Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ
Πρωτοπρ. Γεωργίου Δορμπαράκη
«Η Αγία Άννα, η γιαγιά κατά σάρκα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ήταν από τη φυλή του Λευί, κόρη του ιερέα Ματθάν και της γυναίκας του Μαρίας. Ο Ματθάν ιεράτευε επί της βασιλείας Κλεοπάτρας και Σαπώρου ή Σαβωρίου, βασιλιά των Περσών, και της βασιλείας Ηρώδου του Αντιπάτρου. Ο Ματθάν είχε τρεις κόρες, τη Μαρία, τη Σοβή και την Άννα. Παντρεύτηκε η πρώτη στη Βηθλεέμ και γέννησε τη Σαλώμη, τη μαία. Παντρεύτηκε η δεύτερη, κι αυτή στη Βηθλεέμ, και γέννησε την Ελισάβετ (τη μητέρα του Ιωάννη του Προδρόμου). Παντρεύτηκε δε και η Τρίτη, η Άννα, στη γη της Γαλιλαίας, και γέννησε Μαρία τη Θεοτόκο, που σημαίνει ότι η Σαλώμη, η Ελισάβετ και η αγία Μαρία η Θεοτόκος, ήσαν κόρες τριών αδελφών και μεταξύ τους πρωτεξαδέλφες. Αυτή λοιπόν η Άννα, αφού γέννησε τη σωτηρία όλου του κόσμου, την Παναγία, και την απογαλάκτισε, την ανάθεσε στον Ναό, ως άμωμο δώρο στον παντοκράτορα Θεό, και έζησε το υπόλοιπο της ζωής της, μέχρις ότου εξεδήμησε εν ειρήνη προς τον Κύριο, με νηστείες και ευεργεσίες προς αυτούς που είχαν ανάγκη. Τελείται δε η αυτής Σύναξις εν τω Δευτέρω».
Όλη η ακολουθία της ημέρας, εσπερινού και όρθρου, υπέρλαμπρη και φωτοφόρος, είναι γεμάτη από ωραιότατα εγκώμια προς την Αγία Άννα, στα οποία καλείται να μετάσχει «εν κυμβάλοις ψαλμικοίς», κατά το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού, «πάσα η κτίσις». «Μετ’ εγκωμίων εκτελείται η ένδοξος μνήμη σου…Άννα θεόκλητε». Ο εγκωμιασμός όμως δεν είναι μόνον για την αγία Άννα. Μετέχει σ’ αυτόν και ο σύζυγός της, ο δίκαιος Ιωακείμ, γιατί αυτός είναι, κατά κάποιο τρόπο, ο ήλιος, που ενώθηκε με τη σελήνη, την αγία Άννα, για να προέλθει η ακτίνα της Παρθενίας, η Παναγία Μαριάμ, η κόρη τους. «Ήλιος ώσπερ τη σελήνη τη Άννη ενούμενος, ο κλεινός Ιωακείμ, της παρθενίας ακτίνα γεννά». «Ω, μακαρία δυάς, υμείς πάντων γεννητόρων υπερήρθητε…» Μακάρια δυάδα, που ξεπεράσατε όλους τους γονείς. Αιτία βεβαίως για τον πλούτο των εγκωμίων είναι αυτό που ο καθένας κατανοεί: από τον Ιωακείμ και την Άννα, γεννήθηκε η Παναγία, η οποία έφερε στον κόσμο, μέσα στο βάθος του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία αυτού, τον ίδιο τον Θεό εν σαρκί, τον Κύριο Ιησού Χριστό. «Δια της Παναγίας, της Θεότητος αυγή επέλαμψε». Με την Παναγία έλαμψε στον κόσμο το φως της Θεότητος. Και βεβαίως έτσι τιμώνται ο παππούς και η γιαγιά κατά σάρκα του Κυρίου μας. «Μνήμην τελούντες Δικαίων, των Προπατόρων Χριστού…».
Η αιτιολόγηση αυτή της φωτοφόρου εορτής της Κοιμήσεως της αγίας Άννης δεν συνιστά μία απλή αναφορά της όλης εορτής. Αποτελεί το κέντρο, την αδιάκοπα ανακυκλούμενη έννοια, τόσο που θα έλεγε κανείς ότι όλη η ακολουθία δεν κάνει τίποτε άλλο, από το να προβάλλει τον ερχομό του Χριστού διά της Παναγίας Μητέρας Του, και αυτό να το παρουσιάζει με διαφορετικές λέξεις και πολλαπλά λογοτεχνικά σχήματα, με εικόνες και με προτυπώσεις ακόμη από την Παλαιά Διαθήκη. Σαν να έχουμε το πολυτιμότερο διαμάντι στον κόσμο, και να το προβάλλουμε με όλων των ειδών τα φώτα και τους χρωματισμούς. «Οι εξ ακάρπων λαγόνων, ράβδον αγίαν την Θεοτόκον βλαστήσαντες, εξ ης η σωτηρία τω κόσμω ανέτειλε, Χριστός ο Θεός». «Της μητρός του Δεσπότου και Ποιητού, μήτηρ γέγονας Άννα πανευκλεής…» Έτσι η κοίμηση της αγίας Άννης, και μαζί με αυτήν του αγίου Ιωακείμ, λειτουργεί παραπεμπτικά και αναγωγικά: δι’ αυτών τιμάται και εγκωμιάζεται ο Κύριος Ιησούς Χριστός. «Μνήμην Δικαίων τελούντες, σε ανυμνούμεν, Χριστέ». Κι είναι φυσικό: αν ένας άνθρωπος έχει κάποια αξία είναι γιατί ο ίδιος ο Θεός τον έχει χαριτώσει και τον έχει υπερυψώσει. Κι αν αυτό ισχύει για όλους τους αγίους, πόσο μάλλον για τους κατά σάρκα προπάτορές Του, τον παππού Του και τη γιαγιά Του;
Η τιμή ασφαλώς για την αγία Άννα και τον άγιο Ιωακείμ δεν είναι μία εύνοια του Θεού χωρίς λόγο. Για να χαριτωθούν με αυτόν τον τρόπο – να γεννήσουν το καλύτερο άνθος της ανθρωπότητας, την Παναγία Θεοτόκο – συνήργησαν και οι ίδιοι, με την αγιασμένη ζωή τους, γεγονός που προβάλλει εξίσου πολλαπλώς η ακολουθία της ημέρας. «…Η νοητή χελιδών (η Αννα)…αμέμπτως εν σωφροσύνη βιωσαμένη καλώς». Με σωφροσύνη και με άμεμπτο τρόπο έζησε η αγία Άννα. «Τας νόμου εντολάς, θεαρέστως τηρούσα, μητέρας Ισραήλ, υπερήρας απάσας…αγιόλεκτε Άννα, προμήτορ Κυρίου». Τήρησες τις εντολές του νόμου του Θεού, με θεάρεστο τρόπο, αγιόλεκτε Άννα, και ξεπέρασες όλες τις μητέρες του Ισραήλ. Με την προϋπόθεση αυτή, να τηρεί δηλαδή πάντοτε το θέλημα του Θεού, αναδείχτηκε η Άννα σ’ αυτό το υψηλό σημείο, να γίνει Μητέρα της Μητέρας του Θεού, γι’ αυτό και οι ύμνοι στη συνέχεια δεν παύουν να μιλούν για το τελικό αποτέλεσμα: να μετατεθεί στους κόλπους του Θεού και να είναι συνόμιλος των αγγέλων. Ο Χριστός «σε μεταθέμενος προς τα επουράνια, μετά δόξης, Άννα ένδοξε». «Σήμερον εκ της προσκαίρου μεταστάσα ζωής, εν τοις επουρανίοις μετά χαράς την πορείαν ποιουμένη αγάλλεται». Το ένδοξο τέλος της αγίας Άννης, τηρουμένων των αναλογιών, περιμένει βεβαίως και εμάς, εφόσον αγωνιζόμαστε στη ζωή αυτή να τηρούμε τις άγιες εντολές του Χριστού. Ο Θεός μας, μη ξεχνάμε, δεν είναι προσωπολήπτης.
Από τον βίο της οσίας Ολυμπιάδος
Τα ολόλευκα αvθοστέφαvα της γης, τα γιορτινά και γαμήλια, δεν τα χάρηκε για πολύ. «Νύμφη γεγοvέvαι πρός ὀλίγας ἡμέρας Νεβριδίου τoῦ ἐπάρχου, σύµβιος γεγονυῖα τoῦ θείου λόγου».
Η ευγενής Ολυµπιάς. Κόρη του κόμητα Σελεύκου, «κεκοσμημέvn καί γέvει καί πλούτῳ καί παιδείᾳ μαθημάτων πολυτελών καί εὐφυΐᾳ φύσεως καί ἄvθους ὥρᾳ».
Στη δροσιά της νιότης «ἄωρος-πρόωρη-χήρα», «παρθεvεύουσα τῷ Xριστῷ». Βίος ανθόσπαρτος και πλούτος αμύθητος και όλες της γης οι χαρές δεν τη ξιπάζουν. «Απαρνήθηκα τελείως την κενοδοξία που μπορούσε να προέλθει από τον πλούτο της κληρονομιάς, για να μην παραμελήσω τον πλούτο των φυσικών αρετών στρεφομένη γύρω από την ύλη» θα απαντήσει απολογουμένη στον βασιλιά Θεοδόσιο, που την παρακινούσε-εξεβίαζε προς γάμο με συγγενή του. Και ξέφυγε γρήγορα, αφού υπερπήδησε την παγίδα του δεύτερου γάμου τρέχουσα σαν «δορκάς». Εκείνη τα στέφανα του νυμφίου Χριστού ποθεί. Και για v’ αρέσει σ’ Εκείνον βάλθηκε να στολιστεί της αρετής τ’ αvθοστέφαvα. Έτσι μπαίνει ολόχαρη στων αρετών το στάδιο:
Αφού διαμοίρασε στους φτωχούς και στα έργα της Εκκλησίας από τον «άπειρο και αμέτρητο πλούτο της», αναζωογόνησε τη φλόγα του θείου έρωτα μέσα της. Πατέρας, οδηγός και αλείπτης στους αγώνες της ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Χρυσόστομος. Σε ηλικία είκοσι πέντε ετών χειροτονείται διακόνισσα και κτίζει μοναστήρι. Στην αγία εκείνη μάνδρα συγκέντρωσε 250 συμμονάστριες, «τῆς παρθενίας τῷ στεφάvῷ κεκοσμημένας», αφού πρόσφερε στην Εκκλησία, «διά τοῦ ἁγιοτάτου Πατριάρχου Ἰωάννου» και όλες τις άλλες ακίνητες κτήσεις της. Αφοσιωμένη πλήρως στο πολύπλευρο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο του Χρυσοστόμου τον υπηρετεί, όπως οι μαθήτριες διακονούσαν τον Κύριο από τα υπάρχοντά τους. Και όταν εκείνος διώκεται και χωρίζεται αδίκως από το ποίμνιό του και εξορίζεται, η οσία Ολυμπιάς γίνεται κοινωνός των θλίψεων και των αναγκών του.
Αγωνίζεται με άφθονα δάκρυα ημέρα και νύκτα υπέρ της αληθείας, όταν το σκάφος της Εκκλησίας κλυδωνίζεται και καταποντίζεται μέσα στο πέλαγος των πειρασμών. Αγωνίζεται, αλλά μάταια, να φέρει τον Χρυσόστομο πλησιέστερα από τη µακρινή εξορία του και φροντίζει για τις όποιες ανάγκες του. Εξόριστη εξ αιτίας του στη Νικομήδεια, συκοφαντούμενη, βυθισμένη σε ποικίλες θλίψεις και δοκιμασίες, αγωνίζεται τον καλόν αγώνα της πίστεως και της υπομονής. Από εκεί και ξεγλύστρισε από την τρικυμία των ανθρωπίνων, στο λιμάνι του ποθητού Νυμφίου της, λελαμπρυσμένη με τα στέφανα των πολύπονων αγώνων της αρετής.
Αγώνες για την αρετή
«Όσο και αν διηγηθώ τους άθλους και τις αρετές της πυρωμένης αυτής ψυχής, οι λόγοι θα φανούν φλύαροι και ταπεινοί μπροστά στα έργα της», ομολογεί ο βιογράφος της. «Ήταν γεμάτη με όλη την ευλάβεια· φρόντιζε τις χήρες, ανέτρεφε τα ορφανά, υπεράσπιζε τους γέροντες, οδηγούσε τους πλανημένους, ελεούσε τους πάντας. Αφού ελευθέρωσε το πλήθος των υπηρετών της, τους κατέστησε ισότιμους με την ευγένειά της ή καλύτερα ευγενέστερους απ’ αυτήν στην εμφάνισή τους. Διότι δεν μπορούσε να βρεθεί τίποτε ευτελέστερο από τα ενδύματά της, αφού ήταν ανάξια και των κουρελήδων ακόμη. Με ηπιότητα «υπετάσσετο σε κάθε άνθρωπο διά τον Κύριον», μιμουμένη στην αρετή τον Πατριάρχη Ιωάννη. «Ακενόδοξος βίος, άπλαστος χαρακτήρας, άυπνη αγρυπνία, άυλο σώμα, αμέτρητη αγάπη, συνεχείς ελπίδες στον Θεό, εγκαλλώπισμα όλων των ταπεινών… Όλη η αβίωτη ζωή της κυλούσε με κατάνυξη κι άφθονη ροή δακρύων από τους οφθαλμούς της, που έβλεπαν πάντοτε αμετεώριστοι τον Χριστό»(2).
Εγκώμια του Ιωάννου Χρυσοστόμου
Αλλά για τις χρυσές αρετές της Ολυμπιάδος έχει πολλά να πει και η χρυσή γλώσσα του ιερού Χρυσοστόμου. Από την εξορία του με 17 επιστολές «προς την δέσποινά του, την αιδεσιμωτάτη και θεοφιλεστάτη διακόνισσα», προσπαθεί να διασκορπίσει τα βαριά νέφη της αθυμίας που τη συντρίβουν και να σπογγίσει τους κρουνούς των δακρύων της για τις άδικες συμφορές και διωγμούς στον ίδιο και την Εκκλησία. Την βεβαιώνει ότι ήγγισε την αψίδα των ουρανών με τις αρετές της:
«Ασύλητος ο θησαυρός των αρετών σου. Η ελεημοσύνη, της οποίας κατέχεις τα σκήπτρα και ντύθηκες από παλαιά το στεφάνι της, είναι μεγαλύτερη από την παρθενία. Της αγάπης σου το πέλαγος τόσο πολύ το άνοιξες, ώστε να φθάσει με ορμή έως τα πέρατα της οικουμένης. Ποιο σίδερο και ποιο διαμάντι δεν θα νικηθεί από την πολύτροπη υπομονή σου στα τόσα παθήματα. Ενώ έλαβες απαλή και τρυφερή σάρκα με κάθε είδος τρυφής, τώρα είναι νεκρωμένη από σένα την ιδία. Με εγκράτεια στην τράπεζα, στον ύπνο, έσβησες τις επιθυμίες της σάρκας και τώρα είσαι τελείως απαθής βιάζουσα τη φύση. Η απερίγραπτη ευτέλεια της ενδυμασίας σου ξεπερνά και τους ζητιάνους ακόμη. Κατεπάτησες τους γεώδεις λογισμούς της κοσμικής φαντασίας και με την αρετή σου πυγμάχησες με τους δαίμονες και κέρδισες μύριες νίκες, για τις οποίες ψάλλει όλη η οικουμένη. Διότι βαδίζοντας τη στενή και τεθλιμμένη οδό γυμνάστηκες σε όλα ως προς την υπομονή με το ασθενέστερο από τον ιστό της αράχνης σώμα σου»(3).
Στέφανοι για την αρετή
«Σκεπτομένη, λοιπόν, πόσο είναι το κέρδος του επίμοχθου βίου, να χαίρεσαι και να ευφραίνεσαι που από τη νεότητά σου βάδισες την κερδοφόρα και γεμάτη μύρα λαμπρά και ανθισμένα στεφάνια οδό. Μεγάλες προσδόκα τις αμοιβές, πολλά τα βραβεία, άφατες τις αντιδόσεις. Αναλογίσου τη χορεία με τις παρθένες, τις ιερές παστάδες, τον νυμφώνα των ουρανών, τη θαυμαστή εκείνη λαμπαδηφορία, τη διαμονή με τους αγγέλους, την με τον Νυμφίο Χριστό, τα αγαθά τα και λόγον και νουν υπερβαίνοντα…»(3).
Και η μακαρία Ολυµπιάς τελευτήσασα στους κατά Θεόν αγώνες για την αρετή «μακάριον ἤρατο (κέρδισε) κλέος, ἐν τῷ ἀπεράντῳ αἰῶνι στεφανηφοροῦσα».
Και για τα ύψη των αρετών, το ύψος των στεφάνων, η αγιότης:
Τῇ ΚΕ΄ μηνός Ιουλίου μνήμη της οσίας Ολυμπιάδος της διακόνου.
«Εἰ δέ μέγας ὁ τῆς ἀρετῆς ἀγών, καί ὁ στέφανος μείζων».
Η Οσία Ευπραξία.
Η Αγία αυτή ήταν κόρη του συγκλητικού Αντίγονου και της Ευπραξίας (η Άγια είχε το ίδιο όνομα με τη μητέρα της),που ήταν συγγενής του Θεοδοσίου του Μεγάλου (379-395). Μετά τον θάνατο του Αντιγόνου,η μητέρα της την παρέδωσε στον βασιλιά Θεοδόσιο για να την αποκαταστήσει.Αυτός την αρραβώνιασε πολύ μικρή με κάποιον συγκλητικό.Άλλα κατά τη διάρκεια κάποιας περιήγησης της στην Αίγυπτο, με τη συνοδεία της μητέρας της,η Ευπραξία επισκέφθηκε κάποια γυναικεία Μονή στη Θήβα της Άνω Αιγύπτου (όπου ηγουμένη ήταν μια αγία γυναίκα,που λεγόταν Μαρίνα) και τόσο της άρεσε η ζωή των εκεί ασκουμένων,ώστε αποφάσισε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της μαζί μ' αυτές.Η δε μητέρα της δεν έφερε αντίρρηση,επέστρεψε στην Ανατολή,πούλησε την κτηματική της περιουσία και επανήλθε στη Μονή.Εκεί αφού κατέθεσε όλα τα χρήματα από την πώληση της περιουσίας της,απεβίωσε ειρηνικά.Η δε κόρη της Ευπραξία,μοίρασε τα χρήματα αυτά στις εκκλησίες και στους φτωχούς και επιδόθηκε σε αυστηρότατη άσκηση για 45 ολόκληρα χρόνια.Έτσι ασκητικά και άγια αφού έζησε,παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα της στον Θεό, επιτελώντας πολλά θαύματα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου