Κυριακή Ζ' Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ. 9, 27 – 35 (27-7-2014)
Τρύφωνα Παπαγιάννη, Θεολόγου - Εκπαιδευτικού
Κείμενο
Καὶ
παράγοντι ἐκεῖθεν τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ
λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. Eλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον
αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο
ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· Ναί, Κύριε. Τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν
λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. Καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ
ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς
γινωσκέτω. Οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ.
Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν
δαιμονιζόμενον· καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφός. καὶ
ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. Οἱ δὲ
Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. Καὶ
περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς
συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων
πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.
Μετάφραση
Και
ενώ προχωρούσε ο Ιησούς από εκεί (Ιάειρος) τον ακολούθησαν δυο τυφλοί,
πού φώναζαν δυνατά κι έλεγαν: «ελέησε μας, υιέ Δαβίδ». Και όταν πήγε στο
σπίτι (Ματθαίου) ήλθαν από κοντά οι τυφλοί και τότε τους είπε ο Ιησούς:
«Πιστεύετε πώς μπορώ να κάνω αυτό πού ζητάτε»; Του λέγουν οι τυφλοί.
«Ναι, Κύριε». Τότε ακούμπησε τα χέρια Του στα μάτια τους και τους λέγει:
«Ας γίνει σύμφωνα με την πίστη σας». Και αμέσως ανοίχθησαν τα μάτια
τους. Και τους φοβέρισε ο Ιησούς και τους είπε: «Προσέχετε να μη το
μάθει κανείς». Όμως εκείνοι μόλις βγήκαν το διαλάλησαν σ' όλη εκείνη τη
χώρα. Όταν έβγαιναν οι τυφλοί από το σπίτι, να και του πήγαν έναν
άνθρωπο, πού ήταν άλαλος από δαιμονική αιτία. Και αφού εκδιώχθηκε το
δαιμόνιο, μίλησε ο άλαλος και θαύμασε το πλήθος του λάου και έλεγαν, πώς
ποτέ δεν φάνηκαν τέτοια πράγματα στον Ισραήλ. Οι Φαρισαίοι όμως έλεγαν
«πώς με τη δύναμη του άρχοντα των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια». Ό
Ιησούς όμως περιώδευε όλες τις πόλεις και τα χωριά διδάσκοντας στις
συναγωγές τους και κηρύσσοντας το ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού και
θεραπεύοντας κάθε αρρώστια και αδυναμία του λαού .
Ερμηνεία
Την
πολύ μεγάλη σημασία της πίστης στη ζωή μας έρχεται να μας τονίσει ακόμα
μια φορά η Εκκλησία, μέσα από αυτή την περικοπή του κατά Ματθαίον
Ευαγγελίου. Ακολούθησαν τον Ιησού στο δρόμο δυο τυφλοί, μας διηγείται ο
ευαγγελιστής, φωνάζοντας «ελέησέ μας, υιέ του Δαβίδ». Και μόλις έφτασαν
στο σπίτι, τους ρωτά: «Πιστεύετε ότι έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που
ζητάτε;» -«Ναί, Κύριε», του απαντούν, κι Εκείνος άγγιξε τα μάτια τους
λέγοντας «ας γίνει σύμφωνα με την πίστη σας». Αμέσως οι τυφλοί
θεραπεύτηκαν, και παρ’ ότι ο Κύριος τους συνέστησε με αυστηρό τόνο
κανείς να μη μάθει για το θαύμα αυτό, εκείνοι τον εξυμνούσαν σ’ όλη την
περιοχή. Στη συνέχεια, έφεραν στον Ιησού έναν άνθρωπο κωφό και
δαιμονισμένο. Και μόλις ο Κύριος έδιωξε το δαιμόνιο, αμέσως μίλησε ο
άνθρωπος εκείνος, ενώ ο κόσμος θαύμαζε και έλεγε: «τέτοια θαύματα
ουδέποτε έγιναν στο Ισραήλ». Οι Φαρισαίοι πάλι έλεγαν ότι βγάζει τα
δαιμόνια στο όνομα του άρχοντα των δαιμονίων. Ωστόσο ο Χριστός, συνέχισε
να περιοδεύει στις πόλεις και τα χωριά, κηρύσσοντας το ευαγγέλιο της
Βασιλείας του Θεού, και θεραπεύοντας κάθε ασθένεια του λαού.
Βλέπουμε
δυο θαύματα που έκανε ο Χριστός. Το ένα είναι ότι θεράπευσε δυο
τυφλούς, που απέκτησαν αμέσως το φως τους και είδαν τα δημιουργήματα του
Θεού. Το άλλο είναι ότι θεράπευσε έναν κωφό, του οποίου η κώφωση ήταν
συνέπεια δαιμονικής κατάστασης και δεν ήταν απλώς μια σωματική ασθένεια.
Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού. Το σώμα του έχει
διάφορες αισθήσεις μεταξύ των οποίων είναι η όραση και η ακοή. Με την
όραση βλέπουμε την δημιουργία του Θεού και κινούμαστε με ευχέρεια. Με
την ακοή μπορούμε να ακούμε και να συνεννοούμαστε με τους ανθρώπους. Τι
θα ήμασταν χωρίς αυτές τις σημαντικές αισθήσεις! Οι άνθρωποι που τις
στερούνται καταλαβαίνουν την αξία τους, αν και ο Θεός τους δίνει δύναμη
για να ξεπερνούν το πρόβλημά τους. Ο Χριστός έκανε πολλά θαύματα
αποδεικνύοντας στους ανθρώπους ότι αυτός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας
και ότι αυτά που έκανε είναι προμηνύματα της νέας ζωής που εγκαινίασε.
Τα θαύματα ήταν απόδειξη της Μεσσιανικής Του ιδιότητας, πέρα από την
αγάπη που έδειχνε στους ανθρώπους που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες
σωματικές και ψυχικές.
Τη
σημασία της πίστης για την πνευματική μας ζωή αλλά και για την
πραγματοποίηση κάθε θαύματος και κάθε αιτήματός μας προς τον Θεό,
τονίζεται επίσης. «Σύμφωνα με την πίστη σας ας γίνει», λέει ο Χριστός,
θέλοντας να δείξει σε όλους ότι για να πραγματοποιηθεί το θαύμα, είναι
απαραίτητο να γίνει το προσωπικό μας θαύμα μέσα στην καρδιά μας, η
απόκτηση δηλαδή της πίστης, που δεν είναι άλλο από την υπέρβαση του
ορθολογισμού και του υλικού τρόπου θεώρησης των πραγμάτων. Ακόμη, μέσα
από τα δύο θαύματα, υπογραμμίζεται για άλλη μια φορά το γεγονός ότι ο
Ιησούς Χριστός είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας, ότι ο Θεός
βλέπει τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική οντότητα και επιτελεί το θαύμα με
γνώμονα την σωτηρία του ανθρώπου.
Εκείνο
ωστόσο που ξεχωρίζει στην περικοπή αυτή, είναι ότι ο Χριστός, με
αυστηρό τόνο, λέει στους θεραπευμένους τυφλούς να μη πουν σε κανένα για
το θαύμα που τους έκανε. Άσχετα από την παρακοή που οι ίδιοι επέδειξαν, η
σημασία της επισήμανσης αυτής από τον ευαγγελιστή Ματθαίο είναι πολύ
σημαντική για την πνευματική μας ζωή. Ο Χριστός, τελεί το θαύμα με κύριο
γνώμονα την ψυχική και την πνευματική μας υγεία. Το θαύμα δηλαδή
αποτελεί υπόθεση σωτηριολογική, που αφορά τον Θεό, που το επιτελεί, και
τον άνθρωπο που δέχεται τη συγκεκριμένη ευεργεσία. Εκείνο που οφείλει σε
κάθε περίπτωση ο πιστός, ειδικά στην περίπτωση του θαύματος, είναι να
δοξολογήσει τον Θεό, να Τον ευχαριστήσει μέσα από όλη την καρδιά του, να
συναισθανθεί το μεγαλείο του Θεού και να οδηγηθεί σε μεγαλύτερη
μετάνοια, προσευχή και κοινωνία με τον Θεό. Ο Θεός δεν επιτελεί το θαύμα
για να διαφημίσει την θεότητά Του, δεν έχει ανάγκη διαφήμισης. Άλλωστε,
οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στη δύναμη του Θεού, όσα θαύματα και αν
γίνουν μπροστά στα μάτια τους, θα συνεχίσουν να είναι άπιστοι και να
αμφισβητούν τα πάντα, όπως οι Φαρισαίοι της περικοπής.
Εφόσον
δεν ήταν δυνατό ν’ αμφισβητήσουν το αυταπόδεικτο θαύμα, μάρτυρας του
οποίου είναι ο ίδιος ο λαός, συκοφαντούν τον Χριστό, διαστρέφουν την
πραγματικότητα, ταυτίζοντας τον Χριστό με τον διάβολο. Αποσκοπούν στον
κλονισμό της εμπιστοσύνης του λαού στο πρόσωπο του Ιησού. Η φαρισαϊκή
στάση δεν είναι ανεξήγητη. Η δράση του Κυρίου, καθ’ όλη τη διάρκεια του
επί γης βίου Του, φανερώνει την δαιμονικότητα του φαρισαϊσμού, που
φορούσε, διαρκώς, τον μανδύα της θρησκευτικότητας, με σκοπό την
διαιώνιση της πνευματικής εξουσίας επί του λαού, με τρόπο που δεν
επιδεχόταν αμφισβήτησης. Ο Χριστός έρχεται και αποκαλύπτει την φαρισαϊκή
υποκρισία, γι΄ αυτό πρέπει, πάση θυσία, να σιωπήσει, αφού πρώτα
συκοφαντηθεί. Η φαρισαϊκή αυτή στάση, επίσης, δεν αφορά μόνο εκείνη την
εποχή. Δυστυχώς, είναι διαχρονική και επαναλαμβανόμενη. Όσο η Εκκλησία
δρα και ενεργεί θεραπευτικά στον κόσμο και διακονεί το θέλημα του Θεού,
τόσο αναφύονται μέσα στην κοινωνία φαρισαϊκές δυνάμεις - ενίοτε και μέσα
στους θρησκευτικούς κύκλους - οι οποίες προσπαθούν να καταστρέψουν το
έργο Της, κυρίως όταν αντιλαμβάνονται ότι το έργο αυτό αναπαύει τους
ανθρώπους και θερμαίνει την πνευματική τους ζωή μέσα στην Εκκλησία.
Βίος Αγίου μεγαλομάρτυρος και Ιαματικού Παντελεήμονος
Γέννηση και παιδική ηλικία
Γονείς του ήταν ο Ευστόργιος και η Ευβούλη, ένα από τα πλούσια αντρόγυνα της Νικομήδειας, καθόσον ο άντρας ήταν μέλος της Συγκλήτου. Ήταν όμως ο Ευστόργιος
ειδωλολάτρης. Αντίθετα η γυναίκα του Ευβούλη άνηκε στη χριστιανική κοινότητα της Νικομήδειας. Από αυτό λοιπόν το αντρόγυνο του ειδωλολάτρη Ευστόργιου και της πιστής
χριστιανής Ευβούλης γεννήθηκε ο Παντολέων. Όπως ήταν φυσικό, η μεν μητέρα του από πολύ ενωρίς έσπειρε στην εύπλαστη ψυχή και στο νου του παιδιού της τα σπέρματα
της χριστιανικής πίστης και ζωής, ο δε πατέρας προσπάθησε να του εμφυσήσει τη λατρεία των ειδώλων. Η μητέρα του τον άφησε ορφανό, αφού έφυγε ενωρίς από την παρούσα
ζωή.
Εγκύκλια και ιατρικά μόρφωση
Ο Παντολέων μαθήτευσε κοντά στον Ευφρόσυνο, πού ήταν ο πιο διακεκριμένος γιατρός της Νικομήδειας και προσωπικός γιατρός του αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας βλέποντας
τα σπάνια προσόντα του νεαρού Παντολέοντα, υπέδειξε στον Ευφρόσυνο να του διδάξει την ιατρικήν πάσαν, προκειμένου αργότερα να τον προσλάβει ως γιατρό εις τα βασίλεια.
Οι διωγμοί - Η γνωριμία με τον Ερμόλαο
Στην αυγή του 4ου αιώνα ο Διοκλητιανός εξαπέλυσε τον σφοδρότερο ίσως διωγμό εναντίον του Χριστιανισμού. Μέσα σ’ αυτό το φοβερό από κάθε άποψη κλίμα άσκησε την ιατρική
του τέχνη ο νεαρός ακόμα ιατρός Παντολέων. Θλιβόταν πραγματικά η ψυχή του καθώς έβλεπε να διώκονται τόσο ανελέητα οι χριστιανοί. Και η χάρη του Θεού οδήγησε τα βήματά
του στη γνωριμία με τρία πρόσωπα, πού επρόκειτο να ασκήσουν σημαντική επίδραση επάνω του.
Παρόλον ότι ο Παντολέων δεν εγνώριζε την ύπαρξη του Ερμόλαου, δεν συνέβαινε το ίδιο και με τον ιερέα του Υψίστου. Διότι ο ιερέας είχε υπόψη του τα σχετικά με τον ταλαντούχο
νέο γιατρό, πού προοριζόταν και για γιατρός των ανακτόρων. Του είχε κάνει εντύπωση η σεμνότητα του και η αγάπη προς τους έχοντες ανάγκη συνανθρώπους του. Έτσι, όταν μία
μέρα έτυχε εκείνον να περνάει έξω από το σπίτι στο οποίο κρυβόταν, χωρίς να διστάσει, κινούμενος από θεία έμπνευση, έστειλε και προσκάλεσε τον Παντολέοντα να επισκεφθεί
όσους κρύβονταν μαζί με τον ίδιο στην οικία εκείνη.
Τα γεμάτα αγάπη και χριστιανική σοφία λόγια του Ερμόλαου δεν άργησαν να ηχήσουν λυτρωτικά στην καρδιά του Παντολέοντα. Τόσο την πρώτη αυτή φορά όσο και κατά τις
επισκέψεις πού ακολούθησαν, ο Ερμόλαος κατήχησε τον Παντολέοντα στη χριστιανική πίστη.
Βαπτίζεται χριστιανός. Αργότερα και ο πατέρας του
Ο Παντολέων ζήτησε το θειο Βάπτισμα και ο Ερμόλαος αφού άκουσε από το στόμα του την ομολογία πίστεως, προχώρησε στη βάπτισή του. Μη θέλοντας μάλιστα να τον συνδέει
τίποτα με τα παλαιά, άλλαξε και το όνομά του και αντί Παντολέων ονομάστηκε έκτοτε Παντελεήμων. Κοντά στους τρεις ιερείς, πού παρέμεναν κρυμμένοι, έμεινε μετά τη βάπτισή του
ο Παντελεήμων για επτά ημέρες. Την όγδοη επέστρεψε στο πατρικό σπίτι, νέος πλέον άνθρωπος κατά την ψυχή.
Και ενώ η βάπτιση του κρατήθηκε για ένα διάστημα μυστική από τους εθνικούς, ακόμα και από τον ίδιο τον πατέρα του, ο Παντελεήμων φλεγόταν από τον ιερό πόθο να γίνει και
τοις άλλοις του μυστηρίου διδάσκαλος. Φυσικά, πρώτιστα ενδιαφέρθηκε για τον πατέρα του Ευστόργιο. Ο Παντελεήμων προσευχόταν και δόξαζε τον Θεό, καθώς διαπίστωνε ότι
διορθωνόταν σταδιακά «η πατρική πλάνη», ψυχραινόταν η πίστη του Ευστόργιου προς τα είδωλα, αραίωναν οι θυσίες στους ψεύτικους θεούς. Ο πατέρας του Παντελεήμονα
δέχεται το χριστιανικό βάπτισμα, χάρη στην προσπάθεια του γιου του. Και πολύ σύντομα κλήθηκε να συναντήσει τη γυναίκα του στον ουρανό.
Παντελεήμων, ο ανάργυρος ιατρός
Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Παντελεήμων έμεινε κληρονόμος μεγάλης κινητής και ακίνητης περιουσίας. Απελευθέρωσε τους δούλους πού είχε ο πατέρας του, αφού τους
χάρισε ένα μέρος της περιουσίας του η οποία είχε αποκτηθεί χάρη και στη δική τους εργασία, προκειμένου να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Τα δε υπόλοιπα «χείρες είχον πενήτων», τα
μοίρασε στα χέρια των φτωχών της Νικομήδειας, δηλαδή σε γέροντες, χήρες, ορφανά, αρρώστους, εγκαταλειμμένους.
Ο Παντελεήμων πρόσφερε τις ιατρικές του γνώσεις και υπηρεσίες κυρίως στους φτωχούς και τους ανήμπορους, χωρίς καμία αμοιβή. Το μόνο πού ζητούσε από τους
θεραπευόμενους ήταν να πιστέψουν στον Ιησού Χριστό για να σωθούν αιώνια. Όταν μάλιστα συνέβαινε να κάνει καλά και κάποιους πλουσίους κι εκείνοι του πρόσφεραν μεγάλες
αμοιβές, τους έλεγε· «αυτά πού υποσχεθήκατε να δώσετε σ’ εμένα, πηγαίνετε να τα δώσετε στους φτωχούς».
Επιβραβεύοντας ο Θεός την όλη βιοτή, τη φιλάνθρωπη και ανάργυρη δράση του Παντελεήμονα, τον προίκισε με τη χάρη να ενεργεί διάφορα θαύματα, πού έγιναν σταδιακά γνωστά
στη Νικομήδεια, προκαλώντας το θαυμασμό των απλών ανθρώπων και την οργή των ειδωλολατρών. Ανάμεσα στα θαύματα περιλαμβάνονται η ανάσταση ενός παιδιού πού είχε
πεθάνει μετά από τσίμπημα έχιδνας, η θεραπεία ενός τυφλού και ενός άλλου πού ήταν παράλυτος.
Αρχίζουν οι συκοφαντίες και οι δοκιμασίες του
Η χωρίς αμοιβή άσκηση της ιατρικής εκ μέρους του Αναργύρου Παντελεήμονος κίνησε το φθόνο των άλλων γιατρών της Νικομήδειας. Ιδιαίτερα τους ενοχλούσε το γεγονός ότι
εκείνος με τη χάρη του «ιατρού των ψυχών και των σωμάτων» Χριστού θαυματουργούσε σε δύσκολες περιπτώσεις, ενώ οι ίδιοι παρά την επίκληση των θεών τους τίποτα δεν
κατάφερναν. Ο φθόνος τους λοιπόν τους ώθησε στο να καταγγείλουν στον αυτοκράτορα ότι ο ευνοούμενος του και μελλοντικός μετά τον Ευφρόσυνο γιατρός των ανακτόρων,
είναι χριστιανός.
Έτσι έδωσε διαταγή ο Διοκλητιανός να συλλάβουν τον Παντελεήμονα. Με υποσχέσεις και καλοπιάσματα θέλησε να δελεάσει τον Παντελεήμονα, ώστε να απαρνηθεί τη χριστιανική
του πίστη και να θυσιάσει στα είδωλα. Φυσικά τον ρώτησε για να μάθει από ποιόν κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη. Ο Παντελεήμων, «μη ειδώς ψεύσασθαι» απάντησε λέγοντας
«από τον Ερμόλαο». Οι στρατιώτες του αυτοκράτορα έλαβαν επείγουσα εντολή, συνέλαβαν τον Ερμόλαο μαζί με τους Έρμιππο και Ερμοκράτη, και όταν και οι τρεις «παρρησία τον
Χριστόν εκήρυξαν», δέχτηκαν τον διά του ξίφους θάνατο. (Η μνήμη τους στις 26 Ιουλίου).
Η γεμάτη παρρησία απάντηση του γενναίου ομολογητή του Χριστού στις υποσχέσεις είχε ως περιεχόμενο και στόχο να πείσει τον αυτοκράτορα ότι ενώ οι δικοί του θεοί ως ψεύτικοι
είναι εντελώς αδύνατοι, ο δικός του Θεός είναι παντοδύναμος. Αν μάλιστα ήθελε να το διαπιστώσει και στην πράξη θα μπορούσε κάνει μία δοκιμή, πρόκληση την οποία ο
αυτοκράτορας αποδέχτηκε.
Η θεραπεία του παραλυτικοί και η καταδίκη σε θάνατο
Ο αυτοκράτορας διέταξε να φέρουν ενώπιον του έναν παράλυτο άνθρωπο και Πρόσταξε στους ιερείς των ειδώλων να τον θεραπεύσουν, επικαλούμενοι τους θεούς τους. Εκείνοι
προσπάθησαν, ικέτευσαν, επικαλέστηκαν. Πλην ματαίως, αφού τα είδωλα των εθνικών ήταν άφωνα και κουφά! Στη συνέχεια ο Διοκλητιανός ζήτησε από τον Παντελεήμονα να
επικαλεστεί το Θεό στον οποίο πίστευε και να θεραπεύσει τον παραλυτικό. Ο Ιησούς Χριστός, διά των πρεσβειών του Παντελεήμονα, θεράπευσε τον παράλυτο, προς μεγάλη
ικανοποίηση και θαυμασμό πολλών παρισταμένων, φθόνο των άλλων ειδωλολατρών γιατρών και προβληματισμό του αυτοκράτορα. Όμως ο αυτοκράτορας με κολακείες και
καλοπιάσματα προσπάθησε να μεταπείσει τον Παντελεήμονα, αλλά όταν είδε πως ομολογεί την χριστιανική του πίστη έδωσε εντολή για τα μαρτύρια του.
Αφόρητα μαρτύρια αλλά και θεία προστασία
Κατά πρώτον τον κρέμασαν σ’ ένα ξύλο και ενώ με σιδερένια νύχια καταξέσχισαν το σώμα του, με αναμμένες λαμπάδες του έκαιγαν τα πλευρά, προκαλώντας αβάσταχτους πόνους.
Όμως εκείνος υπέμενε με καρτερία διότι προσευχόταν με υψωμένα τα μάτια του στον ουρανό, απ’ όπου αντλούσε τη δύναμη για να βαστάσει με θάρρος το μαρτύριο.
Στη συνέχεια ο Διοκλητιανός διέταξε να λειώσουν σ’ ένα μεγάλο καζάνι μόλυβδο κι ενώ οι δήμιοι θα τροφοδοτούσαν αδιάκοπα με ξύλα τη φωτιά, να ρίξουν μέσα στο λειωμένο
μέταλλο τον Παντελεήμονα. Καθώς οδηγούσαν το μεγαλομάρτυρα στη νέα αυτή δοκιμασία, εκείνος εύρισκε καταφυγή στην προσευχή, πού ήταν ικανή «να σβήσει το καζάνι και
να προκαλέσει θαυμαστή αναψυχή».
Ο μεγαλομάρτυς Παντελεήμων είχε ολοφάνερη σε όλους τη θεία προστασία, αλλά και ο αδίστακτος τύραννος διέθετε τόση μανία και μίσος κατά του γενναίου αθλητή, πού έδωσε
αμέσως εντολή να ριχτεί στη θάλασσα. Οι δήμιοι κρέμασαν από τον τράχηλο του μεγαλομάρτυρα μια βαριά πέτρα και τον πέταξαν στη θάλασσα της Νικομήδειας. Ο Θεός με
θαυμαστό τρόπο τον ελευθέρωσε από τη βαριά πέτρα, προς έκπληξη δε και θαυμασμό των παρισταμένων τον είδαν να βγαίνει στην επιφάνεια και σε λίγο να περπατάει στην
παραλία! Πολλοί βλέπουντας αυτό πίστεψαν στον Χριστό.
Έτσι λοιπόν έδωσε νέα εντολή: Να ριχτεί ο άκαμπτος χριστιανός στα άγρια θηρία. Τα πεινασμένα ζώα αντί να ορμήσουν και να τον κατασπαράξουν, στάθηκαν σε μικρή απόσταση
απ’ αυτόν και τον κοίταξαν ήρεμα.
Ο Διοκλητιανός δίνει εντολή να οδηγηθεί ο μεγαλομάρτυς στη φυλακή, όπου οι δήμιοι τον υπέβαλαν στο μαρτύριο του τροχού, χωρίς όμως αποτέλεσμα, αφού αυτός αποδεικνυόταν
«και πάσης πέτρας στερρότερος». Τέλος ο αυτοκράτορας έδωσε την τελική απόφαση: Να αποκεφαλίσουν τον Παντελεήμονα με ξίφος.
Το μακάριο τέλος
Έτσι οι δήμιοι οδήγησαν το γενναίο ομολογητή και μάρτυρα του Χριστού έξω από την πόλη της Νικομήδειας. Στη διαδρομή αυτή εκείνος δεν έπαψε να προσεύχεται, ν’ απαγγέλει
στίχους ψαλμικούς. Όταν έφτασαν στο σημείο του μαρτυρίου, ο Παντελεήμων έσκυψε τον αυχένα για να δεχθεί τον διά ξίφους θάνατο.
«Του έκοψαν το ιερό κεφάλι, λένε όμως ότι έτρεξε γάλα αντί για αίμα. Νομίζω δε πώς αυτό είναι απόδειξη της καθαρότητας και της φωτεινότητας της ψυχής του» (Νικήτας ο
Παφλαγών).
Οι διωκόμενοι χριστιανοί της Νικομήδειας παρέλαβαν τη σορό του μεγαλομάρτυρα και την ενταφίασαν με κάθε τιμή στο σημείο εκείνο, όπου αργότερα ιδρύθηκε επ’ ονόματι του
μοναστήρι.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄.
Ἀθλοφόρε ἅγιε καί ἰαματικέ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῶ, ἴνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχη ταῖς ψυχαῖς ἠμῶν.
Μεγαλυνάριον
Τόν μεγαλομάρτυρα ἀδελφοί, ἰαματικόν τέ, ἁπασῶν τῶν ἀσθενειῶν, φύλακα ἠμῶν τέ, καί πάντων τῶν αἰτούντων, θερμῶς Παντελεήμονα μεγαλύνομεν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου