Ο Άγιος Μώκιος ο Ιερομάρτυρας και Ανάργυρος
Φως, μέσα στο ειδωλολατρικό σκοτάδι της Ρώμης, ήταν ο Ευφράτιος και η Ευσταθία (επί Διοκλητιανού 284 - 304 μ.Χ.). Οι ευσεβείς αυτοί γονείς μεταλαμπάδευσαν το φως αυτό
του Ευαγγελίου και στο γιο τους Μώκιο. Γι' αυτό από μικρή ακόμα ηλικία, ο Μώκιος είχε μεγάλο πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία. Και ο Θεός τον αξίωσε να εκπληρώσει τον Ιερό
αυτό πόθο του.
Αφού σπούδασε με ιδιαίτερη επιμέλεια τα Ιερά γράμματα και καταρτίσθηκε όπως έπρεπε στη γνώση και μετάδοση των θρησκευτικών αληθειών, σε κατάλληλη ηλικία έγινε
κληρικός. Αργότερα, οι άριστες υπηρεσίες του στην Εκκλησία τον ανέβασαν στο αξίωμα του επισκόπου Αμφιπόλεως (Θράκης) όταν ως αυτοκράτορας βασίλευε ο Διοκλητιανός
και ανθύπατος της περιοχής ήταν ο Λαόδικος.
Ως πρεσβύτερος ο Μώκιος είχε αφοσιωθεί στη χριστιανική διδασκαλία, παροτρύνοντας τους πάντες να απέχουν από την πλάνη των ειδώλων, ενώ και ως ανάργυρος ιατρός
παρείχε τις πολύτιμες υπηρεσίες της τέχνης του στους πάσχοντες και πένητες.
Ο ένθεος ζήλος του τον οδήγησε σε μια τολμηρή πράξη: Μια μέρα που ο ανθύπατος πρόσφερε θυσία στο Διόνυσο, με την παρουσία πολλών ειδωλολατρών, ο Μώκιος ανέτρεψε
το βωμό. Όπως ήταν φυσικό συνελήφθη αμέσως και με θάρρος ομολόγησε πίστη στο Χριστό. Ακολούθησαν φρικτά βασανιστήρια, όπως: Κρέμασμα και καταξέσχιση των
κροτάφων, της σιαγόνας και των πλευρών του. Ρίξιμο του σε πυρωμένο με πίσσα, στουπιά και κληματίδες καμίνι, που οι φλόγες του υψώνονταν περίπου επτά πήχεις. Όμως
διαφυλάχτηκε από τον Θεό απείραχτος, όπως κάποτε οι τρεις Παόδες στην κάμινο. Όταν ο Μώκιος βγήκε αβλαβής από το καμίνι, οι φλόγες ξεπετάχτηκαν προς την πλευρά που
στεκόταν ο ανθύπατος και κατέκαψαν τον ίδιο μαζί με εννέα από τους άντρες της φρουράς του.
Ακολούθησε η φυλάκιση του Μωκίου και η ανάκριση του από τον επόμενο ανθύπατο, που λεγόταν Μάξιμος. Επειδή όμως όχι μόνο δεν αρνήθηκε αλλά και κήρυξε με παρρησία
το Χριστό, υποβλήθηκε στο μαρτύριο του διπλού τροχού. Και πάλι σώθηκε θαυματουργικά, ενώ ο λαός ζητούσε επίμονα την απελευθέρωση του. Έτσι ο Μάξιμος υποχρεώθηκε
να τον στείλει δέσμιο στον Φιλιππήσιο (Πείρινθο της Θράκης, μετέπειτα Ηράκλεια) και από εκεί στο Βυζάντιο (μετέπειτα Κωνσταντινούπολη), όπου τη δια ξίφους λαμβάνει
απόφασιν και την κεφαλήν αφαιρείται . Ετάφη ένα μίλι έξω από την πόλη, αλλά ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε προς τιμήν του μεγαλοπρεπή ναό στην Κωνσταντινούπολη, όπου
εναπόθεσε και τα χαριτόβρυτα και ιαματικά λείψανα του αγίου ιερομάρτυρος Μωκίου. Στο ναό αυτόν γινόταν αυτοκρατορική προσέλευση κατά την Μεσοπεντηκοστή. Στο ναό,
επίσης, φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Αγίου Σαμψών του Ξενοδόχου.
Στίχοι
Μωκώμενόν σε δεισιδαίμονα πλάνην, Οἱ δυσσεβεῖς κτείνουσι Μώκιε ξίφει.
Μώκιος ἑνδεκάτῃ κεφαλὴν τμήθη ἀγαθόφρων.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'. Χορὸς Ἀγγελικός
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεὺς ὢν τῆς δόξης, θυσίαν λογικήν, καὶ ὁλόκληρον θῦμα, ἀθλήσεως ἄνθραξι, σεαυτὸν προαενήνοχας, ὅθεν Μώκιε, διπλῶ στεφάνω σὲ στέφει,
ὁ δοξάσας σε, ὡς δοξασθεῖς σοῦ τοὶς ἄθλοις, Χριστὸς ὁ φιλάνθρωπος.
Αυτός ο νέος αθλητής του Χριστού καταγόταν από την Επανομή της Θεσσαλονίκης και ήταν ο πρώτος βοηθός, ο καλύτερος, ενός ράφτη.
Ήταν ένας διπλά χαριτωμένος νέος δεκαοκτώ ετών, ως προς την ηλικία αλλά και την ψυχή. Η αφορμή για την ομολογία και το μαρτύριο του δόθηκε από το εξής περιστατικό.
Ένας χριστιανός από το Σοχό βρισκόταν στη φυλακή για κάποιο παράπτωμά του και ο πασάς τον φοβέριζε ότι θα τον κρεμάσει ,επειδή δεν μπορούσε να πληρώσει. Εκείνος δείλιασε και είπε πως τουρκεύει. Τον έβγαλαν από την φυλακή και τον πήγαν σ’ ένα καφενέ στο Ταχτάκαλα για την περιτομή. Το έμαθε λοιπόν ο άγιος νεομάρτυς Αργυρός και κυριολεκτικά όρμησε μες στον καφενέ και μπροστά στο πλήθος των Τούρκων προσπαθούσε να αποτρέψει εκείνον τον χριστιανό από την εξωμοσία .
Μόλις άκουσαν τα λόγια του οι γενίτσαροι τον άρπαξαν και τον γρονθοκοπούσαν και θα τον σκότωναν αν δεν σκέφτονταν πως θα μπορούσαν να τον κάνουν κι αυτόν εξωμότη. Σταμάτησαν τους δαρμούς, έβγαλαν τα μαχαίρια τους και τις μπιστόλες τους λέγοντάς του ή τουρκεύεις ή τούτη την ώρα σε θανατώνουμε. Ο Άγιος τους αποκρίθηκε : Είμαι χριστιανός , την πίστη μου δεν την αρνούμαι ό,τι κι αν μου κάνετε και το έχω δόξα και τιμή μου ν’ αποθάνω για την πίστη μου και την αγάπη του Χριστού μου.
Σέρνοντάς τον , τον πήγαν στον κριτή, όπου εξέθεσαν το τόλμημά του, τον έδειραν αλύπητα και τον πίεζαν να εξισλαμισθεί. Βλέποντας το αμετάθετο της γνώμης του ζητούσαν από τον δικαστή τον θάνατό του. Ο δικαστής όμως δεν έδινε απόφαση καταδικαστική με το σκεπτικό ότι καθένας οφείλει να είναι πιστός στη θρησκεία του , υπέρμαχος και ζηλωτής. Τότε οι Γενίτσαροι σαν θηρία ανήμερα όρμησαν στον δικαστή λέγοντάς του : πώς δικαιώνεις τον εχθρό της πίστης μας ; Είναι καλό να επαινεί την πίστη του και να βρίζει μπροστά μας την δική μας πίστη ; Δεν τον κρίνεις άξιο θανάτου ;
Ο δικαστής μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση εξέδωσε καταδικαστική απόφαση.
Τον απαγχόνισαν στο Καπάνι( καπάνι =κεντρική αγορά ) .Πολλοί παρατήρησαν πως το νεκρό του σώμα φαινόταν σαν ζωντανό, σαν να κοιμάται.
Το άλλο παράδοξο είναι πως δεν το άφησαν τρεις μέρες κρεμασμένο, όπως ήταν η συνήθεια , αλλά την επόμενη τον έδωσαν για ταφή, χωρίς κανένας να ξέρει τον λόγο.
Ακολουθούν εικόνες του Αγίου και του πηγαδιού που έκτισε ο πατέρας του στη μνήμη του .
Φως, μέσα στο ειδωλολατρικό σκοτάδι της Ρώμης, ήταν ο Ευφράτιος και η Ευσταθία (επί Διοκλητιανού 284 - 304 μ.Χ.). Οι ευσεβείς αυτοί γονείς μεταλαμπάδευσαν το φως αυτό
του Ευαγγελίου και στο γιο τους Μώκιο. Γι' αυτό από μικρή ακόμα ηλικία, ο Μώκιος είχε μεγάλο πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία. Και ο Θεός τον αξίωσε να εκπληρώσει τον Ιερό
αυτό πόθο του.
Αφού σπούδασε με ιδιαίτερη επιμέλεια τα Ιερά γράμματα και καταρτίσθηκε όπως έπρεπε στη γνώση και μετάδοση των θρησκευτικών αληθειών, σε κατάλληλη ηλικία έγινε
κληρικός. Αργότερα, οι άριστες υπηρεσίες του στην Εκκλησία τον ανέβασαν στο αξίωμα του επισκόπου Αμφιπόλεως (Θράκης) όταν ως αυτοκράτορας βασίλευε ο Διοκλητιανός
και ανθύπατος της περιοχής ήταν ο Λαόδικος.
Ως πρεσβύτερος ο Μώκιος είχε αφοσιωθεί στη χριστιανική διδασκαλία, παροτρύνοντας τους πάντες να απέχουν από την πλάνη των ειδώλων, ενώ και ως ανάργυρος ιατρός
παρείχε τις πολύτιμες υπηρεσίες της τέχνης του στους πάσχοντες και πένητες.
Ο ένθεος ζήλος του τον οδήγησε σε μια τολμηρή πράξη: Μια μέρα που ο ανθύπατος πρόσφερε θυσία στο Διόνυσο, με την παρουσία πολλών ειδωλολατρών, ο Μώκιος ανέτρεψε
το βωμό. Όπως ήταν φυσικό συνελήφθη αμέσως και με θάρρος ομολόγησε πίστη στο Χριστό. Ακολούθησαν φρικτά βασανιστήρια, όπως: Κρέμασμα και καταξέσχιση των
κροτάφων, της σιαγόνας και των πλευρών του. Ρίξιμο του σε πυρωμένο με πίσσα, στουπιά και κληματίδες καμίνι, που οι φλόγες του υψώνονταν περίπου επτά πήχεις. Όμως
διαφυλάχτηκε από τον Θεό απείραχτος, όπως κάποτε οι τρεις Παόδες στην κάμινο. Όταν ο Μώκιος βγήκε αβλαβής από το καμίνι, οι φλόγες ξεπετάχτηκαν προς την πλευρά που
στεκόταν ο ανθύπατος και κατέκαψαν τον ίδιο μαζί με εννέα από τους άντρες της φρουράς του.
Ακολούθησε η φυλάκιση του Μωκίου και η ανάκριση του από τον επόμενο ανθύπατο, που λεγόταν Μάξιμος. Επειδή όμως όχι μόνο δεν αρνήθηκε αλλά και κήρυξε με παρρησία
το Χριστό, υποβλήθηκε στο μαρτύριο του διπλού τροχού. Και πάλι σώθηκε θαυματουργικά, ενώ ο λαός ζητούσε επίμονα την απελευθέρωση του. Έτσι ο Μάξιμος υποχρεώθηκε
να τον στείλει δέσμιο στον Φιλιππήσιο (Πείρινθο της Θράκης, μετέπειτα Ηράκλεια) και από εκεί στο Βυζάντιο (μετέπειτα Κωνσταντινούπολη), όπου τη δια ξίφους λαμβάνει
απόφασιν και την κεφαλήν αφαιρείται . Ετάφη ένα μίλι έξω από την πόλη, αλλά ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε προς τιμήν του μεγαλοπρεπή ναό στην Κωνσταντινούπολη, όπου
εναπόθεσε και τα χαριτόβρυτα και ιαματικά λείψανα του αγίου ιερομάρτυρος Μωκίου. Στο ναό αυτόν γινόταν αυτοκρατορική προσέλευση κατά την Μεσοπεντηκοστή. Στο ναό,
επίσης, φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Αγίου Σαμψών του Ξενοδόχου.
Στίχοι
Μωκώμενόν σε δεισιδαίμονα πλάνην, Οἱ δυσσεβεῖς κτείνουσι Μώκιε ξίφει.
Μώκιος ἑνδεκάτῃ κεφαλὴν τμήθη ἀγαθόφρων.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'. Χορὸς Ἀγγελικός
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεὺς ὢν τῆς δόξης, θυσίαν λογικήν, καὶ ὁλόκληρον θῦμα, ἀθλήσεως ἄνθραξι, σεαυτὸν προαενήνοχας, ὅθεν Μώκιε, διπλῶ στεφάνω σὲ στέφει,
ὁ δοξάσας σε, ὡς δοξασθεῖς σοῦ τοὶς ἄθλοις, Χριστὸς ὁ φιλάνθρωπος.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟΣ, ΦΩΤΙΣΤΕΣ ΤΩΝ ΣΛΑΒΩΝ
Τήν 11η τοῦ μηνός Μαΐου ἑορτάζει ἡ ᾽Εκκλησία
μας τή μνήμη τῶν δύο ἰσαποστόλων ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου, φωτιστῶν τῶν
Σλαύων. Οἱ ἅγιοι αὐτοί ἔζησαν τόν ἔνατο μ. Χ. αἰ., σέ ἐποχή καθοριστική γιά τό
Βυζάντιο, ἀφοῦ τότε ἐπῆλθε τό πρῶτο λεγόμενο σχίσμα τῆς Δυτικῆς ᾽Εκκλησίας ἐπί
πατριάρχου Φωτίου. ῏Ησαν ῞Ελληνες ἀπό τή Θεσσαλονίκη, καταγόμενοι ἀπό πλούσια
καί ἀριστοκρατική οἰκογένεια, πού τούς ἔδωσε τή δυνατότητα νά σπουδάσουν σέ
πλάτος καί βάθος. Ὁ Κύριλλος μάλιστα – Κωνσταντίνος πρίν γίνει μοναχός
καί ἀλλάξει τό ὄνομά του – πού ἦταν καί μικρότερος ἀπό τόν Μεθόδιο, σπούδασε
μαθηματικά, φιλοσοφία, ἀστρονομία καί μουσική, κι ἔγινε καί καθηγητής
φιλοσοφίας στό Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας, πιθανόν διάδοχος τοῦ ἁγίου Φωτίου. Ὁ
Μεθόδιος, μέ πλατιά καί αὐτός μόρφωση, διακρίθηκε κυρίως γιά τίς
διοικητικές του ἱκανότητες καί τό ὀργανωτικό καί πρακτικό του πνεῦμα, κάτι πού
φανερώθηκε ἰδιαιτέρως, ὅταν ἀνέλαβε διοικητής σέ περιοχές κοντά στούς Σλαύους.
Ἡ πίστη τους στόν Χριστό ἦταν πολύ θερμή καί
βαθιά, γι᾽ αὐτό καί οἱ δύο ἀπεφάσισαν νά ἀποσυρθοῦν ἀπό τά ἐγκόσμια καί νά
γίνουν μοναχοί. ῎Ηδη ὅμως εἶχαν δείξει καί τήν ἱεραποστολική τους διάθεση, ἀφοῦ
εἶχαν ἀναλάβει διάφορες ἀποστολές μέσα στά πλαίσια τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.
Σ᾽αὐτούς λοιπόν τούς χαρισματούχους ἀπό κάθε πλευρά ἄνδρες ἀνατέθηκε ὁ ἐκχριστιανισμός
ἑνός τμήματος τῶν Σλαύων, σέ ἐποχή πού αὐτοί ἤδη εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στά ὅρια τοῦ
Βυζαντίου, ἀναζητώντας ταυτότητα καί πατρίδα. ῏Ηταν γνωστή ἄλλωστε ἡ τακτική τοῦ
Βυζαντίου, ὅταν ἐπρόκειτο γιά βαρβαρικούς λαούς. Προκειμένου ν᾽ ἀποτελοῦν ἀπειλή
τῆς αὐτοκρατορίας, τούς ἔκανε συμμάχους ἐκχριστιανίζοντάς τους. Τό ἴδιο συνέβη
καί μέ τούς Σλαύους. ᾽Ανέλαβαν λοιπόν τήν ἀποστολή οἱ δύο Θεσσαλονικεῖς ἀδελφοί,
γνωστοί καί ἀπό ἄλλες, καθώς εἴπαμε, ἐπιτυχημένες ἀποστολές.
Πρίν φύγουν, κατέστρωσαν τά σχέδιά τους.
Θέλοντας νά κάνουν ἔργο εἰς βάθος, ἔφτιαξαν ἀλφάβητο γιά τόν λαό στόν ὁποῖο θά ἀπευθύνονταν,
δεδομένου ὅτι ἐκεῖνοι δέν εἶχαν γραφή. Καί τό ἀλφάβητο αὐτό τό δημιούργησαν μέ
βάση τό ἑλληνικό, ἀλλά καί τά ἰδιαίτερα φθογγολογικά σημεῖα ἀπό τή γλώσσα τῶν
Σλαύων. Τή σλαυική γλώσσα πρέπει νά τήν γνώριζαν καί ἀπό τό ὅτι ὁ Μεθόδιος εἶχε
χρηματίσει διοικητής σέ σλαυικές ἐπαρχίες, ἀλλά καί ἀπό τό ὅτι κατά πᾶσα
πιθανότητα στήν οἰκογένειά τους πρέπει νά εἶχαν σλαύους ὡς ὑπηρέτες. Δημιούργησαν
λοιπόν ἀλφάβητο, τό γλαγολιτικό καί μετέπειτα Κυρίλλειο λεγόμενο, μετέφρασαν
κείμενα τῆς ῾Αγίας Γραφῆς καί τῆς λειτουργικῆς παράδοσης τῆς ᾽Εκκλησίας καί μέ
συνεργάτες ξεκίνησαν γιά τό μεγάλο τους ἔργο. ᾽Από τίς πρῶτες φροντίδες τους ἦταν
νά πλαισιωθοῦν ἀπό ντόπιους, Σλαύους συνεργάτες. Καί στόχος τους ἦταν νά
κηρύξουν τή χριστιανική πίστη, δίνοντας μόνο τήν πρώτη ὤθηση γιά τόν ἐκχριστιανισμό
τους. Μέ ἄλλα λόγια σταθερή βούλησή τους ἦταν νά ἐνεργοποιήσουν τόν λαό αὐτό, ὥστε
στή συνέχεια οἱ ἴδιοι νά ὀργανώσουν μέ τόν τρόπο πού ἐκεῖνοι ἤθελαν τήν ζωή
τους. Τά προβλήματα βεβαίως πού συνάντησαν δέν ἦταν λίγα. Καί τά περισσότερα
προέρχονταν ὄχι ἀπό τούς ἐκχριστιανιζομένους, ὅσο ἀπό ἐκπροσώπους τῆς ᾽Εκκλησίας
τῆς Ρώμης. Τελικά ὅμως ἡ ὅλη τους προσπάθεια πέτυχε: ὁ Χριστιανισμός ρίζωσε στά
μέρη ἐκεῖνα, οἱ ἴδιοι ὅμως ἄφησαν στό ἔργο αὐτό τήν τελευταία τους πνοή. Ὁ μέν
Κύριλλος πέθανε στή Ρώμη τό 869 μ.Χ., ὅταν εἶχε πάει ἐκεῖ, γιά νά διευθετήσει
μέ τόν ἐπίσκοπο Ρώμης θέματα τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Σλαύων, ὁ δέ Μεθόδιος τό
885, στά χώματα τῆς ἱεραποστολῆς του, ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῶν Σλαύων. ᾽Από τά ἐλάχιστα
προαναφερθέντα στοιχεῖα γιά τούς μεγάλους αὐτούς ἀγίους ἰσαποστόλους θά μπορούσαμε,
ἐπιγραμματικά, νά σημειώσουμε τά ἑξῆς:
1) Οἱ ἅγιοι
Κύριλλος καί Μεθόδιος ὑπῆρξαν γνησιότατοι ῞Ελληνες ἐκ Θεσσαλονίκης, μέ τήν
πραγματική καί ὁλοκληρωμένη ὅμως σημασία τοῦ ὅρου ῾῞Ελληνας᾽. Δηλ. ὑπῆρξαν ἄνθρωποι
οἰκουμενικοί, πού ἔκλειναν μέσα στήν καρδιά τους τόν κόσμο ὅλο. Διότι αὐτό εἶναι
ὁ ῞Ελληνας: ὄχι ὁ στενόκαρδος τοπικιστής, ἀλλ᾽ ὁ μεγαλόψυχος καί παγκόσμιος ἄνθρωπος.
Καί τέτοιος εἶναι ὁ ῞Ελληνας κυρίως μετά τήν ἀπόκτηση τῆς πίστεώς του στόν ᾽Ιησοῦ
Χριστό. Ἡ οἰκουμενικότητα ἀφενός τοῦ ἑλληνισμοῦ καί ἡ οἰκουμενικότητα ἀφετέρου
τοῦ χριστιανισμοῦ ἔχουν πλατύνει τήν καρδιά του καί τόν ἔχουν κάνει, ἐνῶ ἀγαπᾶ
τήν πατρίδα του καί εἶναι ἕτοιμος νά θυσιαστεῖ γι᾽ αὐτήν – μή ξεχνᾶμε τή
φιλοπατρία τῶν ῾Ελλήνων ὡς βασική τους ἀρετή – νά βλέπει καί τόν ὑπόλοιπο κόσμο
ὡς ἀδέλφια καί δυνάμει μετόχους τῆς πολιτιστικῆς του κληρονομιᾶς. Τέτοιοι
λοιπόν παγκόσμιοι ἄνθρωποι ἦταν καί οἱ ἅγιοί μας. Κι ἄν ἡ σκοπιανή προπαγάνδα
τούς διεκδικεῖ ὡς ῾δικούς᾽ της, θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς ὅτι πέρα ἀπό τόν
γέλωτα πού προκαλεῖ μιά τέτοια διεκδίκηση ἐκφράζει κάτι σωστό: ὅτι οἱ ἅγιοί μας
αὐτοί ὡς οἰκουμενικοί ἄνθρωποι ῞Ελληνες καί Χριστιανοί ἀνήκουν στόν κόσμο ὅλο, ἄρα
καί στά Σκόπια!
2) Ποτέ δέν μποροῦν
νά θεωρηθοῦν οἱ ἅγιοι ὡς ὄργανα τοῦ Βυζαντίου γιά κατακτητικούς σκοπούς. ᾽Εκτός
ἀπό τό ὅτι δέν εἶχε τέτοια πολιτική τό Βυζάντιο, οἱ ἁγιασμένοι αὐτοί ἀδελφοί
κινοῦνταν στίς ἐνέργειές τους ἀπό τήν ἀγάπη τους στό Χριστό καί τόν συνάνθρωπο.
Οἱ ἴδιοι οἱ παλαιοσλαβονικοί βίοι τους ἐπισημαίνουν τήν παραπάνω ἀλήθεια,
τονίζοντας ὅτι ἔβλεπαν τούς Σλαύους ὡς πλανεμένα λόγω εἰδωλολατρίας ἀδέλφια
τους.
3) ᾽Ακριβῶς γιά
τόν παραπάνω λόγο, στάθηκαν ἔναντι τῶν Σλαύων μέ ἀπόλυτο σεβασμό. Δέν θέλησαν
νά τούς ὑποτάξουν, δέν τούς φέρθηκαν σάν νά ἦσαν κατώτερα ὄντα. Τούς εἶδαν ὡς ἰσότιμους,
πού ἁπλῶς ἔπρεπε στήν ἀρχή νά βοηθηθοῦν. ᾽Απόδειξη: τούς μίλησαν στή γλώσσα
τους καί πῆραν ὡς συνεργάτες τους Σλαύους. Μέ τή δημιουργία μάλιστα τοῦ ἀλφαβήτου
ὄχι μόνο τούς ἔδωσαν τή δυνατότητα νά γνωρίσουν πληρέστερα τόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά
ἔθεσαν ταυτοχρόνως καί τίς βάσεις γιά τήν πολιτιστική τους ἀνάπτυξη. Ὅλος ὁ
πολιτισμός τῶν Σλαύων ῾πατάει᾽ στό ἔργο τῶν Θεσσαλονικέων ἀδελφῶν. Δέν εἶναι
λοιπόν τυχαῖο ὅτι αὐτοί πού κυρίως ἑορτάζουν καί πανηγυρίζουν στή μνήμη τους εἶναι
οἱ ἴδιοι οἱ Σλαῦοι, μέ ὅλη τήν ποικιλία τους.
4) Πέρα ἀπό τό
γεγονός ὅτι ἦσαν ἄνθρωποι χαρισματικοί, ἐργάστηκαν πολύ σκληρά καί συστηματικά.
Δέν στηρίχτηκαν δηλαδή μόνο στό ταλέντο καί τήν ἔμπνευσή τους γιά τήν τεράστια ἀποστολή
πού ἀνέλαβαν, ἀλλά προγραμμάτισαν τήν ὅλη προσπάθειά τους. Ἡ δημιουργία τοῦ ἀλφαβήτου
- ἔργο κατεξοχήν ἐπίπονο - ἡ εὕρεση συνεργατῶν κλπ. ἀποδεικνύουν τοῦ λόγου τό ἀληθές.
Κι εἶναι μεγάλο παράδειγμα ὁ τρόπος αὐτός δράσεώς τους γιά μᾶς τούς νεοέλληνες,
οἱ ὁποῖοι ἔχουμε συνηθίσει, στηριγμένοι μόνο στό ταλέντο καί τή φαντασία μας, χωρίς
ὅμως πολύ κόπο καί δουλειά, νά θέλουμε νά ἐπιτυγχάνουμε σ᾽ αὐτό πού κάνουμε. Μέ
ἄλλα λόγια γιά τήν ἐπιτυχία ἑνός ἔργου, καί μάλιστα μεγάλου, ἡ ἔμπνευση μόνη
δέν ἀρκεῖ.
5) Τό μυστικό τῆς
ἐπιτυχίας τους ἦταν τό ὅτι ἀνέλαβαν τήν ἀποστολή τους ἀποφασισμένοι νά πεθάνουν
γι᾽ αὐτήν. Κάτι πού ἔγινε. Καί μᾶς διδάσκουν ὅτι τότε πετυχαίνει ἕνας ἱερός
σκοπός, ὅταν δέν τόν ἀντιμετωπίζει κανείς ὡς ἀγγαρεία, ἀλλ᾽ ὡς κάτι πού
περιέχει τό στοιχεῖο τῆς αὐτοθυσίας. ῎Αν, κοντολογίς, σέ κάτι πού πιστεύω ὅτι εἶναι
ἐκ Θεοῦ δέν ἀποφασίσω καί τόν θάνατό μου γι᾽ αὐτό, τότε δέν πρόκειται νά ἐπιτύχω
τίποτε. Ὑπό τό πρίσμα αὐτό τό ἔργο τῶν ἰσαποστόλων Κυρίλλου καί Μεθοδίου ἦταν
συνέχεια τοῦ ἔργου τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου.Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΓΥΡΙΟΣ , μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη στις 11 Μαΐου 1806
Αυτός ο νέος αθλητής του Χριστού καταγόταν από την Επανομή της Θεσσαλονίκης και ήταν ο πρώτος βοηθός, ο καλύτερος, ενός ράφτη.
Ήταν ένας διπλά χαριτωμένος νέος δεκαοκτώ ετών, ως προς την ηλικία αλλά και την ψυχή. Η αφορμή για την ομολογία και το μαρτύριο του δόθηκε από το εξής περιστατικό.
Ένας χριστιανός από το Σοχό βρισκόταν στη φυλακή για κάποιο παράπτωμά του και ο πασάς τον φοβέριζε ότι θα τον κρεμάσει ,επειδή δεν μπορούσε να πληρώσει. Εκείνος δείλιασε και είπε πως τουρκεύει. Τον έβγαλαν από την φυλακή και τον πήγαν σ’ ένα καφενέ στο Ταχτάκαλα για την περιτομή. Το έμαθε λοιπόν ο άγιος νεομάρτυς Αργυρός και κυριολεκτικά όρμησε μες στον καφενέ και μπροστά στο πλήθος των Τούρκων προσπαθούσε να αποτρέψει εκείνον τον χριστιανό από την εξωμοσία .
Μόλις άκουσαν τα λόγια του οι γενίτσαροι τον άρπαξαν και τον γρονθοκοπούσαν και θα τον σκότωναν αν δεν σκέφτονταν πως θα μπορούσαν να τον κάνουν κι αυτόν εξωμότη. Σταμάτησαν τους δαρμούς, έβγαλαν τα μαχαίρια τους και τις μπιστόλες τους λέγοντάς του ή τουρκεύεις ή τούτη την ώρα σε θανατώνουμε. Ο Άγιος τους αποκρίθηκε : Είμαι χριστιανός , την πίστη μου δεν την αρνούμαι ό,τι κι αν μου κάνετε και το έχω δόξα και τιμή μου ν’ αποθάνω για την πίστη μου και την αγάπη του Χριστού μου.
Σέρνοντάς τον , τον πήγαν στον κριτή, όπου εξέθεσαν το τόλμημά του, τον έδειραν αλύπητα και τον πίεζαν να εξισλαμισθεί. Βλέποντας το αμετάθετο της γνώμης του ζητούσαν από τον δικαστή τον θάνατό του. Ο δικαστής όμως δεν έδινε απόφαση καταδικαστική με το σκεπτικό ότι καθένας οφείλει να είναι πιστός στη θρησκεία του , υπέρμαχος και ζηλωτής. Τότε οι Γενίτσαροι σαν θηρία ανήμερα όρμησαν στον δικαστή λέγοντάς του : πώς δικαιώνεις τον εχθρό της πίστης μας ; Είναι καλό να επαινεί την πίστη του και να βρίζει μπροστά μας την δική μας πίστη ; Δεν τον κρίνεις άξιο θανάτου ;
Ο δικαστής μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση εξέδωσε καταδικαστική απόφαση.
Τον απαγχόνισαν στο Καπάνι( καπάνι =κεντρική αγορά ) .Πολλοί παρατήρησαν πως το νεκρό του σώμα φαινόταν σαν ζωντανό, σαν να κοιμάται.
Το άλλο παράδοξο είναι πως δεν το άφησαν τρεις μέρες κρεμασμένο, όπως ήταν η συνήθεια , αλλά την επόμενη τον έδωσαν για ταφή, χωρίς κανένας να ξέρει τον λόγο.
Ακολουθούν εικόνες του Αγίου και του πηγαδιού που έκτισε ο πατέρας του στη μνήμη του .
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου