Θεραπεία της συγκυπτούσης γυναικός
Αντιμέτωπος με τη θρησκευτική ηγεσία του ιουδαϊκού λαού βρίσκεται ακόμα μία φορά ο Κύριός μας, αγαπητοί μου, όπως καταγράφεται στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Ευρισκόμενος στη συναγωγή, ημέρα Σάββατο, θεράπευσε μια συγκύπτουσα γυναίκα, η οποία, επί δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, βίωνε το άλγος της ασθενείας. Η θαυματουργική επέμβαση του Ιησού προκάλεσε την μήνη και την οργή του αρχισυναγώγου, ο οποίος Τον κατηγόρησε για παραβίαση της αργίας του Σαββάτου, την οποία σαφώς ορίζει ο Μωσαϊκός νόμος. Ο εμπαθής και τυφλωμένος θρησκευτικά αρχισυνάγωγος, ενώ είδε με τα μάτια του το θαυμαστό γεγονός, ενώ έγινε μάρτυρας της θεραπείας της βαρέως ασθενούσας γυναίκας, ενώ τού δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει και πιστέψει στην Μεσσιανικότητα του Χριστού, ενώ είχε μπροστά του τόσους λόγους για να δοξάσει το όνομα του Θεού, ξέσπασε κατά του Χριστού οχυρωμένος πίσω από ανούσιες τυπικές διατάξεις. Απέδειξε ότι δεν ήταν υπηρέτης του μόνου και αληθινού Θεού, αλλά ένας κοινός διεκπεραιωτής θρησκευτικών αναγκών και υποθέσεων, που εξέπεσε της υψηλής και υπεύθυνης αποστολής του, διακονώντας τον τύπο και όχι την ουσία.
Η λατρεία των εξωτερικών σχημάτων της πνευματικής και εκκλησιαστικής ζωής και η αίσθηση ότι αυτά αρκούν για να θεωρηθεί κανείς σωστός και αυθεντικός Χριστιανός, έχει, δυστυχώς, διαπεράσει τον τρόπο ζωής πολλών ανθρώπων, που νομίζουν ότι με τον τρόπο αυτό είναι εντάξει έναντι του Θεού. Το φαινόμενο αυτό, πολύ διαδεδομένο στην εποχή μας, δημιουργεί ανθρώπους δύο ταχυτήτων. Ανθρώπους που φροντίζουν για την άρτια δημόσια Εκκλησιαστική τους εικόνα. Προβάλλουν εαυτούς ως πρότυπα νηστευτών, εκκλησιαζόμενων και προσευχόμενων Χριστιανών, με έντονη, μάλιστα, φιλανθρωπική δραστηριότητα, αλλά και διάθεση αυστηρού ελέγχου προς όλους τους άλλους που, κατά τη γνώμη τους, δεν ζουν κατά Χριστόν. Την ίδια στιγμή, στον προσωπικό τους βίο και έξω από τα αδιάκριτα μάτια των άλλων ανθρώπων, τα ίδια αυτά πρόσωπα εύκολα δικαιολογούν της αμαρτωλές ροπές και τις παθογόνες πτώσεις τους. Επιδεικνύουν αδίστακτη σκληρότητα όταν νιώθουν ότι θίγονται τα συμφέροντά τους. Αδιαφορούν για τις πραγματικές ανάγκες των συνανθρώπων τους, που δεν αντιμετωπίζονται με ευχολόγια.
Όλα αυτά συμβαίνουν γιατί έχουν μετατρέψει την πίστη σε ιδεολογία, την γνήσια θρησκευτικότητα σε εθιμική συνήθεια, την αγάπη σε υποχρέωση, την πνευματική ζωή σε ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης και επαίνου από τους άλλους ανθρώπους.
Η τυπολατρεία, όμως, συχνά λαμβάνει και άλλες μορφές, από ανθρώπους με έντονη πνευματική ζωή. Αναζητούν την γνησιότητα και την αυθεντικότητα στους πνευματικούς τους πατέρες, επιλέγοντάς τους και κρίνοντάς τους με βάση την εξωτερική εικόνα και όχι τα εσωτερικά χαρίσματα. Τα μακριά γένια και τα μαλλιά στους κληρικούς, το χαμηλό βλέμμα και η ταπεινοσχημία, συχνά ανάγονται σε κριτήρια αυθεντικότητας για τους ιερωμένους, που, σε αντίθετη περίπτωση, καταγγέλλονται ως κοσμικοί και μη παραδοσιακοί. Η αντίληψη αυτή, που φανερώνει σαφές έλλειμμα διακρίσεως και αληθινής πνευματικότητας, στηλιτεύεται ακόμα και από την ασκητική γραμματεία της Εκκλησίας μας, που πολεμά τον πειρασμό της τυπολατρείας.
Ας ακούσουμε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Είχαμε ακούσει ότι ο Γέροντας έχει γενειάδα που φθάνει ως τη γη και θέλαμε να τον παρακαλέσουμε να μάς την δείξει. Φοβούμενοι, όμως, μήπως τον προσβάλωμε, ζητήσαμε, εκ των προτέρων να μάς συγχωρήσει. Εκείνος απόρησε, αλλά μάς το υποσχέθηκε. Τότε τον παρακαλέσαμε να λύσει την γενειάδα και αυτός αμέσως ξεκούμπωσε το ζωστικό, την έλυσε από τη μέση, όπου την είχε περιτυλίξει και την άφησε ελεύθερη. Σχεδόν ακουμπούσε στο έδαφος. Ο Γέροντας μάς ικανοποίησε, αλλά παρατήρησε ότι αυτή η περιέργειά μας είναι μάταια και ανωφελής. Η τρίχα – μακριά ή κοντή – δεν σημαίνει τίποτε, δεν συντελεί στη σωτηρία, για την οποία δεν είναι απαραίτητες οι μακριές τρίχες, που σαπίζουν στον τάφο, αλλά τα θεάρεστα έργα»[1]
Από τα παραπάνω συμπεραίνεται , αδελφοί μου, ότι η σωτηρία της ψυχής μας δεν εξαρτάται από την τυφλή εφαρμογή τυπικών διατάξεων και νόμων, αλλά από τα έργα της αγάπης μας, όταν αυτά είναι καρπός γνήσιας και διακριτικής πίστης, έντονης και ουσιαστικής Μυστηριακής ζωής και ευλογημένης μετανοίας. ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ
[1] Γέρων Αθανάσιος. Ιερομονάχου Γρηγορίου, «Αγιορείτες Πατέρες του ΙΘ΄ αι.» Τόμος Β΄, σελ. 18
Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Κεφ. ιγ. 10 – 17.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Κεφ. ιγ. 10 – 17.
Τω καιρώ εκείνω, Ήν διδάσκων ο Ιησούς εν μιά των συναγωγών εν τοις σάββασι. και ιδού γυνή ήν πνεύμα έχουσα ασθενείας έτη δέκα και οκτώ, και ήν συγκύπτουσα, και μή δυναμένη ανακύψαι εις το παντελές. ιδών δέ αυτήν ο Ιησούς, προσεφώνησε και είπεν αυτή, γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου, και επέθηκεν αυτή τας χείρας, και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν. αποκριθείς δέ ο αρχισυνάγωγος, αγανακτών ότι τω σαββάτω εθεράπευσεν ο Ιησούς, έλεγε τω όχλω, έξ ημέραι εισίν εν αις δεί εργάζεσθαι, εν ταύταις ούν ερχόμενοι θεραπεύεσθε, και μή τη ημέρα του σαββάτου. απεκρίθη ούν αυτώ ο Κύριος και είπεν, υποκριτά, έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει τον βούν αυτού η τον όνον απο της φάτνης, και απαγαγών ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Αβραάμ ούσαν, ήν έδησεν ο σατανάς ιδού δέκα και οκτώ έτη, ουκ έδει λυθήναι απο του δεσμού τούτου τη ημέρα του σαββάτου; και ταύτα λέγοντος αυτού, κατησχύνοντο πάντες οι αντικείμενοι αυτώ, και πάς ο όχλος έχαιρεν επι πάσι τοις ενδόξοις τοις γινομένοις υπ’ αυτού.
Απόδοση:
Εκείνο τον καιρό, ένα Σάββατο δίδασκε ο Ιησούς σε κάποια συναγωγή. Εκεί βρισκόταν και μια γυναίκα, δεκαοχτώ χρόνια άρρωστη από δαιμονικό πνεύμα. Ήταν κυρτωμένη, και δεν μπορούσε καθόλου να ισιώσει το σώμα της. Όταν την είδε ο Ιησούς, τη φώναξε και της είπε: «Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου». Έβαλε επάνω της τα χέρια του, κι αμέσως εκείνη ορθώθηκε και δόξαζε το Θεό. Ο αρχισυνάγωγος όμως, αγανακτισμένος που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία το Σάββατο, γύρισε στο πλήθος και είπε: «Υπάρχουν έξι μέρες που επιτρέπεται να εργάζεται κανείς• μέσα σ’ αυτές, λοιπόν, να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι το Σάββατο». Ο Κύριος του απάντησε: «Υποκριτή! Ο καθένας σας δε λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτά τα δεσμά το Σάββατο;» Με τα λόγια αυτά ντροπιάζονταν όλοι οι αντίπαλοί του, κι ο κόσμος χαιρόταν για όλα τα θαυμαστά που έκανε ο Ιησούς.
(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη)
Η υποκριτική τυπολατρεία (Κυριακή Ι΄Λουκά)
Η λατρεία των εξωτερικών σχημάτων της πνευματικής και εκκλησιαστικής ζωής και η αίσθηση ότι αυτά αρκούν για να θεωρηθεί κανείς σωστός και αυθεντικός Χριστιανός, έχει, δυστυχώς, διαπεράσει τον τρόπο ζωής πολλών ανθρώπων, που νομίζουν ότι με τον τρόπο αυτό είναι εντάξει έναντι του Θεού. Το φαινόμενο αυτό, πολύ διαδεδομένο στην εποχή μας, δημιουργεί ανθρώπους δύο ταχυτήτων. Ανθρώπους που φροντίζουν για την άρτια δημόσια Εκκλησιαστική τους εικόνα. Προβάλλουν εαυτούς ως πρότυπα νηστευτών, εκκλησιαζόμενων και προσευχόμενων Χριστιανών, με έντονη, μάλιστα, φιλανθρωπική δραστηριότητα, αλλά και διάθεση αυστηρού ελέγχου προς όλους τους άλλους που, κατά τη γνώμη τους, δεν ζουν κατά Χριστόν. Την ίδια στιγμή, στον προσωπικό τους βίο και έξω από τα αδιάκριτα μάτια των άλλων ανθρώπων, τα ίδια αυτά πρόσωπα εύκολα δικαιολογούν της αμαρτωλές ροπές και τις παθογόνες πτώσεις τους. Επιδεικνύουν αδίστακτη σκληρότητα όταν νιώθουν ότι θίγονται τα συμφέροντά τους. Αδιαφορούν για τις πραγματικές ανάγκες των συνανθρώπων τους, που δεν αντιμετωπίζονται με ευχολόγια.
Όλα αυτά συμβαίνουν γιατί έχουν μετατρέψει την πίστη σε ιδεολογία, την γνήσια θρησκευτικότητα σε εθιμική συνήθεια, την αγάπη σε υποχρέωση, την πνευματική ζωή σε ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης και επαίνου από τους άλλους ανθρώπους.
Η τυπολατρεία, όμως, συχνά λαμβάνει και άλλες μορφές, από ανθρώπους με έντονη πνευματική ζωή. Αναζητούν την γνησιότητα και την αυθεντικότητα στους πνευματικούς τους πατέρες, επιλέγοντάς τους και κρίνοντάς τους με βάση την εξωτερική εικόνα και όχι τα εσωτερικά χαρίσματα. Τα μακριά γένια και τα μαλλιά στους κληρικούς, το χαμηλό βλέμμα και η ταπεινοσχημία, συχνά ανάγονται σε κριτήρια αυθεντικότητας για τους ιερωμένους, που, σε αντίθετη περίπτωση, καταγγέλλονται ως κοσμικοί και μη παραδοσιακοί. Η αντίληψη αυτή, που φανερώνει σαφές έλλειμμα διακρίσεως και αληθινής πνευματικότητας, στηλιτεύεται ακόμα και από την ασκητική γραμματεία της Εκκλησίας μας, που πολεμά τον πειρασμό της τυπολατρείας.
Ας ακούσουμε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Είχαμε ακούσει ότι ο Γέροντας έχει γενειάδα που φθάνει ως τη γη και θέλαμε να τον παρακαλέσουμε να μάς την δείξει. Φοβούμενοι, όμως, μήπως τον προσβάλωμε, ζητήσαμε, εκ των προτέρων να μάς συγχωρήσει. Εκείνος απόρησε, αλλά μάς το υποσχέθηκε. Τότε τον παρακαλέσαμε να λύσει την γενειάδα και αυτός αμέσως ξεκούμπωσε το ζωστικό, την έλυσε από τη μέση, όπου την είχε περιτυλίξει και την άφησε ελεύθερη. Σχεδόν ακουμπούσε στο έδαφος. Ο Γέροντας μάς ικανοποίησε, αλλά παρατήρησε ότι αυτή η περιέργειά μας είναι μάταια και ανωφελής. Η τρίχα – μακριά ή κοντή – δεν σημαίνει τίποτε, δεν συντελεί στη σωτηρία, για την οποία δεν είναι απαραίτητες οι μακριές τρίχες, που σαπίζουν στον τάφο, αλλά τα θεάρεστα έργα»[1]
Από τα παραπάνω συμπεραίνεται , αδελφοί μου, ότι η σωτηρία της ψυχής μας δεν εξαρτάται από την τυφλή εφαρμογή τυπικών διατάξεων και νόμων, αλλά από τα έργα της αγάπης μας, όταν αυτά είναι καρπός γνήσιας και διακριτικής πίστης, έντονης και ουσιαστικής Μυστηριακής ζωής και ευλογημένης μετανοίας. ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ
[1] Γέρων Αθανάσιος. Ιερομονάχου Γρηγορίου, «Αγιορείτες Πατέρες του ΙΘ΄ αι.» Τόμος Β΄, σελ. 18
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου