ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

26 Ιανουαρίου Κυριακή ΙΕ΄ Λουκά ( Ζακχαίου ) και μνήμη του Οσίου Ξενοφώντος και της συνοδίας αυτού

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ' ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιθ' στίχοι 1-10).


 Ο Ιησούς και ο Ζακχαίος.


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η συνάντηση του Ιησού Χριστού με τον αρχιτελώνη Ζακχαίου είναι μια θαυμάσια περικοπή, που χαρίζει στις καρδιές μας αισιοδοξία , θάρρος και βεβαιότητα για την ψυχική μας σωτηρία. Μας δείχνει το δρόμο, που μπορεί ο άνθρωπος να ακολουθήσειγα να συναντηθεί με τον Κύριο και να επικοινωνήσω μαζί του Είναι ο αληθινός δρόμος της μετάνοιας, που πρέπει να είναι έμπρακτη, όπως εκείνη του αρχιτελώνη Ζακχαίου.
ΚΕΙΜΕΝΟ
«Τω καιρώ εκείνω διήρχετο ό Ιησούς την Ιεριχώ· και ιδού ανήρ ονόματι καλούμενος Ζακχαίος, και αυτός ην αρχιτελώνης, και ούτος ην πλούσιος, και εζήτει ιδείν τον Ιησούν τις εστί, και ουκ ηδύνατο από του όχλου, ότι τη ηλικία μικρός ην. Και προδραμών έμπροσθεν ανέβη επί συκοκομορέαν, ίνα ίδη αυτόν, ότι δι’ εκείνης ήμελλε διέρχεσθαι. Και μόλις ήλθεν επί τον τόπον, αναβλέψας ό Ιησούς είδεν αυτόν και είπε προς αυτόν· Ζακχαίε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γαρ εν τω οίκω σου δει με μείναι. Και σπεύσας κατέβη, και υπεδέξατο αυτόν χαίρων.
Και ιδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι. Σταθεις δε Ζακχαίος είπε προς τον Κύριον· Ιδού τα ήμιση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς και ει τινός τι εσυκοφάντησα, αποδίδωμι εις τετραπλούν. Είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς ότι σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο, καθότι και αυτός υιός Αβραάμ εστίν. Ήλθε γαρ ό υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός».

Εκείνο τον καιρό περνούσε ο Ιησούς μέσα από την Ιεριχώ. Και να ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Ζακχαίο και αυτός ήταν αρχιτελώνης και επομένως πλούσιος. Και ζητούσε να δει τον Ιησού ποιος είναι και δεν μπορούσε, εξαιτίας του κόσμου και επειδή ήταν μικρόσωμος. Έτρεξε λοιπόν μπροστά και ανέβηκε σε μια συκομουριά για να τον δει, γιατί από κει θα περνούσε. Και μόλις ήλθε σε κείνο το μέρος, σήκωσε τα μάτια του ο Ιησούς και τον είδε και του είπε· Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου. Και ο Ζακχαίος κατέβηκε αμέσως και υποδέχτηκε τον Ιησού με χαρά.
Όλοι τότε που το είδαν τούτο εγόγγυζαν και έλεγαν πως μπήκε να φιλοξενηθεί στο σπίτι ενός αμαρτωλού ανθρώπου. Ο Ζακχαίος όμως στάθηκε μπροστά στον Ιησού και του είπε· Να τα μισά από τα υπάρχοντα μου, Κύριε, τα δίνω στους φτωχούς· και αν τύχει και έκλεψα κανενός του το δίνω πίσω τετραπλάσιο. Τότε του είπε ο Ιησούς· Σήμερα έγινε σωτηρία σε τούτο το σπίτι, γιατί και αυτός είναι παιδί του Αβραάμ. Γιατί ο υιός του ανθρώπου ήλθε για να ψάξει να βρει και να σώσει τους χαμένους.

 ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
 1. Ο Ζακχαίος ήταν αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος. Και τα δυο αυτά τον είχαν απομακρύνει από το Θεό και τον είχαν κάνε άδικο και αμαρτωλό. Οι τελώνες αγόραζαν με ένα ορισμένο ποσό τους φόρους. Τα χρήματα που ξεπερνούσαν αυτό το ποσό, το κρατούσαν για τον εαυτό τους. Οι τελώνες ήταν πιεστικοί στο μάζεμα των φόρων και γι' αυτό ήταν αντιπαθητικοί και μισητοί από τον κόσμο. Είχε καταντήσει η λέξη «τελώνης» να σημαίνει «μεγάλος αμαρτωλός».
2. Ο Ζακχαίος ζητούσε επίμονα να δει τον Κύριο. Ανέβηκε στη συκομουριά επειδή ήταν κοντός για να δει το Χριστό, που θα περνούσε από εκεί μπροστά. Δε φοβήθηκε να μη γελάσουν οι άλλοι μαζί του, ούτε λογάριαζε το μεγάλο αξίωμα που είχε στην κοινωνία. Αυτός ήθελε να γνωρίσει το Χριστό. Ξεπερνούσε όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες. Μακάρι και ο σημερινός χριστιανός να ακολουθούσε το παράδειγμα του Ζακχαίου. Ο άνθρωπος σήμερα δεν ντρέπεται, όταν διαπράττει την αμαρτία, αλλά δείχνει δειλία, όταν πρόκειται να μετανοήσει. Πολλοί ακόμα ντρέπονται και αυτό το σταυρό τους να κάνουν.
3. Για να μετανοήσει ο άνθρωπος ειλικρινά, όπως ο Ζακχαίος, πρέπει πρώτα - πρώτα να νικήσει τις δυσκολίες και τις ειρωνείες του κόσμου. Πόσα παιδιά δε λιγοψυχούν από τις κρίσεις και τα πειράγματα των συμμαθητών τους; Εδώ πρέπει το παιδί να οπλιστεί με το θάρρος και τη δύναμη του Ζακχαίου και να ζητήσει τη βοήθεια του Χριστού. Τότε και ο Κύριος θα ζητήσει και από μας να τον φιλοξενήσουμε στον «οίκο της ψυχής μας». Αυτό γίνεται, όταν μας καλεί να κοινωνήσουμε στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Είναι η πιο μεγάλη στιγμή στη ζωή του ανθρώπου. Παίρνουμε μέσα μας τη ζωή του Κυρίου και έτσι κερδίζουμε τη σωτηρία μας, δηλαδή τον Παράδεισο.
4. Όταν αρχίσουμε και φιλοξενούμε το Θεό μέσα μας, τότε συμφιλιωνόμαστε και με τους άλλους ανθρώπους. Το ίδιο έκανε και ο Ζακχαίος. Προχώρησε στο δεύτερο βήμα για τη σωτηρία του. Πούλησε τη μισή περιουσία του και τη μοίρασε στους φτωχούς. Επίσης όσους αδίκησε ή έκλεψε θα τους επιστρέψει τέσσερις φορές περισσότερα χρήματα. Την αγάπη που του χάρισε ο Χριστός, την προσφέρει τώρα στους άλλους ανθρώπους. Αυτή η αγάπη χάρισε στο Ζακχαίο τη σωτηρία του. Τώρα ο Ζακχαίος με πίστη, την αγάπη και τη μετάνοια μεταμορφώθηκε από αμαρτωλός και έγινε το υπόδειγμα του σωσμένου ανθρώπου για υπόλοιπο κόσμο.


Ἡ ἱστορία τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου εἶναι ἀπό τά πιό χαρακτηριστικά γεγονότα τοῦ δημόσιου ἔργου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐκδηλώνεται ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀρχιτελώνη νά δεῖ τόν Ἰησοῦ, ἡ ἐπιθυμία του νά μπεῖ στό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὁ μυστικός διάλογος ἀνάμεσα στή ματιά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ζακχαίου πάνω στό δέντρο, ἡ αὐθόρμητη καί ἔμπρακτη μετάνοια τοῦ ἀρχιτελώνη, ἡ διακήρυξη τοῦ Σωτήρα ὅτι τήν ἡμέρα ἐκείνη «σωτηρία ἐγένετο» στό σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὅλα τοῦτα τά περιστατικά τῆς ἱστορίας τοῦ Ζακχαίου εἶναι ἀπό τά πιό χαρακτηριστικά καί τά πιό γνωστά.
 Σέ ὅλα τοῦτα φαίνεται ὁ σκοπός καί τό ἔργο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί μέ ὅλα τοῦτα ἑδραιώνεται ἡ πεποίθηση πώς γιά ἕνα καί μόνο σκοπό ἦλθε ὁ Θεός στή γῆ, γιά νά ζητήσει καί νά σώσει τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο: «ἦλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός». Αὐτή ἡ διαβεβαίωση ἀπό τό ἴδιο τό στόμα τοῦ Σωτήρα εἶναι ἀρκετή γιά νά ἐνθαρρύνει κάθε ἁμαρτωλό πού θέλει τή σωτηρία του, γιά νά στηρίξει κάθε κριματισμένο πού θά ἔφθανε σέ ἀπόγνωση κι ἀκόμα γιά νά φράξει κάθε στόμα, πού τοποθετεῖ τό σκοπό τοῦ ἔργου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὄχι στήν ψυχή ἀλλά μόνο στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου˙ ὄχι στόν οὐρανό ἀλλά μόνο στή γῆ.
 Ὑπάρχουν, ἀλήθεια, δύο ἄκρα στήν τοποθέτηση τοῦ ἔργου τοῦ Σωτήρα. Εἶναι ἐκεῖνοι, πού φαντάζονται πώς ὁ ἰδεώδης τύπος τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ πιστοῦ καί καλοῦ χριστιανοῦ, εἶναι ἐκεῖνος πού ἐνδιαφέρεται μόνο γιά τά οὐράνια, πού δέν θέλει νά ἀκούσει γιά τά ἐπίγεια, πού βρίσκεται κατ’ ἀνάγκη στή γῆ μά εἶναι «οὐράνιος ἄνθρωπος». Εἶναι οἱ ἄλλοι, πού δέν σηκώνονται ψηλότερα ἀπό τή γῆ, πού δέν πιστεύουν στόν οὐρανό, πού δέν φθάνουν βέβαια νά εἶναι ὑλιστές, μά πού περιορίζουν τό Χριστό «ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ», πού βλέπουν στό πρόσωπο τοῦ Σωτήρα τό χορηγό τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν, τῆς τροφῆς, τῆς ἐνδυμασίας καί τῆς στέγης.
 Οὔτε τό ἕνα οὔτε τό ἄλλο μοναχά εἶναι σωστό, μά καί τά δύο μαζί εἶναι ἡ ἀλήθεια. Οἱ ἄνθρωποι βρισκόμαστε στή γῆ, μά εἴμαστε πλασμένοι γιά τόν οὐρανό. Ἡ γῆ εἶναι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν οὐρανό καί κανείς δέν φθάνει στόν οὐρανό, ἄν δέν περάσει ἀπό τή γῆ. Ὁ οὐρανός εἶναι τό νικηφόρο τέρμα ἐκείνων πού ἀγωνίζονται στό στάδιο τῆς γῆς. Ὁ οὐρανός εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων πού βρίσκονται στή γῆ, μά τή σωτηρία, σάν ἔπαθλο καί σάν στέφανο, δέν τήν κερδίζει κανείς «ἐάν μή νομίμως ἀθλήση». Ἔτσι ἄν ὁ οὐρανός εἶναι τό τέρμα, ἡ γῆ εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ ἀφετηρία˙ κι ἄν τά οὐράνια εἶναι ὁ τελικός σκοπός, τά ἐπίγεια εἶναι ἡ ὁδός καί τό μέσον.
 Ἔτσι δικαιώνεται ἡ ὑλική δημιουργία σάν ἔργο τοῦ Θεοῦ καί δέν μποροῦμε νά λέμε πώς ὁ κόσμος τοῦτος εἶναι μάταιος κι ἡ ζωή ἐδῶ εἶναι ψεύτικη. Μάταια καί ψεύτικα πράγματα δέν δημιουργεῖ ὁ Θεός. Μά στή δημιουργία τῶν ὁρατῶν καί τῶν ἀοράτων, τῶν ἔμβιων καί τῶν ἄβιων ὄντων ὑπάρχει μία προτεραιότητα καί μία ἱεράρχηση βαλμένη ἀπό τό Θεό. Ὑπάρχει μία ἀδιάσπαστη σειρά καί συνέχεια μέσων καί σκοπῶν, μία κλίμακα αἰτίων κι ἀποτελεσμάτων μέ τελικό ἀποτέλεσμα καί ἀπώτατο σκοπό τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τό θρίαμβο καί τή θέωση τῆς πρώτης ἀξίας στή δημιουργία, πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος.
 Ἄν δέν καταλαβαίνουμε ἔτσι τά πράγματα, δέν καταλαβαίνουμε τίποτε ἀπό τόν ἄνθρωπο κι ἀπό τή δημιουργία μέσα στήν ὁποία εἶναι τοποθετημένος ὁ ἄνθρωπος. Δέν καταλαβαίνουμε τίποτε μήτε ἀπό τή γῆ, στήν ὁποία ἀγωνιζόμαστε, μήτε ἀπό τόν οὐρανό, στόν ὁποῖο θέλουμε νά φθάσουμε. Δέν καταλαβαίνουμε τί θά πεῖ κακό καί τί ἀγαθό, τί ἁμαρτία καί τί ἀγώνας γιά τήν ἀρετή. Καί πρό πάντων δέν καταλαβαίνουμε τί εἶναι ἡ σωτηρία γιά τήν ὁποία ἦλθε ὁ Θεός στή γῆ. Κι ἀλήθεια πώς μέ ἄλλα λόγια, σωτηρία εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῶν ἁρμονικῶν σχέσεων ἀνάμεσα στήν ὑλική καί πνευματική δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἀνάμεσα στή γῆ καί τόν οὐρανό.
 Θά πρέπει νά ἀγνοοῦμε τήν ἀρχέγονη κατάσταση  τοῦ ἀνθρώπου στόν παράδεισο, θά πρέπει νά μήν ἔχουμε ἀκούσει γιά τήν τραγική πτώση τῶν πρωτοπλάστων καί τίς συνέπειές της ἀνάμεσα στό Θεό καί τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί στόν ἄνθρωπο καί τήν κτίση πού τόν περιβάλλει, γιά νά μή μποροῦμε νά συλλάβουμε τό νόημα τῆς σωτηρίας. Ἀπό τότε μία φοβερή πάλη ἄρχισε ἀνάμεσα στήν ὕλη καί τό πνεῦμα: «ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος καί τό πνεῦμα κατά τῆς σαρκός». Συμπαρασύρθηκε στήν πτώση καί ἡ κτίση καί διαταράχθηκαν οἱ σχέσεις ἀνάμεσα στήν ὑλική καί τήν πνευματική δημιουργία- «τή γάρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη…», ἡ κτίση ὑποτάχτηκε κι αὐτή στή φθορά. Ἔτσι ἡ ἐλπίδα τῆς ἀπολύτρωσης καί τῆς σωτηρίας – ἡ «ἀποκαραδοκία»- εἶναι κοινή, καί τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσης: «πάσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει», ὅλη ἡ κτίση στενάζει καί κραυγάζει ἀπό πόνο, σάν τήν ἑτοιμόγεννη γυναίκα. Οἱ ἄνθρωποι περιμένουν τήν ἀποκατάσταση, νά ξαναγίνουν παιδιά τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ κτίση περιμένει νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς, τότε πού οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι ἐλεύθεροι, σάν παιδιά τοῦ Θεοῦ μέσα στή θεία δόξα- «…καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης  τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ», δηλαδή κι αὐτή ἀκόμη ἡ κτίση θά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στή φθορά, καί θά μετάσχει στήν ἐλευθερία πού θά ἀπολαμβάνουν τά δοξασμένα παιδιά τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.


Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου του Μαρίας και των τέκνων Αρκαδίου και Ιωάννη


Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου του Μαρίας και των τέκνων Αρκαδίου και Ιωάννη

Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου του Μαρίας και των τέκνων Αρκαδίου και Ιωάννη


Καὶ γῆν λιπόντας, τοὺς περὶ Ξενοφῶντα,
Ἁβρᾷ ξενίζω τοῦ λόγου πανδαισίᾳ.
Παισὶν ἅμ’ ἠδ’ ἀλόχῳ Ξενοφῶν θάνεν εἰκάδι ἕκτῃ.
Βιογραφία
Ο Όσιος Ξενοφών κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Ιουστίνου Α’ (518 – 527 μ.Χ.) και Ιουστινιανού (527 – 565 μ.Χ.). Ήταν πλούσιος συγκλητικός και διακρινόταν για την βαθιά ευσέβειά του προς τον Θεό. Είχε δύο παιδιά, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη. Μόλις αυτά τελείωσαν τα εγκύκλια γράμματα, τα έστειλε στη Βηρυτό της Φοινίκης, για να μελετήσουν και να σπουδάσουν τη νομική επιστήμη. Καθ’ οδόν το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν ναυάγησε. Διασώθηκαν όμως και μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα όπου έγιναν μοναχοί. Οι γονείς τους, Ξενοφών και Μαρία, τους αναζήτησαν και πληροφορήθηκαν ότι διάγουν στην έρημο ασκητικό βίο, δόξασαν τον Θεό και αποταξάμενοι τον κόσμο, ακολούθησαν και αυτοί το μοναχικό βίο. Ο Ξενοφών, η γυναίκα του και τα παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολύ στην αρετή και στη φιλανθρωπία, ώστε τους αξίωσε ο Θεός να επιτελούν και θαύματα. Έτσι η θεία αυτή οικογένεια έζησε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ἀπολυτίκιον 
Ήχος δ’. Ό υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ως γενεά ευλογητή τω Κυρίω, της ουρανίου ηξιώθησαν δόξης, ασκητικώς δοξάσαντες Χριστόν επί της γης. Ξενοφών ο Όσιος, και η τούτου συμβία, συν τοις αριστεύσασιν, ιεροίς αυτών τέκνοις, ους ευφημούντες είπωμεν φαιδρώς χαίροις Οσίων χορεία τετράριθμε.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον
Ἐν αὐλαῖς ἠγρύμνησας ταῖς τοῦ Δεσπότου, τοῖς πτωχοῖς σκορπίσας σου, τόν πλοῦτον Μάκαρ ἱλαρῶς, σύν τῇ συζύγῳ καί τέκνοις σου· διό κληροῦσθε τήν θείαν ἀπόλαυσιν.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον
Την του βίου θάλασσαν διεκφυγόντες, Ξενοφών ο δίκαιος, συν τη συζύγω τη σεπτή, εν ουρανοίς συνευφραίνονται, μετά των τέκνων, Χριστόν μεγαλύνοντες.


OsiosXenofon01

Όσιος Ξενοφών

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου