ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

1 Φεβρουαρίου μνήμη του Αγίου μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος , του εν αγίοις πατρός ημών Βασιλείου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Ομολογητού και του Αγίου νεομάρτυρος Αναστασίου του Ναυπλιέως

0 σχόλια

Ο Άγιος Τρύφων ο Θαυματουργός 


Βίος
Ο πανάριστος Μεγαλομάρτυρας του Χριστού Τρύφων είχε πατρίδα την Λάμψακο της Φρυγίας, πόλι της Μικράς Ασίας στα παράλια του Ελλησπόντου. Τον ελληνικό βίο του συνέγραψε ο Άγιος Συμεών ο μεταφραστής, πού έζησε τον 10ο αιώνα και συνέλεξε τους υπάρχοντας τότε βίους των Αγίων και διετύπωσε εκ νέου· έτσι έχουμε και τον περίφημο βίο του Αγίου Τρύφωνος, από τον οποίο παραθέτουμε αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοσι (διασκευή κ. Τρύφωνος Αλεξοπούλου, ιατρού).
»… Οι Άγιοι Μάρτυρες μετά τους Αποστόλους έγιναν συνεχιστές της χριστιανικής ευσεβείας. Αυτοί πήραν σαν μια σπίθα την φωτιά της πίστεως απ τους Αποστόλους. Έπειτα, αυτή η σπίθα θέριεψε με τα βασανιστήρια των διωκτών, όπως η φλόγα φουντώνει απ τους ανέμους…
» Ένας απ αυτούς είναι και ο μακάριος Τρύφων, το ευλογημένο άνθος της Εκκλησίας, πού έχει την επωνυμία της άφθαρτης και θεϊκής τρυφής. Γεννήθηκε στην Λάμψακο, ένα χωριό της Φρυγίας κοντά στην Απάμεια, από γονείς ευσεβείς, και ήταν τόσο άξιος του Θεού από την παιδική του ηλικία, ώστε να αξιωθεί των ποικίλων θείων ενεργειών και της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Γι αυτό και με το όνομα μόνο του Τρύφωνος διώκονταν από τους πάσχοντες διάφορες σωματικές ασθένειες και η πονηρή γενεά των δαιμόνων…
Μετά τον Γορδιανό και τον Φίλιππο, αναγορεύθηκε αυτοκράτορας των Ρωμαίων ο Δέκιος, άνθρωπος σκληρός με αναίσχυντη ψυχή, πού ευφραινόταν με τις σφαγές και τα βασανιστήρια, θερμός μέν στην λατρεία των ειδώλων, κινούμενος δε με φοβερή λύσσα κατά των Χριστιανών… Εκείνο τον καιρό καταγγέλλουν τον Τρύφωνα στον έπαρχο της Ανατολής Ακυλίνο, ότι δηλαδή εκδηλώνει μεγάλη αλαζονεία κατά των αυτοκρατόρων και εμπαίζει μέν τους μεγάλους θεούς, ισχυρίζεται δε ότι μόνο κάποιος Χριστός είναι Θεός, και έτσι εξαπατά πολλούς.
Ευθύς λοιπόν στέλνει αυστηρές διαταγές στους τοπικούς άρχοντες, όσο το δυνατόν γρηγορότερα να παρουσιαστεί μπροστά του ο Τρύφων, ο οποίος όταν άκουσε ότι τον αναζατούν οι διώκτες, δεν αναχωρεί στην έρημο για να κρυφθεί, ούτε καταφεύγει στα πυκνά δάση, παρά οπλίζεται με προσευχές και δεήσεις και εμφανίζεται με χαρά και ευχαρίστως πορεύεται για να παρουσιαστεί στον Ακυλίνο, ο οποίος διέμενε τότε στην Νίκαια. Στην απολογία του, ο Άγιος Τρύφων είπε στον έπαρχο:
-Το όνομά μου το γήινο είναι Τρύφων, πατρίδα μου η κώμη Λάμψακος, αλλά εμείς δεν πιστεύουμε ούτε αναφερόμαστε στην τύχη, πιστεύουμε όμως ότι κατά την πρόνοια του Θεού και την τάξη γίνονται τα πάντα και από την σοφία του κυβερνώνται τα σύμπαντα. Είμαι ελεύθερος στην ζωή μου και μόνο σε έναν υποτάσσομαι, στον Χριστό· ο Χριστός είναι η πίστη μου, ο Χριστός είναι η δόξα μου και ο Χριστός γίνεται ήδη ο στέφανος της καυχήσεώς μου.
Και προς αυτά ο έπαρχος είπε:
-Υποθέτω ότι δεν θα γνώριζες μέχρι και σήμερα την διαταγή του αυτοκράτορα, πού επιτάσσει να παραδίνεται σε βίαιο θάνατο καθένας πού επιδεικνύει απείθεια στην τιμή και λατρεία των θεών. Αλλά θέλω να πεισθείς στα λόγια μου και να φύγεις από την απάτη, για να μην υποστείς την φωτιά και άλλα βασανιστήρια.
Και ο Άγιος είπε:
-Μακάρι να αναλωθώ και από την φωτιά και από κάθε άλλο βασανιστήριο για το όνομα του Χριστού και Θεού μου.
Ο έπαρχος απάντησε:
-Σε προτρέπω, Τρύφων, να θυσιάσεις στους θεούς· βλέπω ότι έχεις υψηλό φρόνημα και δεν θέλω να πεθάνεις με άσχημο τρόπο.
Ο δε Άγιος Τρύφων είπε:
-Τότε θα είναι τέλειο το φρόνημά μου, εάν φέρω ενώπιον του Θεού τέλεια και ακέραιη την ομολογία και φυλάξω την καλή παρακαταθήκη της πίστεως, χωρίς να την αρνηθώ, προσφέροντας ολόκληρο τον εαυτό μου σαν καθαρή θυσία στον Χριστό…
Όταν άκουσε αυτά ο Ακυλίνος, εξοργίσθηκε και διέταξε να κρεμάσουν τον Τρύφωνα και να τον τρυπούν με σπαθιά. Τότε ο μακάριος κρεμιέται στο ξύλο και αφού του έδεσαν τα χέρια από τους αγκώνες, του έκοπταν με ορμή τις σάρκες. Και ενώ τον σπάθιζαν τρεις ολόκληρες ώρες και εκείνος υπέμενε τις πληγές με ηρεμία, ο έπαρχος τον παρακινούσε:
-Αλλαξε γνώμη Τρύφων, γι᾽αυτή την άκαιρη ανοησία σου και ομολόγησε ότι θα θυσιάσεις στους θεούς.
Ο γενναίος όμως αθλητής του Χριστού αντιστέκεται στις προκλήσεις του Ακυλίνου, υπομένει όλα τα βασανιστήρια πού επινοεί ο νοσηρός και μοχθηρός νους του τυράννου (πολυήμερη φυλακή, πεζοπορία με καρφιά στα πόδια, ραβδισμοί και κάψιμο των πλευρών με λαμπάδες, σπαθισμοί κ.ά.) και μένει αταλάντευτος στην πίστη του Χριστού και με καρτερία υπομένει τα φρικτά μαρτύρια.
Βλέποντας ο Ακυλίνος την ανυποχώρητη εναντίωσι του Τρύφωνος αποφασίζει τελικώς να αποκεφαλισθεί. Αμέσως οι στρατιώτες τον οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου. Ο δε Άγιος στράφηκε προς την ανατολή και σηκώνοντας τα μάτια, τα χέρια και την φωνή στον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας:
-Δέσποτα Κύριε, Θεέ των θεών, Βασιλέα των βασιλέων, Άγιε των αγίων, Σε ευχαριστώ γιατί με αξίωσες να αγωνισθώ τούτον τον αγώνα άμεμπτα και μέχρι τέλους. Και τώρα, Σε παρακαλώ, ας μή με ακουμπήσει το δόλιο χέρι του πονηρού και απωλέσει στον άδη, αλλά παράλαβε με τους αγίους Αγγέλους της μεγαλόπρεπης δόξας σου την ψυχή μου ευρηνικά, και εισάγαγέ την στα σκηνώματά σου. Σε όσους θυμούνται δε τον δούλο Σου και επιθυμούν να προσφέρουν θυσίες προς τιμή μου, άκουσέ τους από την αγία κατοικία Σου, και στείλε τους ως ανταπόδοση πλούσιες και άφθαρτες ευεργεσίες, γιατί Εσύ είσαι ο μόνος αγαθός και ο χορηγός των αγαθών στους αιώνες. Αμήν.
Αφού προσευχήθηκε ο αθλοφόρος και προσκύνησε τον Θεό, πριν καν πληγωθεί από το ξίφος παρέδωσε την ψυχή του σαν να θέλησε να την αφήσει με προσταγή του Θεού και όχι με την διαταγή του τυράννου. Οι δε Χριστιανοί συγκεντρώθηκαν και με καθαρά σεντόνια και αρώματα περιποιήθηκαν το τίμιο εκείνο λείψανο και το ενεταφίασαν στην Λάμψακο, υπακούοντας στο θέλημα του Αγίου πού εμφανίστηκε σε όνειρό τους».
Θαυμαστά Διηγήματα
Η παρουσία της τιμίας Κάρας του πανενδόξου και μακαρίου θείου Τρύφωνος του Μεγαλομάρτυρος στην αγία Μονή μας (Μονή Ξενοφώντος), προσδίδει εξαίρετη ευλογία και τιμή σ’ Αυτήν και αποτελεί πηγή θείων δωρεών και χαρισμάτων, αλλά και φυγαδεύει τις ασθένειες των αγρών και κήπων.
Επίσης, στην Μοναστηριακή περιοχή διασώζεται ιερό Κελλίο αφιερωμένο στον μεγάλαθλο Άγιο Τρύφωνα τον Ανάργυρο, στο οποίο εφησυχάζουν τρεις πατέρες, αινούντες και ευλογούντες τον Θεό και τον θεράποντα Αυτού αξιομακάριστο θείο Τρύφωνα.
Το σεπτό όνομα του Αγίου Τρύφωνος πάντοτε διατηρείται στην Αδελφότητά μας και δίδεται στην κουρά αδελφού προς τιμή του Αγίου.
Από τις αναμνήσεις πού μάς παρέδωσαν οι παλαιοί πατέρες γνωρίσαμε αρκετά θαυμαστά γεγονότα πού αναφέρονται στον αμάραντο της Λαμψάκου θείο βλαστό, Άγιο Τρύφωνα.
Ο γέροντας Βαρλαάμ ο Ξενοφωντινός έζησε περίπου 80 χρόνια στην Μονή μας. Ήταν μια κινητή ιστορία. Ήλθε στην Μονή μας το 1908 και κοιμήθηκε το 1983. Κοσμημένος με απλότητα και ταπεινότητα, έζησε όλα τα χρόνια του στο Μοναστήρι υπομένοντας κάθε δοκιμασία για την αγάπη του Χριστού. Διακόνησε χρόνια πολλά στις αγροτικές εργασίες της Μονής και είχε πολλές εμπειρίες με τον Άγιο Τρύφωνα, τον προστάτη των γεωργών.
Μάς διηγήθηκε πώς κάποτε, στους επάνω κήπους της Μονής, σε μια περιοχή πού λέγεται «Ζαχαράς», έπεσε ακρίδα και κάμπιες, με συνέπεια να γίνεται μεγάλη ζημία στον λαχανόκηπο. Ο γέροντας ειδοποίησε τον άγιο Καθηγούμενο για την συμφορά και ζήτησε να ανεβάσουν την αγία Κάρα του Μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος και να διαβαστεί αγιασμός με τις ευχές του Αγίου.
Αμέσως ανταποκρίθηκε η Μονή, και μόλις έφθασε η τιμία Κάρα του Αγίου και διαβάστηκε ο αγιασμός και οι ευχές, σαν ένα σύννεφο έφυγαν όλα τα έντομα και σώθηκε η σοδειά των κήπων με την θαυμαστή επέμβασι του Αγίου.
Ακόμη, μάς διηγείτο ο γέρων Βαρλαάμ για τον ελαιώνα: «-Εμείς, πατέρες, δεν ξέραμε από ραντίσματα και τέτοια πράγματα· όταν παρουσιάζονταν ασθένειες, παίρναμε την αγία Κάρα του προστάτου μας Αγίου Τρύφωνος, κάναμε αγιασμό και λιτανεύαμε το άγιο λείψανο μέσα στον ελαιώνα, ραντίζοντας με τον αγιασμό τα δένδρα, και η συγκομιδή ήταν θαυμαστή· σκεφθήτε, έσπαζαν τα κλαδιά απ τον καρπό· είκοσι πέντε χιλιάδες οκάδες λάδι βγάζαμε τον χρόνο πού είχε ελαιοκαρπία. Δόξα τώ Θεώ και στον Άγιο Τρύφωνα τον προστάτη μας!».
Αλλά, και σε σωματικές ασθένειες ήταν αρωγός και ιατρός, ο αγιώτατος Μάρτυς του Χριστού Τρύφων, και δεν παύει να μάς προστατεύει από κινδύνους και πειρασμούς. Και όσοι επικαλούνται το ιερό όνομά Του και ζητούν την βοήθειά Του, λαμβάνουν των ιαμάτων την χάρι από τον συνέκδημον της δωδεκάδος των θείων Αναργύρων.


Άγιος Βασίλειος, επίσκοπος Θεσσαλονίκης (9ος -10ος αι.)


Καταγόταν από την Αθήνα. Το 875 εκάρη μοναχός από τον όσιο Ευθύμιο τον Νέο, του οποίου ύπαρξε μαθητής. «Ταις θεοπνεύστοις και μελιρρύτοις διδασκαλίαις και ημάς καθέλξας οία τις Ορφεύς οπαδούς επηγάγετο», περιγράφει ο ίδιος. Ο όσιος Ευθύμιος προείπε την αρχιερατική του εκλογή και σταδιοδρομία (904).
Αναφέρεται να ίδρυσε ή ανακαίνισε την τιμώμενη στο όνομα της Θείας Αναλήψεως μονή, τη γνωστή ως του Αγίου Βασιλείου, πού βρίσκεται κοντά στο Χιλανδάρι και υπάγεται σε αυτό. Στις αρχές του 10ου αιώνα χειροτονήθηκε επίσκοπος Θεσσαλονίκης. Είναι γνωστός από τον βίο του πνευματικού του πατρός Ευθυμίου πού έγραψε και γι΄ αυτό καλείται και Συναξαριστής αλλά και Ομολογητής. Με γλαφυρότητα διηγείται τους άθλους του Γέροντος του, τους οποίους κατά δύναμη και μιμήθηκε. Ακολουθία του συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Το ιερό του λείψανο ευρέθη το 1980 εντός του Ι.Κ.Ν. Της Του Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης , έπειτα από εργασίες εντός του ναού , ένεκα των σεισμών του 1978 . Στον προαναφερθέντα ιερό ναό τελείται πανηγυρικά η μνήμη του . 
Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Φεβρουαρίου.
πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Άγιοι Αγίου Όρους, Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2007


Άγιος Αναστάσιος ο Ναυπλιεύς





























Αυτός ο πανεύφημος νεομάρτυς του Χριστού , γέννημα και θρέμμα του Ναυπλίου, ήταν ζωγράφος επιδέξιος ως προς το επάγγελμα. Αρραβωνιάστηκε εκεί την κόρη ενός χριστιανού και σε λίγες μέρες άκουσε κάποια σφάλματα για την αρραβωνιαστικιά του και την άφησε. 
Οι συγγενείς της κόρης, του έκαναν μαγικά, για να την αγαπήσει και να την πάρει. Έτσι σε λίγο καιρό υπό την επήρεια των μαγικών, έχασε ο νέος τα λογικά του και γυρνούσε από δω κι από κει.
Όταν τον είδαν οι Τούρκοι, έτσι αλλόκοτο, τον έκαναν να αλλαξοπιστήσει. Ο Θεός όμως τον λυπήθηκε και σε λίγες μέρες του έδωσε την υγεία του. Και ερχόμενος στα συγκαλά του, κατανοεί ότι είναι Τούρκος και ότι φορούσε στο κεφάλι άσπρο σαρίκι. Αμέσως το πετάει στο χώμα και αρχίζει να φωνάζει με δυνατή φωνή και με τόλμη μέσα στο πλήθος των Τούρκων ότι ήταν, είναι και θα είναι για πάντα χριστιανός. 
Οι Τούρκοι μόλις είδαν ότι μετάνιωσε, έτρεξαν καταπάνω του και δέρνοντας και σπρώχνοντας τον έφεραν στον κριτή. Ο κριτής επιχειρούσε με διάφορες πλεκτάνες, πότε κολακεύοντας και πότε φοβερίζοντας, να τον κάνει να αρνηθεί την Χριστιανική πίστη. Αλλά ο Μάρτυρας δεν τα λογάριαζε όλα αυτά και ακλόνητος έλεγε με τόλμη ότι δεν αρνείται τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό, αλλά πιστεύει και Τον προσκυνά ως δημιουργό και σωτήρα του ενώ την πίστη στον Αλλάχ δεν την χρειάζεται και την αποστρέφεται. Όταν άκουσε αυτά ο κριτής έδωσε εντολή να τον αποκεφαλίσουν. 

Αλλά οι Τούρκοι δεν τον άκουσαν και με το που τον έβγαλαν από το κριτήριο όρμισαν πάνω του όπως παλιά οι Ιουδαίοι στονπρωτομάρτυρα Στέφανο και άλλοι με ξύλα, άλλοι με σπαθιά, άλλοι με μαχαίρια κατατρυπούσαν το κορμί του Μάρτυρα μέχρι που το κατέκοψαν σε μικρά κομμάτια. 
Έτσι ετελειώθη την 1η Φεβρουαρόυ 1655 ο ευλογημένος Αναστάσιος και έλαβε του μαρτυρίου το στεφάνι και τώρα ευφραίνεται στο χορό των Μαρτύρων εις δόξαν του Τριαδικού Θεού. Με Βασιλικό διάταγμα της 14ης Νοεμβρίου 1935 καθιερώθηκε η 1ηΦεβρουαρίου ως ημέρα ολοκληρωτικής αργίας των καταστημάτων Ναυπλίου. 
Άγιος Αναστάσιος
Προσθήκη λεζάντας
Η μνήμη του πανηγυριζόταν στον εν Ναυπλίω ενοριακό Ναό «Γενέσιον της Θεοτόκου», όπου υπάρχει ελαιόδενδρο που κατά την παράδοση συνδέεται με την άθληση του Νεοάρτυρος. Την 1ηΦεβρουαρίου του 1990 θεμελιώθηκε από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αργολίδος κύριον Ιάκωβο και με τη συνδρομή των Τοπικών Αρχών και του ευσεβούς λαού σύντομα ανηγέρθη περικαλλής Ναός στην παραλιακή οδό Ναυπλίου Νέας Κίου. 
Στις 4 Ιουνίου του 1995 – συνέπεσε εκείνη τη χρονιά η Κυριακή των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου – ο Μητροπολίτης Αργολίδος κύριος Ιάκωβος συμπαραστατούμενος υπό του Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης καθώς και του Μητροπολίτου Άρτης ετέλεσε τα εγκαίνια του Ναού. 

Έκτοτε καθιερώθηκε να εορτάζεται κατ’ έτος πανηγυρικά εκτός από τη μνήμη του Μάρτυρα και η επέτειος των εγκαινίων του Ναού του Αγίου Αναστασίου. Ακολουθίες συνέθεσαν ο Μητροπολίτης πρώην Καρπάθιου και Κάσου Νείλος Σμυρνιωτόπουλος και ο Υμνογράφος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Την Ακολουθία της επετείου των εγκαινίων του Ναού του Αγίου Αναστασίου εποίησε ο Επίσκοπος Επιδαύρου Καλλίνικος Κορομπόκης. 
  

 Πηγές  
  • ΝΕΟΝ ΜΑΡΤΥΡΟΛΟΓΙΟΝ, παρά του Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, έκδοσις Τρίτη, Εκδοτικός Οίκος «ΑΣΤΗΡ» Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, ΑΘΗΝΑΙ 1961, σελ. 74 και 75.   
  • Χρυσοστόμου Δεληγιαννοπούλου, «Ασματικαί Ακολουθίαι εις τον Άγιον Νεομάρτυρα Αναστάσιον τον Ναυπλιέα», εν Αθήναις 1968.

1 Φεβρουαρίου Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου , αρχή του Τριωδίου .

0 σχόλια

 

 

 

 

Από το ιστολόγιο της Ι. Μ. Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα , της Ι. Μ. Καισαριανής , Βύρωνος και Υμμητού 



ΤΡΙΩΔΙΟ: 

Εκκλησιαστική περίοδος που εκτείνεται από την Κυριακή Τελώνου

και Φαρισαίου 

έως την Κυριακή του Πάσχα. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της, από το

οποίο παίρνει και το όνοµά της, είναι ότι κατά την περίοδο αυτή οι Κανόνες που

απαρτίζουν τις καθηµερινές ακολουθίες αποτελούνται από τρεις ωδές και όχι εννιά,

όπως συµβαίνει µε όλους τους υπόλοιπους Κανόνες. Είναι πλήρης ακολουθιών,

προσφέροντας στους πιστούς πολλές ευκαιρίες λειτουργικής εµπειρίας. Είναι

περίοδος κατάνυξης και προετοιµασίας για το Άγιο Πάσχα και την Ανάσταση του

Κυρίου. Δεν εκτείνεται πάντα στην ίδια περίοδο του έτους µια και εξαρτάται από το

Πάσχα.

ΚΥΡΙΑΚΕΣ: 

Όλες οι Κυριακές του Τριωδίου έχουν µία συγκεκριµένη ονοµασία

και αποτελούν µία αλληλουχία µεστή νοηµάτων και µηνυµάτων. Με τη σειρά, οι

Κυριακές του Τριωδίου είναι:

- Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου

- Κυριακή του Ασώτου

- Κυριακή της Απόκρεω

- Κυριακή της Τυροφάγου

- Α' Νηστειών: Κυριακή της Ορθοδοξίας

- Β' Νηστειών: Γρηγορίου του Παλαµά

- Γ' Νηστειών: Κυριακή Σταυροπροσκυνήσεως

- Δ' Νηστειών: Ιωάννου της Κλίµακος

- Ε' Νηστειών: Μαρίας της Αιγυπτίας

- Κυριακή των Βαΐων. 



Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής ΙΣΤ΄ Λουκά (Λουκ. ιη΄10-14) Τελώνου & Φαρισαίου

Εἶπεν ὁ Κύριος την παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. Ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.


Απόδοση στη νεοελληνική

Εἶπεν ὁ Κύριοςτὴν ἑξῆς παραβολή· Δύο ἄνθρωποι ἀνέβηκαν εἰς τὸν ναόν, διὰ νὰ προσευχηθοῦν, ὁ ἕνας ἦτο Φαρισαῖος καὶ ὁ ἄλλος τελώνης. Ὁ Φαρισαῖος ἐστάθηκε καὶ ἔκανε τὴν ἑξῆς προσευχὴν ἐν σχέσει πρὸς τὸν ἑαυτόν του· Θεέ, σ’ εὐχαριστῶ, διότι δὲν εἶμαι ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοὶ ἢ ὅπως αὐτὸς ἐδῶ ὁ τελώνης. Νηστεύω δυὸ φορὲς τὴν ἑβδομάδα, δίνω τὸ δέκατον ἀπὸ ὅλα, ὄσα ἀποκτῶ. Ὁ τελώνης ὅμως ἐστεκότανε μακρυὰ καὶ δὲν ἤθελε οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσῃ εἰς τὸν οὐρανὸν ἀλλ’ ἐκτυποῦσε τὸ στῆθός του καὶ ἔλεγε, Θεέ, ἐλέησέ με τὸν ἁμαρτωλόν. Σᾶς λέγω, ὅτι αὐτὸς κατέβηκε εἰς τὸ σπίτι του δικαιωμένος ἀπὸ τὸν Θεὸν παρὰ ὁ ἄλλος. Διότι ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτόν του θὰ ταπεινωθῇ, καὶ ἐκεῖνος ποὺ ταπεινώνει τὸν ἑαυτόν του θὰ ὑψωθῇ.


telonou_kai_farisaiou
Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου
Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.
Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους.
Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας. Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι' αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν.
Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές.
Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι' αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.
Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια..

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ


Ἀρχιμ. Ἀντωνίου Ρωμαίου
imagesCA0JB12TἘνῶ ζοῦσε στόν Παράδεισο ὁ ἄνθρωπος, μέ διαβολική συμβουλή μετεστράφη, διεστράφη. Καί ἐνῶ ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πού θαύμαζε καί δοξολογοῦσε τόν Θεό καί ὑπήκουε στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί χαιρότανε τήν ὑποταγή του στόν Θεό, ἔγινε ἕνας ἄνθρωπος ἐγωκεντρικός, ἐγωϊστής. Ἤθελε τά πράγματα νά γίνουν κατά τό δικό του θέλημα, κατά τό συμφέρον του, ὅπως ἐκεῖνος βέβαια τό ἐννοοῦσε, ὄχι πλέον ὅπως τό ἐννοοῦσε ὁ Θεός καί γι᾿ αὐτό ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε. .Ἄκουσε τή συμβουλή τοῦ διαβόλου καί ἐπαναστάτησε κατά τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή θεώρησε ὅτι εἶναι πλέον συμφερότερο σέ αὐτόν νά ἀκούσει τήν ὁδηγία τοῦ διαβόλου παρά τήν ἐντολἠ τοῦ Θεοῦ.
Ἀπό τότε καί ἐμεῖς ὅλοι οἱ πεσμένοι ἄνθρωποι κληρονομήσαμε ἕναν ἐγωκεντρισμό ἀδυσώπητο καί ἄκαμπτο, θά λέγαμε. Κι αὐτός ὁ ἐγωκεντρισμός ξεκινάει ἀπό τή γέννησή μας καί πολλές φορές, δυστυχῶς, μᾶς συνοδεύει μέχρι τόν τάφο. Συγκεντρωμένοι ἀπό τότε πού γεννιόμαστε στά ὑλικά ἀγαθά πού μπορεῖ νά μᾶς προσφέρει ἡ Μάννα μας, ὅταν μᾶς ἔχει ἀκόμα στήν ἀγκαλιά της, βρέφη ὀλίγων ἡμερῶν, ἄν μᾶς δώσει γάλα ὅλα πᾶνε καλά, ἄν δέν μᾶς δώσει ἀρχίζουμε τά κλάματα· ἄν τήν ἔχουμε κοντά μας ὅλα πᾶνε καλά, ἄν φύγει ἀπό κοντά μας, αἰσθανόμαστε ἀνασφάλεια. Ἔτσι μπαίνουμε μέσα στή ζωή μ᾿ αὐτόν τόν ἐγωκεντρισμό, ὁ ὁποῖος εἶναι συνυφασμένος μέ τό ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως, ὅπως λένε οἱ ἐπιστήμονες, καί πολλές φορές τά μπερδεύουμε καί ὅ,τι θέλουμε νομίζουμε ὅτι εἶναι καί ἀπαραίτητο γιά τήν ὑπόστασή μας, γιά τή διατήρησή μας καί ἀλίμονο σέ ἐκεῖνον πού δέν θά θελήσει νά κάνει αὐτό πού ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι μᾶς εἶναι ἀπαραίτητο. Καί ἀνάλογα μέ τήν κοσμοθεωρία τῆς οἰκογενείας μας, ἀνάλογα μέ τίς θρησκευτικές μας πεποιθήσεις, ἀνάλογα μέ τήν ἀγωγή πού ἔχουμε ὁ καθένας ἀπό τό σπιτικό μας, τήν οἰκογένειά μας, αὐτόν τόν ἐγωκεντρισμό τόν διατηροῦμε καί τόν διαμορφώνουμε ὅσο μποροῦμε πιό ὁλοκληρωμένο, πιό ἄτεγκτο, πιό σκληρό.
Δύο κατηγορίες θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχουν: Ἐκεῖνοι πού στηρίζουν ὅλα τους τά βιώματα, ὅλα τους τά αἰσθήματα γιά ὀντότητα καί γιά ὑπεροχή στό τί ἔχουν, τί ἀπολαμβάνουν, τί κάνουν, καί οἱ ἄλλοι πού συγκεντρώνουν τήν προσοχή τους στό τί εἶναι, πῶς τούς θεωρεῖ ὁ κόσμος, πόσο μεγάλοι, πόσο μικροί, πόσο μηδαμινοί καί πόσο ὑπέροχοι εἶναι.
Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους, φαίνεται, ἦταν καί ὁ Φαρισαῖος, ὁ ὁποῖος  παρουσιάσθηκε στό Θεό μπροστά, ἔχοντας φωτογραφίσει, κατά τή γνώμη του, πολύ καλά τόν ἑαυτό του καί ἔλεγε ὅλα ἐκεῖνα τά ἐγκωμιαστικά, στηρίζοντας ἕνα αἴσθημα εὐεξίας, ἕνα βίωμα ὀντότητος καί ὑπεροχῆς ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων καί ἰδιαίτερα ἔναντι τοῦ Τελώνου.
Εἶχε κάνει βέβαια δύο λάθη μεγάλα. Τό ἕνα ἦταν ὅτι θέλησε νά κάνει σύγκριση τοῦ ἑαυτοῦ του μέ ἄλλους ἀνθρώπους καί τό δεύτερο ἦταν ὅτι ἤθελε νά συγκρίνει τά δῶρα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός στόν ἴδιο, μέ ἐκεῖνα πού δέν εἶχε πάρει ὁ Τελώνης. Διότι ὅ,τι καλό εἶχε ὡς ἄνθρωπος ἦταν δῶρο τοῦ Θεοῦ καί δέν μποροῦσε νά τό θεωρεῖ δικό του κατόρθωμα. Καί ἔτσι ἔφθασε σ᾿ αὐτή τή φαρισαϊκή ἔπαρση, ὅπως τή λέμε, τό αἴσθημα τῆς ὑπεροχῆς καί τῆς ὀντότητος, πού παρουσιάστηκε τόσο πολύ φοβερό καί, ὅπως τό τονίζει καί ὁ Κύριος, μᾶς κάνει καί μᾶς, πολλές φορές, ὅταν τό ἀκοῦμε, τουλάχιστον νά τρέμουμε.
Ἀλλά δυστυχῶς, εἴτε συνειδητά εἴτε ἀσυνείδητα, εἴμαστε ὅλοι Φαρισαῖοι! Εἴμαστε! Καί ὅλοι μας συγκεντρώνουμε τήν προσοχή μας, εἴτε κρυφά εἴτε φανερά, εἴτε θρησκευτικά εἴτε μή θρησκευτικά, συγκεντρώνουμε τήν προσοχή μας νά δοῦμε τί πήραμε ἀπό τή ζωή, τί κερδίσαμε, τί κατακτήσαμε, πόσο οἱ ἄνθρωποι μᾶς ὑπολήπτονται, πόσο οἱ ἄνθρωποι μᾶς ὑπ0λογίζουν, ἄν ὑπάρχουν κατώτεροι ἤ ἀνώτεροι ἀπό μᾶς, ἄν οἱ ἄνθρωποι ντύνονται καλύτερα ἀπό μᾶς, ἄν τά παιδιά τους πᾶνε στό σχολεῖο τό ἰδιωτικό μέ τό αὐτοκίνητο καί τά δικά μας πᾶνε μέ τά πόδια, ἄν τά παπούτσια μας εἶναι πιό καινούργια ἤ πιό παλιά. Ἄν καί ποιά ἀπό τά παιδιά μιλᾶνε πιό εὐγενικά ἤ ὄχι, ἄν πᾶνε ἤ δέν πᾶνε στήν Ἐκκλησία καί χίλια δυό ἄλλα. Χίλιες δυό συγκρίσεις κάνουμε σύμφωνα μέ τό μυαλό μας, τήν κοσμοθεωρία μας, γιά νά δοῦμε τέλος πάντων τί ἔχουμε κατακτήσει, τί ἀπολαμβάνουμε τί μᾶς λείπει, πόσο μᾶς ὑπολογίζουν καί πόσο δέν μᾶς ὑπολογίζουν.
Καί πολλές φορές αὐτά τά βιώματα τῆς ὀντότητος, τῆς ὑπεροχῆς πού ἀποκτοῦμε τά κάνουμε καί προσευχές ἀνάλογες μέ τοῦ Φαρισαίου καί νομίζουμε ὅτι ὅλα τά πράγματα πᾶνε καλά.
Βεβαίως ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη πλευρά. Ὅταν ὅλη αὐτή ἡ ἔρευνα πού κάνουμε γιά νά δοῦμε ποιοί εἴμαστε καί τί ἔχουμε καί πόσο ἀξίζουμε μᾶς πληροφορεῖ ἀρνητικά, μᾶς λέει ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἐκεῖνοι πού ὑπολειπόμεθα, ὑστερούμεθα, πού μειονεκτοῦμε· τότε ἀντί νά ἔχουμε αἴσθημα ὀντότητος ἔχουμε αἴσθημα ἐξουδενώσεως καί τάσεις αὐτοκαταστροφῆς! Ἀφοῦ δέν εἶμαι τίποτε, ἀφοῦ δέν ἀξίζω τίποτε, ἀφοῦ ὁ κόσμος δέν μέ ὑπολήπτεται, ἀφοῦ δέν μπορῶ νά κατακτήσω τούς στόχους πού θέλω, τί τή θέλω τή ζωή; Ἄς ἐξαφανισθῶ ἀπό προσώπου τῆς γῆς. Ὅλοι αὐτοί πού αὐτοεξαφανίζονται δέν κάνουν τίποτε ἄλλο παρά φανερώνουν αὐτή τήν ἀδυναμία. Ἤθελαν νά ἱκανοποιήσουν αὐτό τό φαρισαϊσμό, δέν μπόρεσαν καί πῆγαν ἀπό τήν ἀνάποδη νά διατηρήσουν τόν ἐγωϊσμό τους καί αὐτοεξαφανίζονται ἀπό τή ζωή γεμάτοι αἰσθήματα πόνου καί πικρίας.
Στήν Ἐκκλησία ἀπό τότε πού ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος καί σαρκώθηκε καί προσέλαβε ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος καί ἦρθε καί ἔζησε γιά μᾶς καί θά ἔλεγα μέ μιά ἁπλή λέξη ἔγινε«ἀποτυχημένος» γιά μᾶς -πάνω στό Σταυρό πέθανε σάν ἀποτυχημένος, ὁ πιό ἀποτυχημένος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, ὁ πιό ἀποτυχημένος ἐπαναστάτης πραξικοπιματίας, ἔτσι τόν θεωρήσανε, ἔτσι τόν σταυρώσανε. Ὁ Χριστός ἀπό τότε πού ἔγινε ἄνθρωπος, συγκέντρωσε ὅλη τήν ἀποτυχία ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους στή δική του «ἀποτυχία», ἀλλά ὄχι γιά νά μείνει ἀποτυχία καί ὄχι γιά νά ὁδηγήσει στήν αὐτοκτονία, ἀλλά γιά νά ὁδηγήσει στό θρίαμβο, στήν Ἀνάσταση. Ἔγινε ἀποτυχημένος γιά μᾶς, ἀλλά ἔγινε συγχρόνως καί νικητής γιά μᾶς. Ἔγινε ἡ σωτηρία μας, ἡ ἐπιθυμία μας, ἡ αἰώνια λύτρωσή μας, ἡ αἰώνια μακαριότης μας.
Ἀπό τότε λοιπόν ἐμεῖς οἱ πιστοί δέν πρέπει νά προσέχουμε τί εἴμαστε, πόσο ἀξίζουμε, πόσα ἀγαθά κατακτήσαμε ἤ τέχνες ἤ ὑπόληψη κοινωνική ἤ ἐπιστημονική καί χίλια δυό ἄλλα πράγματα. Ἐκεῖνο πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι πρῶτα-πρῶτα σάν τόν Τελώνη νά ζητᾶμε μέ κατάνυξη μέ δάκρυα, μέ συντριβή τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νά καθαρίσει τήν ψυχή μας, νά ἀνοίξει τά μάτια μας νά βλέπουμε πραγματικά, νά χαιρόμαστε τά ὅσα ἔκανε γιά μᾶς. Τά αἰσθήματα τῆς ὀντότητός μας νά ἑδραιώνονται καί νά πηγάζουν ἀπό τό τί ἔκανε ὁ Θεός γιά μᾶς, ὄχι ἄν ἔχουμε ἐμεῖς ἤ ἄλλοι κάνει τίποτε. Καί δεύτερο, ὅταν διαπιστώνουμε τί ἔκανε ὁ Θεός γενικά γιά τό ἀνθρώπινο γένος, γιά τήν Ἐκκλησία Του, γιά μᾶς ὅλους, νά μποροῦμε νά προχωροῦμε πιό πέρα καί νά ἀναγνωρίζουμε τίς μεγάλες εὐεργεσίες πού ἔκανε καί στόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό.
Πολλές φορές ἀναγνωρίζουμε τόν Θεό ὅτι εἶναι Πατέρας ὅλου τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν ἀναγνωρίζουμε ὅτι εἶναι Πατέρας δικός μας καί μάλιστα ὁ πιό πανίσχυρος καί ὁ πιό παντοδύναμος ὅλων Πατέρας, πού δέν θά μποροῦσε νά τόν ἔχει κανείς ἄλλος. Δέν τό νιώθουμε ὅμως αὐτό, γι’ αὐτό καί ἀπελπιζόμαστε, γι’ αὐτό καί ἀδημονοῦμε, ἀγχόμεθα. Αἰσθανόμαστε ἕνα τίποτε, μηδαμινοί, κουρελιάρηδες… Γιατί, γιατί νά μειονεκτοῦμε;
Ἐκτός τοῦ ὅτι λοιπόν ὁ Θεός ἔκανε τόσα γιά μᾶς, μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα ἀνά πᾶσαν στιγμήν νά ζοῦμε μέσα στή ζωή τοῦ Χριστοῦ ὅπως καί ἡ ἐπιτυχία μας ἤ ἡ ἀποτυχία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τό πόσο εἶναι ἐπιτυχία ἤ ἀποτυχία κατά Χριστόν. Ὄχι πῶς τήν κρίνουν οἱ ἄνθρωποι, ὄχι πῶς τή λέει τό μυαλό μας, ὄχι πῶς θά μιλήσει ἡ γειτόνισσα γιά μᾶς ἤ ὁ δάσκαλος στό σχολεῖο ἤ -ξέρω ᾿γώ- ὁποιοσδήποτε ἄλλος ἤ πολύ περισσότερο οἱ ἐφημερίδες καί τά περιοδικά. Αὐτά δέν μᾶς συγκινοῦν. Τά ἀκοῦμε, τά διαβάζουμε, τά κρίνουμε, ἀλλά δέν στηρίζουμε πάνω σ’ αὐτά τά στοιχεῖα τά βιώματα τῆς πνευματικῆς εὐεξίας μας, δέν στηρίζουμε τήν ὀντότητά μας, δέν στηρίζουμε τήν ἐπιτυχία μας καί πολύ περισσότερο τό θάρρος καί τήν ἐλπίδα μας γιά τή ζωή.
Γιατί ἄν στηριζόμαστε πάνω σ’ αὐτά τά στοιχεῖα τά γήινα, γινόμαστε εἰδωλολάτρες. Ἄν στηριζόμαστε πάνω στό Χριστό καί στό τί ἔκανε ὁ Χριστός γιά μᾶς, εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας ζωντανά καί ἡ ἐλπίδα μας δέν φεύγει ποτέ καί ἡ σωτηρία εἶναι βεβαία καί ἡ ἀνάσταση μέ τόν Χριστό εἶναι βεβαία.
Χωρίς πάλι νά ἔχουμε τό δικαίωμα νά ὑπερηφανευθοῦμε καί νά ποῦμε ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε χριστιανοί καί καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους πού δέν εἶναι χριστιανοί. Γιατί ὁ Χριστός μᾶς εἶπε δυό φοβερά πράγματα. Πρῶτα -πρῶτα μᾶς εἶπε ὅτι, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε μαζί Του, πρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας καί δεύτερο νά σηκώσουμε τόν σταυρό καί νά τόν ἀκολουθήσουμε. Καί μετά μᾶς εἶπε, ἄν ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει διατάξει, μᾶς ἔχει δώσει ἐντολές τά κάνουμε, νά αἰσθανόμαστε καί νά ζοῦμε ὅτι εἴμαστε ἀχρεῖοι δοῦλοι γιατί κάναμε ὅτι ἔπρεπε νά κάνουμε καί τίποτε παραπάνω. Καί αὐτό τό κάναμε μέ τή δύναμη καί τή Χάρη τή δική Του. Δέν μᾶς ἀφήνει περιθώρια γιά καυχήσεις τέτοιου εἴδους, γιά ὑπερηφάνειες, γιά ὑπεροχές καί γιά μειονεξίες. Μᾶς φτάνει μόνο νά μείνει ἡ ψυχή μας ἐκστατική, νά βλέπουμε τά ὅσα Ἐκεῖνος ἔκανε, νά Τόν θαυμάζουμε, νά αἰσθανόμαστε, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ἕνα μηδενικό, τό οὐδέν καί νά σκεπτόμαστε γιατί ὁ Θεός τόσο πολύ θέλησε νά μᾶς ἀγαπήσει καί τόσο πολύ θέλησε νά μᾶς εὐεργετήσει ἐνῶ δέν τό ἀξίζουμε.
Ἔτσι μπαίνουμε στό τελωνικό βίωμα, δηλαδή στά βιώματα ἐκεῖνα πού , κατανύσσουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τραβοῦν τή Χάρη, τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί τόν κάνουν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ζοῦσαν κι οἱ Πατέρες. Ὁ μεγαλύτερος Ἅγιος ποτέ δέν αἰσθανόταν ὅτι εἶναι ἅγιος, ἀλλά ὅτι εἶναι ὁ ἔσχατος τῶν ἁμαρτωλῶν, ὁ πιό φθηνός καί βδελυρός ἄνθρωπος. Πολλοί ἔφθασαν μέχρι τό σημεῖο νά ποῦν ὅτι «οὔτε τό σῶμα μου νά μήν κηδέψετε»! «Νά τό ἀφήσετε νά τό φᾶνε τά θηρία», γιατί πίστευαν ἀπό τό ταπεινό φρόνημα πού εἶχαν γιά τόν ἑαυτό τους, ὅτι δέν ἄξιζε οὔτε τήν τιμή τῆς κηδείας! Τέτοια ἰδέα εἶχαν οἱ Ἅγιοι γιά τόν ἑαυτό τους. Καί ὁ Ἵδιος ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός κατεδέχθη ἀκριβῶς ἕνα τέτοιο ἀτιμωτικό θάνατο, γιά νά ξερριζώσει αὐτά τά βιώματα τά ἐγωκεντρικά ἀπό τή ζωή μας καί νά μᾶς ξαναφέρει στή ζωή τῆς Χάριτος, τή θεϊκή, νά μᾶς κάνει θεούς κατά χάριν, ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς ἔχει πεῖ.
Ἀνοίγει τό Τριώδιο ἄλλη μία φορά ἡ Ἐκκλησία καί μᾶς καλεῖ στήν κατάνυξη, τήν συντριβή καί τή μετάνοια. Ἄν κρατήσουμε αὐτό τό βίωμα, πού θά ᾿λεγε κανείς ὅτι εἶναι ἐπικεφαλῆς τῆς μεγάλης αὐτῆς περιόδου τῆς Τεσσαρακοστῆς, καί τῆς προπαρασκευῆς γιά τήν Τεσσαρακοστή, ἄν κρατήσουμε αὐτό τό βίωμα νά διατηρηθοῦμε μέσα στό Θεό μέ ταπείνωση, μέ ἐλπίδα, θά ἔχουμε καί χαρά καί εἰρήνη καί θά ζοῦμε, ὄχι φαρισαϊκά, ἀλλά τελωνικά τή βεβαιότητα τῆς σωτηρίας μας.



Τελώνου καί Φαρισαίου


Δέησις-FΓιρλαντα1
   
      Δύο πράγματα ἀπαιτοῦνται ἀπὸ ὅλους τούς ἀνθρώπους, νὰ κατακρίνουμε τὰ ἰδικὰ μας ἁμαρτήματα καὶ νὰ συγχωροῦμε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων. Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τὰ ἰδικὰ του ἁμαρτήματα, συγχωρεῖ πιὸ εὔκολα τούς ἄλλους· ἐνῶ ἐκεῖνος πού κατακρίνει τοὺς ἄλλους, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του κατακρίνει καὶ καταδικάζει, ἔστω καὶ ἂν ἔχη πολλὲς ἀρετές. Ἀληθῶς μεγάλο πράγμα εἶναι τὸ νὰ μὴ κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, ἀλλά τούς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί. Ἐμεῖς ὅμως, ἀφήνοντας τὶς δικὲς μας ἁμαρτίες, τοὺς ἄλλους ἰδίως κατακρίνουμε, τοὺς ἄλλους ἐξετάζουμε, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ἀκόμη καὶ ἂν εἴμεθα δικαιότεροι ἀπὸ ὅλους, ἐὰν κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, γινόμεθα ἔνοχοι καὶ εἴμεθα ἄξιοι τῆς ἰδίας τιμωρίας καὶ τῶν ἰδίων βασάνων τῶν ὁποίων εἶναι ἄξιος καὶ αὐτός τὸν ὁποῖον κρίνουμε·«Ὧ γὰρ κρίματι κρίνετε» λέγει «τούτῳ καὶ κριθήσεσθε». Διότι αὐτός πού πορνεύει, παραβαίνει ἐντολή, ὅπως καὶ ἐκεῖνος πού τὸν κρίνει. Ὥστε καὶ οἱ δύο παραβαίνουν θείαν ἐντολή, καὶ αὐτός πού πορνεύει καὶ ἐκεῖνος πού κρίνει.
     Ἀλλὰ ἂς μεταφέρουμε μᾶλλον τὴν ἐξέτασι τῶν ἄλλων καὶ τὴν λεπτομερῆ ἐνασχόλησι στοὺς ἑαυτούς μας, ἀγαπητοί. Καὶ ἐὰν δοῦμε κάποιους νὰ ἁμαρτάνουν, ἐμεῖς ἂς ἔχουμε τὶς δικὲς μας ἁμαρτίες ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας καὶ ἂς θεωροῦμε τὰ δικὰ μας χειρότερα ἀπὸ τῶν ἄλλων. Διότι ἐκεῖνος πού ἁμάρτησε, ἴσως καὶ τὴν ὥρα τῆς ἁμαρτίας νὰ μετενόησε, ἐνῶ ἐμεῖς μένουμε πάντοτε ἀδιόρθωτοι κατακρίνοντας καὶ ἐξετάζοντας ἄλλους. Ἐκεῖνος ὁ Λώτ, ἂν καὶ κατοικοῦσε στὰ Σόδομα, κανέναν δὲν κατέκρινε, κανέναν δὲν κατηγόρησε. Γιʼ αὐτό ἐδικαιώθη καὶ διεσώθη ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὴν πανωλεθρία, στὰ ὁποῖα κατεδικάστησαν οἱ Σοδομίτες. Ἂς ταπεινωθοῦμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς κατακρίνοντας τοὺς ἑαυτούς μας, τοὺς ἑαυτούς μας νὰ ὀνειδίζωμε γιὰ νὰ ὑψωθοῦμε, νὰ γίνουμε ἀκατάκριτοι.
     Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη. Μὲ αὐτή ἐδικαιώθη ὁ Τελώνης καὶ ἀπέβαλε τὸ φορτίον τῶν ἁμαρτημάτων του. Ἂς μισήσουμε τὴν ὑψηλοφροσύνη, ἐπειδὴ ὁ Φαρισαῖος ἀπὸ αὐτή κατεκρίθη καὶ ἔχασε τὶς ἀρετές πού εἶχε. Ὁ Φαρισαῖος, ἐπειδὴ διέπραξε τὰ καλὰ μὲ ὄχι καλὸ τρόπο, κατεκρίθη. Ὁ Τελώνης ἀπορρίπτοντας μὲ καλὸ τρόπο τὰ μὴ καλὰ ἔργα, ἐδικαιώθη. Διότι ὁ Θεὸς εἶδε μὲ συμπάθεια τὸν στεναγμὸ τοῦ Τελώνου καὶ τὴν συντριβή του καὶ τὰ κτυπήματα τοῦ στήθους του καὶ ἀφοῦ ἐδέχθη τὸ «ἱλάσθητι» τὸν δικαίωσε μαζὶ μὲ τὸν Ἄβελ. Τὶς δὲ θυσίες καὶ τὶς ἀρετές καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ καυχησιολόγου καὶ ὑπερήφανου Φαρισαίου τὶς ἐσιχάθη καὶ τὶς ἀπεστράφη καὶ τὸν κατεδίκασε, ὅπως τὸν ἀδελφοκτόνο Κάϊν, γιὰ τὴν ἴδια αἰτία. Νὰ μάθουμε, ἀδελφοί, καὶ νὰ διδαχθοῦμε νὰ κάνουμε μεγάλα κατορθώματα. Νὰ μὴν ὑψηλοφρονοῦμε ὅμως γιʼ αὐτά καὶ ἂν γίνουμε καλοί, δίκαιοι καὶ ἐπιεικεῖς καὶ πονόψυχοι καὶ ἐλεήμονες, καὶ ἔτσι νὰ εἶναι, ἐμεῖς νὰ ταπεινωνώμεθα καὶ νὰ μὴν ἔχουμε ὑπεροψία καὶ ἀλαζονεία, μήπως χάσουμε τοὺς κόπους καὶ τοὺς πόνους μας. Διότι λέγει ὁ Κύριος «ὅταν ταῦτα πάντα ποιήσητε, λέγετε ὅτι ἀχρεῖοι δοῦλοι ἐσμεν, ὅτι ὅ ὠφείλομεν ποιῆσαι, πεποιήκαμεν».
     Εἶναι ἀναγκαῖο καὶ ἀπαραίτητο χρέος νὰ προσφέρουμε στὸν Θεὸ τῶν ὅλων τὴν δουλικὴ ταπείνωσι, τὴν ὑπομονή, τὴν ὑποταγή, τὴν ὑπακοή, τὴν εὐγνωμοσύνη, τὴν εὐχαριστία, καὶ νὰ μεγαλύνουμε καὶ νὰ προσκυνοῦμε τὸ πανάγιο θέλημά του, καὶ νὰ μὴν αἰσθανώμεθα σὰν δαγκώματα τοὺς ἐλέγχους καὶ τὶς ὕβρεις τῶν ἄλλων, οὔτε νὰ καταβαλλώμεθα στοὺς πειρασμούς, οὔτε νὰ δυσανασχετοῦμε, ὅταν μᾶς κατηγοροῦν, διότι καὶ ἀπὸ αὐτά καρπωνόμεθα πολλὴ ὠφέλεια.
     Ἂς μάθουμε καὶ ἂς γνωρίσουμε, ἀδελφοί μου, τὴν δύναμι καὶ τὴν ἐνίσχυσι καὶ τὴν βοήθεια τῆς ταπεινώσεως. Ἂς μὰθουμε τὴν καταδίκη καὶ τὴν ζημία καὶ τὴν ἀπώλεια πού προξενεῖ ἡ ὑψηλοφροσύνη: ἡ σκιὰ τοῦ Βεεμώθ, κατὰ τὸν Ἰώβ, στοὺς ὑγρούς τόπους καὶ στὶς καλαμιὲς καὶ ἡ ἐκτροπή ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας καὶ τοῦ φωτὸς τῆς δικαιοσύνης.
     Καὶ ἐπειδὴ εἶναι μεγάλο ἀγαθό ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐξομολόγησις καὶ ἡ συντριβὴ καὶ τὰ δάκρυα καὶ οἱ ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδίας μας στεναγμοὶ καὶ ἡ κατάνυξι, γιʼ αὐτό παρακαλῶ νὰ ἐξομολογῆσθε στὸν Θεὸ συνεχῶς καὶ νὰ τοῦ φανερώνετε τὰ ἁμαρτήματά σας. Διότι ἐὰν τοῦ παρουσιάζουμε γυμνὴ τὴν συνείδησί μας καὶ τοῦ δείχνουμε τὰ τραύματα τῶν ψυχῶν μας καὶ δὲν κρίνουμε τοὺς ἄλλους, οὔτε ἀποθηριωνόμεθα μὲ τὶς ὕβρεις τῶν συνανθρώπων μας, οὔτε λυπούμεθα γιὰ τὶς κατηγορίες καὶ τὶς ἀδικίες τους, θὰ μᾶς λυπηθῆ ὁ φιλάνθρωπος Κύριος καὶ θὰ μᾶς κεράση τὰ φάρμακα τῆς συμπαθείας καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας του· θὰ τὰ βάλη στὰ τραύματά μας καὶ θὰ μᾶς θεραπεύση. Ἂς δείξουμε τὰ ἁμαρτήματά μας στὸν Κύριο πού δὲν ντροπιάζει, ἀλλά θεραπεύει· διότι καὶ ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, ἐκεῖνος τὰ γνωρίζει ὅλα.
     Ἂς εἰποῦμε λοιπὸν τὰ ἁμαρτήματά μας, ἀδελφοί, καὶ ἂς ἐξομολογοηθοῦμε καθαρὰ στὸν Κύριο, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴν συμπάθειά του. Ἂς ἀφησουμε τὶς ἁμαρτίες μας ἐδῶ γιὰ νὰ πᾶμε ἐκεῖ καθαροὶ καὶ ἕτοιμοι καὶ νὰ εἰσαχθοῦμε ἀπὸ τὸν δίκαιο Κριτὴ στὴν Βασιλεία του τὴν ἀτελεύτητο καὶ αἰωνία καὶ νὰ κληρονομήσουμε τὶς μελλοντικὲς ἐκεῖνες καὶ ἀγέραστες διαμονὲς καὶ τὴν ἀπέραντη χαρὰ καὶ ἀπόλαυσι…
Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης



31 Ιανουαρίου μνήμη των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου και του Οσίου πατρός ημών Αρσενίου του εν Πάρω

0 σχόλια

Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία
Η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Εις τον Κύρον και Ιωάννην
Κύρῳ συναθλῶν Ἰωάννης πρὸς ξίφος,
Συνθαυματουργεῖ καὶ μετὰ ξίφος Κύρῳ.
Εις την Αθανασίαν, Θεοδότην, Θεοκτίστηω και Ευδοξίαν
Μήτηρ ἀρίστη, καὶ τριὰς θυγατέρων,
Πόθῳ Πατρὸς θνῄσκουσι τοῦ πάντων ξίφει.
Κῦρον Ἰωάννην τε τάμον πρώτῃ τριακοστῇ.
Βιογραφία
Οι Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 – 305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.
Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.

Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος. Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν τα μάτια του.

Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη. Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα. Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη. Αυτές δε έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη, το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο Σοφιστής.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.


Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τὴ γῆ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζαντες, τοὶς βοώαιν ἀπαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τά θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς Βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τήν δωρεάν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα ἡμῶν τά πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ, Κῦρε θεόφρον, σύν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ· ὑμεῖς γάρ θείοι ἱατροί ὑπάρχετε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὰς χαμαιζήλους ἡδονὰς συμπατοῦντες, πρὸς μαρτυρίου Ἀθληταὶ θεῖον ὕψος, περιφανῶς ἐπήρθητε ἐν χάριτι, Κῦρε Ἰωάννη τε, οἰκουμένης φωστῆρες· ὅθεν ἱκετεύομεν, σκοτασμοῦ ἁμαρτίας, καὶ νοσημάτων ῥύσασθαι ἡμᾶς, τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν ἱκετεύοντες.

Ὁ Οἶκος
Ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ ἀναθέμενοι Ἅγιοι, πᾶσαν πεῖραν δεινῶν δι᾿ αὐτὸν ὑπεμείνατε, θανόντες προθύμως Μάρτυρες γενναῖοι, καὶ μετὰ τέλος, πᾶσι πηγάζετε τὰ θεῖα χαρίσματα, τοῖς ἐν ποικίλαις νόσοις ὑπάρχουσι, καὶ ὑπὸ πολλῶν ἐταζομένοις κακῶν, ὧν εἷς καὶ πρῶτος εἰμὶ ἐγὼ ὁ τάλας· τὸ σῶμα γὰρ καὶ τὴν ψυχὴν ὑπὸ τραυμάτων χαλεπῶν ὀδυνῶμαι, καὶ πίστει ὑμῖν βοῶ, ἰάσασθέ με· ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.



Ο Όσιος Αρσένιος o εν Πάρω 

Ο Όσιος Αρσένιος o εν Πάρω





 Ο όσιος Αρσένιος Σεργίου Σεργιάδης, κατά κόσµον Αθανάσιος, γεννήθηκε στα Ιωάννινα το έτος 1800 από ευσεβείς και εναρέτους γονείς.
 Πολύ νωρίς έµεινε ορφανός και από πατέρα και από µητέρα. Σε ηλικία εννέα ετών ήρθε στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου µε τη φροντίδα του Σχολάρχη Αρχιµανδρίτη Γρηγορίου, ανδρός εναρέτου και λογίου, ενεγράφη στην εκεί Σχολή.
 Στην Σχολή αυτή φοίτησε για πέντε χρόνια. Κατά τα τελευταία χρόνια των σπουδών του γνώρισε τον περίφηµο γέροντα Δανιήλ. Αυτόν ακολούθησε στο αγιο Όρος, όπου και εκάρη µοναχός µε το όνοµα Αρσένιος. Κατά την εξαετή παραµονή του στον Άθωνα έδωσε τον εαυτό του ως πρότύπο µοναχού. Ακολουθώντας τον γέροντα του Δανιήλ ήρθε στην Ιερά Μονή Πεντέλης και στην συνέχεια στην Πάρο και µάλιστα στις ιερές Μονές Λογγοβάρδας και Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης. Κατόπιν τον βλέπουµε στα νησιά Σίκινο και Φολέγανδρο. Εδώ χειροτονείται Διάκονος και διορίζεται ελληνοδιδάσκαλος, ωφελώντας πολλαπλά και τα µέγιστα στην πνευµατική, ηθική, κοινωνική και εθνική εξύψωση του επιπέδου του λαού. Στη Φολέγανδρο παρέµεινε αρκετά χρόνια, εργαζόµενος άοκνα ιεραποστολικώς.
 Μετά την κοίµηση του γέροντός του Δανιήλ και παρά τις αvτιδράσεις των Φαλεγανδρίων, ανεχώρησε µε το σκεπτικό να επανέλθει στο Άγιο Όρος. Όµως, διερχόµενος από την Πάρο και στην Μονή Αγίου Γεωργίου, συνάντησε τον εξ Ηπείρου επισης καταγόµενο αρχιµανδρίτη Ηλία Γεωργιάδη, Ιεροκήρυκα Κυκλάδων, ανθρωπον σοφίας και αρετής. Ο γέροντας αυτός, µε φώτιση Θεού, προέτρεψε τον Αρσένlο τότε να µη µεταβεί στον Άθωνα, αλλά να παραµείνει στην Πάρο, πράγµα και που έπραξε. Και στην Μονή Αγίου Γεωργίου Πάρου, ωσαύτως διέπρεψε στους πνευµατικούς αγώνες. Η ζωή του ήταν ζωή άκρας ασκήσεως. Προσευχόταν αδιάλειπτα, µελετούσε νυχθηµερόν τον θείο λόγο. Ελάχιστα έτρωγε και κοιµόταν τόσο µόνο, όσα να ζει. Ζούσε ως επιγειος αγγελος. Οι πατέρες, βλέποντας την υποµονή, την ταπείνωση, την πραότητα, την ευσέβεια και αγιότητά του, του πρότειναν να χειροτονηθεί Πρεσβύτερος. Μα αυτός ο µακάριος, από πολλή ταπείνωση και από επίγνωση του ύψους της Ιερωσύνης, δεν δεχόταν. Παρά ταύτα, κατόπιν πολλών πιέσεων και τη προτροπή του τότε Μητροπολίτη Κυκλάδων Δανιήλ, εδέχθη, αφήνοντας διαχρονικό υπόδειγµα υπακοής και Ιερωσύνης. Διακρίθηκε σε όλες τις αρετές και ανεδείχθη ισάξιος των παλαιών κορυφαίων του Μοναχισµού. Όσο ελάχιστοι, τίµησε την ιδιότητα του Ιερέως και την ιδιότητα τοιι Μοναχού. Ένεκα τούτου, πλήθη πιστών από τα πέρατα της πατρίδος αθρόως προσήρχοντο προς αυτόν, για να του εναποθέσουν το βάρος των αµαρτιών και των προβληµάτων τους, για να δεχθούν την διδαχή και την ευλογία του, για να πνευµατοποιηθούν.
 Η φήµη του ως Αγίου είχε ήδη περάσει στον λαό του Θεού, ενώ ακόµα βρισκόταν στη ζωή αυτή. Μετά από την τελευτή του γέροντος Ηλίο, εξελέγη Ηγούµενος της Μονής Αγίου Γεωργίου. Επειδή όµως καθηµερινά πλήθη πιστών τον ζητούσαν, αναγκάσθηκε να παραιτηθεί από τις διοικητικές µέριµνες και να στραφεί τελείως στο πνευµατικό έργο. Παράλληλα εκάλυπτε και τις λειτουργικές και πνευµατικές ανάγκες των µοναζουσών της Μονής Χριστού Δάσους Πάρου.
 Η συνεχής καταπόνηση, η σκληρή ασκηση και η σωµατική και πνευµατική κόπωση, υπέσκαψαν την υγεία του. Οι δυνάµεις του άρχισαν να εξασθενούν. Προαισθάνθηκε το τέλος του. Συγκέντρωσε τις µοναχές και τους έδωσε τις τελευταίες του νουθεσίες. Την 30ή Ιανουαρίου του 1877, µετά τη Θεία Λειτουργία τους είπε: "Αυτή, παιδιά µου, είναι η τελευταία Λειτουργία που ετέλεσα". Και την επόµενη, 31η Ιανουαρίου, επειτα από µια ζωή που υπήρξε θυσία ζώσα προς τον Τριαδικό Θεό και ενας ανέσπερος πνευµατικός φόρος, παρέδωσε το πνεύµα στον Ύψιστο, τον αποίο από βρέφος αγάπησε, υπηρέτησε, εδόξασε και στον οπαία ανεπέθεσε τη ζωή του. Τα τελευταία του λόγια ήταν τα εξής "Κύριε, εις χειράς σου παρατίθηµι τούτο το ποίµνιο που µου ενεπιστώθης. Σος είµι εγώ, Κύριε, ότι τα δικαιώµατά Σου εξεζήτησα".
 Την κοίµησή του όλος ο λαός της Πάρου οµοθυµαδόν θρήνησε και έσπευσε να αποχαιρετήσει τον αγιο, τον Προστάτη του, τον πνευµατικό του οδηγό. Το ιερό του λείψανο τέθηκε επί τρεις µέρες σε λαϊκό προσκύνηµα. Οι εκδηλώσεις ευλαβείας του λαού ήταν απερίγραπτες. Ο λαός της Πάρου και όταν ζούσε ο όσιος Αρσένιος τον θεωρούσε Άγιο, αλλά και αµέσως µετά την κοίµησή του. Και η Εκκλησία µας, τον Ιούνιο του 1967 και επισηµα τον ανακήρυξε αγιο.
 Ο αγιος Αρσένιος ένεκα της αγιότητάς του έλαβε από τον Θεό και όταν ακόµα βρισκόταν στη ζωή, το χάρισµα των θαυµάτων. Eίvαι πάρα πολλά τα θαύµατά του, που ο λαός της Πάρου, αλλά και εκτός Πάρου, γνωρίζει και διηγείται. Έτσι, σε καιρό ανοµβρίας, ως άλλος Προφήτης Ηλίας, άνοιξε τους κρουνούς του ουρανού και έφερε βροχή ευεργετική. Αλλά και λάδι µετέφερε µέσα σε καλάθια. Εθεράπευε και βέβαια θεραπεύει ασθενείς, διασώζει από κινδύνους, αποµακρύνει δαιµόνια, επιλύει προβλήµατα της ζωής και µε κάθε τρόπο δείχνει την παρουσία του εντός και εκτός της Μονής Χριστού.