ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

12 Δεκεμβρίου μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Σπυρίδωνος , επισκόπου Τριμυθούντος , του θαυματουργού

Βίος Αγίου Σπυρίδωνος του Θαυματουργού Επισκόπου Τριμυθούντος
 
Ανήκει στην ιερή φάλαγγα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων.
Γεννήθηκε το 270 μ.Χ. και έζησε στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου (306 - 337) και του γιου του Κωνστάντιου (337 - 361).
Γενέθλια πατρίδα του ο Άγιος Σπυρίδων είχε όχι την Τριμυθούντα της Κύπρου, όπως γράφουν πολλοί και που σήμερα είναι ένα μικρό χωριό με το όνομα Τρεμετουσία, αλλά την γειτονική της κωμόπολη Άσσια.
Αυτό μας λέγει ο Άγιος Τριφύλλιος, πρώτος Επίσκοπος της Λευκωσίας και μαθητής του Αγίου Σπυρίδωνος. «Ούτος ουν ο Άγιος Σπυρίδων αγροίκος μεν ην ειπείν κατά την ανατροφήν, εν χωρίω Ασκία καλουμένω γεννηθείς εις την Κυπρίων επαρχίαν». Το χωριό Ασκία (πιο σωστά Άσκια) είναι η γνωστή κωμόπολη της Άσσιας, που είναι κοντά στην Τριμυθούντα. «Αγροίκος» σημαίνει άνθρωπος απλοϊκός, άνθρωπος που δεν σπούδασε, δεν έμαθε να γράφει και να διαβάζει καλά.
Άνθρωπος, όπως λέμε εμείς σήμερα του βουνού και του κάμπου. Άνθρωπος της υπαίθρου• και τέτοιος πραγματικά ήταν ο Άγιος μας. Τέτοιοι ήσαν και οι γονείς του. Άνθρωποι αγρότες, φτωχοί, αλλά πολύ ενάρετοι και πιστοί. Γι' αυτό και το παιδί τους το ανέθρεψαν με προσοχή και φόβο Θεού. Το ανέθρεψαν, όπως λέγει και ο θείος Παύλος για τον μαθητή του Τιμόθεο, ότι τον ανέθρεψε η γιαγιά του Λωΐδα και η μητέρα του Ευνίκη «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».

Μόρφωση και ζωή
Γράμματα ο Άγιος δεν έμαθε πολλά. Ούτε φοίτησε σε ανώτερες Σχολές, όπως οι άλλοι μεγάλοι ιεράρχες της Εκκλησίας. Η Αγία Γραφή όμως, το βιβλίο του Θεού, ήταν ο καθημερινός και αχώριστος σύντροφός του. Όπου πήγαινε, μαζί του την έπαιρνε. Μαζί του στο σπίτι. Μαζί του και όταν οδηγούσε τα πρόβατα στη βοσκή, γιατί ήταν βοσκός. Μέσα στο σακίδιό του, την γνωστή κυπριακή βούρκα στην οποία είχε βαλμένο το λιτό του γεύμα, είχε και το Ευαγγέλιό του. Πόσο συγκινητική, μα και αξιομίμητη αλήθεια ήταν τούτη η συνήθειά του! Μιλάει μόνη της.
Τούτο προσθέτουμε:
Εκεί στον κάμπο τον πλατύ, όταν τα πρόβατα βοσκάνε, ο Σπυρίδων καθισμένος κάτω από τον ίσκιο κάποιου δένδρου ή πάνω σε κάποιο ψήλωμα μελετούσε μ' ευφροσύνη τα λόγια του Θεού και σαν τον Δαβίδ έψαλλε και δοξολογούσε τα μεγαλεία του. Πολλές φορές ακόμη καλούσε κοντά του τους άλλους βοσκούς και με στοργή και αγάπη παραδειγματική τους δίδασκε του Θεού τον νόμο, και αγωνιζόταν ώρες να οδηγήσει τις ψυχές τους στα χλοερά λιβάδια της χριστιανικής πίστης.
Από τα πρώτα του βήματα το λουλούδι αυτό του Ουρανού και όργανο του Αγίου Πνεύματος φρόντιζε να σκορπίσει παντού της Ορθοδοξίας τα αρώματα. Κάθε μέρα που περνούσε, ο ζήλος του για την σωτηρία των γύρω του, μα και η αγάπη και η ταπείνωσή του, τον ανέβαζε και σε ψηλότερες βαθμίδες αρετής και ηθικής τελειώσεως. Και γινόταν για τις δύσκολες ημέρες της εποχής του, εποχής σκληρών διωγμών και ειδωλολατρίας, πρότυπο θάρρους και χριστιανικής ομολογίας. Στον διωγμό, που εξαπέλυσε ενάντια στους Χριστιανούς ο Μαξιμίνος (308 - 313) συνελήφθη και ο ιερός Σπυρίδων. Ο φλογερός και υπέρμαχος της χριστιανικής αλήθειας του Θεού επίσκοπος δεν μπορούσε να αγνοηθεί. Τα βασανιστήρια πολλά. Σ' ένα απ' αυτά όπως μας λέγει κάποιος συναξαριστής, είχε εξαρθρωθεί και το πόδι του και είχε βλαφθεί και το ένα του μάτι.
Τους παλμούς της καρδιάς του και την αγάπη του όμως στον Χριστό τίποτα δεν μπόρεσε να μειώσει. Μια ευφροσύνη πλημμύριζε ολόκληρο το είναι του, σαν σκεφτόταν ότι έπασχε για την πίστη του στον Σωτήρα Χριστό. «Οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἠμᾶς». (Ρωμ. η΄ 18), έλεγε και επαναλάμβανε από μέσα του, σαν δεχόταν τα ραπίσματα και τους άλλους εξευτελισμούς.
Μετά την έκδοση του «εδίκτου του Μεδιολάνου» (313), του διατάγματος δηλαδή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Λικινίου με το οποίο επιβαλλόταν στην αυτοκρατορία η ανεξιθρησκεία, ο άγιος Σπυρίδων επέστρεψε στην Τριμυθούντα.

Ο Άγιος δημιουργεί οικογένεια
Μα και στις ημέρες της ευτυχίας και της οικογενειακής θαλπωρής που απολάμβανε μετά την απελευθέρωσή του, που έγινε πιθανόν ύστερα από την κυκλοφορία του διατάγματος των Μεδιολάνων, η φλόγα της πίστεώς του στον Χριστό έμεινε αμείωτη και η αγάπη του πάντα υποδειγματική. Είπα στις ημέρες της οικογενειακής θαλπωρής, γιατί νέος ο Άγιος μας, κατόπιν πιέσεως των γονιών του δημιούργησε οικογένεια. Δυστυχώς όμως πολύ νωρίς έχασε την προσφιλή του σύντροφο. Την κάλεσε ο Κύριος κοντά του. Έτσι ο Σπυρίδων έμεινε μόνος με συντροφιά την χαριτωμένη κόρη του, την Ειρήνη του. Ο πόνος υπήρξε μεγάλος.
Όμως, ποτέ δεν παραπονέθηκε. Τα λόγια του πολύαθλου Ιώβ ήταν πάντα στο στόμα του. «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο. Ὡς τῷ Κυρίω ἔδοξεν, οὕτω καί ἐγένετο. Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τούς αἰώνας» (Ιώβ α΄ 21). Παρηγοριά στην θλίψη του βρήκε πάλι στα λόγια του Θεού. Γιατί μόνο τα λόγια του Θεού τις στιγμές αυτές είναι ικανά να ξεκουράσουν ψυχικά τον άνθρωπο και να τον οδηγήσουν στην σωτηρία.
Η πανθομολογουμένη από όλους ευσέβεια και αρετή του κατέστησε τον Άγιο σεβαστό και αγαπητό, όχι μονάχα στην πόλη του, μα και στα γύρω χωριά. Σ' αυτόν έβρισκαν καταφύγιο οι δυστυχισμένοι. Αυτόν είχαν προστάτη οι πονεμένοι. Αυτόν έβλεπαν πατέρα τα ορφανά. Σε κάθε ανάγκη σ' αυτόν κατέφευγαν όλοι, γιατί στο πρόσωπό του ήταν βέβαιοι πως θα βρίσκανε αυτό που ήθελαν, αυτό που ποθούσαν. Την παρηγοριά και την ανακούφιση.

Ο Σπυρίδων ποιμένας ψυχών
Έτσι, όταν κάποτε πέθανε ο ιερέας του τόπου εκείνου, μικροί και μεγάλοι μ' ένα στόμα τον Σπυρίδωνα κάλεσαν και τον έπεισαν να χειροτονηθεί ποιμένας των ψυχών τους.
Αργότερα κλήρος και λαός με τις παρακλήσεις τους πάλι ανέδειξαν τον Άγιο πρώτο Επίσκοπό της Τριμυθούντος. Και την θέση αυτή τίμησε και δόξασε όσο κανένας άλλος ο απλοϊκός βοσκός. Την τίμησε και την δόξασε, γιατί ήταν ο πράος και ταπεινός. Τα λόγια του θείου Διδασκάλου «μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πράος εἰμί καί ταπεινός τή καρδία» (Ματθ. ια΄ 29) ήταν γι' αυτόν σύνθημα ζωής, ήταν καθημερινό βίωμα.
Ο Σπυρίδων ήταν ακόμη η προσωποποίηση της αγάπης και καλοσύνης. Η πόρτα του σπιτιού του ήταν πάντα ανοιχτή για κάθε ξένο και περαστικό, και για κάθε οδοιπόρο. Τα λόγια του θείου Παύλου «τήν φιλοξενίαν διώκετε» ήταν γι' αυτόν τρόπος ζωής. Ο Άγιος αγαπούσε τον κάθε άνθρωπο. Όποιος ερχόταν σπίτι του έπρεπε να καθίσει να ξεκουραστεί, να διανυκτερεύσει, να φάει και να πιεί. Πολλές φορές ο ίδιος ο Επίσκοπος μιμούμενος τον Κύριο έφερνε νερό και έπλενε με αγάπη τα πόδια των κουρασμένων στρατοκόπων για να τους ξεκουράσει. Σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του ο ταπεινός και πράος εκπρόσωπος της νέας πίστεως ήταν ο γνήσιος ακόλουθος Εκείνου, που ήταν και είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή». Η αγιότητά του υπήρξε θαυμαστή. Γι' αυτό και ο Πανάγαθος Θεός πλούσια τον αντάμειψε από τον καιρό που ήταν ακόμη στη ζωή.
Άπειρα είναι τα θαύματα που έκαμε με τη βοήθεια του Χριστού. Θαύματα μεγάλα, αναμφισβήτητα, συγκινητικά. Δίκαια η Εκκλησία του έδωκε την προσωνυμία του Θαυματουργού. Αξίζει να δούμε και να γνωρίσουμε όλοι οι χριστιανοί, πόσο χαριτώνει ο Κύριος εκείνους, που με σταθερότητα και ειλικρίνεια αληθινή του δίδουν την καρδιά τους.

Συμμετοχή σε Συνόδους
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που υπάρχουν ο άγιος Σπυρίδων έλαβε μέρος στις εργασίες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, πού συνεκλήθη στη Νίκαια της Βιθυνίας το έτος 325, από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Είναι η εποχή κατά την οποία διάφοροι εκκλησιαστικοί άντρες ασχολούνταν με το ζήτημα της θεότητας του Ιησού Χριστού. Ο πλέον συστηματικός πολέμιος της θεότητας του Χριστού υπήρξε ο Άρειος, πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας. Αν και ο Άρειος καθαιρέθηκε από τον Αλεξανδρείας Αλέξανδρο και η διδασκαλία του αποδοκιμάστηκε από τοπική Σύνοδο, ο ίδιος και οι οπαδοί του συνέχισαν να αναστατώνουν την Εκκλησία με τις αιρετικές απόψεις τους. Έτσι ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α΄ οικουμενική Σύνοδο, στην οποία μεταξύ των 318 πατέρων ήταν και ο άγιος Σπυρίδων, ο οποίος μάλιστα διεκρίθη. Και να πως η χάρη και ο φωτισμός του Θεού χρησιμοποίησαν τον χωρίς σπουδαία μόρφωση άγιο Σπυρίδωνα να υποστηρίξει τη θεότητα του Ιησού Χριστού: Ο Άρειος και όσοι τον ακολουθούσαν, χρησιμοποιούσαν τη λογική και τη φιλοσοφία προκειμένου να στηρίξουν τα κατά της θεότητας του Χριστού επιχειρήματα τους. Τότε ο άγιος Σπυρίδων, ο απλός και ταπεινός αυτός επίσκοπος, θέλοντας να αποδείξει ότι ο Θεός είναι τριαδικός και ο Υιός είναι «ὁμοούσιος τῷ Πατρί», και ότι «ἐγεννήθη ἐκ τοῦ Πατρός πρό πάντων τῶν αἰώνων», άρα δεν είναι κτίσμα του, πήρε στα χέρια του ένα κεραμίδι. Κάνοντας δε το σημείο του σταυρού, σφίγγει το κεραμίδι λέγοντας! «Εις το όνομα του Πατρός», και από το κεραμίδι βγαίνει μία φλόγα• «Και του Υιού», και από το κεραμίδι στάζει νερό• «Και του Άγιου Πνεύματος», και στο χέρι του μένει το χώμα. Και μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων εξηγεί με λόγια απλά: Το χώμα, το νερό και η φωτιά, δηλαδή τρία υλικά στοιχεία, έκαναν το ένα κεραμίδι. Το ίδιο συμβαίνει και με την Άγια Τριάδα. Είναι ένας Θεός, αποτελείται όμως από τρία Πρόσωπα• τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, ομοούσια μεταξύ τους. Άρα ο Υιός δεν είναι κτίσμα του Πατρός. Έτσι η Α΄ οικουμενική Σύνοδος, με τη συμβολή και του αγίου Σπυρίδωνος, θέσπισε την ομοουσιότητα του Χριστού με τον Θεό Πατέρα και αναθιμάτισε τον Άρειο και όσους υποστήριξαν τις αιρετικές του απόψεις.
Ο άγιος Τριμυθούντος έλαβε μέρος και στις εργασίες της Συνόδου που συνεκλήθη το 342-43 στη Σαρδική (σημερινή Σόφια) και υπέγραψε τα Πρακτικά της, όπως αναφέρει στη Β΄ Απολογία του ο Μέγας Αθανάσιος.

Το μακάριο τέλος
Ήλθε όμως ο καιρός, η ευλογημένη αυτή ζωή, μια ζωή υποδειγματικής πραότητας και ταπεινοφροσύνης, μια ζωή άδολης αγάπης και καλοσύνης, μια ζωή γεμάτη από θεία χάρη να εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο και να μεταπηδήσει από το επίγειο στο ουράνιο θυσιαστήριο του Κυρίου, για να συνεχίσει εκεί τις υπηρεσίες του. Αυτό έγινε το 348 μ.Χ. με τον θάνατο του Αγίου στην επισκοπή του στην Τριμυθούντα. Έφυγε ο καλός ποιμήν. Έφυγε από το ποίμνιό του. Η αγάπη όμως και το ενδιαφέρον του για τα λογικά πρόβατα του Χριστού που ζητάνε την μεσιτεία του και τις πρεσβείες του προς τον Κύριο, δεν σταμάτησαν. Συνεχίζονται ως σήμερα. Και θα συνεχίζονται μέχρι που θα θέλει ο Τριαδικός Θεός.
Τα πνευματικά του παιδιά θρήνησαν για καιρό την κοίμησή Του. Το λείψανό του στην ανακομιδή που έγινε μετά από πολλά χρόνια είχε μείνει άφθαρτο και ευωδίαζε. Γι' αυτό και οι κάτοικοι της προνομιούχου πόλεως, που τον είχε ποιμένα ψυχών, το έβαλαν σε μία μαρμάρινη λάρνακα, που έστησαν δίπλα στην είσοδο του ναού από τον νάρθηκα, για να είναι προσκύνημα των πιστών.
Η λάρνακα βρίσκεται ακόμη στο ίδιο μέρος αλλά χωρίς τον θησαυρό. Χωρίς το άγιο λείψανο. Όταν άρχισαν οι αραβικές επιδρομές η επιδρομές των Σαρακηνών (648 μ.Χ.) το λείψανο για ασφάλεια μεταφέρθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β΄ στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί λίγο καιρό πριν να πέσει η βασιλίδα των πόλεων στα χέρια των Τούρκων, ένας ιερέας που ονομαζόταν Γρηγόριος Πολύευκτος, το πήρε από τον ναό που φυλασσόταν μαζί με το λείψανο της Αυγούστας Θεοδώρας και το μετέφερε μέσον της Θράκης, Μακεδονίας και Σερβίας στην Παραμυθιά της Ηπείρου και ύστερα στην Κέρκυρα γύρω στο 1460. Επί τρία ολάκερα χρόνια ο ευσεβής εκείνος ιερέας περιπλανιόταν από τόπο σε τόπο μέχρις ότου φτάσει στην Κέρκυρα. Σ' όλο αυτό το διάστημα τα δύο λείψανα τα είχε κρυμμένα σε δύο σακιά άχυρα για τα οποία, σαν τον ρωτούσε κανείς έλεγε, πως τα άχυρα εκείνα ήταν τροφή για το υποζύγιό του.

         

Το λείψανο του Αγίου στην Κέρκυρα
Τα Επτάνησα την εποχή αυτή βρισκόντουσαν κάτω από την εξουσία των Ενετών. Γι' αυτό και ο Πολύευκτος κατέφυγε σ' ένα από αυτά, την Κέρκυρα, γιατί πίστευε, πως εδώ ο θησαυρός που μετέφερε θα ήταν ασφαλισμένος. Και πραγματικά τα τίμια λείψανα υπήρξαν εδώ ασφαλισμένα. Στην Κέρκυρα ο ιερέας Γρηγόριος Πολύευκτος βρήκε ένα πρόσφυγα, τον ιερέα Γεώργιο Καλοχαιρέτη άλλοτε συμπολίτη του και του κληροδότησε το ιερό λείψανο. Από αυτό λείπει το δεξί χέρι. Τούτο βρισκόταν στη Ρώμη στο ναό του τάγματος του Φ. Νέρι (Ορατοριανών) μέχρι τον Νοέμβριο του 1984. Κατά το έτος αυτό, παραμονές της εορτής του Αγίου, μετά από έντονες ενέργειες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας και Παξών κ. Τιμοθέου, η Εκκλησία της Ρώμης δέχτηκε και πρόσφερε στην Εκκλησία της Κερκύρας το ως άνω ιερό λείψανο. Τούτο πήγε και παρέλαβε ο ίδιος ο Σεβασμιώτατος Κερκύρας και το μετέφερε αεροπορικώς στην ευλογημένη νήσο. Έτσι το ιερό οστούν του δεξιού χεριού του αγίου, που για αιώνες φυλασσόταν στη Ρώμη από τότε βρίσκεται στην προνομιούχο νήσο και κάθε φορά λιτανεύεται μαζί με το ιερό σκήνωμα του Αγίου. Το αριστερό διατηρείται ακέραιο μαζί με το άγιο λείψανο.
Επίσης και τα μάτια του Αγίου κατά παραχώρηση του Θεού, διατηρήθηκαν αλώβητα μέσα στον τάφο. Χιλιάδες πιστοί κάθε χρόνο απ' όλα τα μέρη του κόσμου επισκέπτονται τον περίπιστο ναό του Αγίου, που η ευλάβεια του Κερκυραϊκού λαού ανήγειρε προς τιμή του. Το άγιο λείψανο φυλάσσεται εδώ σε πολυτελή λάρνακα και διατηρείται άφθαρτο και ακέραιο ενάντια στους αμετάθετους της φύσεως όρους. Άφθαρτο και ακέραιο μένει, για να διακηρύττει στους αιώνες το λόγιο, το προφητικό. «Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τή γῆ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος» (Ψαλμ. ιε΄ 3).

Άπειρα είναι τα θαύματά του. Γι' αυτό και δεκάδες πολλές τα χρυσά κανδήλια, δώρα ευλαβών ψυχών που κρέμονται πάνω και γύρω από την λάρνακα, που φιλοξενεί το άγιο λείψανό του. Όλα αυτά δείχνουν και μαρτυρούν την βαθιά εκτίμηση και ευλάβεια στο πρόσωπο του Αγίου μας από μέρους των ευεργετηθέντων. Ογδόντα ναοί στην Ελλάδα μας διακηρύττουν τον σεβασμό του φιλόθρησκου Ελληνικού λαού στη μνήμη του. Από όλα τα μέρη του κόσμου χιλιάδες πιστοί αναλαμβάνουν ταξίδια μακρινά κάθε χρόνο για να πάνε στην χάρη του, να προσκυνήσουν το άγιο σκήνωμά του και να παρακολουθήσουν τις συγκινητικές και θεαματικές λιτανεύσεις του. Τέτοιες λιτανεύσεις γίνονται τέσσερις τον χρόνο. Μια κατά το Μ. Σάββατο σε ανάμνηση της απαλλαγής της νήσου από τη σιτοδεία. Δεύτερη κατά την Κυριακή των Βαΐων σε ανάμνηση της απαλλαγής της νήσου από την τρομερή επιδημία της πανώλης (πανούκλας). Τρίτη η λιτανεία της 11ης Αυγούστου για ανάμνηση της σωτηρίας της νήσου από την τουρκική εκστρατεία. Και τέταρτη κάθε πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου για να θυμούνται την δεύτερη θαυμαστή απαλλαγή της νήσου από την πανώλη.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος
Τῆς Συνόδου τῆς πρώτης ἀνεδείχθης ὑπέρμαχος, καὶ θαυματουργὸς θεοφόρε, Σπυρίδων Πατὴρ ἡμῶν• διὸ νεκρᾷ σὺ ἐν τάφῳ προσφωνεῖς, καὶ ὄφιν εἰς χρυσοῦν μετέβαλες• καὶ ἐν τῷ μέλπειν τὰς ἁγίας σου εὐχάς, Ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργούντάς σοι Ἱερώτατε. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ• δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι• δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τὰ ἄνω ζητῶν
Τῷ πόθῳ Χριστοῦ τρωθεὶς, Ἱερώτατε, τὸν νοῦν πτερωθείς, τῇ αἴγλῃ τοῦ Πνεύματος, πρακτικὴ θεωρία, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, θυσιαστήριον θεῖον γενόμενος, αἰτούμενος πᾶσι θείαν ἕλλαμψιν.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ'. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς θησαυρὸν τῆς συμπαθείας ἀδαπάνητον καὶ τῶν θαυμάτων κρήνην ὄντως πολυχεύμονα μακαρίζομεν Σπυρίδων σε Ἱεράρχα. Ἀλλ' ὡς ῥύστης τῶν καλούντων σε ὀξύτατος ἐκ παντοίων ἀπολύτρωσαι κακώσεων τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ πανεύφημε.

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον
Ἐκ ποιμνίων προβάτων τὴν τοῦ Χριστοῦ, Ἐκκλησίαν ποιμαίνειν προχειρισθείς, ποιμὴν θεοπρόβλητος, σὺ Σπυρίδων ἀνέλαμψας, κακοδοξίας λύκους, ἐλάσας τοῖς λόγοις σου, ἐν εὐσεβείας πόᾳ, αὐτὴν ἐκτρεφόμενος• ὅθεν ἀναμέσον, θεοφόρων Πατέρων, τὴν πίστιν ἐτράνωσας, τῇ σοφίᾳ τοῦ Πνεύματος, Ἱεράρχα μακάριε• Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τὸν ἐκ κοιλίας ἡγιασμένον Ἱεράρχην Κυρίου, ἀνευφημήσωμεν νῦν Σπυρίδωνα, τὸν τῆς χάριτος πλάκας δεξάμενον θείας δόξης, καὶ ἐν θαύμασι περιβόητον πᾶσι, καὶ ὡς θερμὸν καὶ αὐτόπτην τῆς θείας ἐλλάμψεως, ὡς τῶν πενήτων προστάτην, καὶ τῶν ἁμαρτανόντων ψυχαγωγόν• οὗτος γὰρ θύων τῷ βήματι τοῦ Χριστοῦ, Ἱεράρχης πιστός ἀναδέδεικται, αἰτούμενος πᾶσι θείαν ἔλλαμψιν.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Τριμυθούντος η καλλονή, Χαίροις ασθενούντων, και πασχόντων ο ιατρός, Χαίροις των Πατέρων, ωράϊσμα και κλέος, Τρισόλβιε Σπυρίδων, σε μεγαλύνομεν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις των θαυμάτων ο ποταμός• Χαίροις ασθενούντων, και πασχόντων ο ιατρός• Χαίροις των λογίων του Πνεύματος ο σπόρος, Σπυρίδων Τριμυθούντος, ποιμήν τρισόλβιε.


Θα αναφερθούμε στα γεγονότα και τα θαύματα που… αναφέρονται στο απολυτίκιο του.

α. « Της συνόδου της πρώτης αναδείχθης υπέρμαχος».

Ο άγιος Σπυρίδων δεν είχε κατά κόσμον σοφία, ήταν όμως θεοφόρος. Εκινείτο από το Άγιο Πνεύμα και ήταν ζηλωτής της ορθοδόξου πίστεως. Επί της εποχής του συνεκλήθη η Α΄ Οικ. Σύνοδος για να καταδικάσει τον Άρειο που δεν δεχόταν ότι ο Υιός είναι ομοούσιος με τον Πατέρα αλλά μόνο ένα κτίσμα (δημιούργημα). Είχαν συγκεντρωθεί τότε οι 318 θεοφόροι Πατέρες που πολλοί από αυτούς ήσαν κάτοχοι της φιλοσοφικής παιδείας της εποχής. Ανάμεσα τους και ο απλός Σπυρίδων που δεν είχε ούτε ευφράδεια, ούτε ρητορική δεινότητα ώστε να μπορέσει να απαντήσει στους σοφιστικούς συλλογισμούς και τους κομψούς και γλαφυρούς λόγους των αντίθετων αιρετικών. Είχε μόνο την αρετή και τη Θεία Χάρη. Ιδιαίτερα διακρινόταν για την ευγλωττία του και τα περίτεχνα τεχνάσματα κάποιος ρήτορας που παρουσίαζε την απάτη του Αρείου ως ορθή διδασκαλία.
Τον πλησίασε ό άγιος και θέλησε να του μιλήσει. Τότε επενέβησαν οι άλλοι Πατέρες που γνώριζαν την απαιδευσία του και την απλοϊκότητά του και τον εμπόδιζαν. Ο άγιος όμως δεν τους άκουσε γιατί είχε το σχέδιο του για την απόδειξη της αλήθειας. Αφού μίλησε σύντομα εκθέτωντας την ορθόδοξη διδασκαλία κρατώντας στο αριστερό του χέρι ένα κεραμίδι και κάνοντας με το δεξί του το σημείο του σταυρού είπε: «Εις το όνομα του Πατρός». Τότε είδαν όλοι να ανεβαίνει πρός τα πάνω η φωτιά, η οποία έψησε το κεραμίδι. «Και του Υιού» συνέχισε ο άγιος. Τότε έτρεξε πρός τα κάτω το νερό με το οποίο ζυμώθηκε η λάσπη του κεραμιδιού. «Και του Αγίου Πνεύματος» συνέχισε και άνοιξε το χέρι του και έδειξε το χώμα με το οποίο κατασκευάστηκε το κεραμίδι.
Με το θαύμα του κεραμιδιού έμειναν έκπληκτοι όλοι. Το ένα κεραμίδι φανέρωνε τον ένα Θεό και τα τρία στοιχεία του τα τρία ομοούσια πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
«Οι επίσκοποι επέστρεψαν στις επαρχίες τους, αισθανόμενοι απέραντη αγαλλίαση για την νίκη, εκπληττόμενοι από το θαύμα και δοξάζοντας τον Θεό…Ο αυτοκράτορας, έκπληκτος τίμησε με ξεχωριστές τιμές τον άγιο Σπυρίδωνα». Με το θαύμα αυτό έγινε «υπέρμαχος» της πίστεως.

β. « διό νεκρά συ εν τάφω προσφωνείς».

Κατά το χρόνο της απουσίας του αγίου Σπυρίδωνα στη Νίκαια για τις εργασίες της Συνόδου ξαφνικά απεβίωσε η κόρη του Ειρήνη, η οποία ζούσε ως μοναχή. Ο άγιος με υπομονή και καρτερία πέρασε τη λύπη του αποχωρισμού. Όταν γύρισε στην επισκοπή του ήλθε μια γυναίκα πολύ λυπημένη και του ανάφερε ότι έδωσε στη κόρη του, όταν ζούσε, ένα πολύτιμο χρυσό κόσμημα για να της το φυλάξει. Ο άγιος έψαξε με κάθε επιμέλεια κάθε σημείο του σπιτιού της κόρης του αλλά δεν το βρήκε πουθενά.
Πήγε τότε στον τάφο της και σάν να ήταν ζωντανή της φώναξε: «Ειρήνη, αγαπημένο μου τέκνο, που βρίσκεται το κόσμημα που σου έδωσαν να το φυλάξεις;». Εκείνη αμέσως , σαν να ξύπνησε από κάποιο ελαφρό ύπνο είπε: «Πατέρα μου, το κόσμημα το έχω τοποθετημένο στο τάδε μέρος του σπιτιού». Ο άγιος μπροστά στην έκπληξη των παρευρισκομένων, σάν να ήταν κύριος της ζωής και του θανάτου, δωρεά που πήρε από τον Χριστό, διέταξε την κόρη του: « Κοιμήσου από τώρα κόρη μου, ως τότε που ο κοινός Δεσπότης, ο Ιησούς Χριστός, θα σε αναστήσει μαζί με όλους κατά την κοινή ανάσταση».

γ. «και όφιν εις χρυσούν μετέβαλες».

Ένας πάμπτωχος γεωργός, γνωστός του αγίου, κατέφυγε σε ένα πλούσιο που είχε γεμάτες τις αποθήκες του σιτάρι ζητώντας να δανειστεί, με την υπόσχεση της επιστροφής. Ο πλούσιος του είπε ότι χωρίς χρήματα δεν θα έπαιρνε ούτε τη σκιά του σπειριού του σιταριού.
Ο καϋμένος έπεσε σε απόγνωση και κατέφυγε στον κοινό θησαυρό των φτωχών, τον άγιο Σπυρίδωνα. Αυτός τον στήριξε με τα λόγια του και του είπε να περιμένει μέχρι την επόμενη μέρα. Πήγε τότε σπίτι του και του έδωσε ένα χρυσό βαρύ αντικείμενο το οποίο θα το έδινε ενέχειρο στον πλούσιο για να πάρει το σιτάρι που χρειαζόταν. Έτσι και έγινε. Ο φτωχός πήρε πολύ σιτάρι έθρεψε την οικογένειά του και έσπειρε τα χωράφια του. Η σοδειά ήταν τόσο πλούσια ώστε έδωσε στον πλούσιο το σιτάρι που του χρωστούσε και πήρε πίσω το ενέχειρο το οποίο επέστρεψε στον άγιο.
Τότε ο άγιος του είπε: «Ελα τώρα, αδελφέ μου, να το αποδώσουμε από κοινού σ’ Αυτόν που από αγάπη και ευσπλαχνία σου το δάνεισε και σε διευκόλυνε». Τον πήρε μαζί του σε ένα μικρό κήπο και αφού προσευχήθηκε στο Θεό άφησε κάτω το χρυσό αντικείμενο που έγινε αμέσως φίδι ζωντανό που σύρθηκε στο έδαφος και πήγε στη φωλιά του. Γιατί «όφις ο χρυσός ην».

δ. «και εν τω μέλπειν τας αγίας σου ευχάς, Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σοι».

Κάποτε ο άγιος Σπυρίδων πήγε στο ναό για να κάνει τον Εσπερινό. Δεν υπήρχε όμως λαός. Μόνο οι νεοκώροι και οι βοηθοί. Ο άγιος τους είπε να ανάψουν καντήλια περισσότερα από ότι συνήθως ανάβουν. Ο ίδιος στάθηκε μπροστά στην Αγία Τράπεζα αναφωνώντας το « ειρήνη πάσι». Επειδή όμως δεν υπήρχε ο λαός για να δώσει την απάντηση ακούστηκε από τον ουρανό φωνή πολλών μυριάδων που αντιφώνησε: «Και τω πνεύματι σου». Η φωνή ήταν μουσικότατη και παναρμόνια, δεν έμοιαζε με ανθρώπινη. Και όταν ο διάκος εκφωνούσε τα « ειρηνικά» τον έπιασε φόβος και δέος γιατί άκουγε το « Κύριε ελέησον» από τις αγγελικές φωνές. Η παναρμόνια αυτή φωνή ακουγόταν και έξω από το ναό. Πολλοί έτρεξαν με φόβο και θαυμασμό να δουν τι συμβαίνει. Μόλις μπήκαν δέν είδαν παρά μόνο τον άγιο και τον διάκο με τους λίγους πιστούς, που κι αυτοί έλεγαν ότι δεν είχαν δεί κανένα, άκουαν όμως φωνή που τους γέμιζε θεία αγαλλίαση. Έτσι βλέπομε τον άγιο Σπυρίδωνα να τελεί την ακολουθία ( μέλπειν τας αγίας σου ευχάς) με συλλειτουργούς τους αγγέλλους ( αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας).
Και σήμερα συνεχίζει τα θαύματα του ο άγιος. « Ο θαυματουργός καν τέθνηκε Σπυρίδων, του θαυματουργείν ουκ έληξεν εισέτι» λένε οι στίχοι του συναξαρίου. Δηλ. Ο θαυματουργός Σπυρίδων, αν και πέθανε, δεν έπαυσε και τώρα να θαυματουργεί».
Ταις του σου αγίου πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.


Άγιος Σπυρίδων


Σπυρίς (σπυρίδα) είναι το καλάθι. Σπυρίδων αυτός που διαθέτει καλάθι. Spiro στα λατινικά σημαίνει αναπνέω. Spero, στην ίδια γλώσσα, σημαίνει ελπίζω. Dum spiro spero πάει να πει: εφ’ όσον αναπνέω, ελπίζω.
Καλάθι, ανάσα, ελπίδα! Ένα καλάθι γεμάτο ανάσα, γεμάτο οξυγόνο, γεμάτο ελπίδα! Όλα τα καλά του Θεού! Μια σπυρίδα γεμάτη ζωή! Ο Σπυρίδων! Ο Άγιος! Ο Τριμυθούντιος, ο Κύπριος, ο Κερκυραίος, ο Πειραιώτης! Ο Σπυρίδων, ο βοσκός των τετραπόδων προβάτων, που έγινε ποιμήν των δίποδων, των λογικών! Ο αγαθός χωριάτης που γεννήθηκε κι αναγιώθηκε[1] στου κοπαθκιού[2] τη μάντρα, έβοσκε και τυροκομούσε, έπαιζε το πιθκιαύλιν[3] του κι εγάλευε[4] τες αίγες του και τες κουέλλες[5] του μαζί με τ’ άλλα βοσκαρούθκια[6] της Τρεμετουσσιάς[7] κι άνοιγε νάαα..! τα μάθκια του να χορτάσει τον ήλιο! Ειρηνικό φτωχόπαιδο, που ήλθε σε γάμο τίμιο «σαν αρμηνεύγ’ η φύση»[8], κι ονόμασε τη θυγατέρα του Ειρήνη για να θυμάται το «επί γης ειρήνη» που ψάλανε οι άγγελοι ένα βράδυ σε κάτι συναδέλφους του στη Βηθλεέμ. Κι ο νους του όλο στον Καλό Τσομπάνο έτρεχε! Σ’ Εκείνον που κατέβηκε στα κράκουρα και τους γκρεμούς του κόσμου ψάχνοντας το παραστρατημένο αρνάκι, το πρόβατον το απολωλός! Κι έβλεπε το κοπάϊν[9] του κ’ είχε μεγάλη εχταγή[10] μην του ξεφύγει κανένα κουελλούϊν[11], μην του χαθεί  καμμιά ασυμμάζευτη τσουρούα[12]! Ήταν καλός βλεπάτορας στου κοπαθκιού τη μάντρα, και «μέραν-νύχταν εν είχιεν το πόϊν του αμάντα»[13]!
Ο καλός τσομπάνος, που είχε δώσει την καρδιά του στο κοπάδι του, σκέφτηκαν πώς θα μπορούσε να γίνει και καλός ποιμένας της Εκκλησίας. Έτσι, κατ’ απαίτηση των ενοριτών του, χειροτονήθηκε ιερέας κι ανέλαβε τη λογική μάντρα του χωριού του με αίσθημα ευθύνης και ταπεινώσεως, με αλογάριαστη αγάπη για το ποίμνιό του και για τον Χριστό, που τούκαμε την τιμή να τον προσλάβει μπιστικό Του. Και το καλάθι γέμιζε καθημερινά μ’ όλες τις χάρες και τις καλωσύνες και τις αρετές, κι έγινε η σπυρίδα του Σπυρίδωνος κορώνα στο κεφάλι του ολοπλούμιστη, γιομάτη φώς, που φώτισε το ιερό κολλέγιο των πρεσβυτέρων και τους Επισκόπους της περιοχής, και σαν εχήρεψε ο θρόνος ο επισκοπικός της Τριμυθούντος, «ψήφω κλήρου και λαού» ο Σπυρίδων έγινε Δεσπότης, Επίσκοπος Τριμυθούντος, να σκορπίσει τα ελέη του Θεού που είχε η σπυρίδα της καρδιάς και της ψυχής του στις καρδιές και στις ψυχές του χριστωνύμου ποιμνίου της επαρχίας του. Δεσπότης ταπεινός και άτυφος, «πραΰς και ακέραιος», «της αγάπης ρείθρον μη κενούμενον»! Δεσπότης συμπαθής και φιλόξενος, με χέρια αργασμένα από τις αγροτικές δουλειές, που όταν τα σήκωνε ικετευτικά σε προσευχή, οι άγγελοι έκαναν τούμπες ποιός να του τα πρωτοφιλήσει και ποιός να δείξει θριαμβευτικά την καθαρότητά τους στον Κύριο της Ιερωσύνης και της Ποίμνης! Εχήρεψε κιόλας, πέθανε κ’ η Ρηνούλα η μοναχοκόρη του, κι έγινε όλος έγνοια για όλα τα παιδιά του τα πνευματικά και τους παπάδες του, όλος αγάπη και στοργή, όλος θυσία και υπομονή, όλος ελεημοσύνη, όλος κατάνυξη, όλος προσευχή, λαμπάδα αναμμένη λειτουργικής και ποιμαντικής εγρήγορσης! Αφιλοχρήματος και θεληματικά φτωχός, δεν έκαμε σακκούλα για ριάλια, κι όταν στενεύτηκε στην ελεημοσύνη του, ευλόγησε ένα φίδι και μ’ έναν του λόγο τόκαμε χρυσάφι, να το βάλουν αμανάτι, να βγει από τη δυσκολία κάποιος αναγκεμένος. «Και όφιν εις χρυσούν μετέβαλες»! Απλά πράγματα! Απλώς προπτωτικά και εν ταυτώ μεταναστάσιμα! Χαρά του να συνάζει το λαό του στην Ευχαριστία, να ιερουργεί, να ψάλλει, να κάνει την πολύπαθη κυπριακή γη ουρανό! Κι όταν καμμιά φορά ξέμενε από ψάλτη, δεν χολοσκούσε! Τούστελνε από πάνω ο Θεός αγγέλους, που τα καταφέρνουνε στην ψαλτική καλλίτερα, και τον ξελειτουργούσαν. «Και εν τω μέλπειν τας αγίας σου ευχάς, αγγέλους έσχες συλλειτουργούντάς σοι, Ιερώτατε»! Κι όσο για τους στραβοδασκάλους τους εφταπόνηρους που ξεφυτρώσανε να δασκαλέψουν τους Χριστιανούς στην αίρεση, θυμήθηκε τα παληά ποιμενικά του, άφησε στην άκρη το πιθκιαύλιν της ειρηνικής μελωδίας κι εχούγιαξε με προφητικές φωνάρες τους «βαρείς λύκους» και τους επήρε στο κυνήγι με τη χαχαλόβεργα του θεοσόφου λόγου της χάριτος! Και στην αγία Σύνοδο, την Α’ Οικουμενική, πού έλαβε μέρος, ένας από τους τρακόσιους δέκα και οχτώ Θεοφόρους Πατέρες της, έκαμε σούργελο τον αρχηγό της χριστομίσητης αιρέσεως, τον παράφρονα Άρειο, μ’ ένα τρισμέγιστο στην τρίσβαθη απλότητά του θαύμα, με μια κεραμίδα, πού, επικαλούμενος το όνομα του Πανάγιου Τριαδικού Θεού, τη χώρισε στα εξ ων συνετέθη τρία στοιχεία: χώμα, νερό και φωτιά, αποδείχνοντας, σ’ όσους έχουν μάτια για να βλέπουν, το μέγα της Τριάδος Μυστήριον! «Της Συνόδου της Πρώτης ανεδείχθης υπέρμαχος, και θαυματουργός, θεοφόρε Σπυρίδων Πατήρ ημών»! Και τι θαυματουργός! «Ο ποταμός των θαυμάτων ο πλημμυρέστατος»! Και εν ζωη, και, πολύ περισσότερο, μετά την αγια κοίμησή του!
Το σώμα του Άη Σπυρίδωνα το σεβάστηκε ο χρόνος κ’ η φθορά, και τόχουμε, κοντά δεκαεφτά αιώνες τώρα, ακέραιο, γαληνόχαρο, ειρηνικό, γεμάτο παρηγοριά κι ελπίδα αναστάσιμη! Αχ!…Όλη η επιστήμη και η φαρμακευτική επιστρατεύονται για να κρατήσουν άλειωτη, μίαν εβδομηνταριά χρόνια τώρα, μίαν αλιβάνιστη μούμια σε κάποια Κόκκινη Πλατεία, με βασιλικά (με το συμπάθειο «εργατικά»!) έξοδα, για να τη βλέπει ο κόσμος, να φρονηματίζεται υπαρκτοσοσιαλιστικώς και να βλαστημάει ενδομύχως το «αβάντι πόπολο» και την «παντιέρα ρόσα τριομφερά», πού τούκαμε τα όνειρα στάχτη και μπούρμπερη! Και το λείψανο του Άη Σπυρίδωνα, χωρίς καμμιά απολύτως ανθρώπινη επέμβαση, χωρίς κανένα φάρμακο, καμμιά ταρίχευση και τεχνική μουμιοποιήσεως, μένει ακέραιο για να μας γλυκαίνει στη θέα του, να μας παρηγορεί, να μας δείχνει τον αιωνίως ζώντα Θεό, να μας βεβαιώνει ότι η άκτιστη Χάρη του Θεού είναι μεθεκτή και σωματικώς, να θαυματουργεί, να θεραπεύει ασθένειες, να διώχνει πνεύματα ακάθαρτα, να κυνηγάει και καμμιά φορά με το αραμπαδόξυλο της αυστηρής φροντίδας του για τα παιδιά του, Αγαρηνούς και Λατίνους, λυτρώνοντας την Κέρκυρα πού τον φιλοξενεί (άμποτες, Άγιέ μου, και την Κύπρο μας, spero, και το χωρκόν σου την Τρεμετουσσιά!) από την απειλή τους! Μένει ακέραιο για να λειώνει τα πασουμάκιά του στα κορφιάτικα καντούνια, τρέχοντας να προλάβει όλους πού επικαλούνται τη Χάρη του και προσκυνούν τ’ άγιο «ξο κορμάκι του»[14], να σπογγίσει δάκρυα, να δώσει χαρά, να χαρίσει ελπίδα και φως! Ναι, «μα τον Άγιο»!…
Οι Πειραιώτες τον νοιώθουν και αυτοί δικόν τους. Στον Πειραιά σταμάτησε κάποτε για λίγο το πλοίο πού τον μετέφερε, κάπου εκεί στη σημερινη Ακτή Μιαούλη. Γι’ αυτό και τούφτιαξαν Μοναστήρι τρανό, πού η περιουσία του μοιράστηκε αργότερα στα θύματα του Αγώνα του ’21, να στεγαστούν τα ορφανά, να βρουν δυο πήχες χώμα να καλλιεργήσουν οι άκληροι, ένα βράχο να κάτσουν να ξαποστάσουν οι ξεθεωμένοι από τον πόλεμο αγωνιστές. Σ’ αυτό ερχόταν κάθε χρόνο ποδαράτα απ’ την Αθήνα ο μπάρμπα-Πίπης ο Κερκυραίος του Παπαδιαμάντη, να κάμει «Πάσχα Ρωμαίϊκο», Δυτικός ο ίδιος κατά το δόγμα, μα πάνω απ’ όλα Κερκυραίος, πού τ’ άρεσε να ξεχωρίζει τον εαυτό του από «τσου Φράγκους» πού είχαν δοκιμάσει στη ράχη τους την «παντοφλιά» του Άη Σπυρίδωνα, «δοξάζω τόνομάν του και τη χάριν του»[15]! Και σήμερα, ο Ναός που στέκεται στη θέση του παληού Μοναστηριού, είναι ο πολιούχος του Επινείου, ο σπιτονοικοκύρης της ναυλόχου Πόλεως, πού φανερώνει την αγάπη του θεοφόρου Πατρός σε Πειραιώτες κι επισκέπτες αξεχώριστα. Κι εμείς τολμούμε και τον ενοχλούμε ασταμάτητα: «Αλλ’ ω Πατέρων αξιάγαστε και Διδασκάλων συνόμιλε, τον Σωτήρα πρέσβευε του σωθήναι τας ψυχάς ημών»!
Σημειώσεις:
1.      Κυπριακός ιδιωματισμός = ανατράφηκε.
2.      Κυπριακός τύπος. «Οταν το δ ή το τ συνοδεύεται από ι, τρέπεται σε θκι.
3.      Πιθκιαύλιν = αυλός, φλογέρα.
4.      Γαλεύω (μάλλον από το αγγλικό to milk) = αμέλγω.
5.      Κουέλλα, η = το πρόβατο.
6.      Βοσκαρούιν = ποιμαινόπαις, βοσκάκι.
7.      Τρεμετουσσιά, η = Λαϊκή ονομασία της Τριμυθούντος.
8.      Βιτσ. Κορνάρου: Ερωτόκριτος.
9.      Κοπάϊν = κοπάδι.
10.  Εχταγή = αγωνιώδης μέριμνα, αγωνία. (Κρητικός ιδιωματισμός).
11.  Κουελλούιν = προβατάκι.
12.  Τσούρα, η = κατσίκα.  Τσουρούα = κατσικούλα. (Κυπριακός ιδιωματισμός).
13.  Δημοτικό τραγούδι της Κύπρου = Μέρα νύχτα δεν είχε το πόδι του ανάπαυση.
14.  Ξο  -  κ’σο  – χρυσό. Επτανησιακός ιδιωματισμός.
15.  Κυπριακή έκφραση ευλαβείας για τους Αγίους.
πηγή: Μηνιαίο Περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειρα¨κή Εκκλησία», Έτος 18ο, Αριθμός Φύλλου 210, Δεκέμβριος 2009

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου