Την Α' Κυριακή της Μ.Τεσσαρακοστής ( Κυριακή της Ορθοδοξίας ) εορτάζουμε το γεγονός της Αναστηλώσεως των Αγίων και Ιερών Εικόνων.
Ευαγγέλιο Κυριακής: Ιωάν. α’ 44-52
44 Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. 46 εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε. 48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50 ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. 51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει. 52 καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.Κυριακή της Ορθοδοξίας σήμερα και το ιερό Ευαγγέλιο εκφράζει πολύ χαρακτηριστικά το νόημα και την εμπειρία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, που είναι η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία.
Η εμπειρία της εν Χριστώ ζωής
Κάποια ημέρα ο Κύριος, αφού είχε ήδη καλέσει στο αποστολικό αξίωμα τους δυο πρώτους μαθητές του, τον Ανδρέα και τον Πέτρο, βρίσκει τον Φίλιππο, που καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου, και του λέει: Ακολούθησέ με. Ο Φίλιππος, γοητευμένος από την πρώτη αυτή επικοινωνία του με τον Κύριο, δεν μπορεί να κρατήσει τη χαρά της εμπειρίας του αυτής μόνο για τον εαυτό του. Τρέχει λοιπόν στο φίλο Ναθαναήλ και του λέει με ενθουσιασμό: Βρήκαμε Εκείνον για τον Οποίον έγραψε ο Μωυσής και προανήγγειλαν οι προφήτες. Είναι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ. Αλλά ο Ναθαναήλ απορεί: Είναι δυνατόν από το κακόφημο αυτό χωριό να βγει κάτι καλό; Και ο Φίλιππος του απαντά: Έλα και, όταν Τον δεις, θα πεισθείς!Πώς όμως ο Φίλιππος ήταν τόσο βέβαιος ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας; Πώς πείσθηκε μέσα από μία σύντομη γνωριμία γι’ αυτό; Τι είδε μέσα σε λίγες ώρες ο Φίλιππος; Θαύματα εντυπωσιακά δεν είδε. Τι ήταν λοιπόν αυτό που είδε;
Ο Φίλιππος είδε το ακτινοβόλο πρόσωπο του Κυρίου, που τον ενέπνευσε. Και μόνο η θέα του προσώπου του αρκούσε για να πιστεύσει. Και μόνο η ακοή των θαυμαστών λόγων του αρκούσε για να κατανοήσει ότι Αυτός ήταν η προσδοκία της καρδιάς του. Βλέποντας τον Ιησού Χριστό αισθάνθηκε ότι κάτι το διαφορετικό είχε, κάτι ανώτερο έκρυβε. Αισθάνθηκε την αγιότητά του, τη χάρη του. Καθώς Τον άκουγε να του μιλά, κατανοούσε ότι ποτέ άλλοτε δεν του είχε μιλήσει κανείς με τόση σοφία. Η φωνή του Κυρίου θέρμαινε το εσωτερικό του και δημιουργούσε μέσα στην ψυχή του ιερά συναισθήματα, μια συγκίνηση μοναδική, μια αγάπη πρωτόγνωρη, μια πίστη δυνατή. Γι’ αυτό και αμέσως μόλις φλογίσθηκε η καρδιά του από την αγάπη προς τον Κύριο, θέλησε αυτή την εμπειρία να τη μεταλαμπαδεύσει στον φίλο του.
Έτσι συμβαίνει πάντοτε μέσα στην αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία. Όσοι πιστοί έχουμε αποκτήσει πείρα της χάριτος και της γλυκύτητος του Ιησού, όπως τη νιώθουμε μέσα στα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, δεν μπορούμε να αγαπήσουμε τίποτε άλλο περισσότερο από τον Ιησού Χριστό. Διότι όταν η ψυχή μας ανάψει από τη φλόγα της αγάπης προς τον Κύριο, από την εμπειρία της μυστηριακής κοινωνίας μαζί του, τότε αυτή τη χαρά δεν αντέχουμε να την κρατήσουμε μόνο για μας, θέλουμε να κάνουμε κι άλλους κοινωνούς της ευτυχίας μας. Όσοι έχουμε γευθεί μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας την αγάπη του Χριστού να πλημμυρίζει τη ζωή μας, δεν μπορούμε παρά να φωνάξουμε παντού γύρω μας: δεν υπάρχει πουθενά αλλού η σωτηρία παρά μόνο στη μοναδική Εκκλησία, στην εμπειρία της Ορθοδόξου εν Χριστώ ζωής.
Είναι ανοιχτοί οι ουρανοί
Καθώς λοιπόν είδε ο Κύριος τον Ναθαναήλ να έρχεται προς Αυτόν, λέει: Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, ο οποίος δεν έχει πονηριά μέσα του. Ο Ναθαναήλ απορεί: Πού με γνωρίζεις, Κύριε; Και ο Χριστός του απαντά: Πριν σε φωνάξει ο Φίλιππος, σε είδα εκεί κάτι από τη συκιά. Τότε ο Ναθαναήλ σε μία έκρηξη θαυμασμού του λέει: Διδάσκαλε, πράγματι, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, ο βασιλιάς του Ισραήλ που περιμέναμε.Πιστεύεις, επειδή σου είπα ότι σε είδα κάτω από τη συκιά; του αποκρίνεται ο Ιησούς. Θα δεις και πιο θαυμαστά πράγματα. Σας διαβεβαιώνω ότι από τώρα που κατά τη βάπτισή μου άνοιξαν οι ουρανοί, θα τους δείτε κι εσείς ανοιγμένους και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν στον Υιό του Θεού για να υπηρετούν Αυτόν και την Εκκλησία του.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Αυτά ακριβώς τα τελευταία λόγια του Κυρίου μας εκφράζουν
επιγραμματικά το βαθύτερο νόημα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Διότι τι
είναι η Ορθοδοξία μας; Δεν είναι μόνο η αληθινή πίστη, αλλά είναι η
μοναδική δυνατή εμπειρία της αγιότητας, είναι οι ανοικτοί ουρανοί στον
δρόμο προς τη θέωση.Διότι μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία κάθε πιστός μπορεί να έχει αυτή την εμπειρία των ανοικτών ουρανών. Αυτούς τους ουρανούς τους άνοιξε ο Κύριος με την ενανθρώπησή του, το κοσμοσωτήριο έργο του, το πάθος του, την Ανάσταση και την Ανάληψή του. Αλλά αυτόν ακριβώς τον δρόμο της θεώσεως μπορεί να τον βαδίσει πλέον και κάθε άνθρωπος μόνο μέσα στη μία αληθινή Εκκλησία του Χριστού, την Ορθόδοξη. Μόνο μέσα στην Ορθοδοξία μπορούν οι πιστοί να δέχονται τη Χάρη του Χριστού, να κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του, να επικοινωνούν με τους αγίους και τους αγγέλους, να προσεγγίζουν τον ίδιο τον Θεό.
Μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία πιστά μέλη κι εμείς, ας ζούμε καθημερινά τους ανοικτούς ουρανούς. Και ας διατρανώνουμε το μυστήριο που ζούμε: ότι μόνο στην Ορθοδοξία υπάρχει ο δρόμος προς τον ουρανό, υπάρχει η χάρις, η εμπειρία, η κοινωνία, η θέωση.
Α΄ Κυριακή των Νηστειών , Κυριακή της Ορθοδοξίας
Ἡ πρώτη Κυριακή τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι ἀφιερωμένη στή νίκη
τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῆς εἰκονομαχίας καί ὅλων τῶν αἱρέσεων. Πρίν
ἀπό δώδεκα αἰώνες ἐπί ἑκατό χρόνια ἀναστατώθηκε ἡ χριστιανοσύνη γιά τό
ζήτημα τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ἡ ἀφορμή καί τό πρόσχημα ἦταν ἡ προσκύνηση τῶν
ἱερῶν εἰκόνων, ἡ αἵρεση ὅμως εἶχε βαθύτερες ρίζες, κι ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος
Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἦταν μιά «ἀθεώτατη μεταστοιχείωσις τῶν ἁπάντων»,
ἀπέβλεπε δηλαδή σέ μιά γενική ἀνατροπή τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν μιά ἀτυχής
ἀνάμιξη τοῦ Κράτους στά πράγματα τῆς Ἐκκλησίας, σάν ἐκεῖνες πού πολλές
φορές δυστυχῶς ἔγιναν στήν Ἱστορία, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων πάντα ἡ Ἐκκλησία
ἐπλήρωσε ξένες ἁμαρτίες. Ἡ εἰκονομαχία, ἦταν μιά ἀπό τίς πιό δραματικές
περιπέτειες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν τό Κράτος ἦλθε σέ σύγκρουση μαζί της.
Φανερά μέν ἦταν τό ζήτημα τῶν εἰκόνων, στήν οὐσία ὅμως, γιατί τό Κράτος
ἤθελε μιά ριζικώτερη ἀλλαγή καί μεταρρύθμιση τῶν ἐκκλησιαστικῶν
πραγμάτων. Στό τέλος νίκησε πάλι ἡ Ἐκκλησία καί ἐπικράτησε ἡ ορθή πίστη˙
γιατί πάντα ἡ Ἐκκλησία νικᾶ, ὅταν ἀγωνίζεται γιάτά δίκαια τοῦ Θεοῦ. Σ’
ἐκείνη λοιπόν τή νίκη καί γενικά στούς ἀγώνες καί στό θρίαμβο τῆς
Ὀρθοδοξίας εἶναι ἀφιερωμένη ἡ σημερινή ἑορτή.
Ἡ
ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι ἡ πολύτιμη κληρονομιά τῶν Πατέρων μας. Γι’
αὐτό πρέπει νά τό ἔχωμε καύχηση πώς εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί καί νά
τό θεωροῦμε ἱερώτατο χρέος μας νά φυλᾶμε καί νά ὑπερασπίζουμε τήν
Ὀρθοδοξία μας.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστόςτό εἶπε καθαρά στούς Ἀποστόλους, ὅτι «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν».
Οἱ καλύτερες καί οἱ ἐνδοξότερες ἡμέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ ἡμέρες
τῶν διωγμῶν. Τό ὀδυνηρό στόν καιρό μας εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν διώκεται
ἀπό τήν εἰδωλολατρεία, ἀλλά ἀπό τούς ἴδιους τούς χριστιανούς. Οἱ
Χριστιανικοί λαοί, σάν καί νά κουράστηκαν νά σηκώνουν τό σταυρό τοῦ
Κυρίου, πού στ’ ἀλήθεια δέν τόν σήκωσαν ποτέ, βιάζονται νά ξαναγυρίσουν
στήν εἰδωλολατρεία. Οἱ σημερινοί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ξένοι,
εἶναι δικοί της ἄνθρωποι καί βαπτισμένοι χριστιανοί. Αὐτή εἶναι ἡ
σύχγρονη δραματική περιπέτεια τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι βρίσκεται ἀντιμέτωπη σέ
μιά νέα ἐσωτερική εἰκονοκλαστική ἐξέγερση.
Ὅταν ἐδῶ λέμε Ἐκκλησία, ἐννοοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι «ἡ μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία»˙
αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς ἀποστολικῆς καί πατερικῆς παράδοσης, αὐτή
εἶναι ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας μας. Εἶναι γνωστά τά λόγια τοῦ Συνοδικοῦ,
πού διαβαζέται σήμερα στη Λιτανεία˙ «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίσις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξε».
Καί εἶναι γνωστό στήν Ἱστορία πώς ἡ Ὀρθοδοξία στήριξε τήν Οἰκουμένη,
ὅσο κι ἄν αὐτό ἀμφισβητήθηκε πρῶτ’ ἀπό του ξένους κι ὕστερα κι ἀπό μᾶς
τούς ἴδιους, πού εἶναι ἀλήθεια πώς ἄρχισε νά μᾶς βαραίνει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ
Οἰκουμένη, γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ τό Συνοδικό, εἶναι ὁ τότε πολιτισμένος
κόσμος, ὁ πρίν ἀπό τό σχίσμα χριστιανικός κόσμος, πού συμπίπτει σχεδόν
μέ τή Βυζαντινή αὐτοκρατορία. Πῶς μποροῦμε νά ἀρνηθοῦμε τήν ἐθνική μας
Ἱστορία; Πῶς μποροῦμε νά ἀμφισβητήσουμε τό σπουδαῖο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας
στή διάσωση καί τήν ἀναβίωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ;
Εἶναι
ἀρχαῖο ἀξίωμα τῶν ἱερῶν Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία
δέν ὑπάρχει ὀρθή πίστη καί δέν ὑπάρχει σωτηρία. Ὅποιος θέλει νά εἶναι
χριστιανός πρέπει νά ἀνήκη στήν Ἐκκλησία, κι ὅποιος θέλει τή σωτηρία του
πρέπει νά ξέρη πώς μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία σώζεται. Χριστιανός θά πῆ
ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ
Ἐκκλησία. Εἶναι πολλοί πού στά χαρτιά λέγονται χριστιανοί ὀρθόδοξοι,
ἀλλά τήν Ἐκκλησία δέν τήν ξέρουν, γιατί θαρροῦν πώς δέν τούς χρειάζεται.
Πιστεύουν
πώς ἀρκεῖ νά εἶναι καλοί ἄνθρωποι καί πείθουν τόν ἑαυτό τους πώς
πραγματικά εἶναι καλοί. Τό Χριστιανός ὅμως δέν τούς λέγει τίποτε οὔτε τό
καταλαβαίνουν, φτάνει ὅμως πού πιστεύουν πώς εἶναι καλοί ἄνθρωποι, ἀφοῦ
καί οἱ ἄλλοι τούς βλέπουν γιά καλούς ἀνθρώπους.
Οἱ
χριστιανοί, πού μπορεῖ καί νά μήν εἶναι ἀπό τούς λεγόμενους καλούς
ἀνθρώπους, εἶναι καί μένουν μέσα στήν Ἐκκλησία καί παλέβουνε νά γίνουν
καλοί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι φτιάχνονται στήν Ἐκκλησία, μέ τόν
δικό τους πνευματικό ἀγώνα καί μέ τή θεία χάρη, πού ἀναπληρώνει τά
ἐλλείποντα καί θεραπεύει τά ἀσθενῆ.
Ὁ
κόσμος πραγματικά καλυτερεύει, ὅταν μέσα μας ριζώνη ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ
καί ἑδραιώνεται ἡ ἀληθινή πίστη. Γιατί ἡ πίστη δέν εἶναι μιά θεωρητική
γνώμη, ἀλλά ἡ δύναμη μέσα μας, πού μᾶς φτερώνει καί μᾶς ἀναβάζει στόν
οὐρανό.
Ἑορτάζοντας
καί σήμερα τή νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῆς εἰκονομαχίας καί ὅλων
τῶν αἱρεσέων, εὔκαιρο εἶναι νά δώσουμε ἄλλη μιά φορά καί νά ἀνανεώσουμε
τήν παλαιά ὑπόσχεση˙ Δέν θά σέ ἀπαρνηθοῦμε, ἀγαπητή μας Ὀρθοδοξία˙ δέν
θά σέ ψευτίσουμε, ἱερή καί σεβαστή κληρονομιά τῶν πατέρων μας˙ «Οὐκ
ἀπαρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία˙ οὐ ψευσόμεθά σε, πατροπαράδοτον σέβας»,
ὅπως ἐκφώνησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός.
Βίος Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων που μαρτύρησαν στη Σεβάστεια .
Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, οι οποίοι κατάγονταν από διάφορους τόπους και μαρτύρησαν στην λίμνη της Σεβαστείας, το έτος 320 μ.Χ., είναι οι : Αγγίας, Αγλάϊος, Αειθαλάς,
Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος, Γοργόνιος, Δομετιανός η Δομέτιος, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιάδης η Ηλίας, Ηράκλειος,
Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ιωάννης η Κάνδιδος, Κλαύδιος, Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακερδών
η Σακεδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων.
Οι Άγιοι ήταν στρατιώτες επί αυτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) και ηγεμόνος Αγρικολάου. Επειδή αρνήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα, συνελήφθησαν και ομολόγησαν ότι
ήταν Χριστιανοί. Και επειδή δεν πείσθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους, τους συνέτριψαν με πέτρες τα σώματά τους και σε καιρό χειμώνος τους καταδίκασαν να στέκονται όλη
την νύχτα μέσα στην λίμνη που είχε παγώσει από το κρύο και είχε κρυσταλλώσει.
Εκεί, όταν ένας λιποψύχησε και έτρεξε προς το κοντινότερο λουτρό για να ζεσταθεί, ο καπικλάριος που τους φύλαγε, όταν είδε από τον ουρανό να κατεβαίνουν οι στέφανοι για
τους τριάντα εννέα Μάρτυρες και ένα στεφάνι να περισσεύει, το οποίο ανήκε σε εκείνον που λιποψύχησε, αφού απέβαλε την στολή του, έτρεξε προς τους Αγίους και πίστεψε
στον Χριστό. Το πρωί, όσους δεν είχαν πεθάνει ακόμη, αφού οι φύλακες τους οδήγησαν στην ακτή και τους έσπασαν τα πόδια, τους έκαψαν και έριξαν τα ιερά σκηνώματά τους
στην λίμνη. Τα μαρτυρικά λείψανα ευρέθησαν από τους Χριστιανούς σε κάποιο γκρεμό, όπου είχαν συναχθεί κατά θεία οικονομία και ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια.
Στον Ευεργετινό αναφέρεται ότι ενώ οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως έχοντας παραμείνει όλη τη νύχτα μέσα στην παγωμένη λίμνη και
καθώς τους έσερναν στον αιγιαλό για να τους συντρίψουν τα σκέλη, η μητέρα ενός Μάρτυρος παρέμενε εκεί πάσχουσα με αυτούς, βλέποντας το παιδί της που ήταν νεότερο
στην ηλικία από όλους, μήπως και λόγω του νεαρού της ηλικίας και της αγάπης προς την ζωή, δειλιάσει και βρεθεί ανάξιο της τιμής και της τάξεως των στρατιωτών του Χριστού.
Στεκόταν λοιπόν, εκεί και άπλωνε τα χέρια της προς το παιδί της λέγοντας: «Παιδί μου γλυκύτατο, υπόμεινε για λίγο και θα καταστείς τέκνο του Ουράνιου Πατέρα. Μην φοβηθείς
τις βασάνους. Ιδού, παρίσταται ως βοηθός σου ο Χριστός. Τίποτε δεν θα είναι από εδώ και πέρα πικρό, τίποτα το επίπονο δεν θα απαντήσεις. Όλα εκείνα παρήλθαν, διότι όλα
αυτά τα νίκησες με τη γενναιότητά σου. Χαρά μετά από αυτά, άνεση, ευφροσύνη. Όλα αυτά θα τα γεύεσαι, διότι θα είσαι κοντά στον Χριστό και θα πρεσβεύεις εις Αυτόν και για
μένα που σε γέννησα».
Τα λείψανα των Αγίων βρήκε με θεία οπτασία, το έτος 438 μ.Χ., η αυτοκράτειρα Πουλχερία κρυμμένα στο ναό του Αγίου Θύρσου, πίσω από τον άμβωνα, στον τάφο της
διακόνισσας Ευσέβειας σε δύο αργυρές θήκες, οι οποίες κατά την διαθήκη της Ευσέβειας, είχαν εναποτεθεί στον τάφο της στο μέρος της κεφαλής της. Στην συνέχεια η
Πουλχερία οικοδόμησε ναό έξω από τα τείχη των Τρωαδησίων.
Σπουδαία από ιστορικής απόψεως θεωρείται από νεότερους ερευνητές η Διαθήκη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, η οποία αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει τον
διασκορπισμό των ιερών λειψάνων τους μεταξύ των Χριστιανών, πράγμα συνηθισμένο στην Ανατολή κατά τους χρόνους εκείνους. Γι’ αυτό εκρίναμε σκόπιμο να παραθέσουμε
στη νεοελληνική γλώσσα το κείμενο της Διαθήκης:
Διαθήκη των Αγίων και ενδόξων Σαράντα Μαρτύρων των οποίων ο βίος ετελειώθηκε στη Σεβαστεία
«Ο Μελέτιος, ο Αέτιος και ο Ησύχιος, οι δούλοι του Χριστού, χαίρουν εν Χριστώ ανάμεσα σε όλους τους Αγίους επισκόπους και πρεσβυτέρους και διακόνους και ομολογητές και
τους υπολοίπους εκκλησιαστικούς άνδρες σε όλη την πόλη και τη χώρα.
1 Όταν με τη χάρη του Θεού και τις κοινές προσευχές όλων τελέσουμε τον προκαθορισμένο σε εμάς αγώνα και φθάσουμε στα βραβεία της άνω κλήσεως, τότε αυτό το θέλημά
μας για την ανακομιδή των λειψάνων μας θέλουμε να κυριαρχήσει στους ανθρώπους γύρω από τον πρεσβύτερο και πατέρα μας Πρόϊδο και τους αδελφούς μας Κρισπίνο και
Γόρδιο μαζί με το λαό που τους ακολουθεί, και τον Κύριλλο, τον Μάρκο και τον Σαπρίκιο, το υιό του Αμμωνίου, με σκοπό να μετατεθούν τα λείψανά μας από την πόλη Ζήλων στο
χωριό Σαρείμ. Γιατί αν και όλοι καταγόμαστε από διαφορετικά μέρη, όμως προτιμούμε τον ένα και ίδιο τόπο ενταφιασμού για την αιώνια ανάπαυση. Γιατί αφού αγωνισθήκαμε τον
κοινό αθλοφόρο αγώνα, συμφωνήσαμε ότι θα έχουμε κοινό τόπο ενταφιασμού στον προαναφερθέντα τόπο. Αυτά λοιπόν εφάνηκαν σωστά κατά το άγιο Πνεύμα, και φάνηκαν
καλά και σε εμάς.
Εξ αιτίας αυτού εμείς οι συγγενείς του Αετίου και του Ευτυχίου και των υπολοίπων εν Χριστώ αδελφών παρακαλούμε τους κυρίους γονείς μας και τους αδελφούς μας να μείνουν
μακριά από κάθε ταραχή και λύπη, να τιμήσουν δε τον όρο της φιλάδελφης συμμετοχής τους και να συμβαδίσουν με προθυμία στη θέλησή μας, για να αποκτήσουν το μεγάλο
μισθό της υπακοής και της συμπάθειας από τον κοινό πατέρα μας.
Ακόμη αξιώνουμε από όλους, κανείς να μη θησαυρίσει για τον ευατό του τα περισυλλεγέντα λείψανα από το καμίνι, αλλά αφού φροντίσει για τη συγκέντρωσή τους στο ίδιο μέρος,
να τα αποδώσει στους προαναφερθέντες, με σκοπό να αποκομίσει το κέρδος της φιλευσπλαχνίας των ίδιων του κόπων, αφού επιδείξει ισχυρό ζήλο και αληθινή ευγνωμοσύνη.
Όπως ακριβώς η Μαρία, η οποία αφού επερίμενε καρτερικά στον τάφο και είδε πρώτη από όλους τον Κύριο, πρώτη εδέχθηκε και τη χάρη της χαράς και της ευλογίας.
Αν κάποιος εναντιωθεί στο θέλημα το δικό μας, ας είναι ξένος από το θείο κέρδος, ένοχος κάθε παρακοής, αφού με επιπόλαιη σκέψη έχασε το δίκαιό του, επειδή εξαναγκαζόταν,
όσο εξαρτιόταν από αυτόν, να κατατεμαχίσει εμάς, τους οποίους ο Άγιος Σωτήρας μας με την προσωπική χάρη και πρόνοια συνέδεσε με πίστη.
Αν όμως και το παιδί, ο Ευνοϊκός, με τη συγκατάνευση του φιλάνθρωπου Θεού φθάσει στο ίδιο τέλος του αγώνος, αξίωσε να έχει την ίδια με εμάς διαμονή. Αν βέβαια
διαφυλαχθεί αβλαβής με τη Χάρη του Χριστού και δοκιμασθεί στον κόσμο, παραγγέλλουμε να ασχοληθεί αυτός ελεύθερα με το μαρτύριό μας και παρακαλούμε να διαφυλάττει τις
εντολές του Χριστού, με σκοπό να μετέχει της απολαύσεως μαζί με εμάς κατά τη μεγάλη ημέρα της Αναστάσεως, επειδή και όσο ευρισκόταν στον κόσμο υπέμεινε τις ίδιες
θλίψεις.
Γιατί η ευγνωμοσύνη προς τον αδελφό αποβλέπει στη δικαιοσύνη του Θεού, η παρακοή όμως προς τους ομόφυλους καταπατά την εντολή του Θεού. Γιατί έχει γραφεί ότι: αυτός
που αγαπά την αδικία, μισεί την ψυχή του.
2 Επομένως αξιώνω από εσάς, αδελφέ Κρισπίνε, και παραγγέλω να μείνετε μακριά από κάθε κοσμική τρυφή και πλάνη. Γιατί είναι εσφαλμένη και όχι ισχυρή η δόξα του κόσμου,
η οποία για λίγο μεν ακμάζει και πάλι μαραίνεται σαν χόρτο, αφού δέχεται το τέλος πιο γρήγορα από την αρχή. Να θελήσετε όμως να προσφύγετε στον φιλάνθρωπο Θεό, ο
οποίος παρέχει σε όσους προστρέχουν σε Αυτόν πλούτο αδιάκοπο, και βραβεύει με ζωή αιώνια όσους πιστεύουν σε Αυτόν.
Είναι η στιγμή κατάλληλη για όσους θέλουν να σώζονται και για όσους δεν το αναβάλλουν για το μέλλον, παρέχοντας άφθονη διορία για μετάνοια και τη χωρίς δισταγμό ενέργεια
της πολιτείας. Γιατί οι αλλαγές της ζωής είναι απρόοπτες. Αλλά αν έχεις γνώση, πρόσεξε μέσα σε αυτή τη ζωή να εμφανίσεις την ωφέλεια και την αγνότητα του σεβασμού προς
τον Θεό, με σκοπό αφού γίνεις κύριος αυτής να εξαλείψεις το χειρόγραφο κείμενο των προπατορικών αμαρτημάτων: γιατί θα σε βρω σε αυτό, εν τω μεταξύ και θα σε κρίνω.
Ασχοληθείτε, λοιπόν, σοβαρά με τις εντολές του Χριστού για να ευρεθείτε άμεμπτοι, με σκοπό να αποφύγετε το ακοίμητο και αιώνιο πυρ. Γιατί ο καιρός είναι περιορισμένος από
παλιά, φωνάζει η θεία φωνή.
Προπαντός λοιπόν αποδώσατε τιμή στην αγάπη. Γιατί αυτή μόνη τιμά με νόμο το δίκαιο της αδελφικής αγάπης υπακούοντας στον Θεό. Και γιατί μέσω του αδελφού που είναι
ορατός τιμάται ο αόρατος Θεός. Και τα λόγια αυτά στρέφονται προς τους ομομήτριους αδελφούς, η άποψη αυτή όμως απευθύνεται σε όλους τους φιλόχριστους. Και ισχυρίστηκε
ο Άγιος Σωτήρας μας και Θεός ότι εκείνοι είναι αδελφοί, όχι όσοι μετέχουν της ίδιας φύσεως, αλλά όσοι συνδέονται με άριστες πράξεις, με την πίστη και εκπληρώνουν το θέλημα
του Πατέρα μας που ευρίσκεται στον ουρανό.
3 Χαιρετίζουμε τον κύριό μας τον πρεσβύτερο Φίλιππο και τον Προκλιανό και τον Διογένη μαζί με την αγία Εκκλησία. Χαιρετίζουμε τον Μάξιμο με την Εκκλησία. Χαιρετίζουμε τον
Δόμνο με τους συγγενείς του, τον Ίλη τον πατέρα μας και τον Ουάλη με την Εκκλησία. Χαιρετίζω και εγώ, ο Μελέτιος, τους συγγενείς μου Λουτάνιο, Κρίσπο και τον Γόρδιο με
τους συγγενείς τους, τον Ελπίδιο με τους συγγενείς του, τον Υπερέχιο με τους συγγενείς του.
Χαιρετίζουμε και όσους ευρίσκονται στο χωριό Σαρείμ, τον πρεσβύτερο με τους συγγενείς του, τους διακόνους με τους συγγενείς τους, τον Μάξιμο με τους συγγενείς του, τον
Ησύχιο με τους συγγενείς του, τον Κυριακό με τους συγγενείς του. Χαιρετίζουμε όλους όσοι ευρίσκονται στο Χαδουθί ονομαστικά. Χαιρετίζουμε ονομαστικά όλους όσοι
ευρίσκονται στη Χαρισφώνη. Χαιρετίζω και εγώ ο Αέτιος τους συγγενείς μου Μάρκο και Ακυλίνα και τον πρεσβύτερο Κλαύδιο και τους αδελφούς του Μάρκο, Τρύφωνα, Γόρδιο
και Κρίσπο και τις αδελφές μου και τη σύζυγό μου Δόμνα με το παιδί μου.
Χαιρετίζω και εγώ ο Ευτύχιος όσους ευρίσκονται στα Ξίμαρα, τη μητέρα μου Ιουλία και τους αδελφούς μου Κύριλλο, Ρούφο, Ρίγλο και Κυρίλλα και τη νύμφη μου Βασιλεία και τους
διακόνους Κλαύδιο και Ρουφίνο και Πρόκλο. Χαιρετίζουμε και τους υπηρέτες του Θεού, τον Σαπρίκιο, τον υιό του Αμμωνίου, και τον Γενέσιο, και τον Σωσάννα με τους δικούς του.
Χαιρετίζουμε λοιπόν όλους εσάς, που είστε κύριοί μας, όλοι εμείς οι σαράντα αδελφοί και συγκρατούμενοι, ο Μελέτιος, ο Αέτιος, ο Ευτύχιος, ο Κυρίων, ο Κάνδιδος, ο Αγγίας, ο
Γάιος, ο Χουδίων, ο Ηράκλειος, ο Ιωάννης, ο Θεόφιλος, ο Σισίνιος, ο Σμάραγδος, ο Φιλοκτήμων, ο Γοργόνιος, ο Κύριλλος, ο Σεβηριανός, ο Θεόδουλος, ο Νίκαλλος, ο Φλάβιος,
ο Ξάνθιος, ο Ουαλέριος, ο Ησύχιος, ο Δομετιανός, ο Δόμνος, ο Ηλιανός, ο Λεόντιος, ο ονομαζόμενος και Θεόκτιστος, ο Ευνοϊκός, ο Ουάλης, ο Ακάκιος, ο Αλέξανδρος, ο
Βικράτιος, ο ονομαζόμενος και Βιβιανός, ο Πρίσκος, ο Σακέρδων, ο Εκδίκιος, ο Αθανάσιος, ο Λυσίμαχος, ο Κλαύδιος, ο Ίλης, και ο Μελίτων. Εμείς λοιπόν οι σαράντα δούλοι του
κυρίου ημών Ιησού Χριστού υπογράψαμε με το χέρι του Μελετίου για τον καθένα από εμάς, και επικυρώσαμε όλα όσα εγράφησαν πριν, και εφάνηκε καλό σε όλους εμάς.
Με την ψυχή μας και το θείο πνεύμα προσευχόμαστε να τύχουμε όλοι τα αιώνια αγαθά του Θεού και την Βασιλεία Του τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν».
Οι γονείς του Μεγάλου Βασιλείου, που κατείχαν «κόνιν» και τεμάχια των ιερών λειψάνων των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ανήγειραν τον πρώτο ναό στην Ανατολή εις τιμήν
των Αγίων, όπου και ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο.
Ναός αφιερωμένος στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες υπήρχε στην περιοχή Μέση της Κωνσταντινουπόλεως, που είχε ανεγερθεί από τον αυτοκράτορα Τιβέριο Α’ (579 –
582 μ.Χ.) και συμπληρωθεί από τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582 – 602 μ.Χ.). Το ναό κατεκόσμησε ο Ανδρόνικος ο Κομνηνός (1183 – 1185 μ.Χ.). Στο ναό αυτό ελειτουργούνταν
κατά την ημέρα της μνήμης των Αγίων Μαρτύρων οι αυτοκράτορες. Άλλοι ναοί υπήρχαν α) στο παλάτι, και ο οποίος πανηγύριζε στις 27 Αυγούστου, β) στη νήσο Πλάτη, η Πλατεία,
γ) στη μονή της Χώρας, δ) στην Έμμεσα της Συρίας.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο αγιότατο Μαρτύριό τους πλησίον του Χαλκού Τετραπύλου.
Στίχος
Πληροῦμεν ὑστέρημα σοῦ, Σῶτερ, πάθους, Τεσσαράκοντα, συντριβέντες τὰ σκέλη. Ἀμφ' ἐνάτῃ ἐάγη σκέλη ἀνδρῶν τεσσαράκοντα.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ΄. θείας πίστεως
Θείῳ Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, Ἀθλοφόροι Χριστοῦ Τεσσαράκοντα· διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος ἔνδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρῶς ἐδοξάσθητε.
Ἀλλ' αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν Ὑπερούσιον, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Τοὺς γενναίους ὁπλίτας τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος, τοὺς συγκροτηθέντας ἐν πίστει, ὁμοφώνος τιμήσωμεν· Χριστῷ γὰρ στρατευθέντες εὐσεβῶς, δι’ ὕδατος διῆλθον
καὶ πυρός, καὶ πρὸς θείαν εἰσέλθοντες ἀναψυχήν, προΐστανται τῶν βοώντων· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ θαυμαστώσαντι ὑμᾶς,
Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄.
Τάς ἀλγηδόνας τῶν Ἁγίων, ἃς ὑπέρ σοῦ ἔπαθον, δυσωπήθητι, Κύριε· καί πάσας ἡμῶν τάς ὀδύνας ἴασαι, φιλάνθρωπε δεόμεθα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β΄. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν
Πᾶσαν στρατιὰν, τοῦ κόσμου καταλιπόντες, τῷ ἐν οὐρανοῖς Δεσπότῃ προσεκολλήθητε, Ἀθλοφόροι Κυρίου Τεσσαράκοντα· διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος, διελθόντες μακάριοι,
ἐπαξίως ἐκομίσασθε, δόξαν ἐκ τῶν οὐρανῶν, καὶ στεφάνων πληθύν.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ
Συντεταγμένοι εὐσεβείᾳ καὶ στερρότητι Μαρτυρικῶς τὸν δυσμενῆ ἐθριαμβεύσατε, Τεσσαράκοντα γενναῖοι Χριστοῦ ὁπλῖται· Ἀλλ’ ὡς σύμμορφοι ἐν ἄθλοις καὶ ἐν χάριτι,
Ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰρήνῃ συντηρήσατε Τοὺς κραυγάζοντας, χαίροις ἅγιον σύνταγμα.
Μεγαλυνάριον
Τὸ τετραδεκάριθμον καὶ λαμπρόν, σύνταγμα τοῦ Λόγου, εὐφημήσωμεν ἐν ᾠδαῖς· κρύει καὶ πυρὶ γάρ, στερρῶς δοκιμασθέντες, ἐστέφθησαν ἀξίως, οἱ Τεσσαράκοντα.
Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, οι οποίοι κατάγονταν από διάφορους τόπους και μαρτύρησαν στην λίμνη της Σεβαστείας, το έτος 320 μ.Χ., είναι οι : Αγγίας, Αγλάϊος, Αειθαλάς,
Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος, Γοργόνιος, Δομετιανός η Δομέτιος, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιάδης η Ηλίας, Ηράκλειος,
Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ιωάννης η Κάνδιδος, Κλαύδιος, Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακερδών
η Σακεδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων.
Οι Άγιοι ήταν στρατιώτες επί αυτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) και ηγεμόνος Αγρικολάου. Επειδή αρνήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα, συνελήφθησαν και ομολόγησαν ότι
ήταν Χριστιανοί. Και επειδή δεν πείσθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους, τους συνέτριψαν με πέτρες τα σώματά τους και σε καιρό χειμώνος τους καταδίκασαν να στέκονται όλη
την νύχτα μέσα στην λίμνη που είχε παγώσει από το κρύο και είχε κρυσταλλώσει.
Εκεί, όταν ένας λιποψύχησε και έτρεξε προς το κοντινότερο λουτρό για να ζεσταθεί, ο καπικλάριος που τους φύλαγε, όταν είδε από τον ουρανό να κατεβαίνουν οι στέφανοι για
τους τριάντα εννέα Μάρτυρες και ένα στεφάνι να περισσεύει, το οποίο ανήκε σε εκείνον που λιποψύχησε, αφού απέβαλε την στολή του, έτρεξε προς τους Αγίους και πίστεψε
στον Χριστό. Το πρωί, όσους δεν είχαν πεθάνει ακόμη, αφού οι φύλακες τους οδήγησαν στην ακτή και τους έσπασαν τα πόδια, τους έκαψαν και έριξαν τα ιερά σκηνώματά τους
στην λίμνη. Τα μαρτυρικά λείψανα ευρέθησαν από τους Χριστιανούς σε κάποιο γκρεμό, όπου είχαν συναχθεί κατά θεία οικονομία και ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια.
Στον Ευεργετινό αναφέρεται ότι ενώ οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως έχοντας παραμείνει όλη τη νύχτα μέσα στην παγωμένη λίμνη και
καθώς τους έσερναν στον αιγιαλό για να τους συντρίψουν τα σκέλη, η μητέρα ενός Μάρτυρος παρέμενε εκεί πάσχουσα με αυτούς, βλέποντας το παιδί της που ήταν νεότερο
στην ηλικία από όλους, μήπως και λόγω του νεαρού της ηλικίας και της αγάπης προς την ζωή, δειλιάσει και βρεθεί ανάξιο της τιμής και της τάξεως των στρατιωτών του Χριστού.
Στεκόταν λοιπόν, εκεί και άπλωνε τα χέρια της προς το παιδί της λέγοντας: «Παιδί μου γλυκύτατο, υπόμεινε για λίγο και θα καταστείς τέκνο του Ουράνιου Πατέρα. Μην φοβηθείς
τις βασάνους. Ιδού, παρίσταται ως βοηθός σου ο Χριστός. Τίποτε δεν θα είναι από εδώ και πέρα πικρό, τίποτα το επίπονο δεν θα απαντήσεις. Όλα εκείνα παρήλθαν, διότι όλα
αυτά τα νίκησες με τη γενναιότητά σου. Χαρά μετά από αυτά, άνεση, ευφροσύνη. Όλα αυτά θα τα γεύεσαι, διότι θα είσαι κοντά στον Χριστό και θα πρεσβεύεις εις Αυτόν και για
μένα που σε γέννησα».
Τα λείψανα των Αγίων βρήκε με θεία οπτασία, το έτος 438 μ.Χ., η αυτοκράτειρα Πουλχερία κρυμμένα στο ναό του Αγίου Θύρσου, πίσω από τον άμβωνα, στον τάφο της
διακόνισσας Ευσέβειας σε δύο αργυρές θήκες, οι οποίες κατά την διαθήκη της Ευσέβειας, είχαν εναποτεθεί στον τάφο της στο μέρος της κεφαλής της. Στην συνέχεια η
Πουλχερία οικοδόμησε ναό έξω από τα τείχη των Τρωαδησίων.
Σπουδαία από ιστορικής απόψεως θεωρείται από νεότερους ερευνητές η Διαθήκη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, η οποία αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει τον
διασκορπισμό των ιερών λειψάνων τους μεταξύ των Χριστιανών, πράγμα συνηθισμένο στην Ανατολή κατά τους χρόνους εκείνους. Γι’ αυτό εκρίναμε σκόπιμο να παραθέσουμε
στη νεοελληνική γλώσσα το κείμενο της Διαθήκης:
Διαθήκη των Αγίων και ενδόξων Σαράντα Μαρτύρων των οποίων ο βίος ετελειώθηκε στη Σεβαστεία
«Ο Μελέτιος, ο Αέτιος και ο Ησύχιος, οι δούλοι του Χριστού, χαίρουν εν Χριστώ ανάμεσα σε όλους τους Αγίους επισκόπους και πρεσβυτέρους και διακόνους και ομολογητές και
τους υπολοίπους εκκλησιαστικούς άνδρες σε όλη την πόλη και τη χώρα.
1 Όταν με τη χάρη του Θεού και τις κοινές προσευχές όλων τελέσουμε τον προκαθορισμένο σε εμάς αγώνα και φθάσουμε στα βραβεία της άνω κλήσεως, τότε αυτό το θέλημά
μας για την ανακομιδή των λειψάνων μας θέλουμε να κυριαρχήσει στους ανθρώπους γύρω από τον πρεσβύτερο και πατέρα μας Πρόϊδο και τους αδελφούς μας Κρισπίνο και
Γόρδιο μαζί με το λαό που τους ακολουθεί, και τον Κύριλλο, τον Μάρκο και τον Σαπρίκιο, το υιό του Αμμωνίου, με σκοπό να μετατεθούν τα λείψανά μας από την πόλη Ζήλων στο
χωριό Σαρείμ. Γιατί αν και όλοι καταγόμαστε από διαφορετικά μέρη, όμως προτιμούμε τον ένα και ίδιο τόπο ενταφιασμού για την αιώνια ανάπαυση. Γιατί αφού αγωνισθήκαμε τον
κοινό αθλοφόρο αγώνα, συμφωνήσαμε ότι θα έχουμε κοινό τόπο ενταφιασμού στον προαναφερθέντα τόπο. Αυτά λοιπόν εφάνηκαν σωστά κατά το άγιο Πνεύμα, και φάνηκαν
καλά και σε εμάς.
Εξ αιτίας αυτού εμείς οι συγγενείς του Αετίου και του Ευτυχίου και των υπολοίπων εν Χριστώ αδελφών παρακαλούμε τους κυρίους γονείς μας και τους αδελφούς μας να μείνουν
μακριά από κάθε ταραχή και λύπη, να τιμήσουν δε τον όρο της φιλάδελφης συμμετοχής τους και να συμβαδίσουν με προθυμία στη θέλησή μας, για να αποκτήσουν το μεγάλο
μισθό της υπακοής και της συμπάθειας από τον κοινό πατέρα μας.
Ακόμη αξιώνουμε από όλους, κανείς να μη θησαυρίσει για τον ευατό του τα περισυλλεγέντα λείψανα από το καμίνι, αλλά αφού φροντίσει για τη συγκέντρωσή τους στο ίδιο μέρος,
να τα αποδώσει στους προαναφερθέντες, με σκοπό να αποκομίσει το κέρδος της φιλευσπλαχνίας των ίδιων του κόπων, αφού επιδείξει ισχυρό ζήλο και αληθινή ευγνωμοσύνη.
Όπως ακριβώς η Μαρία, η οποία αφού επερίμενε καρτερικά στον τάφο και είδε πρώτη από όλους τον Κύριο, πρώτη εδέχθηκε και τη χάρη της χαράς και της ευλογίας.
Αν κάποιος εναντιωθεί στο θέλημα το δικό μας, ας είναι ξένος από το θείο κέρδος, ένοχος κάθε παρακοής, αφού με επιπόλαιη σκέψη έχασε το δίκαιό του, επειδή εξαναγκαζόταν,
όσο εξαρτιόταν από αυτόν, να κατατεμαχίσει εμάς, τους οποίους ο Άγιος Σωτήρας μας με την προσωπική χάρη και πρόνοια συνέδεσε με πίστη.
Αν όμως και το παιδί, ο Ευνοϊκός, με τη συγκατάνευση του φιλάνθρωπου Θεού φθάσει στο ίδιο τέλος του αγώνος, αξίωσε να έχει την ίδια με εμάς διαμονή. Αν βέβαια
διαφυλαχθεί αβλαβής με τη Χάρη του Χριστού και δοκιμασθεί στον κόσμο, παραγγέλλουμε να ασχοληθεί αυτός ελεύθερα με το μαρτύριό μας και παρακαλούμε να διαφυλάττει τις
εντολές του Χριστού, με σκοπό να μετέχει της απολαύσεως μαζί με εμάς κατά τη μεγάλη ημέρα της Αναστάσεως, επειδή και όσο ευρισκόταν στον κόσμο υπέμεινε τις ίδιες
θλίψεις.
Γιατί η ευγνωμοσύνη προς τον αδελφό αποβλέπει στη δικαιοσύνη του Θεού, η παρακοή όμως προς τους ομόφυλους καταπατά την εντολή του Θεού. Γιατί έχει γραφεί ότι: αυτός
που αγαπά την αδικία, μισεί την ψυχή του.
2 Επομένως αξιώνω από εσάς, αδελφέ Κρισπίνε, και παραγγέλω να μείνετε μακριά από κάθε κοσμική τρυφή και πλάνη. Γιατί είναι εσφαλμένη και όχι ισχυρή η δόξα του κόσμου,
η οποία για λίγο μεν ακμάζει και πάλι μαραίνεται σαν χόρτο, αφού δέχεται το τέλος πιο γρήγορα από την αρχή. Να θελήσετε όμως να προσφύγετε στον φιλάνθρωπο Θεό, ο
οποίος παρέχει σε όσους προστρέχουν σε Αυτόν πλούτο αδιάκοπο, και βραβεύει με ζωή αιώνια όσους πιστεύουν σε Αυτόν.
Είναι η στιγμή κατάλληλη για όσους θέλουν να σώζονται και για όσους δεν το αναβάλλουν για το μέλλον, παρέχοντας άφθονη διορία για μετάνοια και τη χωρίς δισταγμό ενέργεια
της πολιτείας. Γιατί οι αλλαγές της ζωής είναι απρόοπτες. Αλλά αν έχεις γνώση, πρόσεξε μέσα σε αυτή τη ζωή να εμφανίσεις την ωφέλεια και την αγνότητα του σεβασμού προς
τον Θεό, με σκοπό αφού γίνεις κύριος αυτής να εξαλείψεις το χειρόγραφο κείμενο των προπατορικών αμαρτημάτων: γιατί θα σε βρω σε αυτό, εν τω μεταξύ και θα σε κρίνω.
Ασχοληθείτε, λοιπόν, σοβαρά με τις εντολές του Χριστού για να ευρεθείτε άμεμπτοι, με σκοπό να αποφύγετε το ακοίμητο και αιώνιο πυρ. Γιατί ο καιρός είναι περιορισμένος από
παλιά, φωνάζει η θεία φωνή.
Προπαντός λοιπόν αποδώσατε τιμή στην αγάπη. Γιατί αυτή μόνη τιμά με νόμο το δίκαιο της αδελφικής αγάπης υπακούοντας στον Θεό. Και γιατί μέσω του αδελφού που είναι
ορατός τιμάται ο αόρατος Θεός. Και τα λόγια αυτά στρέφονται προς τους ομομήτριους αδελφούς, η άποψη αυτή όμως απευθύνεται σε όλους τους φιλόχριστους. Και ισχυρίστηκε
ο Άγιος Σωτήρας μας και Θεός ότι εκείνοι είναι αδελφοί, όχι όσοι μετέχουν της ίδιας φύσεως, αλλά όσοι συνδέονται με άριστες πράξεις, με την πίστη και εκπληρώνουν το θέλημα
του Πατέρα μας που ευρίσκεται στον ουρανό.
3 Χαιρετίζουμε τον κύριό μας τον πρεσβύτερο Φίλιππο και τον Προκλιανό και τον Διογένη μαζί με την αγία Εκκλησία. Χαιρετίζουμε τον Μάξιμο με την Εκκλησία. Χαιρετίζουμε τον
Δόμνο με τους συγγενείς του, τον Ίλη τον πατέρα μας και τον Ουάλη με την Εκκλησία. Χαιρετίζω και εγώ, ο Μελέτιος, τους συγγενείς μου Λουτάνιο, Κρίσπο και τον Γόρδιο με
τους συγγενείς τους, τον Ελπίδιο με τους συγγενείς του, τον Υπερέχιο με τους συγγενείς του.
Χαιρετίζουμε και όσους ευρίσκονται στο χωριό Σαρείμ, τον πρεσβύτερο με τους συγγενείς του, τους διακόνους με τους συγγενείς τους, τον Μάξιμο με τους συγγενείς του, τον
Ησύχιο με τους συγγενείς του, τον Κυριακό με τους συγγενείς του. Χαιρετίζουμε όλους όσοι ευρίσκονται στο Χαδουθί ονομαστικά. Χαιρετίζουμε ονομαστικά όλους όσοι
ευρίσκονται στη Χαρισφώνη. Χαιρετίζω και εγώ ο Αέτιος τους συγγενείς μου Μάρκο και Ακυλίνα και τον πρεσβύτερο Κλαύδιο και τους αδελφούς του Μάρκο, Τρύφωνα, Γόρδιο
και Κρίσπο και τις αδελφές μου και τη σύζυγό μου Δόμνα με το παιδί μου.
Χαιρετίζω και εγώ ο Ευτύχιος όσους ευρίσκονται στα Ξίμαρα, τη μητέρα μου Ιουλία και τους αδελφούς μου Κύριλλο, Ρούφο, Ρίγλο και Κυρίλλα και τη νύμφη μου Βασιλεία και τους
διακόνους Κλαύδιο και Ρουφίνο και Πρόκλο. Χαιρετίζουμε και τους υπηρέτες του Θεού, τον Σαπρίκιο, τον υιό του Αμμωνίου, και τον Γενέσιο, και τον Σωσάννα με τους δικούς του.
Χαιρετίζουμε λοιπόν όλους εσάς, που είστε κύριοί μας, όλοι εμείς οι σαράντα αδελφοί και συγκρατούμενοι, ο Μελέτιος, ο Αέτιος, ο Ευτύχιος, ο Κυρίων, ο Κάνδιδος, ο Αγγίας, ο
Γάιος, ο Χουδίων, ο Ηράκλειος, ο Ιωάννης, ο Θεόφιλος, ο Σισίνιος, ο Σμάραγδος, ο Φιλοκτήμων, ο Γοργόνιος, ο Κύριλλος, ο Σεβηριανός, ο Θεόδουλος, ο Νίκαλλος, ο Φλάβιος,
ο Ξάνθιος, ο Ουαλέριος, ο Ησύχιος, ο Δομετιανός, ο Δόμνος, ο Ηλιανός, ο Λεόντιος, ο ονομαζόμενος και Θεόκτιστος, ο Ευνοϊκός, ο Ουάλης, ο Ακάκιος, ο Αλέξανδρος, ο
Βικράτιος, ο ονομαζόμενος και Βιβιανός, ο Πρίσκος, ο Σακέρδων, ο Εκδίκιος, ο Αθανάσιος, ο Λυσίμαχος, ο Κλαύδιος, ο Ίλης, και ο Μελίτων. Εμείς λοιπόν οι σαράντα δούλοι του
κυρίου ημών Ιησού Χριστού υπογράψαμε με το χέρι του Μελετίου για τον καθένα από εμάς, και επικυρώσαμε όλα όσα εγράφησαν πριν, και εφάνηκε καλό σε όλους εμάς.
Με την ψυχή μας και το θείο πνεύμα προσευχόμαστε να τύχουμε όλοι τα αιώνια αγαθά του Θεού και την Βασιλεία Του τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν».
Οι γονείς του Μεγάλου Βασιλείου, που κατείχαν «κόνιν» και τεμάχια των ιερών λειψάνων των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ανήγειραν τον πρώτο ναό στην Ανατολή εις τιμήν
των Αγίων, όπου και ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο.
Ναός αφιερωμένος στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες υπήρχε στην περιοχή Μέση της Κωνσταντινουπόλεως, που είχε ανεγερθεί από τον αυτοκράτορα Τιβέριο Α’ (579 –
582 μ.Χ.) και συμπληρωθεί από τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582 – 602 μ.Χ.). Το ναό κατεκόσμησε ο Ανδρόνικος ο Κομνηνός (1183 – 1185 μ.Χ.). Στο ναό αυτό ελειτουργούνταν
κατά την ημέρα της μνήμης των Αγίων Μαρτύρων οι αυτοκράτορες. Άλλοι ναοί υπήρχαν α) στο παλάτι, και ο οποίος πανηγύριζε στις 27 Αυγούστου, β) στη νήσο Πλάτη, η Πλατεία,
γ) στη μονή της Χώρας, δ) στην Έμμεσα της Συρίας.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο αγιότατο Μαρτύριό τους πλησίον του Χαλκού Τετραπύλου.
Στίχος
Πληροῦμεν ὑστέρημα σοῦ, Σῶτερ, πάθους, Τεσσαράκοντα, συντριβέντες τὰ σκέλη. Ἀμφ' ἐνάτῃ ἐάγη σκέλη ἀνδρῶν τεσσαράκοντα.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ΄. θείας πίστεως
Θείῳ Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, Ἀθλοφόροι Χριστοῦ Τεσσαράκοντα· διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος ἔνδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρῶς ἐδοξάσθητε.
Ἀλλ' αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν Ὑπερούσιον, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Τοὺς γενναίους ὁπλίτας τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος, τοὺς συγκροτηθέντας ἐν πίστει, ὁμοφώνος τιμήσωμεν· Χριστῷ γὰρ στρατευθέντες εὐσεβῶς, δι’ ὕδατος διῆλθον
καὶ πυρός, καὶ πρὸς θείαν εἰσέλθοντες ἀναψυχήν, προΐστανται τῶν βοώντων· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ θαυμαστώσαντι ὑμᾶς,
Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄.
Τάς ἀλγηδόνας τῶν Ἁγίων, ἃς ὑπέρ σοῦ ἔπαθον, δυσωπήθητι, Κύριε· καί πάσας ἡμῶν τάς ὀδύνας ἴασαι, φιλάνθρωπε δεόμεθα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β΄. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν
Πᾶσαν στρατιὰν, τοῦ κόσμου καταλιπόντες, τῷ ἐν οὐρανοῖς Δεσπότῃ προσεκολλήθητε, Ἀθλοφόροι Κυρίου Τεσσαράκοντα· διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος, διελθόντες μακάριοι,
ἐπαξίως ἐκομίσασθε, δόξαν ἐκ τῶν οὐρανῶν, καὶ στεφάνων πληθύν.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ
Συντεταγμένοι εὐσεβείᾳ καὶ στερρότητι Μαρτυρικῶς τὸν δυσμενῆ ἐθριαμβεύσατε, Τεσσαράκοντα γενναῖοι Χριστοῦ ὁπλῖται· Ἀλλ’ ὡς σύμμορφοι ἐν ἄθλοις καὶ ἐν χάριτι,
Ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰρήνῃ συντηρήσατε Τοὺς κραυγάζοντας, χαίροις ἅγιον σύνταγμα.
Μεγαλυνάριον
Τὸ τετραδεκάριθμον καὶ λαμπρόν, σύνταγμα τοῦ Λόγου, εὐφημήσωμεν ἐν ᾠδαῖς· κρύει καὶ πυρὶ γάρ, στερρῶς δοκιμασθέντες, ἐστέφθησαν ἀξίως, οἱ Τεσσαράκοντα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου