Κυριακή ΣΤ' Ματθαίου
Ματθ. 9, 1-8
Ένα ακόμα θαύμα του Χριστού μάς περιγράφει σήμερα ο ευαγγελιστής Ματθαίος, το οποίο αποτελεί συνέχεια της διήγησης της περασμένης Κυριακής, όπου είχε θεραπεύσει τους δύο δαιμονισμένους στη χώρα των Γαδαρηνών, και οι κάτοικοι της πόλης εκείνης αντί να Τον υποδεχτούν Τον παρεκάλεσαν να φύγει. Μπήκε ο Κύριος πάλι στο πλοίο και επέστρεψε στη Γαλιλαία. Εκεί του έφεραν έναν παράλυτο, κατάκοιτο στο κρεβάτι, και καθώς είδε ο Ιησούς την πίστη των ανθρώπων, λέει στον παράλυτο “έχε θάρρος, παιδί μου, οι αμαρτίες σου έχουν συγχωρεθεί”. Κάποιοι από τους γραμματείς σκέφτηκαν ότι ο Χριστός βλασφημεί και ο Κύριος, γνωρίζοντας τις σκέψεις τους, ρωτά “γιατί έχετε πονηρούς λογισμούς μέσα σας; τί είναι άραγε ευκολότερο να πει κανείς, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου, ή σήκω και περπάτα; για να δείτε όμως ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη αμαρτίες”, λέει στον παράλυτο: “σήκω, και πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου”. Έτσι κι έγινε: σηκώθηκε ο ασθενής και επέστρεψε στο σπίτι του, ενώ ο κόσμος που είδε το θαύμα κυριευμένος από δέος δόξαζε τον Θεό, που δίνει τόσο μεγάλη εξουσία στους ανθρώπους.
Παρά το σύντομο της σημερινής διήγησης, τα μηνύματα που αντλούμε από αυτή είναι πολλά και πλούσια. Και πρώτα από όλα, αντιπαραβάλλονται η πίστη των απλών ανθρώπων με την αμφισβήτηση των γραμματέων. Όπως πολλές φορές έχουμε δει, σχεδόν σε κάθε θαύμα που έκανε ο Χριστός, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η πίστη εκείνου που το ζητά. Τόσο ο παράλυτος της σημερινής περικοπής, όσο και οι άνθρωποι που τον μετέφεραν, είχαν πίστη μέσα τους, γι αυτό και ο Κύριος, πριν ακόμα εκφράσουν με λόγια την επιθυμία τους, σπεύδει να παράσχει την ίαση. Αυτή η πίστη, δυστυχώς, συχνά απουσιάζει από τις καρδιές μας, ακόμα και όταν παρακαλούμε στις προσευχές μας τον Θεό να επέμβει στη ζωή μας, να μας βοηθήσει, να κάνει ένα μικρό ή μεγαλύτερο θαύμα. Τα χείλη μας μπορεί να προσεύχονται, η καρδιά μας όμως διατηρεί αμφιβολίες ότι ο Θεός θα μας ακούσει ή ότι θα μας βοηθήσει. Και αυτό, άλλοτε μπορεί να αποτελεί δική μας πνευματική αδυναμία, και άλλοτε έναν από τους μεγαλύτερους πειρασμούς στη ζωή μας, που σκοπό έχει να αποδυναμώσει την προσευχή μας και ουσιαστικά να μας απομονώσει από τον Θεό. Πίστη όμως είναι η βεβαιότητα ότι για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά, ότι στο θέλημά Του τίποτα δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο, ότι ο Θεός νοιάζεται για τα πλάσματά Του και συντρέχει σε όσους Τον επικαλούνται με ταπείνωση και συντριβή καρδίας. Πίστη είναι η σιγουριά για πράγματα που δεν είναι ορατά με το ανθρώπινο μάτι, όπως η άφεση των αμαρτιών την οποία παρέχει σήμερα ο Κύριος στον παράλυτο.
Ένα άλλο μήνυμα είναι ότι ο Χριστός είναι ο ιατρός όχι μόνο των σωμάτων, αλλά και των ψυχών μας. Θεωρεί τον άνθρωπο στο σύνολό του, και δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική ασθένεια, γι αυτό και πρώτα ασχολείται με τη θεραπεία της ψυχής, με την συγχώρεση των αμαρτιών. Για τον Θεό δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία η σωματική μας ακεραιότητα, όσο η πνευματική μας υγεία. Το κάθε θαύμα, ακόμα και όταν πρόκειται για αποκατάσταση μιας σωματικής ασθένειας, στοχεύει στην πνευματική μας προκοπή και τελείωση. Κι εδώ συχνά κάνουμε ένα μεγάλο σφάλμα, όταν παρακαλούμε στις προσευχές μας τον Κύριο να μας βοηθήσει σε πράγματα που έχουν σχέση είτε με την καθημερινότητά μας είτε με την σωματική μας υγεία. Καλά κάνουμε βέβαια και παρακαλούμε τον Θεό για όλα αυτά, όμως πρωτίστως οφείλουμε να ενδιαφερόμαστε και να Τον παρακαλούμε για την ψυχική μας θεραπεία, για τη συγχώρεση των αμαρτιών μας, για την καλλιέργεια των αρετών. Γι αυτό και σε αρκετές περιπτώσεις που νιώθουμε ότι ο Θεός δεν εισακούει τις προσευχές μας, αυτό οφείλεται στο ότι τα αιτήματά μας είτε δεν απευθύνονται με την δέουσα πίστη, είτε δεν ωφελούν την πνευματική μας υγεία, ειδικά όταν πρόκειται για υλικά αγαθά ή σωματική υγεία.
Τέλος, το τρίτο μήνυμα που αντλούμε από τη σημερινή περικοπή είναι ότι ο Θεός δίνει την εξουσία στους ανθρώπους και της αφέσεως των αμαρτιών, και της σωματικής θαυματουργίας. Βέβαια, ο Χριστός δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, είναι ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού, και δεν χρειάζεται να Του δοθεί η εξουσία αυτή. Τόσο όμως στην Παλαιά Διαθήκη, όσο και στην ιστορία της Εκκλησίας, αυτή η εξουσία έχει δοθεί στους ανθρώπους: οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Άγιοι, αποτελούν τέτοια παραδείγματα, τα οποία δεν έχουν εκλείψει μέχρι τις μέρες μας. Ο Θεός θαυματουργεί στη ζωή μας, τόσο μέσα από ανθρώπους χαρισματικούς, όσο και μέσα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας, κυρίως δε με την Εξομολόγηση και την Θεία Ευχαριστία, που αποτελούν το θεραπευτήριο της ψυχής μας.
Πίστη επομένως στον Θεό, καρδιά χωρίς αμφιβολίες και μέριμνα πρωτίστως για τα πνευματικά αγαθά είναι αυτά που χρειαζόμαστε όλοι μας. Και ακόμη, ζωή Μυστηριακή, όχι ατομική θρησκευτικότητα, αλλά συνδεδεμένη με την Εκκλησία, η οποία αποτελεί το σώμα του Χριστού και προσφέρει στον καθένα μας το διαρκές θαύμα της σωτηρίας.
Επτά Παίδων εν Εφέσω
(4 Αυγούστου)
του Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου
Καθηγουμένου Ι. Μ. Αγίου Ιγνατίου - Λειμώνος Λέσβου
από το βιβλίο του «Εορτοδρόμιον»
***
Οι εγγυητές της Αναστάσεως
«Τον επτάριθμον τιμώ χορόν Μαρτύρων,
δείξαντα ανάστασιν νεκρών τω κοσμώ».
Σήμερα, ευσεβείς μου αδελφοί,πανηγυρίζαμε τη μνήμη των αγίων επτά παίδων των εν Εφέσω. Έζησαν στα χρόνια του μεγάλου διωγμού του Δεκίου. Ωνομάζονταν Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Διονύσιος, Μαρτινιανός, Αντωνίνος και Κωνσταντίνος.
Το 252 λοιπόν για να μη πέσουν στα χέρια των διωκτών και γινουν θύματα της μανίας του Δεκίου, αφού εμοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς, κρύφτηκαν σ' ένα σπήλαιο της Εφέσου και παρακάλεσαν το Θεό να παραλαβή τις ψυχές τους προσφέροντας τους ειρηνικό το θάνατο. Και ο πανάγαθος πατέρας μας τους ανέπαυσε μεσα στο σπήλαιο.
Ο Δέκιος όταν επέστρεψε στην Εφεσο τους αναζήτησε και μαθώντας το θάνατο διάταξε και έχτισε του σπηλαίου το στόμιο και έθεσε και επτά μολύβδινες σφραγίδες με τα ονόματα των επτά παίδων.
Ύστερα από εκατόν ενενήντα οκτώ χρόνια στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του μικρού, ευσεβούς και προστάτου των χριστιανών των ορθοδόξων, παρουσιάστηκε μια αίρεσι πού εδίδασκε πως δεν υπάρχει των σωμάτων ανάστασι. Πολλούς επισκόπους που εκήρυταν αύτη την πλάνη εξώρισε και άλλους πάλι τους εφυλάκισε. Ο ίδιος δε ο βασιλιάς αφού ντύθηκε τρίχινο σάκκο κατά γης έπεσε και παρακαλούσε το Θεό να του δείξη σημείο πού να βεβαιώνη των νεκρών την ανάστασι.
Ο ιδιοκτήτης του κτήματος της Εφέσου μέσα στο όποιο βρισκόταν το σπήλαιο των επτά παίδων, να χτίση μάντρα για τα πρόβατα ηθέλησε, και στο χτίσιμο και τις πέτρες πού έφραζαν το στόμιο του σπηλαίου εχρησιμοποίησε. Έτσι άνοιξε το στόμιο του σπηλαίου και κατά προσταγή του Θεού οι επτά παίδες ανέστησαν και συζητούσαν, σαν να είχαν σηκωθή από τον ύπνο, για τα γεγονότα των ήμερων των διωγμών του Δεκίου και για τον κίνδυνο τον όποιον διέτρεχαν.
Το θαυμαστό δε ήταν ότι ούτε τα σώματα τους είχαν αλλοιωθή καθόλου άλλ' ούτε και τα ενδύματα τους είχαν παραφθαρή το σύνολον.
Ο Μαξιμιλιανός ενεψύχωνε τους άλλους συντρόφους για να κράτηση την πίστι σε περίπτωσι που θα τους συνελάμβανεν ο Δέκιος. Ο Ιάμβλιχος πάλι πήρε από το πουγγί νόμισμα πού έδειχνε το Δέκιο και κατέβηκε στην πόλι για να προμηθευτή άρτους αρκετούς, γιατί κατά την παρατήρησι του Μαξιμιλιανού οι άρτοι της χθες ήταν λίγοι και πεινασμένοι σχεδόν είχαν κοιμηθή.
Βρήκε όμως αλλαγμένη την Έφεσο και εθαύμασε. Είδε σταυρό στην είσοδο και απόρησε. Όλους τους ανθρώπους τους έβλεπε με διαφορετικές ενδυμασίες και τελείως αγνώριστους και τα έχασε, ενόμιζε ότι όραμα έβλεπε.
Πήγε τέλος στο φούρνο και ψωμιά πολλά αγόρασε. Άλλ' οι αρτοποιοί βλέποντας το αρχαίο νόμισμα και εκτιμώντας τη μεγάλη του αξία με απορία τον Ιάμβλιχο εκοίταζαν. Ετρόμαξεν ο Ιάμβλιχος. Ενόμισεν ότι στο Δέκιο ήθελαν να τον παραδώσουν και τα ψωμιά επέστρεψε λέγοντας, κρατήστε και τους άρτους και το αργύριο μόνο να μη με παραδώσετε. Αλλ΄ εκείνοι πιστεύοντας ότι είχαν στα χέρια τους κάποιον αρχαιοκάπηλο και ευρετή μεγάλου θησαυρού τον εκράτησαν και τον εβίαζαν να τους δείξη το θησαυρό. Φυσικά ο άγιος αρνιόταν ότι είχεν ανακαλύψει θησαυρό και οι αρτοποιοί τον ωδήγησαν στον Ανθύπατο.
Ο Ανθύπατος της πόλεως πήρε το νόμισμα στο χέρι και είδε πώς ήταν παλαιό και άνηκε στον αυτοκράτορα Δέκιο. Ερώτησε λοιπόν που βρήκε το θησαυρό και ο Ιάμβλιχος απάντησε ότι δεν βρήκε θησαυρό άλλα το αργύριο το είχε πάρει από το σπίτι των γονιών.
Ποιών γονιών, ερώτησε, και από ποια πόλι. Από την Έφεσον, ο Ιάμβλιχος απάντησε. Φέρε μου λοιπόν τους γονείς σου για να μας βεβαιώσουν εκείνοι για την αλήθεια των λόγων σου. Άλλ' οι γονείς είχαν αποθάνει πριν από διακόσια περίπου χρόνια, στα χρόνια του Δεκίου και τα ονόματα τους πολύ τον Ανθύπατο εξένισαν. Ο άγιος τέλος για να γίνη πιστευτός στον Ανθύπατο παρεκάλεσε να πάνε μαζί στο σπήλαιο για να συναντήσουν και τους άλλους παίδες και να μάθουν ότι μόλις χθες κρύφτηκαν για να γλυτώσουν από τα χέρια του Δεκίου.
Ω παράδοξα πράγματα, ώ πρωτάκουστα και πρωτόφαντα γεγονότα!
Ο Ανθύπατος πήρε μαζί και τον Επίσκοπο Μαρίνο της Εφέσου. Στο στόμιο του σπηλαίου είδαν τις παλαιές σφραγίδες του Δεκίου με τα ονόματα των κοιμηθέντων παίδων επάνω στο μολύβι χαραγμένα.
Μέσα δε στο σπήλαιο εβρήκαν και τους άλλους έξη παίδες και έκπληκτοι όλοι Επίσκοπος, Ανθύπατος και πολλοί Άρχοντες στα πόδια τους έπεσαν και προσκυνούσαν τους αγίους επτά παίδας και ρωτούσαν να μάθουν τις λεπτομέρειες του θαύματος. Και οι άγιοι με τη σειρά όλα τα εξιστόρησαν. Τόσο τα κακουργήματα του Δεκίου εις βάρος των χριστιανών όσο και την ιδική τους υπόθεση.
Το θαύμα ο Ανθύπατος με τον Επίσκοπο το ανέφεραν στο Θεοδόσιο το Βασιλέα.
Αυτό το θαύμα της αναστάσεως των επτά παίδων ήταν το σημείο πού έδειχνεν ο Θεός για να ικανοποίηση τον ευσεβή αυτοκράτορα. Και ο Θεοδόσιος αμέσως με συνοδεία τιμητική μετέβη στην Έφεσο και μπήκε στο σπήλαιο και έπεσε στα πόδια των αγίων επτά παίδων και με τα δάκρυα του τα κατάβρεχε και εδόξαζε το Θεό πού ικανοποίησε το αίτημα του και περίτρανα την ανάστασι των νεκρών του απέδειξε.
Και ενώ συνομιλούσε ο βασιλιάς με τους αγίους,σαν να ενύσταξαν οι άγιοι και αφού έκλιναν τα κεφάλια τους παρέδωκαν τις ψυχές στα χέρια του Ποιητή και Πλαστη
Και ενώ συνομιλούσε ο βασιλιάς με τους αγίους,σαν να ενύσταξαν οι άγιοι και αφού έκλιναν τα κεφάλια τους παρέδωκαν τις ψυχές στα χέρια του Ποιητή και Πλαστη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου