἡ δαιμονική ἐξύψωση τῆς λογικῆς τῶν αἱρετικῶν ὑπεράνω τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἀποκάλυψής Του, κάτι πού σήμαινε ὅτι μέ τήν αἵρεση ἀναμετριόταν στήν πραγματικότητα ὁ ἀνθρώπινος μέ τόν Θεϊκό λόγο! ᾽Εκεῖνος ὁ λόγος μάλιστα τοῦ Κυρίου πού μᾶς καθοδηγεῖ στήν κατανόηση τῆς ἀποστολῆς Του καί τῆς θεανδρικῆς φύσεώς Του εἶναι ὁ ἑξῆς: ῾Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί Σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας ᾽Ιησοῦν Χριστόν᾽ (᾽Ιωάν. 17,3).
 1. Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά βεβαίως πού ὁ Κύριος κάνει λόγο γιά τήν αἰώνια ζωή. Διαρκῶς ἀναφέρεται σ᾽ αὐτήν καί μάλιστα θεωρεῖται ὁ σκοπός τῆς ἀναζήτησης καί τῶν ᾽Ιουδαίων στήν Παλαιά Διαθήκη. ῎Ας θυμηθοῦμε γιά παράδειγμα τήν προσέγγιση τοῦ Κυρίου ἀπό τόν νομοδιδάσκαλο ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος θέτει στόν Κύριο ἀκριβῶς αὐτόν τόν προβληματισμό: ῾Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω;᾽ (Λουκ. 10,25), προβληματισμό πού δίνει ἀφορμή στόν Χριστό νά πεῖ καί τή γνωστή παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη.
Ἡ αἰώνια ζωή λοιπόν προβάλλεται ὡς τό ὅραμα τῆς Π. Διαθήκης, ἀλλά καί ὁ σκοπός τῆς ἀποστολῆς τοῦ Κυρίου, ὅπως μᾶς ἀφήνει νά κατανοήσουμε αὐτόν καί ὁ λόγος τοῦ ῎Ιδιου στό σημερινό Εὐαγγέλιο: ῾Πάτερ…δόξασόν Σου τόν Υἱόν…καθώς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὅ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωήν αἰώνιον᾽ (᾽Ιωάν. 17, 1-2).
 2. Ὁ Κύριος σπεύδει νά διευκρινίσει τί σημαίνει αἰώνια ζωή. Δέν πρόκειται περί μιᾶς ἄλλης ζωῆς πού ἐκτείνεται μετά τήν ἐδῶ-στόν κόσμο τοῦτο ζωή. Οὔτε πολύ περισσότερο περί τῆς συνέχειας τῆς ζωῆς αὐτῆς χωρίς τέλος καί θάνατο. Τέτοιες κατανοήσεις ἀκούγονται καί λέγονται, ἀλλά συνιστοῦν παραποιήσεις, διότι διαιωνίζουν τήν κατάσταση τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία κόσμου καί πρωτίστως δέν λαμβάνουν καθόλου ὑπόψιν τή σωτηριώδη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ στόν κόσμο, συνεπῶς εἶναι κατανοήσεις ἀπιστίας. Ἡ αἰώνια ζωή, κατά τόν Κύριο, συναρτᾶται ἄμεσα μέ τόν ῾Εαυτό Του: εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπο καί τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀπεσταλμένου τοῦ Θεοῦ. ῾Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί Σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας ᾽Ιησοῦν Χριστόν᾽.
 3. Ἡ γνώση αὐτή δέν ἔχει χαρακτήρα νοησιαρχικό: δέν εἶναι δηλαδή θέμα ἐγκεφάλου, δέν πρόκειται γιά κάποιες πληροφορίες πού κινητοποιοῦν τίς νοητικές ἱκανότητες τοῦ ἀνθρώπου – τέτοια γνώση ὑπάρχει καί ὑφίσταται, ἀλλ᾽ ὅταν μιλᾶμε γιά τά πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου. Ἡ γνώση γιά τήν ὁποία κάνει λόγο ὁ Κύριος ἀποκτᾶται ἀπό τήν προσωπική σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ ᾽Εκεῖνον, πού θά πεῖ τήν αἰώνια ζωή βιώνει ὁ ἄνθρωπος πού δέχτηκε τήν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ νά Τόν ἀκολουθήσει καί νά μετάσχει ἔτσι στή δική Του ζωή. ῾Γνῶσίς ἐστιν μετουσία᾽, θά πεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ βαθύς καί ἐμφιλόσοφος αὐτός θεολογικός νοῦς, ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Πρέπει νά μετάσχει δηλαδή κανείς στόν Θεό, νά κοινωνήσει μαζί Του, γιά νά μπορέσει νά πεῖ ὅτι Τόν γνωρίζει. Κι αὐτή ἡ γνώση ὡς κοινωνία μέ τόν Θεό, πού δηλώνει τήν παρουσία ᾽Εκείνου μέσα στόν ἄνθρωπο, συνιστᾶ ἀκριβῶς τήν αἰώνια ζωή. Μέ ἄλλα λόγια ἡ αἰώνια ζωή εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐνέργεια τῆς χάριτός Του, τήν ὁποία μπορεῖ καί ζεῖ στά προσωπικά του ὅρια, τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, ὁ ἄνθρωπος πού θά πιστέψει στόν Χριστό. Προϋπόθεση γι᾽ αὐτό, κατά τόν Κύριο, εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν. ῎Ανθρωπος πού ἐν πίστει θά τηρήσει τίς ἐντολές Του, καί μάλιστα τήν περιεκτική ἐντολή τῆς ἀγάπης, θά διαπιστώσει ῾ἰδίοις ὄμμασι᾽ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐγκατοίκησή Του μέσα σ᾽ Αὐτόν. Τότε ἐμπειρικά θά γνωρίσει τόν Θεό. Αὐτό ἀποκάλυψε ὁ Κύριος καί προκάλεσε τόν κάθε πιστό Του νά ῾πειραματιστεῖ᾽ στόν ἑαυτό του προκειμένου νά τό ἐπιβεβαιώσει. ῾Ὁ λέγων ἔγνωκα αὐτόν καί τάς ἐντολάς αὐτοῦ μή τηρῶν ψεύστης ἐστίν (Α´᾽Ιωάν. 2,4). ῾Ὁ μή ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τόν Θεόν, ὅτι ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί᾽. (Α´ ᾽Ιωάν. 4,8). ῾᾽Εάν τις ἀγαπᾷ με τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν᾽ (᾽Ιωάν. 14, 23 ).
4. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὑπόθεση τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, τόν κάνει νά πλατύνεται τόσο, ὥστε νά ζεῖ τήν αἰώνια ζωή μέσα στά ἀσφυκτικά καί περιορισμένα πλαίσια τῆς ζωῆς αὐτῆς, μέσα στό ἐδῶ καί στό τώρα, νά ζεῖ δηλαδή, ὅπως εἴπαμε, τήν ἐνέργεια τῆς χάριτος τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, νά γίνεται καί ὁ ἴδιος ἄκτιστος. ῾Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός᾽ (Γαλ. 2,20) κατά τή μαρτυρία τοῦ ἀπ. Παύλου. Κι αὐτό εἶναι τό μυστήριο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς: σέ παίρνει ὁ Χριστός, σέ κάνει ἕνα μέ ᾽Εκεῖνον, κι ἐνῶ φαίνεσαι ὅτι ζεῖς τήν ἴδια ζωή μέ τούς ἄλλους, ἐσύ ἔχεις γίνει ἕνας μικρός Θεός, ῾ἐν σαρκί περιπολῶν Θεός᾽ κατά τήν ἔκφραση ἐκκλησιαστικοῦ Πατέρα. Ὁπότε καταλαβαίνει κανείς ὅτι αὐτό πού λέμε ζωή εἶναι πέρα ἀπό αὐτό πού ἐπισημαίνουν οἱ αἰσθήσεις. Ζωή μπορεῖ νά εἶναι ἡ αἰώνια ζωή: ἡ ζωή τοῦ Θεοῦ μέσα στόν ἄνθρωπο, μπορεῖ ὅμως νά εἶναι καί μία νέκρωση πού ἁπλῶς φαίνεται ὡς ζωή. Σάν τήν περίπτωση πού λέει ὁ Κύριος γιά ἐκείνους πού δέν τόν ἀκολουθοῦσαν καί τούς χαρακτήρισε ὡς ζωντανούς νεκρούς. ῾῎Αφες τούς νεκρούς θάψαι τούς ἑαυτῶν νεκρούς᾽ (Ματθ. 8,22).
 5. Εἶναι περιττό βεβαίως καί νά ὑπενθυμίσουμε ὅτι τή ζωή αὐτή στήν ὁποία μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος, μπορεῖ κανείς νά τή ζήσει μέσα στό ζωντανό σῶμα Του, τήν ᾽Εκκλησία, γιατί, ἐκεῖ, ὡς μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος, ἱκανώνεται ἀπό τόν Χριστό νά τηρεῖ τίς ἅγιες ἐντολές Του. ῎Εξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνον ἀδυνατεῖ νά τηρήσει τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τίς θεωρεῖ πολλές φορές ἀνοησία. Ποιός ῾λογικός᾽ ἄνθρωπος, μή χριστιανός, θά θεωροῦσε ὡς κάτι φυσικό, γιά παράδειγμα, τήν ἀγάπη πρός τόν ἐχθρό; Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δέν εἶπε ὅτι ῾χωρίς Αὐτοῦ οὐ δυνάμεθα ποιεῖν οὐδέν;᾽(Πρβλ.᾽Ιωάν. 15, 5). Αὐτό σημαίνει ὅμως ὅτι καί ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία εἶναι ἀδύνατη καί τό βάθος τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ – ἡ ἴδια ἡ αἰώνια ζωή – δέν εἶναι κατορθωτό.
γ. Οἱ Πατέρες τῆς ᾽Εκκλησίας μας, ὅπως οἱ συγκεκριμένοι 318 τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, αὐτό προσπάθησαν νά διασφαλίσουν: τήν ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ, τή ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας, τήν αἰώνια ζωή μέσα στή ζωή αὐτή, τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ὡς πραγματική σχέση μέ τόν Θεό ἐν Χριστῷ. Γι᾽ αὐτό καί τούς τιμᾶμε καί τούς γεραίρουμε. Καί τούς παρακαλοῦμε νά εὔχονται γιά μᾶς, ὥστε νά μένουμε στήν ἴδια μέ ἐκείνους χάρη, δηλαδή στή χάρη τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ μας.
 παπα Γιώργης Δορμπαράκης 



Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυς


Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυς
ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΣ
ΕΝΑΣ ΑΝΗΣΥΧΟΣ ΚΥΝΗΓΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

Ο Χριστιανισμός εμφανίστηκε στον κόσμο σαν μία πνευματική επανάσταση. Στην επαναστατική διδασκαλία του Χριστιανισμού αντέδρασε το κατεστημένο της τότε εποχής. Το κατεστημένο,  όχι μόνον υπό την έννοια της αντιδραστικής τάξεως των αρχόντων, αλλά και υπό την έννοια ορισμένων ταπεινωτικών για τον άνθρωπο ηθικών αρχών, τις οποίες εδέχετο και εφήρμοζε ο λαός. Όταν υποταγεί κανείς εις τα πάθη και τις κακίες του, συνηθίζει σ' αυτή την κατάσταση, όποιος επιχειρήσει να τον βγάλει απ' αυτήν, γίνεται εχθρός του.
Με πρωτοφανή εχθρότητα λοιπόν αντιμετωπίστηκε ο Χριστιανισμός στα πρώτα του βήματα από το πάσης φύσεως κατεστημένο. Επαγγελματίες που δεν τους συνέφερε η λιτή και απλή χριστιανική ζωή, φιλόσοφοι που έχαναν τους μαθητάς των και ο όχλος που δεν εύρισκε στον Χριστιανισμό τον κόλακα αλλά τον τιμητή των κακιών του, ξεσήκωσαν πρωτοφανή εκστρατεία κατασυκοφαντήσεως και αποδυναμώσεως του Χριστιανισμού.
Η αλήθεια, μία αλήθεια που αιώνες περίμενε η ανθρωπότητα, καθόταν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, όπως συμβαίνει συνήθως σε κάθε εποχή. Και σε κάθε εποχή, ο γνήσιος άνθρωπος, ο ασυμβίβαστος, ο ανήσυχος, ο δυναμικός άνθρωπος, καλείται να διαλέξει ανάμεσα στο ψεύδος και την αλήθεια, έστω κι αν αυτό σημαίνει γκρέμισμα και αφανισμό της προηγούμενης πνευματικής του υποδομής και υλική κακοπάθεια.
Το δρόμο και τα βήματα που οδήγησαν στην αλήθεια μία εκλεκτή προσωπικότητα του δεύτερου αιώνος μετά Χριστόν, της ταραγμένης αυτής εποχής, κατά την οποία ο Χριστιανισμός γνήσιος, ενθουσιώδης και αγωνιστικός, ξεχυνόταν μέσα στη λυσσασμένη αντίδραση των πολλών, για να κατακτήσει τον κόσμο, θα παρακολουθήσουμε εδώ σύντομα.
Ανήσυχος στη νεότητά του μας παρουσιάζει ο Ιουστίνος, ο υιός του Πρίσκου και εγγονός του Βακχείου, Οι γονείς του, εξελληνισμένοι Ρωμαίοι, ζούσαν στη Φλαβία Νεάπολη, η οποία κτίσθηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίας σαμαρειτικής πόλεως Συχέμ, εκεί όπου ο Χριστός υποσχέθηκε να δώσει στη Σαμαρείτιδα το ζωντανό νερό της διδασκαλίας του, που σβήνει για πάντα την πνευματική δίψα. Σ' αυτό το νερό έσβησε και ο νεαρός Ιουστίνος τη δίψα του, αφού δοκίμασε πολλές άλλες πηγές. Η Φλαβία Νεάπολη με τη συνένωση του αρχαίου σαμαρειτικού της παρελθόντος και του ελληνορωμαϊκού παρόντος ήταν ένα αξιόλογο κοσμοπολίτικο κέντρο. Κυκλοφορούσαν στην ατμόσφαιρα της όλα τα θρησκευτικά και φιλοσοφικά ρεύματα και ήταν έτσι ένα ιδανικό περιβάλλον για μεταφυσικές αναζητήσεις.
Μεγαλωμένος στο ειδωλολατρικό περιβάλλον της οικογένειας του, ειδωλολάτρης εκ καταγωγής, ψάχνει κατ' αρχήν μέσα στο χώρο του εθνικού κόσμου να βρει λύση στα μεταφυσικά του προβλήματα, να συναντήσει την αλήθεια. Την περιπλάνηση του από τη μία φιλοσοφική σχολή στην άλλη, μας την περιγράφει παραστατικά ο ίδιος στην αρχή ενός διαλογικού του έργου, στο «Διάλογο προς Τρύφωνα», όπου διασώζετο τη συζήτηση που έκανε με ένα Εβραίο αρχιραβίνο. Παίρνοντας αφορμή από ερώτηση του Εβραίου για το ποια είναι η φιλοσοφία του, εκθέτει με ζωντάνια της αναζητήσεις του. Πίστευε από την αρχή ότι η φιλοσοφία είναι το πιο μεγάλο και πιο τίμιο ανάμεσα σ' όλα τα αποκτήματα του ανθρώπου. Σκοπός της είναι να οδηγήσει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό. Πραγματικοί δε όσιοι είναι αυτοί που έχουν στρέψει το νου τους σ' αυτή την προσπάθεια. Από πόθο λοιπόν να γίνει και αυτός αληθινός φιλόσοφος έγινε μαθητής ενός στωικού φιλοσόφου. Παρέμεινε αρκετό καιρό κοντά του, αλλά μάταια περίμενε να ακούσει κάτι ουσιαστικό περί του Θεού ο δάσκαλος του, εκτός του ότι δεν εγνώριζε τα σχετικά προβλήματα, έλεγε επί πλέον ότι δεν είναι αναγκαία αυτή η γνώση. Εγκαταλείπει πικραμένος τον στωικό φιλόσοφο, για να έλθει στη σχολή ενός φημισμένου περιπατητικού φιλοσόφου. Η απογοήτευση του εδώ είναι μεγαλύτερη∙ γιατί από την πρώτη κιόλας ημέρα ο μεγάλος διδάσκαλος του εζήτησε να ορίσουν τα δίδακτρα, ώστε να μη αποβαίνει ανωφελής η φοίτηση. Στη χρηματική αμοιβή έβλεπε ο φιλόσοφος την ωφέλεια της φιλοσοφίας. Αυτό έδειχνε ότι δεν  ήταν καν φιλόσοφος. Τον εγκαταλείπει λοιπόν και αυτόν με μεγαλωμένη τη λαχτάρα να βρει ένα σωστό φιλόσοφο. «Της δε ψυχής έτι μου σπαργώσης ακούσαι το ίδιον και το εξαίρετον της φιλοσοφίας, προσήλθον ευδοκιμούντι μάλιστα Πυθαγορείο, ανδρί πολύ επί τη σοφία φρονούντι» 1. Στον Πυθαγόρειο πίστεψε ότι θα σταματούσε το σπαρτάρισμα της ψυχής του και εύρισκε την αλήθεια. Άλλες όμως δυσκολίες τον περιμένουν εδώ∙ ο πυθαγόρειος σαν αναγκαία προϋπόθεση για τη γνώση της φιλοσοφίας του συνέστησε να μάθει μουσική, αστρονομία και γεωμετρία. Η αγωνία του Ιουστίνου να πλησιάσει την αλήθεια. Όσο το δυνατόν γρηγορότερα, τον οδήγησε να απορρίψει τη σύσταση του πυθαγορείου διδασκάλου, γιατί η μάθηση αυτών των πραγμάτων θα απαιτούσε πολύ χρόνο. Μέσα στην αμηχανία του για το τι έπρεπε στη συνέχεια να κάμει, σκέφθηκε να επισκεφθεί τους Πλατωνικούς, που κι αυτοί είχαν μεγάλη φήμη.  Σ' ένα πλατωνικό λοιπόν φιλόσοφο που μόλις είχε φθάσει στην πόλη τους προσεκολλήθη Ιουστίνου στο τέλος των αναζητήσεων του. Με πολύ ενθουσιασμό άκουγε τις πλατωνικές απόψεις για τον νοητό κόσμο, για τη θεωρία των ιδεών, και πίστευε πως σε λίγο θα έφθανε στο στόχο της πλατωνικής φιλοσοφίας, στη θέα δηλαδή του Θεού. Ας ακούσουμε πόσο δυνατά μας το λέγει ο ίδιος∙ «Και με ήρει σφόδρα η των ασωμάτων νόησις, και η θεωρία των ιδεών ανεπτέρου μου την φρόνησιν, ολίγου τε εντός χρόνου ώμην σοφός γενονέναι και υπό βλακείας ήλπιζον αυτίκα κατ' όψεσθαι τον θεόν∙ τούτο γαρ τέλος της Πλάτωνος φιλοσοφίας» 2 .
Ο Πλατωνισμός ικανοποίησε κατ' αρχήν τον Ιουστίνο. Οι αμφιβολίες όμως άρχισαν σιγά-σιγά να τον δέρνουν και πάλι∙ το κενό που ένιωθε μέσα του από την αρχή δεν είχε γεμίσει ολόκληρο. Κάτι τελειότερο πρέπει να υπάρχει∙ ποιος όμως θα τον χειραγωγούσε προς τα εκεί; Έπειτα δεν υπήρχε άλλο σοβαρό φιλοσοφικό ή θρησκευτικό σύστημα, για να ζητήση τη βοήθειά του. Το Χριστιανισμό τον αντιμετώπιζαν με ειρωνεία και σαρκασμό οι φιλόσοφοι σαν θρησκεία των βαρβάρων και  γραμμάτων, αλλά και στο λαό, λόγω της ηθικής του αυστηρότητος, δεν ήταν συμπαθής.
Η διαίσθηση όμως του Ιουστίνου τον έστρεφε διαρκώς προς τα εκεί. Ορισμένα στοιχεία της ζωής των Χριστιανών του είχαν κάμει ιδιαίτερη εντύπωση. Μήπως όλα όσα διέδιδαν για το Χριστιανισμό ήσαν πλεκτάνη και συκοφαντία και ψεύδη, που είχαν σκοπό να αποδυναμώσουν την έλξη του και να τον κάνουν ακίνδυνο για το κατεστημένο; Κυρίως δυο πλευρές της ζωής των Χριστιανών έβαλαν σε σκέψεις τον πλατωνικό μας φιλόσοφο. Η καθαρότης, αυστηρότης της ηθικής των ζωής και η αφοβία και το θάρρος με τα οποία αντιμετώπιζαν το θάνατο. Συγκρίνει τα στοιχεία αυτά με τα αντίστοιχα της ζωής των Εθνικών και διαπιστώνει την υπεροχή τους. Καμία φιλοσοφία δεν είχε τη δύναμη να βελτιώσει τόσο πολύ την πνευματική κατάσταση της ανθρωπότητας. Η σαρκολατρία και η πορνεία εσφράγιζαν και εμόλυναν την ατμόσφαιρα της ηθικής ζωής των Εθνικών∙ ο άνδρας οδηγούσε ο ίδιος τη γυναίκα του στη διαφθορά, δεν δίσταζε δε και να διαφθείρει ο ίδιος την κόρη του. Οι υψηλότερες ιδέες περνούσαν απαρατήρητες. Κανένας δεν πείσθηκε από το Σωκράτη να πεθάνει υπέρ της διδασκαλίας του, ακόμη και από τους φιλοσόφους. Στο Χριστιανισμό αντιθέτως όλοι ασκούν τέτοια ηθική, ώστε και η επιθυμία μόνον και το πονηρό βλέμμα θεωρούνται αμαρτία. Χιλιάδες είναι εκείνοι που πέθαναν για την πίστη τους στο Χριστό, απλοϊκοί άνθρωποι και αγράμματοι 3.
Οι σκέψεις αυτές συνέφεραν τον Ιουστίνο από τις πλατωνικές ονειροπολήσεις του. Είδε στο Χριστιανισμό τη φιλοσοφία που έχει τη δύναμη να αλλάξει πνευματικά τον άνθρωπο τόσο, ώστε με αφοβία να αντιμετωπίζει τον θάνατο. Και στο στάδιο αυτό κάποια ημέρα που βγήκε περίπατο για περισυλλογή και αυτοσυγκέντρωση, ένας Χριστιανός πρεσβύτης του εγκρέμισε όλα τα πλατωνικά κατάλοιπα και του άνοιξε το δρόμο για το φως και την αλήθεια. «Από τότε, λέγει, άναψε θεϊκή φωτιά μέσα μου, και με εκυρίευσε ιδρώτας για τους άνδρας που είναι φίλοι και κήρυκες του Χριστού. Βρήκα επί τέλους την αληθινή φιλοσοφία και έγινα πραγματικός φιλόσοφος» 4  
Χριστιανός πλέον ο Ιουστίνος δεν εγκαταλείπει το φιλοσοφικό τρίβωνα∙ τον φορεί τώρα με περισσότερη σιγουριά, γιατί βρήκε την αλήθεια. Ιδρύει χριστιανική φιλοσοφική σχολή στη Ρώμη και είναι τόσο μεγάλη η επιτυχία του, ώστε αδειάζουν οι σχολές των εθνικών φιλοσόφων. Ο κυνικός φιλόσοφος Κρήσκης, τον οποίον αποστόμωσε σε δημόσια φιλοσοφική συζήτηση, τον καταγγέλλει ως Χριστιανό. Και ενώπιον του έπαρχου της Ρώμης Ρουστικού δίδεται στον Ιουστίνο η ευκαιρία να κάνει και αυτός αυτό που εθαυμαζε στους Χριστιανούς∙ να σταθεί άφοβα μπροστά στην απειλή του θανάτου.
- Ποια είναι η φιλοσοφία σου; Τον ρωτά ο έπαρχος.
- Προσπάθησαν πολλές φιλοσοφίες να μάθω, αναπαύθηκα όμως στη Χριστιανική φιλοσοφία, έστω κι αν αυτή δεν αρέσει στους ψευδοδόξους, είναι η απάντηση του μάρτυρος.5  
Αυτή τελικώς τον οδήγησε στο θάνατο το 165 μ.Χ μαζύ με έξη από τους μαθητάς της Σχολής του. Το μαρτύριο του εσφράγισε τη φιλοσοφία του∙ και τα δύο μαζύ έγιναν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανήσυχου κυνηγού της αλήθειας. Σ' όλους είναι γνωστός ως Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς.
Στις αναζητήσεις των πνευματικών ανθρώπων της εποχής μας, των νέων κυρίως, που ανάμεσα στις πολλές φιλοσοφίες του καιρού μας ψάχνουν για την αλήθεια, ο Ιουστίνος είναι πρότυπο πνευματικού οδηγού. Ταιριάζει πολύ στον τύπο του σύγχρονου πνευματικού ανθρώπου∙  ανήσυχος, ερευνητικός, χωρίς φανατισμούς και προκαταλήψεις, ελέγχει, συζητά, δοκιμάζει. Δεν κατεδίκασε εξ' ολοκλήρου τις φιλοσοφίες που γνώρισε, πριν γίνει Χριστιανός τις τοποθέτησε απλώς στις πραγματικές τους διαστάσεις. Είναι ανθρώπινα, ατελή κατασκευάσματα, περιέχουν σπέρματα μόνο της αλήθειας. Ο Χριστιανισμός είναι η ολοκλήρωση της αλήθειας, η φανέρωση του ίδιου του Λόγου στο πρόσωπο του Χριστού. Πέρα λοιπόν από οποιαδήποτε ανθρώπινη φιλοσοφία οδηγεί τους κυνηγούς της αλήθειας ο Ιουστίνος. Τους οδηγεί ακόμη και πέρα από τον Χριστιανισμό, όπως κατάντησε μέσα στον  κόσμο, με τους τόσους ιστορικούς του συμβιβασμούς, προς τον γνήσιο Χριστιανισμό, στο Χριστιανισμό που ενθουσίασε και είλκυσε και τον ίδιο. Σ' ένα Χριστιανισμό που κάνει τη θεωρία πράξη, που την αγάπη, την ισότητα, την εγκράτεια, την αγνότητα, της αδελφοσύνη, δεν τα περιορίζει στη διδασκαλία, αλλά τα επεκτείνει και στη ζωή. Στον εφαρμοσμένο Χριστιανισμό βρήκε ο Ιουστίνος την αληθινή φιλοσοφία και την αφοβία μπροστά στο θάνατο. Ότι εθαύμαζε στη ζωή των Χριστιανών, το εφήρμοσε και ο ίδιος, δεν υπάρχει καλύτερη μέθοδος «φιλοσόφου βίου».
Εκ του περιοδικού Θεοδρομία τεύχος 1 Ιανουάριος -Μάρτιος 2008


1)Διάλογος προς Τρύφωνα, 2, ΕΠΕ ‘Απολογηταί 1,264-268.
2)Αυτόθι.
3)
Απολογία Α' 15, ΕΠΕ, Απολογηταί 1,96 Απολογία Β', 10, Αυτόθι, 220 και Απολογία Β', 12, Αυτόθι 222.
4)
Διάλογος προς Τρύφωνα, 8, Αυτόθι 284: «Εμού δε παραχρήμα πυρ εν τη ψυχή ανήφθη και έρως έχει με των προφητών και των ανδρών εκείνων οι εισί Χριστού φίλοι∙ διαλογιζόμενος τε προς εμαυτόν τους λόγους αυτού ταύτην μόνην εύρισκον φιλοσοφίαν ασφαλή τε και σύμφορον».
5)Μαρτύριον των αγίων Ιουστίνου, Χαρίτωνος, Χαρίτους, Ευελπίστου, Ιέρακος, Παίονος και Λιβεριανού 2 εν Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Τα Μαρτύρια των αρχαίων Χριστιανών ΕΠΕ, σελ. 90.Ρούστικος έπαρχος είπε: Ποίους λόγους μεταχειρίζη; Ιουστίνος είπε∙Πάντας λόγους επειράθην μαθείν, συνεθέμην δε τοις αληθέσι λόγοις, τοις των Χριστιανών, καν μη αρέσκωσι τοις ψειδολόγοις.

31 Μαΐου μνήμη του Αγίου μάρτυρος Ερμείου

0 σχόλια

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΕΡΜΕΙΑΣ



"Ο άγιος Ερμείας ζούσε επί του βασιλιά Αντωνίνου, στην πόλη των Κομάνων και ήταν στρατιωτικός. Ήταν προχωρημένης ηλικίας και είχε άσπρα μαλλιά. Συνελήφθη επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και οδηγήθηκε στον άρχοντα Σεβαστιανό, με αποτέλεσμα να δώσει αυτός διαταγή να του σπάσουν πρώτα τα σαγόνια, να του αφαιρέσουν το δέρμα του προσώπου και να του ξεριζώσουν τα δόντια. Έπειτα άναψαν καμίνι και τον έριξαν μέσα. Παρέμεινε όμως αβλαβής από τη φωτιά, οπότε δόθηκε διαταγή να τον σκοτώσουν με δηλητηριώδη φάρμακα. Ήπιε τα φάρμακα κι όταν παρέμεινε και από αυτά αβλαβής, έλκυσε προς την πίστη του Χριστού αυτόν που του τα έδωσε. Επειδή αυτός ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, του κόψανε το κεφάλι. Τότε του αγίου του έβγαλαν τα νεύρα του σώματος και τον έριξαν σε πυρωμένο λέβητα, στη συνέχεια του τρύπησαν τους οφθαλμούς και σε τρεις ημέρες τον κρέμασαν με το κεφάλι κάτω. Και έτσι αφού του έκοψαν τον αυχένα, εξεδήμησε προς τον Κύριο".

       Τη γενναιότητα και την ανδρεία είναι φυσικό να την βλέπει κανείς στους νέους ανθρώπους. Να την βλέπει όμως σε μεγάλους και προχωρημένης ηλικίας ανθρώπους είναι πράγμα θαυμαστό και παράδοξο. Διότι ο μεγάλος άνθρωπος, βλέποντας τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, νιώθει περισσότερο ανασφαλής και αναζητεί συνήθως κάλυψη και ασφάλεια. Ο φόβος έτσι γίνεται στοιχείο της ζωής του ηλικιωμένου, συναυξανόμενο με την πρόοδο της ηλικίας. Τα παραπάνω βεβαίως ισχύουν εκεί που δεν λειτουργεί η μεγάλη πίστη στον Χριστό. Ή μάλλον ισχύουν, αλλά καταπολεμούνται και υπερβαίνονται από την πίστη του Χριστού. Διότι αυτό είναι το χαρακτηριστικό της χριστιανικής πίστεως: η ενδυνάμωση της καρδιάς του ανθρώπου και η εξάλειψη του κάθε φόβου. Η παρουσία του Χριστού στη ζωή του ανθρώπου, όποιας ηλικίας, συνοδεύεται πάντοτε με την προτροπή: "Μη φοβού, μόνον πίστευε". Γι' αυτό και ο απόστολος Παύλος σημειώνει ότι "ουκ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού". Και μία τέτοια μεγάλη πίστη, χαρισματική πίστη που κατακρήμνισε όλες τις θεωρούμενες σταθερές, ήταν και η πίστη του αγίου μάρτυρα Ερμεία. Προχωρημένης ηλικίας ο άγιος "και λευκήν έχων την τρίχα τω χρόνω" κατά το συναξάρι. Κι όμως! Το φρόνημά του ήταν τόσο ανδρείο, η γενναιότητά του τόσο εκτυφλωτική, που οι νέοι άνθρωποι κάθε εποχής μπροστά του ωχριούν και υποστέλλονται. Πολύ περισσότερο ισχύουν γι' αυτόν - όπως και για τους άλλους μεγάλης ηλικίας άγιους μάρτυρες της πίστεως, σαν τον άγιο Πολύκαρπο, σαν τον άγιο Χαράλαμπο για παράδειγμα, ή και για τις μικρές κοπέλες χριστιανές μάρτυρες - τα λόγια που είχε πει σπουδαίος άνδρας, όταν γνώρισε την ηρωίδα του '21 Μπουμπουλίνα και είχε θαυμάσει την τόλμη και τη γενναιότητά της, παρόλη τη γυναικεία φύση της: "Μπροστά της οι ανδρείοι έκλιναν την κεφαλή, ενώ οι δειλοί φοβούνταν".

       Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος επισημαίνει επανειλημμένως την πραγματικότητα αυτή. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη το πρώτο στιχηρό του εσπερινού, ο πρώτος ύμνος δηλαδή για τον μάρτυρα Ερμεία, αναφέρεται ακριβώς σ' αυτό: "Η ακαταμάχητη χάρη του Χριστού που σε δυνάμωνε, μάρτυς, δείχνει σε όλους τη δύναμή Του μέσα από την ασθένεια της φύσης σου. Γι' αυτό και σε θνητό σώμα σε ενίσχυσε να καταπαλέψεις τον άσαρκο διάβολο με δύναμη και να πάρεις τη νίκη" ("Η απροσμάχητος χάρις του δυναμούντός σε, εν ασθενεία, μάρτυς, σου της φύσεως πάσι την δύναμιν δεικνύει. Διό και θνητώ σε ενίσχυσε σώματι, καταπαλαίσαι τον άσαρκον κραταιώς και λαβείν τα νικητήρια"). "Ενισχυόμενος, πάνσοφε, από τη δύναμη του θείου Πνεύματος, ταπείνωσες με χαρά τον δυνατό στην κακία δράκοντα" ("Ρώμη θείου Πνεύματος συ κρατυνόμενος, πάνσοφε, τον δυνατόν χαίρων εν κακία εταπείνωσας δράκοντα") (ωδή γ΄). Ακόμη και στην ρίψη του αγίου μέσα στο καμίνι της φωτιάς, κι εκεί φαίνεται να εισέρχεται απτόητος, θυμίζοντας τους τρεις παίδας εν τη καμίνω. "Μπήκες χωρίς κανένα φόβο στην πυρακτωμένη κάμινο, ένδοξε, κι όπως οι τρεις παίδες διέμεινες ακατάφλεκτος με τη δύναμη του Θεού" ("Υπεισήλθες απτόητος την πυρακτωθείσαν, ένδοξε, κάμινον, ως οι παίδες δε διέμεινας θεϊκή δυναστεία ακατάφλεκτος") (ωδή δ΄). Η νεανική ανδρεία του τον έκανε να κραυγάζει την αφοβία του και να ομολογεί την πίστη του στον αληθινό Θεό: "Δεν φοβάμαι κάθε αύξηση των βασάνων που μου γίνεται, ούτε προσφέρω κανένα σεβασμό στους ανύπαρκτους θεούς, έκραζες, παμμακάριστε. Έναν μόνον σέβομαι, τον Ιησού τον Κύριο, ο Οποίος σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου" ("Ου πτοούμαι πάσαν αλγεινών επίτασιν προσγινομένην, ουδέ νέμω σέβας τοις μη ούσιν, έκραζες θεοίς, παμμάκαρ. Ένα μόνον σέβω, Ιησούν τον Κύριον, τον επί Ποντίου Πιλάτου σταυρωθέντα") (ωδή η΄).

       Ο άγιος Ιωσήφ βεβαίως δεν είναι δυνατόν να μην επισημάνει την αιτία της μεγάλης αυτής πίστης του αγίου Ερμεία και της τρομερής γενναιότητας της καρδιάς του. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την θερμή αγάπη του προς τον Κύριο. Κινητήρια δύναμη, ποιητικό αίτιο της αταλάντευτης θέλησής του, ώστε να υπομείνει όλα τα φοβερά κολαστήρια μέχρι τελικής πτώσης του, παρόλη την ηλικία του, ήταν η πλήρωση της καρδιάς του από τη φλόγα της αγάπης του Χριστού και η διαρκής επομένως ενατένισή του προς Αυτόν. "Γέμισες από το πυρ της αγάπης του Χριστού και έγινες πραγματικά σαν δίστομη μάχαιρα" ("Στομούμενος τω πυρί της του Χριστού αγαπήσεως, ως δίστομος αληθώς γεγένησαι μάχαιρα") (ωδή ς΄). "Ατενίζοντας στον Θεό, ο Οποίος μπορεί να προσφέρει τη σωτηρία, υπέμεινες γενναία τους πόνους του σώματος, Ερμεία, με προσηλωμένο νου" ("Εις Θεόν ατενίζων, τον δυνάμενον σώζειν, νοός ευθύτητι υπήνεγκας τους πόνους, Ερμεία, τους γενναίους") (ωδή ζ΄). Τελικά, το μόνο που μετράει στη ζωή αυτή δεν είναι ούτε η ηλικία ούτε βεβαίως οτιδήποτε άλλο επίγειο προσόν, πέραν του φρονήματος της ίδιας της καρδιάς. Και καρδιά που αντέχει και τον ίδιο τον θάνατο, με επίγνωση και με νόημα, είναι η καρδιά του χριστιανού, η καρδιά δηλαδή που είναι γεμάτη από την πίστη και την αγάπη του Χριστού και του ανθρώπου.

30 Μαΐου μνήμη του Οσίου Ισαακίου , ηγουμένου των Δαλμάτων

0 σχόλια

  • Ο ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚΙΟΣ ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων
  • Ο ΑΓΙΟΣ ΝΑΤΑΛΙΟΣ
  • Ο ΟΣΙΟΣ ΒΑΡΛΑΑΜ
  • ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΡΩΜΑΝΟΣ, ΤΕΛΕΤΙΟΣ και ΧΡΙΣΤΙΝΑ και το πλήθος των εν Νικομήδεια καέντων αγίων.
  • Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΠΛΟΣ
  • ΕΓΚΑΙΝΙΑ Αγίας Ευφημίας "εν Δεξιοκρατιανοίς"
  • Η ΑΓΙΑ ΕΜΜΕΛΕΙΑ
  • Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΤΥΧΗΣ Ιερομάρτυρας





Αναλυτικά






Ο ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚΙΟΣ ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων
Έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ούάλη (364 μ. Χ.), πού ήταν υποστηρικτής των Άρειανών. Κάποτε οι 'Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ούάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. ο Ίσαάκιος, πού ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ούάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: "Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί' ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν΄1 ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν". Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Άν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά πού σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα. ο Ούάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. ο Ίσαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. ο δε Ούάλης έπαθε αυτά πού προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος. Δηλαδή, στη μάχη πού έδωσε κοντά στην Άδριανούπολη, ο στρατός του νικήθηκε και ο ίδιος έπεσε νεκρός. ο Ίσαάκιος πέθανε σε βαθειά γεράματα, ήρεμος και γαλήνιος (396 μ.Χ.).
1. Πράξεις των Αποστόλων, κστ' 14.


Απολυτίκιο. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Τύπος πέφηνας, της εγκράτειας, και έδραίωμα, της Εκκλησίας, Ίσαάκιε Πατέρων αγλάισμα· εν άρεταίς γαρ φαιδρύνας τον βίον σου, Ορθοδοξίας τον λόγον έτράνωσας. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν Ικέτευε, δωρήσαθαι ημίν το μέγα έλεος.


Ο ΑΓΙΟΣ ΝΑΤΑΛΙΟΣ

Μαρτύρησε δια ξίφους.


Ο ΟΣΙΟΣ ΒΑΡΛΑΑΜ

Απεβίωσε ειρηνικά.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΡΩΜΑΝΟΣ, ΤΕΛΕΤΙΟΣ και ΧΡΙΣΤΙΝΑ και το πλήθος των εν Νικομήδεια καέντων αγίων.
Μαρτύρησαν δια ξίφους.


Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΠΛΟΣ
Μαρτύρησε αφού τον θανάτωσαν τυλιγμένο μέσα σε δέρμα βοδιού και τον άφησαν εκτεθειμένο σε καυτό ήλιο.


ΕΓΚΑΙΝΙΑ Αγίας Ευφημίας "εν Δεξιοκρατιανοίς"
"πλησίον του Αγίου Λαυρεντίου"* Αυτό σύμφωνα με τον Πατμιακό Κώδικα 266. Μάλλον για εγκαίνια ναού πρόκειται.


Η ΑΓΙΑ ΕΜΜΕΛΕΙΑ
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλές περιπτώσεις πίσω από μεγάλους 'Αγίους βρίσκεται μια 'Αγία μητέρα. ο άγιος Βασίλειος ο Μέγας, 'Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας της Καππαδοκίας και τα εννέα αδέλφια του (μεταξύ των οποίων κυριότεροι ήταν, Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσοης, Άγιος Πέτρος Επίσκοπος Σεθαστείας,  Όσία Μακρινά Μοναχή, Όσιος Ναυκράτιος μοναχός, τα άλλα πέντε αδέλφια έζησαν άγιο έγγαμο βίο), είχαν μητέρα τους την Αγία Έμμέλεια. ΟΙ ρίζες τους περνούσαν φυσικά και από τον πατέρα τους τον Άγιο Βασίλειο Ιερέα διδάσκαλο της ρητορικής ενάρετο ευσεβή και προχωρούσαν ακόμα πιο βαθειά στους ευσεβέστατους γονείς του, στην μητέρα του Μακρινά και στους γονείς της 'Αγίας Έμμέλειας οι όποιοι κατήχαν μεν υψηλά αξιώματα και πλούτη πολλά, είχαν όμως αγαπήσει άλλους θησαυρούς αφάνταστα γλυκύτερους τους πνευματικούς και αιώνιους. 'Απόδειξη ήταν ή θυσία της ζωής του πατέρα της ο όποιος μαρτύρησε κατ' εντολή του ορισθέντος βασιλέως. Ή 'Αγία Έμμέλεια έμεινε ορφανή από πατέρα και μητέρα, αλλά με μια μεγάλη κληρονομιά πνευματικού πλούτου, όμορφη στην σωματική εμφάνιση αλλά πεντάμορφη στην ψυχή, στολισμένη με αγάπη, προσευχή και πίστη στο Σωτήρα Χριστό, πού της έδωσε τον άνδρα πού της άξιζε, τον Άγιο Βασίλειο. Στη συζυγική τους ζωή βασίλευε ο αλληλοσεβασμός, ή αλληλοβοήθεια, ή ταπεινοφροσύνη, ή πραότητα, ή ειλικρίνεια, ή εγκράτεια, ή προσευχή, οι ελεημοσύνες και φυσικά ή τεκνογονία και ή σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους για τη δόξα του Κυρίου τους. Ή 'Αγία Έμμέλεια δοκιμάστηκε με πολλές θλίψεις όπως ο θάνατος των γονιών της πριν παντρευτεί, ο θάνατος του πρώτου της γαμπρού, ο θάνατος του συζύγου της μόλις γεννήθηκε ο γιος της Πέτρος, ο θάνατος του γιου της Ναυκρατίου για να πάρει τα στεφάνια της 'Αγιότητας. Όμως, ο πόνος και οι θλίψεις δεν την νίκησαν, τόνωσε την προσευχή της και άκουσε την συμβουλή της κόρης της Μακρινός, να δοξάσουν μαζί τον Σωτήρα τους στην ασκητική ζωή με τις άλλες μοναχές.


Απολυτίκιο. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Σωφρόνως τον βίον σου κατ' εναντίον Θεού, έτέλεσας πρότερον συν Βασιλείω σεμνώ, Έμμέλεια πάνσεμνε, είτα δε εν ερήμω, αναβάσεις διέθου άμα τοις σοίς έκγόνοις, ως τα άνω ποθούσα, διό σε ο Χριστός πανοικοί, ύπερεδόξασε.

29 Μαΐου η Ανάληψις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού

0 σχόλια

Δύο υπέροχα κείμενα , ερανισμένα από  το ιστολόγιο της Ι.Μ.Αγίου Ιωάννου Καρέα .

ΥΜΝΟΛΟΓΙΚΑ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ

«Εἶπε δέ ὁ Κύριος πρός αὐτούς. Λήψεσθε δύναμιν ἐξ ὕψους, ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾽ ὑμᾶς καί ἔσεσθαί μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλήμ καί ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καί Σαμαρείᾳ καί ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. Ἐξήγαγε δέ αὐτούς ἔξω ἕως τήν Βηθανίαν καί ἐπάρας τάς χεῖρας αὑτοῦ, εὐλόγησεν αὐτούς. Καί ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτόν αὐτούς, διέστη ἀπ᾽ αὐτῶν καί ἀνεφέρετο εἰς τόν οὐρανόν… Βλεπόντων αὐτῶν ἐπῄρθη καί νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτόν ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. Καί ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τόν οὐρανόν, πορευομένου αὐτοῦ, καί ἰδού ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ, οἵ καί εἶπον. Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τόν οὐρανόν; Οὗτος ὁ Ἰησοῦς, ὁ ἀναληφθείς ἀφ᾽ ὑμῶν εἰς τόν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται πάλιν, ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτόν πορευόμενον εἰς τόν οὐρανόν. Τότε ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ – μετά χαρᾶς μεγάλης – ἀπό ὄρους τοῦ καλουμένου Ἐλαιῶνος. Καί ἦσαν διαπαντός ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καί εὐλογοῦντες τόν Θεόν».
Μέ αὐτές τίς ἁδρές γραμμές ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Λουκᾶς περιγράφει στό τέλος τοῦ Εὐαγγελίου του καί στήν ἀρχή τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, τήν τελευταία ἐμφάνισι τοῦ ἀναστάντος Κυρίου στούς μαθητάς Του (Λουκ. 24, 44-53. Πράξ. 1, 1-14).
Ὅπως στά δύο αὐτά βιβλία τοῦ ἱεροῦ Λουκᾶ, ἔτσι ἡ ἀνάληψις τοῦ Κυρίου κατακλείει τήν ἱστορία τοῦ ἐπί τῆς γῆς βίου τοῦ Χριστοῦ καί ἀνοίγει τήν ἱστορία τῶν μαθητῶν – τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι μέ ἄλλα λόγια ὁ συνδετικός κρίκος, ἡ μετάβασις ἀπό τήν μία φάσι τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Θεοῦ στήν ἄλλη.
Εἶναι τό κλείσιμο τῆς πρώτης σκηνῆς καί τό ἄνοιγμα τῆς δευτέρας. Ἀκριβῶς δέ τήν τεσσαρακοστή ἀπό τήν Ἀνάστασι ἡμέρα, ἀφοῦ ὑμνήσαμε καί δοξολογήσαμε μαζί μέ τούς μαθητάς τήν δόξα τοῦ ἀναστάντος, ἀφοῦ ζήσαμε ἐπί 40 ἡμέρες στήν χαρούμενη ἀτμόσφαιρα τῆς παρουσίας Του, θά κληθοῦμε ἀπό τήν Ἐκκλησία νά παραστοῦμε νοητά στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν γιά νά ἀποχαιρετήσωμε τόν ἀπερχομένο Σωτῆρα.
Δέν ξεύρω ἄν βρεθήκατε ποτέ σέ ὥρα λατρείας κατά τήν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως ἤ καί σέ ὁποιαδήποτε ἄλλη λειτουργική σύναξι μέσα στόν ὑπέρλαμπρο ναό τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Θεσσαλονίκης, τήν Ἁγία Σοφία. Τόν μεγάλο τροῦλλό της κοσμεῖ ἕνα θαυμαστό μωσαϊκό τοῦ Θ’ αἰῶνος. Στό κέντρο μέσα σέ φωτεινή δόξα κάθεται ὁ Χριστός ὑποβασταζόμενος ἀπό δύο ἀγγέλους. Γύρω-γύρω μέσα σέ ἕνα καταπληκτικό γιά τήν μεγαλοπρέπειά του τοπίο οἱ δώδεκα ἀπόστολοι μέ τήν Θεοτόκο στήν μέση βλέπουν μέ θάμβος πρός τόν οὐρανό. Καί δύο λευκοφόροι ἄγγελοι τούς ἀπευθύνουν τούς λόγους τῶν Πράξεων: «Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τόν οὐρανόν;» (Πράξ. 1, 11).
Νομίζεις πώς καί ὅλοι οἱ πιστοί κάτω ἀπό τόν μεγάλο θόλο βρίσκονται συναγμένοι μαζί μέ τούς ἀποστόλους καί ἀπολαμβάνουν τό ὑπερφυές θέαμα. Τόν Χριστό ἀναλαμβανόμενο, ἀλλά καί διαρκῶς μή χωριζόμενο. Διαρκῶς βλέποντα ἀπό τό βάθος τοῦ οὐρανοῦ μέσα στήν ἀστραφτερή ὁλόχρυση δόξα Του καί ἀδιάκοπα ἐπαίροντα τά χέρια Του καί εὐλογοῦντα τούς ἀποστόλους, τήν Ἐκκλησία Του. Καί στήν στάσι, στήν ἔκφρασι, στίς κινήσεις τῶν ἀποστόλων τοῦ ψηφιδωτοῦ διακρίνει κανείς ὅλα τά ἀνάμικτα αἰσθήματα πού ἔνοιωσαν ἐκεῖνοι κατά τήν μεγάλη ἐκείνη στιγμή, ἀλλά καί ὅλα τά αἰσθήματα πού πλημμυρίζουν τίς καρδιές τῶν πιστῶν πού βλέπουν τήν δόξα τοῦ ἀναλαμβανομένου. Γιατί ἀκριβῶς ἡ ἀνάληψις εἶναι τό γεγονός – καί ἡ ἑορτή – τῶν μεγάλων συναισθημάτων, τῆς ποικιλίας τῶν ἀντιθέσεων. Ἔτσι ἀκριβῶς τήν βλέπει καί ἡ Ἐκκλησία στήν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς.
Καί πρῶτα κυριαρχεῖ ὁ τόνος τῆς χαρᾶς, τῆς δόξης, τοῦ θριάμβου. Ὁ Κύριος τελειώνει τό ἔργο τῆς οἰκονομίας. Ὑψώνεται σάν νικητής καί θριαμβευτής ἐπάνω ἀπό τήν γῆ πού ἔσωσε, ὁ Πατήρ τόν ὑποδέχεται, οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι δοξολογοῦν τόν νικητή, τόν θριαμβευτή, τόν Σωτῆρα. Τόν τόνο αὐτόν τῆς χαρᾶς γιά τήν ἔνδοξο ἀνάληψι ἐκφράζει τό πρῶτο τροπάριο τῆς ἑορτῆς, τό πρῶτο στιχηρό τοῦ ἑσπερινοῦ, τοῦ πλ. β’ ἤχου:
«Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τόν Παράκλητον τῷ κόσμῳ. Οἱ οὐρανοί ἑτοίμασαν τόν θρόνον αὐτοῦ, νεφέλαι τήν ἐπίβασιν αὐτοῦ. Ἄγγελοι θαυμάζουσιν, ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν. Ὁ Πατήρ ἐκδέχεται, ὅν ἐν κόλποις ἔχει συναΐδιον. Τό Πνεῦμα τό ἅγιον κελεύει πᾶσι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ἡμῶν. Πάντα τά ἔθνη, κροτήσατε χεῖρας. ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἦν τό πρότερον».
Ἡ χαρά ὅμως αὐτή δέν εἶναι μόνο χαρά γιά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά καί χαρά γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί ὁ Κύριος ἀνεβαίνοντας στούς οὐρανούς ἀνεβαίνει μαζί μέ τό σῶμά Του τό ἀνθρώπινο, μέ τήν θεωθεῖσαν σάρκα. Αὐτήν ἀνεβάζει στόν οὐρανό καί συγκαθίζει στά δεξιά τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ. Καί ἔτσι γίνεται πρωτοπόρος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στήν δόξα τοῦ οὐρανοῦ, ὅπως μέ τήν ἀνάστασί Του ἔγινε πρωτότοκος τῶν νεκρῶν. Στούς ὤμους Του πῆρε τήν πλανηθεῖσα ἀνθρωπίνη φύσι καί ἀναληφθείς τήν ἐθέωσε καί «Τῷ Πατρί προσήγαγε». Τόν θρίαμβο αὐτόν τοῦ ἀνθρώπου ψάλλει τό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. β’ ἤχου:
«Ἀνέβη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος, τοῦ ἀνυψῶσαι τήν πεσοῦσαν εἰκόνα τοῦ Ἀδάμ καί ἀποστεῖλαι Πνεῦμα Παράκλητον, τοῦ ἁγιάσαι τάς ψυχάς ἡμῶν».
Ἡ χαρά ὅμως γιά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ συγκιρνᾶται μέ τήν λύπη γιά τόν χωρισμό. Καί τόν θρῆνο αὐτόν τῶν μαθητῶν παραστατικά ζωγραφεῖ τό τέταρτο στιχηρό τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. β’ ἤχου:
«Κύριε, οἱ ἀπόστολοι ὡς εἶδόν σε ἐν νεφέλαις ἐπαιρόμενον, ὀδυρμοῖς δακρύων, ζωοδότα Χριστέ, κατηφείας πληρούμενοι, θρηνοῦντες ἔλεγον. Δέσποτα, μή ἐάσῃς ἡμᾶς ὀρφανούς, οὕς δι᾽ οἶκτον ἠγάπησας δούλους σου, ὡς εὔσπλαγχνος. ἀλλ᾽ ἀπόστειλον, ὡς ὑπέσχου ἡμῖν, τό πανάγιόν σου Πνεῦμα, φωταγωγοῦν τάς ψυχάς ἡμῶν».
Χαρά, λύπη, ἀλλά καί ἐλπίδα. Ἐλπίδα ὅτι ὁ Κύριος δέν θά ἀφήσῃ ὀρφανούς τούς ἀποστόλους καί τήν Ἐκκλησία. Θά στείλῃ τό ὑπεσχημένο Πνεῦμα, τόν Παράκλητο, γιά νά μένῃ μαζί τους καί μαζί μας, κατά τήν ἐπαγγελία Του, μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ὅτι τήν ἔνδοξο ἀνάληψι θά ἀκολουθήσῃ ἡ δυναμική παρουσία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, ὅπως ψάλλει τό πρῶτο τροπάριο τῆς λιτῆς τοῦ α’ ἤχου:
«Ἀνελθών εἰς οὐρανούς, ὅθεν καί κατῆλθες, μή ἐάσῃς ἡμᾶς ὀρφανούς, Κύριε. ἐλθέτω σου τό Πνεῦμα, φέρον εἰρήνην τῷ κόσμῳ. Δεῖξον τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων ἔργα δυνάμεώς σου, Κύριε φιλάνθρωπε».
Εἶναι ἕνα μυστήριο ἡ ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως. Μυστήριο, πού τό ζῇ ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο κατά τήν ἡμέρα πού τελοῦμε τήν ἀνάμνησί του, ἀλλά καθημερινῶς, σέ κάθε στιγμή τῆς ὑπάρξεώς της. Πού τό ζῇ καί κάθε πιστός στίς ὧρες πού στρέφει τά μάτια του στόν οὐρανό ἀναζητῶντας τόν Σωτῆρα του. Τόν βλέπει ἀνερχόμενον εἰς τόν οὐρανόν, καθήμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός στήν δόξα τῆς Θεότητος, ὅπως τόν εἶδε ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος (Πράξ. 7, 56). Αἰσθάνεται τά χέρια Του ἐπαιρόμενα νά τόν εὐλογοῦν καί τούς λόγους Του νά τόν καθησυχάζουν. Τόν ἀκούει νά τοῦ ὁμιλῇ γιά τήν παράκλησι, γιά τήν παρηγορία τοῦ Παρακλήτου καί γιά τήν ἐξ ὕψους βοήθεια καί νά τόν βεβαιώνῃ ὅτι πάντοτε εἶναι καί θά εἶναι μαζί του μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Παίρνει δύναμι καί θάρρος αἰσθανόμενος τήν διαρκῆ παρουσία Του, τήν θαλπωρή τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Καί ἀποδύεται στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς, πατῶντας στήν γῆ, ἀλλά ζητῶντας τά ἄνω, φρονῶντας τά ἄνω, ἔχοντας τόν δείκτη τοῦ προσανατολισμοῦ του ἐστραμμένον πρός τόν οὐρανό, ὅπου ὁ Χριστός «ἐστι ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος», κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο (Κολοσ. 3, 1). Εἶναι ἤδη πολίτης τῶν οὐρανῶν, ἀφοῦ ἡ κεφαλή του, ὁ Χριστός, βρίσκεται στούς οὐρανούς.




Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ

ΧΡΗΣΤΟΥ Γ. ΓΚΟΤΣΗ
 Ἡ ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως εἶναι τό ἐπισφράγισμα τοῦ λυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ καί τό θριαμβευτικόν ἐπιστέγασμα τῶν ὅσων ἔπραξεν ὁ Κύριος ὑπέρ τῶν ἀνθρώπων. Ὅπως λέγει τό Κοντάκιον τῆς ἑορτῆς: «Τήν ὑπέρ ὑμῶν πληρώσας οἰκονομίαν καί τά ἐπί γῆς ἑνώσας τοῖς ἐπουρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξῃ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, οὐδαμόθεν χωριζόμενος, ἀλλά μένων ἀδιάστατος καί βοῶν τοῖς ἀγαπῶσί σε· Ἐγώ εἰμι μεθ᾿ ὑμῶν καί οὐδείς καθ᾿ ὑμῶν».
Ὁ Χριστός δηλαδή, πού εἶναι Θεός μας, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ, ὅταν συμφώνως πρός τό θεῖον σχέδιον συνεπλήρωσε καί ὡλοκλήρωσε τά ὅσα ὑπέρ ἡμῶν ἔπραξεν. Αὐτά ἥνωσαν τήν γῆν μέ τόν οὐρανόν, τούς ἀνθρώπους μέ τόν Θεόν. Ἡ Ἀνάληψις δέν ἐσήμαινε βεβαίως καί χωρισμόν τοῦ Κυρίου ἀπό τούς ἠγαπημένους Του Μαθητάς. Μέ αὐτούς ὁ Διδάσκαλος παρέμεινεν ἡνωμένος συμφώνως πρός τήν ὑπόσχεσίν Του: «Καί ἰδού ἐγώ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν» (Ματθ. 28, 20).
Τό ἔργον τοῦ Κυρίου μετά τήν Ἀνάληψίν Του εἰς τούς οὐρανούς συνέχισε καί συνεχίζει ἡ Ἐκκλησία. Αὐτή, μέ τήν δύναμιν πού τῆς ἔδωκεν ὁ Ἱδρυτής της, διδάσκει, θαυματουργεῖ, ἁγιάζει καί σώζει τούς πιστούς. Οἱ πιστοί εἶναι διά τῆς Ἐκκλησίας καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν ἡνωμένοι μέ τόν Ἀρχηγόν των.
Διά τήν Ἐκκλησίαν Του ὡμίλησεν ὁ Κύριος εἰς τούς Ἀποστόλους, ὅταν ἐνεφανίζετο εἰς αὐτούς ἐπί τεσσαράκοντα ἡμέρας μετά τήν Ἀνάστασίν Του. Ὑπεσχέθη εἰς αὐτούς τήν ἐπιφοίτησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παρήγγειλε νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιον εἰς ὅλην τήν κτίσιν, νά διαλαλήσουν τήν Ἀνάστασίν Του καί νά καλέσουν τούς ἀνθρώπους νά μετανοήσουν διά τά ἁμαρτωλά των ἔργα. Ἐκεῖνοι πού θά ἐπίστευον, θά ἐγίνοντο μέ τό Ἅγιον Βάπτισμα μέλη τῆς Ἐκκλησίας. «Καί ταῦτα εἰπών βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη (=ὑψώθη πρός τά ἐπάνω), καί νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτόν ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. Καί ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τόν οὐρανόν πορευομένου αὐτοῦ, καί ἰδού ἄνδρες δύο (δηλαδή ἄγγελοι) παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῇτι λευκῇ, οἵ καί εἶπον· ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τόν οὐρανόν; Οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθείς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τόν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται (=θά ἔλθῃ κατά τόν ἴδιο τρόπον), ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτόν πορευόμενον εἰς τόν οὐρανόν. Τότε ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ ἀπό ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος…» (Πράξ. 1, 9-12).
Ἡ Ἐκκλησία, διά τήν ὁποίαν ὡμίλησεν ὁ Κύριος πρίν ἀπό τήν Ἀνάληψίν Του, ἀφ᾿ ἑνός καί ἡ σκηνή τῆς Ἀναλήψεως ἀφ᾿ ἑτέρου εἶναι τά δύο θέματα, πού παρουσιάζει ἡ εἰκών τῆς Ἀναλήψεως. Ἐπειδή εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν διατίθενται περισσότεροι στίχοι δι᾿ ὅσα ὁ Κύριος εἶπε περί τῆς Ἐκκλησίας καί ὀλιγώτεροι δι᾿ αὐτό τοῦτο τό γεγονός τῆς Ἀναλήψεως, ὁ βυζαντινός ἁγιογράφος, στηριζόμενος εἰς τήν βιβλικήν διήγησιν, διαθέτει καί ἀνάλογον χῶρον εἰς τήν περί ἧς ὁ λόγος εἰκόνα. Τό κύριον μέρος τῆς εἰκόνος καταλαμβάνουν οἱ Ἀπόστολοι μέ τήν Παναγίαν (τά μέλη δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ) καί μόλις ἕνα μικρόν τμῆμα εἰς τό ἄνω μέρος τῆς εἰκόνος καταλαμβάνει ὁ Ἀναληφθείς Κύριος.
Ἐπειδή ἡ Ἀνάληψις κατά τό ἁγιογραφικόν κείμενον ἔγινεν εἰς τό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν (εὑρίσκεται ἀνατολικῶς τῆς Ἱερουσαλήμ καί ἧτο κατάφυτον ἀπό ἐλαίας κατά τούς ἀρχαίους χρόνους), τό τοπίον τῆς εἰκόνος εἶναι ὀρεινόν μέ ἐλαιόδενδρα ἀνάμεσα εἰς τούς βράχους.
Ἀφοῦ εἴδομεν τάς πληροφορίας, τάς ὁποίας μᾶς δίδει ἡ Ἁγία Γραφή διά τήν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου καί πῶς εἰς γενικάς γραμμάς μεταφέρει αὐτάς διά νά τάς παρουσιάσῃ εἰς τήν σχετικήν εἰκόνα ὁ ὀρθόδοξος ἁγιογράφος, ἐρχόμεθα τώρα νά ἴδωμεν λεπτομερέστερον τά δύο τμήματα τῆς εἰκόνος.
Περιγραφή τῆς εἰκόνος: α) Ὁ Ἀναληφθείς Κύριος. Εἰς τήν εἰκόνα τῆς Ἀναλήψεως ὁ Κύριος εἰκονίζεται μέσα εἰς «δόξαν», ἄλλοτε στρογγύλην, καί ἄλλοτε ἐλλειψοειδῆ, καθήμενος ἐπί οὐρανίου τόξου (εἰς ἄλλας εἰκόνας ἐπί θρόνου). Μέ τήν δεξιάν Του χεῖρα εὐλογεῖ καί μέ τήν ἀριστεράν κρατεῖ εἰλητάριον, τό ὁποῖον γράφει: «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς». Τό εἰλητάριον εἶναι τό σύμβολον τοῦ διδασκάλου.
Τήν «δόξαν», ἐντός τῆς ὁποίας εὑρίσκεται ὁ Κύριος, ὑποβαστάζουν δύο ἄγγελοι. Συμβολίζουν καί ἐκφράζουν τήν θείαν μεγαλειότητα καί ἐξουσίαν. (Ὁ Κύριος ὡς παντοδύναμος δέν εἶχεν ἀνάγκην τῶν ἀγγέλων διά νά ἀναληφθῇ εἰς τούς οὐρανούς). Εἰς μερικάς εἰκόνας τῆς Ἀναλήψεως οἱ ἄγγελοι δέν ὑποβαστάζουν τήν «δόξαν», ἀλλά ἐνατενίζουν τόν Κύριον εἰς στάσιν προσευχῆς. Ὅπως λέγουν τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς, ἀποροῦν καί θαυμάζουν, διότι ὁ Χριστός ἀνελήφθη ὄχι μόνον ὡς Θεός, ἀλλά καί ὡς ἄνθρωπος, δηλαδή μέ τό ἄφθαρτον καί δοξασμένον σῶμά Του.
Ἄλλοτε οἱ ἄγγελοι εἰκονίζονται σαλπίζοντες συμφώνως πρός τόν ψαλμικόν στίχον «ἀνέβη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος» (Ψαλμ. 46, 6). Ὁ στίχος αὐτός ἀναφέρεται αὐτούσιος εἰς τήν ὑμνολογίαν τῆς Ἀναλήψεως, διότι «ἡ εἰς οὐρανούς ἄνοδος διά τούτων (τῶν λέξεων) τοῦ Κυρίου σημαίνεται» (Μέγας Ἀθανάσιος).
β) Οἱ Ἀπόστολοι. Οἱ Ἀπόστολοι εἶναι χωρισμένοι εἰς δύο ὁμίλους ἔχοντες εἰς τό μέσον τήν Παναγίαν. Ὄπισθεν τῆς Παναγίας εὑρίσκονται δύο λευκοφοροῦντες ἄγγελοι, οἱ ὁποῖοι δείχνουν τόν Ἀναληφθέντα Κύριον. Ὡς ἀγγελιαφόροι τοῦ Θεοῦ διαβεβαιώνουν καί παρηγοροῦν τούς παρισταμένους διά τήν ἐπάνοδον τοῦ Κυρίου κατά τήν δευτέραν παρουσίαν.
Εἰς τό κείμενον τῆς Ἁγίας Γραφῆς τό ἀναφερόμενον εἰς τήν Ἀνάληψιν δέν ἀναφέρεται ὅτι παρευρέθη ἡ Θεοτόκος κατά τήν εἰς οὐρανούς ἄνοδον τοῦ Υἱοῦ Της. Περί αὐτοῦ μᾶς πληροφορεῖ ἡ Ἱερά Παράδοσις, ὅπως τήν βλέπομεν ἄλλωστε καί εἰς τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς. Ἀξία προσοχῆς εἶναι ἡ θέσις καί ἡ στάσις τῆς Θεοτόκου εἰς τήν εἰκόνα. Εὑρίσκεται ἀκριβῶς κάτωθεν τοῦ Υἱοῦ Της καί εἶναι ἔτσι ὁ ἄξων τῆς ὅλης συνθέσεως. Ἡ στάσις Της εἶναι στάσις προσευχῆς. Οἱ Ἀπόστολοι μέ τάς πρός τόν Κύριον ἐστραμμένας κεφαλάς των καί τάς χειρονομίας των ἔρχονται εἰς ἀντίθεσιν πρός τήν ἀτάραχον καί ἤρεμον μορφήν τῆς Παναγίας. Εἰς τήν εἰκόνα μας τό ὑποπόδιον, ἐπί τοῦ ὁποίου πατεῖ ἡ Θεοτόκος τονίζει ἀκόμη περισσότερον τήν ξεχωριστήν θέσιν Της μεταξύ τῶν εἰκονιζομένων Ἀποστόλων.
Ὁ ἁγιογράφος τῆς εἰκόνας τῆς Ἀναλήψεως ἠθέλησε μέ τούς Ἀποστόλους, πού περιστοιχίζουν τήν Παναγίαν, νά παρουσιάσῃ τήν Ἐκκλησίαν, εἰς τήν ὁποίαν ὁ Κύριος θά ἔστελνε κατά τήν Πεντηκοστήν τό Ἅγιον Πνεῦμα διά νά τήν ζωοποιήσῃ. Περί τῆς ἀποστολῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τούς Μαθητάς καί τῆς ἐπιδημίας του εἰς τόν κόσμον ὁμιλοῦν καί τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως, συνδέοντα ἔτσι τά δύο κοσμοϊστορικά καί κοσμοσωτήρια γεγονότα.
Τό πρόσωπον δεξιά τῆς Θεοτόκου, τό ὁποῖον βλέπει εἰς τόν οὐρανόν μέ τήν χεῖρα ἐμπρός εἰς τούς ὀφθαλμούς του, εἶναι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Κατά τήν Ἀνάληψιν ὁ Παῦλος δέν εἶχεν θέσιν μεταξύ τῶν Ἀποστόλων, διότι ἡ μεταστροφή του ἔγινεν ἀργότερον. Ἡ θέσις του εἰς τήν εἰκόνα εἶναι συμβολική. Θά γίνῃ καί αὐτός μέλος τῆς Ἐκκλησίας καί μάλιστα μέλος ἐκλεκτόν. Ὁ ὀρθόδοξος ἁγιογράφος ἀποσπᾷ τόν Παῦλον ἀπό τήν ἐποχήν του καί τόν συγκαταριθμεῖ μεταξύ τῶν Ἀποστόλων. Ἔτσι καί ἡ θέσις τοῦ Ἰούδα ἀνεπληρώθη καί ἡ παράστασις τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε δυναμική, ἐκφραστική καί συμβολική.
Αἱ ὑψωμέναι εἰς προσευχήν χεῖρες τῆς Παναγίας ὑπενθυμίζουν τόν ρόλον Της πλησίον τοῦ Υἱοῦ Της. Ἡμεῖς, ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, «ἄλλην γάρ οὐκ ἔχομεν ἁμαρτωλοί πρός Θεόν… ἀεί μεσιτείαν». Παρακαλοῦμεν τόν Χριστόν νά μᾶς σώσῃ καί ἐλεήσῃ «ταῖς πρεσβείαις τῆς παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας».
Ἕνα ἀκόμη δεῖγμα τῆς σχέσεως Θεοτόκου καί Ἐκκλησίας εἶναι τό ἀλύγιστον τῆς στάσεως τῆς Παναγίας, πού βλέπομεν εἰς μερικάς εἰκόνας. Μέ τήν ἀκινησίαν Της αὐτήν φαίνεται νά ἐκφράζῃ τά ἀμετακίνητα δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀπό τό ἄλλο μέρος οἱ Ἀπόστολοι μέ τάς διαφόρους χειρονομίας των συμβολίζουν τάς διαφόρους γλώσσας καί τά ποικίλα μέσα, μέ τά ὁποῖα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σπείρεται εἰς τάς καρδίας τῶν ἀνθρώπων.
Κλείομεν τήν ἀνάλυσιν τῆς εἰκόνος τῆς Ἀναλήψεως μέ τούς λόγους τοῦ Ἁγίου πάπα Λέοντος Α´ (440-461): «Ἡ Ἀνάληψις τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἰδική μας ἀνύψωσις καί ὅπου ἡ δόξα τῆς Κεφαλῆς προεπορεύθη, ἐκεῖ καλεῖται καί ἡ τοῦ Σώματος ἐλπίς», τά μέλη δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
ἀπό τό βιβλίο: «Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ»

28 Μαΐου , μνήμη του Οσίου Ανδρέα του διά Χριστόν Σαλού .

0 σχόλια

Όσιος  Ανδρέας ο διά Χριστόν Σαλός


Ο άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός. Ρωσική εικόνα του 16ου αιώνα. Αγία Πετρούπολη, Ρωσικό Μουσείο.

Ο άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός με σκηνές από τον βίο του. Ρωσική εικόνα του 16ου αιώνα. Αγία Πετρούπολη, Ρωσικό Μουσείο.

Η καθημερινή ανάγνωση των Μαρτυρίων των Αγίων παρακινούσε τον μακάριο Ανδρέα προς μίμησή τους. Κάποια νύκτα σηκώθηκε για να προσευχηθεί. Ο φθονερός διάβολος δεν ήταν δυνατόν να τον αφήσει απείρακτο. Μόλις άρχισε την προσευχή του έρχεται με πολύ θόρυβο και του κτυπά την πόρτα. Ο μακάριος ως νέος και μή γνωρίζοντας από τις πονηρίες του διαβόλου, φοβήθηκε, σταμάτησε την προσευχή του και ξάπλωσε στο κρεβάτι του και σκεπάστηκε. Όταν είδε ο σατανάς ότι φοβήθηκε και άφησε την προσευχή χάρηκε και λέγει στον άλλο δαίμονα. «Να! ακόμα αυτός είναι βρέφος,τρέχουν τα σάλια του, και προετοιμάζεται για να κάνει πόλεμο εναντίον μας». Αφού τα είπε αυτά εξαφανίστηκε.
Ο μακάριος Ανδρέας αποκοιμήθηκε. Βλέπει τότε στον ύπνο του ότι βρέθηκε στο θέατρο της πόλεως. Από το ένα μέρος υπήρχαν πολλοί άνδρες λευκοφόροι (ασπροντυμένοι) και φωτεινοί και από το άλλο ήταν ένα πολύ μεγάλο πλήθος κατάμαυροι αιθίοπες (αράπηδες). Ζητούσαν δε και τα δύο μέρη να παλέψουν. Οι κατάμαυροι είχαν ανάμεσα τους ένα μεγαλύτερο, που ήταν χιλίαρχος, και έλεγαν πρός τους λευκοφόρους: « Όποιος θέλει από σας, ας βγεί να πολεμήσει με αυτόν».
Ενώ ο Άγιος έστεκε και άκουε τα λεγόμενα, βλέπει να κατεβαίνει από τον ουρανό κάποιος νέος πάρα πολύ ωραίος, λαμπρότερος του ήλιου στη όψη, κρατώντας στα χέρια του τρία υπέροχα στεφάνια. Το ένα ήταν στολισμένο με μαργαριτάρια, το δεύτερο με πολύτιμες πέτρες και το τρίτο με κρίνα και άνθη του Παραδείσου. Ήταν δε αυτά και αμάραντα και είχαν τόση ευωδία ώστε θαύμαζε ο μακάριος Ανδρέας και επιθυμούσε, αν ήταν δυνατόν, να πάρει κάποιο από εκείνα τα στεφάνια.
Πλησιάζει λοιπόν τον νέο και του λέει: « Στον Χριστό που πιστεύεις, πόσο πουλάς αυτά τα στεφάνια; Θέλω να μάθω. Αν και εγώ δεν μπορώ να τα αγοράσω όμως θα τρέξω γρήγορα να το πω στο αφεντικό μου για να έλθει να πάρει αυτό κάποιο από αυτά και να σου δώσει όσα χρήματα θέλεις». Αυτά αφού τα άκουσε ο νέος, ο οποίος ήταν ο ίδιος ο Χριστός, χαμογέλασε και λέει στον Ανδρέα. « Πίστεψε με στ’ αλήθεια, αγαπητέ, ότι αν μου φέρεις όλο το χρυσάφι του κόσμου, δεν δίνω ούτε ένα άνθος από αυτά τα στεφάνια ούτε σε σένα, αλλά ούτε και στο αφεντικό σου. Γιατί αυτά δεν ανήκουν στο μάταιο αυτό κόσμο, όπως νομίζεις, αλλά στους ουράνιους θησαυρούς, με τους οποίους στεφανώνονται όσοι νικήσουν εκείνους τους μαύρους. Εάν, λοιπόν, θέλεις και σύ κανένα απ’ αυτά τα στεφάνια πάλαιψε με εκείνον τον ακάθαρτο αράπη και αν τον νικήσεις όχι μόνο αυτά θα σου δώσω αλλά όσα θέλεις».
Όταν τα άκουσε αυτά ο μακάριος Ανδρέας πήρε θάρρος και λέει σ’ αυτόν· « Κύριε μου, δέχομαι να παλέψω, μόνο δίδαξε με με ποιόν τρόπο θα τον νικήσω». Είπε τότε ο Κύριος προς τον Ανδρέα: « Γνώριζε, αγαπητέ, ότι αυτοί οι αράπηδες είναι μόνο θρασείς, άλλά δεν έχουν καμιά δύναμη. Μη φοβηθείς λοιπόν που τον βλέπεις τόσον μεγάλο, διότι είναι σαν το χόρτο σάπιος και αδύνατος». Αφού δε τον ενθάρρυνε, τον έπιασε από τη μέση και του έδειξε πως να παλέψει με τον αράπη. Του παράγγειλε δε τα εξής: « Όταν σε πιάσει ο αράπης, μη φοβηθείς, αλλά αγκάλιασε τον σε σχήμα σταυρού και θα δείς τη δύναμη του Θεού».
Τότε μπήκε στη μέση του θεάτρου ο Ανδρέας και είπε με δυνατή φωνή: « Μαυρισμένε, έλα να παλαίψουμε». Όταν είδε ο αράπης εκείνος, ο χιλίαρχος των δαιμόνων, ότι τον ζητούσε ο Ανδρέας σηκώθηκε και ερχόταν με μεγάλη υπερηφάνεια να τον αρπάξει και τον φοβέριζε με το βλέμμα του. Ο Ανδρέας τον έπιασε σταυροειδώς και τον έρριξε κάτω στη γη ώστε για πολλή ώρα έμεινε άφωνος. Τότε χάρηκαν πάρα πολύ οι λευκοφόροι και αμέσως έτρεξαν, τον αγκάλιασαν και τον καταφιλούσαν και τον άλειφαν με θεϊκό μύρο. Οι δε κατάμαυροι αράπηδες έφυγαν καταντροπιασμένοι.
Αμέσως τότε ο γεμάτος δόξα εκείνος νέος έδωσε τα στεφάνια στον μακάριο Ανδρέα και καταφιλώντας τον του είπε: « Από σήμερα είσαι δικός μου φίλος. Να αγωνίζεσαι τον καλόν αγώνα γυμνός και περιφρονημένος. Γίνε σαλός για μένα, για να σε αξιώσω πολλών αγαθών στη Βασιλεία μου».

Η φωτογραφία είναι από το ρωσικό σάιτ www.icon-art.info.

27 Μαΐου μνήμη του λαοφιλούς Αγίου Ιωάννου , του Νέου Ομολογητού , του Ρώσου

0 σχόλια

Άγιος Ιωάννης ο Ρώσσος

Αντιγραφή από το ιστολόγιο της Ι.Μ.Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου , της Ι.Μ.Λαγκαδά , Λητής και Ρεντίνης 

ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΡΩΣΣΟΥ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΒΕΡΝΕΖΟΥ
Ευλαβική προσφορά των εκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 

 




Πατρίδα του η ΝΟΤΙΟΣ ΡΩΣΣΙΑ (Ουκρανία)
Σαν πιθανότερη χρονολογία της γέννησής του είναι το έτος 1690. Και τούτο γιατί στους πολέμους που άρχισαν το 1711 και τελείωσαν το 1718 είναι στρατιώτης του Τσαρικού Στρατού του Μεγάλου Πέτρου της Ρωσσίας. Τα Τουρκικά στρα­τεύματα ήσαν ακατάβλητα, βάδιζαν από νίκη σε νίκη, είχαν σπείρει τον τρόμο σ' όλα τα έθνη. Στρατιώτης ο Όσιος Ιωάννης μάχεται για να υπερασπισθεί την πατρίδα του, τη Ρωσσία. Γαλου­χημένος με τα νάματα της Ορθοδοξίας από τους Χριστιανούς γονείς του, τον συγκλονίζει η φρίκη του πολέμου, τα χιλιάδες παλληκάρια, γυναικόπαιδα, γέροι που κείτονται νεκροί στο πέρασμα της λαίλαπας, της πολεμικής μανίας των εχθρών.
Στις μάχες για την ανακατάληψη του Αζώφ με χιλιάδες άλλους συμπατριώτες του, αιχμαλωτίζε­ται και οδηγείται στην Κωνσταντινούπολη. Απ' εκεί στο Προκόπιο, κοντά στην Καισάρεια της Καππαδοκίας της Μ. Ασίας, στην κατοχή ενός Αγά που διατηρούσε στρατόπεδο των Γενιτσάρων.
Βασανίζεται να αρνηθεί το Χριστό
Καταδικασμένος ψυχολογικά στην περιφρόνη­ση και το μίσος των Τούρκων, είναι ο «κιαφίρ», ο «άπιστος» που του αξίζουν σκληρά βασανιστήρια. Και τον χτυπούν με χοντρά ξύλα ραβδιά, τον κλω­τσούν, τον φτύνουν, του καίνε τα μαλλιά και το δέρμα της κεφαλής του με πύρινο τάσι. Τον πετούν στις κοπριές του σταύλου και τον υποχρεώνουν να ζει με τα ζώα.
Απαντά στα βασανιστήρια
Υπομένει όλα τα βασανιστήρια με καρτερία και αξιοθαύμαστη γενναιότητα. Λάμπει ο αδαμάντινος χριστιανικός του χαρακτήρας. Σαν τον ήλιο λάμπει ο υπέροχος εσωτερικός του κόσμος που ολόκληρος από τα παιδικά του χρόνια είναι δοσμένος στο Χριστό. Στους ξυλοδαρμούς, στις βρισιές και στις κλωτσιές των Τούρκων, απαντά με τα λόγια του Παύλου: «ποιος μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μου; Θλίψις ή στενο­χώρια ή διωγμός ή γυμνότης ή αιχμαλωσία;». Έχω πεποίθηση, πίστη και αγάπη στον Κύριό μου Ιησού Χριστό τον Μονογενή Υιό του Θεού μου και τίποτε απ' όλα τα δεινά, δεν θα με χωρίσει από την αγάπη Του.
Σαν αιχμάλωτος υπακούω στις προσταγές σου, στις δουλικές εργασίες. σ Χριστό δεν σε έχω αφέντη, «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή άνθρώποις». Ενθυμούμαι το αγκάθινο στεφάνι, τους εμπτυσμούς, τους κολαφισμούς, τα ραπίσματα και αυτόν τον σταυρικό θάνατο και είμαι πρόθυμος να υποστώ και εγώ τα μεγαλύτερα και δεινότερα βάσανα και αυτόν τον θάνατον, τον Ιησού μου όμως δεν τον αρνούμαι.
Δέχεται ο Όσιος Ιωάννης τους σκληρούς όρους της μαρτυρικής ζωής, τα βασανιστήρια, τη διαμο­νή με τα ζώα στο σταύλο που του θύμιζε, όπως έλεγε, το σταύλο της Βηθλεέμ· τις ασκήσεις, νηστείες, αγρυπνίες, προσευχές σε τέτοιο βαθμό, που δαμάσθηκε η θηριωδία των Τούρκων και έκπληκτοι τον ονομάζουν «βελή», άγιο.
Σε συνεστίαση Τούρκων αξιωματούχων θαυμα­τουργικά έστειλε με Άγγελο Κυρίου φαγητό σε χάλκινο πιάτο από το Προκόπιο της Μ. Ασίας στην Μέκκα της Αραβίας και ο Τούρκος Αγάς το έφαγε εκεί ζεστό. επιστρέφοντας έδειξε το πιάτο με το οικόσημο στους αξιωματούχους τρεις μήνες μετά. Το θαύμα αυτό που έγινε από τον Όσιο κατά παραχώρηση του Κυρίου, σταμάτησε το μίσος και την αδιάλλακτη μανία των βασανιστών του. Η πνευματική και ηθική ακτινοβολία του εδάμασε την θηριωδία των Τούρκων.
Το τέλος
1730 Μαΐου 27. Ένα στήριγμα είχε σε όλους τους αγώνες του και μία παρηγοριά στην τραχειά ζωή των βασανιστηρίων. Κατέφευγε σε προσευχές, γονυκλισίες, αγρυπνίες και κοινωνούσε κρυφά από τους Τούρκους, τα Άχραντα Μυστήρια. Η Θεία Κοινωνία κάθε Σάββατο ήταν η μεγάλη του ξεκού­ραση και ανάπαυση. Τελευταία ημέρα, 27 Μαΐου του 1730, ειδοποίησε τον ιερέα και εκείνος του πήγε τη Θεία Κοινωνία μέσα σε ένα μήλο που το είχε κουφώσει. Κοινώνησε εκεί στο σταύλο για τελευταία φορά. Η πρόσκαιρη αιχμαλωσία του, η δεινή κακοπάθεια πήραν τέλος· ο θαυμαστός Όσιος Ιωάννης πέρασε στην αιώνια αγαλλίαση και μακαριότητα, μόλις πήρε τα Άχραντα Μυστήρια.
Ο ενταφιασμός
Οι ιερείς και πρόκριτοι Χριστιανοί του Προκο­πίου, με άδεια του Τούρκου πήραν το σώμα. Με συγκίνηση και δάκρυα μέσα σε βαθειά κατάνυξη και ευλάβεια ο μέχρι χθες δούλος και σκλεται από Χριστιανούς - Τούρκους - Αρμενίους σαν αφέντης και δεσπότης. Σήκωσαν στον ώμο τους το πολύαθλο εκείνο σώμα, με θυμιατά και λαμπάδες, με ευλάβεια και προσοχή, το οδηγούν σε έναν τάφο στο Χριστιανικό κοιμητήριο, το ενα­ποθέτουν στη μάνα γη.
Θείο όραμα
Ο γέροντας ιερέας που κάθε Σάββατο άκουγε τον πόνο και τα βασανιστήριά του και του έδινε, τον κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια, είδε στον ύπνο του τον Όσιο Ιωάννη τον Νοέμβριο του 1733. Του είπε ο Όσιος πως το σώμα του έχει μεί­νει με τη χάρη του Θεού μέσα στον τάφο ακέραιο, ολόκληρο, αδιάφθορο, όπως το έβαλαν στον τάφο πριν 3 1/2 χρόνια. Να το βγάλουν και θα είναι μαζί τους ως ευλογία Θεού στους αιώνες. Μετά τους δισταγμούς του ιερέα, κατά θεία παραχώρηση, ένα ουράνιο φως φωτίζει τον τάφο του Οσίου σαν πύρινος στύλος. Οι Χριστιανοί άνοιξαν τον τάφο και ω του θαύματος! Το σώμα του Οσίου βρέ­θηκε ακέραιο, αδιάφθορο και μυρωμένο με αυτή τη θεία ευωδία που συνεχίζει να έχει μέχρι σήμερα. Με πνευματική ευφροσύνη και ευλάβεια σήκωσαν, πήραν στην αγκαλιά τους αυτό το θείο δώρο, το ιερό λείψανο και το μετέφεραν στο Ναό που αγρυπνούσε ο Όσιος! Από την ημέρα εκείνη, 273 τώρα χρόνια, μπήκε το ιερό σώμα στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας του Χριστού.
Ο Οσμάν Πασάς καίει το Ιερό Λείψανο
Σε μία εσωτερική διαμάχη και σύρραξη μεταξύ Σουλτάνου και Ιμπραήμ της Αιγύπτου ο απεσταλμένος Πασάς του Σουλτάνου, Οσμάν, καίει το Ιερό Λείψανο για να εκδικηθεί τους Χριστιανούς. Το ιερό σώμα οι Τούρκοι το είδαν να παίρνει κίνηση στη φωτιά. Έντρομοι εγκαταλείπουν το ανίε­ρο έργο τους και φεύγουν. Την άλλη ήμερα μετά την αποχώρηση των Τούρκων οι Χριστιανοί ανασηκώ­νουν τις στάχτες και τα κάρβουνα και βρήκαν σκε­πασμένο ολόκληρο το ιερό σώμα. Δεν είχε πάθει τίποτε, ευλύγιστο και μυρωμένο, του έμεινε μόνο το μαύρισμα από τους καπνούς και το πύρωμα.
Τον τιμά όλη η Κεντρική Μ. Ασία (Καππαδοκία)
Όπως είδαμε ο Όσιος έζησε με εγκράτεια, αγνότητα, νηστείες, προσευχές, αρετές ξεχασμέ­νες για μας, δόξασε τον Θεό ανάμεσα σε αλλοδόξους και αλλοπίστους και ο Θεός του απάντησε δοξάζοντάς τον στον Ουρανό και στη γη. Μπρο­στά στην Λάρνακα που είναι το Άγιό του σώμα, παράλυτοι περπατούν, τυφλοί βλέπουν, δαιμόνια φεύγουν, άλλες ανίατες αρρώστιες θεραπεύονται.
Όχι μόνο Ορθόδοξοι, αλλά και Αρμένιοι, Δια­μαρτυρόμενοι και Τούρκοι αιχμαλωτίζονται από τα θαύματά του. Στην από­γνωση και τη δυστυχία τους, καταφεύγουν στον Όσιο. Η γλώσσα του Οσίου σιωπά αλλά δια­λαλούν τα θαύματά του. Κοιμάται το Ιερό Λείψανο, αλλά κηρύττουν την παρουσία του τα θαυμα­στά γεγονότα. Γίνεται εκεί μεγάλο προσκύνημα που δεσπόζει στην κεντρική Καππαδοκία.
1922 Καταστροφή της Μ. Ασίας
Η συμπαιγνία των Μεγάλων δυνάμεων, τα τρο­μερά λάθη των Ελλήνων όπλισαν τους Σελτζούκους Τούρκους του Κεμάλ Ατατούρκ και ξεκληρίσθηκε ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας. Παθιασμένοι οι Έλληνες σε Βασιλικούς και αντιβασιλικούς - Βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς καίνε ο ένας το σπίτι του άλλου. Το Μέτωπο καταρρέει. Οι πολιτι­κοί της Αθήνας βγάζουν λόγους στα μπαλκόνια αντιμαχόμενοι για το ποιος είναι άξιος να κυβερ­νήσει! Ο Κεμάλ σφάζει σαν τα αρνιά τα παλληκάρια μας που τα έχει εγκλωβίσει στον Σαγγάριο ποταμό! Ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες νεκροί και αγνοούμενοι από τη συμφορά....
Μεταφορά του Ιερού Λειψάνου
Μέσα στη λαίλαπα της καταστροφής οι πρό­σφυγες που έχασαν τα πάντα, δύο χρόνια μετά την καταστροφή στην επίσημη ανταλλαγή των πληθυ­σμών Ελλάδος-Τουρκίας, πήραν το Ιερό Λείψανο, άλλα κειμήλια της Εκκλησίας και λιγοστά προ­σωπικά τους είδη και ξεκίνησαν για το δρόμο της ξενιτειάς. Από την Καισάρεια στη Μερσίνα. Από το λιμάνι της Μερσίνας με το πλοίο «Βασίλειος Δεστούνης» που ναυλώθηκε με έξοδα της οικοιας Παπαδοπούλου, απόγονοι του οποίου μένουν στην Ελευσίνα, μεταφέρεται στην Χαλκίδα. Παραμένει εκεί ένα χρόνο και το 1925 έφθασε στο σημερινό Νέο Προκόπιο.
Δημιουργία νέου Προσκυνήματος
Το 1930 θεμελιώθηκε ο Ναός που φιλοξενεί σήμερα το Ιερό Λείψανο. Στεγάσθηκε το 1951. Το 1962 από απλός προσκυνηματικός Ναός που ήταν, με σύμφωνη γνώμη της Εκκλησίας και της Πολι­τείας, υπογράφηκε νόμος βάσει του οποίου λει­τουργεί σαν «Ευαγές Ίδρυμα», με σκοπούς που καθορίζονται στη διάταξη λειτουργίας και διαχεί­ρισης αυτού. Ιδρύθηκαν δύο μεγάλοι ξενώνες. Ο ένας για δωρεάν φιλοξενία και ο άλλος με αντίτι­μο μικρό υπέρ των σκοπών του Ιδρύματος. Άρχισε η συντήρηση και λειτουργία 5 μεγάλων Ιδρυμάτων. Δύο Ορφανοτροφείων, ενός στη Χαλκίδα και ενός στη Νέα Αρτάκη, ενός Γηροκομείου στη Χαλ­κίδα, Οικοτροφείου σπουδαστών, παιδικών κατασκηνώσεων για 1.000 περίπου παιδιά κάθε θερινή περίοδο κ.ά. Το πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, τα Συμβούλια όλων των Ιδρυμάτων με την προε­δρία σήμερα και την ευθύνη του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χαλκίδος, Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων κ. Χρυσοστόμου και με την συνδρομή όλων των πιστών φέρουν εις πέρας το μεγάλο αυτό πνευματικό και φιλανθρωπικό έργο.
Νέα πνευματική κολυμβήθρα
Ο Όσιος Ιωάννης είναι υπέροχο παράδειγμα για την «εν Θεώ» ζωή των ανθρώπων γιατί αποκαλύπτει με τα θαύματά του τη θεία δύναμη και μας καθοδηγεί να γνωρίσουμε ψυχικώς μια όντως άγια ζωή, ευεργετική για τον άνθρωπο. Δεν είμαστε μόνο γι' αυτή τη ζωή, αλλά ανήκουμε μάλλον στην μέλλουσα, την αιώνια, την ουράνια. Η ψυχή μας είναι αθάνατη, αιώνια.
Ο Όσιος Ιωάννης μεταλαμπαδεύει με τα θαύ­ματά του, στις ψυχές των πιστών, Ουράνιο φως, θεία δύναμη σε ζήλο και ενθουσιασμό, θεία δύνα­μη σε αυταπάρνηση και αυτοθυσία, δύναμη της ατομικής και κοινωνικής ηθικότητας και αυτοελέγ­χου, δύναμη η οποία υπερνικά τα δεσμά της ύλης και μεταθέτει τα βουνά των εμποδίων και δημιουρ­γεί τις μεγάλες νίκες στη ζωή, στους χαρακτήρετων ανθρώπων μεταλλαγές και αναγεννήσεις. Με τα θαύματά του ο Όσιος, με την νυχτοήμερη προ­σπάθειά του όπως αποκαλύπτει, ζει και κινείται και βοηθάει τον άνθρωπο να αποκτήσει την εσω­τερική ελευθερία, την ψυχική, που με την ακτινο­βολία της ζωογονεί άτομα και λαούς. Εκατοντά­δες χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο με δέος, με κατάνυξη, σιωπηλοί, περνούν μπροστά από το Ιερό του Λείψανο, το μέγα αυτό κειμήλιο της Ορθοδοξίας. Σε όλους δίνει την ζωογόνο αύρα της χάρης που έλαβε από τον δωρεοδότη Παντοδύνα­μο Θεό.
«Η Θεία Λάρναξ των Λειψάνων σου, Ιωάννη πάτερ Όσιε, Ιάματα πηγάζει τοις πιστοίς...»
Απολυτίκιον Οσίου Ιωάννου
Εκ γης ο καλέσας σε, προς ουρανίους Μονάς, τηρεί και μετά θάνατον αδιαλώβητον, το σκήνος σου Όσιε. Συ γαρ εν τη Ασία, ως αιχμάλωτος ήχθης, ένθα και ωκειώθης, τω Χριστώ, Ιωάννη. Αυτόν ουν ικέτευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ήχος δ', προς το «Τη Θεοτόκω εκτενώς».
Τω Ιωάννη οι πιστοί νυν προσδράμωμεν, οι εν δεινοίς και συμφοραίς, και προσπέσωμεν, εν ευσέβεια κράζοντες, εκ βάθους ψυχής· Όσιε, βοήθησον, εφ' ημίν σοις ικέταις, πρόφθασον και λύτρωσαι της παρούσης ανάγκης· μη παραβλέψης δέησιν οικτράν των προσφευ­γόντων τη σκέπη σου, Άγιε.
Μεγαλυνάρια Οσίου Ιωάννου
Τους συναθροισθέντας τω σω ναώ, αοράτων πάντας, ορατών τε επιβουλής, ημάς τυραννούντων. δεόμεθα ρυσθήναι, υπό την σην αιγίδα θερμώς προσ­φεύγοντας.
Τα πεπυρωμένα βέλη εχθρού, βροτοκτόνου, πάτερ, απομάκρυνον αφ' ημών, ταις προς την Τριάδα, θερμαίς σου ικεσίαις, όπως ρυσθέντες, τούτων, σε μεγαλύνωμεν.
Τον αστέρα πάντες τον φαεινόν, τον εκ Προκοπίου, απαστράψαντα νοητώς, οσίων το κλέος, και Καππαδόκων δόξαν, τον θείον Ιωάννην ύμνοις τιμήσωμεν.
Αίτησαι ειρήνην παρά Θεού, πνευμάτων γαλήνην, μέχρι τέλους υπομονήν. ψυχών σωτηρίαν, ημίν τοις σοις ικέταις, τοις ευφημούσι πόθω τα σα θαυμάσια.
Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι Πάντες, μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εις το σωθήναι ημάς.
Ήχος β'. 'Ότε εκ του ξύλου σε νεκρόν.
Δεύτε προσκυνήσωμεν, πιστοί, και μετ' ευλαβείας και πόθου κατασπαζόμενοι, λείψανον περίσεπτον και πανυπέρτιμον, Ιωάννου θεόφρονος, αγνίσωμεν χείλη, όμματα και μέτωπα, και ικετεύσωμεν, όπως και ημάς αξιώση, τέλους σωτηρίου και θείου, ταις αυτού προς Κύριον δεήσεσιν.