ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

3 Ιανουαρίου μνήμη του Αγίου Προφήτου Μαλαχίου , του Αγίου μάρτυρος Γορδίου και η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου Νεοσιομάρτυρος Εφραίμ του εν τω όρει των Αμώμων


Προφήτης Μαλαχίας


Θεάρεστη θυσία

Ὁ προφήτης Μαλαχίας ὑπῆρξε ὁ τελευταῖος ἀπό τούς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἡ δράση του τοποθετεῖται στήν Ἰερουσαλήμ ἑκατό περίπου χρόνια μετά τήν ἐπιστροφή ἀπό τή βαβυλώνια αἰχμαλωσία. Ὁ Ναός εἶχε ἤδη ὁλοκληρωθεῖ, ἀλλά ὁ λαός εἶχε χάσει τόν πρῶτο του ζῆλο. Ὁ καιρός περνοῦσε καί οἱ εὐτυχισμένες μέρες πού εἶχαν προαναγγείλει οἱ προφῆτες Ζαχαρίας καί Ἀγγαῖος παρέμεναν ἕνα ἄπιαστο ὄνειρο. Παρά τή φανερή εὔνοια τῶν Περσῶν, οἱ Ἰουδαῖοι αἰσθάνονταν βαρύ τόν ξενικό ζυγό καί πολύ ὀχληρές τίς ἐχθρικές διαθέσεις τῶν γειτόνων τους. Πάλευαν ἐπίσης μέ τή φτώχια, μέ δυσκολίες καί στερήσεις. Κλονίστηκε ἡ ἐμπιστοσύνη τους στόν Θεό. Μήπως ἔπαψε νά τούς ἀγαπᾶ καί νά τούς νοιάζεται;
 «Ἠγάπησα ὑμᾶς, λέγει Κύριος» (1,2), διακηρύττει ὁ προφήτης Μαλαχίας. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μένει ἀμετάπτωτη καί ἀναλλοίωτη μέσα στό χρόνο. Τή βεβαιώνει μέ ἁπτές ἀποδείξεις ἡ ἴδια ἡ ἱστορία. Ὁ Κύριος ἔμεινε πιστός στή διαθήκη του μέ τόν Ἰακώβ. Οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν αὐτόπτες μάρτυρες τῶν συμφορῶν πού ἔπλητταν τούς Ἰδουμαίους, τούς ἀπογόνους τοῦ Ἠσαῦ· μάταιες οἱ προσπάθειές τους γιά τήν ἀνοικοδόμηση τῆς χώρας τους. Ἀντίθετα, στόν ἐκλεκτό του λαό ὁ Θεός πολλές φορές ἔδειξε τήν προστασία του.
  Πῶς, λοιπόν, τώρα νά μήν ἐλέγξει τήν ἀχαριστία πού εἰσπράττει; Πῶς νά μήν ἐκφράσει τό παράπονό του; «Καί εἰ πατήρ εἰμι ἐγώ, ποῦ ἐστιν ἡ δόξα μου; Καί εἰ Κύριος εἰμι ἐγώ, ποῦ ἐστιν ὁ φόβος μου;» (1,6). Τά παιδιά τιμοῦν τόν πατέρα τους· οἱ δοῦλοι φοβοῦνται τόν κύριό τους. Ὁ Ἰσραήλ πλέον μήτε ἀγάπη μήτε φόβο νιώθει γιά τόν Θεό του. Οἱ θυσίες πού τοῦ προσφέρει –ζῶα τυφλά, χωλά, καχεκτικά- αὐτό δηλώνουν. Μιά τέτοια προσβολή (βλ. Λε 22,22-25· Δε 15,21) δέν θά τήν ἀνεχόταν κανείς πολιτικός ἄρχοντας· «προσάγαγε δή αὐτῷ τῷ ἡγουμένῳ σου, εἰ προσδέξεται αὐτό, εἰ λήψεται πρόσωπόν σου, λέγει Κύριος παντοκράτωρ» (1,8).
 Ὁ Κύριος ἐλέγχει τό λαό· ἡ λατρεία του κατήντησε ψυχρή καί τυπική, τήν ἀπεχθάνεται. Ἐλέγχει δριμύτατα καί τούς ἀνάξιους ἱερεῖς, πού ὑποθάλπουν μιά τέτοια ἀσέβεια. Μέ γλώσσα ὠμή ἐκφράζει ὅλη τή δυσαρέσκειά του: Εἶναι προτιμότερο νά κλείσουν οἱ πύλες τοῦ Ναοῦ, πού μέ τόσους κόπους μόλις εἶχε ἀνοικοδομηθεῖ· νά σβήσει γιά πάντα ἡ φωτιά στό θυσιαστήριο τῶν ὁλοκαυτωμάτων!
 Κι ἐνῶ ἀποδεικνύονται βδελυρές οἱ θυσίες τῶν Ἰουδαίων, γίνεται λόγος γιά μία ἄλλη θυσία «καθαρά», ἡ ὁποία θά τίς ἀντικαταστήσει καί θά δοξάσει τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσα στά ἔθνη· «διότι πρό ἀνατολῶν ἡλίου ἕως δυσμῶν τό ὄνομά μου δεδόξασται ἐν τοῖς ἔθνεσι, καί ἐν παντί τόπῳ θυμίαμα προσάγεται τῷ ὀνόματί μου καί θυσία καθαρά, διότι μέγα τό ὄνομά μου ἐν τοῖς ἔθνεσι λέγει Κύριος παντοκράτωρ» (1,11). Ἡ θυσία αὐτή, ἡ μόνη εὐάρεστη στόν Θεό, δέν εἶναι ἄλλη παρά ἡ θυσία τοῦ ἀμώμου καί ἀσπίλου Ἀμνοῦ (βλ. Α΄ Πέ 1,19), πού προσφέρεται ἐπάνω στήν ἁγία Τράπεζα. «Τῶν μέν ἀλόγων θυμάτων τέλος ἔλαβεν ἡ σφαγή», ἑρμηνεύει ὁ Θεοδώρητος, «μόνος δέ ὁ ἄμωμος ἀμνός ἱερεύεται, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου».                                                                                                                                                                                                               

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΓΟΡΔΙΟΣ

«Ο άγιος Γόρδιος ήταν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας και ζούσε όταν βασιλιάς ήταν ο Λικίνιος. Ήταν κόμης κατά την τάξη, αρχηγός εκατό στρατιωτών. Επειδή δεν άντεχε να βλέπει το θράσος των δυσσεβών και τις βλασφημίες τους κατά του Χριστού, σηκώθηκε και έφυγε και πήγε στα όρη, ζώντας εκεί με τα θηρία. Εκεί ανέφλεξε τον πόθο του για τον Χριστό και έλαβε θάρρος κατά της ειδωλολατρικής πλάνης, οπότε ήλθε ορμητικός σαν λιοντάρι από την έρημο στην πόλη, ζητώντας να κατασπαράξει τον προστάτη της απάτης διάβολο.  Μπήκε μέσα στο θέατρο και δοξολόγησε τον Χριστό, με αποτέλεσμα  το πλήθος να στρέψει την προσοχή του προς εκείνον και ο προκαθήμενος άρχοντας να νιώσει κατάπληξη από το θάρρος του. Η κατάπληξή του μετατράπηκε σε μανία, γι’ αυτό και διέταξε να τον φονεύσουν με ξίφος».
Ο άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος του κανόνα του αγίου Γορδίου, ερμηνεύει κατά πρώτον την απομάκρυνση από τον κόσμο του αγίου μάρτυρα: στράφηκε στα αιώνια, αποθέτοντας την πρόσκαιρη ματαιότητα. Ο άγιος Γόρδιος δηλαδή προτίμησε να ζει με τους αγγέλους, παρά με ανθρώπους που είχαν χάσει το στοιχείο της ανθρωπιάς, γενόμενοι χειρότεροι λόγω της ασέβειάς τους προς τον Θεό και από τα θηρία. Η απομάκρυνσή του έτσι από τον κόσμο ήταν καρπός της πίστεώς του και της αγάπης του προς τον Θεό και όχι μία στείρα άρνηση αυτού. Απόδειξη το γεγονός ότι στην έρημο φούντωσε την αγάπη του προς Εκείνον. «Απέθου την πρόσκαιρον ματαιότητα και συνέθου, πανόλβιε, τοις αεί διαμένουσι και φυγών τους ανθρώπους, αγγέλων ομόσκηνος, θεόφρον, εχρημάτισας» (Άφησες κατά μέρος την πρόσκαιρη ματαιότητα, παμμακάριστε, και πήγες μαζί με αυτά που είναι αιώνια. Κι αφού απέφυγες τους ανθρώπους, έγινες συμπολίτης των αγίων, θεόφρον).
Η αίσθηση της ματαιότητας  των επιγείων και ο προσανατολισμός του σε μόνα τα αιώνια, δηλαδή στον Χριστό και τις άγιες εντολές Του, δεν ήταν μόνον η αιτία της φυγής του από τον κόσμο, αλλά και η αδιάκοπη άσκησή του στην έρημο. Κι αυτό με τη  σειρά του τον οδήγησε στην επάνοδό του στον κόσμο, προκειμένου όμως όχι να συσχηματιστεί με αυτόν, αλλά να τον ελέγξει για την αμαρτία του, προκαλώντας τον με τη θαρραλέα ομολογία της πίστεώς του στον Χριστό. «Ρεόντων το άστατον λογιζόμενος και μενόντων την σύστασιν, μάρτυς αοίδιμε, ενθυμούμενος, μάκαρ, ατρόμως το στάδιον υπήλθες της αθλήσεως» (Σκεπτόμενος, μάρτυς αοίδιμε, το άστατο των ρεόντων πραγμάτων της ζωής αυτής και ενθυμούμενος τα αιώνια που παραμένουν, χωρίς φόβο εισήλθες στο στάδιο της αθλήσεως). Από την άποψη αυτή η και πάλι είσοδός του στον κόσμο κατανοείται - με πνευματικά κριτήρια - ως η κατεξοχήν έκφραση της αγάπης του προς αυτόν. Διότι κανείς δεν αγαπά πραγματικά τον κόσμο και τους ανθρώπους, αν δεν τους φέρνει με τον λόγο και το παράδειγμά του ενώπιον του Θεού. Ό,τι έκανε στην πραγματικότητα ο ίδιος ο Χριστός: ήλθε στον κόσμο όχι για να χαϊδέψει τα αυτιά των ανθρώπων, όχι να τους πει ότι πορεύονται καλά, αλλά να τους ελέγξει για την αμαρτία τους και να τους δώσει ώθηση και δύναμη  επανεύρεσης του αρχικού τους προορισμού: να είναι με τον Θεό. Όπως και στον καιρό της Παλαιάς Διαθήκης κατανοείτο και η αποστολή των Προφητών: στέλνονταν από τον Θεό, φανερώνοντας την αγάπη Του προς τους Ιουδαίους, με την κλήση που τους απηύθυναν για μετάνοια. Έτσι η σαν λιοντάρι είσοδος του αγίου Γορδίου στο θέατρο κατανοείται ως προφητική ενέργεια που προκαλεί τους καλοπροαίρετους σε μετάνοια.
Ο άγιος Θεοφάνης επιμένει σ’ αυτήν την ορμητική και λιονταρίσια παρουσία του Γορδίου στο θέατρο: «η πυράκτωση της καρδιάς του αγίου από την αγάπη του Χριστού» τον κάνει να βλέπει τους άφρονες ειδωλολάτρες ως άψυχες πέτρες, ενώ η μανία του τυράννου πέφτει επάνω του σαν το κύμα που σπάει μπροστά σε βράχο. Είναι εκπληκτικές οι συγκεκριμένες εικόνες του αγίου υμνογράφου, προκειμένου να «ζωγραφίσει» ανάγλυφα την ψυχική δύναμη του μάρτυρα. «Υπεισελθών ατρόμως και ρωμαλέως ως λέων το θέατρον, πέτρας ώσπερ αψύχους, μάκαρ, ελογίσω τους άφρονας» (Μπαίνοντας χωρίς φόβο και με ρωμαλεότητα, σαν λιοντάρι, στο θέατρο, αντιμετώπισες, μακάριε, τους άφρονες ειδωλολάτρες σαν άψυχες πέτρες)∙ «Νενοηκώς, θεόφρον, την σταθεράν σου ο τύραννος ένστασιν, πέτρα καθάπερ κύμα, τη ση διερράγη στερρότητι» (Κατάλαβε, θεόφρον, ο τύραννος τη σταθερή σου στάση, και όπως το κύμα πάνω στον βράχο, έτσι κι αυτός διαλύθηκε μπροστά στη δύναμή σου). Είναι γεγονός: η πίστη και η αγάπη στον Χριστό όχι απλώς δυναμώνουν την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου, αλλά κυριολεκτικά κάνουν τον άνθρωπο πανίσχυρο, που κανείς δεν μπορεί να αντιπαραβληθεί μαζί του. Το μόνο που μπορεί να καταφέρει ο διάβολος και τα όργανά του σ’ έναν τέτοιον άνθρωπο είναι να καταβάλουν το σώμα του. Την ψυχή όμως ποτέ. Αυτή παραμένει χάριτι Θεού ανίκητη και ακατάβλητη.

Άγιος Εφραίμ ο Μεγαλομάρτυρας και θαυματουργός

St Efraim

Βιογραφία
Ο Άγιος Εφραίμ, κατά κόσμο Κωνσταντίνος Μόρφης, γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 14 Σεπτεμβρίου 1384 μ.Χ. σε ειδυλλιακή τοποθεσία , κοντά στον Ληθαίο ποταμό.
Έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία μαζί με τα άλλα εφτά αδέλφια του, τη δε φροντίδα τους, μετά τον Θεό, ανέλαβε η ευσεβής μητέρα του. Σε ηλικία 14 ετών, για να αποφύγει τον εξισλαμισμό και τα γενιτσαρικά σώματα, εισήλθε στην ακμάζουσα τότε σταυροπηγιακή Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου του όρους των Άμωμων (Καθαρών) της Αττικής.
Ο Άγιος Εφραίμ ακολούθησε με ένθεο ζήλο τον Χριστό, και διέπρεψε με την λαμπρότητα της ζωής του και τους πόνους της αθλήσεως του στο ορός των Άμωμων Αττικής (Περιοχή Νέας Μάκρης).
Αξιώθηκε ακόμα να λάβει το μέγα Μυστήριο της Ιεροσύνης και το χάρισμα να υπηρετεί το άγιο θυσιαστήριο, σαν άγγελος Θεού, με φόβο Θεού και πολλή κατάνυξη.
Το 1416 μ.Χ. οι Τούρκοι εισέβαλαν και λεηλάτησαν την Αττική και ανάγκασαν το Δούκα των Αθηνών να δηλώσει υποταγή στο Σουλτάνο. Το 1424 μ.Χ. οι Τούρκοι εισέβαλαν βιαίως στη Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και έσφαξαν όλους τους Πατέρες της Μονής. Ο Άγιος απουσίαζε στη σπηλιά του πάνω στο βουνό για προσευχή και μόλις επέστρεψε αντίκρισε έντρομος τα πτώματα των Πατέρων. Αφού τους έθαψε, ακολούθως θρήνησε γοερώς.
Τον επόμενο χρόνο, την 14η Σεπτεμβρίου 1425 μ.Χ., επανήλθαν οι βάρβαροι και βρήκαν τον Άγιο. Τον συνέλαβαν και άρχισαν τα μαρτύρια του, που τελείωσαν στις 5 Μαΐου 1426 μ.Χ. ήμερα Τρίτη και ώρα 9 το πρωί. Τον κρέμασαν ανάποδα σ’ ένα δένδρο, που σώζεται ακόμα, τον κάρφωσαν στα πόδια και το κεφάλι, και τέλος το καταπληγωμένο και μαρτυρικό σώμα του το διαπέρασαν με αναμμένο ξύλο και έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον στεφανοδότη Χριστό.
Μετά από μισή χιλιετία ευδόκησε ο φιλάνθρωπος Θεός και φανερώθηκαν, ύστερα από πολλές εμφανίσεις του ιδίου του Αγίου Εφραίμ και πολλών άλλων θαυμαστών γεγονότων, όλα όσα σήμερα γνωρίζουμε, τα οποία επιβεβαιώθηκαν με την εύρεση των μαρτυρικών και χαριτόβρυτων λειψάνων του Αγίου στις 3 Ιανουαρίου 1950 μ.Χ.
Ο Άγιος Εφραίμ γιορτάζεται δύο φορές το χρόνο, στις 3 Ιανουαρίου η εύρεση των τιμίων λειψάνων του, και στις 5 Μαΐου το μαρτυρικό του τέλος.
Στα Τρίκαλα πανηγυρίζεται από τον Ιερό Ναό Αγίου Στεφάνου, απέναντι του οποίου, κατά παράδοση, υπήρχε το πατρικό του σπίτι.
Το 2011 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης με την υπ’ αριθμ. 217/2-3-2011 Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη κατέταξε τον Όσιο Εφραίμ στο επίσημο ορθόδοξο εορτολόγιο.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΜΑΚΡΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Από τις σφαγές των Τούρκων στην ανεύρεση του ιερού σκηνώματος του Αγίου
Η Μονή του Αγίου Εφραίμ στη Νέα Μάκρη είναι ένα από τα παλαιότερα μοναστήρια. Πολλοί μοναχοί και ιερείς έμειναν εκεί και προσευχήθηκαν στον Κύριο. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας έγιναν μεγάλες και βάρβαρες σφαγές, όπου ξεκληρίστηκε το μοναστήρι.
Το 1945 μ.Χ. η μοναχή τότε Μακαρία πήγε στα ερείπια της αρχαίας μονής του Ευαγγελισμού, άλλοτε ονομαζόμενης ως Σταυροπηγιακής, του Όρους Αμωμών, στις βορειοανατολικές υπώρειες του Πεντελικού. Απο θεία παρόρμηση, διαμόρφωσε ένα κελάκι εκεί και άρχιζε να καθαρίζει τα ερείπια του παλαιού Ναού για να τον ανακατασκευάσει. Εκεί πολλές φορές διαλογιζόταν ότι σε εκείνα τα χώματα είχαν ζήσει κατά την πάροδο των αιώνων μοναχοί και προσευχόταν να γνωρίσει ή να της φανερωθεί κάποιος από αυτούς. Μια φωνή, αρχικά σιγανή αλλά με τον καιρό δυνατότερη στην ψυχή της, της έλεγε: «Σκάψε και θα βρεις αυτό που επιθυμείς», μέχρι τη στιγμή που της είχε φανερωθεί ένα σημείο στο προαύλιο του μοναστηριού.
Έτσι στις 3 Ιανουαρίου 1950 μ.Χ. ανέθεσε σε εργάτη το σκάψιμο του συγκεκριμένου σημείου που της υποδείκνυε η ίδια η ψυχή της. Αν και ο εργάτης ήταν αρνητικός και ήθελε να σκάψει οπουδήποτε αλλού παρά σε αυτό το σημείο, τελικά, μετά από τις εκκλήσεις και τις προσευχές, ο εργάτης πείστηκε και ξεκίνησε να σκάβει. Το σημείο είχε ένα μισογκρεμισμένο τζάκι, τοίχο και πράγματα που καταδείκνυαν ότι εκεί κάποτε υπήρχε κελί κάποιου μοναχού. Το πρώτο εύρημα, ένα κεφάλι. Μάλιστα, ο χώρος ανέδυε μια ευωδιά.
«Γονάτισα με ευλάβεια και ασπάστηκα το σκήνωμα του Αγίου και αισθάνθηκα βαθιά την έκταση του μαρτυρίου του. Η ψυχή μου γέμισε από αγαλλίαση, απέκτησα μεγάλο θησαυρό, και παίρνοντας το χώμα με προσοχή έβλεπα την αρμονία του σκηνώματός του, που, αν και τόσους αιώνες μέσα στη γη, δεν είχε αλλοιωθεί», έγραψε η ηγουμένη Μακαρία περιγράφοντας τα όσα συνταρακτικά τής συνέβησαν.
Με προσοχή , η Ηγουμένη Μακαρία έβγαλε όλο το σκήνωμα και το τοποθέτησε σε μία θυρίδα που ήταν πάνω από τον τάφο. Ήταν φανερό ότι επρόκειτο για κληρικό καθώς το ράσο του είχε παραμείνει άθικτο.
Το βράδυ, διαβάζοντας τον εσπερινό, η Ηγουμένη άκουσε βήματα. Ο ήχος ερχόταν από τον τάφο, αντηχώντας έως την πόρτα της εκκλησίας. Εκεί τον πρωτοαντίκρισε. Ήταν ψηλός με μάτια μικρά στρογγυλά, με μακριά μαύρα γένια που έφταναν στο λαιμό, ντυμένος με τη μοναχική αμφίεση. Στο ένα χέρι είχε μία φλόγα και με το άλλο ευλογούσε. Ζήτησε να τον βγάλουν από αυτήν τη θυρίδα που τον είχαν. Την επόμενη κιόλας μέρα η Ηγουμένη καθάρισε τα οστά και τα τοποθέτησε σε μια θυρίδα στο Ιερό του Ναού.
Το ίδιο βράδυ ο Άγιος φανερώθηκε στον ύπνο της, την ευχαρίστησε και της φανέρωσε και το όνομά του: Εφραίμ. Το λείψανο του Αγίου Εφραίμ φυλάσσεται εκεί από τότε και καθημερινά εκατοντάδες πιστών το επισκέπτονται ζητώντας από τον Άγιο την ευλογία και τη βοήθειά του. Ο Άγιος με τη χάρη του Θεού έχει κάνει χιλιάδες θαύματα. Στον περίβολο της Μονής, και προστατευμένη από κτίσμα που κτίστηκε γύρω της, υπάρχει η μουριά πάνω στην οποία ο Άγιος Εφραίμ άφησε την τελευταία του πνοή.
Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐν ὄρει τῶν Ἀμώμων ὥσπερ ἥλιος ἔλαμψας, καί μαρτυρικῶς, θεοφόρε, πρός Θεόν ἐξεδήμησας, βαρβάρων ὑποστάς ἐπιδρομάς, Ἐφραίμ Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ· διά τοῦτο ἀναβλύζεις χάριν ἀεί, τοῖς εὐλαβῶς βοῶσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου