Αγία Μεγαλομάρτυς Κυριακή
Στο
τέλος του 3ου αιώνος επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού στα μέρη της Μ. Ασίας
ζούσε ένα αντρόγυνο χριστιανών, ο Δωρόθεος και η Ευσεβία. Διακρίνονταν
για τη βαθιά και συνειδητή πίστη στον ένα και αληθινό Θεό, για τα έργα
της φιλανθρωπίας, για τη συνετή ζωή τους. Το ανδρόγυνο αυτό βίωνε έναν
κρυφό πόνο. Δεν είχαν αξιωθεί να αποκτήσουν παιδί που θα τους έδινε
μεγάλη ευτυχία και θα κληρονομούσε και τα πλούτη τους. Ο πόνος εντούτοις
δεν τους απογοήτευσε. Δεν τους παρέσυρε στο να βλασφημήσουν κατά του
Θεού. Αντίθετα. Λαμβάνοντας υπόψη τους τόσα αγιογραφικά περιστατικά
γονέων που δεν είχαν τέκνα και απέκτησαν μετά από θερμή προσευχή,
κατέφυγαν σ’ αυτό το ισχυρό όπλο. Ο δε Κύριος άκουσε τις θερμές
προσευχές του Δωροθέου και της Ευσεβίας και τους αξίωσε να αποκτήσουν
ένα κοριτσάκι το όποιο βάπτισαν Κυριακή, επειδή γεννήθηκε την ημέρα
αναστάσεως του Χριστού.
Ευγνώμονες τώρα προς τον Θεό, οι
ευτυχείς γονείς αφοσιώθηκαν στην ανατροφή της μοναχοκόρης τους Κυριακής,
με βάση την υπόδειξη του αποστόλου των εθνών Παύλου: «Να ανατρέφετε τα
παιδιά σας δίνοντάς τους αγωγή και συμβουλές που εμπνέονται από την
πίστη στον Κύριο» (Εφεσ. 6, 4). Της δίδαξαν την υπακοή, τη σεμνότητα,
την αφοσίωση στον Θεό, την αγνότητα σώματος και ψυχής, την εμπιστοσύνη
στην πρόνοια του Κυρίου, την αγάπη προς τους εμπερίστατους, την έμπρακτη
βίωση της χριστιανικής πίστεως. Και η Κυριακή δεν τους απογοήτευε.
Διότι από την τρυφερή ακόμα ηλικία της είχε δώσει δείγματα για το ποιά
επρόκειτο να γίνει καθώς μεγάλωνε. Όταν μάλιστα έφτασε σε ηλικία γάμου
ήταν στολισμένη όχι μόνο με σύνεση και σωφροσύνη, με μόρφωση και ήθος,
αλλά και με σπάνιο σωματικό κάλλος, που εντυπωσίαζε τους πάντες.
Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, οι γονείς της ονειρεύονταν και προσδοκούσαν έναν καλό γάμο για τη μοναχοκόρη τους.
Ενώ όμως έτσι σκέπτονταν οι γονείς της
Κυριακής και αυτά ονειρεύονταν οι οικογένειες των υποψήφιων γαμπρών, η
ίδια άλλα είχε αποφασισμένα με το νου και την καρδιά της. «Δέν
μετεχειρίζετο τό κάλλος τῆς εἰς ἔρωτας νέων ἀτάκτων…, οὔτε παρέκυπτεν
ἀπό τά παράθυρα διά νά ἀγρεύη τάς ψυχᾶς τῶν ἀνδρῶν», όπως επισημαίνει ο
Συναξαριστής.
Αντίθετα, επιδιδόταν με ιδιαίτερο ζήλο στο να στολίζει την
ψυχή της με προσευχή, με εγκράτεια, με σιωπή και με νηστείες. Διότι,
θέλοντας να μιμηθεί την Υπεραγία Θεοτόκο, επέλεξε την οδό της παρθενίας,
επηρεασμένη και από τα θεόπνευστα λόγια του αποστόλου Παύλου προς τους
Κορινθίους, τα σχετικά με τον γάμο και την αγαμία (παρθενία). Η φράση
μάλιστα του Παύλου «Κι αυτός που προχωρεί σε γάμο κάνει καλά, κι αυτός
που δεν προχωρεί θα κάνει ακόμα καλύτερα» (Α΄ Κορ. 7, 38), την ώθησε να
λάβει την οριστική της απόφαση. Έτσι, όταν οι ευσεβείς γονείς της
πρότειναν να ασχοληθεί και με το θέμα της αποκαταστάσεώς της διά του
γάμου, την άκουσαν να τους λέει ότι δεν επιθυμεί κάτι παρόμοιο και τους
παρακάλεσε να μην επανέλθουν στο ζήτημα αυτό, επειδή διακαώς ποθούσε να
αφιερώσει σώμα και ψυχή στον Κύριο και την αειπάρθενη Μητέρα του. Ο
Δωρόθεος και η Ευσεβία, όντας πιστοί χριστιανοί, εκτίμησαν την παράκληση
της μοναχοκόρης τους και δόξασαν τον Θεό που όχι μόνο τους χάρισε την
Κυριακή, αλλά και διότι ήταν τόσο ευλογημένη ψυχή.
Ένας πλούσιος αξιωματούχος της περιοχής,
ειδωλολάτρης, όταν πληροφορήθηκε για την Κυριακή, την ομορφιά, το ήθος
και την οικονομική κατάσταση των γονιών της, έσπευσε να τη ζητήσει για
νύφη του και σύζυγο του μοναχογιού του. Καθώς έμαθε τα καθέκαστα η
Κυριακή, χωρίς περιστροφές αλλά με ήρεμη παρρησία είπε τα εξής: «Εγώ
επέλεξα να είμαι νύμφη του Χριστού μου, και όχι μόνον αυτόν που είναι
ειδωλολάτρης δεν θέλω για άντρα μου, αλλά και χριστιανός να ήταν δεν θα
τον έπαιρνα, διότι έδωσα υπόσχεση ενώπιον του Κυρίου να ζήσω και να
πεθάνω παρθένος». Η απάντηση της Κυριακής, όπως ήταν επόμενο, όχι μόνο
δεν άρεσε στον ειδωλολάτρη αξιωματούχο, αλλά και τον εξόργισε. Έσπευσε
και παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό. Κατήγγειλε ότι ο
Δωρόθεος, η γυναίκα του Ευσεβία και η κόρη τους Κυριακή είναι
χριστιανοί.
Ο αυτοκράτορας έδωσε εντολή να
συλληφθούν και οι τρεις και να οδηγηθούν ενώπιον του. Όταν αυτό
πραγματοποιήθηκε, κλήθηκαν να προσφέρουν θυμίαμα στα είδωλα. Ο Δωρόθεος,
χωρίς να φοβηθεί τον εξοργισμένο αυτοκράτορα, ομολόγησε με παρρησία τη
χριστιανική τους πίστη. Ο Διοκλητιανός, αφού πρώτα βασάνισε τον Δωρόθεο,
έδωσε εντολή: Να μεταφέρουν τον μεν Δωρόθεο και τη γυναίκα του Ευσεβία
στην πόλη Μελιτινή της Μ. Ασίας, προκειμένου να τιμωρηθούν εκεί σκληρά
μήπως και αρνηθούν την πίστη τους στον Ιησού Χριστό, άλλως να τους
επιβληθεί η θανατική ποινή για ασέβεια προς τους κρατικούς θεούς, την δε
Κυριακή έστειλε στον γαμπρό του, τον καίσαρα Μαξιμιανό Γαλέριο, που
βρισκόταν στη Νικομήδεια, για να την «συνετίσει», πείθοντάς την να
θυσιάσει στα είδωλα. Ο τοπικός άρχοντας της Μελιτινής, γνωστός για τη
βαναυσότητά του, μόλις διαπίστωσε κατά την συνοπτική ανάκριση ότι ο
Δωρόθεος και η Ευσεβία εμμένουν στη χριστιανική τους πίστη και αρνούνται
να θυσιάσουν στα είδωλα, τους υπέβαλε αρχικά σε σκληρά βασανιστήρια και
στη συνέχεια διέταξε το θάνατο τους με αποκεφαλισμό. Έτσι τα μεν σώματα
των ευσεβών γονέων έπεφταν καταγής, η δε αγία ψυχή τους ανέβαινε στον
ουρανό.
Όταν η Κυριακή οδηγήθηκε ενώπιον του
καίσαρα Μαξιμιανού Γαλέριου, εκείνος αρχικά προσπάθησε να την δελεάσει
με κολακείες και υποσχέσεις, προκειμένου να την πείσει για να θυσιάσει
στα είδωλα. Στις υποδείξεις, τις κολακείες και τις προτροπές η Κυριακή
απάντησε με παρρησία ότι δεν την ενδιαφέρει τίποτε από αυτά, διότι είναι
αφιερωμένη στον Σωτήρα και Λυτρωτή της Ιησού Χριστό και δεν πρόκειται
να θυσιάσει στους ψεύτικους θεούς. «Μετά τινά βασανιστήρια» ο καίσαρας
παραιτήθηκε από την προσπάθεια να πείσει την Κυριακή. Και έδωσε εντολή
να την οδηγήσουν στον αιμοβόρο διοικητή της Βιθυνίας, που λεγόταν
Ιλαριανός.
Ο Ιλαριανός έδωσε εντολή να την
υποβάλουν σε ένα από τα πιο φρικτά και επώδυνα μαρτύρια: Την κρέμασαν
από τα μαλλιά της κεφαλής, την έγδυσαν και έκαιγαν το σώμα της με
αναμμένες λαμπάδες! Η μεγαλομάρτυς Κυριακή, έχοντας νου και ψυχή
ανυψωμένα τον ουρανό, υπέμεινε με καρτερία τον πόνο, χωρίς γογγυσμό,
προσευχόμενη και ζητώντας την ενίσχυση του Κυρίου.
Ο Ιλαριανός,
εντυπωσιασμένος μεν από την καρτερία της, αλλά και εξοργισμένος από την
αποτυχία της προσπάθειάς του, διέταξε να ρίξουν στη φυλακή τη νεαρή
χριστιανή, προκειμένου να συνεχίσει την άλλη μέρα τα βασανιστήρια. Εκεί
λοιπόν στη σκοτεινή φυλακή εμφανίστηκε στη μεγαλομάρτυρα ο Κύριος μας
Ιησούς Χριστός, ο όποιος της είπε: «Μη φοβάσαι, Κυριακή, τα
βασανιστήρια, διότι η χάρη μου θα είναι μαζί σου και θα σε προστατεύει
από κάθε πειρασμό». Αφού δε θεράπευσε τις πληγές της έφυγε στους
ουρανούς.
Η εμφάνιση αυτή του Κυρίου και η
θεραπεία των πληγών της τόνωσαν το φρόνημα της μεγαλομάρτυρος. Έτσι,
όταν την επομένη την οδήγησαν και πάλι ενώπιον του τοπικού διοικητή
Ιλαριανού, ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει με θάρρος οτιδήποτε θα
μηχανευόταν ο τύραννος. Αυτός, βλέποντας ότι οι πληγές από τα χθεσινά
βασανιστήρια είχαν τελείως θεραπευθεί, απευθυνόμενος στην Κυριακή της
είπε: Είδες ότι οι θεοί μας σε θεράπευσαν; Έλα λοιπόν στο ναό τους για
να τους προσφέρεις ευχαριστήρια θυσία. Η χριστιανή νέα του απάντησε με
παρρησία: Δεν με θεράπευσαν οι ψεύτικοι θεοί σου, αλλά ο μόνος αληθινός
Θεός, ο Ιησούς Χριστός. Αφού όμως με προσκαλείς, θα έρθω στο ναό των
ειδώλων.
Με τη συνοδεία και άλλων αξιωματούχων ο
Ιλαριανός, η μεγαλομάρτυς Κυριακή και πλήθος λαού πήγαν στον
ειδωλολατρικό ναό. Όταν μπήκαν στο ναό, η μεγαλομάρτυς Κυριακή,
αφήνοντας όλους άφωνους, προσευχήθηκε μεγαλόφωνα στον Κύριο και Θεό της,
τον Ιησού Χριστό. Τού ζήτησε να λάμψει η Αλήθεια και να διαλυθεί το
σκότος της ειδωλολατρίας. Και, ώ του θαύματος! Ξαφνικά, τα είδωλα των
θεοτήτων που βρίσκονταν μες στο ναό γκρεμίστηκαν σε συντρίμμια, ενώ
«σεισμός μέγας μέ ἀνεμοστρόβιλον φοβερόν» τα διασκόρπισε σε μεγάλη
απόσταση. Έντρομοι όλοι οι παρευρισκόμενοι διαπίστωσαν με έκπληξη τη
δύναμη της χριστιανικής Πίστεως, αρκετοί δε από αυτούς παραδέχθηκαν ότι ο
Θεός των χριστιανών είναι αληθινός. Αστραπή από τον ουρανό χτύπησε στο
πρόσωπο τον Ιλαριανό «καί εὐθέως πεσῶν εἰς τήν γῆν ἀπέθανεν», γράφει ο
Συναξαριστής.
Ο νέος διοικητής της επαρχίας της
Βιθυνίας, που λεγόταν Απολλώνιος μόλις έμαθε ότι η Κυριακή διαδίδει,
μετά τον θάνατο του Ιλαριανού, την Χριστιανική πίστη, έδωσε εντολή να
την συλλάβουν. Ο Απολλώνιος διέταξε να ανάψουν μεγάλη φωτιά και να
ρίξουν μες στις φλόγες της τη μεγαλομάρτυρα Κυριακή. Πράγμα που έγινε.
Όμως, τι το θαυμαστό ήταν
αυτό που συνέβη μπροστά στα μάτια όλων; Αντί
να κατακαεί η νεαρή χριστιανή, ο Θεός άκουσε τη σύντομη θερμή προσευχή
της και την προφύλαξε. Χωρίς να υπάρχουν στον ουρανό σύννεφα, δυνατή
βροχή έπεσε «καί ἔσβεσε παρευθύς τήν φλόγα ἐκείνην», με αποτέλεσμα η
μεγαλομάρτυς να μη πάθει απολύτως τίποτα. Αμέσως την έριξε σε πεινασμένα
λιοντάρια και τα άφησαν για να κατασπαράξουν την Κυριακή. Και πάλι όμως
ο κραταιός Θεός σκέπασε με την παντοδύναμη χάρη του την μεγαλομάρτυρα.
Τα θηρία έγιναν αρνάκια και κάθισαν κοντά της και έγλειφαν τα πόδια της.
Τότε αρκετοί από τους παρευρισκόμενους εθνικούς ομολόγησαν πίστη στον
Ιησού Χριστό και απαρνήθηκαν τα εθνικά είδωλα.
Ο διοικητής της Βιθυνίας Απολλώνιος
έκανε μια ύστατη προσπάθεια για να μεταπείσει τη νεαρή χριστιανή,
κολακεύοντάς την. Αυτά κι άλλα παρόμοια της έλεγε ο Απολλώνιος,
νομίζοντας ότι κάτι θα επιτύχει. Εκείνη όμως, αφού τον κοίταξε με
παρρησία, αναστέναξε βαθιά και του είπε: «Υιέ του διαβόλου και εχθρέ
κάθε δικαιοσύνης! Με τόσο φθηνές κολακείες θέλεις να με πείσεις; Με
τέτοια ψέματα προσπαθείς να με χωρίσεις από το γλυκύτατο Νυμφίο μου
Χριστό; Μάθε λοιπόν, ασεβέστατε, ότι δεν πρόκειται να με χωρίσει από την
αγάπη του ούτε ο πλούτος ή η φτώχεια, ούτε τα μαρτύρια και οι
βασανισμοί, ούτε η ζωή ή ο θάνατος. Επομένως, μη κουράζεσαι ελπίζοντας
πώς θα απαρνηθώ τον Κύριο και Θεό μου και θα επιστρέψω στα ξόανα και τα
είδωλα της πλανεμένης θρησκείας σου. Ακόμα κι αν με ξαναρίξεις στη φωτιά
ή με παραδώσεις στα άγρια θηρία, κι αν με πετάξεις στη θάλασσα ή με
αποκεφαλίσεις με το ξίφος του δημίου, δεν θα καταφέρεις να αλλάξεις τη
χριστιανική μου πίστη. Γιατί λοιπόν με φοβερίζεις με έναν πρόσκαιρο
θάνατο, που στην πραγματικότητα είναι για μένα η πραγματική ζωή; Γιατί
μου υπόσχεσαι τιμές οι όποιες για μένα είναι ατιμία; Για μένα ζωή, τιμή,
ανάπαυση και χαρά είναι ο θάνατος για το όνομα του Κυρίου και Θεού μου.
Γι’ αυτό και τις τιμές που μου τάζεις, τις δόξες και τον πλούτο, τις
θεωρώ τόσης άξιας όση έχει και ο πηλός της γης». Στο σημείο αυτό η
υπομονή του έπαρχου της Βιθυνίας εξαντλήθηκε, έδωσε εντολή για τον
αποκεφαλισμό της.
Οι δήμιοι, πήραν την Κυριακή και την
οδήγησαν έξω από την πόλη, προκειμένου να την αποκεφαλίσουν. Φτάνοντας
στον ορισμένο τόπο, η μεγαλομάρτυς τους παρακάλεσε να της επιτρέψουν για
λίγη ώρα να προσευχηθεί. Οι δήμιοι δεν της το αρνήθηκαν. Τότε εκείνη
γονάτισε και υψώνοντας τα χέρια της στον ουρανό, την δε ψυχή της στον
παντοδύναμο Θεό και Πατέρα, είπε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε
τοῦ Πατρός, ἐσύ πού μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνυμνεῖσαι ἀπό
τίς οὐράνιες δυνάμεις, Ἐσύ ὁ ὅποιος δεν εἶσαι ὁρατός ἀπό κανέναν
ἄνθρωπο κατά τή θεότητα, εὐαρεστήθηκες ὅμως νά κατεβεῖς στή γῆ καί νά
φανεῖς κατά σάρκα στούς ἀνθρώπους, Ἐσύ πού ἐνδυνάμωσες κι ἐμένα την
ταπεινή καί ἀνάξια δούλη σου νά ὁμολογήσω τό ἅγιο Ὄνομά σου μπροστά σέ
βασιλιάδες καί τυράννους, Ἐσύ πού μέ προστάτεψες ὥστε νά μείνω μέχρι
σήμερα ἁγνή παρθένος. Ἐσύ πού εἶσαι Κύριος του οὐρανοῦ καί τῆς γής, Ἐσύ
πού ἐξουσιάζεις τήν ζωή καί τόν θάνατο, Ἐσύ πού εἶσαι δημιουργός τῶν
ψυχῶν καί τῶν σωμάτων, παράλαβε καί τή δική μου ψυχή καί κατάταξε τήν
μαζί μέ τίς φρόνιμες παρθένες [πρβλ. Μάτθ. 25, 1-13]. Διότι δέν ἔσβησα
τό λυχνάρι τῆς παρθενίας ὅπως οἱ μωρές παρθένες, δέν νύσταξε ἡ ψυχή μου
ἀπό ἀμέλεια καί ὀκνηρία στήν πορεία τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Πίσω σου ἔτρεξα
καί Ἐσένα ἀκολούθησα. Πορεύτηκα τό δρόμο τῶν ἐντολῶν σου. Δέξου λοιπόν
τό πνεῦμα μου στά χέρια σου καί ἀνάπαυσε τό ἐκεῖ πού βρίσκεται ἡ
κατοικία ὅλων ἐκείνων οἱ ὅποιοι εὐφραίνονται κοντά σου. Κατάταξε μέ στήν
αἰώνια μακαριότητα μαζί μέ τούς γονεῖς μου πού μαρτύρησαν πρίν ἀπό μένα
γιά χάρη τοῦ ὀνόματός σου. Θυμήσου καί ὅσους ἐπικαλοῦνται τό ἅγιο Ὄνομά
σου ὅταν θλίβονται, ἐξαιτίας ἐμοῦ τῆς δούλης σου. Θυμήσου ἐκείνους πού
θά ἐπιτελοῦν τήν μνήμη τοῦ μαρτυρικοῦ μου θανάτου. Ἀντάμειψέ τους μέ τίς
πλούσιες δωρεές τῶν χαρισμάτων σου. Ἄκουσε τήν προσευχή τούς ὅταν
καθημερινά ἀπευθύνονται σέ Σένα. Ἱκανοποίησε τά αἰτήματά τους πού
ἀποβλέπουν στή δική τους σωτηρία, ὥστε καί γί αὐτούς νά δοξαστεῖ τό ἅγιο
Ὄνομά σου, διότι εἶσαι εὐλογητός στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Ο Συναξαριστής αναφέρει ότι μόλις η
μεγαλομάρτυς και νύμφη του Χριστού Κυριακή τελείωσε την προσευχή της,
άγγελοι του Θεού παρέλαβαν την αγία ψυχή της και δεν χρειάστηκε οι
δήμιοι να κάνουν χρήση του ξίφους τους για να την αποκεφαλίσουν. Έπειτα
οι δήμιοι και οι λοιποί ανάμεσα στους όποιους και χριστιανοί επέστρεφαν
στην πόλη προκειμένου να ενημερώσουν και τον τοπικό διοικητή Απολλώνιο
για τα πεπραγμένα, ακούστηκε μια υπερκόσμια φωνή που τους έλεγε:
«Πηγαίνετε και διηγηθείτε σε όλους τα μεγαλεία του Θεού. Έτσι οι
χριστιανοί έμειναν στον τόπο της τελειώσεως της μεγαλομάρτυρος αγίας
Κυριακής, πήραν την σορό της και την ενταφίασαν με τιμές, δοξάζοντας και
ευλογώντας τον Κύριο και Θεό τους, που ανέδειξε ανάμεσά τους μία ακόμα
αγιασμένη ψυχή».
Η αγία Κυριακή όχι μόνον υπέστη φρικτά
μαρτύρια, αλλά και οδηγήθηκε έξω από την πόλη για να αποκεφαλιστεί,
πράγμα που είχε αποδεχτεί εσωτερικά και με την προαίρεσή της ποθούσε, ανεξάρτητα
αν ο Κύριος πήρε την ψυχή της και δεν επέτρεψε τον διά του ξίφους
θάνατο της. Δίκαια λοιπόν καλείται μεγαλομάρτυς η αγία Κυριακή.
Η μνήμη
της γιορτάζεται στις 7 Ιουλίου .
Την
Β’ Κυριακή του Ματθαίου κάθε έτους, μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων,
όπου ακούμε στις εκκλησίες την ευαγγελική περικοπή για την κλήση των
πρώτων Μαθητών από τον Χριστό, εορτάζουμε την μνήμη πάντων των εν Αγίω
Όρει διαλαμψάντων Οσίων Πατέρων. Οι Αγιορείτες Άγιοι αντιλήφθηκαν την
κλήση αυτή από τον Θεό και έφθασαν σε ύψη αρετής. Σύμφωνα με το βιβλίο
του λόγιου μοναχού Μωυσή του Αγιορείτου, αριθμούνται οι Άγιοι Πατέρες
του Άθω σε 450, ενώ χιλιάδες είναι οι αφανείς και άγνωστοι άγιοι
ασκητές, οι οποίοι αγίασαν τα χώματα του Άθω και έγιναν η αιτία για να
ονομαστεί το Όρος Άγιον.
Η
κοινή εορτή όλων των Αγιορειτών Αγίων καθιερώθηκε μετά την σύνθεση της
ακολουθίας και των εγκωμίων από τον πολυγραφότατο και ιερώτατο Άγιο
Νικόδημο τον Αγιορείτη κατά τον 19ο αιώνα. Στον Άγιο Νικόδημο οφείλουμε
το απολυτίκιο των Αγιορειτών Αγίων : ‘’Τους του Άθω Πατέρας και Αγγέλους
εν σώματι, Ομολογητάς και Οσίους, Ιεράρχας και Μάρτυρας, τιμήσωμεν εν
ύμνοις και ωδαίς, μιμούμενοι Αυτών τας αρετάς. Η του Όρους πληθύς πάσα
των μοναστών κραυγάζοντες ομοφώνως, δόξα τω στεφανώσαντι υμάς, δόξα τω
αγιάσαντι, δόξα τω εν κινδύνοις ημών, προστάτας δείξαντι’’.
Από
τον ασκητή Όσιο Πέτρο και τον ιδρυτή Όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη ως τους
γέροντες των ημερών μας είναι πολλές οι άγιες μορφές του Αγίου Όρους που
έζησαν σαν άγγελοι, όπως αναφέρει και το απολυτίκιο τους. Η μεγαλύτερη
προσφορά του Αγιορειτών Αγίων είναι η προστασία του Ορθόδοξου δόγματος
σε όλες τις Ορθόδοξες χώρες και της πνευματικής κληρονομιάς της
Ορθοδοξίας. Ας δούμε τι αναφέρει ο Γέροντας Μωυσής για ένα μέρος των
Αγίων του Αγίου Όρους.
Ο
κτήτορας της Αθωνικής μονής Χιλανδαρίου Άγιος Σάββας Ο οσιομάρτυς
Ιωάννης Δοχειαρίτης (1275), για την υποστήριξή των ορθών δογμάτων έναντι
των Λατίνων στη Θεσσαλονίκη δέχθηκε διωγμούς, τους οποίους υπέμεινε
άριστα. Για την ομολογία του υπέστη μαρτυρικό θάνατο από προδότη
φιλενωτικό και λατινόφρονα μαθητή του. Το αυτό και ο μαθητής του
Γρηγόριος Δοχειαρίτης (1275), ο οποίος έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου
υπερασπιζόμενος απτόητα τα ορθόδοξα δόγματα.
Ο
άγιος Ιωαννίκιος ο Α' (1279), αρχιεπίσκοπος των Σέρβων, από ηγούμενος
του Χιλανδαρίου, ποίμανε βάσει των ιερών Κανόνων το ποίμνιό του.
Διαφύλαξε αλώβητη την ορθόδοξη πίστη. Δεν συμμετείχε στην κίνηση για την
υποταγή της Ορθοδοξίας στον Καθολικισμό, που ενεργούσε ο αυτοκράτορας
Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος.
Ο
Οσιομάρτυς Κοσμάς, Πρώτος του Αγίου ΌρουςΟ όσιος Νικηφόρος ο Ησυχαστής
(13ος αιώνας) καταγόταν από την Ιταλία και άνηκε στον Ρωμαιοκαθολικισμό.
Τον εγκατέλειψε χάριν της φιλτάτης Ορθοδοξίας και μέσω Βυζαντίου ήλθε
στο Άγιον Όρος. Επειδή αντιτάχθηκε στην ένωση των Εκκλησιών, εξορίσθηκε
από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο, ο νηπτικός ομολογητής, Αγιορείτης
όσιος.
Ο όσιος Γεράσιμος ο
Σιναΐτης (1320), μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου (1346), μετά
την έξοδό του από τον Άθωνα, περιήλθε την Ελλάδα ενισχύοντας τους
πιστούς, βοηθώντας πολλούς να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία. Το αυτό
πράττουν οι συμμαθητές του Ιωσήφ «ο ορθοδοξότατος» και Νικόλαος «ο
ομολογητής», που δέχθηκε για την πίστη του φυλακίσεις και εξορίες.
Ο
άγιος Νικόδημος αρχιεπίσκοπος Πεκίου (1325), αγωνίσθηκε ακούραστα για
την εκρίζωση των αιρέσεων των Βογομίλων και την στερέωση της ορθοδόξου
πίστεως και παραδόσεως. Το αυτό έργο εποίησε ο άγιος Δανιήλ ο Β',
αρχιεπίσκοπος των Σέρβων (1338).
Ο
άγιος Θεόκλητος μητροπολίτης Φιλαδελφείας (1324/6) μεταβαίνοντας από
τον Άθωνα στην Κωνσταντινούπολη ήλεγξε για την εκκλησιαστική του
πολιτική τον αυτοκράτορα Μιχαήλ η' τον Παλαιολόγο, με αποτέλεσμα να
ριχθεί στη φυλακή. Ο επίσκοπος συνέχισε την ορθόδοξη διδασκαλία του σε
όλη του τη ζωή απτόητα.
Ο άγιος
Ισίδωρος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1350) διδασκάλους στον Άθωνα
είχε τους αγίους Γρηγόριο Σιναΐτη και Γρηγόριο Παλαμά. Στη Θεσσαλονίκη,
όπου στέλνεται να εργασθεί ιεραποστολικά, στέκεται στο πλευρό του αγίου
Παλαμά και είναι ένας από τους πρώτους που πολεμά τον αιρετικό Βαρλαάμ.
Ως πατριάρχης αποκατέστησε τον συνοδοιπόρο του στους αντιαιρετικούς
αγώνες άγιο Παλαμά, τον οποίο χειροτόνησε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης.
Ο
όσιος Νείλος ο Εριχιώτης (1355/6) υπήρξε ομολογητής αγιορείτης και
πολλές υπέστη από τους κακοδόξους εξορίες και θλίψεις για την ακρίβεια
της πίστεώς του.
Ο άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς (1359) υπήρξε μέγας θεολόγος. Υποστήριξε το ορθόδοξο
δόγμα με γνώση, πίστη και επιμονή. Κατατρόπωσε με τους υπέροχους λόγους
του τους αιρετικούς Βαρλαάμ, Ακίνδυνο και Γρηγορά. Για το σθένος του
υπέμεινε διωγμούς φυλακίσεις κι εξορίες. Αν δεν είχαμε τον άγιο
Γρηγόριο, σήμερα θα είμασταν τουλάχιστον Ουνίτες. Γι' αυτό τον μισούν οι
Λατίνοι μέχρι σήμερα.
Ο όσιος
Θεοδόσιος Τυρνόβου (1362/3) μετά την παραμονή του στον ιερό Άθωνα
επιστρέφει στην πατρίδα του Βουλγαρία κι εγκαθίσταται στην μονή
Κελιφάρεβα. Η μονή αποτέλεσε φάρο Ορθοδοξίας, κέντρο αντιαιρετικό, όπου
ακτινοβολούσε στη Σερβία, Ουγγαρία και Βλαχία. Ο άγιος συχνά άφηνε την
ησυχία, για να υπερασπίσει τα ορθόδοξα δόγματα, που κινδύνευαν από τους
ακόλουθους των αιρετικών Βαρλαάμ και Ακινδύνου, τους Αδαμιστές, τους
Βογομίλους και τους Εβραίους. Στη σύνοδο του 1359 της Βουλγαρίας
πρωτοστάτησε κατά των αιρετικών κι έδωσε μεγάλη χαρά στους πιστούς για
την νίκη της Ορθοδοξίας κατά της πλάνης και του ψεύδους των αιρέσεων.
Ο
πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος (1379) πήρε
μέρος στις ησυχαστικές έριδες, στο πλευρό του αγίου Γρηγορίου του
Παλαμά. Έγραψε λόγους κατά του Ακινδύνου. Πήρε μέρος στη σύνοδο του 1351
για το ησυχαστικό ζήτημα και συνέταξε τον τόμο των πρακτικών της. Το
1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του Παλαμά. Υπήρξε βαθύς θεολόγος
και υπεράσπισε με ακαταμάχητο σθένος την Ορθοδοξία. Εξουδετέρωσε τις
προσηλυτιστικές προσπάθειες των Λατίνων. Τιμάται την Ε' Κυριακή των
Νηστειών ως φύλακας της Ορθοδοξίας.
Ο
άγιος Μακάριος ο Μακρής (1431) μόνασε στη μονή Βατοπεδίου. Διά του
γέροντός του Δαυίδ σχετίσθηκε με τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β' τον
Παλαιολόγο. Ως ηγούμενος της μονής Παντοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως
εστάλη από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' τον Παλαιολόγο στην Ρώμη ως
αντιπρόσωπός και διακρίθηκε για την άκαμπτη στάση του και το γνήσιο
ορθόδοξο φρόνημά του. Έγραψε λόγο κατά της εκ του Υιού εκπορεύσεως του
Αγίου Πνεύματος, όπου τονίζει τις σοβαρές μεγάλες διαφορές μεταξύ
ορθοδόξων και Λατίνων.
Ο
Διονυσιάτης άγιος Νήφων ο Β' και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1508),
μετά την εκθρόνισή του και κατά την παραμονή του στη Βλαχία, έσωσε την
ρουμάνικη Εκκλησία από την έντονη παπική προπαγάνδα, τις διάφορες
αιρέσεις, δεισιδαιμονίες και ηθοφθορίες. Παρόμοιο έργο επιτέλεσε στην
Ρωσία ο Βατοπεδινός μοναχός όσιος Μάξιμος ο Γραικός (1556).
Ο
άγιος Βασίλειος Όστρογκ ο θαυματουργός (1671) έζησε αρκετά στο Άγιος
Όρος. Ως επίσκοπος στην πατρίδα του Σερβία προφύλαξε σθεναρά το ποίμνιό
του από τους Ιησουΐτες, τη λατινική προπαγάνδα και την Ουνία.
Ο
όσιος Ιερόθεος ο Ιβηρίτης (1745) δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με
τον Μεθόδιο Ανθρακίτη, που δίδασκε «αλλόκοτα δόγματα και άθεα μαθήματα»
της αιρέσεως του Μολίνου. Παραβρέθηκε και σε σύνοδο, για να στηλιτεύσει
την «πανσπερμία των αιρέσεων» του Μεθοδίου. Σε όλη του τη ζωή
υπερασπιζόταν την ορθόδοξη παράδοση και δογματική.
Ο
ιερομάρτυς και εθνομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός (1779), ο γνωστότατος
διδαχός και ιδρυτής ναών και σχολείων, ο ακάματος Φιλοθεΐτης
ιερομόναχος, δεν έπαυσε με αυστηρότητα να στηλιτεύει τα λάθη των Λατίνων
στα πύρινα κηρύγματά του. Μαρτύρησε από το μίσος των Εβραίων και των
Οθωμανών. Είναι σημαντικό το ιεραποστολικό του έργο για την αναγέννηση
του Ελληνισμού στην δύσκολη περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ανάλογο έργο, ως
πρόδρομοι του Αγίου Κοσμά, είχαν και οι επίσης Φιλοθεΐτες Άγιοι,
Διονύσιος εν Ολύμπω, Δαμιανός εν Κισσάβω και Συμεών ο ανυπόδητος.
Οι
άγιοι Κολλυβάδες Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1794), Μακάριος Νοταράς (1805),
Νικόδημος Αγιορείτης (1809), Νήφων ο Χίος (1809) και Αθανάσιος ο Πάριος
(1813) στους λόγους τους, στις συγγραφές και στα έργα τους υποστηρίζουν
με σθένος και βαθειά γνώση την Ιερά παράδοση, τους Ιερούς Κανόνες, τα
απαράβατα δόγματα της Εκκλησίας μας. Στιγματίζουν τις πλάνες τις
εκτροπές, τα σχίσματα, τις αιρέσεις, τους άθεους.
Οι
ένδοξοι νεομάρτυρες, οσιομάρτυρες και ιερομάρτυρες Αγιορείτες
υπογράφουν με το αίμα τους την ακέραιη πίστη τους στο ορθόδοξο δόγμα. Το
κίνημα των Νεομαρτύρων αποτέλεσε παράδειγμα υπομονής και αντίστασης για
τους υπόδουλους Έλληνες.
Μεταξύ
αυτών διακρίνονται: Παχώµιος ο Νεοσκητιώτης (+ 1730), Κωνσταντίνος ο
Ρώσος (+ 1742), Δαµασκηνός ο Θεσσαλός (+ 1771), Κοσµάς ο Αιτωλός (+
1779), Λουκάς ο Σταυρονικητιανός (+ 1802), Γεράσιµος ο
Κουτλουµουσιανοσκητιώτης (+ 1812), Ευθύµιος ο Ιβηροσκητιώτης (+ 1814),
Γεδεών ο Καρακαλληνός ο εν Τυρνάβω τελειωθείς (+ 1818), Αγαθάγγελος ο
Εσφιγµενίτης (+ 1819), Γρηγόριος ο Ε' Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (+
1821), Παύλος ο Κωνσταµονίτης (+ 1824) και τελευταίος γνωστός Αθανάσιος ο
Λήµνιος (+ 1846).
Ας έχουμε τις πρεσβείες όλων των Αγιορειτών Αγίων Πατέρων.
Κυριακή των Αγιορειτών Πατέρων. Οι Άγιοι και οι μαθητές τους στο πέρασμα των αιώνων.
Το Άγιον Όρος παρουσιάζει ιστορία πολύπτυχη, αξιοθαύμαστη και αξιοσέβαστη. Μια από τις ωραιότερες πτυχές του, αναμφίβολα, είναι ο αγιολογικός πλούτος του. Η αθωνική αγιολογία δίκαια αποτελεί τη βασική δόξα και τον μεγαλύτερο έπαινο ενός υπερχιλιόχρονου μοναχισμού.
Οι άγιοι του Αγίου Όρους είναι οι φιλόστοργοι πατέρες των Αγιορειτών. Η αγάπη μας προς αυτούς προέρχεται από χρέος και ευγνωμοσύνη για τις δωρεές τους. Είναι αγάπη τέκνων προς κηδεμόνες, μαθητών προς διδασκάλους. Αυτοί μετέβαλαν την αγριότητα του Όρους σε ημερότητα, τον ακατοίκητο τόπο τον έκαναν κατοικήσιμο, την έρημο τη μετέτρεψαν σε πολιτεία. Έγιναν κτήτορες μονών και σύναξαν πλησίον τους πλήθη μοναχών. Όσο ζούσαν ήταν σύμβουλοι και μετά την τελευτή τους έγιναν πρεσβευτές για όλους. Μοναχοί από διαφόρους τόπους συγκεντρώθηκαν σ’ ένα τόπο και πήραν ένα όνομα. Ακόλουθοι του πρώτου ησυχαστή Πέτρου, που του είπε η Θεοτόκος τη χαροποιό επαγγελία, περί συνεχούς προστασίας του Όρους. Και έγινε πράγματι η Θεοτόκος μόνιμη σκέπη, φρουρός και ιατρός όχι μόνο των άγιων, αλλά και όλων των μοναχών.
Οι άγιοι του Αγίου Όρους δόθηκαν ολοκληρωτικά στον Θεό. Με πολυχρόνιους σκληρούς αγώνες καθάρισαν τον εαυτό τους και έγιναν δοχεία καθαρά να δεχθούν ουράνια χαρίσματα. Την προς τους αδελφούς τους αγάπη απέδειξαν με το ν’ αφήσουν τη φίλη τους ησυχία και κατόπιν θεοσημειών να πορευθούν προς ίδρυση μονών, σκητών και κελλιών. Με κόπους πολλούς, έξοδα και πειρασμούς έκτισαν οικήματα για να είναι, κατά τον άγιο Νικόδημο, «σχολεία πάσης αρετής, εντολών του Θεού φυλακτήρια, πόνων ασκητικών φροντιστήρια, αγγελικής πολιτείας εργαστήρια, παλαιών και αγίων Κοινοβίων μιμητήρια, των ξένων καταγώγια, των πτωχών καταφύγια, λιμένες σωτηριώδεις και ακύμαντοι».
Από τους αγίους του ονομάσθηκε το όρος του Άθω άγιον. Αυτοί είναι η ωραιότητα του Όρους, το μεγαλείο του και η ακτινοβόλος θερμότητα που αναπαύει τους πιστούς. Άγιον Όρος, κατά τον άγιο Νικόδημο, σημαίνει «τόπος άγιότητος· τόπος καθαρότητος· τόπος όπου επάτηοαν τόσων αγίων πόδες. Τόπος, όστις έχει εζυμωμένα τα χώματα από τα αίματα, από τους ιδρώτας, και από τα δάκρυα εκατοντάδων και χιλιάδων οσίων Πατέρων εν ενί λόγω, το Άγιον Όρος είναι τόπος αρετής και αγαθοεργίας».
Οι άγιοι του Αγίου Όρους ανέδειξαν το Όρος και το έκαναν θαυμαστό όπως το Σινά, τα όρη της Παλαιστίνης, το Πηλούσιο, το Γαλήσιο, τον Λάτρο, τον Όλυμπο της Βιθυνίας. Οι άγιοι και οι μαθητές τους στο πέρασμα των αιώνων, ως όσιοι και μάρτυρες, ησυχαστές και κοινοβιάτες, έγκλειστοι και ιεραπόστολοι, αναδείχθηκαν λαμπροί συνεχιστές της γνήσιας Ορθόδοξης μοναχικής παραδόσεως, που τη φύλαξαν όπως γεννήθηκε στα λίκνα του Ανατολικού Μοναχισμού με αγρυπνίες και θυσίες…
Ο ΚΟΙΝΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥΣ.
Ο κοινός εορτασμός των αγίων του Αγίου Όρους αρχίζει με τη σύνθεση της ακολουθίας και του εγκωμίου τους από τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, που είναι και ο τελευταίος συναξαριογράφος… Ο άγιος Νικόδημος ξεκίνησε την εργασία του αυτή «προτροπή και αξιώσει της Ιεράς και κοινής Συνάξεως πάντων των Μοναστηριακών του Αγίου Όρους Πατέρων». Ακολουθία και εγκώμιο τυπώθηκαν στην Ερμούπολη της Σύρου το 1847, «διά συνδρομής της Σεβάσμιας ομηγύρεως των εν Άθω Πατέρων», οι οποίοι προεγράφησαν για πεντακόσια περίπου αντίτυπα, και προς «κοινήν των Μοναχών, και πάντων των Ορθοδόξων Λαϊκών Χριστιανών ωφέλειαν». Ο ακριβής χρόνος της συγγραφής δεν είναι γνωστός.
Η πρώτη χρονολογημένη εικόνα της Συνάξεως των Αθωνιτών Πατέρων αγιογραφήθηκε το 1796 και βρίσκεται στο αντιπροσωπείο της ιεράς μονής Κωνσταμονίτου στις Καρυές. Πιθανώς το 1796 να γράφτηκε η ακολουθία και μέχρι της εκδόσεως της να κυκλοφόρησε σε χειρόγραφα, όπως συνηθιζόταν. Περί το 1800 αγιογραφήθηκε η εικόνα των Αγιορειτών Αγίων, που βρίσκεται στην αίθουσα των Συνάξεων της Ιεράς Κοινότητος, ενώ παλαιότερα βρισκόταν στο τέμπλο του ιερού ναού του Πρωτάτου Καρυών Αγίου Όρους.
Ο άγιος Νικόδημος στο γλαφυρό του εγκώμιο πρός τους οσίους αναφέρει τους λόγους που τον οδήγησαν στην «καινή και κοινή μνήμη πάντων των του Όρους άγιων Πατέρων».
Γιατί «κοινοί προστάται και ευεργέται όλου κοινώς του αγίου Όρους» φάνηκαν. Αυτοί οι οποίοι «έγιναν εις ημάς μυρίων αγαθών πρόξενοι» άξιο είναι να εορτάζονται μαζί. Παλαιά συνήθεια της Εκκλησιάς ο κοινός εορτασμός αγίων, όπως των «εν Σινά και Ραϊθω αναίρεθέντων Οσίων», των «εν τω Σαββάτω της Τυρινης Οσίων Πατέρων», των «εν τη Λιβύη και Αιγύπτω και Θηβαΐδι ασκησάντων» και άλλων πολλών αγίων εόρτιες συνάξεις κατά χώρες, τόπους και μονές. Συνεχίζοντας ο άγιος Νικόδημος γράφει πως, με την κοινή πανήγυρη των Αγιορειτών Οσίων, «όσοι Πατέρες του Όρους, είτε από τους ονομαστούς, είτε από τους ανωνύμους, έμειναν έως τώρα ανεγκωμίαστοι, διότι δεν έχουσιν ιδίαν ασματικήν ακολουθίαν, διά της κοινής ταύτης ακολουθίας και εορτής, και αυτοί» καθίσταται δυνατόν πλέον να «τιμώνται και εορτάζωνται». Ακόμη «ίνα μη ως αχάριστα τέκνα φανώμεν, μη τιμήσαντες κοινώς τους πνευματικούς ημών Πατέρας τούτους και διδασκάλους και ευεργέτας και οδηγούς, των οποίων και τα Μοναστήρια κατοικούμεν, και τας διδασκαλίας εντρυφώμεν, και τον άρτον αυτών τρώγομεν». Και ακόμη «ίνα η κοινή αύτη των αγίων Πατέρων εορτή, γένηται παρακίνησις προς μίμησιν της αρετής, και του ζήλου αυτών εις ημάς τους μοναχούς του νυν καιρού».
Η πλήρης ασματική ακολουθία των οσίων είναι γραμμένη με όλη τη χάρη και την αγάπη του θείου Νικόδημου. Ο μεγάλος του σεβασμός προς τους τιμωμένους αγίους τον κάνει εκστατικό, θαυμαστό και εμπνευσμένο συνθέτη. Στους κανόνες του Όρθρου αναφέρονται ονομαστικά οι άγιοι, αλλά λείπουν αρκετά ονόματα. Οι κόποι του αγίου Νικόδημου και το σκύψιμο του στις αρχαίες του Όρους βιβλιοθήκες δεν του έδωσαν όλα τα ακριβά μυστικά τους. Προσπάθεια συμπληρώσεως της ακολουθίας έκανε ο σύγχρονος και ήδη μακαριστός υμνογράφος μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, αλλά και από εδώ απουσιάζουν ονόματα αγίων, που η έρευνα στις ημέρες μας έφερε στο φως.
Η ακολουθία των οσίων ψάλλεται πανηγυρικά, με ιδιαίτερη λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια, τη Δεύτερη Κυριακή του Ματθαίου, μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων, σε όλες τις αγιορείτικες μονές και σκήτες και ιδιαίτερα στους προς τιμή των οσίων ναούς και το Πρωτάτο…
Η τιμή των Αγιορειτών Οσίων, παρότι επικεντρώνεται στον τόπο που έζησαν, δεν άργησε να λάβει και ευρύτερες διαστάσεις. Έτσι τιμώνται κι εορτάζονται στις γενέτειρες τους και στις περιοχές που έδρασαν ή που κατέχουν εικόνες και τίμια λείψανα τους…
(Μωϋσέως Μοναχού Αγιορείτου, Οι Άγιοι του Αγίου Όρους, Εκδ. Μυγδονία 2008, σ. 25-26,115-119 αποσπάσματα)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου