Ο Άγιος Πλάτων από την Άγκυρα
Από το ιστολόγιο '' ΔΙΑΚΟΝΗΜΑ ''
Ο άγιος Πλάτωνας καταγόταν από την Άγκυρα της Γαλατίας της Μικράς Ασίας και ήταν αδελφός του μάρτυρα Αντίοχου.[1]
Σε νεαρή ηλικία τον συνέλαβαν οι ειδωλολάτρες, διότι διακήρυττε την πίστη του στον Ιησού Χριστό και τον οδήγησαν μπροστά στον ηγεμόνα Αγριππίνο. Ο Αγριππίνος βλέποντας την ωραιότητα του νέου και γνωρίζοντας ότι είχε μεγάλη περιουσία, προσπάθησε να τον ελκύσει με κολακείες. Όμως ο άγιος Πλάτων αρνήθηκε και συνέχισε να διακηρύττει την πίστη του στον Έναν και μοναδικό Θεό. Αφού ο ηγεμόνας είδε ότι δεν κατάφερε να τον αλλαξοπιστήσει δελεάζοντάς τον, τον απείλησε με μαρτύρια. Παρ’ όλα ταύτα ο άγιος Πλάτων παρέμεινε σταθερός στην πίστη του. Έτσι ο Αγριππίνας διέταξε να τον μαστιγώσουν ανελέητα και ύστερα να τον βασανίσουν με πυρωμένες ράβδους. Ο άγιος διατήρησε όλη του την πίστη και δεν έπαψε να ομολογεί τον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του.
Έτσι λοιπόν ο άγιος μεγαλομάρτυρας Πλάτωνας παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο και τιμήθηκε με το αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου στις 18 Νοεμβρίου του 306 μ.Χ.
[1] Ο Άγιος μάρτυρας Αντίοχος, αδελφός του Αγίου Πλάτωνα ήταν γιατρός. Πήγαινε από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό και γιάτρευε τους ασθενείς όχι μόνο κατά το σώμα αλλά και κατά την ψυχή. Τον συνέλαβε ο ηγεμόνας Αδριανός και τον υπέβαλε σε μια σειρά φρικτών βασανιστηρίων. Τον κρέμασε επάνω σ’ ένα ξύλο και του ξέσχισε τα πλευρά, κατόπιν τον άφησε μέσα στη φωτιά, έπειτα τον έριξε μέσα σ’ ένα καζάνι με βραστό λάδι και στη συνέχεια τον άφησε τροφή στ’ άγρια θηρία. Απ’ όλα αυτά όμως, ο Αντίοχος, με τη θεία χάρη βγήκε αβλαβής και όχι μόνο. Αλλά με την προσευχή του συνέτριψε τα είδωλα και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου δια αποκεφαλισμού. Ο δήμιος όμως, Κυριάκος, που τον αποκεφάλισε είδε να τρέχει από τον λαιμό του αντί για αίμα, γάλα. Τότε και αυτός με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό και αποκεφαλίστηκε επί τόπου. Τιμάται στις 16 Ιουλίου.
Απολυτίκιον.
Ήχος α’. Χορός Αγγελικός.
Δυάς η ευκλεής, των κλεινών Αθλοφόρων, εδόξασε λαμπρώς, την Αγίαν Τριάδα, ο Πλάτων ο ένδοξος, Ρωμανός τε ο ένθεος, εναθλήσαντες, και τον εχθρόν καθελόντες, όθεν πάντοτε, υπέρ ημών δυσωπούσι, τον μόνον Φιλάνθρωπον.
Κοντάκιον.
Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Η αγία μνήμη σου, την οικουμένην ευφραίνει, συγκαλούσα άπαντας, εν τω πανσέπτω ναώ σου, ένθα νυν, μετ ευφροσύνης συναθροισθέντες, άσμασι, σάς αριστείας Πλάτων υμνούμεν, και εν πίστει εκβοώμεν, Βαρβάρων ρύσαι την πόλιν σου Άγιε.
Το άγιο Νήπιο και ο άγιος Ρωμανός
«Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» (Ματθ. ΚΑ’ 16) λέγει ο Ψαλμωδός. Και αυτός ο αίνος δεν είναι φανταστικός, ούτε ρητορικό σχήμα, αλλά μια μεγαλειώδης και ένδοξη πραγματικότητα, με αληθινά νήπια ευλογημένα, που ομολόγησαν και εμαρτύρησαν και θυσιάστηκαν για τον Χριστό. Ναι, νήπια και μικρά παιδιά, που φωνάζουν και διαλαλούν την πίστι τους μέσα στους αιώνες και τραγουδούν αγγελικά το όνομα του Ιησού Χριστού! Πολλά είναι τα νήπια, που ανέβηκαν στον υψηλότατον βωμό του Μαρτυρίου. Από τις 14.000 νήπια, που κατέσφαξε ο αιμοσταγής Ηρώδης ο θηριόψυχος, έως τον τριετή Κήρυκο και ως τα «μειράκια» των νεομαρτύρων. Ένα από αυτά τα Άγια Νήπια γιορτάζει και η Εκκλησία μας, μαζί με τον Άγιο Ρωμανό και τον Άγιο Παιδομάρτυρα Πλάτωνα, στις 18 Μοεμβρίου. Μένει ανώνυμο στα Συναξάρια το Άγιο αυτό Νήπιο και άγνωστο το όνομά του σε μάς σήμερα. Είναι όμως γνωστό και ένδοξο στην Βασιλεία του Θεού.
Το Συναξάρι του Αγίου Νηπίου, που είναι συνδεδεμένο με το Συναξάρι του Αγίου Ρωμανού, αναφέρει τους εξής δύο στίχους:
«Κόλπους Αβραάμ νήπιον λαχόν ξίφει τοις Βηθλεέμ σύνεδρον ώφθη νηπίοις».
Και στην σημερινή γλώσσα σημαίνει ότι το «νήπιον με τον αποκεφαλισμό του δια ξίφους επέτυχε να πάη στους κόλπους του Αβραάμ (μεταφορική παρομοίωσι του Παραδείσου) και να εχη συντροφιά τα νήπια της Βηθλεέμ». Οι δύο – τρεις στίχοι, που προτάσσονται πάντοτε σε κάθε Συναξάρι των Αγίων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας, είναι σαν ένα είδος ταυτότητος, μιας ατομικής καταγραφής της κάθε περιπτώσεως και περιέχει πολύ συνοπτικά, σχεδόν επιγραμματικά το όνομα, το μαρτύριο, τον τύπο, την ιδιότητα και την ήμερα της θυσίας του Μάρτυρος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζουν σαν τις επιγραφές, που βάζουν σήμερα πάνω στους επιτάφιους σταυρούς των Χριστιανών, με το όνομα, την πατρίδα, την ιδιότητα και την χρονολογία γεννήσεως και θανάτου του αποβιώσαντος. Γι’ αυτό και υπάρχουν πολλά τέτοια μεμονωμένα περιστατικά στα Συναξάρια, όπου μνημονεύονται οι Άγιοι και οι Μάρτυρες, χωρίς υπόμνημα (βιογραφία) και μόνο με τους αρχικούς στίχους, που διασώθηκαν από την θυελλώδη εκείνη περίοδο των διωγμών, κατά την οποία δεν υπήρχαν οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις να γίνωνται γνωστά όλα τα στοιχεία και να καταγράφωνται με πληρότητα. Οι Χριστιανοί ήταν συνεχώς διωκόμενοι και η Εκκλησία κρυμμένη από τα μάτια της κοσμικής εξουσίας, έτσι, που πολλές φορές μετακόμιζαν από πόλι σε πόλι και πολλά στοιχεία και βιβλία και πληροφορίες χάνονταν, καίγονταν ή καταστρέφονταν από την αναστάτωσι, τις μετακινήσεις, τους διωγμούς, τις καταστροφές και τις πυρκαγιές. Γι’ αυτό και πρέπει να ευγνωμονούμε όλους εκείνους, που βοήθησαν, κουράστηκαν και κινδύνευσαν για να διασωθούν ως τις μέρες μας, όλα τα σπουδαία στοιχεία, που έχουμε από την μεγάλη και ηρωική εκείνη εποχή, την πιο βάρβαρη σε αγριότητα, αλλά και την πιο υψηλή και ένδοξη μέσα στην παγκόσμια ιστορία. Είναι η πιο κορυφαία στιγμή του ιστορικού ανθρώπου, στην προσπάθειά του να ξαναγυρίση κοντά στον Δημιουργό του και να απάντηση στο μέγα κάλεσμα της αγάπης του Θεού.
Ας επιστρέψουμε όμως στην ιστορία του Αγίου Νηπίου και του Αγίου Ρωμανού, που ζούσαν την εποχή του βασιλέως της Ρώμης Μαξιμιανού, το 286 – 304 μ.Χ. Ο Ρωμανός ήταν διάκονος στην Καισάρεια της Παλαιστίνης και αργότερα πήγε στην Αντιόχεια. (Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι οι Συναξαριστές μιλούν για δύο συνωνύυμους Αγίους την ίδια μέρα, με το όνομα Ρωμανός, μέσα στην ίδια περιοχή σχεδόν και με το ίδιο μαρτύριο, που γιορτάζονται την ίδια μέρα. Η μόνη διαφορά τους είναι το επεισόδιο με το νήπιο. Πιθανόν να πρόκειται για δύο ξεχωριστούς Αγίους, αλλά εξ ίσου πιθανόν είναι να πρόκειται για ένα και το ίδιο πρόσωπο, που όμως παραδόθηκε από δύο διαφορετικές πηγές).
Μιαν ημέρα, που ο Έπαρχος Ασκληπιάδης έμπαινε στο ναό των ειδώλων, ο διάκονος Ρωμανός, που είχε αγωνιστικότατον φρόνημα, δεν δίστασε να ελέγξη τολμηρά και δημόσια τον άρχοντα και τού είπε:
- Δεν είναι θεοί τα είδωλά σας, οι δε Χριστιανοί υπερέχουν σε ευσέβεια, γιατί λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Αυτό το μαρτυρούν ακόμα και τα μικρά παιδιά.
Και για να επιβεβαιώση τα λόγια του εζήτησε την μαρτυρία ενός μικρού παιδιού, γύρω στα πέντε του χρόνια, που το κρατούσε η μητέρα του στην αγκαλιά. Το πήρε λοιπόν ένας από τους στρατιώτες, που ακολουθούσαν τον Έπαρχο και το πλησίασαν κοντά του και ο Ασκληπιάδης ερώτησε το νήπιον:
- Ποίον δει σέβειν Θεόν; (Ποιόν Θεόν πρέπει να σεβώμεθα;).
- Τον Χριστόν, απήντησε το μικρό παιδί.
Οργισμένος και ντροπιασμένος ο Έπαρχος χτύπησε στο πρόσωπο το νήπιο και διέταξε να κόψουν την γλώσσα του Αγίου Ρωμανού. Οι δήμιοι εξετέλεσαν αμέσως την διαταγή του Επάρχου, αλλά ο Μάρτυς και με κομμένη την γλώσσα συνέχισε να μιλά θαυματουργικά με κανονική φωνή και δόξαζε τον Θεό και το άπειρο έλεός του. Το νήπιο, που το ξαναχτυπούν οι στρατιώτες και διψά, ζητά λίγο νερό. Η μητέρα του όμως, η οποία βρίσκεται κοντά του, του φωνάζει:
- Μη πιής, παιδί μου, από το νερό των ειδωλολατρών. Να κάνης υπομονή και να πιής το νερό, που θα σου δώση ο ίδιος ο Χριστός.
Το νήπιο, που τόσο θαρρετά ωμολόγησε την πίστι του στον Χριστό, θα αποκεφαλισθή από κάποιον στρατιώτη, κατά διαταγή του Επάρχου, ενώ ο Ρωμανός θα κλεισθή στην φυλακή, όπου και θα συνεχισθούν οι ξυλοδαρμοί και τα μαρτύρια. Το γεγονός της γενναίας και δημοσίας ομολογίας του θα το μάθη ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός, καθώς και το παράδοξο θαύμα, να μιλά δηλαδή ο Μάρτυρας και με κομμένη την γλώσσα, πράγμα φυσικώς αδύνατο, αντί νσ θαυμάση και νσ σκεφθή την δύναμι του Θεού του ζώντος, αγριεύει και δίνει αυστηρή διαταγή νσ θανατωθή και ο Ρωμανός στην φυλακή με απαγχονισμό. Η διαταγή του αυτοκράτορος, που φοβάται μη γνωσθή ευρύτερα το γεγονός και οι Χριστιανοί πάρουν θάρρος και αρχίζουν να ελέγχουν δημοσίως τους τυράννους των, εκτελείται αμέσως. Ο απαγχονισμός του Αγίου έγινε μέσα στην φυλακή και ο πιστός Ρωμανός έλαβε τον στέφανον της μαρτυρικής θυσίας του. Οι δύο στίχοι του Συναξαριού του αναφέρουν χαρακτηριστικά:
«Ρωμαλέος ην Ρωμανός προς βασάνους
ρώμη κρατυνθείς παντοδυνάμου Λόγου».
Και σε σημερινή μετάφρασι:
«Γενναίος εστάθηκε στα βάσανα ο Ρωμανός
αφού δυναμώθηκε με την δύναμι του παντοδυνάμου Λόγου».
Η θυσία της πρόσκαιρης και μάταιης ζωής αυτού του κόσμου όμως τον ανέβασε στα υψη της ουράνιας δόξας και της αιωνίας ευτυχίας στην Βασιλεία των Ουρανών, όπου βρίσκεται τώρα. Γι’ αυτό και ταιριάζει να κλείσουμε τις λίγες αυτές γραμμές, με το θαυμάσιο Κοντάκιόν του, που ψάλλεται κάθε χρόνο στην γιορτή του, σε ήχο Δ’ (Προσόμοιον: «Επεφάνης σήμερον»):
«Ως αστέρα μέγιστον, η Εκκλησία,
Ρωμανέ πανεύφημε,
σε κεκτημένη αληθώς,
φωταγωγείται τοις άθλοις σου,
την φωτοφόρον δοξάζουσα μνήμην σου».
Πηγή: Π. Μ. Σωτήρχου, Παιδομάρτυρες, σελ. 81-86
Ο Άγιος Νεομάρτυς Αναστάσιος από την Παραμυθία
Μια μέρα του Ιουνίου ο Αναστάσιος με άλλους Χριστιανούς και με την αδελφή του πήγαν στα χωράφια να θερίσουν. Όπως θέριζαν , πέρασε από εκεί ο γιος του πασά ονόματι Μουσάς ,με άλλους τούρκους , είδαν την όμορφη αδελφή του αγίου με ακόλαστη επιθυμία και έσπευσαν να ικανοποιήσουν την ασέλγειά τους. Ο άγιος όμως με τους άλλους Χριστιανούς ήρθαν στα χέρια μαζί τους δίνοντας έτσι χρόνο στην αδελφή του να φύγει.
Οι Αγαρηνοί προσβεβλημένοι πήγαν στον πασά και είπαν πράγματα διαφορετικά, ότι τάχα ο Αναστάσιος τους είχε δώσει λόγο να γίνει μωαμεθανός και τώρα αρνείται. Ο πασάς έστειλε αμέσως και έφεραν δέσμιο μπροστά του τον αθώο Αναστάσιο . Βλέποντάς τον νέο, ωραίο και ρωμαλέο σκεφτόταν με ποιο τρόπο θα κατάφερνε να τον εξισλαμίσει.
Ο άγιος, όταν άκουσε τις συκοφαντίες των κατηγόρων περί δήθεν εξομώσεώς του, με θάρρος είπε στον πασά :
Εγώ ουδέποτε είπα τέτοια κουβέντα. Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω, με τη βοήθεια του Χριστού μου. Όσο για τα αγαθά που μου υπόσχεσαι, δεν ενδιαφέρομαι καθόλου , γιατί έχω πολλά αγαθά αιώνια στους ουρανούς, που δεν συγκρίνονται με τα παρόντα.
Οι συκοφάντες του τότε επανέλαβαν και πάλι :
Δεν είσαι εσύ που έταξες τότε να γίνεις μουσουλμάνος ; Γιατί τώρα αρνείσαι και δεν θέλεις να εκπληρώσεις την υπόσχεσή σου ;
Ο άγιος τους αποκρίθηκε :
Όχι μόνο δεν είπα τέτοιο λόγο αλλά ούτε καν σκέφτηκα κάτι τέτοιο. Δεν αρνούμαι την αγία πίστη μου, για την οποία είμαι έτοιμος να πεθάνω. Όλα αυτά είναι συκοφαντίες και ψέμματα . Εγώ Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω.
Τότε ο πασάς έδωσε διαταγή να τον δείρουν και να τον κλείσουν στη φυλακή. Μετά από λίγες ημέρες επισκέφτηκε τον πασά κάποιος φίλος του και μαθαίνοντας για την υπόθεση συμβούλεψε τον πασά τι να κάνει λέγοντάς του :
Αυτοί οι Χριστιανοί είναι πολύ σκληροί και πεισματάρηδες και δεν αρνούνται την πίστη τους ακόμη κι αν κάποιος τους κάνει τις πιο φοβερές τιμωρίες. Ακόμη κι αυτόν τον θάνατο τον δέχονται για την πίστη τους με μεγάλη προθυμία Εάν θέλεις λοιπόν να τον καταφέρεις, μην τον τιμωρήσεις πλέον αλλά να τον βγάλεις από την φυλακή και με καλό τρόπο να του υποσχεθείς πλούτη, δώρα και αξιώματα και έτσι θα τον καταφέρεις.
Ακούγοντας ο πασάς τις συμβουλές του φίλου του έβγαλε τον άγιο μάρτυρα από τη φυλακή και άρχισε να τον κολακεύει και να του υπόσχεται πολλά υλικά αγαθά και ότι τελικά θα τον υιοθετήσει, αν ακούσει ό,τι του λέει . Ο φίλος μάλιστα του πασά που στεκόταν εκεί πρόσθεσε πως είχε μια κόρη πολύ όμορφη που θα μπορούσε να του δώσει για γυναίκα του , μαζί με άλογα, χρυσά και πολλά άλλα. Αρκεί να γινόταν μουσουλμάνος.
Ο γενναίος μάρτυς του Χριστού τα άκουγε όλ’ αυτά με φρίκη, βδελυγμία και αποστροφή και με παρρησία τους απάντησε:
Εγώ έχω στους ουρανούς αγαθά , όχι σαν τα δικά σας αλλά ασύγκριτα καλύτερα , πολυτιμότερα και ατέλειωτα. Δεν δέχομαι τα δικά σας τα φθαρτά και τα μάταια ,για να μη χάσω εκείνα τα αιώνια. Έτσι λοιπόν την πίστη μου δεν την αρνούμαι με κανένα τρόπο. Μη γένοιτο.
Οι δύο πασάδες έμειναν εμβρόντητοι από την απάντηση του αγίου και διέταξαν να φυλακιστεί μέχρι να ιδούν τι θα κάνουν.
Ο γιος του πασά , ο Μουσάς , ο οποίος ήταν παρών στην ανάκριση, σκεφτόταν συνετά και αναρωτιόταν : Ποια να είναι άραγε αυτή η πίστη των Χριστιανών , ώστε όχι μόνο δεν υπολογίζουν τα αγαθά του κόσμου αλλά υπομένουν κάθε κακουχία και επώδυνο θάνατο ακόμη για χάρη της ; Αυτός ο άνθρωπος μολονότι είναι φτωχός απέρριψε όλα τα αγαθά που του πρότειναν, τα οποία και εγώ , που είμαι τόσο πλούσιος, πεθύμησα ,ενώ αυτός τα αρνείται , για να μη χάσει την πίστη του. Ποια να είναι αυτή η πίστη των Χριστιανών την οποία φυλάττουν με τόση ακρίβεια ;
Επιθυμώντας να διαφωτιστεί για την χριστιανική πίστη πήγε κρυφά στη φυλακή να συνομιλήσει με τον Αναστάσιο. Εκεί ο Θεός βλέποντας την αγαθή προαίρεση του Μουσά επέτρεψε να δει κάτι θαυμαστό.
Μπαίνοντας στο κελί του αγίου , τον βλέπει μέσα σε φως και, δεξιά και αριστερά του, δύο αστραπόμορφοι νέοι, άγγελοι και, μη υποφέροντας τη λάμψη, έπεσε κάτω . Ο άγιος έκανε νόημα στους αγγέλους να φύγουν. Σηκώθηκε τότε ο Μουσάς, πλησίασε και άρχισε τις ερωτήσεις. Ο άγιος του είπε πως αυτοί είναι άγγελοι και πως εμείς οι Χριστιανοί έχουμε από έναν, ο οποίος μας φυλάει όσο καιρό είμαστε σ’ αυτή τη ζωή και όταν πεθαίνουμε παίρνει την ψυχή μας στον Παράδεισο. Εσείς όλα τα άλλα έθνη έχετε από ένα. Όσο για το ότι περιφρόνησα τα αγαθά που μου πρότεινε ο πατέρας σου , το έκανα διότι εμείς οι Χριστιανοί έχουμε πλούτη στους ουρανούς ανεκλάλητα και αιώνια , με τα οποία συγκρινόμενα όλου του κόσμου τα αγαθά είναι σκιά και μηδέν.
Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Μουσάς έπεσε στα πόδια του αγίου και με την φώτιση του Αγίου Πνεύματος του ζήτησε να τον κάνει Χριστιανό. Ο Αναστάσιος όμως του είπε :
Αυτό δεν μπορεί να γίνει τώρα ,γιατί ο πατέρας σου θα εξοντώσει όλους τους Χριστιανούς. Μόνο πίστεψε κρυφά στον Χριστό και να τον παρακαλείς να σε αξιώσει γι’ αυτό που επιθυμείς και ασφαλώς θα οικονομήσει το συμφέρον σου. Του έδειξε δε πως να κάνει τον σταυρό του και πως να προσεύχεται.
Ο πασάς, βλέποντας ωστόσο πως ούτε με κολακείες ούτε με τη βία κατόρθωνε τίποτα, διέταξε να αποκεφαλιστεί ο άγιος έξω από την πόλη και να μείνει το σώμα του άταφο. Τη νύχτα οι Χριστιανοί έβλεπαν φως να κατεβαίνει από τον ουρανό στο άγιο λείψανο αλλά δεν τολμούσαν να πλησιάσουν. Ο άγιος τη νύχτα εμφανίστηκε στο όνειρο του πασά και με απειλητικό τρόπο του ζήτησε να δώσει το λείψανό του στο κοντινό μοναστήρι γα ενταφιασμό. Έντρομος εκείνος ειδοποίησε τους μοναχούς να το παραλάβουν. Πήγαν οι μοναχοί και με λαμπάδες και θυμιατά σήκωσαν το σεπτό λείψανο και το ενταφίασαν με τιμές και ευλάβεια.
Μετά το ένδοξο μαρτύριο του αγίου Αναστασίου ο Μουσάς ήταν περίλυπος, αποστρεφόταν όλα τα γήινα και παρακαλούσε νυχθημερόν τον Θεό να πραγματοποιηθεί ο πόθος του, δια πρεσβειών του αγίου. Μια μέρα πηγαίνοντας σε κάποιο γάμο, βρήκε ευκαιρία και περνώντας από τον τάφο του Αγίου προσευχόταν με δάκρυα. Είδε τότε τον άγιο μάρτυρα λαμπροφορεμένο, με συνοδεία δύο αγγέλων, να του λέει : Μη λυπάσαι , αδελφέ, και θα λάβεις το ποθούμενο.
Έφυγε περιχαρής από το μοναστήρι και πήγε , κατά την εντολή του πατέρα του στους γάμους. Τη νύχτα αστραπόμορφος άγγελος Κυρίου τον ξύπνησε , τον έβγαλε από το σπίτι, όπου εφιλοξενείτο, χωρίς να τον αντιληφθεί κανένας, καθώς οι πόρτες άνοιγαν μόνες τους, και ,μετά πολύ δρόμο ,τον οδήγησε σε ένα ασκητή που καθόταν κοντά σε μια βρύση. Σε αυτόν παρέδωσε τον Μουσά ο άγγελος του Κυρίου λέγοντάς του : Αυτόν ν’ ακολουθήσεις και αυτός θα σε οδηγήσει σε ό,τι επιθυμείς. Και έφυγε . Ακολούθησε τον ασκητή και οδοιπορώντας έφτασαν στην Πελοπόννησο. Βρίσκοντας μια εκκλησία σε ένα έρημο τόπο προσκύνησαν εκεί. Ο Μουσάς, καταπονημένος από τους κόπους και την στέρηση, είχε αρχίσει να λυπάται αφόρητα και να πολεμείται από τον πειρασμό με την ενθύμηση των γονέων του και της απολαυστικής ζωής. Ο ασκητής βλέποντάς τον σε τέτοια ανάγκη του είπε να μπει πάλι στην εκκλησία να προσευχηθεί. Προσκυνώντας την εικόνα της Παναγίας άκουσε φωνή να του λέει :
Μη λυπάσαι , παιδί μου, για τα πρόσκαιρα αγαθά που άφησες ,γιατί ο Υιός μου και Θεός πολλά έπαθε για η σωτηρία του κόσμου. Να χαίρεσαι μάλλον διότι θα αξιωθείς πολλών αγαθών στη Βασιλεία του Θεού.
Επίσης άκουσε φωνή και από την εικόνα του Χριστού. Βγαίνοντας από την εκκλησία πλημμυρισμένος από άπειρη χαρά και έχοντας λησμονήσει κάθε κακοπάθεια ρώτησε τον ασκητή αν μιλούν πάντοτε οι άγιες εικόνες και εκείνος του απάντησε :Όχι πάντα, μόνο όταν υπάρχει ανάγκη.
Από το λιμάνι της Πάτρας , με συστατικά γράμματα του γέροντα και μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας ,ο Μουσάς πέρασε στη Βενετία. Εκεί βαφτίστηκε Χριστιανός και ονομάστηκε Δημήτριος.
Μετά από λίγο καιρό πήγε στην Κέρκυρα να προσκυνήσει το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος. Στην Κέρκυρα έγινε μοναχός με το όνομα Δανιήλ. Από την Κέρκυρα πήγε στην Κωνσταντινούπολη με σφοδρή επιθυμία να μαρτυρήσει. Εκεί είχε και θαυμαστή οπτασία, όπου του απεκαλύφθη η απελευθέρωση των Χριστιανών από τους Τούρκους, την οποία και συνέγραψε. Όμως οι Χριστιανοί τον απέτρεψαν από το μαρτύριο, για να μη προκληθεί διωγμός εναντίον τους. Τελικά επέστρεψε στην Κέρκυρα ,όπου και εκοιμήθη, αφού πρώτα έχτισε ναό προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου στη Μυρτιά.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου