ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

18 Οκτωβρίου η μνήμη του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά

ΛΟΥΚΑΣ Ο ΙΑΤΡΟΣ Ο ΑΓΑΠΗΤΟΣ


Του Δρος Κωνστ. Κονταξόπουλου 
Διευθυντού Ασκληπίειου Βούλας 
"Εκκλησία" 15/10/1995, Αριθμ. 15 
Από το ιστολόγιο του Ιερού Ναού Αγίου Λουκά Πατησίων
  

Μέσα στην εκλεκτή χορεία των θαυμαστών Αγίων γιατρών, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, έχει να μας παρουσιάσει μια λαμπρή προσωπικότητα, ένα μεγάλο και σπουδαίο γιατρό τον Άγιο Ευαγγελιστή και Απόστολο Λουκά. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς είναι ο πρώτος γιατρός του χριστιανικού κόσμου και το καύχημα των γιατρών όλων των αιώνων , διότι αυτός αξιώθηκε από το Θεό να γράψει, στοιερό ευαγγέλιο του, για τη ζωή, τον θάνατο και την ανάσταση αυτού του ιδίου του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού. 

Και αργότερα στο δεύτερο βιβλίο του, τις Πράξεις των Αποστόλων, αξιώθηκε να γράψει για την ίδρυση της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας στα Ιεροσόλυμα την εξάπλωση του Χριστιανισμού στην Παλαιστίνη και τα άλλα ειδωλολατρικά έθνη μέχρι της Ρώμης. Επίσης για την ζωή και δράση των δύο κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ιδίως δε του δευτέρου. Θα πρέπει λοιπόν να είναι υπερήφανοι οι χριστιανοί γιατροί, γιατί ένας ΄Αγιoς συνάδελφός τους καταξιώθηκε να περιγράψει τα μεγαλεία του Θεού. 

Ο Άγιος Λουκάς καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας και όπως φαίνεται ήταν ελληνικής καταγωγής, δηλαδή οι πρόγονοί του ήταν Έλληνες που είχαν εγκατασταθεί από χρόνια στην Συρία . Όπως ήταν φυσικό μέχρι την νεανική του ηλικία πίστευε στην ειδωλολατρική θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων, την οπoία είχε διδαχθεί από τους γονείς του. Από μικρός ήταν πολύ έξυπνος και φιλομαθής. Αγαπούσε πολύ τα γράμματα και έμαθε εκτός από τα ελληνικά και άλλες δύο γλώσσες: τα εβραϊκά και τα συριακά. Στην περίφημη για την εποχή εκείνη Σχολή της Ταρσού εσπούδασε την εθνική παιδεία κατά τα Ελληνικά πρότυπα. Είχε επίσης μεγάλο ταλέντο στην ζωγραφική. Ακόμα εσπούδασε την ιατρική επιστήμη που του άρεσε πολύ και έγινε ένας καλός γιατρός. 

Με την ιδιότητα του γιατρού ήλθε στην Ελλάδα τον καιρό που αυτοκράτορας στην Ρώμη ήταν ο Τίτος Κλαύδιος το 42 μ.Χ. και έκανε την εγκατάσταση του στην Θήβα της Βοιωτίας, όπου ασκούσε την ιατρική και ιδίως τις παθήσεις των οφθαλμών και θεράπευε τους ασθενείς. Όμως ο μεγάλος σταθμός της ζωής του υπήρξε η συνάντηση του με τον Απόστολο Παύλο. Τον κορυφαίο Απόστολο γνώρισε όταν εκείνος έκανε την πρώτη αποστολική του πορεία. Αμέσως το φλογερό κήρυγμα του Αποστόλου των εθνών τον εσαγήνευσε. 

Το κήρυγμα της αγάπης του Θεανθρώπου, οι γλυκείς λόγοι του Ναζωραίου, που άκουσε από τον Παύλο, και γενικά η φιλοσοφία της νέας Θρησκείας τον αιχμαλώτισαν. Έτσι γίνεται γρήγορα πιστός οπαδός του Χριστιανισμού, εγκαταλείποντας την πατρική του Θρησκεία και συγχρόνως γίνεται στενός ακόλουθος του κορυφαίου Αποστόλου. Και επειδή ο Άγιος Παύλος υπήρξε εκ φύσεως φιλάσθενος ο Λουκάς σαν γιατρός που ήταν, προσέφερε σ' αυτόν τις ιατρικές του υπηρεσίες (Β΄ Κόρινθ. ιβ΄ 7).


Αναμφισβήτητα ο Λουκάς υπήρξε όχι μόνο ο απλός συνοδός και προσωπικός γιατρός του Αποστόλου Παύλου, αλλά παράγοντας που συνέβαλε ενεργά και επέδρασε αποφασιστικά και με ιδιάζοντα ευεργετικό τρόπο, στην επιτυχία του χριστιανικού κηρύγματος σε ολόκληρο τον εθνικό κόσμο. Και αυτό, γιατί ο Λουκάς, λόγω των προσωπικών του γνωριμιών, χάρις στο ιατρικό του επάγγελμα, άνοιγε κατά τον πιο ενδεδειγμένο τρόπο όλες τις πύλες και τις οδούς, για την ευκολότερη και πιο πειστική διάδοση του ευαγγελικού κηρύγματος μεταξύ όλων των κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων του λαού.Παρακολουθεί τον Παύλο με ενθουσιασμό και αυτοθυσία σε πολλά μέρη από τις επόμενες περίφημες αποστολικές περιοδείες του. Συγκεκριμένα κατά την δεύτερη αποστολική πορεία ακολούθησε τον Παύλο από την Τρωάδα της Μικρ. Ασίας στους Φιλίππους της Μακεδονίας. Κατά την τρίτη πορεία, τον ακολούθησε από τους Φιλίππους έως τα Ιεροσόλυμα και από την Καισαρεία της Παλαιστίνης μέχρι την Ρώμη. 

Στα δύο τελευταία κεφάλαια των Πράξεων των Αποστόλων (27 & 28) ο Άγιος Λουκάς, ο αφοσιωμένος αυτός μαθητής του Αποστόλου Παύλου δίνει με ζωηρή και ακριβή περιγραφή την περιπετειώδη και επικίνδυνη αύτη θαλάσσια διαδρομή από την Καισαρεία μέχρι την αιώνια πόλη, την Ρώμη. Η Καισαρεία, η παραλιακή πόλη της Παλαιστίνης, από την οποία αποπλεύσανε δέσμιος ο Παύλος με τους συνεργάτες του, τον Λουκά και τον Αρίσταρχο απ' την Μακεδονία, και μαζί με 276 ακόμα συνταξιδιώτες, η Σιδώνα στην Φοινικική παραλία, τα Μύρα της Λυκίας, οι Καλοί Λιμένες στα νότια παράλια της Κρήτης, το προξενηθέν ναυάγιο του πλοίου, το νησί Μάλτα που παρέμειναν για τρεις μήνες, οι Συρακούσες της Σικελίας, το Ρήγιο και οι Ποτίολοι στην Κάτω Ιταλία υπήρξαν οι κυριότεροι σταθμοί αυτού του περιπετειώδους ταξιδιού. Στην τελευταία αύτη πόλη βρήκαν και χριστιανική παροικία. Η εξιστόρηση του Ευαγγελιστού Λουκά προκάλεσε ανέκαθεν το ενδιαφέρον των ιστορικών, γιατί απ΄ αυτήν διδασκόμαστε πολλά για την ναυτιλία στους χρόνους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. 

Αλλά ο Λουκάς ήταν ακόμα μαζί με τον Απόστολο Παύλο τόσο κατά την πρώτη φυλάκιση του, όσο και κατά την δεύτερη που αυτός υπήρξε μόνος μαζί με τον Απόστολο. Μετά το μαρτυρικό θάνατο του Αποστόλου Παύλου στην Ρώμη κατά τον διωγμό του Νέρωνα το 64 μ.Χ. ο Άγιος Λουκάς αφού πρώτα του δόθηκε η ευκαιρία να συναντήσει τους αυτόπτες μάρτυρες και Απόστολους έρχεται στην Αχαΐα της Πελοποννήσου για να γράψει εκεί το περίφημο Ευαγγέλιό του. Τις πλούσιες και πολύτιμες εμπειρίες του τόσων χρόνων, από αυτά τα Θαυμάσια και κοσμοσωτήρια που άκουσε και είδε θέλει να τα καταγράψει λεπτομερώς για να διασωθούν και να μείνουν αναλλοίωτα εις τους αιώνες . 

Εκθέτει λοιπόν τα σχετικά κοσμοϊστορικά και ανθρωποσωτήρια γεγονότα , με μεθοδικότητα και με χρονολογική ακρίβεια, σαν επιστήμονας που ήτανε και άνθρωπος των γραμμάτων, και κατέχοντας άριστα την ελληνική γλώσσα, ώστε δικαίως να θεωρείται ο κατ΄ εξοχήν ιστορικός των πρώτων χρόνων του Χριστιανισμού.
Αλλά εκτός απο την μεθοδικότητα και την χρονολογική ακρίβεια που υπάρχουν στο ιερό Ευαγγέλιό του, αυτό συμπληρώνει ακόμα και τα δύο προηγούμενα ιερά Ευαγγέλια, διότι μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για ορισμένα σπουδαιότατα γεγονότα της Χριστιανικής Θρησκείας που δεν τα αναφέρουν στα ιερά κείμενά τους ο Ευαγγελιστής Ματθαίος και ο Ευαγγελιστής Μάρκος. 

Έτσι π.χ. αυτός διηγείται ζωηρότερα από τους άλλους την Γέννηση του Χριστού. Όταν διαβάζει κανείς από το Ευαγγέλιό του τα γεγονότα, νομίζει ότι βλέπει το Χριστό βρέφος, ξαπλωμένο στην φάτνη. Βλέπει τους ποιμένες να θαυμάζουν μπροστά στο μυστήριο της Θείας οικονομίας και τους Αγγέλους να ψάλλουν το "Δόξα εν υψίστοις Θεώ...".
Τις πληροφορίες αυτές ίσως να τις άκουσε από την Παναγία Μητέρα του Χριστού.
Επίσης στο κείμενο των δύο υπέροχων βιβλίων του, γίνεται χρήση ιατρικών όρων και ιατρικών εκφράσεων, οι οποίες συνήθως βρίσκονται σε ιατρικούς συγγραφείς. Ολα αυτά δείχνουν ότι ο συγγραφέας αυτών των βιβλίων υπήρξε γιατρός. Και το Ευαγγέλιο του και τις Πράξεις των Αποστόλων ο Άγιος Λουκάς τα γράφει για χάρη κάποιου επίσημου προσώπου, του Θεόφιλου, τον όποίον ονομάζει "κράτιστον" και που [κατά μία άποψη] ήταν τότε ηγεμόνας της Αχαΐας. 

Ο Θεόφιλος είχε κατηχηθεί στην χριστιανική θρησκεία από αποστολικούς άνδρες, της πρώτης χριστιανικής γενιάς. Είχε όμως ανάγκη για να στηρίξει και να εδραιώσει καλύτερα την πίστη του και από έγγραφες πηγές. Αυτές λοιπόν τις πηγές του τις προσφέρει ο Λουκάς πρώτα με το Ευαγγέλιο του, τον "πρώτον λόγον" όπως τον ονομάζει και αργότερα με το δεύτερο βιβλίο του προς τον Θεόφιλο, δηλαδή τις Πράξεις των Αποστόλων. Έτσι στην αρχή ο ηγεμόνας Θεόφιλoς και κατόπιν όλοι οι χριστιανοί εκείνης της εποχής, αλλά και μετέπειτα οι χριστιανοί όλων των αιώνων έμαθαν από τον Λουκά όλα τα θαυμάσια και εξαίσια που πραγματοποιήθηκαν από το Θεό για την σωτηρία του ανθρώπινου γένους. 

Oμως ο Άγιος Λουκάς δεν υπήρξε μόνον ο Ευαγγελιστής, αλλά και ο σπουδαίος Απόστολος, γιατί δεν αρκέστηκε μόνο να γράψει το ιερό Ευαγγέλιο του, αλλά θέλησε και να το κηρύξει με την ζωντανή παρουσία του σε διάφορα σημεία της Ευρώπης. Έτσι αφού ο Λουκάς κήρυξε πρώτα το Ευαγγέλιο στον Ελλαδικό χώρο όπως στην Αχαΐα, την Βοιωτία και την Μακεδονία, μετά πήγε σε μακρινά μέρη, όπως στην Δαλματία και την Γαλλία, μερικοί ακόμα υποστηρίζουν ότι πήγε και στην Ιταλία και την Αφρική.
Εκτός όμως από το θαυμάσιο συγγραφικό του έργο και την σπουδαία ιεραποστολική του δράση, ο Άγιος Λουκάς, είχε και ένα μεγάλο καλλιτεχνικό ταλέντο, είχε μεγάλη κλίση προς την ζωγραφική. Πηγές που του έδιναν εμπνεύσεις στην ζωγραφική του τέχνη ήταν οι μεγάλες προσωπικότητες της νέας αληθινής θρησκείας που τόσο τον είχε συγκλονίσει και τόσο πολύ είχε αφοσιωθεί ολόψυχα σ' αυτήν από την νεανική του ηλικία.
Ο Σωτήρας Χριστός, ο λυτρωτής του κόσμου, που τόσο τον είχε αγαπήσει και είχε αφιερώσει την ζωή του σ' αυτόν, τον ενέπνευσε να ζωγραφίσει τον καλό Ποιμένα Χριστό που φέρει στους ώμους του το απολωλός πρόβατο. 


Ο απέραντος θαυμασμός και σεβασμός του προς το πρόσωπο της Παναγίας, της αγνής κόρης της Ναζαρέτ που καταξιώθηκε από το Θεό να γίνει μητέρα του Θεανθρώπου Ιησού τον έκανε να φιλοτεχνήσει μερικές ωραίες εικόνες της Θεοτόκου που φέρει στις αγκάλες της το Θείο βρέφος. Η αγάπη του επίσης και ή αφοσίωση του προς τον αγαπητό του διδάσκαλο Παύλο, που αυτός ήταν ή αιτία να ασπασθεί τον χριστιανισμό και για αρκετά χρόνια τον ακολούθησε στα περιπετειώδη ιεραποστολικά ταξίδια του και στο τέλος έφυγε από αυτήν την ζωή με μαρτυρικό θάνατο, τον έκαναν να τον ζωγραφίσει σε εικόνα μαζί με τον άλλο κορυφαίο επίσης, Απόστολο Πέτρο.
Το ωραίο παράδειγμα του Αγίου Λουκά να απεικονίζει τις μορφές των Αγίων σε εικόνες,
το μιμήθηκαν κατόπιν πολυάριθμοι χριστιανοί καλλιτέχνες δια μέσου των αιώνων και δημιούργησαν περίφημoυς καλλιτεχνικούς Θησαυρούς, μέχρι σήμερα. Ετσι ο Λουκάς υπήρξε ο πρώτος καλλιτέχνης ζωγράφος της Χριστιανικής Θρησκείας και μπορεί να θεωρηθεί ο ιδρυτής της χριστιανικής αυτής τέχνης. Ακόμα και σήμερα ύστερα από τόσους αιώνες σώζονται άγιες εικόνες του. 

Λέγεται ότι μια παλιά εικόνα της Παναγίας στην Μόνη του Μεγάλου Σπηλαίου είναι έργο του Αγίου Λουκά. Επίσης υποστηρίζεται ότι η εικόνα της Παναγίας Σουμελά στην ομώνυμη Μονή είναι και αυτή έργο δικό του. Ύστερα από ένα μακρύ και περιπετειώδη βίο, αλλά πλούσιο σε χριστιανικό και ιεραποστολικό έργο ο Αγιος Λουκάς εγκατέλειψε την επίγεια ζωή στα ογδόντα τέσσερα χρόνια του και πήγε στην αιώνια ζωή και μακαριότητα.
Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο θάνατός του υπήρξε μαρτυρικός. 

Ενταφιάστηκε στην Θήβα της Βοιωτίας μέσα σε μια μαρμάρινη λάρνακα που σώζεται μέχρι σήμερα και στον ιερό τάφο του σύμφωνα με την παράδοση κάθε χρόνο την ημέρα της μνήμης του στις 18 Οκτωβρίου, γινότανε πολύ σπουδαία θαύματα θεραπείας πολλών ασθενών από οφθαλμικές παθήσεις και με τα οποία ο Χριστός έδειξε στον κόσμο την αγιότητα του.

Το έτος 357 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος, γιος του Αγίου Κωνσταντίνου, έδωσε εντολή στον Άγιο Αρτέμιο, τον μεγάλο Δούκα της Αιγύπτου και Μάρτυρα, να μεταφέρει τα τίμια λείψανα του Αγίου Λουκά στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν το εικοστό έτος της βασιλείας του Κωνσταντίου, που πραγματοποιήθηκε η μεταφορά των λειψάνων του Αγίου και κατέθεσαν αυτά στο Ναό των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινουπόλεως δίπλα στα τίμια λείψανα των Αγίων Αποστόλων Ανδρέα και Τιμόθεου. 

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Αποστόλου και Ευαγγελιστή Λουκά στις 18 Οκτωβρίου, την δε κατάθεση των τιμίων λειψάνων του στο Ναό των Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως εορτάζει στις 20 Ιουνίου. 

Ο Αγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς με το βαρυσήμαντο χριστιανικό του έργο αποδείχθηκε άξιος εργάτης του Χριστού γιατί όπως λέγει και ένα απολυτίκιο του, αφού καταυγάσθηκε ο ίδιος με το πνευματικό και υπερκόσμιο φως του Σωτήρος Χριστού μετέδωσε και μεταδίδει ακόμη και μέχρι σήμερα αυτό το υπέροχο φως σ' όλη την οικουμένη με τα δύο αιώνια και αθάνατα βιβλία του, δηλαδή με το ιερό του Ευαγγέλιο και τις Πράξεις των Αποστόλων. 
Ο άγιος Λουκάς ως πατέρας της δημοσιογραφίας

Από το αφιέρωμά μας Σχολικός Επαγγελματικός Προσανατολισμός
Ας διαλέξει λοιπόν ο καθένας τι τον ενδιαφέρει κι ας ζήσει (αλλά κι ας ασκήσει το επάγγελμά του) ανάλογα.
Πάντως έχω να σου προτείνω μια καλή σχολή δημοσιογραφίας. Τη σχολή του πατέρα της δημοσιογραφίας, του αγίου ευαγγελιστή Λουκά, που έγραψε το κατά Λουκάν ευαγγέλιο και τις Πράξεις των αποστόλων, δυο τρομερά ρεπορτάζ, τόσο τρομερά που μπήκαν μέσα στην Καινή Διαθήκη και βοήθησαν ν’ αλλάξει ο κόσμος και χιλιάδες άνθρωποι προς το καλύτερο! Το πρώτο απ’ αυτά τα ρεπορτάζ μιλάει για τη ζωή του Χριστού και το δεύτερο για τη ζωή των πρώτων χριστιανών (από πρώτο χέρι, γιατί κι ο ίδιος ήταν ένας απ’ αυτούς) και τις περιπέτειες των αποστόλων Πέτρου και Παύλου, του οποίου ήταν συνεργάτης και τον έζησε από κοντά.

Ο άγιος Λουκάς είναι πατέρας της δημοσιογραφίας, όχι μόνο γιατί έγραψε αυτά τα δύο βιβλία, αλλά και γιατί είναι φανερό πως έγραψε τα δύο πρώτα κεφάλαια του κατά Λουκάν ευαγγελίου παίρνοντας μια από τις πιο σπουδαίες συνεντεύξεις που έχουν γίνει ποτέ, ή ίσως την πιο σπουδαία: συνέντευξη από την Παναγία!Έτσι έγραψε πολλές πληροφορίες για τη ζωή της, τη γέννηση του Χριστού και τα παιδικά Του χρόνια, αλλά και την ιστορία της γέννησης του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που η μητέρα του, η αγία Ελισάβετ, ήταν συγγενής της Παναγίας και οι δύο άγιες μητέρες είχαν συναντηθεί όταν ήταν έγκυοι.
Η αρχαία παράδοση του χριστιανισμού λέει πως ο άγιος Λουκάς ζωγράφισε την Παναγία, μάλιστα έφτιαξε τρεις εικόνες της, για τις οποίες δες παρακάτω. Ήταν λοιπόν κι ένας καλλιτέχνης, αλλά και ένας πολύ ευσυνείδητος δημοσιογράφος: δεν είχε φωτογραφική μηχανή (αφού ήταν αρχαία εποχή), αλλά ζωγράφισε το πρόσωπο που του έδωσε τη μεγάλη συνέντευξη. Επίσης πρόσεξε πάρα πολύ να είναι ακριβής και αληθινός σ’ αυτά που γράφει, γι’ αυτό και έδωσε πολλά χρονολογικά και άλλα ιστορικά στοιχεία για τα διάφορα γεγονότα που εξιστορεί (δες π.χ. τους δύο πρώτους στίχους των κεφαλαίων 2 και 3 του κατά Λουκάν).
Κατά μία άποψη, αν και δεν είναι σίγουρο, ο Λουκάς είχε γνωρίσει και το Χριστό και είχε γίνει μαθητής του. Στο ευαγγέλιό του μιλάει για δύο μαθητές, που αγαπούσαν πολύ το Χριστό και τον συνάντησαν μετά την ανάστασή του στο δρόμο για τους Εμμαούς, όπου είχαν μια πολύ σημαντική συζήτηση. Το όνομα του ενός από τους δυο μαθητές δεν το γράφει και ίσως να ήταν ο ίδιος ο Λουκάς, αλλά το έκρυψε από ταπείνωση.
Προς Εμμαούς, ο Ιησούς συζητά με 2 μαθητές του, το Λουκά και τον Κλεόπα (από εδώ). Υπάρχει και πολύ ενδιαφέρον διαδικτυακό club Emmaous.
 
Αλλά ήταν και επιστήμονας (γιατρός), που άφησε την επιστήμη του για να κάνει αυτό που αγαπούσε, να ακολουθήσει τον απόστολο Παύλο και να βοηθήσει στη διάδοση του μηνύματος του Χριστού, για χάρη των ανθρώπων όλων των λαών. Ο Παύλος λέει γι’ αυτόν προς τους χριστιανούς από τις Κολοσσές της Φρυγίας: «σας ασπάζεται ο Λουκάς ο ιατρός ο αγαπητός» (προς Κολοσσαείς, κεφ. 4, στίχος 14), πράγμα που φανερώνει και πόσο αξιαγάπητος χαρακτήρας ήταν. Και τελικά έδωσε και τη ζωή του για το Χριστό, αφού θανατώθηκε για τη χριστιανική του πίστη στη Θήβα. Για τον τάφο του στη Θήβα και τα ιερά λείψανά του (που μεταφέρθηκαν στην Πάδοβα της Ιταλίας) έχει γίνει σοβαρή επιστημονική έρευνα που αξίζει να τη διαβάσεις εδώ [και παρακάτω στο post μας].
Κατάλαβες λοιπόν τώρα τι θα μάθει όποιος φοιτήσει στη «σχολή δημοσιογραφίας» του αγίου Λουκά του ιατρού, του αγαπητού, του καλλιτέχνη, του ιστορικού ερευνητή, του δημοσιογράφου, του μάρτυρα. Και πώς θα φοιτήσει σ’ αυτή τη σχολή; Μελετώντας (παράλληλα με τις συμβατικές σπουδές του) τα βιβλία και τη βιογραφία του διαχρονικού αγίου δασκάλου της δημοσιογραφίας, θα καταλάβει μόνος του τι πρέπει να κάνει.

Οι πρώτες εικόνες της Παναγίας, από τον ευαγγελιστή Λουκά


Πολλοί έχουν τη γνώμη ότι οι πρώτες εικόνες της Παναγίας είναι του Αποστόλου Λουκά. Δεν είναι σωστό αυτό. Οι πρώτες εικόνες της Παναγίας είναι οι αχειροποίητες, δηλαδή χωρίς ανθρώπινο χέρι.
Η παράδοση λέει ότι όταν ζούσε η Παναγία, ο απόστολος Πέτρος και ο Ιωάννης έφτιαξαν μια εκκλησία για τη Παναγία χωρίς η ίδια να το γνωρίζει, στη Λήδα – απέξω από το Τελ Αβίβ – που είναι η πατρίδα του Αγίου Γεωργίου και υπάρχει ο τάφος του. Παρακάλεσαν τότε τη Παναγία να πάει εκεί και να ευλογήσει την Εκκλησία. Εκείνη τους είπε πηγαίνετε και θα με βρείτε εκεί. Οι Απόστολοι νόμισαν πως θα πήγαινε εκεί με κάποιο άλλο μέσο και από ευγένεια και ευσέβεια έσπευσαν γρηγορότερα για να την προλάβουν και να την υποδεχθούν. Όμως όταν μπήκαν μέσα παραδόξως είδαν σε μιά κολόνα στο Ιερό μια εικόνα της Παναγίας με το πρόσωπό της και το σώμα της ολόκληρο.
Αυτή ήταν η πρώτη και αχειροποίητη εικόνα της. Παρόμοια αχειροποίητη εικόνα ήταν και εκείνη του Ιερού Μανδηλίου με τη μορφή του προσώπου του Κυρίου που αποτυπωθηκε από τον ιδρώτα του Χριστού και θεράπευσε το βασιλιά της Εδέσσης Αύγαρο, όταν εκείνος είχε στείλει απεσταλμένους να τον βρούν για να προσευχηθεί γι’ αυτόν.
Υπήρξε και δεύτερη αχειροποίητη εικόνα της Παναγίας: Οι πρώτοι χριστιανοί έφτιαξαν ένα πολύ ωραίο Ναό, αλλά κάποια στιγμή οι Εβραίοι ήθελαν να τον πάρουν. Μετά από διαμάχη τελικά το θέμα έφθασε στα δικαστήρια και επειδή ήταν δύσκολη απόφαση, ο δικαστής ζήτησε να σφραγίσουν τον Ναό και να περιμένουν όλοι κάποιο σημάδι εξ ουρανού. Όταν αργότερα άνοιξαν τον Ναό, είδαν παραδόξως στο αριστερό πάνω μέρος του Ιερού την εικόνα της Παναγίας. Ο δικαστής τότε ρώτησε τι είναι αυτό που βλέπει, και του απάντησαν οι χριστιανοί ότι είναι η μορφή της Παναγίας, της Μαρίας μητρός του Χριστού και Θεού μας και έτσι αποφάσισε να τη δώσουν στους χριστιανούς.
Μετά τις παραπάνω δύο εικόνες που αναφέραμε έρχονται οι εικόνες του Ευαγγελιστού Λουκά. Όμως μόνο τρείς εικόνες που υπάρχουν μέχρι σήμερα είναι του Ευαγγελιστού.
Η μία βρίσκεται στα Καλάβρυτα στο Μέγα Σπήλαιο και είναι από κερί και λιβάνι (κηρομαστίχα) ανάγλυφος, η δεύτερη είναι της Σουμελά κοντά στη Βέροια, είναι με χρώμα, και η Τρίτη είναι στη Κύπρο της Παναγίας του Κύκκου και είναι φτιαγμένη με ψηφίδα. Όλες οι άλλες εικόνες που υπάρχουν είναι σύμφωνα με αυτές του Ευαγγελιστού Λουκά και όχι του ίδιου του Λουκά.
Η ανάγλυφη εικόνα της Παναγίας στο Μέγα Σπήλαιο (από εδώ)

Από αυτές τις τρείς έχουν ξεσηκώσει οι αγιογράφοι, ο καθένας με τη τέχνη του, όλες τις άλλες που ανέρχονται κατ’ άλλους σε πενήντα και κατ’ άλλους σε εκατόν είκοσι ή και εκατό πενήντα.
Στη συνέχεια θα αναφέρουμε πως δημιουργήθηκαν αυτές εικόνες.
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν ερασιτέχης ζωγράφος και από ευχαρίστηση και σεβασμό ήθελε να φτιάσει σε μια εικόνα ένα πορτραίτο της Παναγίας. Πήγε μιά μέρα και ρώτησε τη Παναγία να της φτιάξει μια εικόνα και έλαβε την θετική της απάντηση.
Τότε εμφανίσθηκε ο αρχάγγελος Μιχαήλ μεταφέροντας τρία σανίδια και του τα έδωσε. Εκείνος από σεβασμό δεν τον ρώτησε γιατί του έδωσε τρία σανίδια, αφού μιά εικόνα ήθελε να φτιάξει.
Σε λίγο καιρό έφτιαξε μια εικόνα και αμέσως την παρουσίασε στη Παναγία μας.
Εκείνη όταν την είδε του είπε ότι ήταν ωραία, αλλά, πρόσθεσε ότι κάτι λείπει. «Μόνη μου είμαι; Δεν έχω γυιό;» Ο Λουκάς την είχε φτιάσει δεομένη, μόνη της.
Αυτή η εικόνα είναι στα Σουμελά στο συνοικισμό των Ποντίων. Κατόπιν έφτιασε άλλη μία με το Χριστό μαζί, είναι η σημερινή ευρισκόμενη στο Μέγα σπήλαιο στα Καλάβρυτα. Την αποκάλυψε και αυτή στη Παναγία. Εκείνη τον ενεθάρρυνε πως είναι πολύ καλή αλλά.. είχε βάλει το Χριστό μας δεξιά γι’ αυτό λέγεται δεξιοκρατούσα. Οπότε έφτιαξε τη τρίτη εικόνα που είχε βάλει το Χριστό στο άλλο κανονικό χέρι, την ευρισκομένη σήμερα στη Κύπρο και είναι που απεικονίζεται με κεκαλυμμένο το πρόσωπό της. Να λοιπόν τα τρία σανίδια που έφερε στον Ευαγγελιστή Λουκά ο αρχάγγελος που προαναφέραμε.
Τις τρείς αυτές εικόνες τις ευλόγησε η Παναγία μας με το πανάγιό της χέρι και είπε: «Η χάρις του εξ εμού γεννηθέντος Κύριού μου και Θεού μου, να είναι μετ’ αυτών» Αυτή η ευλογία, τις διασώζει μέχρι σήμερα μετά από τόση κακία είκοσι αιώνων, διότι είναι αλήθεια ότι δεν είναι τόσο εύκολο οι εικόνες αυτές να παραμένουν τόσους αιώνες, αν δεν υπάρχει η από άνωθεν βοήθειά της.
Με βάση αυτές τις εικόνες έχουμε τις άλλες αντίγραφες εικόνες και από διάφορα ιστορικά περιστατικά έχουμε επίσης πολλές άλλες εικόνες με εξακόσιες περίπου προσωνυμίες κάτω από διάφορα περιστατικά όπως είναι η Παναγία η Τριχερούσα, η Φανερωμένη, του Άξιον Εστί, η Πορταΐισσα, της Τήνου, η Κανάλα, η Ελευθερώτρια και άλλες.
Συμπερασματικά, οι παραπάνω τρείς αχειροποίητες είκονες, μιά του Κυρίου και δύο της Παναγίας μας, και οι τρείς του Ευαγγελιστού Λουκά, απαντούν στους ασεβείς που δεν δέχονται τις εικόνες.
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού Δ. Παναγόπουλου.
Τα λείψανα του αγίου Λουκά & οι επιστημονικές έρευνες γι' αυτά
Η διαχρονική πορεία των λειψάνων του Ευαγγελιστού Λουκά και η κώμη Κορίτσα Φουρνά Ευρυτανίας ως σημείο στη διαδρομή αυτή


Τον Οκτώβριο του 1992 ο Καρδινάλιος της Πάδουας της Ιταλίας Antonio Mattiazzo έλαβε ένα γράμμα στα ελληνικά από τον Ορθόδοξο Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερώνυμο, με το οποίο του ζητούσε να επιστραφεί ένα μέρος των ιερών λειψάνων του Αγίου Λουκά για να τοποθετηθούν στον κενό τάφο του Ευαγγελιστού, ο οποίος ευρίσκεται στη Θήβα και τιμάται έως σήμερα.
Μόλις διάβασε το γράμμα ο Καρδινάλιος πετάχθηκε από τη θέση του. Πώς ήταν δυνατό ο ορθόδοξος αδελφός του να ήταν τόσο σίγουρος ότι τα λείψανα του Αγίου Λουκά ήταν στην Πάδουα; Γιατί πραγματικά η λάρνακα με τα λείψανα του Αγίου Λουκά βρισκόταν στη βασιλική της Αγίας Ιουστίνης, στην κεντρική πλατεία της Πάδουας, αλλά το γεγονός αυτό ήταν γνωστό σε έναν στενό σχετικά κύκλο πιστών καθολικών.
Σύμφωνα με την παλαιοχριστιανική παράδοση (κοινή στην Ανατολική και Δυτική Εκκλησία) αλλά και με ιστορικές πηγές, ο Ευαγγελιστής Λουκάς γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Ρωμαϊκής επαρχίας της Συρίας, ήταν γιατρός, «αγαπητός» μαθητής και συνοδός του Αποστ. Παύλου, έγραψε στα Ελληνικά το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και τις Πράξεις των Αποστόλων, δίδαξε στον ελληνικό χώρο και πέθανε στη Θήβα της Βοιωτίας σε ηλικία 84 ετών περί το 150 μ.Χ.
Το σώμα του αρχικά εναποτέθηκε σε μαρμάρινη σαρκοφάγο αλλά μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη το δεύτερο έτος της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίου (338 μ.Χ.), ο οποίος μερίμνησε να συγκεντρωθούν στον ναό των Αγίων Αποστόλων τα λείψανα μεγάλων μαρτύρων της χριστιανικής πίστεως. Από εκεί το λείψανο του Αγίου Λουκά μεταφέρεται στην Πάδουα της Ιταλίας. Για το πώς έγινε η μεταφορά αυτή δεν υπάρχουν ιστορικές ενδείξεις. Διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις εκ των οποίων οι επικρατέστερες είναι ότι επισυνέβη α) επί αυτοκρατορίας του Ιουλιανού του Παραβάτη (361 μ.Χ.) ή β) κατά την περίοδο της εικονομαχίας (762-846 μ.Χ.). Η άποψη μερικών ιστορικών ότι η μετακομιδή έγινε κατά την περίοδο των Σταυροφοριών καταρρίπτεται από την έρευνα του Claudio Belinatti, διευθυντή των ιστορικών αρχείων της Πάδουας, ο οποίος ανακάλυψε ότι η παρουσία των οστών μαρτυρείται στα αρχεία αυτής της πόλεως ήδη το 1177 (πριν δηλ. την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους το 1204 μ.Χ.), όταν το μολύβδινο φέρετρο, το οποίο εξ αιτίας των βαρβαρικών επιδρομών είχε κρυβεί στο κοιμητήριο του περιβόλου της Αγίας Ιουστίνης, μαζί με άλλα σώματα που φυλάσσονταν στην εκκλησία, επανευρίσκεται, καταγράφεται και επανατοποθετείται μέσα στον ναό.
Ο άγιος Λουκάς και το σύμβολό του, ο ταύρος. Οι τέσσερις ευαγγελιστές έχουν ως σύμβολα τα τέσσερα "ζώα" που είδε ο άγιος Ιωάννης στο όραμα της Αποκάλυψης, γύρω απ' το θρόνο του Θεού. Ο Ματθαίος έχει ως σύμβολο τον άνθρωπο, ο Μάρκος το λιοντάρι, ο Λουκάς τον ταύρο και ο Ιωάννης τον αετό. Αυτά τα ζώα είναι ή σχετίζονται με τους αγγέλους Χερουβίμ (υπάρχουν σε αντίστοιχο όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ). Για τους συμβολισμούς των τεσσάρων "ζώων" δείτε μια ερμηνευτική προσέγγιση εδώ.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία ήταν γνωστά στον καρδινάλιο Mattiazzo αλλά το γράμμα του Μητροπολίτη Ιερωνύμου άναψε μέσα του τη σπίθα της αναζήτησης της αλήθειας. Ο καρδινάλιος αναδέχθηκε την πρόκληση της αναμέτρησης της Παράδοσης με την Ιστορική και Επιστημονική Έρευνα, για να υπάρξει ένα συμπέρασμα ως προς την συμβατότητα των δεδομένων της κάθε μιας μεταξύ τους.
Έτσι θέλοντας ο καρδινάλιος Mattiazzo να διαπιστώσει κατά πόσον αυτά τα οποία λέει η Παράδοση βρίσκονται σε αντιστοιχία και όχι σε δυσαρμονία με δεδομένα της Ιστορίας, της Αρχαιολογίας αλλά και της καθαρώς επιστημονικής Βιολογικής Έρευνας ξεκίνησε το 1998 (αφού πήρε την έγκριση της Αγίας Έδρας) τη διερεύνηση του ζητήματος.
Το έργο ανατέθηκε σε Επιτροπή με Πρόεδρο τον παθολογοανατόμο του Πανεπ. της Πάδουας Vito Terribile Wiel Marin και μέλη τους: G. Barbugiani, C. Vernesi, G. Bendetto, E. Sacchari, και E. Katti (του Τμήμ. Βιολογίας του Πανεπ. της Ferrara), D. Caramelli (του Ινστ. Ανθρωπολογίας του Πανεπ. της Γενεύης), P. Malaspina (του Τμήμ. Βιολογίας του Πανεπ. της Ρώμης) και A. Novelletto (του Τμήμ. Βιολογίας του Πανεπ. της Καλαβρίας).
Τα μέλη της Επιτροπής, με την παρουσία κληρικών, στις 17 Σεπτεμβρίου του 1998 αφήρεσαν τις 400 ετών σφραγίδες από το μολύβδινο φέρετρο, το εγκιβωτισμένο στη μαρμάρινη σαρκοφάγο του καθεδρικού Ναού της Πάδουας, το οποίο είχε διαστάσεις 193,04 εκ. μήκος, 40,64 εκ. πλάτος, 50,80 εκ. βάθος και 126,84 χιλγρ. βάρος. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι διαστάσεις αυτές αντιστοιχούν ακριβώς, και με προσέγγιση χιλιοστού του μέτρου, στις διαστάσεις της κενής μαρμάρινης λάρνακας, που τιμάται ως ο τάφος του Αγίου Λουκά στη Θήβα της Βοιωτίας.
Μέσα στο κιβώτιο βρέθηκε ο πλήρης σκελετός (εκτός από το κρανίο, την δεξιά ωλένη και τον αριστερό αστράγαλο) ανθρώπου, πυκνικού (κοντόχονδρου) σωματοτύπου, μεγάλης ηλικίας, ο οποίος έφερε έντονα σημεία οστεοπορώσεως, εκφυλιστικές αλλοιώσεις οστεοαρθροπάθειας της σπονδυλικής στήλης, εκτεταμένες αλλοιώσεις (λόγω φθοράς) των οδόντων και κυρτότητα πλευρών ενδεικτική πνευμονικού εμφυσήματος. Ο σκελετός ήταν καλυμμένος με σάβανο από διαφανές λευκό ύφασμα, πιθανολογούμενο ότι τοποθετήθηκε κατά τη τελευταία έκθεση του κειμηλίου σε προσκύνημα κατά το έτος 1562, ημερομηνία η οποία προκύπτει από δύο μικρές πλάκες που βρέθηκαν εντός του κιβωτίου και στις οποίες ήταν γραμμένα τα έτη 1463 και 1562 κατά τα οποία φαίνεται ότι έγινε δημόσιο προσκύνημα των λειψάνων.
Μέσα στο μολύβδινο κιβώτιο, εκτός των άλλων φυτικών και ζωικών υπολειμμάτων (κελύφη ζωυφίων, άνθη μυρτιάς κλπ.) βρέθηκαν επίσης ένας κυνόδοντας, και συνολικά 34 νομίσματα, το παλαιότερο των οποίων έφερε χρονολογία 299 μ.Χ. Κατά τους αρμόδιους επιστήμονες της Επιτροπής η αποσύνθεση του σώματος έγινε σε περιβάλλον ατμοσφαιρικού αέρα, χωρίς δηλαδή να έχει έλθει σε επαφή με το χώμα.
Ως προς τα ελλείποντα από τον σκελετό οστά λογικό ήταν να εγερθεί το ερώτημα αν αυτά φυλάσσονται σε κάποιους άλλους ιερούς χώρους. Και ως προς την κεφαλή ήταν γνωστό στους κύκλους της Δυτικής Εκκλησίας ότι κάρα του Αγίου Λουκά υπήρχε σε δύο μέρη: την Πράγα της Τσεχίας και τη Ρώμη. Ως προς την πρώτη υπήρχαν ισχυρά στοιχεία από τη παράδοση κατά την οποία το 1354 ο αυτοκράτορας Κάρολος IV την αφήρεσε από την Πάδουα και τη μετέφερε στον καθεδρικό ναό του Αγίου Βήτου στο κάστρο της Πράγας.
Πάδουα (από εδώ)

Κατόπιν αιτήματος του καρδιναλίου Mattiazzo η κάρα αυτή [=το κρανίο]μεταφέρθηκε στην Πάδουα και εξετάσθηκε κατά πόσο ταιριάζει στην υποδοχή του άτλαντα (του πρώτου σπονδύλου της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης) του σκελετού της Πάδουας. Κατά τους επιστήμονες που έλαβαν μέρος στη σχετική εξέταση υπήρχε μια τέλεια εφαρμογή, τέτοια που υπάρχει μεταξύ «κλειδιού και κλειδαριάς» κατά την άποψή τους. Επί πλέον το κρανίο της Πράγας ανήκει στον δολιχοκέφαλο τύπο (επιμηκυσμένο κατά τον προσθιοπίσθιο άξονα) πράγμα το οποίο είναι πολύ συμβατό με τον τύπο κρανίου ανθρώπων της περιοχής αυτής κατά τους πρώτους μ.Χ. αιώνες και καθόλου συμβατό με τον κρανιακό τύπο ανθρώπων της ίδιας περιοχής κατά το 1000 μ.Χ. και τους μετέπειτα αιώνες. Και επιπρόσθετα ο κυνόδοντας που βρέθηκε στο μολύβδινο κιβώτιο της Πάδουας ταίριαζε απόλυτα στο κενό φατνίο που υπήρχε στο δεξιό μέρος της κάτω σιαγόνας του κρανίου της Πράγας.
Όσον αφορά τα δύο άλλα ελλείποντα οστά για μεν τον αριστερό αστράγαλο δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ιστορική ή από την Παράδοση για το που ευρίσκεται για δε την δεξιά ωλένη θα υπάρξει εκτενής αναφορά στο τελευταίο μέρος της παρούσας μελέτης (βλέπε πιο κάτω, Ελλαδικός κύκλος).
Για να επανέλθουμε στον σκελετό του κιβωτίου της Πάδουας, διενεργήθηκε επιστημονική έρευνα σε πολύ μικρό (0.071 gr) λειοτριβημένου τμήματος μηριαίου οστού.
Δείγμα απεστάλη σε δύο ανεξάρτητα ερευνητικά εργαστήρια της Ευρώπης (Oxford University) και της Αμερικής (Tucson, Arizona University). Η χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα (C14) έδειξε ότι το οστό ανήκε σε πρόσωπο που πέθανε μεταξύ 72 μ.Χ. και 416 μ.Χ. πράγμα συμβατό με την υποτιθέμενη ιστορική χρονολογία θανάτου (περί το 150 μ.Χ.).
Η γενετική ανάλυση στο μιτοχονδριακό DNA που λήφθηκε από τον πολφό του κυνόδοντα που βρέθηκε στον πυθμένα του κιβωτίου της Πάδουας έδειξε ότι η αλληλουχία των βάσεων του DNA ήταν συμβατή με την αλληλουχία των βάσεων που προέκυψε από τη μελέτη πληθυσμών της χρονολογίας αυτής και της περιοχής αυτής. Τα ευρήματα αυτά κατʼ ουδένα τρόπο πιστοποιούν ότι τα οστά του σκελετού αυτού ανήκουν σε άτομο Συριακής καταγωγής και χρονολογίας θανάτου τον 2ο μ.Χ. αιώνα, αλλά απλώς δεν αποκλείουν μια τέτοια πιθανότητα και είναι συμβατά με μια τέτοια παραδοχή.
Τα αποτελέσματα της παραπάνω χρονολόγησης και της μελέτης του DNA δημοσιεύθηκαν τον Νοέμβριο του 2001 στο έγκυρο Αμερικανικό επιστημονικό περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences USA.
Αφού ολοκληρώθηκε η έρευνα των οστών του κιβωτίου της Πάδουας με τα θετικά δεδομένα για την συμβατότητα των δεδομένων της Παράδοσης με τα επιστημονικά ευρήματα της Επιστημονικής Επιτροπής ο καρδινάλιος Mattiazzo, ύστερα από άδεια της Αγίας Έδρας έλαβε μία πλευρά (την πλησιέστερη προς την καρδιά) από το σκελετό της Πάδουας και την μετέφερε στη Θήβα της Βοιωτίας, ικανοποιώντας ένα τμήμα του αιτήματος του Μητροπολίτη Ιερωνύμου, για να εναποτεθεί στον εκεί τιμώμενο τάφο του Ευαγγελιστού Λουκά.
Έτσι έκλεισε ο κύκλος του μακρινού ταξειδιού που διήνυσε το σώμα του Αγίου Λουκά μετά τον θάνατό του.

Ελλαδικός κύκλος

Απομένει προς συμπλήρωση ένα μικρό κομμάτι του παζλ που προκύπτει από τη μελέτη της διαχρονικής πορείας των ιερών λειψάνων του Ευαγγελιστού Λουκά. Το οστούν της δεξιάς ωλένης, η απουσία του οποίου διαπιστώθηκε από την Επιστημονική Επιτροπή της Πάδουας, τι τάχα να απέγινε; Υπάρχουν άραγε ιστορικά στοιχεία που να μαρτυρούν για τον τόπο που ευρίσκεται;
Όπως ο τόπος φύλαξης του σκελετού του λειψάνου του Αγίου Λουκά ήταν γνωστός σε έναν περιορισμένο κύκλο πιστών της Καθολικής Εκκλησίας έτσι και το «μυστικό» της φύλαξης του οστού της δεξιάς ωλένης του Ευαγγελιστού διαφυλάχθηκε δια μέσου των αιώνων σε ένα ιστορικό μοναστήρι της περιοχής των Αγράφων της Ευρυτανίας, μακρινός «απόγονος» του οποίου είναι ο ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου του εν Βουνένοις, στο χωριό Κορίτσα – Κλειτσού του Δήμου Φουρνάς, του Νομού Ευρυτανίας.
Αν η «φήμη» του κειμηλίου της «χειρός» του αγίου Λουκά ήταν απλώς μια προφορική παράδοση, το γεγονός δεν θα είχε και πολύ μεγάλη σημασία, δεδομένης της «περίσσειας» και πλησμονής παρομοίων ευσεβών φημών για διάφορα λείψανα που έχουν έλθει μέχρι σε μας μέσω της Παράδοσης. Η περίσσεια αυτή, μαρτυρούμενη και από τον ιστορικό Κ. Παπαρρηγόπουλο και δικαιολογημένη από τα δύσκολα, σκληρά και πικρά χρόνια που πέρασε ο Ελληνικός Λαός κατά τη διάρκεια του μακραίωνα Οθωμανικού ζυγού δεν στερείται ιστορικής βάσεως και επιστημονικής στήριξης.
Στην περίπτωση μάλιστα του κειμηλίου που φυλάσσεται στον άγιο Νικόλαο τον Νέο στην Κορίτσα-Φουρνάς υπάρχουν έγγραφα ιστορικά ντοκουμέντα, έστω και σχετικά πρόσφατα, που ισχυροποιούν τον ιστό της προφορικής παραδόσεως ο οποίος τα συνοδεύει.
Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση μετά τον θάνατο του Ανδρόνικου Γ΄ του Παλαιολόγου (1341), ο Δεσπότης της Ηπείρου Νικηφόρος Β΄(1335-1338 & 1356-1359), γαμβρός του Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού, εξεστράτευσε εναντίον των Αλβανών που λεηλατούσαν τα χωριά του Δεσποτάτου (στο οποίο υπαγόταν και η Ευρυτανία μετά της περιοχής των Αγράφων). Αλλά σε μάχη παρά τον Αχελώο (1359 μ.Χ.) φονεύθηκε ο Νικηφόρος, ο οποίος έφερε μαζί του το ιερό κειμήλιο του Αγίου Λουκά και κατά την παράδοση ένας από τους ακολούθους του έφερε τον θησαυρό αυτόν στη Σταυροπηγιακή γυναικεία Μονή του Αγίου Νικολάου του εν Βουνένοις στην Κορίτσα – Κλειτσού των Αγράφων.
Κατʼ άλλη εκδοχή το κειμήλιο μετέφεραν στην Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου του Νέου δύο μοναχές από την Κωνσταντινούπολη, μετά την άλωσή της (1453) από τους Τούρκους.
Ο τάφος του ευαγγελιστή Λουκά στη Θήβα (από αυτό το σχετικό άρθρο)

Ας σημειωθεί ότι η Κορίτσα ανήκε μεν στην ευρύτερη περιοχή των Αγράφων υπαγόταν όμως διοικητικά και εκκλησιαστικά τόσο κατά τους Βυζαντινούς όσο και κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας στη Λάρισσα της Θεσσαλίας. Στρατιωτικός διοικητής της Λάρισσας υπήρξε ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος ο οποίος εμαρτύρησε στα Βούνενα τις Θεσσαλίας κατά το 720 μ.Χ. Άρχαιότερη έκφραση της τιμής της μνήμης του Αγίου Νικολάου του νέου που διαδόθηκε ταχύτατα στον περί τη Λάρισσα θεσσαλικό χώρο είναι η ομώνυμη ιερά μονή στον Υψηλάντη Βοιωτίας (10ος μ.Χ. αιώνας) για να επακαλουθήσουν σειρά όλη μονών όπως εκείνη στα Καμπιά της Βοιωτίας όπως και αυτή της Κορίτσας Ευρυτανίας.
Η παρουσία του λειψάνου του Ευαγγελιστού Λουκά στην τελευταία αυτή Μονή μαρτυρείται από δύο συγίλια γράμματα που φυλάσσονται στο Ναό:
Το ένα του Δοσιθέου, Επισκόπου Λιτζάς και Αγράφων (έδρα της Επισκοπής του οποίου πιστεύεται ότι ήταν εκ περιτροπής ο Κλειτσός και τα Άγραφα), με χρονολογία Απρίλιο του 1795, και δεύτερο του Νεοφύτου Ζ΄, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης (έτος 1799), το οποίο εξεδόθη προς υποστήριξη εράνου για την αποκατάσταση βλαβών του ιερού Ναού και στο οποίο ευκρινώς αναφέρεται ότι τον Ναόν «πλουτεί ιερόν κειμήλιον θαύματος άξιον τον εκ του αγκώνος πήχυν της ζωγραφικής χειρός του αγίου ενδόξου αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά».
Το ότι το ιερόν κειμήλιον είναι «θαύματος άξιον» δεν καταδεικνύεται από φοβερά, τρομερά, εξωπραγματικά ή υπερφυσικά γεγονότα αλλά από την απλή, λιτή και συγχρόνως σκληρή πραγματικότητα, αν αναλογιστεί κανείς τι φοβερούς κινδύνους εξαφανισμού και καταστροφής και τι περιπέτειες και τραγικές καταστάσεις πέρασε αυτό το κειμήλιο για να διασωθεί μέχρι τις ημέρες μας μέσα από άγριο κυνηγητό αλλοεθνών, Τούρκων και Αλβανών που καταβασάνισαν τους καταφρονεμένους αλλά και σκληροτράχηλους ραγιάδες.
Ακόμη και η δική μας η γενιά έζησε το θαύμα της διάσωσης του κειμηλίου τα πέτρινα χρόνια της Κατοχής και της Αντίστασης. Όταν το χωριό εκκενώθηκε από τους κατοίκους που μεταφέρθηκαν στην Καρδίτσα και ο καθένας κοίταζε να σώσει τον εαυτό του και την οικογένειά του βρέθηκαν άνθρωποι (οικογένεια Κ. Σαμαρά) να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τον θησαυρό αυτόν και να τον επαναφέρουν σώον και ακέραιον στην αρχική του εστία.
Ας σημειωθεί ότι ο θησαυρός αυτός, είτε ως απλή και απέριττη περιέχουσα θήκη είτε ως το σεπτό οστούν δεν έχει ούτε την ελάχιστη οικονομική ή εμπορική αξία, σε αντίθεση με την τεράστια πνευματική αξία που απορρέει από την αφοσίωση και την απόδοση υψίστης τιμής από τους απλούς, βασανισμένους, αλλά μεγαλόψυχους πιστούς.

Επίμετρον

Αν περιγράφεται συνοπτικά και παρατίθεται το σύντομο ιστορικό της διαχρονικής πορείας του κειμηλίου αυτού δεν γίνεται για κανέναν άλλον λόγο παρά για να εξαρθεί η δύναμη της ψυχής των απλών κατοίκων της περιοχής αυτής που μέσα στο πικρό σκοτάδι της σκλαβιάς εύρισκαν στήριγμα και αποκούμπι στο χέρι του Ευαγγελιστή που ευαγγελιζόταν σʼ αυτούς την ελπίδα και την παρηγοριά.
Μακριά από μας η υστερόβουλη σκέψη, που δυστυχώς διατρέχει την σύγχρονη «χριστιανική» κοινωνία μας, για την «αξιοποίηση» θρησκευτικών θησαυρών μέσα από μεγαλεπήβολα και μεγαλόστομα προγράμματα «θρησκευτικού τουρισμού» και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Μερικά χωριά της Ευρυτανίας (μέσα στα οποία δυστυχώς και το δικό μας, η Κορίτσα της Φουρνάς) ακολουθεί τη χωρίς επιστροφή πορεία πολλών χωριών της σύγχρονης Ελλάδας προς τον μαρασμό και τον αφανισμό.
Η μόνη ελπίδα παρηγοριάς είναι η λογική αναφορά και απόδοση τιμής στα επί της γης ίχνη της παρουσίας κάποιων πνευμάτων που μίλησαν και έγραψαν για «ασώτους», για «καλούς Σαμαρείτες» και αποτύπωσαν με τον χρωστήρα τους άγιες μορφές, όπως της Μάνας όλων μας.......Μάνας όλων μας.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου