Άγιοι Αδριανός και Ναταλία
Ο μάρτυς Αδριανός και η Ναταλία, η σύζυγός του, ήταν από τη Νικομήδεια. Κατά τη δεύτερη περίοδο του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, συνελήφθησαν εικοσιτρείς άνδρες Χριστιανοί, που κρύβονταν σε σπήλαια, και υποβλήθηκαν σε πολλά βασανιστήρια. Πριν από το μαρτύριό τους, ο Αδριανός τους ρώτησε, χάριν τίνος υφίσταντο όλες αυτές τις φοβερές τιμωρίες, κι αυτοί απάντησαν: Για να κερδίσουμε αυτά που ο Θεός έχει ετοιμάσει σ᾽αυτούς που Τον υπακούνε, τα οποία δεν μπορεί ούτε ακοή να τα ακούσει ούτε λόγος να τα παραστήσει. Αμέσως ο μακάριος Αδριανός κατανύχθηκε από τη θεία χάρη και ζήτησε από τους ταχυγράφους της εποχής να γράψουν και το δικό του όνομα μαζί με τους Χριστιανούς, λέγοντας ότι ῾και εγώ θα πεθάνω μαζί τους᾽. Πράγματι, τον έγραψαν και τον φυλάκισαν, κι όταν έμαθε τη φυλάκισή του η γυναίκα του Ναταλία, ενώ στην αρχή εθλίβη πολύ, γιατί δεν ήξερε τον λόγο, έπειτα έβαλε χαρούμενη φορεσιά κι έσπευσε στη φυλακή.
Εκεί, άρχισε να κατασπάζεται τις αλυσίδες του Αδριανού, να τον μακαρίζει για την προθυμία του και να τον προτρέπει να μείνει ασάλευτος στα βάσανα, ενώ παρακαλούσε και τους αγίους υποψηφίους μάρτυρες που ήσαν μαζί του, να προσεύχονται γι᾽ αυτόν. Ο Αδριανός προέτρεψε τη Ναταλία να γυρίσει στο σπίτι τους, και μετά από λίγο, επειδή θα παρουσιαζόταν την αυριανή ημέρα μπροστά στον τύραννο, κατώρθωσε δίνοντας χρήματα στους δεσμοφύλακες να πάει κι αυτός στο σπίτι του, προκειμένου να πει στη Ναταλία να παρευρεθεί στην τελείωσή του δια του μαρτυρίου. Αυτή όμως, επειδή νόμισε ότι ο άντρας της φοβήθηκε τα βάσανα κι αρνήθηκε τον Χριστό, γι᾽ αυτό και γύρισε, του έκλεισε τη θύρα μπροστά του, ελέγχοντάς τον για την άρνηση του Χριστού, χαρακτηρίζοντάς τον φιλοζωϊστή και δειλό και θυμίζοντάς του τα φοβερά που θα υποστεί λόγω της αρνήσεώς του αυτής. Τον εαυτό της δε τον αποκαλούσε άθλιο, γιατί ούτε μία ημέρα δεν μπόρεσε να ονομαστεί γυναίκα μάρτυρα, ενώ τη μακαριότητά της τη διαδέχτηκε διαμιάς η δυστυχία. Όταν όμως άκουσε το σκοπό της επισκέψεώς του, η Ναταλία αμέσως με χαρά τού άνοιξε τη θύρα, τον κατασπαζόταν και τον συνόδευσε, όπως ήταν, προς τον τύραννο. Παρουσιάστηκε λοιπόν ο άγιος προς τον βασιλιά, κι αφού ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, τον βάλανε πρηνή και τον κτύπησαν με ξύλα, ενώ έπειτα τον βάλανε ύπτιο, και τόσο τον κτύπησαν πάλι, ώστε να φανούν και τα εντός αυτού υπογάστριά του. Ήταν τότε εικοσιοκτώ ετών. Έπειτα, μαζί με τους υπόλοιπους αγίους, πρώτος αυτός όμως, ακρωτηριάζεται στα χέρια και τα πόδια, ενώ η Ναταλία που βρισκόταν κοντά, έπαιρνε το κάθε μέλος του, παρακαλώντας ταυτόχρονα τον μεν δήμιο να καταφέρνει τα κτυπήματα με δύναμη, τον δε Αδριανό να υπομένει με σταθερότητα και να μην προδώσει λόγω δειλίας την άθλησή του για τον Χριστό. Αφού ετελειώθησαν οι μάρτυρες και τα σώματά τους επρόκειτο να ριχτούν στη φωτιά, η Ναταλία κρατώντας στην αγκαλιά της το χέρι του αγίου Αδριανού, ακολουθούσε τα λείψανα. Καθώς έσταζαν τα αίματα των λειψάνων επάνω της, άλειφε με αυτά τον εαυτό της. Η φωτιά που ανάφθηκε, έσβησε αμέσως από ραγδαία βροχή που άρχισε να πέφτει, και κάποιος πιστός ονόματι Ευσέβιος, μάζεψε γρήγορα τα λείψανα, τα οποία έβαλε σ᾽ ένα πλοιάριο και τα κατέθεσε στην Αργυρούπολη, κοντά στο Βυζάντιο. Εκεί έφτασε ύστερα και η Ναταλία, όπου άφησε και την τελευταία της πνοή, και κατατέθηκε και το δικό της λείψανο πλησίον των μαρτυρικών λειψάνων᾽.
Ένας ύμνος προς τη χριστιανή γυναίκα και προς τη χριστιανική συζυγία, πέραν της συνήθους δοξολογίας προς τους μάρτυρες, είναι η ακολουθία της σημερινής ημέρας. Ο υμνογράφος στέκεται εκστατικός μπροστά στο μεγαλείο πρώτα της αγίας Ναταλίας – ῾ώ, γυναικός θεοφιλούς᾽ θα φωνάξει στο δοξαστικό του εσπερινού – κι έπειτα μπροστά στη συζυγία των αγίων – ῾ώ ζεύγος άμωμον και εκλεκτόν τω Κυρίω! ώ πεποθημένη δυάς και πεφιλημένη Χριστώ! ώ συζυγία αρίστη και μακαρία!᾽ Αιτία για το πρώτο είναι το γεγονός ότι η αγία Ναταλία, ξεπερνώντας τη φυσική τάξη των πραγμάτων, αυτό που θα έκανε μία απλή, συνηθισμένη γυναίκα: να κρατήσει στη ζωή τον άντρα της και να μη μείνει χήρα σε πολύ νεαρή ηλικία μάλιστα, εξυψώνεται στο επίπεδο, με τη χάρη του Θεού, της αληθινής χριστιανής γυναίκας, δηλαδή στο επίπεδο του αληθινού χριστιανού, κατά το οποίο η προτεραιότητα είναι το άγιο θέλημα του Θεού, η βασιλεία του Θεού, όπως ο Κύριος το έχει ζητήσει: ῾ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού᾽. Και τι κάνει; Προτρέπει τον σύζυγό της να μείνει σταθερός στην αγάπη του Χριστού, έστω και με θυσία της ζωής του.Έτσι η Ναταλία γίνεται μία μικρή ῾Παναγία᾽, διότι και αυτή σαν την Θεοτόκο, στην πραγματικότητα επαναλαμβάνει με την όλη στάση της το ῾ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου᾽, λοιπόν η στάση της αυτή την εντάσσει στη χορεία όλων των ηρωϊκών και μαρτυρικών γυναικείων μορφών της ιστορίας, οι οποίες αψηφούσαν το δικό τους συμφέρον προς χάριν μίας μεγάλης ιδέας, όπως είναι για παράδειγμα οι Σπαρτιάτισσες μάνες που δίνοντας οι ίδιες τις ασπίδες στα παιδιά τους τα προέτρεπαν με κατάπνιξη του μητρικού φίλτρου προς χάρη της πατρίδας, ῾ή ταν ή επί τας᾽, ή όπως οι γυναίκες του Ζαλόγγου που μπροστά στον κίνδυνο ατίμωσής τους επέλεγαν τον ηρωϊκό θάνατο. Ώστε θα λέγαμε ότι η αγία Ναταλία, η οποία βεβαίως δεν κάνει τίποτε άλλο από ό,τι επιτάσσει ο λόγος του Χριστού, γίνεται και αυτή σύμβολο διαχρονικά της γυναικείας φύσεως, καλύτερα σύμβολο του πραγματικού ανθρώπου. Ο υμνογράφος βεβαίως, γνώστης της Αγίας Γραφής και της όλης Παράδοσης της Εκκλησίας, προβαίνει συνειρμικά και σε μίαν ακόμη εκτίμηση, προκειμένου να τονίσει και με άλλον τρόπο το μεγαλείο της αγίας: την αντιπαραβάλλει με την πρώτη Εύα. Και την μεν Εύα οικτείρει για την ενέργειά της να παρασύρει στην ανυπακοή του Θεού τον άντρα της, την δε αγία επαινεί για το αλειπτικό έργο της απέναντι σ᾽ αυτόν, δηλαδή να μείνει, όπως είπαμε, σταθερός στο θέλημα Εκείνου. ῾Τον Αδάμ η ομόζυγος Παραδείσου εξώρισε, συμβουλία όφεως. Ναταλία δε Αδριανόν προς Παράδεισον πανσόφως εισήγαγεν᾽. ῾Ουχ ως γαρ Εύα τω Αδάμ ήνεγκε φθοράν, αλλά ζωήν άληκτον τω συζύγω προεξένησεν᾽.
Ο υμνογράφος όμως εξηγεί και το δεύτερο από το οποίο έχει μείνει ῾ενεός᾽: τη θαυμαστή συζυγία του Αδριανού και της Ναταλίας. Δεν μπορεί να μη θαυμάσει το νεαρό ζεύγος, το οποίο ῾λειτουργεί᾽ μέσα στα πλαίσια αυτού που ο Χριστός και η αγία Του Εκκλησία έχουν καθορίσει: ο ένας να γίνεται στήριγμα του άλλου, για να φτάσουν στο σκοπό: την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Στο ζεύγος αυτό δηλαδή, επισημαίνουμε περίτρανα ότι ο γάμος είναι εκ Θεού, όταν δεν συνιστά τέλος από μόνος του, αλλά κατανοείται ως μέσον, ως δρόμος, προκειμένου οι σύζυγοι να αλληλοβοηθηθούν στην ένταξή τους στη Βασιλεία του Θεού. Με άλλα λόγια, με τον χριστιανικό γάμο, τύπος του οποίου είναι ο γάμος των σημερινών αγίων, συμβαίνει κάτι αντίστοιχο με τον άγαμο βίο, τον ευλογημένο μοναχισμό. Όπως ο μοναχός εντάσσεται στο μοναστήρι του, για να βοηθηθεί στη σχέση του με τον Θεό, όταν έχει δεχτεί βεβαίως την κλήση από τον Χριστό, κατά τον ίδιο τρόπο και ο έγγαμος: εισέρχεται στον γάμο, για να γίνει ο γάμος εφαλτήριο πνευματικού του ανόδου. Αν ο γάμος δεν κατανοηθεί με τον τρόπο αυτό, τότε αυτονομείται ως στοιχείο του κόσμου τούτου, συνεπώς αντί να βοηθάει τον άνθρωπο, τον οδηγεί στη μεγαλύτερη φθορά του. Μη ξεχνάμε ότι στην παραβολή του μεγάλου δείπνου, που είπε ο Κύριος, ο ένας που δεν παρακάθησε στο δείπνο, ήταν αυτός που συνήψε γάμο. Ο γάμος του λειτούργησε στην περίπτωση αυτή αρνητικά.
Έτσι, μαζί με τον υμνογράφο και εμείς, ῾κραυγάζομεν και λέγομεν᾽: ῾ώ ξυνωρίς αγία, υπέρ ημών τω Θεώ ικετεύσατε, των εκ πόθου τελούντων την μνήμην υμών, πειρασμών ρυσθήναι και πάσης θλίψεως᾽. Αγία δυάδα, ικετεύσατε τον Θεό για εμάς, που τελούμε τη μνήμη σας με πόθο, ώστε να σωθούμε από πειρασμούς και κάθε θλίψη.
Πηγή:Ακολουθείν
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου