ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

23 Φεβρουαρίου Κυριακἠ των Απόκρεω και μνήμη του Αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Πολυκάρπου επισκόπου Σμύρνης









ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ (Ματθαίου κεφ. κε' στίχοι 31-46)
Η Δευτέρα Παρουσία.

Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή θα δούμε πως ο Θεός δεν είναι μόνο φιλάνθρωπος, αλλά και δίκαιος. Η Εκκλησία μας διαβάζει σήμερα το ευαγγέλιο της Δευτέρας και ενδόξου Παρουσίας του Ιησού Χριστού.

«Είπεν ο Κύριος· όταν δε ελθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ’ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα αυτού από των ερίφων, και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. επείνασα γαρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; πότε δε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; πότε δε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή και ήλθομεν προς σε;
και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς· αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί τοις εξ ευωνύμων πορεύεσθε απ εμού οι κατηραμένοι είς το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και αγγέλοις αυτού. επεινασα γαρ και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και ουκ εποτισατέ με, γυμνός ήμην και ου συνηγάγετέ μοι, γυμνός, και ου περιεβάλετέ μοι, ασθενής και εν φυλακή, και ουκ επισκέψασθέ με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ και αυτοί λέγοντες· κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι; τότε ,αποκριθήσεται αυτοίς λέγων· αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον».


Είπε ο Κύριος: Όταν θα έρθει ο υιός του ανθρώπου μέσα στη δόξα του και μαζί του όλοι οι άγιοι άγγελοι, τότε θα καθίσει στο θρόνο της δόξας του· και θα συναχθούν εμπρός του όλα τα έθνη, και θα ξεχωρίσει τον ένα από τον άλλο τους ανθρώπους καθώς ξεχωρίζει ο τσοπάνης τα πρόβατα από τα κατσίκια1 και θα βάλει τα πρόβατα από τα δεξιά του και τα κατσίκια από τα αριστερά. Τότε θα πει ο Βασιλέας σ' εκείνους που θα είναι από τα δεξιά του· Ελάτε οι ευλογημένοι από τον πατέρα μου να κληρονομήσετε τη βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για σας από τον καιρό που χτίστηκε ο κόσμος. Γιατί πείνασα και μου δώκατε να φάγω· δίψασα και με ποτίσατε· ξένος ήμουν και με ντύσατε· αρρώστησα και με επισκεφτήκατε· ήμουν στη φυλακή και ήρθατε να με δείτε. Τότε θα του αποκριθούν οι δίκαιοι, λέγοντας· Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σου δώκαμε ψωμί ή να διψάς και σου δώκαμε νερό; Και πότε σε είδαμε ξένο και σε πήραμε μαζί μας ή γυμνό και σε ντύσαμε; Και πότε σε είδαμε άρρωστο ή στη φυλακή και ήρθαμε σε σένα;
Και θα αποκριθεί ο Βασιλέας και θα τους πει: Σας βεβαιώνω πως ό, τι εκάματε σ' έναν από τους πιο τελευταίους τούτους αδελφούς μου σ' εμένα το εκάματε. Τότε θα πει και σ' εκείνους που θα είναι από τα αριστερά: Πηγαίνετε από μένα οι καταραμένοι στο αιώνιο πυρ, που είναι ετοιμασμένο για το διάβολο και για εκείνους που κάνουν τα θελήματα του. Γιατί πείνασα και δε μου δώκατε να φάγω δίψασα και δε μου δώκατε να πιω· ξένος ήμουν και δε με πήρατε στο σπίτι σας· γυμνός και δε με ντύσατε· άρρωστος και στη φυλακή και δεν ήρθατε να με δείτε. Τότε θα του αποκριθούν και αυτοί λέγοντας: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή άρρωστο ή στη φυλακή και δε σε υπηρετήσαμε; Τότε θα τους αποκριθεί λέγοντας: Σας βεβαιώνω πως ό, τι δεν εκάματε σ' έναν από τους πιο τελευταίους τούτους, σ' εμένα δεν το εκάματε. Και θα πάνε τούτοι σε κόλαση αιώνια και οι δίκαιοι σε ζωή αιώνια.
ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
1. Η περικοπή μας διδάσκει, πως θα έλθει μια μέρα όπου όλοι μας θα δώσουμε λόγο στο Θεό για τις πράξεις που κάναμε πάνω στη γη κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Δεν πρέπει ο άνθρωπος να ξεχνάει πως ο Χριστός θα έλθει και πάλι στη γη κατά τη δευτέρα και ένδοξη Παρουσία του «κρίναι ζώντας και νεκρούς», όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως μας. Ο Κύριος την πρώτη φορά ήλθε στη γη ως ταπεινός άνθρωπος, τη δεύτερη φορά θα έλθει ως Βασιλέας και Κριτής. Την πρώτη φορά μας έδωσε αγάπη για να σωθούμε όλοι, τη δεύτερη θα μας κρίνει με δικαιοσύνη.
2. Ο Κύριος μας παρουσιάζει πώς θα μαζευτούν όλοι οι άνθρωποι μπροστά του και πώς θα ξεχωρίσει όλους τους ανθρώπους, όπως ο τσοπάνης ξεχωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια. Ένα και μοναδικό κριτήριο θα έχει, που θα κρίνει τον κάθε άνθρωπο χωριστά. Είναι η εντολή της αγάπης και ο τρόπος που την εφάρμοσε ο κάθε άνθρωπος στη ζωή του. Πολύ απλά πράγματα θα ζητήσει εκείνη την ημέρα ο Κύριος από τους ανθρώπους. Θα δει αν δώσαμε ένα κομμάτι ψωμί στον πεινασμένο. Ένα ποτήρι νερό στο διψασμένο. Ένα ρούχο στο γυμνό. Μια φιλοξενία στον άστεγο. Μια προστασία στη χήρα και το ορφανό. Μια επίσκεψη στον άρρωστο και το φυλακισμένο. Ο Χριστός περιορίζεται στα λίγα πράγματα για να μη δικαιολογηθεί κανείς πως δεν μπορούσε να προσφέρει στους άλλους κάτι περισσότερο, επειδή και ο ίδιος δε θα είχε.
3. Το σπουδαιότερο όμως είναι πως ο άνθρωπος προσφέρει στο συνάνθρωπο του κάτι, επειδή τον αγαπά. Και αγαπά τον πλησίον, επειδή αγαπά το Θεό και το Χριστό. Αυτή τη μεγάλη αλήθεια μας παρουσιάζει ο Κύριος, όταν λέγει: «Σας βεβαιώνω πως ό,τι εκάματε σ' έναν από τους πιο τελευταίους αδελφούς μου, σ' εμένα το εκάματε». Αυτό μας διδάσκει πως ο Χριστός συνδέει τον εαυτό του με κάθε άνθρωπο ιδιαίτερα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αλήθεια που να ενισχύει και να παρηγορεί τον καθένα μας.
4. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μας καλεί όλους να αρχίσουμε από σήμερα τα έργα της αγάπης μας. Στην οικογένεια, στο σχολείο, στη γειτονιά, στο δρόμο, που περπατάμε και όπου αλλού βρεθούμε, συναντάμε ανθρώπους που έχουν ανάγκη από τη δική μας αγάπη. Μια βοήθεια, μια καλοσύνη, λίγο φαγητό στο φτωχό της γειτονιάς, μια επίσκεψη στον άρρωστο, μια συμπαράσταση στον πονεμένο, όλα αυτά θα μας βοηθήσουν από τώρα να νιώσουμε έμπρακτα την αγάπη στην καρδιά μας. Έτσι δε θα έχουμε λόγο να φοβόμαστε την ημέρα της κρίσεως, που ο Κύριος θα μας αποδώσει δικαιοσύνη. Θα την περιμένουμε σαν την ημέρα εκείνη, που ο Χριστός θα μας βραβεύσει και θα μας πει: « Ελάτε οι ευλογημένοι από τον πατέρα μου να κληρονομήσετε τη Βασιλεία των ουρανών».


Ματθαίου κεφ. κε' στίχοι 31-46

Αδελφοί,
Το ευαγγέλιο του Χριστού, η διαθήκη Του, είναι εντολή αγάπης. Είναι εντολή καινή,δηλ.νέα, όπως ο κόσμος είναι αρχαίος και παρωχημένος. Η χριστιανική εντολή της αγάπης, δεν είναι αόριστη φιλοσοφία ,ούτε μια όμορφη ανθρώπινη ιδέα. Η αγάπη δεν έχει οπαδούς, γι'αυτό και δεν έχει δούλους. Η αγάπη έχει μαθητές,φίλους,πολίτες της βασιλείας του Θεού.Η αγάπη έχει ελεύθερους εν Χριστώ ανθρώπους που ζουν εν αυτή. Ζουν εν τω συνδέσμω της αγάπης.Είναι η αγάπη καινή πραγματικότητα. Το να αγαπώ εν Χριστώ δεν σημαίνει έχω ένα moto, ένα τρόπο ζωής, ένα ευσεβιστικό καθήκον, κάτι που οφείλω στον αυστηρό Κριτή Θεό. Η αγάπη είναι η ίδια η εν Χριστώ ύπαρξη. Μαθητής του Χριστού είναι ο αγαπών και ο αγαπών είναι μαθητής του Χριστού. 
Η εντολή της αγάπης έχει κύριο εκφραστή της τον Χριστό, γιατί ο ίδιος ο Θεός κατά τον λόγο του θεολόγου Ιωάννη αγάπη εστί. Ο Ιησούς Χριστός έως τέλους αγάπησε τους μαθητές Του, στον έσχατο δηλαδή βαθμό. Για μας σαρκώθηκε, για μας κενώθηκε,για μας φτώχυνε,για μας θυσιάστηκε, για μας ανέβηκε στον ατιμωτικό σταυρό,για μας κατέβηκε στον άδη του θανάτου,για μας αναστήθηκε από τον τάφο,για μας ανελήφθη  στον Πατέρα, για μας άνοιξε την πόρτα του Παραδείσου. Και άφησε οδοδείκτη την αγάπη.Η παλαιά συμφωνία τουΘεού με τον Μωϋσή και τους Ιουδαίους σφραγιστηκε με αίμα και θυσία ζώων στο όρος Σινά. Η καινή διαθήκη όμως του Χριστού με την Εκκλησία,σφραγίστηκε με το ίδιο το Αίμα Του πάνω στον βωμό του Σταυρού. Γι'αυτό και η καινή εντολή, το "αγαπάτε αλλήλους" είναι συνδεμένη με την έννοια της θυσιας και του σταυρού,την έννοια της κένωσης και του αυτοθυσιαστικού πνεύματος, της ανάστασης , αλλά και της θείας ευχαριστίας, όπου όλοι εν τη αγάπη του Χριστού και ο Χριστός εν ημίν.
Την αγάπη αυτή δεν μπόρεσε να την αντέξει ο κόσμος, ούτε θα μπορέσει ποτέ. Γι'αυτό οι μάρτυρες, γι'αυτό οι διωγμοί και οι σταυροί και η χλεύη και οι διώξεις κατά των χριστιανών. Γιατί η αγάπη δεν είναι στα μέτρα του κόσμου, αλλά στα μέτρα του Θεού.

Το σημερινό ευαγγέλιο είναι ευαγγέλιο κρίσεως δηλαδή δοκιμάζεται η χριστιανική μας ταυτότητα, η χριστιανική μας ιδιότητα και φυσικά προκαταγγέλεται βάσει των επιλογών μας η εσχατολογική μας κατάταξη: μακράν του Θεού ή με τον Θεό. Κριτήριο είναι λοιπόν η αγάπη.
Χαρακτηριστικά μας λέει το τροπάριο της Λιτής: "Τὰς τοῦ Κυρίου γνόντες ἐντολὰς οὕτω πολιτευθῶμεν· πεινῶντας διαθρέψωμεν, διψῶντας ποτίσωμεν, γυμνοὺς περιβαλώμεθα ξένους, συνεισαγάγωμεν, ἀσθενοῦντας, καὶ τοὺς ἐν φυλακῇ, ἐπισκεψώμεθα, ἵνα εἴπῃ καὶ πρὸς ἡμᾶς, ὁ μέλλων κρῖναι πᾶσαν τὴν γῆν· Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε, τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν".   
Ίσως νομίζουμε πώς δείχνοντας τέτοια ευσπλαγχνία στον αδελφό μας κάναμε κάτι σπουδαίο. Και είναι πραγματικά σπουδαία η ζωντανή έκφραση αγάπης γιατί κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη πάλι: "έτσι θα γνωρίσουν οι άλλοι το ότι είστε μαθητές μου , εάν αγαπάτε ο ένας τον άλλο". Αλλά πάντα υπάρχει η παγίδα της αυτοδικαίωσης,του αυτοεπαίνου,του εφησυχασμού ότι πράξαμε το ορθό και ούτως είμαστε γνήσιοι,σπουδαίοι,αληθινοί μαθητές. Ίσως νομίζουμε πώς προσφέροντας από το περίσσευμα μας στον αδελφό και μάλιστα ενώπιον όλων, με διάθεση διδακτική,αγνή ή υστερόβουλη, γιατί πάντα έχει ο άνθρωπος την τάση να αυτοκολακεύεται και την ταπεινή ανάγκη να αυτοπροβάλεται, εκπληρώσαμε το καθήκον μας και ούτως μας χρεωστά ο Θεός την βασιλεία και την κατάταξη μετά των αγίων. Έτσι όμως χάνουμε τον μισθό της αγάπης και "αγαπάμε" λάθος. Δυστυχώς ζούμε πολλές φορές με την ανασφάλεια και την πλάνη. Έχουμε ανάγκη ο ένας την αναγνώριση του άλλου. Οι πράξεις μας είναι σαν μια φωνή αγωνίας που λέει : "προσέξτε με, είμαι αγαθός,προσφέρω αγάπη και ζητώ την καρδιά σας".Στην αγάπη όμως δεν υπάρχει υστεροβουλία και η αγάπη δεν ζητά ανταλλάγματα. Δεν αγαπάμε για να αγαπηθούμε.  Αγαπάμε γιατί πρώτον ο Θεός μας αγάπησε. Με την αγάπη γινόμαστε του Θεού μιμητές. Με ταπείνωση αυτός που αγαπά αληθινά νιώθει πώς έκαμε το αυτονόητο χρέος. Θεραπεύοντας τον αδελφό, θεραπεύουμε τον ίδιο τον Χριστό, γιατί κατά το πατερικό "είδες τον αδελφό σου; είδες τον Θεό σου".

Η αγάπη σήμερον ίσως εξαντλείται σε μια φιλανθρωπική και καθηκοντική φιλανθρωπία, ιδιαιτέρως η κρίση μας έκανε πιό φιλεύσπλαχνους. Η αλήθεια είναι όμως πώς φοβόμαστε τον θάνατο και την πενία την δική μας. Καθρέφτης είναι η δυστυχία του αδελφού της δικής μας πιθανής κατάληξης.Έτσι εξορκίζουμε το κακό , με μεταφυσικό ίσως υπολογισμό. Βέβαια, η έμπρακτη και εμπειρική αγάπη, θα πρέπει να είναι αληθινή και πνευματική. Η αγάπη είναι αγιοπνευματικό δώρο.Ο αγαπών είναι αυτός πού αφού θρέψει, ποτίσει, ντύσει τον Χριστό εντός της καρδίας, αφού περιθάλψει τα πάθη και απεγκλωβίσει τον εαυτό του από την φυλακή της αμαρτίας για να λάμψει ο Χριστός, μεταδίδει την αγάπη ως αγιότητα και ως αλληλοπεριχώρηση στον πλησίον του. Γίνεται όλος αγάπη, παρανάλωμα αγάπης πνευματικής και περιθάλπει τον γυμνό, ασθενή και πεινασμένο, και πνευματικά αλλά και υλικά. Γιατί κύρια η υλική αγάπη θρέφει και στηρίζει την πνευματική και αντίστροφα.Έχουμε ανάγκη τόσον την αγιότητα, όσο και τον άρτο, τόσο το ένδυμα της θαλπωρής της ορθής πίστης, όσο και το υλικό ένδυμα. Τόσο τα φάρμακα των μυστηρίων και την παράκληση την πνευματική όσο και τον αγαθό λόγο στήριξης και παρηγοριάς. Μας λείπουν όχι μόνον οι φιλάδελφοι, αλλά κύρια οι άγιοι.

Στο στάδιο της νηστείας που θα μπούμε σε λίγο να μπούμε με θυσία και αγάπη. Η αγάπη είναι η αρετή που ουσιοποιεί, πού δίνει νόημα και σημασία στην νηστεία, στην προσευχή , στην μετάνοια. Χωρίς αγάπη να μην τολμήσει κανείς να μπει στο αγωνιστικό στάδιο της σαρακοστής γιατί θα χαθεί, όπως οι άπειροι ταξιδιώτες χάνονται στην έρημο. Αν θέλουμε να βιώσουμε ορθόδοξα,πνευματικά το Άχραντο Πάθος και την αγία Ανάσταση, τις δύο ύψιστες εκφρασεις αγάπης, να μάθουμε να αγαπάμε, να κάνουμε την ζωή μας μια ασκητική της αγάπης.Να μην χάσουμε την ουσία, αδελφοί, να μην χάσουμε το πολύτιμο θησαυρό της αγάπης, γιατί αλλιώς πάμε και εμείς χαμένοι.

Να έχουμε ένα κατά Χριστόν άγιο στάδιο εύχομαι με τις πρεσβείες, πάντων των αγίων .


Άγιος ιερομάρτυρας Πολύκαρπος (23 Φεβρουαρίου)




23 Φεβρουαρίου, η Εκκλησία εορτάζει την ιερή μνήμη του αγίου ιερομάρτυρα Πολυκάρπου επισκόπου Σμύρνης. Ο άγιος Πολύκαρπος μαρτύρησε το 156 μετά Χριστόν, σε ηλικία ενενήντα ετών. Ήταν μαθητής του αποστόλου και ευαγγελιστή Ιωάννη και φίλος του αγίου ιερομάρτυρα Ιγνατίου επισκόπου Αντιοχείας. Όταν ο άγιος Ιγνάτιος περνούσε από τη Σμύρνη, οδηγούμενος στη Ρώμη όπου μαρτύρησε στον ιππόδρομο, ο άγιος Πολύκαρπος ασπάσθηκε τις αλυσίδες, με τις οποίες τον είχαν δεμένο σαν κακούργο και τον αποχαιρέτισε με δάκρυα. Ο άγιος Ειρηναίος, μαθητής του αγίου Πολυκάρπου, λέει για το δάσκαλό του· «Νομίζω πως ακόμα τον ακούω να μας διηγείται πως ωμιλούσε με τον Ιωάννη και τους άλλους αυτόπτες μάρτυρες του Κυρίου»,
Ο άγιος λοιπόν Πολύκαρπος είναι από τους Επισκόπους της Εκκλησίας αμέσως μετά τους αγίους Αποστόλους. Σώζεται το Μαρτύριό του, σε ένα αρχαίο κείμενο, που ομιλεί για το πώς συνελήφθη και δικάστηκε και θανατώθηκε ο Άγιος. Εκεί λοιπόν ο άγιος Πολύκαρπος ονομάζεται «διδάσκαλος αποστολικός και προφητικός, επίσκοπος της εν Σμύρνη καθολικής Εκκλησίας». Το μεταποστολικό αυτό κείμενο πρέπει να γράφτηκε μέσα σε δέκα χρόνια από το θάνατο του αγίου Πολυκάρπου από αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων. Βλέπομε λοιπόν εκεί όχι μόνο τη μαρτυρική τελείωση του αγίου, αλλά και τον τρόπο γενικά, με τον οποίο στους διωγμούς πιάνονταν οι Άγιοι κι έδιναν τη ζωή τους για την πίστη τους.
Σύμφωνα πάντα με το Μαρτύριο του αγίου Πολυκάρπου, σε μια εξέγερση των Εβραίων και των ειδωλολατρών εναντίον των χριστιανών, ο Άγιος κρύφτηκε από τους πιστούς στα περίχωρα της Σμύρνης. Ο εξαγριωμένος όχλος φώναζε· «Αίρε  τους αθέους! Ζητείσθω ο Πολύκαρπος!». Άθεοι ήσαν οι χριστιανοί, κι ο Πολύκαρπος ο υπεύθυνος της Εκκλησίας. Μια νύχτα τότε, ο άγιος Πολύκαρπος είδε όνειρο πως καιγόταν το προσκέφαλό του· προβλέποντας το μαρτυρικό θάνατό του, είπε το πρωί στους χριστιανούς·  «η βουλή τού Θεού είναι να καώ ζωντανός». Οι διώκτες ανακάλυψαν κι έπιασαν τον Άγιο την ώρα που προσευχότανε και, καθώς λέγει το αρχαίο κείμενο, «τον κάθισαν σ’ ένα υποζύγιο και τον έφεραν στην πόλη», κι η ημέρα ήταν Μέγα Σάββατο.
Πολλοί από εκείνους που πήγαν να πιάσουν τον άγιο Πολύκαρπο μετανόησαν, όταν τον είδαν ένα τέτοιο σεβαστό γέροντα να προσεύχεται. Αλλά ο ανακριτής ύστερα προχώρησε στο έργο του. «Τί κακό είναι τάχα», είπε στον Άγιο, «να αποδώσεις τιμή στον Καίσαρα και να θυσιάσεις στους Θεούς για να σωθείς;». Κι ο άγιος Πολύκαρπος με θάρρος και αποφασιστικότητα απάντησε· «δεν θα κάνω αυτό που με συμβουλεύετε». Ο ανακριτής και δικαστής συνέχισε· «Σεβάσου την ηλικία σου. Ορκίσου στο βασιλιά. Ορκίσου και θα σε απολύσω. Βρίσε το Χριστό». Αυτές ήσαν οι στερεότυπες προτροπές και υποσχέσεις σε κάθε ανάκριση και δίκη των χριστιανών.
Σε όλα αυτά ο γέροντας επίσκοπος απάντησε· «Ογδόντα έξη χρόνια υπηρετώ το Χριστό και δεν με αδίκησε σε τίποτε, πώς μπορώ να βλασφημήσω το Σωτήρα μου;». Αμέσως ύστερα ο δημόσιος κήρυκας φώναξε στο λαό· «Ο Πολύκαρπος ομολόγησε πως είναι χριστιανός!». Κι ο λαός, έτοιμος όπως πάντα, έριξε τη ψήφο του· «Αυτός είναι ο διδάσκαλος της Ασίας, ο πατέρας των χριστιανών, που κατάργησε τους θεούς μας, που διδάσκει να μην τους προσκυνούν!». Στο τέλος, αληθεύοντας το όνειρο, η απόφαση ελήφθη· ο Πολύκαρπος να καεί ζωντανός. Όταν πήγαν να τον δέσουν στο στύλο για να βάλουν γύρω του φωτιά, ο Πολύκαρπος είπε· «Αφήστε με, ανάψτε τα ξύλα και πέφτω μόνος μου στη φωτιά». Όταν σε λίγο φούντωσαν οι φλόγες, έκαναν σαν καμάρα επάνω από το γηραλέο σώμα και δεν το έκαιγαν, παρόμοια σαν τους τρεις παίδες στη Βαβυλώνα. Στο τέλος ο δήμιος με το μαχαίρι πήρε το λευκόμαλλο κεφάλι του αγίου επισκόπου.
Ένα Μέγα Σάββατο, που ξημέρωνε στην ημέρα της Ανάστασης, ο αποστολικός διδάσκαλος και επίσκοπος Σμύρνης Πολύκαρπος «ετελειώθη δι’ αίματος» και κοιμήθηκε για να εγερθεί «εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα». Όταν έμπαινε στο στάδιο, μια φωνή που την άκουσαν όσοι πιστοί τον συνόδευαν, ήλθε από τον ουρανό. «Ίσχυε Πολύκαρπε, και ανδρίζου!». Ήταν η φωνή εκείνου, που λέγει στην “Αποκάλυψη” «…εγενόμην νεκρός, και ιδού ζων είμι εις τους αιώνας των αιώνων». Η ίδια φωνή, που λέγει και προς τον άγγελο «της εν Σμύρνη Εκκλησίας»· «Γίνου πιστός άχρι θανάτου και δώσοί σοι τον στέφανον της ζωής». Αμήν.
(«Εικόνες έμψυχοι», +Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου