Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος
ΠΩΣ ΜΑΡΤΥΡΗΣΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΣ
Ελεύθερη απόδοση από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Καισαρείας Βιβλίο Β'
*****
Οι
Ιουδαίοι, επειδή απελπίστηκαν για το σχέδιό που κατέστρωσαν εναντίον
του Αποστόλου Παύλου, γιατί αυτός επικαλέστηκε τον Καίσαρα και στάλθηκε
στη Ρώμη από τον Φήστο, στρέφονται ενάντια στον Άγιο Ιάκωβο, τον
αδελφόθεο, στον οποίο είχε ανατεθεί από τους αποστόλους ο θρόνος της
επισκοπής των Ιεροσολύμων. Και εναντίον του, τολμούν το εξής.
Αφού
τον οδήγησαν στη μέση, του ζητούσαν να αρνηθεί την πίστη στο Χριστό
μπροστά σε όλο το λαό. Επειδή όμως αυτός, αντίθετα με τη γνώμη όλων,
μίλησε μπροστά στο πλήθος με ελευθερία και παρρησία, την οποία δεν
περίμεναν, και ομολόγησε ότι ο Σωτήρας και Κύριός μας Ιησούς Χριστός
είναι Υιός του Θεού, αυτοί δε μπορούσαν πλέον να ανεχτούν τη μαρτυρία
του, καθώς άλλωστε πιστεύονταν από όλους τους ανθρώπους ότι ήταν πάρα
πολύ δίκαιος εξ' αιτίας της ανωτερότητας της φιλοσοφίας και της
θεοσέβειας που έδειχνε στη ζωή του, τον σκοτώνουν, παίρνοντας ως
ευκαιρία την έλλειψη εξουσίας, καθώς λόγω του θανάτου του Φήστου αυτή
την εποχή στην Ιουδαία, η τοπική διοίκηση είχε μείνει χωρίς άρχοντα και
επίτροπο.
Και
τον τρόπο του θανάτου του Ιακώβου έχουν ήδη φανερώσει και οι λόγοι του
Κλήμεντος που παρατέθηκαν προηγουμένως, ο οποίος ιστορεί ότι τον έριξαν
από το αέτωμα του ναού και τον ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου. Και με μεγάλη
ακρίβεια ιστορεί τα σχετικά μ' αυτόν ο Ηγήσιππος, ο οποίος ανήκει στην
πρώτη διαδοχή των αποστόλων, αναφέροντας στο πέμπτο του Υπόμνημα τα
εξής.
«Αναλαμβάνει
τη διοίκηση της Εκκλησίας μαζί με τους αποστόλους ο αδελφόθεος Ιάκωβος,
ο οποίος ονομάστηκε από όλους δίκαιος, από τα χρόνια του Κυρίου ως τις
μέρες μας, επειδή πολλοί είχαν το όνομα Ιάκωβος, αυτός από την κοιλιά
της μητέρας του ήταν άγιος∙ Κρασί και οινόπνευμα δεν ήπιε, ούτε κρέας
έφαγε, ξυράφι στο κεφάλι του δε χρησιμοποίησε, με λάδι δεν αλείφθηκε και
στα δημόσια λουτρά δε λούστηκε.
Μόνο
σ' αυτόν επιτρεπόταν να μπει στα άγια∙ γιατί δε φορούσε μάλλινα άλλα
λινά. Και έμπαινε στο ναό μόνος και βρίσκονταν γονατισμένος να ζητά
συγχώρεση για το λαό, μέχρι το σημείο να έχουν σκληρύνει τα γόνατά του
σαν της καμήλας, επειδή πάντοτε γονάτιζε προσκυνώντας τον Θεό και
ζητώντας συγχώρεση για το λαό.
Και
για την υπεροχή του στη δικαιοσύνη ονομαζόταν ο δίκαιος και «ωβλίας»,
το οποίο στα ελληνικά σημαίνει «περιοχή του λαού» και «δικαιοσύνη», όπως
και οι προφήτες μαρτυρούν για αυτόν.
Κάποιοι
λοιπόν από τις επτά μερίδες του λαού, όπως τις έχω προαναφέρει στα
Υπομνήματα, τον ρωτούσαν ποια είναι η θύρα του Ιησού, και απαντούσε ότι
είναι ο ίδιος ο σωτήρας. Από αυτά κάποιοι πίστεψαν ότι ο Ιησούς ήταν ο
Χριστός.
Και
οι μερίδες που προαναφέρθηκαν δεν πίστευαν ούτε στην ανάσταση, ούτε ότι
θα έρθει και θα αποδώσει στον καθένα ανάλογα με τα έργα του. Και όσοι
πίστεψαν, το έκαναν εξαιτίας του Αγίου Ιακώβου.
«Κι
επειδή λοιπόν πίστευαν και πολλοί άρχοντες, θορυβήθηκαν οι Ιουδαίοι και
οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι λέγοντας ότι υπάρχει κίνδυνος όλος ο
λαός να προσδοκά τον Ιησού. Αφού λοιπόν συγκεντρώθηκαν, έλεγαν στον
Ιάκωβο ∙ σε παρακαλούμε, συγκράτησε το λαό, γιατί πλανήθηκε για τον
Ιησού, νομίζοντας ότι αυτός είναι ο Χριστός. Σε παρακαλούμε, πείσε
όλους, όσοι ήρθαν για την ημέρα του Πάσχα, για τον Ιησού∙ γιατί όλοι
πειθόμαστε σε σένα. Πράγματι, εμείς και όλος ο λαός αναγνωρίζουμε ότι
είσαι δίκαιος και δεν προσωποληπτείς.
Πείσε
κι εσύ λοιπόν τον όχλο να μην πλανάται για τον Ιησού. Και βέβαια όλος ο
λαός και όλοι πειθόμαστε σε σένα. Στάσου λοιπόν πάνω στο αέτωμα του
ναού, για να φαίνεσαι καλύτερα από ψηλά και να ακούει όλος ο λαός
καλύτερα τα λόγια σου. Γιατί για το Πάσχα είχαν συγκεντρωθεί όλες οι
φυλές μαζί με τους εθνικούς.
Έστησαν
λοιπόν οι προαναφερθέντες γραμματείς και Φαρισαίοι τον Ιάκωβο πάνω στο
αέτωμα του ναού και του φώναξαν και είπαν∙ «δίκαιε, που όλοι οφείλουμε
να πειθόμαστε σε σένα, επειδή ο λαός πλανάται ακολουθώντας τον
σταυρωμένο Ιησού, πες μας, ποια είναι η θύρα του Ιησού».
Και
απάντησε με δυνατή φωνή∙ «Τι με ρωτάτε για τον υιό του ανθρώπου, κι
αυτός κάθεται στον ουρανό, στα δεξιά της μεγάλης δύναμης, και πρόκειται
να έρθει πάνω στα σύννεφα του ουρανού;».
Κι
επειδή πολλοί πείσθηκαν και δόξαζαν για τη μαρτυρία του Αγίου Ιακώβου
και έλεγαν, «ωσαννά στον υιό του Δαυίδ», τότε πάλι οι ίδιοι γραμματείς
και Φαρισαίοι έλεγαν μεταξύ τους∙ «λάθος κάναμε και προσφέραμε τέτοια
μαρτυρία στον Ιησού∙ αλλά ας ανεβούμε και ας τον πετάξουμε κάτω για να
φοβηθούν και να μην τον πιστέψουν».
Και
φώναξαν λέγοντας, «ω, ω, πλανήθηκε και ο δίκαιος», και εκπλήρωσαν τη
γραφή που βρίσκεται στον Ησαϊα, «ας σκοτώσουμε τον δίκαιο, γιατί δεν τον
χρειαζόμαστε∙ λοιπόν, θα γευτούν τους καρπούς των πράξεών τους».
Αφού
ανέβηκαν λοιπόν, έριξαν κάτω τον δίκαιο. Και έλεγαν μεταξύ τους∙ «ας
λιθοβολήσουμε τον Ιάκωβο τον δίκαιο», και άρχισαν να τον λιθοβολούν,
γιατί παρά την πτώση δεν πέθανε∙ αλλά γύρισε και γονάτισε λέγοντας∙ «Σε
παρακαλώ, Κύριε Θεέ Πατέρα, συγχώρεσέ τους∙ γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν».
Κι
ενώ λοιπόν έτσι τον λιθοβολούσαν, ένας από τους ιερείς, τους γιους του
Ρηχάβ, του γιου του Ραχαβείμ, που αναφέρονται από τον Ιερεμία τον
προφήτη, φώναζε λέγοντας∙ «σταματήστε∙ τι κάνετε; για σας προσεύχεται ο
δίκαιος».
Και
κάποιος απ' αυτούς, ένας που κατεργαζόταν υφάσματα, πήρε το ξύλο με το
οποίο χτυπά τα υφάσματα και κατάφερε ένα χτύπημα στο κεφάλι του δίκαιου,
και έτσι μαρτύρησε. Και τον έθαψαν στον τόπο δίπλα στο ναό, και η
στήλη του ακόμα βρίσκεται δίπλα στο ναό. Αυτός έχει γίνει αληθινός
μάρτυρας για τους Ιουδαίους και τους Έλληνες, ότι ο Ιησούς είναι ο
Χριστός. Και αμέσως ο Βεσπασιανός αρχίζει να τους πολιορκεί».
Αυτά
εκτεταμένα τα αφηγείται και ο Ηγήσιππος συμφωνώντας με τον Κλήμεντα.
Τόσο λοιπόν θαυμαστός ήταν ο Ιάκωβος και τόσο φημίζονταν για τη
δικαιοσύνη του απ' τους άλλους όλους, ώστε και οι σώφρονες Ιουδαίοι να
νομίζουν ότι αυτή είναι η αιτία που αμέσως μετά το μαρτύριό του
πολιορκήθηκε η Ιερουσαλήμ, πράγμα το οποίο δεν τους συνέβη για κανέναν
άλλο λόγο, παρά για το ανοσιούργημα που τόλμησαν εναντίον του.
Και
φυσικά ο Ιώσηπος δεν δίστασε να το επιβεβαιώσει εγγράφως με τα εξής
λόγια∙ «Αυτά λοιπόν συνέβησαν στους Ιουδαίους σαν εκδίκηση για τον
Ιάκωβο τον δίκαιο, επειδή ακριβώς τον σκότωσαν οι Ιουδαίοι, αν και ήταν
πάρα πολύ δίκαιος».
Και
ο ίδιος συγγραφέας, στο εικοστό βιβλίο της Αρχαιολογίας, περιγράφει το
θάνατό του, ως εξής∙ «και ο Καίσαρας, όταν έμαθε το θάνατο του Φήστου,
στέλνει για έπαρχο της Ιουδαίας τον Αλβίνο. Και ο νεότερος Άνανος, ο
οποίος αναφέραμε ότι είχε παραλάβει την αρχιεροσύνη, ήταν θρασύς στο
χαρακτήρα και ιδιαίτερα τολμηρός, και ανήκε στην αίρεση των Σαδδουκαίων,
οι οποίοι είναι οι πιο σκληροί στις αποφάσεις από όλους τους Ιουδαίους,
όπως ήδη το έχουμε αναφέρει.
Καθώς
λοιπόν ήταν τέτοιος ο Άνανος, θεώρησε ότι βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία
λόγω του θανάτου του Φήστου κι επειδή ο Αλβίνος ήταν ακόμη στο δρόμο,
και συγκαλεί συνέδριο των κριτών και οδηγεί σε αυτό τον Ιάκωβο τον
αδελφόθεο, και μερικούς άλλους, και κατηγορώντας τους ότι δήθεν
παρανόμησαν, τους παρέδωσε για λιθοβολισμό.
Όσοι
όμως θεωρούνταν ότι ήταν οι πιο επιεικείς στην πόλη και τηρούσαν τους
νόμους με ακρίβεια, το έφεραν βαρέως, και στέλνουν κρυφά απεσταλμένο στο
βασιλιά, παρακαλώντας τον να στείλει επιστολή στον Άνανο να μην κάνει
πλέον τέτοιες πράξεις∙ γιατί ούτε προηγουμένως αυτός δεν είχε πράξει
σωστά. Και κάποιοι απ' αυτούς προϋπαντούν τον Αλβίνο καθώς οδοιπορούσε
από την Αλεξάνδρεια, και του εξηγούν ότι ο Άνανος δεν είχε δικαίωμα να
συγκαλέσει συνέδριο χωρίς τη σύμφωνη γνώμη τη δική του.
Κι
ο Αλβίνος πείσθηκε στα λόγια τους και γράφει οργισμένος στον Άνανο
απειλώντας τον ότι θα τον τιμωρήσει, και ο βασιλιάς Αγρίππας για αυτό το
λόγο του αφαίρεσε την αρχιεροσύνη, που την κατείχε για τρεις μήνες, και
τον αντικατέστησε με τον Ιησού, το γιο του Δαμμαίου».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου