ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

Αγία Λυδία η Φιλιππησία και Άγιος Θαλλέλαιος 20 Μαΐου

Η Αγία Ισαπόστολος Λυδία η Φιλιππησία

Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Η αγία Λυδία καταγόταν από τά Θυάτειρα καί διέμενε στούς Φιλίππους τής Μακεδονίας. Πρόκειται γιά πρόσωπο μέ ιερή ανησυχία. Δέν τήν ανέπαυε η φιλόϋλη θρησκεία τών ειδώλων καί δέν ανεχόταν νά λατρεύη θεούς πού μάλωναν, αλλά καί οργίαζαν μεταξύ τους. Μέσα της έγινε ένας ευλογημένος σεισμός, ο οποίος γκρέμισε τά είδωλα καί συγχρόνως έγινε η αφορμή νά οδηγηθούν τά βήματά της στόν κήπο προσευχής τών Ιουδαίων. Εκεί γνώρισε τόν νόμο τού Ισραήλ καί άναψε μέσα της η δίψα γιά τήν αναζήτηση καί εύρεση τού Σωτήρα τού κόσμου, γιά τόν οποίο άκουσε αργότερα από τόν Απόστολο Παύλο.
Tήν περίοδο πού η αγία Λυδία βρισκόταν στούς Φιλίππους τής Μακεδονίας, ο Απόστολος Παύλος ήταν στήν Τρωάδα καί είδε σέ όραμα άνθρωπο ντυμένο μέ μακεδονική στολή, νά τόν παρακαλή καί νά τόν προσκαλή νά έλθη στήν Μακεδονία, λέγοντάς του: «διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησον ημίν» (Πρ. ιστ', 9). Ο Απόστολος Παύλος θεώρησε ότι αυτό ήταν θεϊκή πρόσκληση καί γι’ αυτό πήγε στήν Μακεδονία καί συγκεκριμένα στήν αρχαία πόλη τών Φιλίππων, όπου καί κήρυξε τό Ευαγγέλιο στόν τόπο προσευχής τών Ιουδαίων, δίπλα στίς όχθες τού Ζυγάκτου ποταμού. Εκεί ήταν συγκεντρωμένες πολλές θεοφοβούμενες γυναίκες, μερικές από τίς οποίες πίστεψαν στόν λόγο του. Αλλά εκείνη πού περισσότερο από όλες ενθουσιάστηκε από τό κήρυγμά του ήταν η αγία Λυδία, η οποία δήλωσε κατηγορηματικά στόν Απόστολο Παύλο ότι πιστεύει στόν Χριστό καί θέλει νά βαπτισθή, καί εκείνος τήν βάπτισε μαζί «μέ τόν οίκον αυτής». Καί έτσι έγινε η πρώτη Χριστιανή τής Μακεδονίας, αλλά καί τής Ευρώπης. Γιά νά δείξη δέ τήν ευγνωμοσύνη της, φιλοξένησε στό σπίτι της τόν Απόστολο Παύλο καί τήν συνοδεία του. Καί μάλιστα, γιά νά τό κατορθώση αυτό επέμενε πολύ, μέχρι πού τούς πίεσε. Γράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς στίς Πράξεις τών Αποστόλων ότι «παρεκάλεσε λέγουσα ει κεκρίκατέ με πιστήν τώ Κυρίω είναι, εισελθόντες εις τόν οίκον μου μείνατε καί παρεβιάσατο ημάς» (Πρ. ιστ', 15).
Ο ιερός υμνογράφος, στό Απολυτίκιο τής αγίας Λυδίας, λέγει μεταξύ τών άλλων: «Τόν Θεόν σεβομένη διανοίας ευθύτητι, τό τής χάριτος φέγγος υπό Παύλου εισδέδεξαι, καί πρώτη εν Φιλίπποις τώ Χριστώ, επίστευσας θεόφρον πανοικεί...».
Ο βίος καί η πολιτεία της μάς δίνουν τήν αφορμή νά τονίσουμε τά ακόλουθα:
Πρώτον. «Τόν Θεόν σεβομένη διανοίας ευθύτητι».
Η ευθύτητα τής διάνοιας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν καθαρότητα τής καρδιάς, τήν αγάπη, τήν προσευχή καί τήν αληθινή λατρεία τού Τριαδικού Θεού, καί θά μπορούσαμε νά πούμε ότι είναι ο αγωγός διά τού οποίου εισέρχεται μέσα στόν άνθρωπο η Χάρη τού Θεού καί τόν αναγεννά. Γι’ αυτό καί ο Προφήτης Δαυΐδ, μετά τήν πτώση του στό διπλό αμάρτημα τού φόνου καί τής μοιχείας, αφού μετανόησε ειλικρινά, παρακάλεσε μέ δάκρυα τόν Θεό νά τού καθαρίση τήν καρδιά καί νά τού δώση «πνεύμα ευθές». «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός, καί πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοίς εγκάτοις μου». Αλλά καί ο Προφήτης Ησαΐας, προτρέποντας τόν λαό νά μετανοήση καί νά επιστρέψη στήν οδό τού Θεού, έλεγε ότι ο άνθρωπος θά μπορέση νά δή τόν Σωτήρα τού κόσμου καί θά μεθέξη τής δόξης τού Θεού όταν εγκαταλείψη τούς τραχείς δρόμους τής αμαρτίας, τούς οποίους βαδίζει, καί επιστρέψη στάς λείας οδούς τού Θεού. Δηλαδή, όταν ετοιμάση κατάλληλα τόν εαυτό του μέ τήν απόκτηση ευθύτητας, ειλικρίνειας καί ταπείνωσης. «Τάδε λέγει Κύριος, ετοιμάσατε τήν οδόν Κυρίου. ευθείας ποιείτε τάς τρίβους τού Θεού ημών. πάσα φάραγξ πληρωθήσεται καί πάν όρος καί βουνός ταπεινωθήσεται, καί έσται πάντα τά σκολιά εις ευθείαν καί η τραχεία εις οδούς λείας καί οφθήσεται η δόξα Κυρίου, καί όψεται πάσα σάρξ τό σωτήριον τού Θεού» (Ησ. μ', 4-5).
Στίς ημέρες μας, δυστυχώς, η ευθύτητα καί η ειλικρίνεια αποτελούν είδος πρός εξαφάνιση. Αντίθετα, πλεονάζουν η πονηρία, η ανειλικρίνεια, οι μηχανορραφίες καί οι δολοπλοκίες. Ο καθένας, όμως, από μάς έχει τήν δυνατότητα νά δουλέψη στόν εαυτό του καί μέ τήν Χάρη τού Θεού καί τόν προσωπικό του αγώνα μπορεί νά αποκτήση «καρδίαν καθαράν καί πνεύμα ευθές». Θά πρέπει δέ νά σημειωθή ότι η προσωπική βελτίωση τού καθενός από μάς θά βελτιώση καί τήν κοινωνία, αφού η κοινωνία αποτελείται από όλους εμάς. Είναι ο μοναδικός τρόπος γιά τήν αλλαγή τής κοινωνίας πρός τό καλύτερο καί άλλος τρόπος από αυτόν δέν υπάρχει.
Δεύτερον. «Επίστευσας θεόφρον πανοικεί».
Είναι στ’ αλήθεια ωραία εικόνα νά βλέπη κανείς μιά ολόκληρη οικογένεια νά ασπάζεται τήν αληθινή πίστη, νά βαπτίζεται καί στήν συνέχεια νά φιλοξενή στό σπίτι της τόν Απόστολο τού Χριστού μέ τήν συνοδεία του. Πράγματι, τό γεγονός αυτό -τής επικοινωνίας μέ αγιασμένους ανθρώπους- αποτελεί αληθινή ευλογία, καθώς καί πηγή έμπνευσης γιά τήν περαιτέρω πορεία όλων τών μελών τής οικογένειας, καί ιδιαίτερα τών παιδιών, αφού η σύνδεση τών παιδιών μέ ανθρώπους οι οποίοι αποτελούν υγιή πρότυπα ζωής, είναι ό,τι καλύτερο μπορεί νά συμβή στήν ζωή τους. Όταν οι γονείς αγαπούν τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους τους, αυτό σημαίνει ότι είναι καί μεταξύ τους αγαπημένοι καί αυτό έχει μεγάλη επίδραση στήν ψυχολογία τών παιδιών, στήν διαμόρφωση τής προσωπικότητάς τους καί στήν ομαλή πορεία τους μέσα στήν κοινωνία. Τό παράδειγμα τών γονέων αποτελεί τό θεμέλιο πάνω στό οποίο κτίζεται τό πνευματικό οικοδόμημα τής ζωής τών παιδιών. Επίσης, τά παιδικά βιώματα μένουν ανεξίτηλα στήν μνήμη καί τήν καρδιά καί επομένως όταν τά παιδιά συνδέονται μέ φορείς τής ορθοδόξου παραδόσεως, τότε αγαπούν τήν δική τους παράδοση, μπορούν νά τήν ξεχωρίζουν από άλλες παραδόσεις καί δέν κινδυνεύουν νά αλλοτριωθούν σέ οποιεσδήποτε συνθήκες ζωής καί άν βρεθούν. Πολύ σωστά έχει λεχθή ότι οι λαοί καί τά έθνη πού δέν γνωρίζουν καί κυρίως δέν βιώνουν τήν παράδοσή τους απειλούνται μέ αφανισμό.
Η βίωση τής ορθόδοξης παράδοσης στήν αυθεντική της μορφή δημιουργεί τίς προϋποθέσεις γιά τήν απόκτηση εσωτερικής καθαρότητας, ευθύτητας καί ειλικρίνειας, καί όταν αυτό πραγματοποιηθή, τότε «οφθήσεται η δόξα Κυρίου, καί όψεται πάσα σάρξ τό σωτήριον τού Θεού».– 



Άγιος Θαλλέλαιος ο Ανάργυρος (20 Μαΐου)





Ο Άγιος Μάρτυς Θαλλέλαιος καταγόταν από τον Λίβανο και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Νουμεριανού (283-284 μ.Χ.). Ο πατέρας του ονομαζόταν Βερούκιος και η μητέρα του Ρωμυλία (κατ’ άλλους Βερεκκόκιος και Ρομβυλιανή). Είχε σπουδάσει την ιατρική επιστήμη και προσέφερε πιο πάντες αφιλοκερδώς και με αγάπη τις ιατρικές του υπηρεσίες, γι’ αυτό και εντάσσεται στην κατηγορία των γνωστών Αναργύρων.
Για την πίστη του στον Χριστό τον συνέλαβαν οι ειδωλολάτρες στην Ανάζαρβο, πρωτεύουσα της δεύτερης επαρχίας της Κιλικίας, κρυμμένο μέσα στο δάσος και τον οδήγησαν στον άρχοντα Τιβεριανό. Εκείνος, επειδή ο Άγιος δεν πειθόταν να θυσιάσει στα είδωλα, πρόσταξε να του τρυπήσουν τους αστραγάλους και να τον κρεμάσουν με το κεφάλι προς τα κάτω. Τόση δε ήταν η υπομονή του Αγίου, την οποία επέδειξε κατά το φρικτό αυτό μαρτύριο, ώστε δύο από τους βασανιστές του στρατιώτες, ονόματι Αλέξανδρος και Αστέριος, πίστεψαν και αφού ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό, αποκεφαλίσθηκαν. Κατόπιν ο Τιβεριανός πρόσταξε και έριξαν τον Άγιο στη θάλασσα να πνιγεί. Εκείνος όμως, δεν έπαθε τίποτε και βγήκε από την θάλασσα φορώντας ολόλευκη εσθήτα. Μετά από την θαυματουργική αυτή διάσωσή του τον έριξαν στο στάδιο να τον κατασπαράξουν πεινασμένα σαρκοβόρα θηρία. Όμως τα θηρία δεν τον πλησίασαν και έμεινε και πάλι αβλαβής.
Έτσι ο Μάρτυς Θαλλέλαιος αποκεφαλίσθηκε διά ξίφους στην Έδεσσα των Αιγαίων, το φθινόπωρο του 284 μ.Χ. (κατά άλλους τον Μάιο του 289 μ.Χ.) και έλαβε τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου.
Η Σύναξή του ετελείτο στο μαρτύριό του, το οποίο βρισκόταν εντός του Ναού του Αγίου Αγαθονίκου. Πλην του ναΐσκου αυτού γνωρίζουμε και το ναό κοντά στο όρος του Αυξεντίου. Επ’ ονόματι του Αγίου υπήρχε και μονή στην Παλαιστίνη, την οποία, κατά τη μαρτυρία του Προκοπίου, «ἀνανεώσατο» ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527 – 565 μ.Χ.). Φαίνεται δε ότι ορισμένες μονές εόρταζαν τη μνήμη του Αγίου Θαλλελαίου στις 3 Σεπτεμβρίου, ενώ άλλοι και στις 23 Αυγούστου, ημέρα κατά την οποία ο Μάρτυς προσήχθη σε ανάκριση.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου